Γράφει η Μαίρη Καρά
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Το Νοέμβριο του 1828 ο θρυλικός γέρος του Μωριά στρατάρχης ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ, έκανε γνωστή από την Πνύκα, την πνευματική του διαθήκη στη νεολαία. Ήταν οι μαθητές του γυμνασίου με τους δασκάλους και τον γυμνασιάρχη Γεννάδιο και τους είπε: Παιδιά μου! Εις τον τόπο τούτο, οπού πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ… Επιθυμούσα να σας ιδώ παιδιά μου, εις την μεγάλη δόξα των προπατόρων μας για να σας ειπώ, όσα ο ίδιος επαρατήρησα και να κάμωμε συμπερασμούς και δια την μέλλουσαν ευτυχίαν σας. Και δια τους παλαιούς Έλληνας, οποίας γνώσεις είχαν και ποία δόξα και τιμήν έχαιραν γιατί ήταν σοφοί και από εδώ επήραν και εδανείσθησαν τα άλλα έθνη την σοφίαν των. Δια ταύτα σας λέγουν οι διδάσκαλοί σας, εγώ δεν είμαι αρκετός. Εις τούτον τον τόπον εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, όλοι οι λαοί επίστευσαν εις το Ευαγγέλιό του και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα.
Οι πρόγονοί μας έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι και τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε. Σαν είδε τούτο ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ (αντιβασιλέα), έναν πατριάρχη και του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας και αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες (προεστοί) εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι γραμματισμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν από την Ελλάδα και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα. Μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε.
Όταν αποφασίσαμε να επαναστατήσουμε δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας και όλοι εσυμφωνήσαμε και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε ομόνοια και εάν αυτή εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα κι έφευγαν μίλια μακρά. Μα δεν βάσταξε!. Ήλθαν μερικοί και ηθέλησαν να γένουν μπαρμπέρηδες εις του κασίδη το κεφάλι. Μα τι να κάμομε; Είχαμε κι αυτουνών την ανάγκη. Από τότε ήρχισεν η διχόνοια και εχάθη η πρώτη προθυμία και ομόνοια. Και τούτο εγίνετο, επειδή δεν είχαμε έναν αρχηγό και μίαν κεφαλή. Αλλά ένας έμπαινε πρόεδρος έξι μήνες, εσηκώνετο ο άλλος και τον έριχνε κι εκάθετο άλλους τόσους.
Ίσως όλοι ηθέλαμε το καλό, πλην καθένας κατά την γνώμη του και ημείς εχρειαζόμεθα έναν αρχηγό όστις να προστάζει και οι άλλοι να υπακούουν και να ακολουθούν. Αλλά εξαιτίας της διχόνοιας μας έπεσε η Τουρκιά επάνω μας και κοντέψαμε να χαθούμε, και εις τους στερνούς επτά χρόνους δεν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα. Μετά έρχεται ο βασιλεύς ησυχάζουμε κι αρχίζουν να προοδεύουν το εμπόριο, η γεωργία και οι τέχνες και ή παιδεία. Για να μας αυξήσει και να μας ευτυχήσει αυτή η μάθησις, χρειάζεται και η στερέωσις της πολιτείας μας, η οποία γίνεται με την καλλιέργεια και με την υποστήριξη του Θρόνου. Ο βασιλεύς μας είναι νέος και συμμορφώνεται με τον τόπο μας, δεν είναι προσωρινός, αλλ' η βασιλεία του είναι διαδοχική και θα περάσει εις τα παιδιά των παιδιών του, και με αυτόν κι εσείς και τα παιδιά σας θα ζήσετε. Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος. Όλα τα έθνη του κόσμου έχουν και φυλάττουν μια Θρησκεία.
Και οι Εβραίοι, οι οποίοι κατατρέχοντο και μισούντο και από όλα τα έθνη, μένουν σταθεροί εις την πίστη τους. Εγώ παιδιά μου εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα περασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε. Εμάς μη μας τηράτε πλέον. Το έργο μας και αι ημέραι της γενεάς, η οποία σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ολίγον περάσει. Την ημέρα της ζωής μας θέλει διαδεχθή η νύκτα του θανάτου μας. Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε• και δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία, την καλλιέργεια του Θρόνου και την φρόνιμον ελευθερία. Ζήτω ο Βασιλεύς μας Όθων! Ζήτω οι σοφοί διδάσκαλοι! Ζήτω η Ελληνική Νεολαία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου