Γράφει ο Γιώργος Ανεστόπουλος
(ακολουθεί το κείμενο του Ανθελληνικού Μανιφέστου της ΑΝΤΙΦΑ)
ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ:
Ο ανθελληνικός αντιφασισμός είναι μια επίκαιρη απάντηση στον τρόμο της αναβάθμισης των όπλων της ρατσιστικής και φασιστικής βίας που υιοθέτησε ο ελληνικός κορμός.
Σκοπός μας, αν είναι να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο δεν είναι βέβαια η ‘έκπτωση’ του λόγου μας αλλά η όξυνση των αντιθέσεων.
Αυτό που βλέπουμε εμείς ως πρωτεύον, αντιθέτως, είναι να υιοθετήσουμε τη στάση που θα είναι στο πλευρό αυτών που πλήττονται κομβικά από τις δράσεις και τους λόγους της ελληνικής κοινωνίας.
Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις πιστεύουμε ότι μπορεί να αντιπαρατεθεί ένας αυτόνομος, ανθελληνικός αντιφασισμός.
Όταν λέμε ‘αυτόνομος’ εννοούμε ανεξάρτητος από κρατικές επιχορηγήσεις και κομματικά και ανεξαρτήτως πολιτικού χώρου πολιτικάντικα δεκανίκια.
2. Ο ανθελληνικός αντιφασισμός θεωρεί την ελληνική κοινωνία ως υπεύθυνη για τις πράξεις και τις ιδέες της, όσες διαπερνούν όλα τα κοινωνικά στρώματα και τους ιδεολογικούς-πολιτικούς χώρους – και ως τον βασικό υπεύθυνο για κάθε ρατσισμό, αντισημιτισμό και, γενικά, κατηγοριοποίηση και μίσος για τον Άλλον (με βάση το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ομορφιά, την αρτιμέλεια, τη λευκότητα, την ηλικία κτλ) που γίνεται ανεκτό και επικρατεί μέσα της.
Ο ανθελληνικός αντιφασισμός προφανώς επιτίθεται στην κορυφή του παγόβουνου – τους οργανωμένους φασίστες – αλλά δεν θα ήταν πραγματικός αντιφασισμός αν δεν εναντιωνόταν στο ίδιο το παγόβουνο – την ελληνική κοινωνία και το κράτος της, τις γενεσιουργούς πηγές δηλαδή και τις ιστορικές φωλιές από όπου ξεμυτίζουν (και ξεμύτιζαν πάντοτε) οι φασίστες.
Η εθνική συνείδηση για εμάς είναι εθνικιστική και από εκεί προέρχονται και τα συνθήματα μας ‘όποιος κοιμάται πατριώτης, ξυπνάει εθνικιστης’ και ‘πίσω από κάθε πατριώτη κρύβεται ένας δολοφόνος’.
Ο ανθελληνικός αντιφασισμός απορρίπτει την πρωτοκαθεδρία της ταξικής ανάλυσης και δεν τρέφεται από την ψευδαίσθηση πως μια αταξική κοινωνία θα σημάνει και το τέλος των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων.
Μια έκφανση του ρατσισμού είναι το κεντρικό συμφέρον του ελληνικού κράτους όσον αφορά του μετανάστες, που είναι να συντηρεί την κατάσταση ως έχει, μέσω καρότου και μαστιγίου, να τοποθετήσει τους μετανάστες σε έναν διαρκή μαραθώνιο, για την συγκέντρωση των ενσήμων, του ελάχιστου εισοδήματος και εύρεση της οχτάωρης εργασίας, για συντήρηση της ανισότητας στους μισθούς, τις συνθήκες εργασίας και της παρανομοποίηση τους.
Ενώ το ίδιο το κράτος έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο, βάζοντας τους μετανάστες σε συνεχή αμφισβήτηση, ο έλληνας εργάτης βρίσκει στο πρόσωπο του μετανάστη/ριας τον/την υπεύθυνο/η για το κατέβασμα του μεροκάματου ακόμα και τον άνισο ανταγωνιστή που του αρπάζει τις δουλειές.
Με γνώμονα επίσης τον διαταξικό κοινωνικό ρατσισμό δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε με το άτοπο σύνθημα “έλληνες και ξένοι εργάτες ενωμένοι”που θέλει τους θύτες και τα θύματα μαζί.
Η εξάρτηση από κάτι τέτοιους υγιείς επαναστάτες είναι χειρότερη και πιο επικίνδυνη από οποιαδήποτε άλλη. Είναι αθεράπευτα υγιείς και η υγεία τους είναι κολλητική, προτιμούμε να τους αποφεύγουμε…
Όταν λέμε “εναντια στο κοινωνικό σύνολο” εννοούμε ότι μπαίνουμε απέναντι σε κάθε προσπάθεια και κάθε αποτέλεσμα οργάνωσης του ελληνικού κρατικού η λαϊκού καθεστώτος εξουσίας, είτε αυτό γίνεται με την μορφή κρατικών, κομματικών, συνδικαλιστικών κλπ. μηχανισμών, είτε αυτό γίνεται με αναρχικά και αντιεξουσιαστικά πλέγματα και συμπλέγματα ή με ακαδημαικούς και δημοσιογραφικους ειδήμονες, όλα πηγές πρωτογενούς εξουσίας και αποτελεσματικά μέσα ψυχικής ή φυσικής εξόντωσης.
Ούτε θεούς ούτε ιδεολογίες. Παρόλο που τη χρησιμοποιούμε, λοιπόν, δεν ασπαζόμαστε ούτε την κριτική της ιδεολογίας στο σύνολο της, ούτε και το μηδενισμό (παρόλο που είμαστε όμως εναντίον του Υπάρχοντος).
Ο λόγος είναι ακριβώς ότι και η “κριτική της ιδεολογίας” και ο “μηδενισμός” είναι θεωρητικά κατασκευάσματα και σαν τέτοια έχουν την τάση της σφαιρικής ολοκλήρωσής τους, δηλαδή δημιουργίας μιας νέας ιδεολογίας.
Η ευθύνη της απόφασης μας και η ευθύνη κάθε υποκειμένου είναι επομένως να διαλέξει την απόλαυση της ή την καταστροφη της.
Είναι το καθημερινο και ταυτοχρονα αιώνιο δίλημμα, «γουρούνι ή άνθρωπος», για όσο χρόνο τουλάχιστον μας δίνουν οι βιολογικοί και οι άλλοι νόμοι και οι μορφές δράσης που μας προσφέρουν οι ευκαιρίες της νύχτας και των δικών μας επιλογών, ανεξάρτητα των μορφών της, είτε αυτές είναι στην τελική γραπτός, είτε προφορικός, είτε πρακτικός λόγος.
3. Αυτός ο αντιφασισμός διαπνέεται από δύο αρχές:
β) και την άρνηση με την έννοια ότι δεν προσφέρουμε λύσεις για κανένα θέμα. Ούτε για την ενσωμάτωση (που σημαίνει: αφομοίωση) των Άλλων, ούτε για ίσα δικαιώματα, ούτε υπέρ οποιουδήποτε εποικοδομητικού διαλόγου και συζήτησης, αλλά προσφέρουμε μόνο χίλιες δύο εναντιώσεις στην ανισότητα, στην ομοφοβία, στον αντισημιτισμό/αντισιωνισμό, σεξισμό και άλλες υπαρξιακές συνιστώσες συνοχής και σύσφιξης του ελληνικού λαού.
Η ευτυχία μας και η ψυχική μας γαλήνη βρίσκει την έκφραση της μόνο μέσα από αυτή τη στάση άρνησης και καταστρεπτικότητας.
Σε κάθε «μερικό» και «ρεφορμιστικό» αγώνα των στιγματισμένων αυτής της κοινωνίας εμείς (πέρα από την έμπρακτη αμέριστη στήριξη μας) επιτεθόμαστε σε όσους αρνούνται τα αυτονόητα αυτά δικαιώματα τους.
Η πρώτη συλλαβή στο ανθελληνικό, αντιφασιστικό, αντεθνικό, αντικοινωνικό κλπ είναι για εμάς μια μόνιμη και καθοριστική σταθερά που προσπαθεί να δηλώσει κατηγορηματικά αυτή τη στάση αρνητικότητας μας σε κάθε τι που μας ενοχλεί, που δεν γουστάρουμε, που μας κάνει να νιώθουμε άβολα.
Το υπόβαθρο αξιών μας είναι αυτές οι αναχρονιστικές, παλιομοδίτικες αρχές του σεβασμού της διαφορετικότητας και της μη συζητήσιμης εναντίωσης μας στους αντισημίτες/αντισιωνιστές, ρατσιστές, ομοφοβικούς, σεξιστές κλπ, όλα αυτά δηλαδή που απαρτίζουν και εξοπλίζουν σήμερα τον Έλληνα συμπολίτη μας που τον θεωρούμε μέρος του όχλου και την ελληνική κοινωνία του που την θεωρούμε βόθρο.
4. Ο ανθελληνικός αντιφασισμός δεν βλέπει ως πεδίο δράσης του μόνο τις παραδοσιακές αξίες της ελληνικής κοινωνίας – αξίες που οι εθνικόφρονες πάντοτε γύρευαν να ανυψώσουν και να εκθειάσουν, π.χ. πατρίς-θρησκεία-οικογένεια, αλλά ενσωματώνει μια ανθρωπολογική ανθελληνική κριτική στις παραδόσεις, μια κριτική στις πατριαρχικές και ομοφοβικές δομές της κοινωνίας αυτής τις οποίες θεωρεί θεμελιώδεις πυλώνες της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, όπως και τον πάγιο αντι- τσιγγανισμό που είναι μόνιμο χαρακτηριστικό των «καθαρών μυαλών» τους, αλλά και τέλος το ξεσκέπασμα – διά της κριτικής της ιδεολογίας – των κυρίαρχων μύθων και ιδεολογιών και ενστίκτων εξόντωσης της σημερινής ελληνικής ταυτότητας (π.χ. την ιστορική-πολιτική συνωμοσιολογία και τον αντιιμπεριαλισμό ως εθνικισμό που απορρέουν από τη θέση άμυνας/τραύματος που ανακαλύπτει ο ελληνικός εθνικισμός σε συνδυασμό με την άρνηση εξέτασης της ελλάδας ως ιμπεριαλιστικού κράτους και των ελλήνων στο ρόλο του θύτη, τον ρατσισμό της πολιτισμικής ισλαμοφοβίας αλλά και τον πατροπαράδοτο αντιτουρκικό και αντιαλβανικό εθνικισμό που υπήρξαν υπαρξιακές ανάγκες για την καθημερινή εκτόνωση των ελλήνων σε συνδυασμό με την άμυνα στις συζητήσεις για το ρατσισμό στην ελλάδα, την επίσης υπαρξιακή ανάγκη συγκρότησης της αντισημιτικής συνείδησης διαμέσου του σημερινού αντισιωνισμού κ.ο.κ.).
Όσες και όσοι από εμάς διαθέτουμε ελληνικά χαρτιά και προνόμια, βρίσκουμε καθήκον μας να εναντιωθούμε στον εθνικισμό της γεωγραφικής περιοχής στην οποία έτυχε να γεννηθούμε – εναντιωνόμαστε, δε, απόλυτα και κάθετα σε κάθε κριτική άλλων εθνικισμών και φασισμών που γίνεται από ελληνικής πολιτικής πλευράς και θέσης.
Αυτό μας φέρνει στο ότι σήμερα – όσο ποτέ άλλοτε – ο ανθελληνικός αντιφασισμός διακηρύσσει ότι «ο εχθρός είναι εδώ».
Με βάση αυτό το πάλαι ποτέ διεθνιστικό αξίωμα εντείνουμε τις ενέργειες μας ενάντια στον ελληνικό εθνικισμό, ενάντια στην ελλάδα και αρνούμαστε κατηγορηματικά να συσχετίσουμε τον αντιεθνικιστικό μας λόγο με προτάγματα της real politik, σχέδια εξωτερικής πολιτικής και ‘τριτοκοσμικού αντιιμπεριαλισμού’ – όλα αυτά, και άρα πατριωτισμό, αποτελεί εξάλλου η κριτική σε άλλους εθνικισμούς στην οποία είναι εξοικειωμένη εδώ και δεκαετίες η ελληνική αριστερά.
συνεχίζεται στο 3ο μέρος
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου