Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, έχω την εικόνα της μητέρας μου να μου λέει ότι ο δρόμος μπροστά στο σπίτι μας μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν ρέμα, το καλοκαίρι στεγνό και τον χειμώνα γεμάτο νερό, και με γεφυράκια περνάγανε στην απέναντι πλευρά της πόλης.
Πολλές φορές το ρέμα αυτό έκανε την επανεμφάνισή του. Η λίγο πιο δυνατή βροχή αρκούσε για να θυμηθεί το νερό τον παλιό του δρόμο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στο γυμνάσιο, να πλημμυρίζει η οδός Κοροπούλη και τα παιδιά που έμεναν από την άλλη πλευρά να τα μεταφέρει η μπουλντόζα πάνω στη δαγκάνα για να πάνε στα σπίτια τους.
Μόλις δύο χρόνια πριν, τον Φεβρουάριο του 2015, θυμάμαι να ξυπνάω μέσα στη νύχτα από συναγερμούς και φωνές ανθρώπων να ζητούν βοήθεια. Ήταν γιατί τα σπίτια τους πλημμύριζαν, για μία ακόμα φορά. Παρόμοιες εικόνες με σήμερα, κατεστραμμένα μαγαζιά, πλημμυρισμένα υπόγεια, χαμένα αυτοκίνητα, εγκλωβισμένοι άνθρωποι σε σπίτια.
ΜΑΝΔΡΑ 2015:
Στις 15 Νοεμβρίου 2017, ξύπνησα στις 7 το πρωί από τον εκκωφαντικό θόρυβο που κάνει το νερό όταν τρέχει με μεγάλη ταχύτητα. Προς στιγμή απόρησα, στο χωριό μου είμαι και ακούω το ποτάμι; Όταν βγήκα έξω νόμιζα ότι ονειρεύομαι ακόμα. Δεν μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους αυτές τις εικόνες με την πρώτη ματιά. Η οδός Κοροπούλη είχε μετατραπεί στο περήφανο ρέμα που ήταν κάποτε. Αυτοκίνητα αναποδογυρισμένα, σαν καρυδότσουφλα, κάποια με τα φώτα αναμμένα, να φεύγουν με τεράστια ταχύτητα παρασυρμένα από το ορμητικό νερό. Συναγερμοί να χτυπάνε σαν τρελοί. Εκκωφαντικοί θόρυβοι από τα αμάξια και τα υπόλοιπα υλικά που κουβαλούσε ο χείμαρρος και χτυπούσαν πάνω σε σπίτια και σε δέντρα. Φωνές ανθρώπων σε απόγνωση, να προσπαθούν να σώσουν πρώτα τους εαυτούς του και τις οικογένειές τους και μετά τις περιουσίες τους.
Μία εικόνα βγαλμένη από ταινία καταστροφής.
Ο χείμαρρος πέρναγε μέσα από την πόλη για περισσότερο από δύο ώρες. Ώρες εφιαλτικές για όσους τον παρακολουθούσαν και κυρίως για όσους ήταν στον διάβα του. Και όταν η στάθμη του νερού κατέβηκε, αυτό που έμεινε πίσω ήταν πέρα από κάθε φαντασία. Μία πόλη στην κυριολεξία βομβαρδισμένη. Εικόνες που δεν περιγράφονται με λόγια, που δεν μπορείς να τις συνειδητοποιήσεις αν απλά τις δεις σε φωτογραφία, που σε στοιχειώνουν για πάντα αν τις δεις από κοντά.
Οι ίδιοι άνθρωποι που θρηνούσαν το 2015 για τις χαμένες τους περιουσίες, που κάνανε τεράστιο αγώνα να σταθούν ξανά στα πόδια τους, τώρα αντιμετωπίζουν την ολοκληρωτική καταστροφή. Χαμένοι άνθρωποι, χαμένα ζώα, χαμένα αυτοκίνητα, κατεστραμμένα σπίτια και επιχειρήσεις, κατεστραμμένες ζωές. Όλα χάθηκαν μέσα στη λάσπη, τα προσωπικά τους αντικείμενα, τα ρούχα τους, οι ηλεκτρικές συσκευές, τα έπιπλα, τα επίσημα έγγραφα, τα αναμνηστικά και οι φωτογραφίες μίας ολόκληρης ζωής.
ΜΑΝΔΡΑ 2017:
Τι να πεις σε αυτούς τους ανθρώπους;
Πώς να τους παρηγορήσεις;
Πώς να βρουν το κουράγιο να σταθούν πάλι στα πόδια τους;
Πώς να χτίσουν πάλι τη ζωή τους από την αρχή;
Σαν να χτίζουν κάστρα στην άμμο…
Κάτι τέτοιες στιγμές βλέπεις την αληθινή φύση των ανθρώπων.
Είδα το πλιάτσικο σε σπίτια και επιχειρήσεις, από ξένους αλλά και από γνωστούς.
Είδα κάποιους να προσπαθούν να επωφεληθούν από τον πόνο του γείτονά τους.
Είδα όμως και την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη, τη βοήθεια σε ανθρώπους που πληγήκανε από γείτονες που δεν αντιμετώπισαν πρόβλημα.
Ανθρώπους να έρχονται από μακριά για να φέρουν ρούχα και τρόφιμα, για να μοιράσουν ζεστό φαγητό σε εκείνους που το είχαν ανάγκη.
Νέα παιδιά, εφήβους να βοηθούν εθελοντικά σε ότι χρειαζόταν.
Πλιάτσικο και αλληλεγγύη ανακατεμένα. Εικόνες που γεννούν αποτροπιασμό αλλά και εικόνες που γεννούν ελπίδα.
Αλλά όλα, σκέψεις, συναισθήματα και καταστάσεις, σκεπάζονται πάντα από την ίδια ερώτηση. Γιατί;
Πρέπει να ήμουν 7-8 χρονών όταν διάβασα τα «Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, ένα έργο που γράφτηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αυτό που με είχε εντυπωσιάσει τότε και θυμάμαι μέχρι σήμερα ήταν η περιγραφή για τον χείμαρρο, το πιο άγριο θηρίο του βουνού που πνίγει τον άνθρωπο και τη γενιά του. Ο άνθρωπος είναι πολύ μικρός μπροστά του. Ο μόνος εχθρός του το δέντρο. Το δέντρο που συγκρατεί με τις ρίζες του το χώμα και τις πέτρες και δεν τα αφήνει να παρασυρθούν από το νερό.
Εμείς τι κάνουμε τόσα χρόνια για να παλέψουμε με αυτό το θεριό;
Καμένα και κομμένα δάση που δεν μπορούν να μας προστατέψουν πια, μπαζωμένα ρέματα για να γίνουν δρόμοι, σπίτια και εργοστάσια. Πνιγόμαστε μόνοι μας, γιατί πολύ απλά δεν σεβόμαστε την φύση που μας γεννά και μας θρέφει.
Έχω δει πολλές δημοτικές αρχές να αναλαμβάνουν ρόλο στην πόλη. Έχω δει παγκάκια πέτρινα να ξεφυτρώνουν σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο.
Μήνες ολόκληρους πήρε πρόσφατα η κατασκευή των νέων πεζοδρομίων.
Πεζοδρόμια που σε λίγες ώρες γίνανε βάραθρα πλημμυρισμένα με λάσπη. Έργα για εντυπωσιασμό, έργα για αισθητική.....
Tα έργα για την προστασία μας που είναι τόσα χρόνια;
Η ευθύνη βαραίνει τους πάντες, τους τωρινούς και τους παλαιότερους, τον Δήμο, την Περιφέρεια, όλους όσους στο πέρασμα των ετών υπέγραψαν για το μπάζωμα των ρεμάτων, όλους όσους υπέγραψαν για το χτίσιμο κτηρίων και εγκαταστάσεων στην κοίτη τους, όλους όσους άφησαν να καούν τα δάση μας, όλους όσους τόσα χρόνια γνώριζαν τους κινδύνους και δεν έκαναν τα απαραίτητα έργα για να τους εξαλείψουν. Και φυσικά ευθύνη έχουμε όλοι μας, που ψηφίσαμε για την ανάδειξη των υπευθύνων. Που δεν ζυγίσαμε το γενικό καλό αλλά στηριχτήκαμε σε προσωπικά συμφέροντα. Που δεν πιέσαμε για να προλάβουμε το κακό.
Τι πρέπει να γίνει δηλαδή για να βάλουμε μυαλό;
Πόσες ζωές πρέπει να θρηνήσουμε για να λάβουμε μέτρα;
Η νοοτροπία χρόνων είναι ο μεγαλύτερος εχθρός, ριζωμένη βαθιά μέσα μας όπως οι ρίζες των αιωνόβιων δέντρων στο χώμα. Ακόμα όμως και αυτά ο χείμαρρος μπορεί να τα ξεριζώσει.
Οι λέξεις είναι πολύ λίγες να εκφράσουν όλα αυτά που περνάνε από το μυαλό μας αυτές τις στιγμές. Για εμένα όλα μπορούν να συνοψιστούν στο παρακάτω:
Το νερό γυρεύει τα δικαιώματά του. Το νερό θυμάται. Το νερό βρίσκει τον δρόμο του, πάντα! Το ίδιο εύχομαι και για τους κατοίκους αυτής την πόλης που μετράει τις πληγές της.
Καλό ταξίδι στις ψυχές που χάθηκαν τόσο άδικα. Κουράγιο σε όσους έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα. Δύναμη σε όσους έχασαν σπίτια και περιουσίες.
Και γνώση σε όλους μας, ότι με τη φύση δεν πρέπει να παίζουμε, ΠΟΤΕ.
Γιατί στο τέλος βγαίνουμε εμείς χαμένοι, ΠΑΝΤΑ.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου