9 Δεκεμβρίου 2025

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης – Νουθεσίες πρός λα­ϊ­κούς

«Πάν­τα οἱ δά­σκα­λοι νά δι­δά­σκουν τήν θρη­σκεί­α, δι­ό­τι χω­ρίς τήν θρη­σκεί­α δέν ἔχομε ζω­ήν αἰ­ώ­νιον, χω­ρίς τόν Χρι­στό. Ἐ­μεῖς ἔ­χο­με ἀ­νάγ­κη ἀ­πό Χρι­στό καί ψυ­χή. Νά λέ­τε οἱ δά­σκα­λοι στά παι­διά νά πη­γαί­νουν στήν Ἐκ­κλη­σί­α, δι­ό­τι ὁρ­κι­στή­κα­τε στό ὄνο­μα τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος. Νά τούς δι­δά­σκε­τε τά τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, τήν πί­στη μας, τήν ἠ­θι­κή ζω­ή. Δέν εἶ­ναι σω­στό νά λέ­τε στά παι­διά μας δέν ὑ­πάρ­χει Θεός, δέν ὑπάρχει Ἐκ­κλη­σί­α καί πράγ­μα­τα ἀ­πρε­πῆ καί ἄ­σχη­μα. Τίς δέ­κα ἐν­το­λές νά διδάσκετε στά παιδιά καί νά τούς λέ­τε νά προ­σέ­χουν τήν κα­κή συ­να­να­στρο­φή, διότι (μέ τίς κα­κές πα­ρέ­ες) φεύγουν βέ­βαι­α μα­κράν». 
 
«Κα­λές εἶ­ναι ὅ­λες οἱ σπου­δές, ἀ­νω­τέ­ρα πάντων ὅ­μως εἶ­ναι ἡ εὐ­σέ­βεια, νά εἶ­ναι εὐσε­βεῖς ἄν­θρω­ποι καί θε­ο­φο­βού­με­νοι». 
 
«Ἐ­μᾶς μᾶς δί­δα­ξαν οἱ γο­νεῖς μας τήν Ἐκ­κλη­σία­, τή νη­στεί­α, τήν προ­σευ­χή. Πε­νήν­τα ἡ­μέ­ρες τήν Μ. Σα­ρα­κο­στή (νη­στεύ­α­με). Δέν εἴ­χα­με νά φᾶ­με ἐ­μεῖς τό­τε, λί­γο δύσκολα (ἦ­ταν) τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη». 
 
«Ἑ­πτά χρό­νι­α πῆ­γα στό Δη­μο­τι­κό σχο­λεῖ­ο. Ἐ­κεῖ ἔ­μα­θα γράμ­μα­τα. Ποῦ Γυ­μνά­σι­α, (τό­τε) ; Τώ­ρα ἔρ­χον­ται τούς παίρ­νουν μέ τά αὐ­το­κί­νη­τα δω­ρε­άν νά πᾶνε στό Γυμνάσι­ο καί ἀν­τί νά μά­θουν γράμ­μα­τα, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, μα­θαί­νουν ἄλ­λα πράγματα». 
 
«Οἱ γι­α­τροί λέ­νε τά δι­κά τους. Γι­α­τρός νά γί­νη ὁ Χρι­στός μας νά βο­η­θή­ση τόν ἄρ­ρω­στο. Θά βο­η­θή­ση ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ καί θά πε­ρά­σουν. Εὔ­χο­μαι νά εἶ­ναι περαστικά». 
 
«Παι­διά μου, νά κά­νου­με ὅ,τι μπο­ροῦ­με ἀ­γα­θο­ερ­γί­ες, νά ἔ­χου­με με­τά­νοι­α καί τίς προ­σευ­χές μας στόν Θε­ό, δι­ό­τι λέ­γει ὁ Κύ­ριος “Γρη­γο­ρεῖ­τε καὶ προσεύ­χε­σθε ἵ­να μὴ εἰ­σέλ­θητε εἰς πει­ρα­σμόν”. Πάν­τως, παι­διά μου, ἡ προ­σευ­χή στη­ρί­ζει τόν ἄν­θρω­πο. Καί κά­πο­τε, ὅ­ταν εἶ­χα ἔρ­θη στό μο­να­στή­ρι πρίν 35 χρόνια, λέ­γω “Ἅ­γι­ε Δαυ­ΐδ, ἦρ­θα σέ σέ­να γιά νά (μέ) φω­τί­σης, νά μοῦ δώ­ση ὁ Θε­ός καί ἐ­μέ­να φώ­τι­ση, νά μήν κά­νω πρά­ξεις κα­κές καί ἁ­μαρ­τί­ες, μό­νο τό κα­λό ἔρ­γο”. Λοι­πόν, καί ἐ­κεῖ πού προσευχόμουν, λέ­γω “νά μοῦ δώ­ση πί­στη”. Πι­στεύ­ω ἀ­πό παι­δί, ἀλ­λά θέ­λω νά μέ δώση πί­στη. Ἐ­κεῖ μέ­σα πού προ­σευ­χό­μουν, τί ἔ­πα­θα καί μοῦ ἦρ­θε! (στό νοῦ ἐ­κεῖ­νο πού λέ­γει στό Εὐ­αγ­γέ­λιο) : “Ὅ­ταν προ­σεύ­χε­σαι νά λές, Κύ­ρι­ε, πρό­σθε­σε πί­στη”. Μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, παι­διά μου, ἐ­γώ δέν τό ᾽χα δι­α­βά­ση στά χαρ­τιά μας, ἐ­κεῖ­να τά χρό­νια δέν εἴ­χα­με τίπο­τε, μιά Σύ­νο­ψη εἶ­χα μό­νο, ὅ,τι εἴ­χα­με τά ἀ­φή­σα­με στήν πα­τρί­δα μου στήν Μικρά Ἀ­σί­α καί ἐ­δῶ δέν εἴ­χα­με τί­πο­τε, δέν ὑ­πῆρ­χαν θε­ο­λό­γοι πα­τέ­ρες ἐ­κεί­νη τήν ἐπο­χή. Ἕ­νας Ἱ­ε­ρο­κήρυ­κας ἦ­ταν στήν Χαλ­κί­δα καί ὁ Ἐ­πί­σκο­πος». 
 
«Νά ἐ­ξο­μο­λο­γῆ­σθε τούς λο­γι­σμούς σας σέ δο­κι­μα­σμέ­νους Πνευ­μα­τι­κούς, ὅ­πως ἔλεγε ἕ­νας ἁ­γι­α­σμέ­νος πα­τέ­ρας. Δι­ό­τι ὅ­ταν ἐ­ξο­μο­λο­γῆ­σθε τούς λογι­σμούς σας, δέν θά ἐμ­φω­λεύ­ουν οἱ δαί­μο­νες μέ­σα σας, θά φεύ­γουν. Ὅ­ταν δέν τούς ἐ­ξο­μο­λο­γῆ­σθε, ἐμ­φω­λεύ­ουν μέ­σα σας. (Ὅ­ταν) κά­νης μιά σκέ­ψη πο­νη­ρή, (καί τήν δέ­χε­σαι τό­τε) ἁμαρ­τά­νου­με καί τήν ἐ­πι­θυ­μί­αν τήν ἐ­κά­λε­σε μοι­χεί­αν ὁ Κύ­ριος. Γι᾽ αὐ­τό ὅ­σο μποροῦ­με, ἄς δι­ώ­χνου­με τούς λο­γι­σμούς καί τίς σκέ­ψεις καί ἄς προ­σευ­χώ­μα­στε νά μᾶς στη­ρί­ζη πάν­το­τε ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ». 
 
«Εὔ­χο­μαι σέ σᾶς ὑ­γεί­αν, χα­ράν καί εὐ­λο­γί­αν οὐ­ρά­νιον. (Συ­νή­θης εὐ­χή τοῦ γέ­ρον­τα Ἰ­α­κώ­βου πρός προ­σκυ­νη­τές). Ἐ­μεῖς κά­νου­με προ­σευ­χές γιά σᾶς ἐ­δῶ πέ­ρα, ἀλ­λά νά κά­νε­τε καί σεῖς. Νά προ­σέ­χε­τε τήν ψυ­χή σας. Ἔ­χου­με καί σῶ­μα, ἀλ­λά ἡ ψυ­χή εἶ­ναι ἀ­θά­να­τος. Δέν σᾶς βλέ­πω ὡς ἀν­θρώ­πους, ἀλ­λά ὡς πνευ­μα­τι­κά τέ­κνα πού ἔρ­χε­σθε στόν ἅ­γιο Δαυ­ΐδ». 
 
«Ὑ­πάρ­χουν πολ­λοί πει­ρα­σμοί, πολ­λοί κίν­δυνοι στόν κό­σμο, ἀλ­λά ὅ­λα δι­α­λύ­ον­ται μέ τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ⋅ ὅ­ταν προ­σευ­χώ­με­θα δι­α­λύ­ον­ται ὅ­λα τά κα­κά». 
 
«Ἕ­νας χω­ρι­κός νό­μι­ζε ὅ­τι τόν κά­να­νε μά­για καί πῆ­γε σέ ἕ­ναν μά­γο νά τά λύ­ση. Ἐκεῖ­νος ἔ­σβη­σε τό φῶς καί τόν ρώ­τη­σε, “μή­πως ἔ­χεις πά­νω σου σταυ­ρό”. Ἀ­φοῦ τοῦ εἶ­πε “ὄ­χι”, ξε­κί­νη­σε νά τοῦ κά­νη τό “φυ­λα­χτό”. Ἀλ­λά τοῦ εἶ­πε μήν τυ­χόν καί κά­νει τόν σταυ­ρό του ἤ φω­νά­ζει κα­νέ­ναν Ἅ­γιο, ἤ τήν Πα­να­γί­α… (για­τί) δέν θά γί­νη τίποτα. Αὐ­τός ὅ­μως ποῦ καί ποῦ ἔ­κα­νε τόν σταυ­ρό του καί μουρ­μού­ρι­ζε καμ­μιά εὐ­χή καί τα­ρασ­σό­ταν ὁ μά­γος καί τοῦ φώ­να­ζε μήν τυ­χόν κά­νη τόν σταυ­ρό του. Ἔ­γι­νε αὐτό τρεῖς φο­ρές καί ὁ μά­γος θυ­μω­μέ­νος τόν ἔ­δι­ω­ξε καί τοῦ εἶπε ὅ­τι δέν γί­νε­ται τίπο­τα καί ὅ­τι φταί­ει αὐ­τός (ὁ χωρι­κός). 
 
»Ἦρ­θε ἐ­δῶ καί μοῦ τά εἶ­πε καί τόν συμ­βού­λε­ψα νά νη­στέ­ψη, νά κά­νη Εὐ­χέ­λαι­ο στό σπί­τι του, κα­νέ­ναν Ἁ­για­σμό, καμ­μιά Λει­τουρ­γί­α. Οὔ­τε σα­τα­νι­κά θά μεί­νουν, οὔ­τε τί­πο­τα». 
 
«Σᾶς εὐ­χα­ρι­στῶ πο­λύ πού μέ ἀ­κοῦ­τε, ἐ­γώ ἀ­γράμ­μα­τος ἄν­θρω­πος εἶ­μαι, ἐ­σεῖς ξέ­ρε­τε καί γράμ­μα­τα μορ­φω­μέ­νοι ἄν­θρω­ποι εἶ­στε, μόρ­φω­ση ἔ­χε­τε, ἀλ­λά καί ἐ­μεῖς ἔ­χου­με τόν Χρι­στό παι­δι­ό­θεν καί ὅ­ταν ἔ­χου­με τόν Χρι­στό, δέν θέ­λου­με τί­πο­τε ἄλ­λο. Ἐμεῖς ἔ­χου­με ἀ­νάγ­κη ἀ­πό Χρι­στό καί ψυ­χή καί τά γράμ­μα­τα κα­λά εἶ­ναι καί ἄλ­λα κα­λά εἶναι, ἀλ­λά, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἐ­κεῖ­νος πού ξέ­ρει καί τά πολ­λά γράμμα­τα καί δέν τη­ρεῖ τούς νό­μους τοῦ Θε­οῦ, θά τόν δεί­ρη (ὁ Θε­ός) “δα­ρή­σε­ται πολ­λά”. Καί ἐ­μέ­να πού δέν ξέ­ρω πολ­λά, πά­λι θά μέ δεί­ρη, θά δώ­σω λό­γο τῶν πρά­ξε­ών μου». 
 
«Ὅ­ταν σᾶς ζη­τᾶ­νε κά­τι, ζη­τι­α­νεύ­ουν, νά δί­νε­τε κά­τι. Μιά φέ­τα ψω­μί ἔ­χε­τε, μιά φέ­τα ψω­μί νά δί­νε­τε. Ὅ­ποι­ος καί νά εἶ­ναι. Ὁ ἅ­γιος Δαυ­ΐδ καί σέ Τούρ­κους ἔ­δι­νε. “Μακάριοι οἱ ἐ­λε­ή­μο­νες, ὅ­τι αὐ­τοὶ ἐ­λε­η­θή­σον­ται”». 
 
«Με­τά τόν τά­φο ἀρ­χί­ζει ἡ νέ­α ζω­ή. Μέ­χρι τόν τά­φο ἀ­κο­λου­θοῦν τά πα­ρά­ση­μα, οἱ σταυ­ροί, οἱ δόξες, οἱ τι­μές. Ὅ­λα, παι­διά μου, προ­σω­ρι­νά εἶ­ναι. Γι᾽ αὐ­τό νά φρον­τί­ζου­με γιά τήν ψυ­χή μας, πού εἶ­ναι πρᾶγ­μα ἀ­θά­να­το». 
 
«Νά ἔ­χω­με φι­λο­ξε­νί­α καί ἐ­λε­η­μο­σύ­νη. Ὁ ὅ­σιος Δαυ­ΐδ ἦ­ταν πά­ρα πο­λύ ἐ­λε­ή­μων. Ξένι­ζε ἀ­κό­μα καί τούς Τούρ­κους. Ἐ­γώ, δέν ἔ­κα­να τί­πο­τε. Ὁ Ἅ­γιος τά ἔ­κα­νε ὅ­λα, ὁ Ἅ­γιος τά ᾽χει φτειά­ξει ὅ­λα. Ἐ­γώ εἶ­μαι ζα­βός ἄν­θρω­πος, ἰ­δι­ό­τρο­πος…». 
 
«Νά εἴ­μα­στε πάν­τα ἕ­τοι­μοι, δι­ό­τι δέν ξέ­ρου­με πότε θά φύ­γου­με ἀ­πό αὐ­τήν τήν ζω­ή. Νά μήν λέ­με, “Δέν πει­ρά­ζει, αὔ­ριο θά με­τα­νο­ή­σω”. Ποι­ός ξέ­ρει τό αὔ­ριο; Τό αὔ­ριο εἶ­ναι τοῦ Θε­οῦ. Οὔ­τε τήν ὥ­ρα ξέ­ρου­με. Ξη­με­ρώ­νει καί δέν ξέ­ρου­με ἄν θά βρα­δυά­ση. “Ἐ­πι­με­λεῖ­σθε ψυ­χῆς πράγ­μα­τος ἀ­θα­νά­του”». 
 
«Βλέ­πε­τε, σή­με­ρα ἀρ­ρώ­στι­ες πολ­λές, κα­κά πολλά στόν κό­σμο… ὅ­λα ἐξ ἁ­μαρ­τι­ῶν τῶν ἀν­θρώ­πων εἶ­ναι» 
 
«Γιά τόν κό­πο πού κά­νε­τε νά ἔρ­θε­τε νά προσκυνή­σε­τε στόν Ἅ­γιο, παίρ­νε­τε πολ­λή εὐ­λο­γί­α ἀ­πό τόν Ἅ­γιο». 
 
«Νά μέ συγ­χω­ρῆ­τε, ἀ­γράμ­μα­τος ἄν­θρω­πος εἶ­μαι, δέν ξέ­ρω τί­πο­τα νά σᾶς πῶ, μό­νον πού ἔ­χω πί­στη στόν Θε­όν καί τα­πεί­νω­ση, τέ­κνα μου». 
 
«Κά­ποι­α πλού­σια κυ­ρί­α πῆ­γε τήν Κυ­ρια­κή στήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἀλ­λά δέν πρό­σε­χε κα­θό­λου, καί ὁ νοῦς της γύ­ρι­ζε. Ὁμολόγησε: “Γύ­ρι­ζε ὁ νοῦς μου ἀπ᾽ τήν ὥ­ρα πού μπῆ­κα στήν ἐκ­κλη­σί­α μέ­σα⋅ εἶ­χα ἕ­να σακ­κου­λά­κι καί σκε­φτό­μουν ὅ­τι εἶ­ναι κα­λό νά βά­λω τήν ζά­χα­ρη τοῦ δελ­τί­ου. Μέ τό σακ­κου­λά­κι αὐ­τό, πέ­ρα­σα ὅ­λη τήν Λει­τουρ­γί­α χω­ρίς νά κα­τα­λά­βω οὔ­τε ἕ­να γράμ­μα, τί­πο­τε, ἔ!… πῆ­ρα ἀν­τί­δω­ρο καί ση­κώ­θη­κα κι ἔφυγα”. 
 
»Ἐ­νῶ ἡ ὑ­πη­ρέ­τριά της, πού ἦ­ταν θεί­α μου καί ἀ­πό δέ­κα χρο­νῶν δού­λευ­ε ὑ­πη­ρέ­τρια, ἀλ­λά ἦ­ταν πο­λύ εὐ­σε­βής, ἄν καί λόγῳ τῆς δουλειᾶς δέν εἶ­χε πά­ει Ἐκ­κλη­σί­α, ἤ­ξε­ρε ποιόν Ἀ­πό­στο­λο καί ποι­ό Εὐ­αγ­γέ­λιο εἶ­παν, διότι δουλεύοντας ἔ­κα­νε προ­σευ­χή καί πνευματικά ἦ­ταν στήν Ἐκ­κλη­σί­α. 
 
»Βλέ­πε­τε, παι­διά μου, “ὅ­που ὁ θη­σαυ­ρὸς ἡ­μῶν ἐ­κεῖ καὶ ἡ καρ­δί­α ἡ­μῶν”, λέ­ει ὁ Χριστός. Κα­νείς νά προ­ση­λώ­νε­ται στά Θεῖ­α, νά προ­σεύ­χε­ται». 
 
«Εὐ­χό­με­θα καί δε­ό­με­θα, πάν­το­τε νά βά­ζη ὁ Θεός τό χέ­ρι Του καί στήν Ἐκ­κλη­σί­α μας καί στό κρά­τος καί στόν κό­σμο, δι­ό­τι οἱ μέ­ρες εἶ­ναι πο­λύ πο­νη­ρές καί πο­λύ δύσκο­λα χρό­νια. Ἄς φω­τί­ζη ὁ Θε­ός ὅ­λον τόν κό­σμο. Εὐ­τυ­χῶς ὑ­πάρ­χουν καί κα­λοί Χριστια­νοί. Ἄν (πα­λαι­ά) ὑ­πῆρ­χαν οἱ δέ­κα, δέν θά κα­τα­στρέφο­νταν τά Σό­δο­μα καί τά Γό­μορ­ρα, οἱ πόλεις, ἀλ­λά δέν ὑ­πῆρ­χαν. Ἔ! τώ­ρα ὑ­πάρ­χουν ἐ­δῶ πολ­λοί Χρι­στια­νοί πι­στοί, εὐ­λα­βεῖς, κον­τά στόν Θε­ό … Βλέ­πω κα­θη­με­ρι­νῶς πλή­θη λα­οῦ περ­νᾶ­νε ἀ­πό τό Μο­να­στή­ρι. Τήν πε­ρα­σμέ­νη βδο­μά­δα εἶ­χαν πε­ράση ἑ­πτά πούλ­μαν. Πο­λύς κόσμος, ὁ κά­θε ἄν­θρω­πος εἶχε τόν σταυ­ρό του, ἄλ­λος εἶ­χε καρ­διά, ἄλ­λος εἶ­χε τόν καρκί­νο, ἄλ­λος εἶ­χε τό χέ­ρι του, ἄλ­λος εἶ­χε τό πό­δι του, ἄλ­λος εἶ­χε, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, τό κεφά­λι του, πολ­λές ἀρ­ρώ­στι­ες στόν κό­σμο, πά­ρα πολ­λές ἀρρώστι­ες ἀλ­λά μέ τήν βο­ή­θεια τοῦ Θε­οῦ, μέ τήν προ­σευ­χή μας θά τίς πε­ρά­σου­με μέ πολ­λή ὑ­πο­μο­νή. Καί ὅ­ταν βλέ­που­με τό­σα καί τό­σα θαύ­μα­τα πού κά­νει ὁ Θε­ός, πρέ­πει νά πλη­σι­ά­ζου­με περισσό­τε­ρο κοντά στόν Θε­ό. Ἐ­γώ πού ζῶ μέ­χρι σή­με­ρα, εἶ­μαι ζων­τα­νός ἀ­πό τούς Ἁ­γί­ους, δι­ό­τι οἱ Ἅ­γιοι ἔ­χουν παρ­ρη­σί­α στόν Θε­ό, πρε­σβεύ­ουν ὅ­πως ὁ ἅ­γιος Δαυ­ΐδ, ὁ ἅ­γιος Ἰω­άν­νης ὁ Ρῶσ­σος, ὅ­λοι οἱ Ἅ­γιοι τῆς Ἐκκλησί­ας μας. Τούς τι­μοῦ­με, τούς εὐλαβού­με­θα γι᾽ αὐτό ἤρ­θα­τε σ᾽ αὐ­τόν τόν ἅ­γιο προ­ο­ρι­σμό καί μέ τήν θεί­α Λειτουργί­α πού κά­νου­με, τι­μοῦ­με τόν Θε­ό καί τούς Ἁ­γί­ους. Μοῦ ἔ­λε­γε ἕ­νας ἱερομόνα­χος, ἕ­νας εὐλα­βέ­στα­τος Γέ­ρον­τας, λέ­ει: “Πά­τερ, λέ­ει, ὅ­ταν τελῆται θεί­α Λει­τουρ­γί­α σ᾽ ἕ­ναν τό­πο, ὅ­λος ὁ κό­σμος ἐ­δῶ ἁ­γι­ά­ζε­ται, ὅ­λη ἡ πε­ρι­φέ­ρεια ἁ­γι­ά­ζε­ται ἀ­πό τήν θεί­α Λει­τουρ­γί­α”». 
 
«Προ­χθές πέ­ρα­σε πο­λύς κό­σμος. Ρω­τά­ω κάποι­ους: 
— Πη­γαί­νε­τε στήν Ἐκ­κλη­σί­α; Δέν πᾶ­με…, εἶ­παν. 
— Για­τί, παι­διά μου, δέν πᾶ­τε στήν Ἐκ­κλη­σί­α; Ἀπ᾽ τήν μέ­ρα πού γεν­νι­ώ­μα­στε μέ­χρι τήν μέ­ρα πού θά φύ­γου­με (ἡ ζω­ή μας) περ­νᾶ ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α. 
— Ἔ! πᾶ­με, πα­πά, τό Πά­σχα καί τά Χρι­στούγεν­να, τί θές ἄλ­λο νά σοῦ ποῦ­με; 
— Μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, δέν εἶ­ναι μό­νο τό Πά­σχα καί τά Χρι­στού­γεν­να. Ὅ­ταν ὁ Χριστιανός δέν πη­γαί­νει τρεῖς Κυ­ρια­κές στήν Ἐκ­κλη­σί­α χω­ρί­ζε­ται! Ἐ­κτός ἄν ὑπάρχη τό­σο με­γά­λη ἀ­νάγ­κη, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, μπο­ρεῖ νά εἶ­ναι ἄρ­ρω­στος, μπο­ρεῖ νά καί­γε­ται τό σπί­τι καί νά ση­κω­θῆ νά τό σβή­ση, τό­τε συγ­χω­ρεῖ ὁ Θεός… Ἔ! τά Χριστού­γεν­να καί τό Πά­σχα πᾶ­με στήν Ἐκ­κλη­σί­α καί τί­πο­τα ἄλ­λο… Χαί­ρε­τε, χαί­ρε­τε… 
 
»Καί τί­πο­τα ἄλ­λο δέν εἶ­πα­νε, γιά Ἐκ­κλη­σί­α νά μήν ἀ­κού­σουν. Στήν Ἐκ­κλη­σί­α ὅ­μως βρί­σκου­με τήν πα­ρη­γο­ρί­α, βρί­σκου­με τήν ὑ­γεί­α, βρί­σκου­με τήν σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς μας». 
 
«Ὑ­πάρ­χουν πολ­λά στόν κό­σμο, ἀρ­ρώ­στι­ες, δο­κι­μα­σί­ες, θλί­ψεις, στε­να­χώ­ρι­ες καί ὅλα αὐ­τά πάντοτε (νά τά ἀν­τι­με­τω­πί­ζου­με) μέ τήν προ­σευ­χή. Ὁ Χριστός πού ἦ­ταν Θε­ός καί ἄν­θρω­πος καί πά­λι ἐ­κεῖ­νος προ­σευ­χό­τα­νε καί νή­στευ­σε καί τώ­ρα λέ­με δέν ὑ­πάρ­χει νη­στεί­α. Μά πῶς δέν ὑ­πάρ­χει νη­στεί­α; Νηστεί­α ὑ­πάρ­χει! Εἶ­ναι ἐν­το­λή τοῦ Θε­οῦ, ἡ πρώ­τη ἐν­το­λή πού ἔ­δω­σε ὁ Θε­ός ἦ­ταν ἡ νη­στεί­α… στόν Ἀ­δάμ καί στήν Εὔ­α. Καί Ἐ­κεῖ­νος ὁ Ἴ­διος ἐ­νή­στευ­σε. Ἔρ­χε­ται μιά γυ­ναῖ­κα καί μοῦ λέ­ει ὅ­τι ὁ γαμ­πρός της τῆς ἔ­λε­γε ὅ­τι οἱ κα­λό­γη­ροι νη­στεύ­ου­νε, γιά τούς κα­λο­γή­ρους εἶ­ναι αὐ­τά, δέν ὑ­πάρ­χει ἁ­μαρ­τί­α ἄν δέν νη­στεύ­ης καί ἔρ­χε­ται ἡ γυ­ναῖ­κα καί μοῦ τό εἶ­πε. Νά πῆς, λέ­ω, στόν γαμ­πρό σου ὅ­τι ὑ­πάρ­χει νη­στεί­α. Πῶς δέν ὑ­πάρ­χει; Στό Εὐ­αγ­γέ­λιο ὁ Χρι­στός μας λέ­ει, ”εἰ μὴ ἐν προ­σευ­χῇ καὶ νη­στεί­ᾳ…”. Πρῶ­τα–πρῶτα ὁ Χρι­στός μας ἐνήστευσε καί δέν ἐ­νή­στευ­σε ὅ­πως νη­στεύ­ου­με ἐ­μεῖς σή­με­ρα. Ἐ­κεῖ­νος πού ἦ­ταν Θεός καί ἄν­θρω­πος νή­στευ­σε σα­ράν­τα μέ­ρες καί ἐ­μεῖς σή­με­ρα νά μήν νη­στεύ­σου­με, πού (ἐ­μεῖς) νη­στεύ­ο­με γιά τίς ἁ­μαρ­τί­ες μα­ς». 
 
«Πρό ἡ­με­ρῶν μέ πῆ­ρε μιά γυ­ναῖ­κα ἀ­πό τήν Ἀ­θή­να τη­λέ­φω­νο καί μοῦ λέ­ει: ”Πάτερ μου, μοῦ πο­νεῖ ἡ μέ­ση μου, δέν ξέ­ρω ἄν εἶ­ναι ἀ­πό τόν πο­νη­ρό ἤ ἀ­πό τόν Θε­ό­”. Τῆς λέ­ω: ”Τέκνο μου, τώ­ρα εἴ­τε τοῦ πο­νη­ροῦ εἶ­ναι, εἴ­τε ὁ Θε­ός ἐ­πι­τρέ­πει, νά κά­νης ὑπομο­νή ὅ­πως ὁ Ἰ­ώβ. Εἶ­δες ὁ Ἰ­ώβ τί ὑ­πό­μει­νε; Ἔ! παι­δί μου, κοί­τα­ξε. Ὅ­σο ἄρρωστος καί νά εἶ­ναι κα­νείς, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, καί νά νευ­ριά­σης καί νά πῆς ὤχ! τί ἔπα­θα, μά για­τί παίρ­νω τά φάρ­μα­κα καί θά πά­ω νά σκο­τω­θῶ, τί­πο­τα δέν κά­νεις, χει­ρό­τε­ρα γί­νεσαι…”. Μέ τήν ἠ­ρε­μί­α, μέ τήν πρα­ό­τη­τα, μέ τήν προ­σευ­χή ἰδιαιτέρως, θά σέ βο­η­θή­ση ἡ χά­ρις τοῦ Θε­οῦ». 
 
Β. ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ 4 
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 98-106
 



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.