συνέχεια από το 1ο μέροςΓράφει ο Μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός †*
2. Σκοπός της παρουσίας της
Εκκλησίας, ως εν Χριστώ κοινωνίας στον κόσμο, είναι η θεραπεία του
ανθρώπου, με την αποκατάσταση της καρδιακής κοινωνίας του με τον Θεό,
της νοεράς δηλαδή λειτουργίας.
Κατά
τον καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη: [«η πατερική παράδοσις δεν είναι ούτε
κοινωνική φιλοσοφία, ούτε ηθικόν σύστημα, ούτε θρησκευτικός δογματισμός,
αλλ’ είναι θεραπευτική αγωγή. Εις το σημείο αυτό ομοιάζει πολύ με την
Ιατρική και κυρίως με την Ψυχιατρικήν.
Η
νοερά ενέργεια της ψυχής, που προσεύχεται νοερώς και αδιαλείπτως εις
την καρδίαν, είναι ένα φυσιολογικό όργανον, που όλοι το έχουν και το
οποίο χρειάζεται θεραπεία.
Ούτε
η φιλοσοφία, ούτε καμία των γνωστών θετικών ή κοινωνικών επιστημών
δύναται να θεραπεύσει το όργανον αυτό (…) Δια τούτο ο αθεράπευτος δεν
γνωρίζει ούτε καν την ύπαρξη αυτού του οργάνου».]
Η
ανάγκη θεραπείας του ανθρώπου, κατά τα παραπάνω, είναι πανανθρώπινη
υπόθεση, σχετιζόμενη πρώτα με την αποκατάσταση του κάθε ανθρώπου στη
φυσική του ύπαρξη με την ενεργοποίηση και της τρίτης μνημονικής
λειτουργίας. Επεκτείνεται όμως και στην κοινωνική παρουσία του ανθρώπου.
Για
να μπορεί ο άνθρωπος να κοινωνεί ως αδερφός με τον συνάνθρωπό του,
πρέπει η ιδιοτέλειά του, που λειτουργεί τελικά ως φιλαυτία, να
μεταβληθεί σε ανιδιοτέλεια (πρβλ Α΄ Κορ. 13,8: «η αγάπη… ου ζητεί τα
εαυτής».
Ανιδιοτελής
είναι η αγάπη του Τριαδικού Θεού (Ρωμ.5,8· Α΄ Ιωαν.5,7 ε.), που δίνει
τα πάντα χωρίς αντάλλαγμα. Γι’ αυτό και το κοινωνικό ιδανικό της
χριστιανικής Ορθοδοξίας δεν είναι η «κοινοκτημοσύνη», αλλά η
«ακτημοσύνη», ως αυτοπαραίτηση από κάθε απαίτηση. Διότι μόνον τότε είναι
δυνατή η δικαιοσύνη.
Η
μέθοδος θεραπείας, που προσφέρεται από την Εκκλησία, είναι η πνευματική
ζωή, ως ζωή εν Αγίω Πνεύματι. Η πνευματική ζωή βιώνεται ως άσκηση και
μετοχή στην παρεχόμενη μέσω των μυστηρίων άκτιστη Χάρη. Η άσκηση είναι
βιασμός της αυτονομημένης και νεκρωμένης από την αμαρτία φύσεώς μας, που
πορεύεται προς τον πνευματικό ή αιώνιο θάνατο, τον αιώνιο δηλ. χωρισμό
από την Χάρη του Θεού.
Η
άσκηση αποβλέπει στη νίκη πάνω στα πάθη, για να νικηθεί η εσωτερική
δουλεία στις νοσογόνες εστίες του ανθρώπου και να μετάσχουμε στο σταυρό
του Χριστού και στην ανάστασή του. Ο Χριστιανός ασκούμενος υπό την
καθοδήγηση του Θεραπευτή- Πνευματικού του, γίνεται δεκτικός της Χάρης
που δέχεται με την μετοχή του στην μυστηριακή ζωή του εκκλησιαστικού
σώματος. Χριστιανός ανάσκητος δεν μπορεί να υπάρξει, όπως δεν υπάρχει
θεραπευμένος άνθρωπος, που δεν τηρεί τη θεραπευτική αγωγή, που του όρισε
ο γιατρός του.
3. Τα παραπάνω οδηγούν σε κάποιες σταθερές, που τεκμηριώνουν την ταυτότητα της χριστιανικής Ορθοδοξίας:
α)
Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, λειτουργεί ως θεραπευτήριο-Νοσοκομείο.
Διαφορετικά δεν είναι Εκκλησία αλλά θρησκεία. Οι κληρικοί, εκλεγόταν
αρχικά από τους θεραπευμένους, για να λειτουργούν ως θεραπευτές. Η
θεραπευτική λειτουργία της Εκκλησίας σώζεται σήμερα κυρίως στις Μονές,
που αντέχοντας ακόμη στην εκκοσμίκευση (secularism) συνεχίζουν την
Εκκλησία των Αποστολικών χρόνων.
β)
Οι επιστήμονες της Εκκλησιαστικής θεραπείας είναι ήδη θεραπευμένοι.
Όποιος δεν έχει εμπειρία της θεραπείας δεν μπορεί να είναι θεραπευτής.
Αυτή είναι η ουσιαστική διαφορά μεταξύ ποιμαντικής θεραπευτικής και
ιατρικής επιστήμης. Οι επιστήμονες της ιατρικής θεραπευτικής (Πατέρες
και Μητέρες) αναδεικνύουν άλλους θεραπευτές, όπως οι Καθηγητές της
Ιατρικής αναδεικνύουν τους διαδόχους τους.
γ)
Ο περιορισμός της Εκκλησίας στην απλή συγχώρηση αμαρτιών για την είσοδο
μετά θάνατον στον παράδεισο συνιστά αλλοτρίωση και ισοδυναμεί με το να
συγχωρεί η ιατρική επιστήμη τον ασθενή, για να θεραπευθεί μετά θάνατον!
Η
Εκκλησία δεν μπορεί να στείλει κάποιον στον παράδεισο ή στην κόλαση.
Παράδεισος και κόλαση, άλλωστε, δεν είναι τόποι, αλλά τρόποι υπάρξεως. Η
Εκκλησία, θεραπεύοντας τον άνθρωπο, τον προετοιμάζει να βλέπει τον
Χριστό αιώνια μέσα στο άκτιστο Φώς Του ως παράδεισος και όχι ως κόλαση,
δηλαδή «πυρ καταναλίσκον» (Εβρ. 12,29). Και αυτό, φυσικά, αφορά σε κάθε
άνθρωπο, διότι ΟΛΟΙ οι άνθρωποι θα βλέπουν αιώνια τον Χριστό, ως «Κριτή»
του κόσμου.
δ)
Η εγκυρότητα της επιστήμης τεκμηριώνεται από την επίτευξη των στόχων
της (π.χ. στην ιατρική, από τη θεραπεία του ασθενούς). Έτσι,
διαφοροποιείται η αυθεντική επιστημονική ιατρική από τον
κομπογιαννιτισμό. Κριτήριο της ποιμαντικής θεραπευτικής της Εκκλησίας
είναι η επίτευξη της πνευματικής θεραπείας, με το άνοιγμα της πορείας
προς την θέωση. Η θεραπεία δεν μετατίθεται στην μεταθανάτια ζωή, αλλά
συντελείται στη ζωή του ανθρώπου σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο (hinc et nunc).
Αυτό
διαπιστώνεται από τα άφθαρτα λείψανα των Αγίων, που νικούν την
βιολογική φθορά, όπως αυτά των Αγίων της Επτανήσου: Σπυρίδωνος,
Γερασίμου, Διονυσίου και Θεοδώρας της Αυγούστας. Τα άφθαρτα ιερά λείψανα
είναι στη παράδοση μας οι αδιαφιλονείκητες τεκμηριώσεις της θεώσεως,
της ολοκληρώσεως δηλαδή της ασκητικής θεραπευτικής της Εκκλησίας.
Θα
παρακαλούσα δε τον ιατρικό κόσμο της Χώρας μας να προσέξει ιδιαίτερα
την περίπτωση των ακεραίων ιερών λειψάνων, διότι όχι μόνο δεν έχουν
δεχτεί επιστημονική επέμβαση, αλλά φανερώνεται σ’ αυτά η ενέργεια της
θεϊκής Χάρης, διότι τη στιγμή ακριβώς που αρχίζει η διάλυση του
κυτταρικού συστήματος, σταματά αυτόματα και αντί δυσοσμίας εκπέμπεται
ευωδία…
Περιορίζομαι στα ιατρικά συμπτώματα, και δεν επεκτείνομαι στα θαύματα ως αποδείξεις της θεώσεως διότι ανήκουν σε άλλη σφαίρα.
ε)
Τα ιερά κείμενα της Εκκλησίας (Γραφή, συνοδικά και πατερικά κείμενα)
δεν κωδικοποιούν κάποια Χριστιανική ιδεολογία, αλλά έχουν θεραπευτικό
χαρακτήρα λειτουργώντας όπως τα πανεπιστημιακά συγγράμματα στην ιατρική
επιστήμη. Αυτό ισχύει και για τα λειτουργικά κείμενα, λ.χ. τις Ευχές. Η
απλή ανάγνωση μιας Ευχής (προσευχής), χωρίς παράλληλη ένταξη του πιστού
στη θεραπευτική διαδικασία της Εκκλησίας, δεν θα διέφερε από την
περίπτωση που ο ασθενής καταφεύγει στον γιατρό με ισχυρούς πόνους, και
εκείνος αντί να επέμβει δραστικά, περιορίζεται στο να τον ξαπλώσει στο
χειρουργικό κρεβάτι και να του διαβάσει το σχετικό με τη νόσο του
κεφάλαιο.
Αυτή
με λίγα λόγια είναι η Ορθοδοξία. Δεν έχει σημασία αν την αποδέχεται
κανείς ή όχι. Αναφερόμενος όμως σε επιστήμονες προσπάθησα, ως εν
επιστήμη συνάδελφος, να απαντήσω επιστημονικά στο ερώτημα «τι είναι η
Ορθοδοξία».
Κάθε άλλη εκδοχή για τον Χριστιανισμό συνιστά παραποίηση και διαστροφή του, έστω και αν θέλει να προβάλλεται σαν Ορθοδοξία.
*Κοσμήτορας Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Π. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας. Θεσσαλονίκη 1984.
Του
ιδίου, Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η
θεραπεία της., στον τόμο. Ορθοδοξία, Ελληνισμός… Εκδ. Ιεράς Μονής
Κουτλουμουσίου, Β΄ τόμος, 1996, σ.67-87.
Του ιδίου Church synods and Civilisation, στη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, τ.63 (1992) 421-450 και Ελληνικά, τ.66 (1995) 646-680.
Π Ιερόθεου Βλάχου (τώρα μητροπ. Ναυπάκτου), Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Έδεσσα 1986.
Του ιδίου, Μικρά είσοδος στην Ορθόδοξη Πνεύματικότητα, Αθήνα 1992.
Του ιδίου, Υπαρξιακή Ψυχολογία και Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Λειβαδιά 1995.
Ακόμη
οι σχετικές κατά καιρούς δικές μας μελέτες, όπως π.χ. Γ. Δ. Μεταλληνού,
Ορθόδοξη θεώρηση της Κοινωνίας, Αθήνα 1986. Θεολογική μαρτυρία της
εκκλησιαστικής λατρείας, Αθήνα 1996 κ.α. Στα βιβλία αυτά βρίσκει κανείς
και τη λοιπή βιβλιογραφία.
Σημειώσεις- επεξηγήσεις (2ου μέρους):
1.
Άκτιστος (=αδημιούργητος. άπλαστος στην λαϊκή γλώσσα) είναι μόνο ο
Τριαδικός Θεός. Κτιστή είναι η κτίση, δημιουργία, με κορυφαίο τον
άνθρωπο. Ο Θεός δεν είναι «συμπαντική» δύναμη κατά την γλώσσα της Νέας
Εποχής («όλοι ένα, όλοι Θεός!»), διότι ως δημιουργός υπέρκειται του
σύμπαντος, όντας στην ουσία Του «Κάτι» εντελώς άλλο (Das ganz Andere).
Ουδεμία αναλογική σχέση υπάρχει μεταξύ κτιστού και Ακτίστου. Και γι’
αυτό το Άκτιστο, γνωρίζεται με την αυτοαποκάλυψη (αυτοφανέρωσή) Του.
2.
Ένα σημαντικό χριστιανικό κείμενο του Β΄ αιώνα, Ο Ποιμήν του Ερμά,
λέγει ότι, για να γίνουμε μέλη του Σώματος του Χριστού, πρέπει να
είμαστε «λίθοι τετράγωνοι» (οικοδομήσιμοι) και όχι «στρογγυλοί»!
3.
Κατά τον π. Ι. Ρωμανίδη, στον οποίο κυρίως οφείλουμε την επιστροφή στη
«φιλοκαλική» (θεραπαυτικοακουστική) θεώρηση της Πίστης μας, σε
ακαδημαϊκό μάλιστα επίπεδο, «θρησκεία» είναι κάθε «ταύτιση» Ακτίστου και
κτιστού, όπως συμβαίνει στην ειδωλολατρεία. Ο «θρησκευτικός» άνθρωπος
προβάλει τις «προλήψεις» του (σκέψεις-νοήματα) στο χώρο του θείου,
«κατασκευάζοντας» αυτός τον Θεό του (Αυτό μπορεί να συμβεί και στη μη
Πατερική Ορθοδοξία.). σκοπός του είναι η «εξιλέωση», ο «εξευμενισμός»
του «θείου» και, τελικά, η «χρήση» του θεού προς ίδιον όφελος (μαγική
σχέση: do, ut des ). Στη δική μας, όμως, παράδοση, ο Θεός μας δεν έχει
ανάγκη «εξευμενισμού» διότι «Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α΄ Ιωάν.
4,19). Ο Θεός μας ενεργεί ως «Αγάπη» (Α΄Ιωάν. 4,16) και μάλιστα
ανιδιοτελής. Δίδει τα πάντα και δεν ζητεί τίποτε από τα πλάσματά Του.
Γι’ αυτό και η ανιδιοτέλεια είναι η ουσία της χριστιανικής αγάπης που
υπερβαίνει την πρακτική μιας δοσοληψίας.
4.
Αυτό εκφράζει ο γνωστός και συχνά επαναλαμβανόμενος λόγος: «Εαυτούς
και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Η πλήρης
ένταξη γίνεται κατά κανόνα στις Μονές, όταν λειτουργούν Ορθόδοξα,
φυσικά. Γι’ αυτό οι Μονές (π.χ. οι αγιορείτικες) μένουν πρότυπα για τις
ενορίες του «κόσμου».
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου