15 Αυγούστου 2018
Η διαμόρφωση του όρου «Θεοτόκος» κατά την διάρκεια των Οικουμενικών Συνόδων και η Χριστολογική και Σωτηριολογική σημασία του (μέρος Β)
συνέχεια από το Α Μέρος
Του Βασιλείου Α. Τσίγκου
Λέκτορος Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Ὡστόσο, παρά τή ρητή συνοδική καταδίκη τοῦ Νεστορίου , τό χριστολογικό ζήτημα δέν ἔληξε ὁριστικά, ἀλλά συνεχίσθηκε γιά πολλούς αἰῶνες καί γιά τή διευθέτησή του χρειάσθηκε νά συγκληθοῦν καί ἄλλες Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Μετά τό Νεστόριο καί σέ ἀντίθεση μέ τίς ἀπόψεις του ἐμφανίσθηκε ὁ Μονοφυσιτισμός, μέ κύριο ἐκπρόσωπό του τόν Εὐτυχή. Αὐτός ἐπικαλοῦνταν τόν Κύριλλο, τόν ὁποῖο ὅμως ἑρμήνευε μονόπλευρα καί ἐσφαλμένα, προφανῶς γιατί δέν εἶχε κατανοήσει τόν κυρίαρχο σωτηριολογικό χαρακτῆρα τῆς Χριστολογίας του.
Ὁ Εὐτυχής δέν δεχόταν τό ὁμοούσιο τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου μέ τό σῶμα τῆς Μητέρας Του καί μέ τό δικό μας, γιατί, ὅπως ἔλεγε, Αὐτός εἶναι Θεός μας. » Ὁ Κύριος δέν ἔλαβε ἀπότήν Παρθένο σάρκα ὁμοούσια μέ ἐμᾶς, ἀλλά τό σῶμα τοῦ Κυρίου δέν εἶναι σῶμα ἀνθρώπου· ἀνθρώπινο εἶναι τό σῶμα ἀπό τήν Παρθένο . Ἔκανε λόγο γιά ἀλλοίωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως στό Χριστό μετά τήν ἕνωση καί ἀναγνώριζε στό Χριστό δύο φύσεις πρίν τήν ἕνωση, μετά ὅμως τήν ἕνωση μία, καθ’ ὅτι ἡ θεία φύση ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη. Ὁ Εὐτυχής, ὅπως νωρίτερα καί ὁ Νεστόριος, ταύτιζε τούς ὅρους «φύση » καί «πρόσωπο», θεωρώντας ὅτι φύση καί πρόσωπο εἶναι ὅροι ἀχώριστοι. Ἐνδιαφερόταν νά ἀποδείξει ὅτι στό Χριστό ὑπάρχει ἕνα πρόσωπο καί συνεπῶς μία μόνο φύση.
Συγκεκριμενα ὑποστήριζε: » Ὁμολογῶ ἐκ δύο φύσεων γεγενῆσθαι τόν Κύριον ἡμῶν πρό τῆς ἑνώσεως, μετά δέ τήν ἕνωσιν μίαν φύσιν ὁμολογῶ» . Ὁ Εὐτυχής καταδικάσθηκε καί ἀφορίσθηκε ὡς μονοφυσίτης αἱρετικός ἀπό τήν «Ἐνδημοῦσα» Σύνοδο τοῦ 448 καί λίγο ἀργότερα ἀπό τόν Πάπα Ρώμης Λέοντα μέ τήν ἐπιστολή πρός τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανό. Πρόκειται γιά μία δογματική χριστολογική ἐπιστολή τοῦ Λέοντος, τή γνωσή ὡς «Τόμος τοῦ Λέοντος«.
Ἡ καταδίκη τοῦ Εὐτυχοῦς προκάλεσε τήν ἀντίδραση τοῦ Διοσκόρου Ἀλεξανδρείας. Ὁ Διόσκορος ἐναντιώθηκε στόν Νεστοριανισμό, ἀλλά, παρέχοντας θεολογική καί ἐκκλησιαστική στήριξη στόν Εὐτυχή, κατάφερε νά παρασύρει ἀξιοσημείωτο ἀριθμό κληρικῶν καί μοναχῶν τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Καθώς εἶχε τήν ὑποστήριξη του αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β´, συνεκάλεσε ὑπό τήν προεδρεία του Σύνοδο τό ἔτος 449 στήν Ἔφεσο. Ἡ Σύνοδος δικαίωσε τόν Εὐτυχή, καταδίκασε τόν Φλαβιανό Κωνσταντινουπόλεως, καί ὅλους τούς «ἀνατολικούς » ἐπισκόπους πού ἦταν ἀντίθετοι μέ τή μονοφυσιτική διδασκαλία τοῦ Εὐτυχοῦς. Παρά τό γεγονός ὅτι ἡ Σύνοδος αὐτή συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική δέν ἔγινε δεκτή ὡς τέτοια ἀπό τή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί χαρακτηρίσθηκε ὡς «Ληστρική.
Προκειμένου νά καταδικασθεῖ γιά μία ἀκόμη φορά ὁ Νεστοριανισμός ἀλλά καί νά ἀντιμετωπισθεῖ ἡ νέα χριστολογική αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί ἐπί τέλους νά εἰρηνεύσει ἡ Ἐκκλησία ἀπό τή διογκούμενη ἀντίδραση τῶν πιστῶν της, συγκλήθηκε ἡ Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδος στή Χαλκηδόνα τό ἔτος 451. Ἡ Σύνοδος καταδίκασε τούς Νεστοριανούς πού θεωροῦσαν τόν Κύριον ψιλόν ἄνθρωπο, ἀπέρριπταν τόν ὅρο » Θεοτόκος» καί διαιροῦσαν τό ἕνα πρσοωπο τοῦ Κυρίου σέ δύο. Καταδίκασε τόν Εὐτυχή καί τούς ὀπαδούς τῆς μονοφυσιτικῆς αἱρέσεως πού πρέσβευαν σύγκραση καί σύγχυση τῶν δύο φύσεων, δέχοταν δύο φύσεις πρίν τήν ἕνωση, μία φύση μετά τήν ἕνωση καί ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀνθρώπινη φύση ὅμοια μέ ἐμᾶς. Ἡ σπουδαιότητα τῆς Συνόδου ἐντοπίζεται στό γεγονός ὅτι διατύπωσε μέ ἀκριβολόγο θεολογική ὁρολογία τό χριστολογικό δόγμα σχετικά μέ τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ καί τόν τρόπο τῆς μεταξύ τους σχέσεως στή μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καθόρισε ὅτι ὑπάρχουν δύο φύσεις ἑνωμένες ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως σέ ἕνα πρόσωπο ἤ μία ὑπόσταση.
Στόν «Ὅρο Πίστεως» τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος διαβάζουμε:
«Ἑπόμενοι τοίνυν τοῦς ἁγίοις Πατράσιν, ἕνα καί τόν αὐτόν ὁμολογεῖν Υἱόν τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν συμφώνως ἅπαντες ἐκδιδάσκομεν, τέλειον τόν αὐτόν ἐν θεότητι καί τέλειον τόν αὐτόν ἐν ἀνθρωπότητι, Θεόν ἀληθῶς καί ἄνθρωπον ἀληθῶς τόν αὐτόν ἐκ ψυχῆς λογικῆς καί σώματος, ὁμοούσιον τῷ πατρί κατά τήν θεότητα, καί ὁμοούσιον ἡμῖν τόν αὐτόν κατά τήν ἀνθρωπότητα, κατά πάντα ὅμοιον ἡμῖν χωρίς ἁμαρτίας· πρό αἰώνων μέν ἐκ τοῦ Πατρός, γεννηθέντα κατά τήν θεότητα, ἐπ’ ἐσχάτων δέ τῶν ἡμερῶν τόν αὐτόν δι’ ἡμᾶς καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐκ Μαρίας τῆς Παρθένου τῆς Θεοτόκου κατά τήν ἀνθρωπότητα, ἕνα καί τόν αὐτόν Χριστόν, Υἱόν, Κύριον Μονογενῆ, ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, αδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον, οὐδαμοῦ τῆς τῶν φύσεων διαφορᾶς ἀνῃρημένης διά τήν ἔνωσιν, σωζομένης δέ μᾶλλον τῆς ἰδιότητος ἑκατέρας φύσεως καί εἰς ἕν πρόσωπον καί μίαν ὑπόστασιν συντρεχούσης, οὐκ εἰς δύο πρόσωπα μεριζόμενον ἤ διαιρούμενον, ἀλλ’ ἕνα καί τόν αὐτόν υἱόν Μονογενῆ, Θεόν, Λόγον, Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καθάπερ ἄνωθεν οἱ προφῆται περί αὐτοῦ καί αὐτός ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐξεπαίδευσε καί τό τῶν Πατέρων ἡμῖν παραδέδωκε Σύμβολον».
Ἕναν αἰῶνα ἀργότερα, συγκλήθηκε τό ἔτος 553 στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό ἡ Ε´ Οἰκουμενική Σύνοδος, προκειμένου ἀφενός νά διασφαλίσει τό κύρος τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἀφετέρου νά καταδικάσει τά λεγόμενα «Τρία Κεφάλαια « καί τίς κακοδοξίες τοῦ Ὠριγένη καί τῶν ὀπαδῶν του. Στό δογματικό της «ὅρο» ἡ Σύνοδος μεταξύ ἄλλων, καταδικάζει τίς νεστοριανικές αἱρετικές ἀπόψεις, ἐπαναλαμβάνει ὅσα ἡ ἐκκλησιαστική συνείδηση ἀποδέχεται γιά τίς «δύο γεννήσεις» τοῦ Θεοῦ Λόγου καί ἀναθεματίζει ὅλους ὅσους δέν ὁμολογοῦν « κυρίως καί κατ’ ἀλήθειαν» Θεοτόκο τήν Παρθένο Μαρία.
«Εἰ τις καταχρηστικῶς, ἀλλ’ οὐκ ἀληθῶς Θεοτόκον λέγει τήν ἁγίαν ἔνδοξον ἀειπάρθενον Μαρίαν, ἤ κατά ἀναφοράν, ὡς ἀνθρώπου ψιλοῦ γεννηθέντος, ἀλλ’οὐχί τοῦ Θεοῦ Λόγου σαρκωθέντος ἐξ αὐτῆς, ἀναφερομένης δέ κατ’ ἐκείνους τῆς τοῦ ἀνθρωπου γεννήσεως ἐπί τόν Θεόν λόγον, ὡς συνόντα τῷ ἀνθρώπῳ γενομένῳ· καί συκοφαντεῖ τήν ἁγίαν ἐν Χαλκηδόνι σύνοδον, ὡς κατά ταύτην τήν ἀσεβῆ ἐπινοηθεῖσαν παρά Θεοδώρου ἔννοιαν Θεοτόκον τήν παρθένον εἰποῦσαν· ἤ εἴ τις ἀνθρωποτόκον αὐτήν καλεῖ ἤ χριστοτόκον ὡς τοῦ Χριστοῦ μή ὄντος Θεοῦ, ἀλλά μή κυρίως καί κατα ἀλήθειαν Θεοτόκον αὐτήν ὁμολογεῖ, διά τό τόν πρό αἰώνων ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθέντα Θεόν Λόγον ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν ἐξ αὐτῆς σαρκωθῆναι,οὔτω τε εὐσεβῶς καί τήν ἁγίαν ἐν Χαλκηδόνι σύνοδον Θεοτόκον αὐτήν ὁμολογῆσαι, ὁ τοιοῦτος ἀνάθεμα ἔστω».
Μέ τό Χριστολογικό ζήτημα ἀσχολήθηκε καί ἡ ΣΤ´ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τά ἔτη 680 -681, καί ἰδιαίτερα μέ μία πλευρά τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τόν Μονοεργητισμό καί Μονοθελητισμό, τόν ὁποῖο καί καταδίκασε ἐπικυρώνοντας ταυτόχρονα τίς ἀποφάσεις ὅλων τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνοδων. Στή Σύνοδο αὐτή, μέ συνοδική ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Σωφρονίου, πατριάρχου Ἰεροσολύμων, πού ἀνακεφαλαιώνει ὅλο τό Τριαδολογικό καί Χριστολογικό δόγμα,τονίζεται ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι «Θεοτόκος» καί «Ἀειπάρθενος» · «πρό τοῦ τόκου καί ἐν τῷ τόκῳ καί μετά τόν τόκον».
Ἡ «ἀειπαρθενία» τῆς Παναγίας εἶναι δογματική συνέπεια τοῦ γεγονότος ὅτι αὐτή ἦταν ἀληθινά «Θεοτόκος» καί συμβολίζεται εἰκονογραφικά μέ τήν παράσταση τριῶν ἀστεριῶν πού φέρει στό μαφόριό της. Ἡ Θεοτόκος εἶναι καί Ἀειπάρθενος καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν ἐκφραστικό ὄνομα τῆς Θεοτόκου. Στά δύο αὐτά ὀνόματα «Θεοτόκος« καί «Ἀειπάρθενος» μπορεῖ νά συνοψισθεῖ ὅλη ἡ δογματική διδασκαλία γιά τήν Παρθένο Μαρία.
Ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος, πού συγκλήθηκε κατά τά ἔτη 691 -692 στήν Κωνσταντινούπολη, μέ σκοπό νά συμπληρώσει τό νομοθετικό ὑστέρημα τῶν δύο προηγηθεισῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀχολήθηκε καί μέ τήν κατάπαυση ὁρισμένων παραδοξοτήτων, πού ἀπό καιρό εἶχαν ἐμφανισθεῖ καί ἀναφέρονταν σέ ἔθιμα τῶν Χριστιανῶν κατά τά «ἐπιλόχεια» τῆς Θεοτόκου. Μεταξύ τῶν πολλῶν κανόνων πού ἐξέδωσε, μέ τόν 79ο κανόνα της ὄχι μόνο καταπόλεμησε καί καταδίκασε τά λεγόμενα «ἐπιλόχεια» ἔθιμα, ἀλλά καί ὑπογράμμισε τόν ἀλόχευτο χαρακτήρα τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ ἀπό τή Θεοτόκο, σημειώνοντας χαρακατηρισκά «ἀλόχευτον τόν ἐκ τῆς Παρθένου θεῖον τόκον ὁμολογοῦντες«.
Ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος συγκληθηκε στή Νίκαια τό ἔτος 787 , ἐξ αἰτίας τῆς Εἰκονομαχίας. Στόν «ὅρο» τῆς πίστεως ἀνακεφαλαιώνεται ὁλόκληρη ἡ μακραίωνη ὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί ἐπαναλαμβάνεται ἡ διδασκαλία ὅτι ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου εἶναι Ἀειπάρθενος καί ἀληθινά Θεοτόκος.
«Ὁμολογοῦμεν δέ καί τήν δέσποιναν ἡμῶν τήν ἁγίαν Μαρίαν κυρίως καί ἀληθῶς Θεοτόκον, ὡς τεκοῦσαν σαρκί τόν ἕνα τῆς ἁγίας Τριάδος Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν… σύν τούτοις δέ καί τάς δύο φύσεις ὁμολογοῦμεν τοῦ σαρκωθέντος δι’ἡμᾶς ἐκ τῆς ἀχράντου Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, τέλειον αὐτόν Θεόν καί τέλειον ἄνθρωπον γινώσκοντες.
Μέ ὅσα ἀναφέρθηκαν μέ ἰδιαίτερα συνοπτικό τρόπο, μπορεῖ εὔκολα νά κατανοηθεῖ ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο δέν εἶναι καθόλου ἄσχετη μέ ὁλόκληρη τήν δογματική της παράδοση. Ἀντιθέτως σχετίζεται ὀργανικά καί συνδέεται πρωταρχικά μέ τή Χριστολογία καί τή Σωτηριολογία, γιατί μέ τή Θεοτόκο σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος , ὁ Κύριος τῆς Δόξης καί Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, ὁ Ἄσαρκος Λόγος, προκειμένου νά πληρωθεῖ ἡ σωτηριώδης θεία οἰκονομία. Μιά διαστρεβλωμένη καί «μειωμένη» Χριστολογία ἔχει ὀλέθρια ἀποτελέσματα, ἀφοῦ καταλύει τό δόγμα τῆς σωτηρίας. Ἀλλά καί κάθε ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία, ὅπως ἡ σχετική περί Θεοτόκου, κατανοεῖται καί ἑρμηνεύεται ἀποκλειστικά ἐντός καί διά τῆς Θεολογίας καί τῆς Χριστολογίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, καθώς ἔχει στέρεη βάση της τή Χριστολογία, δέν εἶναι καί δέν ἐπιτρέπεται νά μετατραπεῖ σέ αὐτονομημένη, ἀνεξάρτητη καί αὐτοδύναμη Μαριολογία καί Μαριολατρεία , ἤ ἀκόμη σέ ἀνθρωπολογία μέ κέντρο της τήν Παρθένο Μαρία, ἀλλά εἶναι πρωτίστως καί κατεξοχήν Χριστολογία, στήν ὁποία συμπεριλαμβάνεται ἀσφαλῶς καί ἡ ἀνθρωπολογία καί ἡ περί Θεοτόκου διδασκαλία. Οἱ ὅποιες παρανοήσεις, παραχαράξεις καί καινοτομίες , πού ἀφοροῦσαν τό πρόσωπο καί τό ἔργο τῆς Παρθένου Μαρίας, προῆλθαν σαφέστατα ἀπό μία λανθασμένη καί «κολοβωμένη» Χριστολογία, ἀπό τήν παρανόηση τοῦ δόγματος τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Κατά συνέπεια, ἡ ὀρθόδοξη ἀλήθεια γιά τή Μητερα τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοτόκου δέν μπορεῖ παρά νά «ἐπιστηρίζεται σέ χριστολογική βάση»!
Οἱ ἀστείρευτες πηγές τῆς συνοδικῆς καί πατερικῆς παράδοσης τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας, ἀπό τίς ὁποῖες μικρόν μόνο μέρος ἀξιοποιήθηκε καί παρουσιάσθηκε ἐδῶ μαρτυροῦν ὁμοφώνως καί διατρανώνουν συνοδικῶς ὅτι ἡ Ὑπερευλογημένη Παρθένος Μαρία εἶναι ὄντως καί ἀληθῶς Θτοόκος, Θεογεννήτρια καί Θεομήτωρ, ὅπως «θεογράφως διεχάραξαν» καί «πνευματοκινήτως» ἐδογμάτισαν οἱ θεοφόροι Πατέρες, πού συγκρότησαν τίς Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἡ Κυρία Θεοτόκος « διηκόνησε » καί «ὑπούργησε» στό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας καί τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου διά τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου καί τῆς θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Γιά τή συμβολή τῆς Παρθένου Μαρίας στήν ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς Οἰκονομίας, δικαιολογημένα ἀποδίδεται τιμή, δόξα καί ὕμνος στήν «ἔχουσα τά δευτερεία τῆς Ἁγίας Τριάδος» , στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τό σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, τό κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τή Μητέρα τοῦ «δεύτερου ἀνθρώπου τοῦ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ, τήν Μητέρα τοῦ «ἐσχάτου Ἀδάμ» τοῦ «καινοῦ ἀνθρώπου» τήν ἀληθινή κατά σάρκα Μητέρα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου. Ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι ὁ « πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς « ἡ Παναγία Μητέρα Του εἶναι Μητέρα μας καί ἐμεῖς θετοί υἱοί της. Κάθε πιστός ἔχει μία ἀπροσμέτρητη δυνατότητα καί προοπτική, ἀφοῦ μπορεῖ νά γίνει καί αὐτός κατά χάριν «Θεοτόκος» καί νά κυοφορήσει κατά χάριν τόν Χριστό ὡς ἔμβρυο . Θά πρέπει βεβαίως νά θεωρηθεῖ ὡς αὐτονόητη προϋπόθεση ἡ ὀρθοδοξη διδασκαλία γιά τή Θεοτόκο καί Ἀειπάρθενο Μαρία.
Ἡ μοναδικότητα καί τό ἀνεπανάληπτο μεγαλεῖο τῆς Θεομήτορος εἶναι σχετικά παρόμοια πρός τή μοναδικότητα τοῦ Υἱοῦ της, πού «ἐπετέλεσεν πᾶσαν βουλήν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός». Τό Πρόσωπο καί ἡ Ἀποστολή τῆς Παρθένου Μαρίας μένουν μετέωρα καί ἀκατανόητα, ἐάν δέν συνδεθοῦν μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἡ Παρθένος « Θεόν σαρκωθέντα τεκοῦσα, Θεοτόκος ὀνομάζεται . Ὁ Χριστός Θεός σεσαρκωμένος καί ἐνανθρωπήσας», προσδίδει στήν κατά σάρκα Μητέρα Του τό ὄνομα «Θεοτόκος»ἀλλά καί τό ὄνομα «Θεοτόκος» «ἅπαν τό μυστήριον τῆς οἰκονομίας [τῆς ἐνανθρώπησεως] συνίστησι. Τό ὄνομα «Θεοτόκος» εἶναι μία ἀναπόφευκτη συνέπεια τοῦ ὀνόματος «Θεάνθρωπος». Καί τά δύο ὀνόματα στέκουν καί πέφτουν μαζί. Ἡ ἀπόρριψη τοῦ ὅρου «Θεοτόκος»ὁδηγεῖ στήν ἀναίρεση ὁλοκλήρου τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους θείας Οἰκονομίας.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Υἱοῦ τῆς Θεοτόκου. Τίποτε δέν πρόκειται νά παρεμβληθεῖ μεταξύ τους. Ἡ Θεοτόκος θά εἶναι πάντοτε ἀχώριστη ἀπό τόν Υἱό της «οὐδέν γάρ μέσον Μητρός καί Υἱοῦ» . Ἰδιαίτερα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ τιμή καί ὁ μακαρισμός καί ἡ δόξα τῆς Παναγίας Θεοτόκου δέν τελειώνουν ποτέ γιατί « ἡ εἰς αὐτήν τιμή, εἰς τόν ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντα (Υἱόν) ἀνάγεται». Ἡ μητέρα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου, ἡ Θεοτόκος, εἶναι ἡ «Μητέρα τῆς δόξης«. Ἡ μεγαλύτερη δόξα τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι ὁ θεανδρικός της τόκος, ὁ «καρπός τῆς κοιλίας της», ὁ Υἱός της, πού τῆς χάρισε και τό μοναδικό ὄνομα «Θεοτόκος«.
Ἡ Θεοτόκος δέν ἐνεργεῖ καί δέν δοξάζεται αὐτονομημένα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα Χριστό. Ἔτσι κατανοεῖται γιατί ἡ ὀρθόδοξη περί Θεοτόκου διδασκαλία συνδέεται οὐσιαστικά καί ὀργανικά μέ τήν ὀρθόδοξη Χριστολογία καί κατ’ ἐπέκταση μέ τήν ὀρθόδοξη Σωτηριολογία. Ἡ ἑνότητα Χριστολογίας καί Σωτηριολογίας εἶναι ἄρρηκτη, ὁ δεσμός τους ἀκατάλυτος και ἡ σχέση τους εἶναι ἀμφίδρομη. Ἡ Σωτηριολογία εἶναι στήν οὐσία της Χριστολογία, ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν νοεῖται παρά μόνο ὡς Σωτήρας. Γι’ αὐτό καί ὁ ὅρος «Θεοτόκος» στήν πραγματικότητα εἶναι χριστολογικός καί σωτηριολογικός ὅρος. Μέσα στά πλαίσια αὐτά κατανοεῖται καί ἡ ὁμολογία ὅτι « οὐκ ἔστιν ἄλλη σωτηρία, εἰ μή τό ὀρθῶς φρονεῖν και πιστέυειν, κατ’ ἀλήθειαν Θεοτοκον τήν ἁγίαν Παρθένον ὑπάρχειν».
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, θέλοντας νά διασφαλίσουν τήν ἑνότητα τῆς πίστεως, τόνιζαν ἐμφατικά τή δογματική ἀναγκαιότητα τοῦ ὅρου «Θεοτόκος « στή λειτουργία τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους θείας Οἰκονομίας. Ὁ Σωτήρας Χριστός, ὁ «Εἷς τῆς Ἁγίας Τριάδος» εἶναι ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐκ Παρθένου Μαρίας σαρκωθείς, Θεός καί ἄνθρωπος. Ἡ Θεολογία καί ἡ Χριστολογία εἶναι ἡ καρδιά, ἡ οὐσία καί τό περιεχόμενο ὁλοκλήρου τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς παραδόσεως. Γι’ αὐτό, λοιπόν, στή δογματική διδασκαλία ὅλα κατανοοῦνται, φωτίζονται καί ἑρμηνεύονται Χριστολογικῶς.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς »στῦλος καί ἑδραίωμα τῆςἀληθείας», καυχᾶται ἐν Κυρίῳ ὅτι συνεχίζει τήν ἐπί γῆς πορεία της διαφυλάσσοντας ἀναλλοίωτη καί ἀκαινοτόμητη μέχρις ἐσχάτων αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀρχαιοπαράδοτη διδασκαλία καί « καλήν παρακαταθήκην « τῆς πίστεως. Στήν ἀληθινή ὀρθόδοξη καθολική πίστη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό «χάραγμα» καί τό «σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας».
Καί ἐνῶ «γυναῖκες λέγονται ἄπειροι καί ἀνθρωποτόκοι ἀμέτρητοι καί παρθένοι μύριαι πλεῖσται καί Μαρίαι εἰσί« γιά τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί ζωή δικαίως, «κυρίως καί ἀληθῶς», μόνον καί ἰδιώτατον καί κυριώτατον καί σημαντικώτατον ἐστι τῇ ἁγίᾳ ἀχράντῳ καί ἀειδόξῳ Παρθένῳ ὄνομα τό Θεοτόκος«.
Πηγή: Αποστολική Διακονία
ΑΒΕΡΩΦ
Του Βασιλείου Α. Τσίγκου
Λέκτορος Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Ὡστόσο, παρά τή ρητή συνοδική καταδίκη τοῦ Νεστορίου , τό χριστολογικό ζήτημα δέν ἔληξε ὁριστικά, ἀλλά συνεχίσθηκε γιά πολλούς αἰῶνες καί γιά τή διευθέτησή του χρειάσθηκε νά συγκληθοῦν καί ἄλλες Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Μετά τό Νεστόριο καί σέ ἀντίθεση μέ τίς ἀπόψεις του ἐμφανίσθηκε ὁ Μονοφυσιτισμός, μέ κύριο ἐκπρόσωπό του τόν Εὐτυχή. Αὐτός ἐπικαλοῦνταν τόν Κύριλλο, τόν ὁποῖο ὅμως ἑρμήνευε μονόπλευρα καί ἐσφαλμένα, προφανῶς γιατί δέν εἶχε κατανοήσει τόν κυρίαρχο σωτηριολογικό χαρακτῆρα τῆς Χριστολογίας του.
Ὁ Εὐτυχής δέν δεχόταν τό ὁμοούσιο τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου μέ τό σῶμα τῆς Μητέρας Του καί μέ τό δικό μας, γιατί, ὅπως ἔλεγε, Αὐτός εἶναι Θεός μας. » Ὁ Κύριος δέν ἔλαβε ἀπότήν Παρθένο σάρκα ὁμοούσια μέ ἐμᾶς, ἀλλά τό σῶμα τοῦ Κυρίου δέν εἶναι σῶμα ἀνθρώπου· ἀνθρώπινο εἶναι τό σῶμα ἀπό τήν Παρθένο . Ἔκανε λόγο γιά ἀλλοίωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως στό Χριστό μετά τήν ἕνωση καί ἀναγνώριζε στό Χριστό δύο φύσεις πρίν τήν ἕνωση, μετά ὅμως τήν ἕνωση μία, καθ’ ὅτι ἡ θεία φύση ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη. Ὁ Εὐτυχής, ὅπως νωρίτερα καί ὁ Νεστόριος, ταύτιζε τούς ὅρους «φύση » καί «πρόσωπο», θεωρώντας ὅτι φύση καί πρόσωπο εἶναι ὅροι ἀχώριστοι. Ἐνδιαφερόταν νά ἀποδείξει ὅτι στό Χριστό ὑπάρχει ἕνα πρόσωπο καί συνεπῶς μία μόνο φύση.
Συγκεκριμενα ὑποστήριζε: » Ὁμολογῶ ἐκ δύο φύσεων γεγενῆσθαι τόν Κύριον ἡμῶν πρό τῆς ἑνώσεως, μετά δέ τήν ἕνωσιν μίαν φύσιν ὁμολογῶ» . Ὁ Εὐτυχής καταδικάσθηκε καί ἀφορίσθηκε ὡς μονοφυσίτης αἱρετικός ἀπό τήν «Ἐνδημοῦσα» Σύνοδο τοῦ 448 καί λίγο ἀργότερα ἀπό τόν Πάπα Ρώμης Λέοντα μέ τήν ἐπιστολή πρός τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανό. Πρόκειται γιά μία δογματική χριστολογική ἐπιστολή τοῦ Λέοντος, τή γνωσή ὡς «Τόμος τοῦ Λέοντος«.
Ἡ καταδίκη τοῦ Εὐτυχοῦς προκάλεσε τήν ἀντίδραση τοῦ Διοσκόρου Ἀλεξανδρείας. Ὁ Διόσκορος ἐναντιώθηκε στόν Νεστοριανισμό, ἀλλά, παρέχοντας θεολογική καί ἐκκλησιαστική στήριξη στόν Εὐτυχή, κατάφερε νά παρασύρει ἀξιοσημείωτο ἀριθμό κληρικῶν καί μοναχῶν τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Καθώς εἶχε τήν ὑποστήριξη του αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β´, συνεκάλεσε ὑπό τήν προεδρεία του Σύνοδο τό ἔτος 449 στήν Ἔφεσο. Ἡ Σύνοδος δικαίωσε τόν Εὐτυχή, καταδίκασε τόν Φλαβιανό Κωνσταντινουπόλεως, καί ὅλους τούς «ἀνατολικούς » ἐπισκόπους πού ἦταν ἀντίθετοι μέ τή μονοφυσιτική διδασκαλία τοῦ Εὐτυχοῦς. Παρά τό γεγονός ὅτι ἡ Σύνοδος αὐτή συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική δέν ἔγινε δεκτή ὡς τέτοια ἀπό τή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί χαρακτηρίσθηκε ὡς «Ληστρική.
Προκειμένου νά καταδικασθεῖ γιά μία ἀκόμη φορά ὁ Νεστοριανισμός ἀλλά καί νά ἀντιμετωπισθεῖ ἡ νέα χριστολογική αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί ἐπί τέλους νά εἰρηνεύσει ἡ Ἐκκλησία ἀπό τή διογκούμενη ἀντίδραση τῶν πιστῶν της, συγκλήθηκε ἡ Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδος στή Χαλκηδόνα τό ἔτος 451. Ἡ Σύνοδος καταδίκασε τούς Νεστοριανούς πού θεωροῦσαν τόν Κύριον ψιλόν ἄνθρωπο, ἀπέρριπταν τόν ὅρο » Θεοτόκος» καί διαιροῦσαν τό ἕνα πρσοωπο τοῦ Κυρίου σέ δύο. Καταδίκασε τόν Εὐτυχή καί τούς ὀπαδούς τῆς μονοφυσιτικῆς αἱρέσεως πού πρέσβευαν σύγκραση καί σύγχυση τῶν δύο φύσεων, δέχοταν δύο φύσεις πρίν τήν ἕνωση, μία φύση μετά τήν ἕνωση καί ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀνθρώπινη φύση ὅμοια μέ ἐμᾶς. Ἡ σπουδαιότητα τῆς Συνόδου ἐντοπίζεται στό γεγονός ὅτι διατύπωσε μέ ἀκριβολόγο θεολογική ὁρολογία τό χριστολογικό δόγμα σχετικά μέ τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ καί τόν τρόπο τῆς μεταξύ τους σχέσεως στή μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καθόρισε ὅτι ὑπάρχουν δύο φύσεις ἑνωμένες ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως σέ ἕνα πρόσωπο ἤ μία ὑπόσταση.
Στόν «Ὅρο Πίστεως» τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος διαβάζουμε:
«Ἑπόμενοι τοίνυν τοῦς ἁγίοις Πατράσιν, ἕνα καί τόν αὐτόν ὁμολογεῖν Υἱόν τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν συμφώνως ἅπαντες ἐκδιδάσκομεν, τέλειον τόν αὐτόν ἐν θεότητι καί τέλειον τόν αὐτόν ἐν ἀνθρωπότητι, Θεόν ἀληθῶς καί ἄνθρωπον ἀληθῶς τόν αὐτόν ἐκ ψυχῆς λογικῆς καί σώματος, ὁμοούσιον τῷ πατρί κατά τήν θεότητα, καί ὁμοούσιον ἡμῖν τόν αὐτόν κατά τήν ἀνθρωπότητα, κατά πάντα ὅμοιον ἡμῖν χωρίς ἁμαρτίας· πρό αἰώνων μέν ἐκ τοῦ Πατρός, γεννηθέντα κατά τήν θεότητα, ἐπ’ ἐσχάτων δέ τῶν ἡμερῶν τόν αὐτόν δι’ ἡμᾶς καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐκ Μαρίας τῆς Παρθένου τῆς Θεοτόκου κατά τήν ἀνθρωπότητα, ἕνα καί τόν αὐτόν Χριστόν, Υἱόν, Κύριον Μονογενῆ, ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, αδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον, οὐδαμοῦ τῆς τῶν φύσεων διαφορᾶς ἀνῃρημένης διά τήν ἔνωσιν, σωζομένης δέ μᾶλλον τῆς ἰδιότητος ἑκατέρας φύσεως καί εἰς ἕν πρόσωπον καί μίαν ὑπόστασιν συντρεχούσης, οὐκ εἰς δύο πρόσωπα μεριζόμενον ἤ διαιρούμενον, ἀλλ’ ἕνα καί τόν αὐτόν υἱόν Μονογενῆ, Θεόν, Λόγον, Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καθάπερ ἄνωθεν οἱ προφῆται περί αὐτοῦ καί αὐτός ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐξεπαίδευσε καί τό τῶν Πατέρων ἡμῖν παραδέδωκε Σύμβολον».
Ἕναν αἰῶνα ἀργότερα, συγκλήθηκε τό ἔτος 553 στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό ἡ Ε´ Οἰκουμενική Σύνοδος, προκειμένου ἀφενός νά διασφαλίσει τό κύρος τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἀφετέρου νά καταδικάσει τά λεγόμενα «Τρία Κεφάλαια « καί τίς κακοδοξίες τοῦ Ὠριγένη καί τῶν ὀπαδῶν του. Στό δογματικό της «ὅρο» ἡ Σύνοδος μεταξύ ἄλλων, καταδικάζει τίς νεστοριανικές αἱρετικές ἀπόψεις, ἐπαναλαμβάνει ὅσα ἡ ἐκκλησιαστική συνείδηση ἀποδέχεται γιά τίς «δύο γεννήσεις» τοῦ Θεοῦ Λόγου καί ἀναθεματίζει ὅλους ὅσους δέν ὁμολογοῦν « κυρίως καί κατ’ ἀλήθειαν» Θεοτόκο τήν Παρθένο Μαρία.
«Εἰ τις καταχρηστικῶς, ἀλλ’ οὐκ ἀληθῶς Θεοτόκον λέγει τήν ἁγίαν ἔνδοξον ἀειπάρθενον Μαρίαν, ἤ κατά ἀναφοράν, ὡς ἀνθρώπου ψιλοῦ γεννηθέντος, ἀλλ’οὐχί τοῦ Θεοῦ Λόγου σαρκωθέντος ἐξ αὐτῆς, ἀναφερομένης δέ κατ’ ἐκείνους τῆς τοῦ ἀνθρωπου γεννήσεως ἐπί τόν Θεόν λόγον, ὡς συνόντα τῷ ἀνθρώπῳ γενομένῳ· καί συκοφαντεῖ τήν ἁγίαν ἐν Χαλκηδόνι σύνοδον, ὡς κατά ταύτην τήν ἀσεβῆ ἐπινοηθεῖσαν παρά Θεοδώρου ἔννοιαν Θεοτόκον τήν παρθένον εἰποῦσαν· ἤ εἴ τις ἀνθρωποτόκον αὐτήν καλεῖ ἤ χριστοτόκον ὡς τοῦ Χριστοῦ μή ὄντος Θεοῦ, ἀλλά μή κυρίως καί κατα ἀλήθειαν Θεοτόκον αὐτήν ὁμολογεῖ, διά τό τόν πρό αἰώνων ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθέντα Θεόν Λόγον ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν ἐξ αὐτῆς σαρκωθῆναι,οὔτω τε εὐσεβῶς καί τήν ἁγίαν ἐν Χαλκηδόνι σύνοδον Θεοτόκον αὐτήν ὁμολογῆσαι, ὁ τοιοῦτος ἀνάθεμα ἔστω».
Μέ τό Χριστολογικό ζήτημα ἀσχολήθηκε καί ἡ ΣΤ´ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τά ἔτη 680 -681, καί ἰδιαίτερα μέ μία πλευρά τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τόν Μονοεργητισμό καί Μονοθελητισμό, τόν ὁποῖο καί καταδίκασε ἐπικυρώνοντας ταυτόχρονα τίς ἀποφάσεις ὅλων τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνοδων. Στή Σύνοδο αὐτή, μέ συνοδική ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Σωφρονίου, πατριάρχου Ἰεροσολύμων, πού ἀνακεφαλαιώνει ὅλο τό Τριαδολογικό καί Χριστολογικό δόγμα,τονίζεται ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι «Θεοτόκος» καί «Ἀειπάρθενος» · «πρό τοῦ τόκου καί ἐν τῷ τόκῳ καί μετά τόν τόκον».
Ἡ «ἀειπαρθενία» τῆς Παναγίας εἶναι δογματική συνέπεια τοῦ γεγονότος ὅτι αὐτή ἦταν ἀληθινά «Θεοτόκος» καί συμβολίζεται εἰκονογραφικά μέ τήν παράσταση τριῶν ἀστεριῶν πού φέρει στό μαφόριό της. Ἡ Θεοτόκος εἶναι καί Ἀειπάρθενος καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν ἐκφραστικό ὄνομα τῆς Θεοτόκου. Στά δύο αὐτά ὀνόματα «Θεοτόκος« καί «Ἀειπάρθενος» μπορεῖ νά συνοψισθεῖ ὅλη ἡ δογματική διδασκαλία γιά τήν Παρθένο Μαρία.
Ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος, πού συγκλήθηκε κατά τά ἔτη 691 -692 στήν Κωνσταντινούπολη, μέ σκοπό νά συμπληρώσει τό νομοθετικό ὑστέρημα τῶν δύο προηγηθεισῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀχολήθηκε καί μέ τήν κατάπαυση ὁρισμένων παραδοξοτήτων, πού ἀπό καιρό εἶχαν ἐμφανισθεῖ καί ἀναφέρονταν σέ ἔθιμα τῶν Χριστιανῶν κατά τά «ἐπιλόχεια» τῆς Θεοτόκου. Μεταξύ τῶν πολλῶν κανόνων πού ἐξέδωσε, μέ τόν 79ο κανόνα της ὄχι μόνο καταπόλεμησε καί καταδίκασε τά λεγόμενα «ἐπιλόχεια» ἔθιμα, ἀλλά καί ὑπογράμμισε τόν ἀλόχευτο χαρακτήρα τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ ἀπό τή Θεοτόκο, σημειώνοντας χαρακατηρισκά «ἀλόχευτον τόν ἐκ τῆς Παρθένου θεῖον τόκον ὁμολογοῦντες«.
Ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος συγκληθηκε στή Νίκαια τό ἔτος 787 , ἐξ αἰτίας τῆς Εἰκονομαχίας. Στόν «ὅρο» τῆς πίστεως ἀνακεφαλαιώνεται ὁλόκληρη ἡ μακραίωνη ὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί ἐπαναλαμβάνεται ἡ διδασκαλία ὅτι ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου εἶναι Ἀειπάρθενος καί ἀληθινά Θεοτόκος.
«Ὁμολογοῦμεν δέ καί τήν δέσποιναν ἡμῶν τήν ἁγίαν Μαρίαν κυρίως καί ἀληθῶς Θεοτόκον, ὡς τεκοῦσαν σαρκί τόν ἕνα τῆς ἁγίας Τριάδος Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν… σύν τούτοις δέ καί τάς δύο φύσεις ὁμολογοῦμεν τοῦ σαρκωθέντος δι’ἡμᾶς ἐκ τῆς ἀχράντου Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, τέλειον αὐτόν Θεόν καί τέλειον ἄνθρωπον γινώσκοντες.
Μέ ὅσα ἀναφέρθηκαν μέ ἰδιαίτερα συνοπτικό τρόπο, μπορεῖ εὔκολα νά κατανοηθεῖ ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο δέν εἶναι καθόλου ἄσχετη μέ ὁλόκληρη τήν δογματική της παράδοση. Ἀντιθέτως σχετίζεται ὀργανικά καί συνδέεται πρωταρχικά μέ τή Χριστολογία καί τή Σωτηριολογία, γιατί μέ τή Θεοτόκο σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος , ὁ Κύριος τῆς Δόξης καί Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, ὁ Ἄσαρκος Λόγος, προκειμένου νά πληρωθεῖ ἡ σωτηριώδης θεία οἰκονομία. Μιά διαστρεβλωμένη καί «μειωμένη» Χριστολογία ἔχει ὀλέθρια ἀποτελέσματα, ἀφοῦ καταλύει τό δόγμα τῆς σωτηρίας. Ἀλλά καί κάθε ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία, ὅπως ἡ σχετική περί Θεοτόκου, κατανοεῖται καί ἑρμηνεύεται ἀποκλειστικά ἐντός καί διά τῆς Θεολογίας καί τῆς Χριστολογίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, καθώς ἔχει στέρεη βάση της τή Χριστολογία, δέν εἶναι καί δέν ἐπιτρέπεται νά μετατραπεῖ σέ αὐτονομημένη, ἀνεξάρτητη καί αὐτοδύναμη Μαριολογία καί Μαριολατρεία , ἤ ἀκόμη σέ ἀνθρωπολογία μέ κέντρο της τήν Παρθένο Μαρία, ἀλλά εἶναι πρωτίστως καί κατεξοχήν Χριστολογία, στήν ὁποία συμπεριλαμβάνεται ἀσφαλῶς καί ἡ ἀνθρωπολογία καί ἡ περί Θεοτόκου διδασκαλία. Οἱ ὅποιες παρανοήσεις, παραχαράξεις καί καινοτομίες , πού ἀφοροῦσαν τό πρόσωπο καί τό ἔργο τῆς Παρθένου Μαρίας, προῆλθαν σαφέστατα ἀπό μία λανθασμένη καί «κολοβωμένη» Χριστολογία, ἀπό τήν παρανόηση τοῦ δόγματος τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Κατά συνέπεια, ἡ ὀρθόδοξη ἀλήθεια γιά τή Μητερα τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοτόκου δέν μπορεῖ παρά νά «ἐπιστηρίζεται σέ χριστολογική βάση»!
Οἱ ἀστείρευτες πηγές τῆς συνοδικῆς καί πατερικῆς παράδοσης τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας, ἀπό τίς ὁποῖες μικρόν μόνο μέρος ἀξιοποιήθηκε καί παρουσιάσθηκε ἐδῶ μαρτυροῦν ὁμοφώνως καί διατρανώνουν συνοδικῶς ὅτι ἡ Ὑπερευλογημένη Παρθένος Μαρία εἶναι ὄντως καί ἀληθῶς Θτοόκος, Θεογεννήτρια καί Θεομήτωρ, ὅπως «θεογράφως διεχάραξαν» καί «πνευματοκινήτως» ἐδογμάτισαν οἱ θεοφόροι Πατέρες, πού συγκρότησαν τίς Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἡ Κυρία Θεοτόκος « διηκόνησε » καί «ὑπούργησε» στό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας καί τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου διά τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου καί τῆς θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Γιά τή συμβολή τῆς Παρθένου Μαρίας στήν ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς Οἰκονομίας, δικαιολογημένα ἀποδίδεται τιμή, δόξα καί ὕμνος στήν «ἔχουσα τά δευτερεία τῆς Ἁγίας Τριάδος» , στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τό σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, τό κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τή Μητέρα τοῦ «δεύτερου ἀνθρώπου τοῦ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ, τήν Μητέρα τοῦ «ἐσχάτου Ἀδάμ» τοῦ «καινοῦ ἀνθρώπου» τήν ἀληθινή κατά σάρκα Μητέρα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου. Ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι ὁ « πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς « ἡ Παναγία Μητέρα Του εἶναι Μητέρα μας καί ἐμεῖς θετοί υἱοί της. Κάθε πιστός ἔχει μία ἀπροσμέτρητη δυνατότητα καί προοπτική, ἀφοῦ μπορεῖ νά γίνει καί αὐτός κατά χάριν «Θεοτόκος» καί νά κυοφορήσει κατά χάριν τόν Χριστό ὡς ἔμβρυο . Θά πρέπει βεβαίως νά θεωρηθεῖ ὡς αὐτονόητη προϋπόθεση ἡ ὀρθοδοξη διδασκαλία γιά τή Θεοτόκο καί Ἀειπάρθενο Μαρία.
Ἡ μοναδικότητα καί τό ἀνεπανάληπτο μεγαλεῖο τῆς Θεομήτορος εἶναι σχετικά παρόμοια πρός τή μοναδικότητα τοῦ Υἱοῦ της, πού «ἐπετέλεσεν πᾶσαν βουλήν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός». Τό Πρόσωπο καί ἡ Ἀποστολή τῆς Παρθένου Μαρίας μένουν μετέωρα καί ἀκατανόητα, ἐάν δέν συνδεθοῦν μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἡ Παρθένος « Θεόν σαρκωθέντα τεκοῦσα, Θεοτόκος ὀνομάζεται . Ὁ Χριστός Θεός σεσαρκωμένος καί ἐνανθρωπήσας», προσδίδει στήν κατά σάρκα Μητέρα Του τό ὄνομα «Θεοτόκος»ἀλλά καί τό ὄνομα «Θεοτόκος» «ἅπαν τό μυστήριον τῆς οἰκονομίας [τῆς ἐνανθρώπησεως] συνίστησι. Τό ὄνομα «Θεοτόκος» εἶναι μία ἀναπόφευκτη συνέπεια τοῦ ὀνόματος «Θεάνθρωπος». Καί τά δύο ὀνόματα στέκουν καί πέφτουν μαζί. Ἡ ἀπόρριψη τοῦ ὅρου «Θεοτόκος»ὁδηγεῖ στήν ἀναίρεση ὁλοκλήρου τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους θείας Οἰκονομίας.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Υἱοῦ τῆς Θεοτόκου. Τίποτε δέν πρόκειται νά παρεμβληθεῖ μεταξύ τους. Ἡ Θεοτόκος θά εἶναι πάντοτε ἀχώριστη ἀπό τόν Υἱό της «οὐδέν γάρ μέσον Μητρός καί Υἱοῦ» . Ἰδιαίτερα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ τιμή καί ὁ μακαρισμός καί ἡ δόξα τῆς Παναγίας Θεοτόκου δέν τελειώνουν ποτέ γιατί « ἡ εἰς αὐτήν τιμή, εἰς τόν ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντα (Υἱόν) ἀνάγεται». Ἡ μητέρα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου, ἡ Θεοτόκος, εἶναι ἡ «Μητέρα τῆς δόξης«. Ἡ μεγαλύτερη δόξα τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι ὁ θεανδρικός της τόκος, ὁ «καρπός τῆς κοιλίας της», ὁ Υἱός της, πού τῆς χάρισε και τό μοναδικό ὄνομα «Θεοτόκος«.
Ἡ Θεοτόκος δέν ἐνεργεῖ καί δέν δοξάζεται αὐτονομημένα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα Χριστό. Ἔτσι κατανοεῖται γιατί ἡ ὀρθόδοξη περί Θεοτόκου διδασκαλία συνδέεται οὐσιαστικά καί ὀργανικά μέ τήν ὀρθόδοξη Χριστολογία καί κατ’ ἐπέκταση μέ τήν ὀρθόδοξη Σωτηριολογία. Ἡ ἑνότητα Χριστολογίας καί Σωτηριολογίας εἶναι ἄρρηκτη, ὁ δεσμός τους ἀκατάλυτος και ἡ σχέση τους εἶναι ἀμφίδρομη. Ἡ Σωτηριολογία εἶναι στήν οὐσία της Χριστολογία, ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν νοεῖται παρά μόνο ὡς Σωτήρας. Γι’ αὐτό καί ὁ ὅρος «Θεοτόκος» στήν πραγματικότητα εἶναι χριστολογικός καί σωτηριολογικός ὅρος. Μέσα στά πλαίσια αὐτά κατανοεῖται καί ἡ ὁμολογία ὅτι « οὐκ ἔστιν ἄλλη σωτηρία, εἰ μή τό ὀρθῶς φρονεῖν και πιστέυειν, κατ’ ἀλήθειαν Θεοτοκον τήν ἁγίαν Παρθένον ὑπάρχειν».
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, θέλοντας νά διασφαλίσουν τήν ἑνότητα τῆς πίστεως, τόνιζαν ἐμφατικά τή δογματική ἀναγκαιότητα τοῦ ὅρου «Θεοτόκος « στή λειτουργία τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους θείας Οἰκονομίας. Ὁ Σωτήρας Χριστός, ὁ «Εἷς τῆς Ἁγίας Τριάδος» εἶναι ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐκ Παρθένου Μαρίας σαρκωθείς, Θεός καί ἄνθρωπος. Ἡ Θεολογία καί ἡ Χριστολογία εἶναι ἡ καρδιά, ἡ οὐσία καί τό περιεχόμενο ὁλοκλήρου τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς παραδόσεως. Γι’ αὐτό, λοιπόν, στή δογματική διδασκαλία ὅλα κατανοοῦνται, φωτίζονται καί ἑρμηνεύονται Χριστολογικῶς.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς »στῦλος καί ἑδραίωμα τῆςἀληθείας», καυχᾶται ἐν Κυρίῳ ὅτι συνεχίζει τήν ἐπί γῆς πορεία της διαφυλάσσοντας ἀναλλοίωτη καί ἀκαινοτόμητη μέχρις ἐσχάτων αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀρχαιοπαράδοτη διδασκαλία καί « καλήν παρακαταθήκην « τῆς πίστεως. Στήν ἀληθινή ὀρθόδοξη καθολική πίστη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό «χάραγμα» καί τό «σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας».
Καί ἐνῶ «γυναῖκες λέγονται ἄπειροι καί ἀνθρωποτόκοι ἀμέτρητοι καί παρθένοι μύριαι πλεῖσται καί Μαρίαι εἰσί« γιά τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί ζωή δικαίως, «κυρίως καί ἀληθῶς», μόνον καί ἰδιώτατον καί κυριώτατον καί σημαντικώτατον ἐστι τῇ ἁγίᾳ ἀχράντῳ καί ἀειδόξῳ Παρθένῳ ὄνομα τό Θεοτόκος«.
Πηγή: Αποστολική Διακονία
ΑΒΕΡΩΦ
Κατηγορία Θέματος
Θέματα Παιδείας,
Θρησκευτικά θέματα,
Ιστορικά θεματα,
Λόγος Ορθοδοξίας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)
1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.
2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.
3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.
4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.
5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).
6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.
7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.
Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.
ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ
2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.
3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.
4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.
5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).
6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.
7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.
Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.
ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ
Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.
1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.
2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.
3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.
Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.
2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.
3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.
Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου