Οι εκλογές του Ιουνίου στην Τουρκία αποτελούν σημείο καμπής. Εάν ο Ερντογάν τις κερδίσει θα εδραιώσει το καθεστώς του, οριστικοποιώντας το είδος της μεταπολίτευσης που συντελείται τα τελευταία χρόνια. Η επιλογή του Τούρκου προέδρου να στήσει προώρως τις κάλπες υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να είναι αυτός που διαμορφώνει τις εξελίξεις κι όχι να τρέχει πίσω τους. Η κακή πορεία της τουρκικής οικονομίας, άλλωστε, δεν του άφηνε μεγάλα χρονικά περιθώρια.Υπενθυμίζουμε ότι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, το οποίο προήλθε από διάσπαση του ισλαμικού Κόμματος Ευημερίας του Ερμπακάν, κέρδισε την πρώτη θέση στις εκλογές του 2002 και σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, επειδή ακριβώς τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας κατέρρευσαν υπό το βάρος της τότε οξύτατης οικονομικής κρίσης. Η δυναμική ανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας τη δεκαετία του 2000 και στη συνέχεια ήταν η βάση που, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, επέτρεψε στον Ερντογάν να εδραιώσει τη μεγάλη εκλογική επιρροή του και κατ’ επέκτασιν να κερδίσει τον άτυπο πόλεμο με το βαθύ κεμαλικό κράτος.
Η παρατεταμένη και με υψηλούς ρυθμούς οικονομική μεγέθυνση μετέτρεψε ένα πολιτικό αουτσάιντερ σε καθεστώς. Υπενθυμίζουμε ότι από το 2002 η τουρκική οικονομία μεγεθύνθηκε κατά 74%. Σε αυτό το κλίμα ευφορίας, τα κρούσματα διαφθοράς, η διολίσθηση στον αυταρχισμό και η ισλαμική ατζέντα φάνταζαν λεπτομέρειες για τη μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων της «βαθιάς Τουρκίας».
Από τη μία πλευρά η επιδείνωση του κλίματος λόγω της αντιπαράθεσης με τη Δύση, από την άλλη οι «φούσκες» που έχουν δημιουργηθεί, εγκλωβίζουν την τουρκική οικονομία. Αυτό εμφανίζεται κυρίως στο νομισματικό επίπεδο με την κατρακύλα της τουρκικής λίρας. Αλλά και ο πληθωρισμός τείνει να ξεφύγει. Παρά τις συστάσεις της κεντρικής τράπεζας, ο Ερντογάν εμμένει για προφανείς πολιτικούς-εκλογικούς λόγους στη συνέχιση της επεκτατικής οικονομικής πολιτικής. Έχει συνείδηση, ωστόσο, πως τα χρονικά περιθώρια στενεύουν. Αυτός ήταν σοβαρός λόγος να ανακοινώσει τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Δεν θα κάνει περίπατο
Η κατάληψη του Αφρίν στη Συρία, που προκάλεσε εθνικιστικό οίστρο στην Τουρκία, ήταν ένας δεύτερος λόγος επίσπευσης των εκλογών. Ο Ερντογάν έχει συνείδηση πως η ρητορική του για κατάληψη και της Μανμπίτζ είναι χωρίς αντρίκρισμα, δεδομένου ότι οι Αμερικανοί του έχουν ανάψει κόκκινο φως. Είχε, λοιπόν, κάθε λόγο να εκμεταλλευθεί εκλογικά την εθνικιστική έξαψη όσο αυτή διαρκεί και όσο δεν υπάρχουν στον ορίζοντα δυσμενείς εξελίξεις σε ένα μέτωπο που χαρακτηρίζεται από μεγάλη ρευστότητα.
Η επίσπευση υπαγορεύθηκε και από το γεγονός ότι προς το παρόν η Άγκυρα ισορροπεί με επιτυχία μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ. Αυτό, ωστόσο, δεν μπορεί να συνεχισθεί για πολύ. Οι Αμερικανοί ολοένα και περισσότερο θα πιέζουν τον Ερντογάν να επιλέξει στρατόπεδο, εντείνοντας τις κάθε είδους πιέσεις για να τον εξαναγκάσουν να επιστρέψει στην πεπατημένη της Δυτικής Συμμαχίας.
Κρίσιμη σημασία για τον τρόπο που θα διεξαχθούν οι εκλογές παίζει το γεγονός ότι η Τουρκία παραμένει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Το καθεστώς αυτό έχει επιβληθεί μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 και από τότε ανανεώνεται. Σήμερα, ο Ερντογάν διαθέτει υπερεξουσίες και ελέγχει τους κρατικούς μηχανισμούς. Δεδομένου πως σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις δεν πρόκειται να κάνει περίπατο, αποκτά κρίσιμη σημασία η δυνατότητά του να ασκήσει πιέσεις μέσω του κράτους ή και να προβεί σε μικρότερης ή μεγαλύτερης κλίμακας νοθεία.
Το γεγονός, μάλιστα, ότι ταυτοχρόνως με τις προεδρικές θα διεξαχθούν και οι βουλευτικές εκλογές είναι ένα πλεονέκτημα, με την έννοια ότι θα κινητοποιηθούν όλοι ο υποψήφιοι του κυβερνώντος κόμματος όχι μόνο για να εκλεγούν οι ίδιοι, αλλά και για να εκλεγεί ο αρχηγός τους. Με τις πρόωρες εκλογές ο Ερντογάν αποφεύγει την παρεμβολή των τοπικών εκλογών του 2019, οι οποίες, με βάση τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος το 2017, θα συνιστούσαν ήττα για το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Προφανώς, δεν θα ήθελε να πάει στις κάλπες μετά από μία τέτοια ήττα.
Όλα λοιπόν δείχνουν πως ο Τούρκος πρόεδρος επέλεξε ορθολογικά τον χρόνο των εκλογών, επιδιώκοντας να μεγιστοποιήσει τα όποια πλεονεκτήματά του και να ελαχιστοποιήσει τα μειονεκτήματα. Αυτό, ωστόσο, δεν προεξοφλεί το εκλογικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν σημάδια ότι στους κόλπους της τουρκικής κοινωνίας αναπτύσσεται ένα ισχυρό και ενεργητικό αντί-Ερντογάν ρεύμα. Το κρίσιμο ερώτημα, που αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να απαντηθεί, είναι εάν αυτό το ρεύμα μπορεί να καταστεί πλειοψηφικό και βεβαίως εάν ο Ερντογάν θα καταφύγει σε πρακτικές νοθείες για να εξασφαλίσει την επανεκλογή του.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου