Θα τον σκοτώσω…
Έξω φρενών ήταν ο υπολοχαγός Κ. Αργυρόπουλος μόλις έφτασαν στο στρατόπεδο του 251 Τ.Π. και όπως θυμάται ο Απ. Αποστόλου φώναζε:
- Πού είναι αυτός ο προδότης, θα τον σκοτώσω…
Ο
ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Σανταμάς του 70 Τάγματος Μηχανικού, που ήταν
επίσης αυτόπτης μάρτυρας όταν επέστρεψε ο Κ. Αργυρόπουλος με το τμήμα
του, θυμάται τα γεγονότα κάπως παραπλήσια. Είπε:
- Μόλις κατέβηκε ο
Αργυρόπουλος από το λαντ ρόβερ με το αριστερό του χέρι υποβάσταζε τον
Αποστόλου, καταματωμένοι και οι δυο, και στο δεξί χέρι του κρατούσε το
καλάσνικοφ. Ήταν εκτός εαυτού, τα μάτια του έβγαζαν φωτιές. Ήρθε προς το
μέρος μου σαν τρελός και ρώτησε:
“Πού είναι ο πούστης…”
Κατευθύνθηκε προς το μέρος που ήταν ο υπολοχαγός μας, του Μηχανικού
Παναγιώτης Παναγόπουλος. Έδειχνε πως ήταν αποφασισμένος να… «παίξει τον
πούστη».
- Κύριε υπολοχαγέ εμείς είμαστε του Μηχανικού, πρόλαβε να του πει ο Κώστας Σανταμάς.
Συνεχίζοντας την αφήγηση του ο Κ. Σανταμάς είπε:
- O Μιχόπουλος μόλις άκουσε το κανονίδι εξαφανίστηκε από το στρατόπεδο. Φαίνεται πως ίσως κατάλαβε τι είχε συμβεί…
(Εδώ ν’ ανοίξουμε μια παρένθεση για να σημειώσουμε πως ο Μιχόπουλος
ήταν «πρωταγωνιστής» και κατά την προ του πραξικοπήματος περίοδο.
Συγκεκριμένα ο Πρόεδρος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ανταποκρινόμενος σε
παράκληση του Υπουργού Εξωτερικών της χούντας Σπύρου Τετενέ να τού
καταγγείλει επώνυμα συγκεκριμένες περιπτώσεις ελλήνων αξιωματικών της
Εθνικής Φρουράς που συνεργάζονταν με την εγκληματική ΕΟΚΑ Β, ή
καταφέρονταν εναντίον της κυπριακής κυβέρνησης, έγραψε μεταξύ πολλών
άλλων σε επιστολή του ημερομηνίας 3 Μαίου 1974: «…Ο αντισυνταγματάρχης
Στυλιανός Μιχόπουλος, Διοικητής του Τακτικού Συγκροτήματος Κυρηνείας,
συχνάκις εκφέρει χυδαίας ύβρεις κατ’ εμού εις επήκοον πολλών…»).
(Ανοχύρωτη Πολιτεία, Κύπρος 1960-1974, τόμος Β, Νίκου Κρανιδιώτη, σελ.
336).
Αμέσως μετά ο Κ. Αργυρόπουλος έστρεψε την προσοχή του στον τραυματισμένο στρατιώτη του.
- Έχω τραυματία, είπε στον Σανταμά και πρόσθεσε: Θέλω ένα γρήγορο
ιδιωτικό αυτοκίνητο να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Χάνει πολύ αίμα.
Ο
Αργυρόπουλος επίδεσε ξανά την πληγή και είπε στον Αποστόλου πώς να έχει
το χέρι του για να αντιμετωπίσει όσο γίνεται την αιμορραγία.
Στο
μεταξύ ο Κώστας Σανταμάς αποτάθηκε μεμιάς σ’ ένα οδηγό του Μηχανικού, ο
οποίος ήταν ο άνθρωπος του. Ήξερε πως ό,τι του ζητούσε θα έκανε τα
πάντα για να τού το παρουσιάσει και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ.
–
Ήταν από τους ανθρώπους της τολμηρής σχολής, είπε χαρακτηριστικά ο
Σανταμάς. Αν δεν είχε αυτοκίνητο και του έλεγες “χρειάζομαι επειγόντως
ένα γρήγορο όχημα, γιατί έχουμε μια πολύ επείγουσα αποστολή, έναν πολύ
σοβαρά τραυματισμένο”, ήταν άξιος χωρίς κλειδιά να μπει κάτω από τη
μηχανή να ενώσει τα σύρματα, να το ξεκινήσει και σε ζήτημα δευτερολέπτων
να σού το παρουσιάσει, να σου ανοίξει και την πόρτα και να σου πει “όλα
έτοιμα κύριε ανθυπολοχαγέ”.
Κάπως έτσι έγινε εκείνη τη μέρα, είπε ο Κώστας Σανταμάς.
Ο
οδηγός ήταν ο Σπύρος Δράκος από τη Βατυλή (ο στρατιώτης που είχε τη
συνομιλία που αναφέραμε νωρίτερα με τον Ανδρέα Πογιατζή, τον οδηγό του
Κ. Αργυρόπουλου κατά την άφιξη του στο 251 Τ.Π.).
Ανάποδα τιμόνια
Ο Σπ. Δράκος βρήκε ένα “Βόξολ Κρέστα”, έβαλαν τον Απ. Αποστόλου στο πίσω κάθισμα, κάθισε συνοδηγός ο Σανταμάς και ξεκίνησαν.
Θα τον μετέφεραν στο «Στρατιωτικό Νοσοκομείο» του Πέλλα Πάϊς.
– Το χέρι του σχεδόν κρεμόταν. Δεν τολμούσαμε να κοιτάξουμε πίσω γιατί
φοβόμασταν ότι από στιγμή σε στιγμή θα το έχανε. Τόσο τραγική ήταν η
κατάσταση του, είπε χαρακτηριστικά ο Κ. Σανταμάς.
Πήγαν στο Πέλλα Πάϊς, έψαξαν για νοσοκομείο, δεν βρήκαν τίποτα. Δεν υπήρχε ούτε ψυχή στους δρόμους για να ρωτήσουν.
– Τι κάνουμε τώρα; διερωτήθηκε. Καθώς άκουσε τον τραυματία να αναπνέει βαθιά ο Κ. Σανταμάς είπε αποφασιστικά στον οδηγό:
– Τράβα για το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Μόνο εκεί μπορεί να σωθεί.
Ο
Σπ. Δράκος χωρίς δεύτερη κουβέντα σε λίγο ήταν στον δρόμο προς τον Άγιο
Επίκτητο, μετά Κλεπίνη και κατόπιν κατηφόριζε προς Κυθρέα με τη
μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα.
Και δεν τους έφταναν όλα τα κακά κι
ανάποδα, ήρθε ένα ακόμη απρόσμενο κι επικίνδυνο να προστεθεί σ’ όλα τ’
άλλα. Κόλλησε το πετάλι της βενζίνης. Έμεινε πατημένο και κατέβαιναν το
βουνό με τον δρόμο να παρουσιάζει συνεχώς στροφές.
– Ήταν απ’ εκείνες τις σκηνές που βλέπουμε σε κινηματογραφικές ταινίες, είπε ο Κ. Σανταμάς και πρόσθεσε:
– Μόνο που εδώ δεν υπήρχαν ούτε κασκαντέρ, ούτε κομπάρσοι. Εδώ υπήρχαν
μόνο πρωταγωνιστές που σε κάθε στροφή κρατούσαν την ψυχή στο στόμα και
περίμεναν το μοιραίο. Ο οδηγός με μια απερίγραπτη ψυχραιμία πάλευε να
κρατήσει το όχημα στον δρόμο με “ανάποδα τιμόνια” κι από πίσω ο
τραυματίας να κτυπά μια από δω και μια από κει στις πλευρές του
αυτοκινήτου σε κάθε στροφή.
Σε μια στιγμή που ίσιωσε κάπως ο δρόμος ο οδηγός έκανε αστραπιαία μια βύθιση με το κεφάλι προς το πετάλι και το ξεμάγκωσε.
– Πήρα μια βαθιά αναπνοή, πήγε η καρδία μου στη θέση της, είπε ο Κ. Σανταμάς και πρόσθεσε:
«Από στιγμή σε στιγμή νομίζαμε ότι θα πέφταμε στους γκρεμούς. Μόνο με
ένα τόσο ικανό οδηγό θα μπορούσαμε να γλιτώσουμε. Ήταν κάτι το
απίστευτο, το εξωπραγματικό».
Συνεχίζοντας ο Κ. Σανταμάς είπε:
- Εκείνη τη στιγμή με τρόμο για το τι θα αντίκριζα γύρισα πίσω και είδα
τον τραυματία. Νόμιζα ότι το χέρι του θα ήταν κάπου κομμένο στο πάτωμα.
Με ανακούφιση το είδα στη θέση του. Ο τραυματίας βογκούσε από τους
πόνους, και έσπευσα να τον παρηγορήσω: “Κάνε υπομονή, σε λίγο φτάνουμε”.
Τον
μετέφεραν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, το παλιό, που ήταν τότε
κοντά στη Βουλή. Έκανε τρεις μήνες εκεί. Πολλές φορές κινδύνευσε να του
κόψουν το δεξί τραυματισμένο του χέρι «στα πλαίσια της θεραπείας». Το
γλίτωσε χάριν σε ένα συγγενικό του πρόσωπο, γιατρό του ιδιωτικού τομέα, ο
οποίος πρόσφερε τις υπηρεσίες του εκεί στη διάρκεια της τουρκικής
εισβολής.
Η οδύσσεια του τραυματισμού του κράτησε έξι χρόνια.
Υποβλήθηκε σε 37 εγχειρήσεις σε πέντε χώρες ( Κύπρο, Ελλάδα, Ανατολική
Γερμανία και Αυστρία) μέχρι να αποκατασταθεί το χέρι του σ ’ ένα
ικανοποιητικό βαθμό.
|
Τουρκική αφίσα για την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο
|
Τέσσερις απόντες
Πάμε τώρα
πίσω στο 251 Τ.Π. για την αναφορά μετά την πρώτη μάχη που είχε η φάλαγγα
των 8 ΠΑΟ του 120 ΛΒΟ, του υπολογαχού Κωνσταντίνου Αργυρόπουλου.
Απόντες
4, ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Βάκης, οι τρεις στρατιώτες του πρώτου
στοιχείου ΠΑΟ, ο οδηγός Ανδρέας Πογιατζής από τη Βατυλή, ο λοχίας
Χριστάκης Νικολάου από τον Άγιο Γεώργιο Σπαθαρικού και τέως κάτοικος
Αμμοχώστου και ο έφεδρος Μιχαήλ Χ. Χαραλάμπους από το Αργάκι Μόρφου.
Οι τέσσερις πεσόντες ετάφησαν πρόχειρα σε δύο επιφανειακούς τάφους, προφανώς από τους Τούρκους εισβολείς.
Μπήκαν
στον κατάλογο των αγνοουμένων όπου παρέμειναν για 45 και πλέον χρόνια.
Στο τέλος του 2017 ελήφθη πληροφορία για τάφους αγνοουμένων στον Άγιο
Γεώργιο Κερύνειας.
Η Δικοινοτική Επιτροπή για Ανεύρεση και
Ταυτοποίηση Αγνοουμένων διενήργησε σχετική ανασκαφή, που άρχισε στις 2
Ιανουαρίου 2018 και διήρκεσε δυο μήνες, μέχρι τις 6 Μαρτίου 2018.
Στα
δυτικά του μέρους που έγινε η ανασκαφή εντοπίστηκαν δυο επιφανειακοί
τάφοι ύψους 30 εκατοστών περίπου, μέσα σε κανάλι άρδευσης, με τα οστά
πέντε τουλάχιστον ατόμων. (Προφανώς το κανάλι άρδευσης, όπως το
ονόμασαν, να είναι το χαντάκι στο οποίο είχε καλυφθεί ο υπολοχαγός κατά
τη μάχη).
Ακολούθως ταυτοποιήθηκαν τα οστά τριών αγνοουμένων, των πιο κάτω:
1. Ανδρέας Αντώνη Πογιατζής, από τη Βατυλή.
2. Χριστάκης Δημητρίου Νικολάου, από την Αμμόχωστο.
3. Μιχαήλ Χ. Χαραλάμπους, από το Αργάκι.
Η
διαδικασία ταυτοποίησης των οστών των δυο άλλων ατόμων που βρέθηκαν
στους δυο τάφους συνεχίζεται ακόμη από το ειδικό εργαστήριο της
Δικοινοτικής Επιτροπής.
Ενημέρωση της οικογένειας
Εκπρόσωποι
της οικογένειας του πεσόντα Ανδρέα Πογιατζή μετέβησαν στις 29 Νοεμβρίου
2020 στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο της Δικοινοτικής Επιτροπής στο παλιό
αεροδρόμιο Λευκωσίας.
Εκεί ενημερώθηκαν ότι η ανασκαφή έγινε
γιατί υπήρχαν πληροφορίες ότι στη συγκεκριμένη περιοχή φαίνονταν
ανθρώπινα οστά πάνω από τη γη. Ακολούθως τους ενημέρωσαν για τη
διαδικασία της εκταφής και τους παρουσίασαν σχετικές φωτογραφίες από τις
διεξαχθείσες εργασίες.
Οι σκελετοί των δυο άλλων στρατιωτών
βρέθηκαν σχεδόν ολόκληροι, ενώ του Ανδρέα Πογιατζή βρέθηκε μόνο η
πατούσα του δεξιού ποδιού, άγνωστο αν τούτο οφειλόταν στην έκρηξη κατά
την ώρα της μάχης, ή αν τα οστά παρασύρθηκαν από το κανάλι άρδευσης που
περνούσε από τον επιφανειακό τάφο.
Το σίγουρο είναι πως οι δυο
τάφοι εντοπίστηκαν στο μέρος όπου έγινε η μάχη της φάλαγγας των 8 ΠΑΟ
του 120 ΛΒΟ με τις τουρκικές δυνάμεις εισβολής.
Με τον καημό
Οι
γονείς του έφυγαν με τον καημό του αγνοούμενου πολυαγαπημένου μεγάλου
τους γιου. Πρώτος ο πατέρας Αντώνης Πογιατζής στις 30 Μαϊου 2005 και
μετά από τρία χρόνια η μητέρα Χρυστάλλα Πογιατζή στις 13 Ιουλίου 2008.
«Ο
πατέρας μας» είπε με φανερή συγκίνηση η κόρη του Μαρία Δανιήλ «την ώρα
που θα αναχωρούσε και είμαστε όλα τα παιδιά του εκεί, θυμάμαι να
σιγοψιθυρίζει “μα εγώ έχω έξι παιδιά, πού είναι ο έκτος;»
Με το όνομα του πολυαγαπημένου της γιου στο στόμα, είπε τις τελευταίες της λέξεις προτού αναχωρήσει και η μητέρα.
Αναζήτηση με κίνδυνο της ζωής του
Από τις πρώτες μέρες που έχασαν επαφή με τον Ανδρέα Πογιατζή, όλη η οικογένεια ζούσε ένα ατέλειωτο δράμα.
Το μεγαλύτερο βάρος έπεσε στον γαμπρό του Ηλία Δανιήλ, σύζυγο της
αδελφής του Μαρίας, ο οποίος σταμάτησε τη δουλειά μεταξύ πρώτης και
δεύτερης εισβολής, από τις 22 Ιουλίου μέχρι τις 14 Αυγούστου και τέθηκε
σε αναζήτηση του.
Έφευγε από το πρωί και όργωνε όλες τις
παραμεθόριες περιοχές, κοντά στα πεδία των συγκρούσεων, αναζητώντας
πληροφορίες για τον αγνοούμενο νέο της οικογένειας. Μετέβη στην
Ομορφίτα, στον Τράχωνα, στον Κοντεμένο, στον Λάρνακα Λαπήθου, παντού σε
όλη την Κύπρο όπου υπήρχαν πληροφορίες ή υποψία πληροφορίας ότι γνώριζαν
κάτι. Μίλησε με αξιωματικούς του, με συστρατιώτες του, με όποιο
στρατιώτη και πολίτη συναντούσε στον δρόμο του. Σε ένα μήνα, θυμάται,
είχε διανύσει με το αυτοκίνητο 20.000 ολόκληρα μίλια!
Δυο
χαρακτηριστικές περιπτώσεις ήταν αποκαλυπτικές και τις παραθέτουμε για
να καταδείξουμε την αγωνία μέσα στην οποία ζούσαν καθημερινά οι
συγγενείς των αγνοουμένων. Μάς είπε ο Ηλίας Δανιήλ:
«Λίγες μέρες
μετά την εισβολή, γύρω στις 25 Ιουλίου, είχα πάρει μια πληροφορία ότι
υπήρχε ένας στρατιώτης Πογιατζής που επάνδρωνε ένα φυλάκιο στα βουνά
πάνω από τον Λάρνακα της Λαπήθου, στη γραμμή των μαχών. Χωρίς δεύτερη
σκέψη πήρα το αυτοκίνητο και κατευθύνθηκα εκεί.
»Μπήκα στο χωριό
Λάρνακας της Λαπήθου, δεν είχε ψυχή. Το είχαν εγκαταλείψει οι κάτοικοι.
Συνέχισα προς τα υψώματα πάνω από το χωριό, όπου υπήρχαν φυλάκια και
στρατιώτες, ρώτησα και έμαθα πως ο Πογιατζής ήταν στο πιο ψηλό φυλάκιο,
στην κορυφή του βουνού. Άφησα το αυτοκίνητο κάτω και άρχισα να ανεβαίνω.
Κατάκοπος πλησίασα το φυλάκιο και τους φώναξα αν ήταν εκεί κάποιος
στρατιώτης με το όνομα Πογιατζής. “Ναι” μού είπαν και σε λίγο τον είδα
να έρχεται προς το μέρος μου. Είχε την ίδια σωματική διάπλαση με τον
Αδρέα μας, κι οι ελπίδες μας αναπτερώθηκαν, η κούραση μου σχεδόν
εξαφανίστηκε.
»’Οταν με πλησίασε, την άφατη χαρά διαδέχθηκε η πλήρης απογοήτευση. Ήταν ένας Ελλαδίτης στρατιώτης με το όνομα “Πογιατζέας”…
Στη
δεύτερη περίπτωση ο Ηλίας Δανιήλ είχε μεταβεί στον Κοντεμένο. Στον
Αστυνομικό σταθμό ήταν τα προσωπικά αντικείμενα των νεκρών από τους
τουρκικούς βομβαρδισμούς της φάλαγγας του 281 Τ.Π. και του 286 Τ.Π. στις
20 Ιουλίου 1974. Πήγε εκεί γιατί είχε μάθει πως στις δυο φάλαγγες
υπήρχαν και οχήματα με ΠΑΟ του 120 ΛΒΟ.
Ύστερα από πολλές παραστάσεις του και επίμονες προσπάθειες τού επέτρεψαν να δει τα προσωπικά αντικείμενα των νεκρών.
«Τα είδα όλα με κάθε προσοχή και δεν βρήκα τίποτα που να ανήκε στον Ανδρέα μας» είπε.
Η
αναζήτηση συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια. Σε μια περίπτωση ήμουν και
εγώ μάρτυρας όταν πήγαμε στο χωριό Κούκλια της Πάφου, αφού έλαβε μια
πληροφορία πως ένας έφεδρος γνώριζε τι απέγινε ο Ανδρέας Πογιατζής.
Μεταβήκαμε εκεί γεμάτοι ελπίδες και τον βρήκαμε, ύστερα από αναζήτηση
μιας ώρας, να εργάζεται στα χωράφια του. Τον πλησιάσαμε, τού μιλήσαμε,
τού εξηγήσαμε, τον παρακαλέσαμε. Και η απάντηση του:
«Η πληροφορία
σας είναι εντελώς λανθασμένη. Δεν υπηρετούσα στα ΠΑΟ. Δεν συνάντησα
κανένα Ανδρέα Πογιατζή. Αν ήξερα, ειλικρινά θα σας έλεγα», μάς είπε.
Κανένας
δεν μπορεί να αποτυπώσει την πλήρη εικόνα του ανείπωτου δράματος των
συγγενών των αγνοουμένων. Τα δάκρυα, την αγωνία, το άγχος, τη λύπη, την
απογοήτευση. Τις συγκεντρώσεις, τις διαμαρτυρίες, τα υπομνήματα, τα
ψηφίσματα. Τις πορείες των μητέρων, των συζύγων, των συγγενών με μια
φωτογραφία στο χέρι και ατέλειωτο βουβό κλάμα.
Ποίημα για τον Ανδρέα Πογιατζή:
OI AETOI
Κατ’ απ’ τον Πενταδάκτυλο, κοντά στο Πέντε Μίλι
πέταξε ένας αετός αυτό το μαύρο δείλι
περήφανος και λεύτερος χωρίς τη μια πατούσα
Ξένε πάρε το μήνυμα πως τόσα χρόνια ζούσα
Τοις κείνων ρήμασι εδώ δεν πήγα βήμα πίσω
κρίνα κι αγριολούλουδα δεν θέλησα ν’ αφήσω
ούτε τα κάστρα στις κορφές ούτε τ’ άγρια βράχια
μήτε να κάμουμε ψωμί πριν κόψουμε τα στάχυα
Ξένε πάρε το μήνυμα πως ζούσα τόσα χρόνια
Με ζέσταινε το χώμα μας ακόμη και τα χιόνια
τα κόκκαλα μας λίπασμα για να ‘χουμε σοδειά
και για να μην ξεχάσουμε τη γη μας στη σκλαβιά
Ο Ευαγόρας μ’ αγροικά κι ο Ονήσιλος με κρίνει
το κύμα και η θάλασσα ήσυχο δεν μ’ αφήνει
όλοι οι νεκροί μας αετοί πολύ ψηλά πετούν
Ξένε πάρε το μήνυμα πως τόσα χρόνια ζουν.
Κείμενο: Γιώργος Κωνσταντίνου Σταύρου
Διαμνημόνευση για τον Α. Πογιατζή
Παραθέτουμε
πιο κάτω το πλήρες κείμενο της «Διαμνημόνευσης» για τον Ανδρέα
Πογιατζή, του τότε Διοικητή του τμήματος ΠΑΟ 106 χιλ. του 120 ΛΒΟ και
νυν υποστράτηγου εν αποστρατεία Κωνσταντίνου Αργυρόπουλου.
Διαμνημόνευσις
Ο
υπογεγραμμένος Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος υπηρετών εις το 120 ΛΒΟ του
ΓΕΕΦ, ως Υπολοχαγός Πεζικού (ΑΜ 37445) και ως διοικητής τμήματος ΠΑΟ 106
χιλ. κατά τις εναντίον των Τούρκων επιχειρήσεις Ιουλίου/Αυγούστου 1974
εις Κύπρον.
Διαμνημονεύω
Τον – υπό τας διαταγάς μου –
Στρατιώτην Ανδρέα Πογιατζή, οδηγόν οχήματος αντιαρματικού στοιχείου,
διότι κατά τις ανωτέρω επιχειρήσεις και μέχρι την ώρα του θανάτου του
εις το πεδίον της μάχης επεδείξατο έξοχα στρατιωτικά προτερήματα,
γενναιότητα, επίγνωσιν του καθήκοντος, αντοχήν, καρτερίαν,
πειθαρχικότητα και εξαίρετον διαγωγήν.
Ανακαλώ εις την μνήμη μου
τις στρατιωτικές αυτές αρετές, τις κοσμούσες τον χαρακτήρα των όσων διά
των πράξεων των και της θυσίας των καθίστανται εγγυητές της αμυντικής
δυνατότητος και της ισχύος της Πατρίδος μας.
Ευελπιστώ, ότι η
Κυπριακή Δημοκρατία λαμβάνουσα το δεδομένον της προς την Πατρίδα
προσφοράς του πεσόντος Στρατιώτου, αναγνωρίσει εις τούτον ποιάν – εκ
μέρους της – οφειλή αναλογούσης ευγνωμοσύνης.
Με τον προσήκοντα σεβασμόν προς τους υπέρ της Πατρίδος μας πεσόντας.
Εν Ελλάδι, Μάϊος 2021
Ο τότε Διοικητής του τμήματος ΠΑΟ 106 χιλ.
Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος
Νυν Υποστράτηγος ε.α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου