συνέχεια από το Β μέρος
Η σύμπραξη
Η
δημιουργία του επενδυτικού προϊόντος των “φυσικών περιουσιακών
στοιχείων (natural assets)” πραγματοποιήθηκε από το Χρηματιστήριο της
Νέας Υόρκης (New York Stock Exchange, NYSE) και την εταιρεία -βιτρίνα Intrinsic Exchange Group (IEG), η οποία στήθηκε για τις ανάγκες της υλοποίησης του δυστοπικού σχεδίου που περιγράφουμε σε αυτή μας την ανάρτηση. Οι τρεις βασικοί της μέτοχοι
είναι η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης (Inter-American Development
Bank, ΙDB), το Ίδρυμα Rockefeller και η εταιρεία Aberdare Ventures. Το
Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης συμμετέχει σε αυτήν τη σύμπραξη-
κοινοπραξία, κατέχοντας ένα μειοψηφικό κομμάτι μετοχών της IEG.
Σημειώνουμε ότι το NYSE είναι μία ιδιωτική επιχείρηση, της οποίας ο
μεγαλύτερος μέτοχος είναι η εταιρεία Intercontinental Exchange, η οποία
ελέγχεται από τους τραπεζικούς κολοσσούς της Wall Street, Goldman Sachs
και Morgan Stanley, καθώς και από τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες
Shell, Total Εnergies και British Petroleum (BP).
Οι πρωτεργάτες
Η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης (Inter–American Development Bank, ΙDB) είναι ένα παράρτημα της Παγκόσμιας Τράπεζας
(World Bank). Ο κύριος μέτοχος και μεγαλύτερος επενδυτής σε αυτόν τον
τραπεζικό κολοσσό είναι το κράτος των ΗΠΑ. Παρότι από μόνο του δεν έχει
την πλειοψηφία των μετοχών της IDB, την ελέγχει
μέσω των διαφόρων δορυφόρων του. Αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία
του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου για την επιβολή νεοφιλελεύθερων
πολιτικών, κυρίως στις χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής (και πια
σε όλον τον πλανήτη) καθώς και για την εδραίωση της εξάρτηση αυτών των
τελευταίων από το κεφάλαιο των ΗΠΑ.
Το Ίδρυμα Rockefeller
(Rockefeller Foundation) είναι το βασικό όργανο άσκησης εξουσίας της
γνωστής δυναστείας καπιταλιστών-εξουσιαστών, με μακρύ και βρώμικο
παρελθόν. Μέχρι σήμερα αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους πόλους
εξουσίας στις ΗΠΑ, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, σε όλους σχεδόν τους
τομείς της οικονομικής-καπιταλιστικής δραστηριότητας. Τον Οκτώβριο του
2021 ανακοινώθηκε επίσημα η συνεργασία του με τη Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης.
Η
Aberdare Ventures είναι μία εταιρεία που διαχειρίζεται κεφάλαια
επιχειρηματικού κινδύνου, επενδύοντας κυρίως σε μικρές εταιρείες στους
τομείς της Υγείας και της Τεχνολογίας. Ο άνθρωπος που την ίδρυσε και τη
διευθύνει ήταν πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος στο Ίδρυμα Rockefeller…
Οι κομπάρσοι
Στην
ιστοσελίδα της IEG εμφανίζονται επτά ακόμα συμμετέχοντες στο εγχείρημα,
ως “εταίροι”. Μερικοί από αυτούς αυτοαποκαλούνται «οικολογικές» ή
«περιβαλλοντικές» οργανώσεις. Επειδή συνήθως οι εύηχες ονομασίες αυτών
των οργανώσεων είναι παραπλανητικές, και πίσω από αυτές κρύβεται μία πραγματικότητα καθόλου οικολογική ή περιβαλλοντική , αμέσως μετά παραθέτουμε μερικά ενδεικτικά στοιχεία για την ταυτότητα και τη λειτουργία κάποιων από αυτές.
Η Conservation International, με έδρα τις ΗΠΑ, αυτοαποκαλείται περιβαλλοντική και μη κερδοσκοπική.
Είναι μία ισχυρή και πολυπλόκαμη εταιρεία-οργάνωση, με διασυνδέσεις με
όλες τις πτυχές του κατεστημένου των ΗΠΑ. Σημειώνουμε ότι ανήκει σε
εκείνην την κατηγορία εταιρειών που δεν πληρώνουν φόρους. Επίσης,
σημειώνουμε ότι και οι δωρεές που της γίνονται δεν φορολογούνται, με
ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται και για τους δωρητές και για τους
δωρεοδόχους… Το 2020 δήλωσε έσοδα ύψους 163 εκατομμυρίων δολαρίων και δαπάνες (έξοδα) ύψους 154 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 2021 τα αντίστοιχα ποσά ήταν 152 και 132 εκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα.
Ο ιδρυτής της, Peter Seligmann, είναι μέλος του Council on Foreign Relations,
μίας αυτοαποκαλούμενη «ομάδα μελέτης» (“think tank”), η οποία στην
πραγματικότητα είναι μία κλειστή λέσχη ολιγαρχών. Ιδρύθηκε το 1921. Από
τότε σχετίζεται άμεσα με τη δυναστεία Rockefeller και σήμερα ελέγχεται
από το Ίδρυμα Rockefeller. Το 2021 ο ετήσιος μισθός της προέδρου του διοικητικού συμβουλίου της ήταν 619.352 δολάρια, ενώ ο ανώτερος διευθύνων σύμβουλος έπαιρνε 685.506 δολάρια τον χρόνο και ο υπεύθυνος προγραμμάτων έπαιρνε 501.996 δολάρια τον χρόνο… Σημειώστε επίσης ότι ο γενικός διευθυντής του Τμήματος Οικοσυστημάτων του Ιδρύματος Rockefeller ήταν αντιπρόεδρος στην Conservation International.
Η
λίστα των ανώτερων-υψηλόβαθμων στελεχών της που διαπλέκονται με το
υπερεθνικό κεφάλαιο και ειδικότερα με τις επιχειρήσεις της δυναστείας
Rockfeller, με υπερεθνικούς οργανισμούς εξουσίας, όπως η Παγκόσμια
Τράπεζα και τα παραρτήματα της, και γενικά με όσους εμπλέκονται στην
υπόθεση που εξετάζουμε, είναι πολύ μεγάλη (1, 2). Περιλαμβάνει «εκλεκτά μέλη» του κατεστημένου των ΗΠΑ. Ενδεικτικά αναφέρουμε το παράδειγμα του Wesley Bush,
πρώην διευθύνοντα συμβούλου και προέδρου της Northrop Grumman, της
μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής οπλικών συστημάτων στον κόσμο, και νυν
προέδρου της General Motors, της μεγαλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας στις
ΗΠΑ και μίας από τις μεγαλύτερες στον κόσμο.
Η λίστα των συνέταιρων-συνεργατών και χρηματοδοτών της Conservation international, στο παρελθόν και στο παρόν, είναι εξίσου μεγάλη και περιλαμβάνει μεγάλες πετρελαϊκές και εξορυκτικές εταιρείες, εταιρείες παραγωγής όπλων,
αγροχημικών και βιοτεχνολογικών προϊόντων, γνωστούς τραπεζικούς και
άλλους πολυεθνικούς κολοσσούς, καθώς και κράτη (Μεξικό, Ρουάντα).
Ενδεικτικά αναφέρουμε τις Αpple, BP (μέσω του BP Foundation), Cargill, Chevron, ConocoPhillips, Coca-Cola, De Beers Group, ΕxxonMobil, Goldman Sachs, Kimberly-Clark, Kraft Foods, McDonald’s, Dell, Hewlett-Packard, Medco Group, Monsanto, MPX Colombia, Newmont Mining Corporation, Shell, Starbucks, Toyota Motor Corporation, United Airlines, Volkswagen, Walmart και Wilmar International.
Η Conservation international στηρίζεται οικονομικά
και από ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί από μεγάλους καπιταλιστικούς ομίλους
επιχειρήσεων. Αναφέρουμε μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις: To 2016 και
το 2017 έλαβε συνολικά 234.509 δολάρια από το Ίδρυμα Rockefeller. Από το 1986 ως το 2018 έλαβε 68,2 εκατομμύρια δολάρια από το Ίδρυμα MacArthur. Από το 2017 ως το 2020 έλαβε συνολικά περίπου 2,5 εκατομμύρια δολάρια από το Ίδρυμα Packard. Άλλοι χρηματοδότες της είναι το Ίδρυμα Moore (261 εκατομμύρια δολάρια μόνο το 2001) και φυσικά η Παγκόσμια Τράπεζα (1, 2).
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι είναι ένας από τους εταίρους
του Ταμείου Εταιρικής Σχέσης για τα Οικοσυστήματα Ζωτικής Σημασίας
(Critical Ecosystem Partnership Fund, CEPF). Πρόκειται για έναν μεγάλο
χρηματοδοτικό οργανισμό με έδρα τις ΗΠΑ, του οποίου οι βασικοί εταίροι
είναι η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το κράτος της Ιαπωνίας, το
Παγκόσµιο Ταµείο Προστασίας του Περιβάλλοντος και ο κρατικός Γαλλικός
Οργανισμός Ανάπτυξης. Η επιλογή της ως “εταίρος” αυτού του Ταμείου δεν
είναι καθόλου τυχαία. Εκτός από το γεγονός ότι αποτελεί μία από τις
μεγαλύτερες οργανώσεις με «οικολογικό» προσωπείο σε παγκόσμιο επίπεδο,
όπως είδαμε πιο πριν, συμμετείχε στην πλατφόρμα “TEEB for Business
Coalition”, σε αγαστή συνεργασία με υπερεθνικούς οργανισμούς εξουσίας,
κυβερνητικούς και κρατικούς φορείς, επιχειρηματικούς κολοσσούς και
τράπεζες.
Η WWF (World Wildlife Fund) είναι (και αυτή) ένας
πολιτικός και οικονομικός οργανισμός παρά μία «περιβαλλοντική» οργάνωση.
Ιδρύθηκε το 1961 από τον Βρετανό βιολόγο και θιασώτη της ευγονικής Julian Huxley.
Ο πρώτος της πρόεδρος ήταν ο πρίγκιπας Βερνάρδος της Ολλανδίας, ένας
από τους ιδρυτές της Λέσχης Bilderberg και ένα μέλος της (πανταχού
παρούσης) δυναστείας Rockefeller, o Lawrence Rockefeller. Δεύτερος
πρόεδρος της ήταν ο Ολλανδός John Loudon, πρόεδρος για δεκατέσσερα χρόνια της γνωστής πετρελαϊκής εταιρείας Shell και μέλος για δώδεκα χρόνια της συμβουλευτικής επιτροπής της τράπεζας Chase Manhattan Bank,
η οποία ανήκει… στην οικογένεια Rockefeller. O τρίτος πρόεδρος της ήταν
ο Phillip Mountbatten, σύζυγος της βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου
Βασιλείου.
Είναι ένας από τους βασικούς συνεργάτες της Παγκόσμιας Τράπεζας (1, 2, 3) και των παραρτημάτων της.
Χρηματοδοτείται κυρίως από το “1001 Club”, μία κλειστή λέσχη
ολιγαρχών-πλουτοκρατών, η οποία ιδρύθηκε από τις βασιλικές οικογένειες
της Ολλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας, μαζί με τον Julian Huxley και τον Godfrey Anderson Rockefeller,
και στην οποία μέχρι σήμερα η οικογένεια Rockefeller έχει ενεργό
συμμετοχή. Χρηματοδοτείται απλόχερα και από ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί
από Αμερικανούς ολιγάρχες, όπως το Ίδρυμα McArthur (από το 1986 ως το 2018 εισέπραξε 31,8 εκατομμύρια δολάρια), το Ίδρυμα Moore (185 εκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2021), το Ίδρυμα Packard (6,4 εκατομμύρια δολάρια το 2017), το Ίδρυμα Walton (της πολυεθνικής εταιρείας Wallmart) με 12,9 εκατομμύρια δολάρια από το 2019, το Βezos Earth Fund του Jeff Bezos, ιδιοκτήτη της Amazon και πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο (μόνο το 2021 έλαβε 100 εκατομμύρια δολάρια) και το Ίδρυμα Rockefeller (400.000 δολάρια το 2019), καθώς και από κρατικά προγράμματα των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας.
Εδώ και πολλά χρόνια έχει στενές σχέσεις συνεργασίας (και χρηματοδότησης…) με μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους όπως η Coca Cola, η Nokia, η Canon, η Shell, η Monsanto (1, 2, 3), η ExxonMobil, η HSBC, η Citibank, η Cargill, η McDonalds, η Marine Harvest, η IKEA, η Procter & Gamble η Johnson & Johnson, η Royal Caribbean Cruises και η Rougier, με την Παγκόσμια Τράπεζα, καθώς και με στρατιωτικές υπηρεσίες σε πολλές χώρες του κόσμου (1, 2, 3, 4, 5),
μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ. Η σχέση της με τον στρατιωτικό Οργανισμό των
ΗΠΑ για τη Διεθνή Ανάπτυξη (United States Agency for International
Development, USAID) φτάνει μέχρι τη δεκαετία του ‘80. Μέχρι το 2020 είχε εισπράξει 120 εκατομμύρια δολάρια. Το 2021 έλαβε άλλα 13,5 εκατομμύρια δολάρια από τον ίδιο οργανισμό.
Σε
πολλές περιπτώσεις στην Αφρική και στην Ασία έχει χρηματοδοτήσει και
συνεργαστεί με παραστρατιωτικές ομάδες οι οποίες κατηγορούνται για
ξυλοδαρμούς, βιασμούς και δολοφονίες ανθρώπων που αντιστέκονται στην
εκποίηση της γης τους από το πολυεθνικό κεφάλαιο (1, 2, 3, 4, 5, 6).
Περισσότερα στοιχεία για την (όχι και τόσο) σκοτεινή (πια) πλευρά της WWF υπάρχουν στο βιβλίο (και ντοκιμαντέρ) Silence of the Pandas (Pandaleaks).
Επειδή η αρθρογραφία σχετικά με τη δράση αυτού του οργανισμού είναι
ατελείωτη, δίνουμε μερικά ακόμα links εδώ και επιφυλασσόμαστε να
ασχοληθούμε με αυτό το θέμα στο μέλλον: 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10.
Ο
ρόλος της (γενικά αλλά και ειδικά στο εγχείρημα χρηματιστικοποίησης της
φύσης) είναι ο ίδιος με αυτόν της Conservation International. Και στη
δική της περίπτωση, η επιλογή της ως δεκανίκι και «πράσινο» άλλοθι του
εγχειρήματος δεν είναι καθόλου τυχαία. Εκτός από τις πολύ καλές της
σχέσεις με το κατεστημένο των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και άλλων
ευρωπαϊκών χωρών, η συνεργασία της με την Παγκόσμια Τράπεζα είναι πολύ παλιά: ξεκίνησε το 1998 με την “WWF – World Bank Alliance”, συνεχίστηκε το 2008 με τη συνδιοργάνωση
του Sustainable Finance Forum, το 2012 με την πλατφόρμα “TEEB for
Business Coalition”, τo 2014 με την “Natural Capital Coalition”, το 2018
με τη δημοσίευση μίας κοινής έκθεσης, και συνεχίζεται ως σήμερα με το πρόσφατα ανακοινωθέν εγχείρημα του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης.
Η
οργάνωση BirdLife International είναι άλλη μία περίπτωση οργάνωσης που
δηλώνει περιβαλλοντική και μη κερδοσκοπική. Έχει έδρα στις ΗΠΑ και 120
εταίρους σε όλον τον κόσμο. Και αυτή δεν πληρώνει φόρους στο κράτος των
ΗΠΑ. Και στη δική της περίπτωση οι δωρεές που της γίνονται είναι
αφορολόγητες. Το 2017 και 2018
τα ετήσια έσοδα της κυμάνθηκαν από 27 ως 30 μη κερδοσκοπικά εκατομμύρια
δολάρια, ενώ τα έξοδα της από 25 ως 26 εκατομμύρια δολάρια. Σημειώνουμε
ότι στο παρελθόν η επικεφαλής της BirdLife International ήταν εκτελεστική διευθύντρια στο Ταμείο Εταιρικής Σχέσης για τα Οικοσυστήματα Ζωτικής Σημασίας (Critical Ecosystem Partnership Fund, CEPF).
Το 2017 το Bezos Earth Fund έδωσε 17 εκατομμύρια δολάρια στην BirdLife International. Mόνο το 2019 και 2020 η οργάνωση έλαβε από το Ίδρυμα MacArthur χρηματοδοτήσεις ύψους 7,4 εκατομμυρίων δολαρίων. Από το 2017 ως το 2021 έλαβε από το ίδρυμα Packard 3 εκατομμύρια δολάρια. Πρόσφατα ανακοίνωσε την εκκίνηση ενός προγράμματος στην Ασία, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης[22] με 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Ανάμεσα στους “συνεργάτες” (εταίρους) της IEG αναφέρεται η Caribbean Climate-Smart Accelerator. Δεν πρόκειται για κάποια αυτόνομη (έστω και θεωρητικά) οντότητα. Είναι μία σύμπραξη της Παγκόσμιας Τράπεζας , της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης[23]
και του πολυεθνικού κολοσσού (με έδρα τη Μεγάλη Βρετανία) Virgin. Αυτοί
είναι οι τρεις βασικοί εταίροι της σύμπραξης. Δίπλα τους υπάρχουν δεκάδες
ιδιωτικοί και κρατικοί χρηματοδότες. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικούς από
αυτούς: ο Βill Gates, τα Ιδρύματα Clinton, Wyss και Tides, το κράτος
του Καναδά, η Airbnb, η CARICOM, και ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών
(Organisation of American States, OAS). Η πολιτική της θα υλοποιηθεί σε
28 κράτη της Κεντρικής Αμερικής. Τα περισσότερα από αυτά είναι μικρά
κρατίδια που είτε ανήκουν στις ΗΠΑ ή στη Μεγάλη Βρετανία, είτε είναι
αποικίες ή προτεκτοράτα τους, είτε έχουν σχέση εξάρτησης από αυτές τις
δύο χώρες.
Η Conservation Strategy Fund είναι μία οργάνωση-εταιρεία με έδρα στις ΗΠΑ. Στη ιστοσελίδα της υπάρχει μία ειδική παραπομπή στην Παγκόσμια Τράπεζα. Ανάμεσα στους πολλούς εταίρους-συνεργάτες της
που αναφέρονται σε αυτήν, βρίσκουμε (φυσικά) την Παγκόσμια Τράπεζα, το
Παγκόσμιο Ίδρυμα Πόρων, τη WWF, την Conservation International, αλλά και
μεγάλα ιδρύματα ολιγαρχών (MacArthur, Packard, Moore, Pew) και
κρατικούς φορείς κρατών της Ν. Αμερικής (τα Υπουργεία Περιβάλλοντος του
Περού και της Βραζιλίας).
Η Glenn-Marie Lange, επικεφαλής του περιβαλλοντικού τομέα της εταιρείας στις ΗΠΑ, δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Ήταν για δώδεκα χρόνια ανώτατο στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Ήταν αυτή που επιμελήθηκε τη δημιουργία και ήταν επικεφαλής του
προγράμματος WAVES, στο οποίο αναφερθήκαμε πιο πριν. Τα τελευταία 25
χρόνια είναι μία από τους επικεφαλής της διαδικασίας αποτίμησης “φυσικού κεφαλαίου” στην Ασία και στην Αφρική. Ο ιδρυτής της εταιρείας το 1998, John Reid,
ήταν στέλεχος στην Conservation International και έχει στενές σχέσεις
με το Ίδρυμα MacArthur. Ένα άλλο μέλος του διοικητικού της συμβουλίου, ο
Robert Hoguet, είναι πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος μίας επενδυτικής εταιρείας και της…EcoHealth Alliance του Peter Daszak, μίας εταιρείας που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρόσφατη ιστορία της κατασκευής του αφηγήματος της φυσικής προέλευσης του SARS-CoV-2 και της χρηματοδότησης των πειραμάτων κατασκευής χιμαιρικών ιών στη Wuhan από το κράτος των ΗΠΑ.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ένας από τους συμβούλους της εταιρείας, ο John Dixon, ήταν πρώην επικεφαλής των “περιβαλλοντικών οικονομολόγων” της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ένας άλλος, ο Paul Ferraro, συμμετείχε στην πρώτη φάση λειτουργίας του Millennium Ecosystem Assessment,
ενός συστήματος αποτίμησης των παγκόσμιων οικοσυστημάτων που –όπως
είδαμε πιο πριν- ίδρυσαν το 1998 η Παγκόσμια Τράπεζα, τα Ηνωμένα Έθνη
και το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων (World Resources Institute, WRI).
Στην
ιστοσελίδα της IEG αναφέρεται ως “συνεργάτης” της σύμπραξης το
Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Κόστα Ρίκα. Σε αυτήν τη χώρα
θα πραγματοποιηθεί το πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα της IEG. Παρότι αυτό
ακόμα δεν έχει μπει σε εφαρμογή, στην ιστοσελίδα της αυτή αναφέρεται σε
ενεστώτα χρόνο. Με αυτόν τον τρόπο οι εμπνευστές και υλοποιητές του
εγχειρήματος θέλουν να δώσουν προς τα έξω τα μήνυμα ότι η εφαρμογή του
είναι γεγονός.
Κατανοούμε τη χρήση του όρου “συνεργάτης”, αφού
δεν θα ήταν προς το συμφέρον της σύμπραξης να χρησιμοποιήσει τον όρο
«πειραματόζωο», ο οποίος θα ήταν καταλληλότερος γι’ αυτήν την περίπτωση.
Η χώρα αυτή έχει μία νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση και μακροχρόνιες σχέσεις
εξάρτησης από τις ΗΠΑ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η επιλογή της για την έναρξη αυτού του δυστοπικού καπιταλιστικού εγχειρήματος.
Η βιτρίνα της IEG
Με τα εκτελεστικά όργανα που αποτελούν τη βιτρίνα της IEG
δεν θα ασχοληθούμε πολύ. Θα αναφέρουμε μόνο μερικά στοιχεία που
συνδέονται με τα προαναφερόμενα για τους εταίρους της σύμπραξης.
Είναι
αξιοσημείωτο ότι αρχικά, τον Σεπτέμβριο του 2021, το διοικητικό
συμβούλιο αυτής της εταιρείας που ισχυρίζεται έχει τόσο μεγαλόπνοα
σχέδια για τον πλανήτη, αποτελείτο από δύο (!) μόνο μέλη. Ένα μήνα μετά,
τον Οκτώβριο του 2021, τα δύο μέλη έγιναν τρία. Τον Ιανουάριο του 2022 το διοικητικό συμβούλιο εξαφανίστηκε από την ιστοσελίδα της εταιρείας.
Ο ένας από τους δύο (τρεις)
έχει τον τίτλο του προέδρου της. Είναι αυτός που εμφανίζεται ως ο
άνθρωπος-βιτρίνα που την «έστησε». Είναι πρώην παραγωγός (τριών) ταινιών
και βραχύβιο στέλεχος αρκετών εταιρειών στον τεχνολογικό, τραπεζικό,
χρηματοπιστωτικό και φαρμακευτικό τομέα. Ο δεύτερος είναι μέλος της οικογένειας Rockefeller… Ο τρίτος ήταν για δεκαπέντε χρόνια υψηλόβαθμο στέλεχος και αντιπρόεδρος της WWF των ΗΠΑ, και από το 1998 είναι ένας από τους βασικούς συμβούλους της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Από τους τρεις συμβούλους της εταιρείας, οι δύο συνδέονται με τη Morgan Stanley και ο ένας με την Παγκόσμια Τράπεζα. Μάλιστα, ένας από αυτούς είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Morgan Stanley από το 2012. Σημειώνουμε ότι εδώ και μερικούς μήνες τα ονόματα τους απουσιάζουν από την ιστοσελίδα της εταιρείας.
Από τους δέκα managers της εταιρείας,
η Παγκόσμια Τράπεζα, η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης και η
Conservation International συνδέονται με τουλάχιστον δύο από αυτούς, και
το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, η WWF, η Resolve[24], η Morgan Stanley και η Exxon Mobile με τουλάχιστον έναν από αυτούς. Μία από τους managers
είναι γλύπτρια και φαινομενικά δεν έχει σχέση με το αντικείμενο. Όμως,
είναι πρώην συνεργάτης του προέδρου της εταιρείας σε ένα αμφιλεγόμενο
πρόγραμμα «ανάπλασης» και στην παραγωγή (τριών) ταινιών[25]…
Το πρόσχημα
Η
ΙΕG ισχυρίζεται ότι προχώρησε στη δημιουργία του «επενδυτικού
προϊόντος» των “φυσικών περιουσιακών στοιχείων (natural assets)” για την
αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών προβλημάτων που
αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Με έναν ασυνήθιστο όσο και αυθαίρετο τρόπο
συνδέει τις αιτίες αυτών των προβλημάτων με οικονομικές παραμέτρους, και
την επίλυση τους με οικονομικούς χειρισμούς, φυσικά μέσα στα πλαίσια
του κεφαλαιοκρατικού συστήματος.
Ο οικονομίστικος ισχυρισμός ότι
η απόλυτη ιδιωτικοποίηση-εμπορευματοποίηση του πλανήτη θα λύσει τα
κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα,
στερείται οποιασδήποτε επιστημονικής βάσης και αντίκειται στην κοινή
λογική. Αυτός ο αυθαίρετος ισχυρισμός δεν τεκμηριώνεται πουθενά στην
ιστοσελίδα της IEG, έστω και με κάποιον υποτυπώδη τρόπο.
Ο
ισχυρισμός ότι αν οι φυσικοί πόροι ιδιωτικοποιηθούν, θα διαφυλαχθούν,
είναι τουλάχιστον γελοίος. Η απομύζηση τους στα πλαίσια της
καπιταλιστικής παραγωγής οδηγεί στη μείωση ή ακόμα και στην καταστροφή
τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους αυτής της
παραγωγής, συνεπώς τη μείωση των κερδών αυτών που την ελέγχουν. Μπορεί
βραχυπρόθεσμα η αύξηση του κόστους να μετακυλύεται στους μισθωτούς
σκλάβους- παραγωγούς πλούτου-καταναλωτές, μέσω της αύξησης των άμεσων
και έμμεσων φόρων και των τελικών τιμών των προϊόντων, όμως
μακροπρόθεσμα η συνέχιση αυτής της κατάστασης θα αποτελέσει ένα πρόβλημα
για τους καπιταλιστές. Αυτός είναι ο βασικός λόγος της όψιμης
οικολογικής τους ευαισθητοποίησης για την καταστροφή των φυσικών πόρων.
Βέβαια δεν πρόκειται ποτέ να παραδεχτούν το αυτονόητο για την αιτία του
προβλήματος. Θα ήταν σα να έσκαβαν τον λάκκο τους. Την αποδίδουν λοιπόν
στην έλλειψη δικαιωμάτων ιδιοκτησίας πάνω στους φυσικούς πόρους, επειδή
είναι αδίστακτοι κερδοσκόποι. Την ώρα που η επικείμενη περιβαλλοντική
καταστροφή πλησιάζει ολοένα και περισσότερο, αυτοί κοιτάνε πως θα
κερδοσκοπήσουν, με τη μετατροπή των φυσικών πόρων σε χρηματιστηριακά
προϊόντα και με τις λεγόμενες «πράσινες τεχνολογίες».
Η
κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται από τους αδίστακτους εμπνευστές αυτής
της νέας δυστοπίας ως πρόφαση για να προωθηθούν οι σχεδιασμοί τους. Αυτό
που παρατηρεί κανείς διαβάζοντας τις σχετικές δημοσιεύσεις στην
ιστοσελίδα της IEG είναι η έλλειψη μίας – έστω στοιχειώδους – ανάλυσης
που να συνδέει τα περιβαλλοντικά προβλήματα που επικαλείται η σύμπραξη,
με αυτό που ισχυρίζεται ότι θα αποτελέσει τη λύση τους. Εντυπωσιάζει η
προχειρότητα[26]
και η αφέλεια των κειμένων στα οποία υπάρχουν αναφορές σε
περιβαλλοντικά θέματα. Ο τρόπος που γίνεται η χρήση των σχετικών όρων
υποδηλώνει ότι αυτά γράφτηκαν από ανθρώπους που δεν έχουν ασχοληθεί με
το αντικείμενο ή που έχουν μία επιδερμική σχέση με αυτό, προσεγγίζοντας
το από τη σκοπιά του καθεστωτικού οικονομολόγου.
Συγκεκριμένα,
στην ιστοσελίδα της IEG διαπιστώνεται ότι “η Φύση πέφτει σε παρακμή σε
παγκόσμιο επίπεδο, σε επίπεδα που δεν έχουν προηγούμενο στην ανθρώπινη
ιστορία” και ότι “εκμεταλλευόμαστε τη Φύση με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς
από αυτούς που έχει για να ανανεωθεί”. Στη συνέχεια δίνονται κάποια
αριθμητικά στοιχεία για τη μείωση της βιοποικιλότητας και γενικότερα για
την κλιματική αλλαγή, όπως η υποβάθμιση των φυσικών οικοσυστημάτων του
πλανήτη κατά 47%, η εξαφάνιση ενός εκατομμυρίου ειδών ως το 2050, η
μείωση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων κατά 23% λόγω της υποβάθμισης
των εδαφικών οικοσυστημάτων, η μείωση της ετήσιας ποσότητας των
καλλιεργειών κατά 577 εκατομμύρια δολάρια λόγω της εξαφάνισης των
επικονιαστών, και ο αυξανόμενος κίνδυνος των πλημμυρών και των τυφώνων,
οι οποίοι σήμερα πλήττουν 100-300 εκατομμύρια ανθρώπους.
Ωστόσο,
πουθενά δεν γίνεται αναφορά στη γενεσιουργό αιτία αυτών των φαινομένων.
Αναφέρονται απλά ως τα δεδομένα μίας υπαρκτής κατάστασης που έχει
προκύψει από παρθενογένεση, ως τα συμπτώματα μίας ακατανόμαστης
«ασθένειας», τα οποία θα υποχωρήσουν ή θα εξαλειφθούν με τη λήψη
οικονομικών μέτρων: “κάποιες εκτιμήσεις δείχνουν ότι απαιτούνται από 300
ως 400 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για τη διατήρηση και την
αποκατάσταση των οικοσυστημάτων. Ωστόσο, αυτά τα προγράμματα συντήρησης
λαμβάνουν μόνο 52 εκατομμύρια δολάρια, κυρίως από δημόσιες και
φιλανθρωπικές επιχορηγήσεις”.
Μάλιστα, η ατμοσφαιρική ρύπανση και η κλιματική αλλαγή[27]
θεωρούνται “αρνητικές εξωτερικότητες”, επειδή “μετακυλύουν τα κόστη από
τους παραγωγούς αγαθών και υπηρεσιών στο ευρύτερο κοινό”. Για την IEG η
τεράστια απειλή που αποτελεί η κλιματική αλλαγή για την ανθρωπότητα και
τον πλανήτη είναι πρωτίστως ένα οικονομικό ζήτημα. Το αν η αιτία αυτής
της στάσης τους είναι η στενομυαλιά και η ηλιθιότητα τους ή το γεγονός
το ότι δεν τους συμφέρει να θίξουν την ουσία του προβλήματος, είναι ένα
δευτερεύον ζήτημα. Το πρωτεύον είναι ότι και στη μία και στην άλλη
περίπτωση και αυτοί και οι σχεδιασμοί τους είναι άκρως επικίνδυνοι.
Τα
ίδια παρατηρούνται και στις αναφορές στα κοινωνικά προβλήματα. Δεν
ξέρει κανείς αν η χρήση της ξύλινης γλώσσας που χρησιμοποιείται κατά
κόρον οφείλεται μόνο στην επιδίωξη να μην θιχτεί η ουσία του προβλήματος
ή και σε έλλειψη στοιχειωδώς συγκροτημένης σκέψης: “αντιμετωπίζουμε,
επίσης, αυξανόμενες κοινωνικές πιέσεις λόγω της άνισης οικονομικής
ανάπτυξης, λόγω της αυξανόμενης ανισότητας στο εισόδημα και στα
περιουσιακά στοιχεία και λόγω μίας οικονομίας που πάρα πολύ συχνά
κλυδωνίζεται από τη μία οικονομική κρίση στην άλλη”. Και εδώ δεν γίνεται
η παραμικρή αναφορά στην πραγματική αιτία αυτών των φαινομένων και
φυσικά δεν παραδέχονται ότι το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα που
υπηρετούν είναι αυτό που γεννά και τροφοδοτεί αυτές τις κοινωνικές και
οικονομικές ανισότητες, την καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο, την
εξαθλίωση ενός μεγάλου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού και την
καταστροφή των οικοσυστημάτων του πλανήτη. Και από το προαναφερθέν
απόσπασμα και από τα συμφραζόμενα των σχετικών δημοσιεύσεων τους, είναι
φανερό ότι γι’ αυτούς στον καπιταλισμό η ανισόμετρη οικονομική ανάπτυξη
αποτελεί πρόβλημα μόνο από τη στιγμή που επιφέρει κοινωνικές εντάσεις.
Αυτό που πραγματικά τους απασχολεί και τους φοβίζει είναι οι συνεχόμενες
οικονομικές «κρίσεις» που δεν αφήνουν τον καπιταλισμό να βρει κάποιο
σημείο ισορροπίας και να σταθεροποιηθεί σε αυτό για ένα χρονικό διάστημα
ικανό για να ξεπεράσει προσωρινά τα δομικά του προβλήματα.
Η
υποκρισία κορυφώνεται όταν κάποια στιγμή επιχειρείται να γίνει σύνδεση
των περιβαλλοντικών και κοινωνικών προβλημάτων (έστω και με τον
προσχηματικό τρόπο που αυτά παρουσιάζονται) με τις επιδιώξεις των
εμπνευστών της νέας δυστοπίας: “πολλά από τα βασικά κοινωνικά και
περιβαλλοντικά προβλήματα πηγάζουν απ’ ευθείας από την ελλιπή
πληροφόρηση που έχουμε για τα κόστη των παραγόμενων αγαθών και
υπηρεσιών, καθώς και από τον αποκλεισμό συγκεκριμένων περιουσιακών
στοιχείων (φυσικών, ανθρώπινων ή κοινωνικών) από τον πυρήνα της
οικονομίας”.
Στα μεταλλαγμένα μυαλά αυτών και των αφεντικών τους
δεν υπάρχουν αγαθά· αντιλαμβάνονται τα πάντα ως εμπόρευμα. Όλοι οι
φυσικοί πόροι και όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες θεωρούνται
περιουσιακά στοιχεία που πρέπει να ποσοτικοποιηθούν, να αποτιμηθούν και
να εμπορευματοποιηθούν, μέσω της εισαγωγής τους σε χρηματιστήρια αξιών.
Αντιγράφοντας σχεδόν κατά λέξη την παρουσίαση του προγράμματος WAVES
της Παγκόσμιας Τράπεζας το 2010, σημειώνουν ότι μέχρι σήμερα ο
καπιταλισμός δεν το έχει πραγματοποιήσει: “το οικονομικό μας σύστημα
έχει αποτύχει στη σωστή αναγνώριση και αποτίμηση του φυσικού, ανθρώπινου
και κοινωνικού κεφαλαίου”. Οι προθέσεις και οι σχεδιασμοί τους να
ελέγξουν τα πάντα, φτάνουν κυριολεκτικά μέχρι τον αέρα που αναπνέουμε:
“οφέλη όπως η παραγωγή οξυγόνου ή φρέσκου νερού που παράγονται από τη
φύση, δεν περιλαμβάνονται στο εγχώριο ακαθάριστο προϊόν και δεν παρέχουν
τα μέσα για την παραγωγή πλούτου”.
Στην ιστοσελίδα της IEG όλοι
οι οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες που
κλυδωνίζουν το καπιταλιστικό σύστημα «τσουβαλιάζονται» κάτω από τον
οικονομίστικο όρο “εξωτερικότητες”. Η αδυναμία του να τους ελέγξει
αποδίδεται στην ανεπάρκεια των πολιτικών αντιμετώπισης τους μέχρι σήμερα
( φορολογία, ρυθμιστικοί κανόνες, κρατικές ή ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις,
κλπ). Αυτές αποκαλούνται “ανακουφιστικά μέτρα” και “μπαλώματα”.
Ο
πρώτος λόγος της ανεπάρκειας και εν τέλει της αποτυχίας τους εστιάζεται
στο ότι “δεν παρέχουν επαρκείς πόρους για την αντιμετώπιση του μεγάλου
μεγέθους των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων”. Με άλλα λόγια,
μας λένε ότι η κλιματική αλλαγή και οι κοινωνικές ανισότητες μπορούν να
αντιμετωπιστούν με χρηματοδοτήσεις και ότι η πλουτοκρατία του πλανήτη
χρειάζεται να βγάλει περισσότερα χρήματα για να διαθέσει στην
αντιμετώπιση τους, από τη χρηματιστικοποίηση όλων των φυσικών πόρων του
πλανήτη και όλων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που συνδέονται με αυτούς.
Ο δεύτερος λόγος της εν λόγω ανεπάρκειας, όπως αναφέρεται στην
ιστοσελίδα της IEG, είναι μία πιστή αντιγραφή μίας διαπίστωσης της
Παγκόσμιας Τράπεζας στην παρουσίαση του προγράμματος WAVES το 2010 και σε μία έκθεση της
το 2018. Σε αυτές αναφέρεται ότι οι οικονομικοί δείκτες δεν μπορούν να
αποτιμήσουν με ακρίβεια “το πραγματικό κόστος των αγαθών και των
υπηρεσιών”. Ποια είναι όμως αυτά τα αγαθά και οι υπηρεσίες; Αυτό
διευκρινίζεται σε διάφορα σημεία της παρουσίασης του εγχειρήματος: “τα
φυσικά περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνουν τα φυσικά οικοσυστήματα που
παρέχουν καθαρό αέρα, νερό, τροφή, φάρμακα, ένα σταθερό κλίμα, ανθρώπινη
υγεία και ένα κοινωνιακό δυναμικό”. Θα αποτιμηθεί με ακρίβεια
ο,τιδήποτε μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή κέρδους και στη συσσώρευση
πλούτου, είτε άμεσα (π.χ. η εκμετάλλευση των πηγών νερού ενός βουνού από
μία ιδιωτική εταιρεία) είτε έμμεσα (στο προηγούμενο παράδειγμα η
εισαγωγή στο χρηματιστήριο τόσο αυτής της εταιρείας, όσο και του
“φυσικού περιουσιακού στοιχείου” στο οποίο θα έχει δικαιώματα
εκμετάλλευσης, δηλαδή των πηγών νερού).
Ακριβώς με αυτό το
χαρακτηριστικό σχετίζεται ο τρίτος λόγος στον οποίον αποδίδεται από τους
εμπνευστές της νέας δυστοπίας η ανεπάρκεια των σημερινών μέσων και
πολιτικών διαχείρισης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων του πλανήτη:
“δεν παράγουν πλούτο”.
Ο τέταρτος λόγος της ανεπάρκειας των
μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενων πολιτικών, από μόνος του θα έπρεπε να μας
βάλει σε σκέψεις για τους πραγματικούς στόχους όσων εμπλέκονται σε αυτό
το εγχείρημα: “προκαλούν την ισχυρή αντίδραση αυτών στους οποίους
επιβάλλονται οι φόροι και οι ρυθμίσεις”…
Σε κάποια σημεία της
παρουσίασης του εγχειρήματος το πρόσχημα της “αντιμετώπισης των
περιβαλλοντικών προβλημάτων” έχει λησμονηθεί. Οι συντάκτες του κειμένου
κάνουν λόγο για ανάγκη “εξισορρόπησης του συστήματος”, για “επιδιόρθωση
των αποτυχιών της αγοράς” και για “αντιμετώπιση των ζημιών που προκαλούν
οι ρωγμές που έχει το οικονομικό μας σύστημα”, ομολογώντας ποιοι είναι
οι πραγματικοί τους στόχοι πίσω από τα περιβαλλοντικά προσχήματα που
επικαλούνται. Πιο κάτω θα επιχειρήσουμε να τους εξειδικεύσουμε. Ας δούμε
όμως πρώτα πώς ακριβώς πρόκειται να υλοποιηθεί και να λειτουργήσει αυτό
το δυστοπικό νεοφιλελεύθερο εγχείρημα.
Η υλοποίηση
Το
πρώτο στάδιο της υλοποίησης του είναι ο εντοπισμός των οικοσυστημάτων
που θα αποτελέσουν τα μελλοντικά “φυσικά περιουσιακά στοιχεία”. Τη
διαδικασία του εντοπισμού τους θα την αναλάβουν το Χρηματιστήριο της
Νέας Υόρκης (ή όποιο άλλο χρηματιστήριο συμμετέχει στο μέλλον στο
εγχείρημα) και τα κράτη, οι δήμοι ή οι ιδιώτες που στην παρούσα φάση
είναι οι ιδιοκτήτες τους.
Αυτό που η IEG ονομάζει “φυσικά
περιουσιακά στοιχεία” είναι δυνητικά το σύνολο των χερσαίων και
θαλάσσιων οικοσυστημάτων του πλανήτη. Αυτά διαχωρίζονται στα παρθένα ή
απλώς προσβάσιμα από τον άνθρωπο (δάση, ποτάμια, λίμνες, πηγές νερού,
λιβάδια, υγροβιότοποι, κοραλλιογενείς ύφαλοι, αστικά και περιαστικά
πάρκα, κλπ), σε αυτά στα οποία ήδη έχει αναπτυχθεί κάποιου είδους
γεωργική ή κτηνοτροφική δραστηριότητα (π.χ. καλλιέργειες, αγροκτήματα,
κλπ), και σε περιοχές που συνυπάρχουν οι δύο προηγούμενες κατηγορίες.
Το
επόμενο στάδιο θα είναι η δημιουργία των λεγόμενων εταιρειών φυσικών
περιουσιακών στοιχείων (“Natural Asset Companies”, NACs) από το
Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και τους ιδιοκτήτες των λεγόμενων “φυσικών
περιουσιακών στοιχείων”. Η IEG μας λέει πως ο βασικός σκοπός των
εταιρειών φυσικών περιουσιακών στοιχείων θα είναι “η μεγιστοποίηση της
οικολογικής απόδοσης και της παραγωγής των υπηρεσιών αυτών των
οικοσυστημάτων, των οποίων έχουν τα δικαιώματα και την εξουσία να τα
διαχειρίζονται”. Η χρήση του όρου “οικολογική απόδοση” δεν έχει να κάνει
με κάποιες οικολογικές ανησυχίες των εμπνευστών του εγχειρήματος. Όπως
λένε και οι ίδιοι σε κάποιο επεξηγηματικό τους σχόλιο, συνδέεται με την
“παραγωγικότητα” των φυσικών οικοσυστημάτων, με άλλα λόγια συνδέεται με
κερδοφορία για τους κατόχους – διαχειριστές τους.
Πλέον η
κερδοφορία δεν θα περιορίζεται στην άμεση εκμετάλλευση των προϊόντων
τους, αλλά θα επεκταθεί και στη χρηματιστηριακή τους αξία. Το προϊόν –
εμπόρευμα θα είναι τα ίδια τα “φυσικά περιουσιακά στοιχεία”, δηλαδή η
Φύση. Έτσι, φτάνουμε στο τρίτο στάδιο, που είναι η εισαγωγή αυτών των
εταιρειών στο χρηματιστήριο. Στη σημερινή συγκυρία θα εισαχθούν στο
Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, και στο μέλλον σε χρηματιστήρια κι άλλων
χωρών, εφόσον το εγχείρημα εξαπλωθεί.
Ο πρωταρχικός στόχος αυτής
της κίνησης αναφέρεται με σαφή τρόπο στην ιστοσελίδα της IEG: “η
διευκόλυνση της μετατροπής του φυσικού πλούτου σε οικονομικό πλούτο”.
Για όσους δεν το κατανόησαν, η ΙΕG το κάνει ακόμα πιο σαφές: “η
μετατροπή των φυσικών περιουσιακών στοιχείων σε οικονομικό κεφάλαιο
(γίνεται) προκειμένου να παρέχει στους ιδιοκτήτες τους έναν τρόπο για να
ωφεληθούν οικονομικά από την αξία τους”. Η χρηματιστηριακή αξία αυτού
του κεφαλαίου θα υπολογίζεται με βάση την αξία των λεγόμενων
“οικοσυστημικών υπηρεσιών” του ή και των “φυσικών περιουσιακών
στοιχείων” που θα κατέχει. Με άλλα λόγια, αν ένα ιδιωτικοποιημένο φυσικό
οικοσύστημα αποφέρει κέρδη για την εταιρεία που το κατέχει και το
ιδιοποιείται, θα ανέβει και η αξία αυτής της εταιρείας στο
χρηματιστήριο. Ήδη έχουν δημιουργηθεί κάποια συστήματα (μέθοδοι) αποτίμησης της αξίας αυτής (Ecosystem Service Valuation, ESV). Όλα τους είναι βασισμένα σε οικονομικά κριτήρια.
Ένα
παράδειγμα του τι θα συμβεί στην πράξη είναι η μετατροπή ενός δάσους
που βρίσκεται κοντά σε κάποια πόλη σε περιαστικό πάρκο. Σε αυτήν την
περίπτωση, η ιδιωτική “εταιρεία φυσικών περιουσιακών στοιχείων” που θα
αναλάβει τη διαχείριση του θα βάλει εισιτήριο για να μπορεί κάποιος να
μπει σε αυτό, και θα αλλοιώσει ένα μέρος του για την κατασκευή
εγκαταστάσεων που συνδέονται με την εμπορική του εκμετάλλευση
(εστιατόρια, μπαρ, ξενοδοχεία, χώροι στάθμευσης, καζίνο, κλπ). Θα βάλει
και μερικά φωτοβολταϊκά, θα φυτέψει και μερικά λαχανικά οργανικής
καλλιέργειας και θα το παρουσιάσει ως υπόδειγμα «πράσινης ανάπτυξης». Αν
αυτή η εμπορική του εκμετάλλευση αποφέρει κέρδη, η αξία της μετοχής της
εταιρείας θα ανέβει. Δεν θα έχει σημασία που το παλιό παρθένο δάσος στο
οποίο όλοι είχαν ελεύθερη πρόσβαση δεν θα υπάρχει πια, που η πανίδα του
θα έχει εκτοπιστεί και που ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν θα μπορεί
να έχει πρόσβαση έστω και σε αυτό το τεχνητό πάρκο, απομεινάρι του
παλιού δάσους. Οι μεταλλαγμένοι μικροαστοί θα είναι χαρούμενοι που ήρθε
στον τόπο τους η «ανάπτυξη» και που το δάσος «αξιοποιήθηκε», έχοντας την
αυταπάτη ότι θα επωφεληθούν κι αυτοί από τη λεηλασία του και την
καταστροφή του.
Κάποια παρόμοια παραδείγματα εμπορευματοποίησης,
με ίσως ακόμα πιο σοβαρές επιπτώσεις για τα οικοσυστήματα και την
ανθρώπινη ζωή, είναι η μαζική εγκατάσταση ανεμογεννητριών στα βουνά, η
ιδιωτικοποίηση των πηγών νερού και γενικότερα των υδάτινων πόρων, η
ενεργειακή λεηλασία με ανεξέλεγκτες εξορύξεις, και πολλά ακόμα.
Η
ιδιοκτησία των NACs μπορεί να αλλάξει με την εισαγωγή τους στο
χρηματιστήριο. Τότε, η πλειοψηφία των μετοχών τους εύκολα θα μπορεί να
περάσει στα χέρια του υπερεθνικού κεφαλαίου. Στην ιστοσελίδα της IEG
αναφέρονται ως δυνητικοί «επενδυτές», δηλαδή αγοραστές τους, ιδιώτες
(φυσικά πρόσωπα ή εταιρείες), κρατικά ή ιδιωτικά ιδρύματα και
οργανισμοί, “θεσμικοί επενδυτές” και φυσικά τράπεζες και
χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί. Ένας από τους θεσμικούς επενδυτές που θα
μπορούσαν να αγοράσουν τις NACs είναι το “Επενδυτικό Ταμείο Συντάξεων
της Ιαπωνίας[28]
με αποθεματικό 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια”. Κάποιοι άλλοι δυνητικοί
αγοραστές είναι “επενδυτές που αποζητούν την ενίσχυση των χαρτοφυλακίων
τους”.
Σε ένα άρθρο του ο Alex Ates Haywood
περιγράφει με απλά λόγια αυτήν τη διαδικασία λεηλασίας της Φύσης.
Μιλάει για το καπιταλιστικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο έχει φτάσει σε
ένα κρίσιμο αδιέξοδο και σύντομα θα εξαντλήσει τα ήδη γνωστά ενεργειακά
κοιτάσματα του πλανήτη. Μιλάει συγκεκριμένα για το 10% των πιο πλούσιων
ανθρώπων στις ΗΠΑ, το οποίο κατέχει το 89% των μετοχών στο χρηματιστήριο
της χώρας αυτής και που “βλέποντας ότι κάποια στιγμή ο πλούτος τους θα
χαθεί λόγω της εξάντλησης των ορυκτών πόρων, έχει καταλήξει στον τρόπο
με τον οποίο θα χρηματιστικοποιήσουν όλους τους εναπομείναντες φυσικούς
πόρους στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του πόσιμου νερού, των
αγροκτημάτων, της αλιείας και των δασών”. Συνεχίζει, λέγοντας ότι για να
το κατορθώσουν “θα «αποκτήσουν» τα «δικαιώματα» αυτών των φυσικών πόρων
(τα οποία θα τους παραχωρηθούν από τις κυβερνήσεις που ελέγχουν μέσω
διεφθαρμένων πολιτικών), θα τους εισάγουν στο Χρηματιστήριο Αξιών της
Νέας Υόρκης, θα μαζέψουν τα χρήματα από τις συντάξεις και τις οικονομίες
σου για τα χρησιμοποιήσουν σε αυτό το εγχείρημα, και όταν η αξία των
μετοχών αυξηθεί, θα τις πουλήσουν για να αγοράσουν ένα μεγαλύτερο γιότ ή
μία έπαυλη. Μετά θα χρεώσουν μία προμήθεια διαχείρισης, για τον κόπο
τους να σου νοικιάσουν αυτούς τους πόρους, και θα χρησιμοποιήσουν αυτά
τα λεφτά για να αποκτήσουν περισσότερους φυσικούς πόρους, επειδή σε κάθε
ριψοκίνδυνη εμπορική δραστηριότητα η επέκταση είναι επιβεβλημένη. Α,
και μετά θα αποκαλέσουν (αυτή τη δραστηριότητα) «πράσινη», «βιώσιμη», θα
πουν ότι συμβάλλει «στη διατήρηση (των φυσικών πόρων)» και άλλες
τέτοιες μαλακίες. Όχι, αυτό δεν είναι υπερβολή, ούτε είναι κάτι που θα
συμβεί στο μέλλον. Συμβαίνει τώρα”.
Στην ιστοσελίδα της IEG
δίνεται με κυνικό τρόπο ένα παράδειγμα «αποτίμησης» των «υπηρεσιών» ενός
“φυσικού περιουσιακού στοιχείου”. Διαβάζοντας το γίνεται κατανοητή η
εμμονή των αδίστακτων καπιταλιστικών αρπακτικών να αποτιμήσουν και να
νομισματοποιήσουν όλους τους φυσικούς πόρους του πλανήτη: “στα τροπικά
δάση του Ισημερινού, για παράδειγμα, υπάρχει πετρέλαιο αξίας 20
δισεκατομμυρίων δολαρίων που κάθεται[29]
κάτω από αυτά τα δάση. Αυτό που δεν μπορούμε να πούμε είναι πόση είναι η
αξία που έχουν αυτά τα δάση. Πόσο αξίζει ένα τροπικό δάσος; Πόσο
αξίζουν οι υπηρεσίες που παρέχει αυτό το δάσος σε βάθος χρόνου; Αυτοί οι
αριθμοί δεν υπάρχουν ή υπάρχουν μόνο σε κάποιες ακαδημαϊκές μελέτες. 20
δισεκατομμύρια σε πετρέλαιο απέναντι στην άγνωστη αξία του δάσους και
του φυσικού κεφαλαίου που αυτό έχει. Είναι δύσκολο να παίρνουμε
αποφάσεις όταν γνωρίζουμε μόνο τα μισά στοιχεία”. Αν αποφασίσουν, για
παράδειγμα, να αποψιλώσουν αυτό το τροπικό δάσος, στου οποίου το
υπέδαφος υπάρχουν κοιτάσματα πετρελαίου, η χρηματιστηριακή αξία του θα
πέσει κάτω από αυτήν που θα έχει υπολογιστεί ότι έχει το κοίτασμα, έτσι
ώστε να δικαιολογηθεί η εξόρυξη του. Τότε, πράγματι “δεν θα είναι
δύσκολο να παίρνονται αποφάσεις”…
Το παράδειγμα είναι ενδεικτικό
των προθέσεων των παγκόσμιων εξουσιαστών. Δε θα διστάσουν να
απομυζήσουν τα εναπομείναντα ενεργειακά αποθέματα και τους φυσικούς
πόρους του πλανήτη, αδιαφορώντας για τις ανυπολόγιστες περιβαλλοντικές
επιπτώσεις που κάτι τέτοιο θα έχει για τη ζωή σε αυτόν. Αν δεν υπάρξει
μία ριζική αλλαγή πλεύσης, όλα δείχνουν ότι έχει αρχίσει η αντίστροφη
μέτρηση για τον όποιο χρόνο παραμονής μάς απομένει στον πλανήτη που
βιάζουμε καθημερινά, μέχρι αυτός να μας δώσει αυτό που τελικά αξίζουμε.
Αυτή η αλλαγή πλεύσης φαντάζει εξαιρετικά απίθανη, καθώς η εξουσία έχει
προετοιμάσει το έδαφος έτσι ώστε οι νεκροζώντανες ανθρώπινες μάζες να
αποδεχτούν την πλήρη εμπορευματοποίηση της φύσης και των ζωών τους ως
κάτι φυσιολογικό. Σύντομα θα γίνει πραγματικότητα αυτό που έλεγαν κάποτε
χωρίς να τρομάζουν: «θα φτάσει η στιγμή που θα πληρώνουμε για τον αέρα
που θα αναπνέουμε». Βρισκόμενες σε στάδιο προχωρημένης μετάλλαξης, οι
διεφθαρμένες και χειραγωγημένες ανθρώπινες μάζες είτε αδυνατούν, είτε
αρνούνται να συλλάβουν και να επεξεργαστούν, είτε αδιαφορούν για τα
τεκταινόμενα στην ερεβώδη πραγματικότητα που σχεδιάζεται ερήμην τους και
με την ένοχη συναίνεση τους, έχοντας τη ψευδαίσθηση ότι είναι
προστατευμένες μέσα στην άλλη, την τεχνητή – εικονική πραγματικότητα που
βιώνουν.
Ωστόσο, οι σχεδιασμοί των ολιγαρχών δεν περιορίζονται
στα τεράστια οικονομικά οφέλη που προσδοκούν να αποκομίσουν από τη
χρηματιστηριοποίηση και τον απόλυτο έλεγχο των φυσικών πόρων του πλανήτη
και όλων των ανθρώπινων αναγκών και δραστηριοτήτων που σχετίζονται με
αυτούς. Επεκτείνονται στην εξάλειψη της έννοιας των κοινών αγαθών
και στην αντικατάσταση της από αυτήν του εμπορεύματος, του οποίου η
«αξία» θα υπολογίζεται στις χρηματιστηριακές αγορές. Αυτό το νόημα
επιχειρούν να προσδώσουν στην αντίληψη της Φύσης από τον άνθρωπο και στη
σχέση του με αυτήν, με στόχο τη μετάλλαξη της ίδιας της ανθρώπινης
ύπαρξης, αφού το εγχείρημα τους περιλαμβάνει και διέπει όλες τις
ανθρώπινες δραστηριότητες που άμεσα ή έμμεσα συνδέονται με τη Φύση. Όπως σημειώνει ο Derek Royden,
“με έναν τραγικό τρόπο, (οι εταιρείες φυσικών περιουσιακών στοιχείων)
φαίνεται να προμηνύουν το τέλος των Κοινών, κάτι που ούτε οι απόλυτοι
μονάρχες δεν μπόρεσαν να κάνουν”.
Εκτός από το κέρδος, ο
απώτερος στόχος των εμπνευστών του δυστοπικού ολοκληρωτισμού είναι η
επανοηματοδότηση όλων των εκφάνσεων της ζωής, η μετατροπή τους σε
προϊόντα – εμπορεύματα και ο απόλυτος έλεγχος τους από τους σύγχρονους
φεουδάρχες. Ουσιαστικά οι τελευταίες εξελίξεις σηματοδοτούν το τέλος της
φύσης και της ζωής όπως τις γνωρίζαμε και ίσως την αρχή του τέλους της
φύσης και της ζωής γενικότερα. Σε κάποιες φάσεις της ιστορίας του ο
άνθρωπος έδειξε ότι μπορεί να είναι ένα λογικό, κοινωνικό ον με αίσθηση
της συλλογικότητας και με επίγνωση ότι είναι μέρος του φυσικού του
περιβάλλοντος που τον γέννησε. Ο μετάνθρωπος στον οποίο σταδιακά
μεταλλάσσεται δείχνει να είναι ένα άλογο, ναρκισσιστικό και αδηφάγο
είδος, που είναι αποκομμένο από το φυσικό του περιβάλλον και επομένως
δεν το σέβεται ούτε στο ελάχιστο. Έχοντας επιλέξει να πορευτεί με ένα
κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που είναι ο ολετήρας του, διαπράττει τη
μεγαλύτερη «ύβριν» στην ιστορία του ανθρώπινου είδους. Εκτός
συγκλονιστικού απροόπτου, σύντομα θα επέλθει η «νέμεσις». Όλα δείχνουν
ότι αυτή θα είναι πολύ πιο ολέθρια από τη διαπραττόμενη «ύβριν».
Mία περίληψη του κειμένου μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Παραπομπές Γ μέρους
[22] Η αντίστοιχη της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης, στην Ασία.
[23] Θυμίζουμε ότι η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης είναι ένας από τους τρεις βασικούς εταίρους της IEG.
[24] Ένας από τους δευτερεύοντες “συνεργάτες” της εταιρείας.
[25] Απ’ ότι φαίνεται αυτά δεν γίνονται μόνο στην περιφέρεια του καπιταλισμού…
[26] Η προχειρότητα και η έλλειψη επιμέλειας είναι σαφείς σε σχεδόν όλα τα κείμενα των δημοσιεύσεων της ιστοσελίδας της IEG.
[27]
Ενδεικτικός της προχειρότητας και της επιφανειακότητας της προσέγγισης
της IEG στα περιβαλλοντικά ζητήματα είναι ο τρόπος που γίνεται χρήση
στην ίδια πρόταση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και του
αποτελέσματος μίας επιμέρους ανθρώπινης δραστηριότητας που συμβάλλει σε
αυτό: “αρνητικές εξωτερικότητες όπως η ρύπανση και η κλιματική αλλαγή
μετακυλύουν τα κόστη…».
[28] Όπως είδαμε πιο πριν, το 2021 το Επενδυτικό Ταμείο Συντάξεων της Ιαπωνίας συμμετείχε στη δημιουργία της “country platform” της Ινδίας.
Δεν είναι τυχαία λοιπόν η αναφορά της IEG σε αυτό, ως μελλοντικό
«επενδυτή», δηλαδή μέτοχο κάποιας “εταιρείας φυσικών περιουσιακών
στοιχείων”. Εξάλλου, το συγκεκριμένο Ταμείο από το 2017 είναι ένας από τους βασικούς οικονομικούς συνεργάτες της Παγκόσμιας Τράπεζας.
[29] Η χρήση του όρου “κάθεται” (“sitting”) στο πρωτότυπο κείμενο είναι ενδεικτική των σχεδίων των εμπνευστών της νέας δυστοπίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου