Κυριακή τῆς ἀπόκρεω σήμερα, Ἀδελφοί μου, καὶ ὁ Ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας μας σαλπίζει τὸ τρίτο σάλπισμα ὰπό τότε ποὺ ἄρχισε τὸ Τριώδιο. Τὸ πρῶτο σάλπισμα ἦτο «ὑπερήφανοι ταπεινωθῆτε». Το δεύτερο «ἁμαρτωλοί μετανοήσατε». Καὶ σήμερα, Τρίτη Κυριακή τοῦ Τριωδίου ὁ Ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας μας σαλπίζει καὶ πάλι καὶ μᾶς φωνάζει «ἀμετανόητοι θὰ κριθῆτε» καὶ θέτει τὸν καθένα μας χωριστὰ καὶ ὅλους μαζί ὑπό κατηγορία. Εἴμαστε ὅλοι κατηγορούμενοι καὶ θὰ πρέπει ὅλοι μας δίκαιοι καὶ ἁμαρτωλοί, πλούσιοι καὶ πτωχοί, σοφοί καὶ ἀγράμματοι, στρατηγοί καὶ βασιλιάδες, απλοϊκοί ἄνθρωποι καὶ κληρικοί, νὰ παρελάσουμε γιὰ νὰ ἀπολογηθοῦμε μπροστά στὸ μεγάλο δικαστήριο, τὸ παγκόσμιο δικαστήριο, ποὺ δικαστής εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Αὐτός ὁ Χριστός ποὺ σταυρώθηκε καὶ ἔχυσε τὰ αἷμα Του γιὰ νὰ λυτρώσει τὸ ἄνθρώπινο γένος. Αὐτός ποὺ ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς Οὐρανούς καὶ ἐκάθησε ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρός. Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θὰ ξανάρθει στὸν κόσμο αὐτόν»ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» καὶ θὰ εἶναι ὅλοι οἱ Ἄγγελοι μαζί Του, καὶ θὰ καθίσει πάνω στὸν θρόνο. Τὸ ὁμολογοῦμε ἄλλωστε στὸ ἔβδομο ἄρθρο τοῦ συμβόλου τῆς πίστεώς μας: «Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης, κρίναι ζῶντας καὶ νεκρούς». Τι σημαίνει αὐτό; Πιστεύουμε λέμε ὁτι ὁ Κύριος θὰ ξανάρθει γιὰ νὰ κρίνει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ θἄρθει ὄχι σὰν διδάσκαλος ἀλλά σὰν κριτής. «Συναχθήσονται τότε ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη»γιὰ νὰ κριθοῦν καὶ τότε λέγει ὁ ψαλμωδός «Βίβλοι ἀνοιγήσονται καὶ πράξεις φανερωθήσονται». Ὅλα στὸ φῶς. Τίποτα δὲν θὰ μείνει κρυφό.
Ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη εἶναι πολύ εὐκολο νὰ ξεγελασθεῖ ἀπὸ ψευτομάρτυρες ἤ ἀπὸ διεφθαρμένους δικαστές καὶ ἀντιδίκους καὶ οἱ ἀθῶοι νὰ παρουσιαστοῦν σὰν ἔνοχοι νὰ ἀθωωθοῦν. Στο δικαστήριο ὅμως ἑκεῖνο, ἡ ἀδεκαστος κρίσις τοῦ Θεοῦ δεν ἐξαπατᾶται ἀπὸ ψευδομάρτυρες ἥ ἀπό μεσολαβητές οἰουδήποτε ἀξιώματος. Ὄχι. Δὲνπροσωποληπτεῖ ὁ Θεός. Ὅλους μας θὰ μᾶς κρίνει μὲ βάση τὴν ζωή μας κατὰ τὰ ἔργα μας. Καὶ ἄν εἴμαστε δίκαιοι καὶ ἐνάρετοι θὰ πάρουμε πιστοποιητικὸ ἀθωότητος, τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἄν εἴμαστε ἄδικοι, τότε θὰ πάρουμε τὴν ἀμοιβή μας στὸ πῦρ τὸ εξώτερον, τὴν αἰώνιο κόλαση τὴν ἐτοιμασμένη γιὰ τὸ διάβολο καὶ τοὺς Ἀγγέλους αὐτοῦ.
Ὅμως, ὅπως εἶναι πολύ φυσικό, γιὰ μᾶς τοὺς περισσότερους Χριστιανούς ἡ σκέψη καὶ μόνο τῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ προξενεῖ τρόμο. Σκεπτόμαστε μιὰ πιθανή καταδίκη καὶ παραβλέπουμε τὸν θρίαμβο τῆς δικαιοσύνης καὶ τοῦ Θεοῦ. Ξεχνάμε καὶ μάλιστα πολύ εύκολα τῆν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι: «ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωήν αἰώνιον καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλά μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς την ζωήν». Δηλαδή ἑκεῖνος ποὺ ἀκούει καὶ κάνει κτῆμα του καὶ πιστευει εἰς τὸν Πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μὲ ἔστειλε στὸν κόσμο, ἔχει ἀπὸ αὐτή τὴ στιγμή ποὺ πίστεψε, ζωή αἰώνιο ἕχει λέει καὶ ὄχι θὰ ἔχει, τὴν ἔχει ἤδη ἀπό τὴν παροῦσα ζωή. Ἐπί πλέον δὲν θὰ ὑποβληθεῖ σὲ δίκη καὶ κρίση, ἀλλά ἔχει ἤδη μεταβεῖ ἀπὸ τὸν πνευματικό θάνατο τῆς ἁμαρτίας, στὴν ἀθάνατο καὶ αἰώνια ζωή. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ μᾶς δημιουργοῦν ἕνα αἰσθημα νίκης καὶ θριάμβου, μᾶς προξενοῦν φόβο καὶ τρόμο, γιατὶ δὲν εἴμαστε ὁλόψυχα δοσμένοι οὔτε στὴ λαχτάρα γιὰ τὸν θρίαμβο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οὔτε στην πίστη μας ἤ ἄν θέλετε πιο ἀπλά δὲν πιστευουμε, δὲν ἔχουμε πίστη καὶ τὸ τόσο γνωστό, «πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ» ποὺ φώναξε ὁ πατέρας τοῦ σεληνιαζομένου παιδιοῦ, δὲν μᾶς ἐγγίζει καὶ δὲν μᾶς ἐκφράζει.
Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἡ κρισις εἶναι χαρμόσυνη εἴδηση. Κρύβει τὴν ὑπόσχεση ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἔλθει καὶ θὰ περιμαζεύσει τὰ τὲκνα του καὶ ὁ πόνος δὲν θὰ ὑπάρξει πιὰ καὶ τὸ κακὸ θὰ σβήσει. Ἀλλά πέρα ἀπό αὐτό, εἶναι χαρούμενη εἴδηση καὶ γιὰ ἕναν λόγο, τὸ ὅτι θὰ κριθοῦμε σύμφωνα μὲ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα. Τὸ μέτρο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ κριθοῦμε θὰ εἶναι ἡ ἀπόλυτη καὶ ἀδυσώπητη δήλωση τοῦ Θεοῦ ὅτι μόνο ἡ ἀγάπη μετράει καὶ μάλιστα μιὰ ὰγάπη ὁλοκληρωτική καὶ χωρίς ψεγάδια, ὅπως αὐτή μᾶς τὴν διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος στὴν ἐπιστολή του, ὁ ὁποῖος μεταξύ ἄλλων μᾶς ἐρωτᾶ: «Τι ὠφελεῖ ἀδελφοί μου ἐάν λές ὅτι ἔχεις πίστι ἀλλά δὲν ἔχει τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα παράγει ἡ ἀληθής καὶ πραγματική πίστις; Μήπως ἡ θεωρητική αὐτή πίστις ἔχει τὴ δύναμη νὰ μᾶς σώσει; Καὶ συμπληρώνει λέγοντας ὅτι ἥ πίστις χωρίς τὰ ἔργα εἶναι νεκρά καὶ ὅποιος πιστεύει τὰ ἀντίθετα εἶναι ἄνθρωπος κενός , εἶναι ἀνόητος. Αὐτή ἡ ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ, φαίνεται σὲ ὅλους μας βαριά γιὰ νὰ τὴν σηκώσουμε καὶ ἀναφωνοῦμε μαζί μὲ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο τὸ «Κύριε, τὶς ἄρα δύναται σωθῆναι;»Καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου εἶναι «Τὰ ἀδύνατα παρά τοῖς ἀνθρώποις, δυνατὰ ἐστὶ παρὰ τῶ Θεῶ».
Ἀπό μᾶς ζητεῖται νὰ καλούμεθα νὰ γίνουμε καθ’ὁμοίωσιν Θεοῦ καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτα λιγότερο ὰπό αὐτό τὸ ὁποῖο νὰ εἶναι ἀντάξιο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Χριστιανική διδασκαλία ἔχει τοποθετήσει ψηλά τὸν πήχυ τῶν ἀπαιτήσεών της καὶ τονίζει πάντοτε ὄχι τὸ τὶ κάνουμε, ἀλλά τὸ τὶ εἴμαστε. Στὸ κέντρο τῆς κρίσης ὑπάρχει ἡ πίστη. Μήπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας δὲν μᾶς λέει, «αὐτός ποὺ πιστεύει θὰ σωθεῖ;» Ἀλλά ἐννοεῖ μιὰ πίστη πολύ μεγαλύτερη ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἔχουμε συνηθίσει. Ἀλλά ἄν ὅλα αὐτά εἶναι ἐντελῶς κατά γράμμα ἀληθινά, ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ σταθεῖ μπροστᾶ στὸ φοβερό βῆμα τοῦ Χριστοῦ καῖ νὰ δώσει καλήν ἀπολογίαν; Πραγματικά κανείς, ἄν ἡ θεία δικαιοσύνηἀποδοθεῖ σύμφωνα μὲ τοὺς ἀνθρώπινους κανόνες ἀνταπόδοσις. Ὅμως ἔχουμε «παράκλητον πρὸς τὸν Πατέρα, τὸν δίκαιον Ἰησοῦν Χριστόν· καὶ αὐτός ἱλασμός ἐστὶ περί τῶν ἅμαρτιῶν ἡμῶν» λέγει ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης Ἰωάννης ὁ θεολόγος, δηλαδή ὁ Ἰησοῦς μὲ τὸ αἷμα Του ῤξιλεώνει τὸν Θεόν γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, γιατὶ ἦλθε στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ κρίνει ἀλλά γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Ποιος θὰ μᾶς καταδικάσει; Δύο εἶναι οἱ μάρτυρες ποὺ θᾶ καταθέσουν ἐναντίον μας τὴν ἡμέρα τῆς κρίσης. Ἡ συνείδησή μας καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ἡ συνείδησή μας εἶναι ἡ φυσική γνώση τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ,καὶ ἡ ὁποία εἶναι δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεό στὸν ἄνθρωπο ἐκ τῆς φύσεως αὐτοῦ. Ὁ δεύτερος ἀντίδικός μας εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. «Ὁ λόγος ὅν ἐλάλησα, ἑκεῖνος κρινεῖ αὐτόν ἐν τῆ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ», ὁ λόγος αὐτός ποὺ Εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή καὶ εἶναι ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς ζωογονήσει καὶ τὸν ὁποῖον δυστυχῶς ὅλοι ἐμεῖς μὲ μεγάλη ἐπιπολαιότητα ἀπορρίπτουμε ἐξαναγκάζοντας πολύ συχνά τὸν Κύριό μας νὰ μᾶς λέει μὲ πόνο: «Το φῶς ἐλήλυθε εἰς τὸν κόσμο καὶ ἥγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἤ τὸ φῶς» καὶ ἐν συνεχεία ἐξηγεῖ τὴν αἰτία αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς μας: «ἧν γάρ πονηρά αὐτῶν τὰ ἔργα».
Ἀδελφοί μου. Ἡ Παραβολή τῆς κρίσεως ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, μᾶς λέγει κάτι τὸ ούσιαστικό· ὄχι γιὰ τὸ θάνατο, τὴν καταδίκη ἤ τὴν σωτηρία, ἀλλά μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ τὴ ζωή. Ὁ Θεός δὲν ρωτάει οὔτε τοὺς ἁμαρτωλούς οὔτε τοὺς δικαίους τίποτε σχετικά μὲ τὶς πεποιθήσεις τους ἤ μὲ τὶς λατρευτικές τους συνήθειες· αὐτό ποὺ μετράει ὁ Κύριος εἶναι ὁ βαθμός τῆς ἀνθρωπιᾶς τους. Τὸ νὰ ἔχουμε ὅμως ἀνθρωπιά χρειάζεται νὰ δείχνουμε στοργικό ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς πραγματικές ἀνάγκες, πνευματικές καὶ ὑλικές, τοῦ πλησίον μας, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄν εἴμαστε ἀληθινά καὶ συνετά ἄνθρωποι τότε εἴμαστε ἔτοιμοι νὰ μποῦμε στὸ χῶρο τῆς Θείας παρουσίας, νὰ μετέχουμε δηλαδή σὲ ὅ,τι ἀνήκει στὸ Θεό. Γιατί ἡ αἰώνια ζωή, δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρά ἡ ἴδια ἡ ζωή τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία μοιράζεται με τὰ δημιουργήματά του· ἀφοῦ ζήσουμε ἐπάξια πάνω στὴ γῆ θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε τὴ ζωή τοῦ οὐρανοῦ, νὰ μετέχουμε στὴ φύση τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ πληρωθοῦμε μὲ τὸ πνεῦμα του, πρᾶγμα ποὺ εὔχουμε ὅλοι μας νὰ ἐπιτύχουμε. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου