Γράφει ο Νικόλαος Παναγιωτόπουλος Καρδιολόγος
Ντήντριχ Μπονχέφερ (Dietrich Bonhoeffer) - Ο θεολόγος που εναντιώθηκε στο Χίτλερ.
«Ο θάνατος είναι κόλαση και νύχτα και παγωνιά,
αν δεν μεταστοιχειώνεται από την πίστη.
Μα εδώ ακριβώς έγκειται το εκπληκτικό,
στο ότι είμαστε σε θέση
να μεταστοιχειώσουμε το θάνατο».
Ντήντριχ Μπονχέφερ Νοέμβριος 1933
(άρθρο Ντήντριχ Μπονχέφερ (Dietrich Bonhoeffer)
Την περίοδο αυτή, ανάμεσα στα βιβλία που κατάφερα να μελετήσω ξεχώρισε ένα με τίτλο: «Μπονχέφερ: Ο θεολόγος που εναντιώθηκε στο Χίτλερ» από τις εκδόσεις «Εν Πλω». Συγγραφέας ο Ελληνογερμανός της διασποράς Έρικ Μεταξάς. Θέμα του η κατάσταση της (Λουθηρανικής) Εκκλησίας της Γερμανίας κατά την περίοδο της ανόδου του Ναζισμού και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα από τη ζωή του πάστορα και Θεολόγου Ντήντριχ Μπονχέφερ.
Το ιδιαίτερο και διαχρονικό ενδιαφέρον του βιβλίου αφορά τον τρόπο που ένα ολοκληρωτικό καθεστώς χρησιμοποιεί την Εκκλησία, τον τρόπο που αυτή συμβιβάζεται και –ευτυχώς- η ύπαρξη κάποιων που θυσιάζονται τελικά για την Αλήθεια. Θα σας παραθέσω κάποια αποσπάσματα του βιβλίου που θεωρώ ότι μας εισαγάγουν στο πρόβλημα και μπορούν να μας βοηθήσουν να σκεφτούμε κάποιες αλήθειες που ιδιαίτερα στην εποχή μας έχουν πολλά να πουν.
1933: Ο Χίτλερ παριστάνει τον θετικό προς την πίστη και την Εκκλησία.
«Το 1933 δεν είχε διαφανεί ότι ο Χίτλερ θα ήταν ικανός να ξεκινήσει πολεμική ενάντια στις επιμέρους Εκκλησίες. Οι περισσότεροι πάστορες ήταν λίγο πολύ πεπεισμένοι πως ο Φύρερ ήταν με το μέρος τους, δεδομένου ότι είχε κάνει κάποιες φιλοχριστιανικές δηλώσεις από τα πρώτα ήδη βήματα της πολιτικής του πορείας. Σε μία ομιλία του μάλιστα το 1922, είχε αποκαλέσει τον Ιησού “ τον μεγαλύτερο άριο ήρωά μας”.
Το να συμβιβάζει όμως κανείς την ιδέα του Ιουδαίου Ιησού με έναν άριο ήρωα είναι εξίσου εξωφρενικό και παράλογο με το να προσπαθεί να συμφιλιώσει την αντίληψη του Χίτλερ για τον αδίστακτο, ανήθικο Υπεράνθρωπο του Νίτσε με τον ταπεινό αυτοθυσιαζόμενο Χριστό. Μια και ο Χίτλερ πάντως δεν είχε καμία άλλη θρησκεία πλην του εαυτού του, η αντιπαράθεσή του προς το Χριστιανισμό και την Εκκλησία ήταν λιγότερο ιδεολογική και περισσότερο πρακτική» (σελ. 132)
Ο άθεος ηγεμόνας που ενώ για λόγους προπαγάνδας και ψηφοθηρίας παριστάνει τον θετικό προς την πίστη και την Εκκλησία, στην πραγματικότητα έχει άλλα σχέδια στο μυαλό του.
Γερμανοί Χριστιανοί: Στόχευαν σε μια ενοποιημένη Γερμανική Εκκλησία εναρμονισμένη με τις αρχές του Ναζισμού.
«Την εποχή εκείνη, υπήρχε μια ομάδα παστόρων που στήριζε αμετακίνητα την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και ήταν πρόθυμη να ξεφορτωθεί ελαφρά τη καρδία δύο χιλιετίες Χριστιανισμού. Ήθελε μια Εθνική Εκκλησία ισχυρή και ενωμένη και ένα “Χριστιανισμό” δυνατό και αρρενωπό που μαζί θα όρθωναν το ανάστημά τους και θα κατανικούσαν τις άθεες και φαύλες δυνάμεις του μπολσεβικισμού. Με θράσος αυτοαποκαλούνταν die Deutchen Christen (οι Γερμανοί Χριστιανοί). Στόχευαν σε μια ενοποιημένη Γερμανική Εκκλησία εναρμονισμένη με τις αρχές του Ναζισμού. Στις ταραχώδεις πρώτες μέρες του Απρίλη του 1933 έλαβε χώρα ένα συνέδριο των Γερμανών Χριστιανών στο Βερολίνο […] Οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους διαταράχθηκαν και θόλωσαν βίαια». (σελ. 135).
Οι διαχωριστικές γραμμές Εκκλησίας και Κράτους θολώνουν βίαια…
Κρατήστε την τελευταία φράση. Όταν οι διαχωριστικές γραμμές Εκκλησίας και Κράτους θολώνουν βίαια και όταν το Εθνικό ταυτίζεται με το Θρησκευτικό, τότε τα δεινά είναι επί θύραις.
«Ως μέρος της διοικητικής αναδιοργάνωσης ο Γκέρινγκ εξήγησε, πως ο Χίτλερ εισηγείτο τη θέσπιση του αξιώματος ενός Reichsbishof (εθνικού Επισκόπου ή Επισκόπου του Ράιχ), ενός προσώπου δηλαδή που θα συνένωνε σε ένα φορέα όλα τα επιμέρους παρακλάδια της Γερμανικής Εκκλησίας. Επιλογή του Χίτλερ για το αξίωμα αυτό ήταν κάποιος Λόυντβιχ Μύλλερ, ένας τραχύς πρώην στρατιωτικός ιερέας». (σελ. 136)
Κάθε Εξουσία για να ελέγχει την Εκκλησία χρειάζεται ένα κεντρικό πρόσωπο με το οποίο θα μπορεί να συνεννοείται για να περνά η πρώτη τις επιταγές της στους ιερείς και τα λαϊκά μέλη της δεύτερης. Το πρόσωπο αυτό θα πρέπει να είναι της απόλυτης Κρατικής εμπιστοσύνης για να μπορεί η υποταγή να είναι πλήρης. Και φυσικά το πρόσωπο αυτό δεν είναι τυχαίο. Έχει δώσει δείγματα γραφής.
Το πρόσωπο προτίμησης του Χίτλερ για την ηγεσία της “Ενωμένης Γερμανικής Εκκλησίας”.
«Ο Λόυνβιχ Μύλλερ, το πρόσωπο προτίμησης του Χίτλερ για την ηγεσία της “Ενωμένης Γερμανικής Εκκλησίας” στο νεοσύστατο αξίωμα του Επισκόπου του Ράιχ απεφάνθη ότι η “αγάπη” του Γερμανού Χριστιανού έχει “πρόσωπο σκληρό, πρόσωπο πολεμιστού. Μισεί οτιδήποτε ήπιο και ασθενές, διότι γνωρίζει πως ολόκληρος ο βίος δύναται να διατηρηθεί υγιής και εύρωστος έως τέλους, όταν καθετί που τον αντιμάχεται, το σαθρό δηλαδή και αισχρό εξοβελίζεται και καταστρέφεται”». (σελ. 138).
«Εντωμεταξύ ο Χίτλερ προχωρούσε ακάθεκτος με το δικό του σχέδιο για την Εκκλησία. Και ήξερε πάρα πολύ καλά, πώς να χειριστεί τους προτεστάντες πάστορες. Κάποτε μάλιστα είχε πει χαρακτηριστικά: “Μπορείς να κάνεις ότι θέλεις με δαύτους. Θα υποταχθούν πειθήνια… είναι ασήμαντα μικρά ανθρωπάκια, δουλικά σα σκυλιά και ιδρώνουν από αμηχανία όταν τους μιλάς”» (σελ. 142).
Η σύνοδος των Γερμανών Χριστιανών και λεγόμενη Αρία Παράγραφος.
«Τρεις μέρες μετά διεξήχθηκαν και οι εκκλησιαστικές εκλογές. Ήταν μία προβλέψιμη σαρωτική νίκη, με τους Γερμανούς Χριστιανούς να λαμβάνουν περίπου το 70% των ψήφων. Ο Λούντβιχ Μύλλερ εξελέγη Reichsbishof» (σελ. 144).
Χρειάζεται όμως και μια σύνοδος για να επικυρώσει το νέο Εκκλησιαστικό δόγμα. « Στις 5 Σεπτεμβρίου έλαβε χώρα μια εθνική σύνοδος στο Βερολίνο. Οι Γερμανοί Χριστιανοί είχαν τη σαρωτική πλειοψηφία και το 80% των εκπροσώπων τους φορούσαν το φαιόχρωμο πουκάμισο της ναζιστικής στολής». (σελ. 148).
Η σύνοδος αυτή υιοθέτησε τη λεγόμενη Αρία Παράγραφο. Τον αποκλεισμό των βαπτισμένων Χριστιανών Εβραίων από την ιεροσύνη, μόνο γιατί ήταν Εβραίοι στην καταγωγή.
Ντήντριχ Μπονχέφερ (Dietrich Bonhoeffer): Ο καιρός του σχίσματος είχε φτάσει.
Εκεί προβάλλει η προσωπικότητα του Μπονχέφερ. «Για τον Μπονχέφερ και τον Χίντελμπραντ ο καιρός του σχίσματος είχε φτάσει: μια εκκλησιαστική σύνοδος είχε επισήμως ψηφίσει υπέρ του αποκλεισμού μιας ομάδας ανθρώπων από το ιερατικό αξίωμα απλά και μόνο λόγω της εθνικής τους καταγωγής. Οι δύο τους λοιπόν έκαναν έκκληση στους πάστορες να υποβάλουν την παραίτησή τους και να σηκωθούν να φύγουν. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, κανείς δεν έδειχνε πρόθυμος να τραβήξει το πράγμα στα άκρα» (σελ. 148).
«Δυστυχώς όπως συμβαίνει πάντοτε η πρότασή τους παραήταν δραστική και ρηξικέλευθη για τους περισσότερους από τους μετριοπαθείς και συμβιβαστικούς πνευματικούς ταγούς. Αίφνης η μερίδα των θεολογικά συμβιβασμένων προτεσταντών έκανε πίσω αρνούμενη να συνεχίσει. Δεν είχαν τα κότσια να επιστρατεύσουν την απαιτούμενη βούληση για κάτι δυναμικό και σκανδαλώδες»
Ο Ντήντριχ Μπονχέφερ (Dietrich Bonhoeffer) και η ίδρυση της Ομολογούσας Εκκλησίας.
Ο Μπονχέφερ όμως δε συμβιβάστηκε. Ίδρυσε την Ομολογούσα Εκκλησία και απηύθυνε με μια ομάδα δυναμικών χριστιανών παστόρων μια διακήρυξη τεσσάρων βασικών σημείων « Κατά πρώτον διακήρυττε ότι οι υπογράφοντες επρόκειτο να επαναφιερώσουν τον εαυτό τους στις Γραφές και στις πρότερες δογματικές ομολογίες της Εκκλησίας. Κατά δεύτερον θα εργαζόταν προς το σκοπό να διαφυλαχθεί η πιστότητα της Εκκλησίας προς τις Γραφές και τις δογματικές αυτές ομολογίες, ενώ τρίτον, θα συνέδραμαν οικονομικά όσους θα διώκονταν με βάση τους νεοσυσταθέντες νόμους ή όσους θα υπέκειντο σε οποιαδήποτε μορφής βία. Τέταρτον ανακοίνωσαν πως αποκήρυσσαν απερίφραστα την Αρία Παράγραφο». (σελ. 149).
Ο συνεχής αγώνας και ο θάνατος δια απαγχονισμού.
Από εκεί και πέρα η ζωή του Μπονχέφερ είναι ένας συνεχής αγώνας στη Γερμανία και το εξωτερικό. Βρέθηκε και εργάστηκε στην Αγγλία ανάμεσα στη Γερμανική Κοινότητα και στην Αμερική, γύρισε όμως συνειδητά στη Γερμανία για να αγωνιστεί και να θυσιαστεί. Φυλακίστηκε στις φυλακές Τέγκελ στο περίφημο κελί 92 από το 1942-1945. Στη συνέχεια κρατήθηκε υπό πολύ δύσκολες συνθήκες στις φυλακές της Γκεστάπο, στο στρατόπεδο θανάτου του Μπούχενβαλτ και τρεις εβδομάδες πριν την ήττα και την αυτοκτονία του Χίτλερ με προσωπική εντολή του τελευταίου απαγχονίστηκε σε ηλικία 39 ετών αφού μεταφέρθηκε στο Φλόσενμπυργκ. Ο γιατρός του στρατοπέδου που δε γνώριζε τότε ποιος ήταν περιγράφει:
«Μέσα από την μισάνοιχτη πόρτα ενός δωματίου των εγκαταστάσεων, είδα τον πάστορα Μπονχέφερ, προτού βγάλει την περιβολή του κρατουμένου, να γονατίζει στο δάπεδο και να προσεύχεται με θέρμη στο Θεό του. Συγκινήθηκα βαθύτατα από τον τρόπο που τούτος ο αξιαγάπητος άνθρωπος προσευχήθηκε, τόσο δοσμένος και τόσο βέβαιος ότι ο Θεός εισάκουσε την προσευχή του. Στον τόπο της εκτελέσεως ξαναψέλλισε μια σύντομη προσευχή και έπειτα ανέβηκε τα σκαλιά προς την αγχόνη θαρρετά και ατάραχος. Ο θάνατός του επήλθε λίγα δευτερόλεπτα αργότερα. Στα πενήντα περίπου χρόνια που εργάστηκα ως γιατρός, δεν ξαναείδα άνθρωπο να πεθαίνει τόσο απόλυτα υποταγμένος στο θέλημα του Θεού» (σελ. 366-367).
Η ιστορία επαναλαμβάνεται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ευτυχώς που ο Θεός αναδεικνύει ανθρώπους όπως ο Ντήντριχ Μπονχέφερ για να θυμίζουν πως «ζει Κύριος ο Θεός». μακάρι να είχαμε και μερικούς στις μέρες μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου