Η προ ημερών σύλληψη ουκρανικών σκαφών από τους Ρώσους στα στενά του Κερτς στην Αζοφική θάλασσα, μπορεί να μην προσέλαβε τις διαστάσεις που προσδοκούσε ο Ουκρανός πρόεδρος Ποροσένκο, αλλά επιβεβαίωσε για μία ακόμα φορά ότι ο Ψυχρός Πόλεμος μπορεί να μπήκε στο ράφι, μπορεί να άλλαξε μορφή, αλλά δεν έγινε παρελθόν. Η Δύση, άλλωστε, διατηρεί τις κυρώσεις της εναντίον της Ρωσίας για την προσάρτηση της Κριμαίας και σε κάθε ευκαιρία εκδηλώνει την τάση να κλιμακώσει τις πιέσεις της.Παρελθόν, λοιπόν, αποτελεί η ιδεολογική αντιπαράθεση Δύσης-Ανατολής, αλλά όχι και ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός. Οι Δυτικοί επεδίωκαν να κρατήσουν, εάν ήταν δυνατόν εσαεί, τη Ρωσία στα γόνατα, όπως συνέβαινε επί Γιέλτσιν. Με τη βοήθεια και των υψηλών τιμών του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και άλλων πρώτων υλών, όμως, ο Πούτιν κατάφερε να ξαναστήσει την “Αρκούδα” στα πόδια της. Όταν, μάλιστα, ένοιωσε ότι είναι αρκετά ισχυρή, διεκδίκησε δυναμικά πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή. Το βλέπουμε όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και στη Συρία.
Οι Δυτικοί ποτέ δεν εγκατέλειψαν το σχέδιό τους να περικυκλώσουν γεωπολιτικά τη Ρωσία, ώστε να περιορίσουν τον ρόλο της. Η επέκταση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη δημιούργησαν θετικά για τη Δύση τετελεσμένα και στρίμωξαν τη Μόσχα. Οι Αμερικανοί, όμως, δεν τα πήγαν εξίσου καλά στην Κεντρική Ασία. Ο Πούτιν κατάφερε σε σημαντικό βαθμό να ανακτήσει τη γεωπολιτική επιρροή στο μαλακό υπογάστριο της χώρας του.
Είναι ακριβές ότι ο Τραμπ είχε υιοθετήσει ένα διαφορετικό δόγμα. Σωστά εκτιμούσε ότι η Ρωσία, μπορεί να παραμένει μία στρατιωτική υπερδύναμη, αλλά δεν έχει ούτε τις οικονομικές δυνατότητες ούτε τον δημογραφικό όγκο για να ανταγωνισθεί τις ΗΠΑ. Αυτό που διεκδικεί είναι να γίνεται σεβαστός ο ρόλος της και να σταματήσει η στρατηγική γεωπολιτικής περικύκλωσής της.
Ο Τραμπ ήταν διατεθειμένος να τα προσφέρει στον Πούτιν, με σκοπό να τον ρυμουλκήσει σε μία από κοινού στρατηγική ανάσχεσης της Κίνας. Κι αυτό, επειδή ο “Δράκος” έχει δυνάμει όλες τις προϋποθέσεις όχι απλώς να ανταγωνισθεί τις ΗΠΑ, αλλά και να τις εκτοπίσει από την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα. Γι’ αυτό, άλλωστε, και ακολουθεί εξωτερική πολιτική χαμηλών τόνων, επιδιώκοντας να αγοράσει χρόνο.
Ο φόβος της Μόσχας
Δεν είναι, όμως, μόνο οι Αμερικανοί που φοβούνται την συνεχώς ενισχυόμενη Κίνα. Είναι και η Ρωσία, η οποία νοιώθει την κινέζικη πίεση στα αραιοκατοικημένα νοτιοανατολικά σύνορά της. Ο φόβος της Μόσχας για τον “Δράκο” δυνητικά θα μπορούσε να την οδηγήσει σε ένα μέτωπο με την Ουάσιγκτον για την ανάσχεση της Κίνας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την πραγματική υπέρβαση του ψυχροπολεμικού κλίματος και την εγκαθίδρυση σχέσεων εμπιστοσύνης.
Όπως προανέφερα, ο Τραμπ είχε εκφράσει την πρόθεση να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά το αμερικανικό “βαθύ κράτος” όχι απλώς εγείρει εμπόδια, αλλά και μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να ακυρώσει στην πράξη αυτή την αναθεώρηση στρατηγικής. Το κατεστημένο που διαμορφώνει και καθορίζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας παραμένει εγκλωβισμένο στο νεοψυχροπολεμικό δόγμα. Τα σχετικά στερεότυπα κυριαρχούν και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Πεντάγωνο και στη CIA.
Η προσωπική συνεννόηση Τραμπ-Πούτιν δεν φαίνεται ικανή να τα αλλάξει. Εξ ου και στρατηγική γεωπολιτικής περικύκλωσης της Ρωσίας παραμένει σε ισχύ. Στο πλαίσιό της, κρίσιμο διακύβευμα ήταν και παραμένει ο έλεγχος της Ουκρανίας. Η φιλοδυτική «πορτοκαλί επανάσταση» ανέτρεψε το μετασοβιετικό φιλορωσικό καθεστώς, αλλά σημειώθηκε παλινδρόμηση.
Όπως είναι γνωστό, το διεφθαρμένο και αυταρχικό φιλορωσικό καθεστώς του Γιανουκόβιτς τροφοδότησε τις αντιδράσεις της άλλης Ουκρανίας. Οι αντιδράσεις προσέλαβαν διαστάσεις εξέγερσης όταν η εκλεγμένη κυβέρνηση αρνήθηκε να υπογράψει συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ. Αναμφίβολα, οι δυτικές υπηρεσίες έβαλαν ποικιλοτρόπως το χεράκι τους. Αναμφίβολα, τη βρώμικη δουλειά στην τελική φάση της εξέγερσης την έκαναν τα ένοπλα νεοναζί κομάντο. Η εξέγερση, όμως, δεν ήταν ένα στημένο πραξικόπημα. Απλώς αντανακλούσε τα «θέλω» της δυτικόφιλης Ουκρανίας. Έτσι προέκυψε το αντιρωσικό καθεστώς Ποροσένκο.
Διχασμένη χώρα
Η Ουκρανία, όμως, ήταν και παραμένει μία διχασμένη χώρα. Οι δυτικές και βορειοδυτικές επαρχίες διαπνέονται από αντιρωσισμό και είναι στραμμένες προς δυσμάς. Αντιθέτως, οι βιομηχανικές ανατολικές και νοτιοανατολικές επαρχίες είναι στραμμένες προς τη Ρωσία. Εκεί, άλλωστε, ο πληθυσμός είναι Ρώσοι και Ουκρανοί που κατά κανόνα θεωρούν τον εαυτό τους παρακλάδι του ρωσικού έθνους.
Για τη Μόσχα, ο κόμπος έφθασε στο χτένι όταν εκδηλώθηκε η σαφής πρόθεση του νέου καθεστώτος να προσδέσει την Ουκρανία στην ΕΕ, γεγονός που θα δημιουργούσε γεωπολιτικό τετελεσμένο. Ο Πούτιν είχε συνείδηση πως εάν δεν αντιδρούσε θα έχανε οριστικά την Ουκρανία. Δεν μπορούσε, όπως στο παρελθόν, να ελπίζει σε μελλοντική νίκη των φιλορωσικών δυνάμεων.
Η αναίμακτη κατάληψη και προσάρτηση της γεωπολιτικά κρίσιμης Κριμαίας ήταν η πρώτη απάντηση της Ρωσίας. Χωρίς την Κριμαία, η ρωσική παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα και πολύ περισσότερο στη Μεσόγειο θα συρρικνωνόταν δραματικά. Ο Πούτιν δεν περιορίσθηκε σ’ αυτό. Άναψε το πράσινο φως και ενίσχυσε τις φιλορωσικές δυνάμεις στην ανατολική Ουκρανία, με αποτέλεσμα σήμερα, μετά από συγκρούσεις, να υπάρχει μία περιοχή, η οποία βρίσκεται έξω από τον έλεγχο του καθεστώτος Ποροσένκο.
Οι Δυτικοί αντέδρασαν με υψηλούς τόνους, αλλά στην πραγματικότητα δεν είχαν επιλογή στρατιωτικής αντίδρασης. Περιορίσθηκαν, λοιπόν, στην επιβολή κυρώσεων. Αναμφίβολα, η Ρωσία παραβίασε τη διεθνή νομιμότητα, αλλά οι σχετικές καταγγελίες των Δυτικών βρωμάνε υποκρισία. Για όσα κατηγορούν σήμερα τον Πούτιν τα έχουν κάνει και οι ίδιοι. Γιατί άραγε είναι δόγμα η ακεραιότητα της Ουκρανίας και δεν ήταν η ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας; Εξίσου κραυγαλέο είναι και το γεγονός ότι δεν δίστασαν να συμμαχήσουν με τους νεοναζί, προκειμένου να προωθήσουν τα σχέδιά τους.
slpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου