3 Μαΐου 2025

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΥ ΣΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ

ΧΡΟΝΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΜΟΥ 
 
Του Παναγιώτη Κωνσταντινίδη Τριφύλιου
 
20 Αυγούστου 1922
Αυτή τη μέρα κρύφτηκε από ντροπή 
ο ήλιος
γιατί είδε πως ευρέθηκε απάνω από 
δούλους 
και όχι από άνδρες Ελληνες 
που ξέραν να νικάνε!
 
Απόστρεψε το βλέμμα του
κι' πόνεσε η καρδιά του
ντράπηκε στο κατάντημα 
στρατού με τόση δόξα
σαν είδε με τα μάτια του
χωρίς να το πιστεύει 
τρεις στρατηγούς αδιάντροπα 
να δίνουν τα σπαθιά τους
σε αυτούς που ενωρίτερα
άλλοι συνάδερφοι τους
τους κυνηγούσαν σαν λαγούς
στα ίδια κορφοβούνια 
 
Ωρα Παράδοσης 
Πέντε ήταν το απόγιομα 
Μπορεί να ήταν κι έξι
Π’ ο Γάλλος αξιωματικός 
κεφάλι στους τριακόσιους
τους τσέτες που πολέμαγαν 
χωρίς νάχουν ντουφέκια 
με τους δικούς μας στρατηγούς 
ήρθε σε συμφωνία
 
Έτσι μας ξεπούλησαν!
Ανθρώπινο κοπάδι!
σαν τα τραγιά π’ ο αφέντης τους 
σε άλλον ξεπουλάει 
και ο νέος αφέντης τους 
στέλνει τσοπαναρέους 
να τα μαζέψουν παρευθύς 
κανένα να μη φύγει.
 
Ετσι μας μάζεψαν και μας
στη δημοσιά απάνω
και βάλθηκαν να μας μετρούν
χωρίς να βρίσκουν άκρη!
 
Ωρες πολλές μας μέτραγαν 
Και καθιστούς και όρθιους
να βρουν πόσους πιάσανε
Μα ζήτημα αν το βρήκαν!
Μαχαίρι περιμέναμε από τους άγριους 
Τούρκους
Και θάμα το νομίσαμε 
Που ούτε μας πειράξαν!
 
Ισως να οφείλονταν σ’ αυτή τη συμφωνία
και αν δίκαιο το κρίνουμε, 
αυτό δεν ήταν λίγο!
 
Μα ότι μας ζητούσανε
αμπέχωνα κυλότες
αρβύλες, τα παγούρια μας
πουκάμισα ρολόγια,
θέλοντας και μη θέλοντας 
τα δίναμε σα δούλοι
που χάρη τους χρωστάγαμε 
αφού δεν μας εσφάξαν
 
Ήταν μια ώρα νύχτα πια 
Που πάψαν να μετράνε 
και μας εβάλανε μπροστά 
στην πόλη να μας πάνε,
όπως βάζουν τα πρόβατα 
μπροστά για το σφαγείο 
Με το κεφάλι μας σκυφτό,
και την καρδιά μας μαύρη 
βαδίζαμε οι δύστυχοι 
σαν μισοπεθαμένοι
με σκέψη στο κεφάλι μας 
με φόβο στην καρδιά μας 
 
Θανατικό είχαμε στο νου
στο δρόμο μας απάνω
κι' όλο το περιμέναμε 
το μακελειό ν' αρχίσει 
 
Οι ώρες που περνούσανε 
το μάκραιμα του δρόμου,
των συνοδών μας οι φωνές 
"τσαμπούκ τσαμπούκ γκιαούρη"
ο πόνος στις πατούσε μας,
από την ξυπολισιά μας
το ξύλο που 'πεφτε άγριο
σ' αυτούς που μέναν πίσω, 
δεν άφηνε τη σκέψη μας 
να φύγει απ' το μυαλό μας 
 
Ο δρόμος ήταν άσωστος 
νύχτα χωρίς φεγγάρι 
και όσοι δεν εμπόραγαν 
γοργά ν' ακολουθήσουν
από την πολλή την κούραση 
τους πόνους των ποδιών τους 
από την πείνα οι πιο πολλοί
από τη δίψα άλλοι
από τον τρόμο στην καρδιά 
από την εξάντλησή τους 
σωριάζονταν κατάχαμα 
 
Ο Τούρκοι τους εσέρναν 
από τη γραμμή παράμερα 
και εκει τους παρατούσαν 
χωρίς καμιά βοήθεια 
τραπέζι για τα αγρίμια 
 
Οπως και οι χασάπηδες 
για το κοπάδι π' αγοράζουν 
και τ' οδηγάνε βιαστικά 
να μην τους πάρει ο ήλιος
όσα σφαχτά τους μένουνε 
τα παρατάνε πίσω
χωρίς να νοιάζονται γι' αυτά 
αν θα τα φάν' οι λύκοι!
 
Ετσι παράταγαν κι' αυτοί 
τους δύστυχους φαντάρους 
Γι' αυτό όλοι ετρέχαμε
με την ψυχή στο στόμα
και βιάζαμε το βήμα μας
να 'μαστε στη σειρά μας 
 
Και φτάνουμε οι δύστυχοι 
στου δρόμου κάποια βρύση 
Βρύση με γάργαρο νερό 
και γιατρικό στη δίψα 
 
Πόσο παρακαλέσαμε 
να μας αφήσουν λίγο 
να δροσιστούν τα χείλη μας 
να γειάνει η καρδιά μας 
 
Αλύπητα αρχίσανε 
με ρόπαλα να δέρνουν 
μα μεις από τη δίψα μας 
ξαπλώσαμε στο βούρκο,
να δροσιστούν τα χείλη μας 
να δροσιστεί η καρδιά μας 
 
Μα κι' από κεί μας σήκωσαν 
και άσπλαχνα μας πήραν 
Κάλιο να μας σκοτώνανε 
παρά αυτό που κάναν
 
Ολους μας πόνεσε η καρδιά 
και καταλάβαμε όλοι 
το τι μας επερίμενε 
εκεί που μας πηγαίναν.
 
Εφτάσαμε πια στο Ουσάκ
τουρκόπολη μεγάλη 
και κει μας περιμένανε 
οι Τούρκοι με λουλούδια! 
 
Λουλούδια από σίδερο 
και ρόπαλα μεγάλα
από δρεπάνια και σφυριά 
πέτρες κοπριές, μπουτζούρες 
και κάτι πιο χειρότερο
τα σάλια τα δικά τους 
που φτυματα μας τά 'ριχναν 
στα μούρτα συχαρίκια 
 
Ολους μας πόνεσε η καρδιά 
στον εξευτελισμό μας 
Χίλιες φορές ο θάνατος 
παρά η καταφρόνια 
 
Ανάθεμα φωνάζαμε 
στους αξιωματικούς μας 
που στάθηκαν τόσο δειλοί 
και μας επαραδόκαν 
 
Ξήλωναν τα γαλόνια τους 
να μη φανούν τι είναι 
Κανείς δεν αυτοκτόνησε
το αίσχος ν' αποπλύνει
 
Και να 'ναι τρεις οι στρατηγοί
ανείπωτοι οι άλλοι 
που δέχτηκαν χωρίς ντροπή 
τον τράχηλο να σκύψουν 
 
Ενας μονάχα βρέθηκε 
γενναίος παλικάρι 
Εβγαλε το πιστόλι του 
"Εμπρός παιδιά" φωνάζει 
"τριακόσοι οι ξεβράκωτοι 
που στέκονται μπροστά μας 
και μεις χιλιάδες! Κρίμα μας 
να τους παραδοθούμε
 
Αν τους ριχτούμε όλοι μας 
δε θα φτουρίσει ένας"
Κανείς δεν ακολούθησε 
Μονάχα οι Ουλαμίτες 
που στη σχολή του Αφιόν 
τους είχε μαθητές του
Δεν ξέρω τι απόγινε 
το όνομα του Βλάχος 
 
Βλάχος ένας Ελληνας σωστός 
βαθμός του ταγματάρχης 
Μόνο αυτός ευρέθηκε 
το σώμα να τιμήσει 
μπροστά σε τόσους μα δειλούς 
που πιάστηκαν "βρεγμένοι"
 
Φαντάρους δεν κατηγορώ 
πάντα ακολουθούνε 
Αν βλέπανε τους αρχηγούς 
ν' ακολουθούν το Βλάχο
κανείς πίσω δε θά 'μενε 
κι' ας ήταν κουρασμένοι 
 
Μα τούτοι ήτανε δειλοί
χωρίς τιμή ανθρώποι!
Γυναίκες μοιάζαν πρόστυχες 
που στη ζωή διαλέξαν 
το δρόμο της τον άτιμο 
σαν άτιμες σαν πόρνες 
και όχι την τίμια τη δουλειά
να ζήσουν τη ζωή τους 
 
Κι ακόμα γιατί γνώριζαν 
πως τ' άθλιο τομάρι τους 
τίποτα δε θα πάθει 
γιατί είχε τα γαλονια του 
προστάτη του μεγάλο 
 
Και διόλου δε λαθέψανε, 
Ελάχιστοι χαθήκαν 
Ενώ απ΄τους φαντάρους μας 
χιλιάδες δε γυρίσαν
 
Τη νύχτα αυτή βασίλευε 
μεγάλη ησυχία
θαρρείς και η φύση έκλαιγε
με το κατάντημα μας 
 
Λυπόταν στο κατάντημα 
στρατού που περηφάνια
ενοίωθανε και τα κλαριά 
στο πρώτο περασμα του,
σαν τώρα τον εβλέπανε 
με το κεφάλι κάτω 
αμίλητο να περπατεί 
βαριά βαλαντωμένο 
 
Τον βλέπανε αμίλητα 
με φύλα μαραμένα 
όπως ο κόσμος στέκεται 
στο πέρασμα κηδείας 
 
Τόπος που λευτερώθηκε 
αιώνες σκλαβωμένος 
να του ξανάρχεται η σκλαβιά 
μαζί με το μαχαίρι
 
Οι Τούρκοι ως τα μεσάνυχτα 
τη νίκη τους χαιρόνταν
τραγούδια λέγαν της χαράς 
τραγούδια της σκλαβιάς μας 
τραγούδια που μιλούσανε 
για την παράδοση μας 
 
Ζητωκραυγάζαν τον Κεμάλ 
για το κατόρθωμα του 
κι' λοιδωρούσανε εμας
για την παράδοση μας 
 
Νοιώθαν κι΄αυτοί περήφανοι 
για τη δική τους νίκη
νίκη που ξεπέρναγε 
κι' αυτές τις Θερμοπύλες 
 
Και οι σκλάβοι ατέλειωτες σειρές 
ως το πρωί ερχόνταν
Μας στρίμωξαν σαν πρόβατα 
τον ένα πα στον άλλο
Και ως είμαστε κατάκοποι ε
ευθύς μας πήρε ο ύπνος 
κι΄ούτε που καταλάβαμε 
που μέσα μας εκλείσαν 
 
Σαν έφεξε τότ' είδαμε 
που είμαστε κλεισμένοι 
Μας κλείσαν στο στρατόπεδο 
που είχαμε εμείς Τούρκους 
σαν είμαστε αφέντες μείς
κι' αιχμάλωτοι εκείνοι 
 
Και εκείνοι ήταν εκατό 
και μεις πέντε χιλιάδες
Πως να χωρέσουμε εκεί δα;
Τη δεύτερη τη μέρα 
μεγάλωσαν το χώρο αυτό 
τι φέρνανε συνέχεια 
Είχα την τύχη μ' άλλους τρεις 
να πιάσουμε για ύπνο
αμπρί που βρήκαμ' έτοιμο 
και με σκεπή 'πο πάνω 
 
Ηταν ένα απ' τ' αμπριά 
που μένανε οι Τούρκοι
Μα σαν ο ήλιος ψήλωσε 
κι' άρχισε να πυρώνει 
οι τρεις γενήκαμε είκοσι 
και η τέντα εξαφανίστη
 
Ο ήλιος ο Αυγουστιάτικος 
έγινε ο εχθρός μας 
Μας έκαιγε ολημερίς 
χωρίς να μας λυπάται 
θαρρείς το 'κανε επίτηδες 
πως πήρε προσβολή του 
που δεν τονε τιμήσαμε 
πετώντας τα ντουφέκια 
και δώσαμε τη νίκη μας 
στο τούρκικο φεγγάρι 
 
Μα μήπως φταίγαμ' εμείς;
Αλλοι μας επροδόσαν 
Εμείς ανήμποροι μικροί 
και ταλαιπωρημένοι 
πέντε μερόνυχτα σωστά 
βουνά να περπατούμε
τάχα γιατί οι Στρατηγοί 
το δρόμο να 'χουν χάσει!
 
Τσέτες μας χτυπούν εδώ 
και τσέτες παραπέρα 
και σαν δειλοί και ανίκανοι 
στους Τούρκους μας χαρίζουν
 
Και άρχισε η κόλαση
της δίψας το μαρτύριο!
Κι' ακούστηκαν πολλές φωνές 
φωνές ξεψυχισμένες!
 
"Νερό συνάδερφε νερό!
Λίγο νερό, πεθαίνω"
Μα ποιός να δώσει το νερό;
και ποιός να τον βοηθήσει;
 
Δυο βήματα ήταν το νερό, 
και έτρεχε η βρύση!
Μα ποιός μπορούσε να διαβεί
τη συρματένια πόρτα;
 
Τα πολυβόλα γύρω μας 
για ποιούς ήταν στημένα;
Και τόσοι Τούρκοι εκεί μπροστά 
με ρόπαλα στα χέρια 
για ποιούς επεριμένανε 
 
Και όσο περνούσαν τα λεπτά 
κι' όσο περνούσε η ώρα 
κι' ο ήλιος εδυνάμωνε 
τη φλόγα στα κορμιά μας 
η δίψα μας ακράτητη
λιώνει τα σωθικά μας 
 
Μας στέγνωσε το σάλιο μας 
μας ξερανε το στόμα 
εβράχνιασε μας τη φωνή 
μας θόλωσε τα μάτια 
 
Τα μάτια μας χωθήκανε 
βαθιά μεσ' τις φωλιές τους 
κιτρίνισε το δέρμα μας 
πήρε θανάτου χρώμα 
 
Τα μάτια μας εβλέπανε 
φαντάσματα μπροστά τους
κι' όλοι στα τελευταία τους 
τη μάνα τους καλούσαν 
Μα ούτε μάνα 'ρχότανε
νεράκι να τους φέρει
ούτε των Τούρκων η καρδιά 
εράγιζε απ' τον πόνο
Αντίθετα οι φαντικοί
εκδίκηση επαίρναν
 
Και το λιπύρι καυτερό 
με θεική "αγάπη"!
τα τρυφερά μας τα κορμιά 
τα έψενε στον κάμπο
Είχε κλειστά τα μάτια του 
τ' αυτιά του βουλωμένα 
κι' ούτ' έβλεπε ούτ ' άκουγε 
των Χριστιανών το κλάμα 
 
Και με παράπονο πικρό 
μιλούσαν στο Θεούλη:
"Γιατί Θεέ μου δεν ακούς 
και κάνεις πως δε βλέπεις;
Βγάλε ένα σύννεφο και Συ
και ρίξε μια βροχούλα 
να δροσιστούμε οι έρημοι
σε τούτο το λιοπύρι!
Δε μας λυπάσαι; Τούρκεψες; 
Εμείς σε τι σου φταίμε;"
Μα Κείνος δεν απάντησε
μα Κείνος δε μιλούσε
Μόνο το Χάρο ορμήνευε 
το Χάρο ορμηνεύει 
ποιό να πάρει γρήγορα 
και ποιόν να να τιμωρήσει
 
Οι άρρωστοι, οι αδύναμοι
οι πολυκουρασμένοι
παράδοκαν το πνεύμα τους 
από την πρώτη μέρα 
 
Τη δεύτερη οι περισσότεροι 
πήγαν κοντά στους πρώτους
Η δίψα τους εθέριζε 
παρέα με το Χάρο
 
Ανάσκελα σωριάζονταν 
τ' άτυχα παλικάρια 
και κείτονταν πάνω στη γη
με χέρια απλωμένα 
και το κορμί τους κίτρινο 
το στόμα ξεραμένο 
γεμάτο μύγες βρώμικες 
και μ' ανοιχτά τα μάτια 
κι' όσα δεν εθαυόντουσαν 
την ίδια εκείνη ώρα 
π' ο θάνατος τα έβρισε
άσχημα εμύριζαν
τόσ' άσχημα εμύριζαν 
τόσ' άσχημα που σ΄έπνιγε 
η δυνατή η βρώμα
 
Πολλοί είχαν τρελαθεί 
απ' τη μεγάλη δίψα
και έπιναν τα κάτουρα 
όσων εκατουρούσαν 
κι' άλλοι αποφασίσανε
να σπάσουμε την πόρτα 
να πάρουμε το θάνατο 
αρχίτερα μια ώρα 
κι όλοι μαζί φωνάζοντας 
εκάναμε γιουρούσι 
 
Κι' απάνω στην αλλόφρονα 
θανατερή ορμή τους
στους Τούρκους δώσαν τη χαρά  
που τόσο αποζητούσαν 
 
Αρπάξανε τα ρόπαλα 
και χτύπαγαν με λύσσα 
σπάζαν τα κεφάλια τους 
ξεχύναν τα μυαλά τους 
εσπάζανε τα χέρια τους 
τις πλάτες τα πλευρά τους 
και άλλοι πέφτανε νεκροί 
και άλλοι τραυματισμένοι 
που αν στεκόντουσαν ορθοί 
είτε γιατί το θέλανε 
είτε για δε μπορούσαν 
οι Τούρκοι με τα ρόπαλα 
τους αποτελειώναν
 
Και όταν όρθιος κανείς 
δεν είχε πια 'πομείνει 
οι Τούρκοι χαχανίζοντας 
τους σέρναν απ' τα πόδια
και τους πετούσαν με δύναμη 
τον ένα πα στον άλλο
χωρίς να ξεχωρίσουνε 
νεκρούς και τραυματίες
 
Ετσι πολλοί απ΄τους ζωντανούς
βρέθηκαν σκεπασμένοι 
από νεκρούς και όλοι τους
στο αίμα βουτηγμένοι
 
Τι κι' αν βογγούσαν κι' ούρλιαζαν
από τους τόσους πόνους
Κανείς δεν τους επρόσεξε 
και οι δύστυχοι θα πέθαιναν 
κάτω από τόσο βάρος 
πνιγμένοι από τα αίματα 
και απο την ασφυξία 
 
Οσοι όμως βρεθήκανε 
απάνω από τους άλλους 
αυτοί αποτελειώθηκαν 
όρθιοι σαν σταθήκαν 
από τα ίδια ρόπαλα 
και από τους ίδιους Τούρκους
 
Σε λίγο πήραν διαταγή 
οι ίδιοι εκείνοι Τούρκοι
κι΄εμπήκαν στο στρατόπεδο 
διάλεξαν αιχμαλώτους 
τους πήρανε και φύγανε 
 
Πίσω εμείς τους κλαίμε 
Νομίσαμε ότι κι' αυτοί
θα είχαν την ίδια τύχη
μα σαν σε λίγο ήρθανε 
κρατώντας τα φορεία 
και βλέποντας τους συνεχώς 
νεκρούς να μεταφέρουν 
δοξάσαμε όλοι το Θεό
και πήραμε ελπίδα
 
Κι' αυτό μας ανακούφισε 
δε θα 'χαμε τη βρώμα
π' αδέρφωνε με τη φωτιά 
του ήλιου στο χαμό μας
 
Η δίψα ανυπόφορη 
Δυο τρεις απ' τους δικούς μας 
με κάποια σιδερογωνιά 
που βγάλαν απ' το σύρμα 
πηγάδι επιχείρησαν 
οι δύστυχοι ν' ανοίξουν 
 
Και σκάβανε νυχτοήμερα 
τους βοηθάγαν και άλλοι 
και επειδή ο τόπος μας 
ήταν πάνω σε βούρκο 
σαν έφτασαν μισή οργιά 
εβγάνανε μια λάσπη 
 
Χαρά σε μας. 
Την παίρναμε 
τη βάναμε στο στόμα 
και δρόσιζε τη γλώσσα μας 
που ήταν ξεραμένη 
 
Κι' όταν ακόμα βάθυνε 
ως το μισό το μέτρο 
νασου και βρίσκουν το νερό
και νερουλιάζει η λασπη 
Εκείνος που 'κανε αρχή 
ετοίμασε μια λούμπα 
κι' αφού εμάζεψε νερό
όσο ένα ποτήρι 
έσκυψε ο έρμος να χαρεί 
τους τόσους του τους κόπους 
μ' απάνω του απερίσκεφτοι 
κι' ακράτητοι οι άλλοι
τον πλάκωσαν τον έπνιξαν 
κι' άρχισαν τους καυγάδες 
 
Και να σε λίγο έφτασε
ο Τούρκος ο αφέντης
αρχίζει ο ξυλοδαρμός 
τους διώχνει και διατάζει 
με φτιάρια τα χεράκια τους 
να ρίξουνε το χώμα 
και να γεμίσει παρευτύς 
ετούτο το πηγάδι
 
Εκείνον που το άνοιξε 
και τώρα είναι πνιγμένος 
να τον αφήσουν εκεί δα 
είναι δικός του τάφος 
 
"Αυτοί είσαστε οι Ελληνες" 
γυρίζει και μας λέει 
"Γκιαούρηδες , παλιάνθρωποι
χωρίς καθόλου γνώση"
 
Και γέλαγε σαρκαστικά 
στην τόση μας κατάντια 
 
Πολλοί από τους Τούρκους της Φρουράς 
από τη δική μας δίψα 
μας έπαιρναν ό,τ' άφησαν 
άλλοι συνάδελφοι τους 
 
Σαν είδαν τη μαντύα μου 
που είχαμε για ίσκιο 
τη νύχτα τα μεσάνυχτα 
ζήτησε να την πάρει 
και αντάλλαγμα αυτός 
νερό να μας χορτάσει 
 
Μετά χαράς τη δώσαμε 
αλλά ο άθλιος Τούρκος 
την πήρε τη μαντύα μου 
για ένα κιλό νεράκι 
ένα παγούρι απ΄τα μικρά 
πολύ τσαλακωμένο 
 
Αμέσως και προφυλαχτά 
μ' ένα κονσερβοκούτι
σταγόνες ήπιαμε νερό 
και βρέξαμε τα χείλη 
κι' ύστερα το σκεπάσαμε 
πάνω του καθισμένοι 
 
Μόνο τη νύχτα πίναμε 
στα κοντινά μονάχα 
κι' έτσι αντέξαμε όλοι μας 
ως και την πέμπτη μέρα
 
Η πέμπτη μέρα ήτανε για μας 
ημέρα ευλογίας 
τι άνοιξε η πύλη του νερού 
και τρέξαμε να πιούμε 
 
Πολλοί απ' το πολύ νερό 
σε ώρες πεθάναν 
και διέταξε ο Διοικητής 
σκοπός να μπει στη βρύση 
και μόνο από δυο γουλιές 
καθένας μας να πίνει 
 
Τη μέρα τούτη τέλειωσε 
το βάσανο της δίψας 
για να αρχίσει της σκλαβιάς 
που τελειωμό δεν είχε.
 
Τέλος
 
Σχολιασμός: Ο ποιητής ήταν 19 ετών φοιτητής τότε της Νομικής και η κλάση του δεν είχε κληθεί. Αυτός όμως ένεκα της πατριωτικής του φλόγας δήλωσε εθελοντής και πήγε στην Μικρά Ασία να απελευθερώσει τα πανάρχαια Ελληνικά εδάφη. Τελικά γύρισε ο ποιητής μετά από δύο χρόνια ομηρία, με τα πόδια κομμένα τα κάτω άκρα των δακτύλων και με βαριά φυματίωση στα πρόθυρα του θανάτου. Τα βασανιστήρια στα χέρια των Τούρκων βαρβάρων ήταν ανείπωτα. Τα καταγράφει σε άλλα ποιήματα του. Αυτούς αγκαλιάζει η Ε.Ε στην κοινή άμυνα. Εναντίον ποίων άραγε; Αυτούς θέλουν και οι Αμερικανοί σαν πάγιους συμμάχους. Εναντίον των γειτόνων της Τουρκίας μήπως;



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.