Ο Theodor Herzl στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου Οι Τρεις Βασιλείς στη Βασιλεία, το 1897. |
1973: Η επιβολή του σιωνιστικού λόμπι
Εκείνη την εποχή, η πλειοψηφία των Αμερικανών Εβραίων δεν ήταν απαραίτητα ενάντια στις καλύτερες σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά με την επίθεση δεξιών νεοσυντηρητικών ειδικών με επιρροή, όπως ο Ben Wattenberg και Irving Kristol και την εκρηκτική επίδειξη του σιωνιστικού κινήματος των Ευαγγελικών, πολλοί φιλελεύθεροι Αμερικανοί υποστηρικτές του Ισραήλ πείστηκαν για πρώτη φορά να γυρίσουν την πλάτη τους στην ανάσχεση.
Σύμφωνα με το βιβλίο Détente and Confrontation του Raymond Garthoff, εξέχοντα ειδικού της Σοβιετικής Ενωσης του Υπουργείου Εξωτερικών, “η αμερικανο-σοβιετική συνεργασία για την εκτόνωση τόσο της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης όσο και της εμπλοκής τους σε μια επικίνδυνη σύγκρουση μπορεί να θεωρηθεί πετυχημένη εφαρμογή της διαχείρισης κρίσεων κατά την περίοδο της ανάσχεσης”. Αλλά όπως αναγνωρίζει ο Garthoff, αυτή η επιτυχία απείλησε την «με ζήλο φυλασσόμενη ελευθερία δράσης του Ισραήλ για να καθορίζει μονομερώς τις δικές του απαιτήσεις ασφαλείας» και ήχησε των κώδωνα συναγερμού στο Τελ Αβίβ και στην Ουάσινγκτον.
Με τον Ρίτσαρντ Νίξον σε δυσχερή θέση λόγω Watergate και Βιετνάμ, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ήταν ανοιχτή σε εξωτερικές πιέσεις και το επόμενο έτος θα έπεφτε σίγουρα στα χέρια ενός συνασπισμού ομάδων του φιλοϊσραηλινού λόμπι, νεοσυντηρητικών και της δεξιάς αμυντικής βιομηχανίας.
Αυτές οι ομάδες, όπως η American Israel Public Affairs Committee (AIPAC), το Jewish Institute for National Security Affairs (JINSA), το American Security Council και η Committee on the Present Danger, θα αναλάμβαναν να υποκαταστήσουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ και προσωπική σταυροφορία για τον έλεγχο της μεγάλης Μέσης Ανατολής.
Το ζήτημα της αμερικανικής υποστήριξης προς το Ισραήλ, των νεοσυντηρητικών φίλων του και της αντιρωσικής προκατάληψης έχει μια μακρά και περίπλοκη ιστορία που χρονολογείται πολύ πριν από το Σιωνιστικό σχέδιο του 19ου αιώνα του Theodor Herzl. Ο σιωνισμός δεν ενσταλάχθηκε στην αμερικανική σκέψη από τους Εβραίους, αλλά από τους Βρετανούς Πουριτανούς του 16ου και 17ου αιώνα, των οποίων ιερή αποστολή ήταν να αποκαταστήσουν ένα αρχαίο βασίλειο του Ισραήλ και να ολοκληρώσουν αυτό που πίστευαν ότι ήταν προφητεία της Βίβλου με βάση όσα αυτή γράφει για τον πατριάρχη Ιακώβ.
Το αγγλο-ισραηλινό κίνημα βρήκε κοινό τόπο με τους πολιτικούς στόχους της Βρετανικής Αυτοκρατορίας του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής μέσω της εβραϊκής μετεγκατάστασης στην Παλαιστίνη, η οποία κορυφώθηκε με τη Διακήρυξη Balfour του 1917. Αυτό το μακροπρόθεσμο σχέδιο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας συνεχίζεται σήμερα μέσω της αμερικανικής πολιτικής και αυτό είναι που έχει ονομαστεί Σιωνιστικό Σχέδιο ή Σχέδιο Γινόν.
Προσθέστε σε αυτό τα 700 εκατομμύρια μέλη του παγκόσμιου ευαγγελικού κινήματος και των 70 εκατομμυρίων χριστιανών σιωνιστών στις Ηνωμένες Πολιτείες και η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προς τη Μέση Ανατολή γίνεται μια αποκαλυπτικού χαρακτήρα συρροή από κρυφές ατζέντες, εθνοτικά παράπονα και θρησκευτικές έριδες σε μια μόνιμη κρίση.
Έχει υποστηριχθεί ότι η δουλική προσκόλληση των νεοσυντηρητικών στο Ισραήλ καθιστά τον νεοσυντηρητισμό αποκλειστικά εβραϊκή δημιουργία. Πολλοί νεοσυντηρητικοί συγγραφείς, όπως ο David Brooks των New York Times, κατηγορούν τους επικριτές του Ισραήλ για αντισημιτισμό, προσάπτοντάς τους ότι αντικαθιστούν τον όρο «νεοσυντηρητικός» με τον όρο «Εβραίος». Άλλοι υποστηρίζουν ότι «ο νεοσυντηρητισμός είναι πράγματι ένα εβραϊκό πνευματικό και πολιτικό κίνημα» με «στενούς δεσμούς με τα πιο ακραία εθνικιστικά, επιθετικά, ρατσιστικά και φανατικά στοιχεία μέσα στο Ισραήλ».
Αν και δρα σαφώς ως πολιτικό μέτωπο για τα συμφέροντα του Ισραήλ και ως κινητήριος μοχλός για μόνιμο πόλεμο, ο νεοσυντηρητισμός δεν θα είχε πετύχει ποτέ ως πολιτικό κίνημα χωρίς την υποστήριξη και συνεργασία ισχυρών μη εβραϊκών ελίτ.
Ο Michael Lind, συνιδρυτής του New America Foundation, έγραψε στο The Nation το 2004: «Μαζί με άλλες παραδόσεις της αντισταλινικής αριστεράς, ο νεοσυντηρητισμός γοήτευσε πολλούς Εβραίους διανοούμενους και ακτιβιστές, αλλά δεν είναι, για αυτόν τον λόγο, εβραϊκό κίνημα. Όπως και άλλες αριστερές σχολές, ο νεοσυντηρητισμός στρατολόγησε από διάφορα «φυτώρια», συμπεριλαμβανομένων των φιλελεύθερων καθολικών … των λαϊκιστών, των σοσιαλιστών και των φιλελεύθερων του Νew Deal στις νότιες και νοτιοδυτικές Πολιτείες … Με εξαίρεση τη στρατηγική στη Μέση Ανατολή … δεν υπάρχει τίποτα ιδιαίτερα «εβραϊκό» στις νεοσυντηρητικές απόψεις για την εξωτερική πολιτική. Ενώ το παράδειγμα του Ισραήλ ενέπνευσε τους Αμερικανούς νεοσυντηρητικούς … η παγκόσμια στρατηγική των σημερινών νεοσυντηρητικών διαμορφώνεται πρωτίστως από την αντικομουνιστική κληρονομιά του Ψυχρού Πολέμου ».
Προσθέστε σε αυτό τη συνεχή επιρροή των πολιτικών ιθυνόντων της αυτοκρατορικής Βρετανίας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – τη δημιουργία του Πακιστάν το 1947 και του Ισραήλ το 1948 – και αποκαλύπτεται το κρυμμένο χέρι μιας παγκόσμιας αυτοκρατορικής στρατηγικής. Το Πακιστάν υπάρχει για να κρατά τους Ρώσους εκτός της Κεντρικής Ασίας και το Ισραήλ για να κρατά τους Ρώσους εκτός της Μέσης Ανατολής.
Το ζήτημα του κατά πόσον η αμερικανική δημοκρατία κατόρθωσε να επιβιώσει στις πιέσεις που ασκήθηκαν πάνω της από τη Μεγάλη Ύφεση, τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Ψυχρό Πόλεμο και τις συνεχείς απάτες του νεοσυντηρητισμού είναι ένα ερώτημα που σήμερα μπορεί να απαντηθεί. Δεν ήταν δυνατόν. Ο Michael Glennon, καθηγητής διεθνούς δικαίου στο Fletcher School, υποστηρίζει ότι η θέσπιση Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας το 1947 ως δεύτερη δίδυμη κυβέρνηση κάνει το ερώτημα βουβό. Γράφει: «Το κοινό πιστεύει ότι τα θεσμικά όργανα που θεσπίζονται από το Σύνταγμα ελέγχουν την πολιτική εθνικής ασφάλειας, αλλά αυτή η άποψη είναι εσφαλμένη. Ο δικαστικός έλεγχος είναι αμελητέος, ο έλεγχος του Κογκρέσου είναι δυσλειτουργικός και ο προεδρικός έλεγχος είναι συμβολικός. Ελλείψει ενός καλύτερα ενημερωμένου και περισσότερο στρατευμένου εκλογικού σώματος, υπάρχουν ελάχιστες δυνατότητες για την αποκατάσταση της υπευθυνότητας στη διαμόρφωση και εφαρμογή της εθνικής πολιτικής ασφαλείας."
Η εμβέλεια της πρότασης Jackson–Vanik
Αμέσως μετά τον πόλεμο του 1973 ακολούθησε η κίνηση για την κατάρρευση της ανάσχεσης και προβολής εμποδίων στην ισορροπία δυνάμεων ή τη «ρεαλιστική» εξωτερική πολιτική του Κίσιντζερ με τη μορφή της αντισοβιετικής τροπολογίας στην Trade Act, γνωστή με το όνομα Jackson-Vanik. Προωθούμενη από τον γερουσιαστή Henry “Scoop” Jackson της πολιτείας της Ουάσινγκτον και τον βουλευτή Charles A. Vanik του Οχάιο, αλλά σχεδιασμένο από το τσιράκι του Albert Wohlstetter τον Richard Perle, οι εμπορικές παραχωρήσεις και ουσιαστικά όλες οι σχέσεις με τη Μόσχα θα συνδέονταν για πάντα με το σιωνιστικό σχέδιο της εβραϊκής μετανάστευσης από τη Σοβιετική Ένωση στο Ισραήλ.
Henry Jackson και Charles Vanik.
|
Η τροπολογία αυτή εκμηδένισε την φιλελεύθερη στήριξη στην ανάσχεση λόγω της πνευματικής ανεντιμότητας στους κόλπους της μη κομμουνιστικής αριστεράς η οποία είχε συνταράξει την αμερικανική διανόηση από τη δεκαετία του 1930. Αυτή η ανεντιμότητα έκανε τους τροτσκιστές της αριστεράς, αντισοβιετικούς πολιτιστικούς μαχητές της CIA κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, και τους ευθυγράμμισε με τους στόχους της δεξιάς πτέρυγας της Δύσης. Στη δεκαετία του 1950, η υπόθεσή τους δεν απασχολούσε την αριστερά ή τη δεξιά, ούτε καν τον φιλελεύθερο αντι-κομμουνισμό εναντίον του σταλινισμού. Θεωρούνταν ότι εκπροσωπούσαν ένα σύστημα αξιών, νόμων και ελέγχων και αντίμετρων κατά ενός συστήματος ξένου προς την Αμερική.
Όπως περιγράφει ο Frances Stoner Saunder στο βιβλίο του The Cultural Cold War (Πολιτιστικός Ψυχρός Πόλεμος), αυτό που τους ενδιέφερε ήταν απλώς η κατάληψη της εξουσίας και η διατήρησή της. “Είναι τόσο σάπιος που ούτε το γνωρίζει”, έλεγε ο Jason Epstein[ Ο θρυλικός εκδότης του Random House] με αδιαλλαξία. «Όταν αυτοί οι άνθρωποι μιλούν για αντι-κατασκοπεία, αυτό που εννοούν είναι ένα σύστημα ψεύτικων και διεφθαρμένων αξιών για να στηρίξουν την ιδεολογία στην οποία στρατεύτηκαν. Το μόνο για το οποίο όντως δεσμεύονται είναι η εξουσία και η εισαγωγή τσαρικών-σταλινικών στρατηγικών στην αμερικανική πολιτική. Είναι τόσο διεφθαρμένοι που πιθανώς δεν το γνωρίζουν καν. Είναι μικροί απαράτσνικ ψεύτες. Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν σε τίποτα, οι οποίοι είναι μόνο ενάντια σε κάτι, δεν είναι για σταυροφορίες ή επαναστάσεις. ”
Μια καινούρια Νομενκλατούρα
Αλλά οι νεοσυντηρητικοί έκαναν σταυροφορίες, προκάλεσαν επαναστάσεις και συνέχισαν να καταστρέφουν την αμερικανική πολιτική διαδικασία σε βαθμό που να μην αναγνωρίζεται. Το 1973, οι νεοσυντηρητικοί δεν ήθελαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν καλύτερες σχέσεις με τη Μόσχα και δημιούργησαν την τροπολογία Jackson-Vanik για να κωλυσιεργήσουν. Αλλά ο απώτερος στόχος τους, όπως εξηγεί η Janine Wedel στη μελέτη Shadow Elite του 2009, ήταν η πλήρης μεταφορά της εξουσίας από μια εκλεγμένη κυβέρνηση που εκπροσωπεί τον Αμερικανικό λαό σε αυτό που αποκάλεσε «νέα νομενκλατούρα» ή ‘’θεματοφύλακες του εθνικού συμφέροντος “, απαλλαγμένη από τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι νόμοι του έθνους.
Η Wedel γράφει, «Ο Daniel Patrick Moynihan, ο μέχρι πρόσφατα γερουσιαστής της Νέας Υόρκης και πρώην νεοσυντηρητικός, υπέδειξε ότι αυτού του είδους η αναστολή των κανόνων και των διαδικασιών τον ώθησε να αποχωρήσει από το κίνημα τη δεκαετία του 1980: “Ήθελαν ο στρατός να βρίσκεται στα όρια της κινητοποίησης · δημιουργούσαν ή επινοούσαν όλες τις κρίσεις που ήταν απαραίτητες για την επίτευξη αυτού του στόχου’’».
Η σύνθεση της δεοντολογίας του Ψυχρού Πολέμου του James Burnham (που θεσπίστηκε επίσημα από τον Paul Nitze στο NSC-68 του 1950) [Η αναφορά υπ’ αρ. 68 του Συμβουλίου εθνικής ασφαλείας, είναι ένα από τα σημαντικότερα έγγραφα της αμερικανικής πολιτικής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την αμερικανική εξωτερική πολιτική για τα επόμενα 20 χρόνια, στμ] και του τροτσκισμού (που υιοθετήθηκε από τους κορυφαίους νεοσυντηρητικούς) σε συνδυασμό με αυτή τη νέα επιθετική στήριξη προς το Ισραήλ έδωσε στους Αμερικανούς νεοσυντηρητικούς μια δογματική πολιτική επιρροή στην αμερικανική διαδικασία λήψης αποφάσεων που θα γίνει ισχυρότερη με την πάροδο του χρόνου.
Όπως οραματιζόταν ο Burnham, ο ψυχρός πόλεμος ήταν ένας αγώνας για την κοινωνία και θα διεξαγόταν με το είδος της πολιτικής ανατροπής που είχε μάθει να ελέγχει ως ηγετικό μέλος της Τέταρτης Διεθνούς του Τρότσκι. Αλλά συνδεδεμένος με το Ισραήλ μέσω των τροτσκιστών του Burnham και της υπολανθάνουσας επιρροής του βρετανικού φιλοεβραϊσμού, θα εισερχόταν σε μια αποκαλυπτικής μορφής μυθολογία και θα αντιστεκόταν σε όλες τις προσπάθειες για τον τερματισμό του.
Trotsky |
Κατά τον Raymond Garthoff του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τα μέτρα που ελήφθησαν κατά της ανάσχεσης το 1973 εξετάστηκαν από τη στενή οπτική γωνία ενός επαγγελματία Αμερικανού διπλωμάτη. Αλλά σύμφωνα με τον Judis στο άρθρο του με τίτλο Trotskyism to Anachronism : The Neoconservative Revolution (Από τον Τροτσκισμό στον Αναχρονισμό: Η Νεοσυντηρητική Επανάσταση), η κληρονομιά της έκθεσης CNS-68 και του τροτσκισμού συνέβαλαν σε μια αποκαλυπτικής μορφής σκέψη που θα εκτόπιζε σιγά-σιγά τη διαδικασία επεξεργασίας των επαγγελματικών πολιτικών από τη σφαίρα της εμπειρικής παρατήρησης και θα την αντικαθιστούσε με έναν πολιτικοποιημένο μηχανισμό για να δημιουργήσει μια ατελείωτη σύγκρουση. “Η συνεχής επανάληψη και η διόγκωση της σοβιετικής απειλής είχε ως στόχο να δραματοποιήσει και να κερδίσει τους προσήλυτους, αλλά αντανακλούσε επίσης την αποκαλυπτικής μορφής επαναστατική νοοτροπία που χαρακτήριζε την παλιά αριστερά”, έγραψε ο Judis.
Συμπερασματικά, υποστηρίζει ότι η νεοσυντηρητική επιτυχία στη χρήση αυτοεκπληρούμενων προφητιών για την κατάργηση της ανάσχεσης κατέστησε τον Ψυχρό Πόλεμο πολύ πιο επικίνδυνο, καθώς ώθησε τη Σοβιετική Ένωση να ενισχύσει το στρατιωτικό της δυναμικό και να επεκτείνει την επιρροή της, κάτι που οι νεοσυντηρητικοί στη συνέχεια χρησιμοποίησαν ως απόδειξη ότι οι θεωρίες τους ήταν σωστές. Πράγματι, «ο νεοσυντηρητισμός ήταν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Συνέβαλε στην επιτάχυνση της κρίσης στις σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης, την οποία αργότερα ισχυρίστηκε ότι ανακάλυψε και στην οποία απάντησε».
Το καλοκαίρι του 1995, όταν τελείωσε ο ψυχρός πόλεμος και πέρασε η καταιγίδα, ο Judis είδε τον νεοσυντηρητισμό ως κάτι το γελοίο, περιγράφοντας τους κυριότερους νεο-συντηρητικούς ως απλούς πολιτικούς αναχρονισμούς και όχι ως τον αναπτυσσόμενο πολιτικό μηχανισμό που περιγράφεται από τον John Ehrman στο βιβλίο του. Αλλά στο τέλος, ο Ehrman είχε δίκιο: η νεοσυντηρητική σταυροφορία δεν τερματίστηκε με το τέλος του ψυχρού πολέμου, αλλά απλώς εισήλθε σε μια καινούρια, πιο επικίνδυνη φάση.
Μετάφραση από τα γαλλικά: Ευάγγελος Δ. Νιάνιος
Πηγή: https://www.les-crises.fr/
πηγή
Ανιχνεύσεις
αναδημοσιευση Εκτακτο Παραρτημα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου