Θα αρχίσω αυτό το άρθρο, όπως άρχισα το προηγούμενο “Η συμφωνία για το όνομα στην εθνική ζυγαριά”. Κάθε διεθνής συμφωνία, λοιπόν, έχει θετικά και αρνητικά στοιχεία για τις δύο πλευρές και η συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων για το όνομα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Κατά συνέπεια, σοβαρή αξιολόγηση μίας συμφωνίας σημαίνει ζύγισμα των θετικών και των αρνητικών στοιχείων για κάθε μία από τις συμβαλλόμενες πλευρές, καθώς, επίσης, και το κατά πόσο οι διευθετήσεις αντιστοιχούν με την πραγματικότητα της διαφοράς.Η συγκεκριμένη συμφωνία, λοιπόν, πρέπει να αντιμετωπισθεί κατ’ αυτό τον τρόπο. Προφανώς θα ληφθούν υπόψη οι εθνικές επιδιώξεις, αλλά είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να απαλειφθεί η πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί επί τόσες δεκαετίες. Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, να αξιολογήσουμε συγκεκριμένα επίμαχα σημεία.
Αναφορικά με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, η συμφωνία προβλέπει τα εξής βήματα:
Υπογραφή της συμφωνίας, κύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή της πΓΔΜ με απλή πλειοψηφία, επιστολή της ελληνικής κυβερνήσεως προς την Ατλαντική Συμμαχία και την ΕΕ για έναρξη των διαδικασιών εντάξεως, διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ, αναθεώρηση του Συντάγματος (εάν το αποτέλεσμα είναι θετικό) από τη Βουλή της πΓΔΜ και τέλος κύρωση της συμφωνίας από την ελληνική Βουλή ταυτοχρόνως με την κύρωση του πρωτοκόλλου εντάξεως της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.
Η Συμμαχία θα απευθύνει πρόσκληση ένταξης στα Σκόπια μετά την κύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή της πΓΔΜ και αφού σταλεί η ελληνική επιστολή. Η ένταξη θα γίνει με το όνομα Βόρεια Μακεδονία. Θα ξεκινήσει μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος του γειτονικού κράτους και θα ενεργοποιηθεί όταν η ελληνική Βουλή κυρώσει τη συμφωνία και το πρωτόκολλο εντάξεως. Είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι από τη στιγμή που ένα κράτος προσκληθεί από το ΝΑΤΟ να γίνει μέλος, η διαδικασία δεν μπορεί να διακοπεί.
Οι ελληνικές επιστολές
Μετά την κύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή των Σκοπίων, η Αθήνα θα στείλει επιστολή και στην ΕΕ, ενημερώνοντάς την ότι δεν έχει αντίρρηση να δοθεί ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Βόρεια Μακεδονία. Για να φθάσει ένα κράτος να ενταχθεί στην ΕΕ πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για 35 κεφάλαια. Ουσιαστικώς πρόκειται για την προσαρμογή του υποψήφιου προς ένταξη κράτους στο κοινοτικό κεκτημένο. Θεσμικά, η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλο κράτος-μέλος, έχει δικαίωμα να μπλοκάρει τη διαδικασία στο άνοιγμα και στο κλείσιμο κάθε κεφαλαίου. Η διαδικασία αυτή δεν είναι σίγουρο πως θα προχωρήσει ομαλά, δεδομένου πως μεγάλα κράτη-μέλη, όπως η Γαλλία και η Ολλανδία έχουν αντιρρήσεις.
Για να πραγματοποιηθεί συνταγματική αναθεώρηση στην πΓΔΜ απαιτείται πλειοψηφία 2/3 και πρέπει να υπάρχει πλειοψηφία ταυτοχρόνως και στην ομάδα των Σλαβομακεδόνων βουλευτών και στην ομάδα των Αλβανών βουλευτών. Εάν ο Ζάεφ χάσει το δημοψήφισμα η συμφωνία ακυρώνεται. Εάν το κερδίσει δεν είναι δεδομένο πως θα πραγματοποιηθεί η αναθεώρηση. Θα έχει, βεβαίως, το ισχυρό επιχείρημα ότι η Βουλή δεν μπορεί να αγνοήσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αλλά θεσμικά δεν έχει τρόπο να υποχρεώσει την αξιωματική αντιπολίτευση να υπερψηφίσει την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η πολιτική δοκιμασία στην Ελλάδα θα αρχίσει όταν στην πΓΔΜ θα έχει ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση. Εάν η ελληνική Βουλή κυρώσει τη συμφωνία, η συμφωνία θα τεθεί σε εφαρμογή. Εάν, όμως, δεν προκύψει κοινοβουλευτική πλειοψηφία και η κύρωση απορριφθεί, η Ελλάδα θα βρεθεί υπό διεθνή πίεση. Η συμφωνία, όμως, θα έχει ακυρωθεί.
Κρατική ονομασία και ιθαγένεια
Αφού συμφωνήθηκε η χώρα να ονομάζεται Βόρεια Μακεδονία, κατ’ αντιστοιχία θα έπρεπε οι κάτοικοι χώρας να ονομάζονται Βορειομακεδόνες και η ιθαγένεια βορειομακεδονική ως παράγωγο της κρατικής ονομασίας, όπως συμβαίνει σε όλα τα κράτη. Οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, ωστόσο, θα ονομάζονται “Μακεδόνες/πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας” και η γλώσσα της επικρατούσης εθνότητας “μακεδονική”. Επομένως, η ονομασία “Βόρεια Μακεδονία” είναι erga omnes ως κρατική ονομασία, αλλά όχι ως προς τους πολίτες και τη γλώσσα.
Στο άρθρο 7 της συμφωνίας ορίζεται ότι και η Ελλάδα και τα Σκόπια θα συνεχίσουν να ερμηνεύουν τους όρους Μακεδονία και Μακεδόνες με όποιον τρόπο θέλει η κάθε πλευρά. Αυτό ουσιαστικά παραβιάζει το erga omnes. Οι δύο χώρες όφειλαν να έχουν συμφωνήσει σε ένα κοινά αποδεκτό όνομα για όλες τις χρήσεις. Προφανώς, ουδείς κάτοικος της γειτονικής χώρας θα λέει ότι είμαι “Μακεδόνας/πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας” και ουδείς τρίτος θα χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο όταν θα αναφέρεται στους γείτονες. Όλοι θα λένε ότι είναι “Μακεδόνες”. Θα έχουμε, λοιπόν, το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας που θα κατοικείται απο “Μακεδόνες” (εν αντιθέσει προς τη νότια Μακεδονία που θα κατοικείται από Έλληνες).
Η δυνατότητα κάθε κράτους να ερμηνεύει τον όρο “Μακεδόνες” όπως αυτό επιθυμεί (άρθρο 7), ακυρώνεται από το γεγονός ότι το ένα κράτος φέρει επισήμως στην ονομασία του τον όρο “Μακεδόνες” με τη σύμφωνη γνώμη και του άλλου κράτους. Αυτό είναι το πιο προβληματικό σημείο της συμφωνίας. Το ιδεολόγημα του “μακεδονισμού” δημιουργήθηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα και στον πυρήνα του έχει την έννοια της “διαμελισμένης πατρίδας” που οι “Μακεδόνες” θέλουν να ενωθεί. Είναι μοιραία η σκέψη ότι οι “Μακεδόνες” που ζουν στη Βόρεια Μακεδονία θα πρέπει κάποια στιγμή να ελευθερώσουν και τη νότια από τους Έλληνες! Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στο διάγγελμά του σε Ελληνομακεδόνες. Αν και ο όρος ξενίζει, θα έπρεπε κατ’ αντιστοιχία να αναφερθεί σε Βορειομακεδόνες.
Αναγνωρίζεται «μακεδονική» εθνότητα;
Ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε ότι η συμφωνία δεν αναγνωρίζει εθνότητα/έθνος, αλλά το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των πολιτών της γείτονος. Διαχώρισε, μάλιστα, την ιθαγένεια/υπηκοότητα (nationality) από την εθνότητα (ethnicity). Η ιθαγένεια/υπηκoότητα αναφέρεται στο νομικό δεσμό ενός πολίτη με το κράτος στο οποίο ανήκει. Το κράτος μπορεί ελεύθερα να ορίσει πως ονομάζεται η ιθαγένεια/υπηκoότητα του.
Συνεπώς, η ονομασία της ιθαγένειας/υπηκοότητας μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, χωρίς να παραβιασθεί το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού. Το δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού αφορά στην εθνικότητα και ανάγεται στην εθνική συνείδηση που έχει ένα άτομο. Εκεί πράγματι δεν μπορεί να παρέμβει το κράτος. Στην Ισπανία η ιθαγένεια/υπηκοότητα είναι η ισπανική, αλλά οι πολίτες ανήκουν σε διαφορετικές εθνότητες.
Το σημερινό Σύνταγμα της πΓΔΜ έχει πολλές αναφορές σε “Μακεδόνες”. Στο προοίμιο του Συντάγματος αναφέρεται ότι το κράτος της πΓΔΜ είναι αποτέλεσμα των αγώνων του «μακεδονικού λαού» επί αιώνες.Το άρθρο 36 αναφέρεται στα ειδικά δικαιώματα που παρέχονται σε όλους εκείνους που έχουν αγωνισθεί για «τις ιδέες της ξεχωριστής ταυτότητας του μακεδονικού λαού». Το άρθρο 49 αναφέρεται «στα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν στον Μακεδονικό λαό σε γειτονικές χώρες». Το άρθρο 56 μιλά για την προστασία «της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του μακεδονικού λαού».
Τέλος, το άρθρο 78 αναφέρεται στο Συμβούλιο διεθνοτικών σχέσεων της χώρας. Εκεί ορίζεται ότι στο συμβούλιο συμμετέχουν μέλη από “Μακεδόνες”, Αλβανούς, Τούρκους, Βλάχους κλπ. Από τη συμφωνία δεν προκύπτει ότι τα συγκεκριμένα άρθρα αλλάζουν. Γίνεται μία γενική αναφορά σε προσαρμογή, το περιεχόμενο της οποίας δεν αναφέρεται συγκεκριμένα.
Συνεπώς, η Ελλάδα αποδέχεται με τη συμφωνία και την ιθαγένεια/υπηκοότητα ως “μακεδονική/πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας” και τη “μακεδονική” εθνότητα, μέσω του όρου “Μακεδόνες” που εδώ χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει αποκλειστικώς τους Σλάβους της πΓΔΜ. Η ρητή αναφορά σε “μακεδονική γλώσσα” δημιουργεί πολιτικό τετελεσμένο, το οποίο δεν μετριάζεται από την επισήμανση ότι ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλαβικών γλωσσών. Αφού πρόκειται για σλαβική γλώσσα, γιατί η ελληνική πλευρά δεν επέμεινε να ονομασθεί σλαβομακεδονική, ή έστω βορειομακεδονική με την παράλληλη επισήμανση ότι ανήκει στις νότιες σλαβικές γλώσσες;
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου