Ο θρύλος του Μαρμαρωμένου από μόνος του αναβιώνει το 21 στο νεοθωμανικό μυαλό για αυτό τον τρέμουν οι τούρκοι που ετοιμάζονται τώρα να χάσουν «τα αυγά και τα πασχάλια» βλ. δημοψήφισμα το Πάσχα.
Για αυτό και ο Γέρος του Μοριά έλεγε:
… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρει πίσω την υπογραφή του».
Για ποια Ελλάδα ομιλούσε ο Αρχάγγελος του 21 ο Κολοκοτρώνης;
Μήπως για αυτήν που δεν μπορεί να ασκήσει το νόμιμο διεθνές δικαίωμα της στο ΑΙΓΑΙΟ δηλ. τα 12 Ναυτικά μίλια;
«Ήταν μια εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι» , λέγει ο Γέρος του Μωριά, Κολοκοτρώνης, «και έκλαιγα την Ελλάς… Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της… και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι: όλοι είναι φευγάτοι μου λένε. -Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλικάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρει πίσω την υπογραφή του».
Στα πρόσωπα των ηρώων του 21 ενσαρκώνεται ο θρύλος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά και το ΠΟΘΟΥΜΕΝΟ όπως μας το αφηγείται ο Μακρυγιάννης στα ΟΡΑΜΑΤΑ και ΘΑΜΑΤΑ του.
Πιστεύεται δεν πιστεύεται στον Μύθο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά δεν έχει σημασία γιατί οι νεοθωμανοί του κ. Ερντογάν τον πιστεύουν και θέλουν να επικαιροποιήσουν την ισλαμική κατοχή της ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ.
Αφού έψαξαν σπιθαμή προς σπιθαμή τις υπόγειες στοές της ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ και δεν βρήκαν τίποτε, αποφάσισαν να την καταλάβουν τελετουργικά και να προσεύχονται μέσα σε αυτήν , μήπως και διώξουν το φάντασμα του μαρμαρωμένου θρύλου των Ελλήνων.
Είναι γνωστή η ιστορία που μέσα από το διαδίκτυο την διαβάζουν οι γείτονες μας και μαρμαρώνουν από τον φόβο τους.
“Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΑΛΩ”.
«Ο Τούρκος Στρατηγός είπε στο φίλο του Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς είναι εδώ στα υπόγεια και αρχίζει να ανασηκώνεται
…Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; …»
«Γιατί σήμερα οι Τούρκοι ψάχνουν στα υπόγεια της Αγίας Σοφίας;»
«Τι Είπε ο Τούρκος στρατηγός, στον Έλληνα ομόλογό του;
Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης;
Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου..
…”ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ, ούτε και πρόκειται να αλωθεί.
Καθώς γράφουμε, ξεπηδά από τα βάθη της μνήμης μας μια ιστορία, που αν δεν είναι αληθινή, τουλάχιστον θα μπορούσα να αποθανατίσει σαν θρύλος.
Μας την αφηγήθηκε, πριν μερικά χρόνια, προσωπικότητα αξιόλογη (τηρούμε την ανωνυμία της) και πάντως ούτε ευφάνταστη, ούτε παραμυθολογία.
Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από μια δεκαετία, υπηρετούσαν, απ΄τη μια κι΄από την άλλη πλευρά του Έβρου, στα σύνορα, που διαιρούν την Θράκη μας στα δυο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός.
Οι δυο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύς περισσότερο που ο
Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.
Όταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για άλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφο του.
“Τόσον καιρό”, του είπε, “περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δυο χώρες μας, μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι΄εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σου το αποδείξω.”
Την επόμενη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό αυτοκίνητο του Τούρκου. Νύχτα αφέγγαρη ήταν.
Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη.
Κοντά μεσάνυχτα πρέπει να πλησίασαν στις παρυφές της. Ύπνος βαθύς είχε καθηλώσει στα κρεβάτια τους κάτοικους της. Ησυχία στους δρόμους.
Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε βγήκε από στενά, από περιπλεγμένα σαν κουβάρι καλντερίμια.
Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.
Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Έλληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί.
Ακολουθούσε τον Τούρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ’ το μυαλό, πως μπορούσαν να΄ναι και κακές οι προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμένη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ’ την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Άνοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γης. Περπάτησαν κι οι δυο, σε διάδρομους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τους βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Που πήγαιναν, έτσι στα τυφλά; Που κατευθύνονταν; Ανάστροφα στον χρόνο. Σε ποιον χρόνο; Τον ανθρώπινο ή τον Θεϊκό;
Ο Τούρκος ήξερε. Άλλα δεν ήξερε ακόμη ο Έλληνας. Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει την περιπλάνηση.
Μα ούτε και πρόφταινε να προβληματιστεί. Ακλουθούσε. Με την βεβαιότητα, πως η στιγμή ήταν μοναδική. Πως δεν θα’ χε την ευκαιρία, ποτέ ξανά, να την ξαναζήσει.
Ακολουθούσε. Ονειρευόταν άραγε; Υπνοβατούσε;
Φτερωμένη η φαντασία του, ανάπλαθε μονοπάτια, που μόνο σε ελαφρύ ύπνο βαδίζει κανείς.
Ένα ήταν σίγουρο: δεν θα ξανάβρισκε ποτέ τον δρόμο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρίς οδηγό.
Είχαν φθάσει στο τέρμα.
Θύρα και πάλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαριά σιωπή. Η σιγή της ύστατης ώρας.
Που ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρίνιασα του σκουριασμένου σίδερου. Μισάνοιξε η βαριά θύρα.
Ισχνό φως στο εσωτερικό. Υπερκόσμιο. Μυστηριακό. Υπόγειο; Μπουντρούμι; Κενοτάφιο;
Και τότε, τότε μόνον μίλησε ο Τούρκος: “Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; Δεν λέτε και ξανάλετε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως τον κάταπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο; Δεν είστε βέβαιοι πως
ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ; Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα.
Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου.”
Στο πάτωμα, μισοσηκωμένα στον ένα αγκώνα ο Έλληνας είδε, είδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ.
Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ’ τα δάκρυα τα μάτια του. Θαμπώθηκε η όραση του. Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκεί, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ.
Κι ήταν αυτός, ο τυχερός, που είχε αξιωθεί να το ζήσει με τις αισθήσεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.
Μίλησε και πάλι ο Τούρκος:
“Πριν μερικά χρονιά κειτόταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά-σιγα ν’ ανασηκώνεται. Πάμε.”
Ξανάκλεισαν τη θύρα. Την ξανάκλεισαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ’ τα υπόγεια.
Ξαναπέρασαν την καγκελλενια πόρτα.
Δεν άφησαν πίσω ίχνη απ’ τις πατημασιές τους. Κάνεις δεν τους είχε δει. Μπήκαν στο αυτοκίνητο, πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Σιωπηλοί. Χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα.
Δεν είχε ακόμη ξημερώσει όταν έφτασαν στον Έβρο. Προτού αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτά. Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαίο.
“Γυρίζει πίσω το ποτάμι”, μονολόγησε ο Έλληνας στρατηγός. “Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός”.
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.
Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωση του ν’ αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό στην προσωπικότητα που μας το εμπιστεύτηκε, κατονομάζοντας και τον στρατηγό, κάτω από το βλέμμα του Θεού και της Παναγιάς. Κάναμε και μείς τον σταυρό μας μουρμουρίζοντας “Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΑΛΩ”.
ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΗ
*Η Λαϊκή παράδοση λέει για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στην πραγματικότητα κάνεις Άγιος και κάνεις προφήτης δεν μιλεί για Κωνσταντίνο, όλοι οι προφήτες μιλούν για Ιωάννη.
*Ο Έλληνας στρατηγός πέθανε τον Φεβρουάριο του 2001 πλήρης ημερών. Εμείς μετά από επιστάμενη ερευνά, αναζητήσαμε και βρήκαμε την αδελφή του στρατηγού και μας επιβεβαίωσε ότι η μοναδική ευκαιρία που είχε ο αδελφός της ήταν πραγματικότητα, είδε με τα ματιά του τον Αυτοκράτορα Ιωάννη, γιατί έτσι έγραφε η επιγραφή πάνω από το
κεφάλι.
Αναγράφεται στο τέλος (σελ.21 ) από την Ελένη Κυπρίου, δημοσιογράφο
–συγγραφέα»: http://veteranos.
Ο θρύλος του Μαρμαρωμένου από μόνος του γεννάει σήμερα πολλούς Θεοδωράκηδες παλληκάρια για αυτόν τον τρέμουν οι τούρκοι που ετοιμάζονται τώρα να χάσουν «τα αυγά και τα πασχάλια» βλ. δημοψήφισμα το Πάσχα
Με πίστη και ελπίδα
Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου