9 Νοεμβρίου 2020

Φωτογραφικό οδοιπορικό του Γιάννη Κατσέα στους Καλαρρύτες των Τζουμέρκων

Φωτογραφίες Γιάννης Κατσέας
Κείμενο wikipedia
 
Οι Καλαρρύτες είναι ορεινός οικισμός που βρίσκεται στις δυτικές πλαγιές της γεωτεκτονικής ζώνης της οροσειράς της Πίνδου του Νομού Ιωαννίνων στην Ήπειρο. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού, 56 χλμ. ΝΑ των Ιωαννίνων. Ο οικισμός ήκμασε ιδιαίτερα τον 18ο αι. με το εμπόριο (υφαντά, μετάξι από τη Θεσσαλία, ακατέργαστα δέρματα ζώων κ. ά.) και την ανάπτυξη της χειροτεχίας (έργα σε ασήμι και χρυσό)· κατά την περίοδο αυτή αρκετοί κάτοικοι των Καλαρρυτών διατηρούσαν εμπορικούς οίκους σε πολλά ευρωπαϊκά κέντρα. Υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Βορείων Τζουμέρκων.
 


Αρχαιολογικά κατάλοιπα 
 
Οι δίοδοι επικοινωνίας με τη Θεσσαλία ήταν και η αιτία που ο τόπος κατοικήθηκε από τους αρχαίους χρόνους ως σήμερα.  
 
Τα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι, από την εποχή του χαλκού, κάτοικοι βρέθηκαν σε αυτή την περιοχή. Στην αρχαιολογική θέση Άβατος, που βρίσκεται Β.Α. των Καλαρρυτών στην απόκρημνη πλαγιά από την πλευρά του ποταμού Καρλίμπου, παραπόταμου του Καλαρρύτικου, έχουν βρεθεί λείψανα τείχους αρχαίας μικρής πόλης. Πιθανολογείται ότι πρόκειται για την αρχαία πόλη της Αθαμανίας Άκανθα/ος. Διακρίνονται επίσης μια πύλη και πύργος.  
 
Έξω από το τείχος διατηρείται θεμέλιο ορθογώνιου κτιρίου με διαστάσεις 13,5 x 11 μ. με μεσοτοιχία και συλημένο (από τις αρχές του 20ου αιώνα) νεκροταφείο με κιβωτιόσχημους τάφους, γεγονός που δείχνει μόνιμη εγκατάσταση ανθρώπων με οικονομικές, κοινωνικές και θρησκευτικές δραστηριότητες. Στο ψηλότερο σημείο του Άβατου σώζεται μικρή ωοειδής δεξαμενή. Το 1917 βρέθηκε χάλκινο άγαλμα βοδιού, στο δε αρχαιολογικό μουσείο Ιωαννίνων παραδόθηκε χέρι χάλκινου ειδωλίου. Η απόσταση από την κοινότητα είναι περίπου 1 ώρα με τα πόδια. Ο αρχαιολογικός χώρος δεν είναι οργανωμένος και η πρόσβαση είναι δύσκολη.  
 


Ιστορική αναδρομή 
 
Οι δυτικές απόκρημνες πλαγιές της Πίνδου και οι χαράδρες των παραποτάμων, από τους αρχαιότατους χρόνους αποτελούν διόδους επικοινωνίας μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου. Πάνω από τη ζώνη των δασών, σε μεγάλο υψόμετρο, υπήρχαν και υπάρχουν εκτεταμένοι ορεινοί βοσκότοποι και κατάλληλες εκτάσεις για νομαδική κτηνοτροφία.  
 
Οι δύο παραπάνω λόγοι ορίζουν και τη μοίρα των κατοίκων της περιοχής, κυρίως την ενασχόλησή τους με την νομαδική κτηνοτροφία. Οι εποχικές μετακινήσεις προσδιορίζουν την οικονομική και κοινωνική τους ζωή. Η νομαδική ζωή από τους αρχαιότατους χρόνους ωθεί τους κατοίκους να επιλέγουν καλές θέσεις μη-μόνιμης εγκατάστασης, αφού είναι υποχρεωμένοι να καλύπτουν εκατοντάδες χιλιόμετρα και να μετακινούνται από τους ορεινούς βοσκότοπους σε παράκτια κυρίως χειμαδιά και αντίστροφα.  
 


Ονομασία
 
Ο οικισμός ορθογραφείται κανονικά Καλαρίτες, αφού η ονομασία του ανάγεται στο αρωμουνικό (βλάχικο) calar «ιππέας, έφιππος, καβαλάρης» (πληθ. calari) + επίθημα -ίτες. Η συνηθισμένη γραφή Καλαρρύτες οφείλεται σε παρετυμολογία, δηλαδή σε εσφαλμένη συσχέτιση με το επίθετο καλός και τα παράγωγα του αρχ. ῥέω (όπως ῥυτός «ρευστός, τρεχούμενος»).  
 


Εγκατάσταση 
 
Ελληνόφωνοι πληθυσμοί κατοικούν κατά ομάδες και ασχολούνται με τον ημινομαδικό ποιμενισμό, ώστε να μοιάζουν πολύ με τους μεταγενέστερους Βλάχους. Οι κάτοικοι επιλέγουν οχυρές θέσεις, μεταξύ των οποίων και τη θέση που σήμερα κατέχουν οι Καλαρρύτες, για τον έλεγχο των εισβολών από την Αθαμανία (Τζουμέρκα) και την Παρωραία (Βόρεια Πίνδο) ή προς το οροπέδιο των Ιωαννίνων. Όταν οι επιδρομές των Σλάβων τον 7ο αιώνα θα ερημώσουν τις πεδινές περιοχές στην κεντρική Ελλάδα, οι κάτοικοι θα αναγκαστούν να αναζητήσουν μόνιμη κατοικία στα ορεινά.  
 


Δύο λοιπόν είναι οι λόγοι μόνιμης εγκατάστασης των Βλάχων στα ορεινά της Πίνδου. Πρώτον, τα περάσματα, δηλαδή οι δίοδοι επικοινωνίας μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου (Άρτας, Ιωαννίνων) αλλά και Ακαρνανίας, κατά συνέπεια και οι οχυρές θέσεις του τόπου, ανάμεσα στις οποίες και οι Καλαρρύτες αλλά και άλλες βλαχόφωνες κοινότητες, που ελέγχουν τις χαράδρες των παραποτάμων του Άραχθου. Δεύτερον, τα εκτεταμένα βοσκοτόπια για την ενασχόλησή τους με την κτηνοτροφία.  
 
Μετά την πρώτη ημιμόνιμη εγκατάσταση κατοίκων στους Καλαρρύτες, ο πληθυσμός αυξάνεται με βλαχόφωνους που καταφεύγουν εκεί για να διασωθούν από την τουρκική καταδίωξη από πολλές περιοχές της Ηπείρου και από τη Θεσσαλία. Υπάρχουν ενδείξεις ότι Βλάχοι υπήρχαν εγκατεστημένοι σε σταθερούς οικισμούς, συνδεδεμένοι με την αγροτοκτηνοτροφική ζωή και ενταγμένοι στη Βυζαντινή οικονομική διάρθρωση από τον 12ο και 13ο αιώνα.
 


Οθωμανικοί χρόνοι 
 
Ως τμήμα του Δεσποτάτου της Ηπείρου (1204 – 1430) αλλά και αργότερα, παρά την υποταγή των Ιωαννίνων στους Τούρκους το 1430, οι Καλαρρύτες θα παραμείνουν ως ανεξάρτητος πυρήνας μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία ως το 1478. Δύο ήταν οι λόγοι που προτίμησαν την ειρηνική συνθηκολόγηση: αφενός η ανάγκη μετακίνησης, λόγω της νομαδικής ζωής, σε νοτιότερα μέρη και αφετέρου η στρατηγική θέση των δύο οικισμών, Καλαρρυτών και Συρράκου, γεγονός που επέβαλλε ενιαία μεταχείριση εκ μέρους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.  
 

Αφού τέθηκαν υπό την προστασία της Βαλιντέ Σουλτάνας (βασιλομήτορος) τους χορηγούνταν προνόμια, όπως αυτοδιοίκηση και ετήσια μερική φοροαπαλλαγή. Η προνομιακή αυτή μεταχείριση περιορίζει ως ένα βαθμό τις αυθαιρεσίες της Οθωμανικής διοίκησης, που ασκεί μόνο επίβλεψη μέσω του Τούρκου αξιωματούχου της περιοχής, του σούμπαση.  
 
Όμως δεν αποφεύγουν το 1560 το παιδομάζωμα. Τότε παίρνουν από το χωριό μερικά παιδιά, τα οποία όταν μεγάλωσαν επιστρέφουν στο χωριό ως σπαχήδες, όπου δημιουργούν ποικίλα ζητήματα, απαιτώντας να παντρευτούν Καλαρρυτινές. Οι Καλαρρύτες προσφεύγουν στη Βαλιντέ Σουλτάνα και με διαταγή της οι σπαχήδες φεύγουν από το χωριό και εγκαθίστανται, μετά από περιπλανήσεις, στη Βέλτιστα Τρικάλων, κατ’ άλλους δε στα Τρίκαλα, Καρδίτσα και Καστανιά, όπου αποκαλούνται Βλαχότουρκοι.  
 


18ος – 19ος αιώνας 
 
Οι Καλαρρύτες γνωρίζουν τη μεγαλύτερη οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη από τα μέσα του 18ου μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα (1750 - 1821). Τα προνόμια εξασφαλίζουν στους κατοίκους ποιότητα ζωής και ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων και εμπορικών συναλλαγών, που συμβάλλουν στην πύκνωση του πληθυσμού, με την εγκατάσταση βιοτεχνών από άλλες περιοχές. Η ανάπτυξη του εμπορίου έχει ως συνέπεια, σύμφωνα με τον W. Leak, την εγκατάλειψη της καλλιέργειας της γης και την εισαγωγή ειδών διατροφής από την Άρτα, τα Τρίκαλα και τα Ιωάννινα. Οι εισαγωγές διατροφικών ειδών αποτελούν ένδειξη αναβάθμισης της οικονομίας της κοινότητας.  
 


Οι Καλαρρυτινοί επιδίδονται στην επεξεργασία των πρώτων υλών που προέρχονται από την κτηνοτροφία και ασχολούνται με την εριουργία, η οποία με τον καιρό αναπτύσσεται σε σημαντική βιοτεχνική παραγωγή μάλλινων ειδών. Μεταξύ αυτών είναι και το μάλλινο ύφασμα από το οποίο κατασκευάζονται οι γνωστές κάπες, ποιμενικές και ναυτικές, οι οποίες αποτελούν ένα εμπορικό είδος που γίνεται ευρύτατα εξαγώγιμο, όταν ανοίγει η αγορά για τους ναυτικούς, και χρησιμοποιούνται σε όλη τη Μεσόγειο (Ισπανία, Ιταλία, Μάλτα, Τουρκία, Γαλλία). Με τις μετακινήσεις των ποιμένων, εκτός από τον ποιμενισμό των ζώων, γίνεται πώληση και ανταλλαγή κτηνοτροφικών προϊόντων στη Θεσσαλία και την Ήπειρο μέχρι την Αιτωλοακαρνανία.  
 
Παράλληλα, η γνώση του ορεινού τόπου και των χερσαίων οδικών δικτύων θα στρέψει ορισμένους κατοίκους να οργανώσουν συστήματα μεταφορών με τους κυρατζήδες, τα γνωστά καραβάνια, τα οποία εξυπηρετούν και συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη του εμπορίου.  
 


Στους Καλαρρύτες, εκτός από τους κτηνοτρόφους, συναντούμε και πολλούς πραματευτάδες – εμπόρους, οι οποίοι επιδίδονται κατ’ αρχάς στο εμπόριο ακατέργαστων δερμάτων και ήδη από τον 18ο αιώνα βιοτεχνικά προϊόντα τους όπως μάλλινα υφάσματα, εξάγονται στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.  
 
Στο τέλος τους 18ου αιώνα, οργανώνεται ένα πολύ καλό εμπορικό δίκτυο για τα προϊόντα στις ευρωπαϊκές αγορές, που διακινούν κυρίως Καλαρρυτινοί έμποροι. Στην Ιταλία ανοίγουν πολλοί εμπορικοί οίκοι: ο Γεώργιος Δουρούτης στην Ανκόνα και τη Νάπολη, ο αδελφός του, Χρήστος Δουρούτης, στην Τεργέστη, οι αδερφοί Σταματάκη, οι αδερφοί Μπαχώμη και ο Κ. Παράσχος στο Λιβόρνο, οι αδερφοί Τούρτουρο στη Βενετία, η οικογένεια Σγούρου στο Λιβόρνο και στην Ισπανία κι οι αδερφοί Λάμπρου στη Νάπολη.  
 


Εκτός από το εξωτερικό, οι περισσότεροι έχουν και εμπορικά καταστήματα στα Ιωάννινα, όπου προοδεύουν τόσο, ώστε οι Γιαννιώτες έμποροι να διαμαρτύρονται, γιατί το εμπόριο πέρασε στα χέρια των Καλαρρυτινών. Οι φτωχότερες οικονομικά τάξεις ασχολούνται με τη ραπτική. Οι περίφημοι τερζήδες, εφάμιλλοι των Γιαννιωτών, κεντούν τις χρυσοποίκιλτες στολές της εποχής για Έλληνες και Τουρκαλβανούς και κατέχουν περιφανή θέση σε αυτό το επάγγελμα. Παράλληλα ασχολούνται με τη ραπτική της κάπας και μένουν γνωστοί ως καποραφτάδες.  
 
Ένα τμήμα του πληθυσμού, που επίσης δεν έχει οικονομικά κεφάλαια για να ασχοληθεί με το εμπόριο, ασχολείται με την ασημουργία. Οι Καλαρρύτες γίνονται ένα από τα σπουδαία κέντρα κατασκευής προϊόντων αργυροχοΐας. Η ασημουργική τέχνη περνά από τα Ιωάννινα στον τόπο τους στις αρχές του 18ου αιώνα και την εξασκούν με ανυπέρβλητη δεξιοτεχνία, εφάμιλλη αυτής των Γιαννιωτών. Στα εργαστήρια των Καλαρρυτών κατασκευάζονται ασημουργικά εκκλησιαστικά και κοσμικά καλλιτεχνήματα του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Πολλοί από αυτούς, που αποκαλούνται συνήθως χρυσικοί, γίνονται και πλανόδιοι τεχνίτες και έτσι εξαπλώνουν την τέχνη τους στη Βαλκανική, Μικρά Ασία, Αίγυπτο, Ιταλία και Αυστρία.  
 

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η τέχνη του ασημιού απλώνεται σε όλη την Ελλάδα και κυρίως στα Επτάνησα και την Ιταλία, αφού πολλοί τεχνίτες εγκαθίστανται σ’ αυτά τα μέρη πριν και μετά το 1821. Οικογένειες αργυροχόων όπως του Τσιμούρη στα Ιωάννινα και στους Καλαρρύτες, Μπάφα στη Ζάκυνθο, Παπαγεωργίου και Παπαμόσχου στην Κέρκυρα, Νέσση (Nessi) και Βούλγαρη (Bulgari) στην Ιταλία είναι μερικές από τις πιο γνωστές ως σήμερα.  
 
Η οικονομική ανάπτυξη είναι και η αιτία της διαμόρφωσης μιας κοινωνικής διαστρωμάτωσης με σαφή κοινωνικά και οικονομικά όρια, η οποία παράλληλα έχει εφαρμογή στα ήθη και έθιμα. Η οικονομική ευμάρεια του τόπου προάγει την πληθυσμιακή πύκνωση. Σύμφωνα με απογραφή του 1820, οι μόνιμοι κάτοικοι των Καλαρρυτών ανέρχονται στους 3.000, αριθμός σημαντικός αν σκεφτεί κανείς την ερήμωση που υφίστανται άλλες κοινότητες εκείνη την εποχή.  
 


Η οικονομική, πολιτιστική και οικιστική ανάπτυξη της κοινότητας συμβαδίζει με την πνευματική. Ο απόηχος του ελληνικού διαφωτισμού φθάνει μέχρι εδώ. Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, στο πλαίσιο των περιοδειών του (1770-1779) επισκέπτεται δυο φορές τους Καλαρρύτες. Στους λόγους του, επιμένει για σύσταση σχολείων και την εδραίωση της ελληνικής γλώσσας ανάμεσα στους βλαχόφωνους Έλληνες της περιοχής. Οι λόγοι του έχουν μεγάλη απήχηση και οι κάτοικοι διαθέτουν χρήματα αλλά και προσωπικά χρυσαφικά για την ίδρυση σχολείων στην τουρκοκρατούμενη Ήπειρο.  
 
Σχολείο λειτουργεί στους Καλαρρύτες και μνημονεύεται από το 1758. Το σχολείο κλείνει το 1821 και ανοίγει πάλι το 1828, με την επιστροφή των κατοίκων στην κοινότητα. Εκεί δίδαξαν ο Αναστάσιος Μπεκιάρης (1805-1812) και ο Καλαρρυτινός πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Σγούρος (1790), ο οποίος διδάχθηκε τα εγκύκλια γράμματα από τον Κοσμά Μπαλάνο στα Ιωάννινα και έγινε σχολάρχης στη σχολή των Καλαρρυτών. Υπέστη μαρτυρικό θάνατο το 1821 κατά την επανάσταση των Καλαρρυτών, αφού παραδόθηκε αυθόρμητα ως όμηρος, στην τουρκική φρουρά.  
 


Από τους Καλαρρύτες κατάγεται και ο Ιωάννης Βλαχογιάννης, ο οποίος δίδαξε στην Πρέβεζα και Πάργα και πέθανε το 1827, καθώς και ο Χριστ. Γκιούρτης, λόγιος του τέλους του 18ου αιώνα, που δίδαξε σε πολλές σχολές και κυρίως στο Γαλαξίδι.  
 
Οι στενές σχέσεις του Αλή πασά με την κοινότητα είναι το κύριο χαρακτηριστικό της ιστορίας της. Ο Αλή Πασάς διατηρεί στενότατους δεσμούς με τους προεστούς των Καλαρρυτών και ανοίγει τον πρώτο δρόμο από τα Ιωάννινα προς το χωριό, όπου και παραθέριζε. Στενός συνεργάτης του Αλή είναι ένας σημαντικός άνδρας, συνετός και φιλόπατρις, ο Καλαρρυτινός Γεώργιος Τουρτούρης, έμπορος στο επάγγελμα και μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Ο Τουρτούρης διακρίθηκε ως συνεργάτης του Αλή, αφού ο ίδιος τον έστειλε ως αντιπρόσωπό του στις βρετανικές αρχές στη Μάλτα, ζητώντας να συμπράξουν οι Βρεττανοί στην κατάληψη της Αυλώνας. Επίσης, στάλθηκε στις γαλλικές αρχές στην Κέρκυρα για να διαπραγματευθεί την παράδοση της Πάργας.  
 


Οι περιηγητές W. Leak και F. Pouqueville, οι οποίοι επισκέφθηκαν την κοινότητα στις αρχές του 19ου αιώνα, αποτύπωσαν στα περιηγητικά τους κείμενα την ευνομία, τον πολιτισμό, τις ωραίες οικοδομές, την ακμή του εμπορίου, τους μορφωμένους ανθρώπους, που μιλούσαν ξένες γλώσσες και γνώριζαν τις τιμές των χρηματιστηρίων των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων, καθώς και την ύπαρξη βιβλιοθηκών με αρχαία συγγράμματα και βιβλία στη γαλλική και ιταλική γλώσσα. Ο πρώτος αναφέρει μάλιστα ότι οι Καλαρρύτες διέθεταν για τις ανάγκες των κατοίκων μόνιμο ιατρό (Κερκυραίο). Ελάχιστες κοινότητες διέθεταν δικό τους γιατρό, ένδειξη του πολιτισμικού επιπέδου της κοινότητας την εποχή εκείνη.  
 
Όλες οι παραπάνω δημιουργικές ενασχολήσεις των κατοίκων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Καλαρρύτες από τα μέσα του 18ου μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα παράγουν πολιτισμό, γεγονός που έχει κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό αντίκτυπο στην περιοχή αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα, κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας. Αυτό συνέβη σε ελάχιστες κωμοπόλεις και πόλεις κατά την ίδια χρονική περίοδο.
 

Η πολιτιστική και οικονομική ανέλιξη της κοινότητας είναι αποτέλεσμα και των προνομίων που δόθηκαν από τους Οθωμανούς, τα οποία διατηρούνται μέχρι το 1803, τότε που ο Αλή πασάς υποτάσσει το Σούλι και καταργεί τα προνόμια όλων των όμορων βλαχόφωνων κοινοτήτων.  
 
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο ρωσοτουρκικός πόλεμος (1806) αναζωπυρώνει τα επαναστατικά κινήματα που έχουν σχέση και με την περιοχή των Καλαρρυτών, αφού οι Βλαχάβας, Δεληγιάννη και Στουρνάρης καταλαμβάνουν τα περάσματα του Μετσόβου και των Καλαρρυτών (1807) για να εμποδίσουν την επικοινωνία Ηπείρου – Θεσσαλίας. Εν τούτοις εξέγερση δεν γίνεται και ο Αλή πασάς ενισχύει τη θέση του. Η αρχή του τέλους της οικονομική και εμπορικής ευρωστίας της κοινότητας είναι η επανάσταση, μαζί με την γειτονική κοινότητα του Συρράκου, κατά των Τούρκων στις αρχές Ιουλίου του 1821.  
 


Μετά την πρώτη πολιορκία του Αλή στα Γιάννενα (1821), είχαν καταφύγει στους Καλαρρύτες πολλοί ευκατάστατοι Γιαννιώτες (χριστιανοί, Εβραίοι αλλά και Οθωμανοί) με αξιόλογη κινητή περιουσία. Η παρουσία 500 Αλβανών υπό τον Ιμπραήμ Πρεμέτη, που είχε σκοπό να μείνει ανοικτή η επικοινωνία μεταξύ των σουλτανικών στρατοπέδων των Ιωαννίνων και της Θεσσαλίας, δεν εμποδίζει την κήρυξη της επανάστασης. Αρχηγός στο Συρράκο είναι ο Ιωάννης Κωλέττης, ο μετέπειτα πρωθυπουργός της Ελλάδος, ενώ στους Καλαρρύτες ο Γεώργιος Τουρτούρης και ο Ιωάννης Ράγκος.  
 
Το Συρράκο καταλαμβάνεται μετά από ασθενή αντίσταση και καταστρέφεται. Στους Καλαρρύτες οι Αλβανοί συλλαμβάνουν προκρίτους ως ομήρους και οχυρώνονται σε σπίτια, αναμένοντας ενισχύσεις από τον Χουρσίτ πασά. Αυτός στέλνει δύναμη για την καταστολή, με επικεφαλής τον Χαμζά μπέη, που ενώνεται με τους άνδρες του Πρεμέτη. Οι κάτοικοι, όταν αντιλαμβάνονται ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη, παίρνουν μαζί τους ό,τι πολύτιμο μπορούν να μεταφέρουν και απομακρύνονται από το χωριό. Η εγκατάλειψη των περιουσιών συντείνει πολύ στη διάσωση των φυγάδων. Οι Οθωμανοί και οι Αλβανοί εκθεμελιώνουν το χωριό, λαφυραγωγούν και πυρπολούν τα πάντα, αλλά συγχρόνως δίνουν και ικανό χρόνο σ’ αυτούς που φεύγουν. Η καταστροφή είναι ολοκληρωτική. Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του αναφέρει:
Και χάλασαν τους Έλληνες και αφανίστηκαν οι δυστυχείς Καλαρρυτιώτες, οπόταν οι πλέον πλούσιοι σ’ εκείνα τα μέρη κι έμειναν διακονιαραίοι. Αφανίστηκαν αυτείνοι και ο τόπος τους ερήμαξε.  
 


Οι προνομιούχοι κάτοικοι θα μετατραπούν σε πρόσφυγες και θα καταφύγουν σε παραπλήσια μέρη όπως στη Ζάκυνθο, όπου στα τέλη του 18ου αιώνα είχαν ήδη μεταναστεύσει αρκετοί από αυτούς. Άλλοι θα καταφύγουν στο Μεσολόγγι, όπου θα συμμετάσχουν στην έξοδο του Μεσολογγίου, στην Αιτωλοακαρνανία, μέχρι την Αθήνα και τη Χαλκίδα. Στην Παραμυθιά καταφεύγει η οικογένεια Βούλγαρη, στην Κέρκυρα οι οικογένειες Παπαγεωργίου, Παπαμόσχου και Λάμπρου. Μερικοί πρόσφυγες, ρακένδυτοι και πεινασμένοι, φθάνουν στην Ανκόνα, όπου η εκεί Ελληνική παροικία θα τους προσφέρει από το κοινό της ταμείο οικονομική βοήθεια και περίθαλψη.  
 
Οι Καλαρρύτες γνωρίζουν πρωτοφανή ερήμωση, αφού στις παραμονές του 1821 αριθμούσαν περίπου 500 οικογένειες και στην απογραφή του 1831 παρουσιάζονται μόνο 26 από αυτές, οι περισσότερες από τις οποίες είναι φτωχές και χειροβίοτες. Οι δύο διαταγές (μπουγιουρντί) που εκδόθηκαν το 1822 και το 1826 (σώζονται στο αρχείο της κοινότητας) για αμνηστία και ασφαλή επιστροφή των κατοίκων δεν στάθηκαν ικανές να αποτινάξουν τον φόβο. Ο μικρός αριθμός των οικογενειών που επανακάμπτει κάνει μια νέα αρχή. Η ανασυγκρότηση γίνεται με δυσκολία και αργούς ρυθμούς. Ωστόσο το 1828 έχουμε την έναρξη λειτουργίας σχολείου.  
 


Τόσο μεγάλη ήταν η καταστροφή του χωριού, ώστε οι κάτοικοι να είναι επιφυλακτικοί σε κάθε νέα συμμετοχή σε επαναστατικά κινήματα, φοβούμενοι τα τουρκικά αντίποινα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν λαμβάνουν μέρος στην επανάσταση Ηπείρου – Θεσσαλίας το 1854. Εξάλλου, συμμορίες Τουρκαλβανών, πριν και μετά την επανάσταση του 1854, λεηλατούν με κάθε μέσο τους χωρικούς όλης της Ηπείρου. Ο φόβος και η ανασφάλεια που επικρατούν κάνουν εξίσου δύσκολη την επιστροφή των εμπόρων και πολλοί είναι οι πρόσφυγες που δεν επιστρέφουν και εγκαθίστανται μόνιμα στα μέρη που τους υποδέχθηκαν.  
 
Καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η βιοτεχνική δραστηριότητα ακολουθεί πτωτική πορεία με μειωμένη παραγωγή σε ό,τι έχει σχέση με κατεργασία χρυσού και αργύρου, της κεντητικής και υφαντικής μάλλινων ειδών, αφενός μεν γιατί άλλα εμπορικά κέντρα στο βιλαέτι Ιωαννίνων και αφετέρου γιατί τα προϊόντα τους αποκλείονται από τις αγορές της νότιας Ελλάδας. Μια τρίτη παράμετρος είναι η χάραξη νέων οδικών αξόνων του διεθνούς εμπορίου, με αποτέλεσμα την ανατροπή των παραδοσιακών κέντρων πρωτοβιομηχανικής παραγωγής.  
 


Τα βοσκοτόπια, η μόνιμη και διαχρονική αξία του τόπου, είναι η αιτία που οι κτηνοτρόφοι οδηγούνται και πάλι στην ορεινή κοινότητά τους. Συνεχίζουν το ταξίδι τους ανάμεσα στα θερινά και χειμερινά βοσκοτόπια της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και ζουν από την πώληση των γαλακτοκομικών προϊόντων, των δερμάτων, του μαλλιού και του κρέατος των ζώων. Πολλοί βρίσκουν εργασία στον τόπο της εποχικής μετανάστευσης και μένουν μόνιμα εκεί, αφού η περίοδος της οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης των Καλαρρυτών έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Κάποιοι διαμένουν, σπουδάζουν ή εργάζονται στα αστικά κέντρα, όπως τα Ιωάννινα, όπου ορισμένοι ασκούν το επάγγελμα του αργυροχόου.  
 


Στην κοινότητα επικρατεί η κτηνοτροφική οικονομία αντί της εμποροβιοτεχνικής του 18ου αιώνα. Η γεωργία αποτελεί συμπληρωματική απασχόληση για πολλούς κατοίκους. Από το 1870 και έπειτα διαπιστώνεται οικιστική ανάκαμψη, ως αποτέλεσμα της οικονομικής ανόδου αλλά και της εξοικονόμησης χρημάτων στους τόπους μετανάστευσης. Αρκετοί Καλαρρυτινοί επιστρέφουν και ανοικοδομούν τα παλιά τους σπίτια. Πολλά από τα σημερινά σπίτια, έχουν κτιστεί την τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα. Μετά την προσάρτηση του νομού Άρτας στην ελεύθερη Ελλάδα, με τα σύνορα του Ελληνικού κράτους να φτάνουν ως τον Καλαρρύτικο ποταμό, ελευθερώνονται οι Καλαρρύτες το 1881. Στα πλαίσια της οργάνωσης του ελεύθερου κράτους, η κοινότητα μαζί με το Ματσούκι γίνεται ένας από τους τέσσερις δήμους της επαρχίας Τζουμέρκων, με πληθυσμό 1.843 άτομα σύμφωνα με την απογραφή του 1881.  
 
Οι Καλαρρύτες γίνονται διοικητικό κέντρο με ειρηνοδικείο Α’ τάξης, αστυνομικό σταθμό, υποτελωνείο (1882/3) και ταχυδρομική επιστασία, με πρώτο επιστάτη τον Ιωσήφ Μοναστηριώτη. Οι πρώτοι γιατροί της κοινότητας είναι ο Γεώργιος Ζάγκλης και ο Σπυρίδων Βενούκας. Πρώτος δήμαρχος εκλέγεται ο Αθανάσιος Μπισδούνης στις εκλογές του 1883. Ιδρύεται επίσης Ελληνικό σχολείο με πρώτο σχολάρχη τον Ε. Παπαχατζή, καθώς και δημοτικό.  
  


20ος αιώνας 
 
Οι Καλαρρύτες, καθώς βρίσκονται στην οροθετική γραμμή των συνόρων, γίνονται αποδέκτες των ιστορικών γεγονότων και συμμετέχουν στις εθνικές αναμετρήσεις. Συμμετέχουν ενεργά στην απελευθέρωση και της υπόλοιπης Ηπείρου. Το 1906, ιδρύεται η Ηπειρωτική Εταιρία, με σκοπό την προετοιμασία του εδάφους για την απρόσκοπτη διείσδυση του Ελληνικού στρατού για την απελευθέρωση της Ηπείρου. Πρόεδρος του 30ου τμήματός της ορίζεται ο Γεώργιος Ζάγκλης ή Σταμάτης. Δύο από τους οδικούς άξονες ανεφοδιασμού του Ελληνικού στρατού για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ξεκινούν από τους Καλαρρύτες, μέσω του χωριού Κράψη και μέσω της Κηπίνας αντίστοιχα.  
 
Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου (1913) επέρχεται η διοικητική προσάρτηση των Καλαρρυτών στο νομό Ιωαννίνων (1925) ως κοινότητα Καλαρρυτών, μαζί με τον οικισμό Κηπία (Αρμπορέσι ή Μιστράς).  
 


Τον πόλεμο του 1940-41 και την γερμανική κατοχή πληρώνουν με πολλές ανθρώπινες απώλειες, με οικονομικές και οικιστικές καταστροφές, όπως άλλωστε όλα τα χωριά της περιοχής. Οι κατακτητές πυρπολούν και βομβαρδίζουν σπίτια. Τότε βομβαρδίστηκε και η εκκλησία της Αγίας Τριάδος. Στην Αντίσταση και τον εμφύλιο που διεξάγονται στα χωριά των Τζουμέρκων, οι Καλαρρύτες συμμετέχουν ενεργά και γίνονται αποδέκτες των συνεπειών τους. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται από την πρόσκαιρη αύξηση του πληθυσμού, αφού πολλοί είναι εκείνοι που από τα αστικά κέντρα καταφεύγουν εκεί, για να αποφύγουν τις συνέπειες του πολέμου και της κατοχής.  
 


Ωστόσο η συγκυριακή αύξηση του πληθυσμού δεν θα έχει συνέχεια. Στη δύσκολη μεταβατική δεκαετία 1950-60, οι ελάχιστοι οικονομικοί πόροι δεν επιτρέπουν την επιβίωση των κατοίκων στην ορεινή περιοχή τους. Το δεύτερο κύμα αστυφιλίας και μετανάστευσης είναι αναπόφευκτο και αφήνει την κοινότητα με ελάχιστους κατοίκους που ασχολούνται με την κτηνοτροφία. Ο Καλαρρυτινοί σκορπίζουν και πάλι, κυρίως στα Ιωάννινα, την Πρέβεζα, σε πόλεις και χωριά της Θεσσαλίας, την Άρτα και τα πεδινά χωριά της, μέχρι τα χωριά του Ξηρόμερου στην Αιτωλοακαρνανία και την Αθήνα. Το σχολείο, μη έχοντας μαθητές κλείνει οριστικά το 1981.  
 


Οι Καλαρρύτες, όπως και τα γειτονικά βλάχικα ή μη χωριά, εκτός από το Μέτσοβο, δεν μπόρεσαν να παραμείνουν ακμαίοι. Μόνιμο αίτημα, το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα των κατοίκων της κοινότητας, είναι η αποκατάσταση του οδικού δικτύου και οι κοινοτικές τεχνικές υποδομές, που είναι ο κύριος μοχλός οικονομικής και τουριστικής ανάπτυξης της κοινότητας. 
 
πληροφορίες από την wikipedia (όπου μπορείτε να διαβάσετε ακόμα περισσότερες πληροφορίες)



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.