Πριν από λίγες μέρες, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται από τη συνθήκη INF (Indermediate–Range Nuclear Forces) του 1987. Ως γνωστόν, η Συνθήκη INF απαγόρευε την ανάπτυξη και κατοχή χερσαία εκτοξευόμενων πυραυλικών συστημάτων, τόσο βαλλιστικών πυραύλων όσο και πυραύλων cruise, με βεληνεκές μεταξύ 500 και 5.500 χλμ, ανεξαρτήτως αν μεταφέρουν πυρηνικές ή συμβατικές κεφαλές. Για πολλά χρόνια αυτός ο περιορισμός δεν προβλημάτιζε ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, δεδομένου ότι, ως ναυτική δύναμη, τα πυραυλικά συστήματα που χρησιμοποιούσαν σε αυτές τις κατηγορίες βεληνεκούς εξαπολύονταν από πλοία ή αεροσκάφη.Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η Κίνα έθεσε νέα δεδομένα στις διεθνείς γεωστρατηγικές ισορροπίες. Συγκεκριμένα, για να κυριαρχήσουν στη Νότιο Σινική Θάλασσα, οι Κινέζοι ανέπτυξαν μια σειρά από καινοφανή πυραυλικά συστήματα. Μεταξύ αυτών είναι κατευθυνόμενοι βαλλιστικοί πύραυλοι εναντίον πλοίων (ASBM), με πιο γνωστό εκπρόσωπο τον περιβόητο Dong Feng 21D (DF–21D), το βεληνεκές του οποίου ξεπερνά τα 1.500 χλμ και απειλεί τα αεροπλανοφόρα του Αμερικανικού Ναυτικού.
Επενδύοντας σε παρόμοια συστήματα, καθώς και σε προηγμένα αντιαεροπορικά μεγάλου βεληνεκούς, οι Κινέζοι ανέπτυξαν «φυσαλίδες» (‘bubbles’) «αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής» (A2/AD), μέσα στις οποίες, αν εισέλθουν αμερικανικά πλοία ή αεροσκάφη, θα διατρέξουν μεγάλο κίνδυνο.
Οι Αμερικανοί κατανόησαν ότι για να διεισδύσουν σε αυτές τις «φυσαλίδες» θα έπρεπε να αναπτύξουν και χερσαία εκτοξευόμενα πυραυλικά συστήματα υπερυψηλής ακρίβειας και μεγάλου βεληνεκούς, ενώ σε θαλάσσια περιβάλλοντα κοντά στις ακτές ο Στρατός Ξηράς των ΗΠΑ θα έπρεπε να είναι σε θέση να προσβάλλει και εχθρικά πολεμικά πλοία. Έτσι, το 2016 ο Στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών παρουσίασε την «αντίληψη» (concept) των «Διαχωρικών Πυρών» (Cross Domain Fires), η οποία εν συνεχεία ενσωματώθηκε στο ευρύτερο δόγμα της «Πολυχωρικής Μάχης» (Multi Domain Battle).
Τα «Διαχωρικά Πυρά» προβλέπουν τη χερσαία ανάπτυξη εκτοξευόμενων πυραυλικών συστημάτων, τα οποία θα μπορούν να προσβάλλουν κινούμενους στόχους και στη στεριά και τη θάλασσα, σε μεγάλες αποστάσεις. Αρχικώς, αναπτύχθηκε μια έκδοση του πυραύλου ATACMS με βεληνεκές 350 χλμ, η οποία είναι σε θέση να προσβάλλει και πολεμικά πλοία. Στη συνέχεια, οι Αμερικανοί παρουσίασαν έναν νέο χερσαία εκτοξευόμενο πύραυλο ικανό να χτυπήσει κινούμενους στόχους τόσο στη στεριά όσο και τη θάλασσα, τον DeepStrike.
Το βλήμα αυτό αναφέρεται ότι έχει βεληνεκές 499 χλμ, ακριβώς για να μην παραβιάζει τη συνθήκη INF. Όμως, ήταν δεδομένο ότι αυτός ο περιορισμός δεν μπορούσε να παραμείνει. Τη στιγμή που, όχι μόνο η Κίνα, αλλά και χώρες όπως το Ιράν, ανέπτυσσαν «έξυπνα» πυραυλικά συστήματα που απειλούσαν τις υπερπολύτιμες αμερικανικές πλατφόρμες μάχης, όπως είναι τα αεροπλανοφόρα, δύσκολα θα μπορούσαν να παραμείνουν οι ΗΠΑ έξω από την ανάπτυξη παρόμοιων όπλων, εξαιτίας μιας ψυχροπολεμικής συνθήκης. Η εξέλιξη αυτή, λοιπόν, λύνει τα χέρια της αμερικανικής πολεμικής μηχανής.
Αποσταθεροποίηση στην Ευρώπη
Κατά τη συνήθειά τους, όμως, οι Αμερικανοί προχώρησαν σε αυτήν την κίνηση, αδιαφορώντας για τις ευρύτερες στρατηγικές συνέπειες των επιλογών τους. Έτσι, η απόσυρση από τη Συνθήκη INF, ναι μεν επιτρέπει στο αμερικανικό στράτευμα να αναπτύξει καινοφανείς μαχητικές ικανότητες για να αντιμετωπίσει την κινεζική «ασύμμετρη» πολεμική μηχανή, πλην όμως απειλεί να αποδομήσει τη μεταψυχροπολεμική σταθερότητα στη Γηραιά Ήπειρο και να μας επιστρέψει στη ζοφερή δεκαετία του 80.
Ήταν εκείνη την εποχή που η τοποθέτηση στα εδάφη των ευρωπαϊκών χωρών βαλλιστικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς (MRBM) Pershing II και πυραύλων cruise μεγάλου βεληνεκούς, απείλησαν με πρωτοφανή τρόπο την πυρηνική σταθερότητα. Συγκεκριμένα, οι πύραυλοι Pershing ΙΙ επετύγχαναν μοναδική ακρίβεια πλήγματος και μπορούσαν να χτυπήσουν σιλό διηπειρωτικών πυρηνικών πυραύλων της Σοβιετικής Ένωσης σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, που δεν τους επέτρεπε να εξαπολυθούν ανταποδοτικά σε περίπτωση αιφνιδιαστικής επίθεσης.
Ταυτοχρόνως, οι πύραυλοι cruise, πετώντας πολύ χαμηλά, μπορούσαν να διεισδύσουν στη σοβιετική επικράτεια χωρίς να γίνουν αντιληπτοί και να επιτύχουν αιφνιδιαστικό πλήγμα. Έτσι, η «Αμοιβαία Εξασφαλισμένη Καταστροφή» (MAD), που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της πυρηνικής σταθερότητας στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, τέθηκε εν κινδύνω, μιας και οι ΗΠΑ έθεταν τις βάσεις για να καταστρέψουν μεγάλο μέρος του διηπειρωτικού πυρηνικού οπλοστασίου της Σοβιετικής Ένωσης, πριν αυτό προλάβει να χρησιμοποιηθεί.
Θα θυσιαζόταν η Ευρώπη
Την ίδια στιγμή, η αντιβαλλιστική ασπίδα που μελετιόνταν στο πλαίσιο του προγράμματος SDI (Strategic Defense Initiative), το οποίο πέρασε στην Ιστορία ως «Πόλεμος των Άστρων», υποτίθεται ότι θα μπορούσε να σταματήσει στο διάστημα τους λίγους σοβιετικούς πυραύλους που θα είχαν επιβιώσει του αιφνιδιαστικού πλήγματος.
Βέβαια, με αυτήν τους την κίνηση οι ΗΠΑ θα θυσίαζαν τη Δυτική Ευρώπη, μιας και η Σοβιετική Ένωση, ακόμη και αν το διηπειρωτικό της οπλοστάσιο εξαλειφόταν, είχε επαρκή αριθμό πυρηνικών όπλων για να καταστρέψει τη Γηραιά Ήπειρο. Σήμερα, λοιπόν, τη στιγμή που υποτίθεται ότι ο Ψυχρός Πόλεμος έχει τελειώσει και ο πυρηνικός εφιάλτης ανήκει στο παρελθόν, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισάγουν ξανά στην στρατηγική εξίσωση της Ευρώπης έναν αποσταθεροποιητικό παράγοντα.
Βέβαια, αυτήν τη φορά δεν είναι πυρηνικά αλλά συμβατικά πυραυλικά συστήματα. Ωστόσο, τα συστήματα αυτά, εξαιτίας του μεγάλου βεληνεκούς και της πολύ υψηλής ακρίβειας πλήγματος που επιτυγχάνουν, είναι σε θέση να προσβάλλουν κρίσιμης σημασίας στρατιωτικές υποδομές της Ρωσίας με αιφνιδιαστικό τρόπο. Έτσι, τα όπλα αυτά αυτομάτως εντάσσονται σε μια λογική «πρώτου πλήγματος», ωθώντας τη Ρωσία στην υιοθέτηση αντίστοιχων ικανοτήτων προληπτικών πληγμάτων, ώστε να μην υποστεί η ίδια στρατηγικό αιφνιδιασμό.
Ο κίνδυνος του πυρηνικού λάθους
Και φυσικά, υπάρχει και το ζοφερό ενδεχόμενο της «πυρηνικής παρεξήγησης». Όπως δήλωσε πριν από λίγο καιρό ο πρόεδρος Πούτιν, μια μαζική πυραυλική επίθεση, έστω και αν είναι συμβατική, θα μπορούσε να εκληφθεί ως πυρηνική επίθεση από το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης της Ρωσίας. Κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα να προκύψει αυτοματοποιημένη πυρηνική απάντηση. Αυτή δεν είναι μια «υπερβάλλουσα φοβία» του Ρώσου Προέδρου.
Σε παλαιότερες εποχές, που η αμερικανική στρατηγική διατηρούσε καλύτερες σχέσεις με τον ορθό λόγο, παρόμοιοι φόβοι απέτρεψαν την Ουάσινγκτον από το να προχωρήσει σε παρόμοιες επιλογές. Συγκεκριμένα, στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000 είχε μελετηθεί η μετατροπή πυρηνικών πυραύλων διηπειρωτικού βεληνεκούς σε συμβατικά όπλα προσβολής ακριβείας, εφοδιασμένα με υπέρ–υπερηχητικά (hypersonic) αεροχήματα.
Τα όπλα αυτά θα αναλάμβαναν την προσβολή στόχων υψηλής σημασίας μεγάλης «χρονικής ευαισθησίας» (time critical targets), όπως ήταν ηγέτες της Αλ Κάιντα, όπου και αν εντοπίζονταν στον πλανήτη. Όμως, η τότε αμερικανική ηγεσία έκρινε ότι παρόμοιες επιθέσεις θα μπορούσαν να εκληφθούν ως πυρηνική επίθεση από τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης της Ρωσίας και της Κίνας και να προέκυπταν επικίνδυνες καταστάσεις. Έτσι, απέφυγαν να προχωρήσουν στην υλοποίησή τους. Και αυτό σε μια εποχή που οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας ήταν πολύ καλύτερες από ότι σήμερα.
Τοξικό μείγμα
Η κατάσταση επιδεινώνεται από το «πάντρεμα» αυτών των νέων πυραυλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς και υψηλής ακρίβειας, με την πρόβλεψη για τη χρήση πυρηνικών όπλων μικρής ισχύος σε «ενδιάμεσες» αντιπαραθέσεις. Αντιπαραθέσεις που θα κινούνται μεταξύ της συμβατικής σύγκρουσης και του θερμοπυρηνικού ολοκαυτώματος, όπως προβλέπει το κείμενο της νέας πυρηνικής στρατηγικής των ΗΠΑ NPR (Nuclear Posture Review) που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Φεβρουάριο του 2018.
Προκύπτει, λοιπόν, ένα τοξικό μείγμα αποτελούμενο από μια νέα οικογένεια στρατηγικών, μεταπυρηνικών όπλων που θέτουν νέα δεδομένα στη γεωγραφία της ασφάλειας στην Ευρώπη. Το μείγμα αυτό όμως ενισχύεται και από μια επικίνδυνη ασάφεια ως προς τη χρήση πυρηνικής ισχύος, μια παράλογα «αισιόδοξη» αντίληψη ότι μπορεί να προκύψει ένας «λελογισμένος» πυρηνικός πόλεμος, σε συνδυασμό με παρανοϊκή ρωσοφοβία και «νοσταλγία» για τη «σταθερότητα» του Ψυχρού Πολέμου.
Συμπερασματικά, λοιπόν, οδηγούμαστε σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση. Οι χώρες της Ευρώπης θα πρέπει να αντιληφθούν αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Θέλουν πράγματι να λειτουργήσουν ως αναλώσιμο προκεχωρημένο πυροβολείο των Ηνωμένων Πολιτειών; Ακόμη περισσότερο, θα πρέπει να αναρωτηθούν μήπως είναι και οι ίδιες που ωθούν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτήν την επιθετική συμπεριφορά έναντι της Ρωσίας, εξαιτίας της παρανοϊκής ρωσοφοβίας που τείνει να πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.
Και το τζίνι δύσκολα μπορεί να ξαναμπεί στο μπουκάλι. Η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη INF σηματοδοτεί το τέλος του μεταψυχροπολεμικού κόσμου και την είσοδο σε μια νέα στρατηγική εποχή, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η Τρίτη Πυρηνική Εποχή. Συνακόλουθα, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν την τεράστια ευθύνη να αποφασίσουν για το μέλλον τους. Θέλουν πράγματι να συνεχίσουν μια πολιτική ρωσοφοβίας και «απομόνωσης» της Ρωσίας, που μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση πρωτοφανούς επικινδυνότητας την Ευρώπη ή να διατηρήσουν την ειρήνη, διαμέσου ενός νέου modus Vivendi, με τη Ρωσία;
SLPress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου