Με διάγγελμά του προς τον λαό, ο Αθηνών Χρύσανθος αναφέρει τα εξής: “Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν οτι όλα τα τέκνα της Πατρίδος, ευπειθή εις το κέλευσμα αυτής και του Θεού, θα σπεύσωσιν εν μια ψυχή και καρδία να αγωνισθώσιν υπέρ βωμών και εστιών και της ελευθερίας και της τιμής και θα συνεχίσωσιν ούτως την απ’ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσωσι τον ωραίον θάνατον από την άσχημην ζωήν της δουλείας…”.
Στις 10 Νοεμβρίου τελεί Θεία Λειτουργία στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών υπέρ ενισχύσεως του Φιλοχρίστου Στρατού. Καθιερώνει καθημερινά συσσίτια, ενώ παραχωρεί το κτίριο το οποίο σήμερα στεγάζονται οι υπηρεσίες της Ιεράς Συνόδου, για την χρησιμοποίησή του από τον Στρατό ως Νοσοκομείο.
Η Γερμανική Κατοχή βρίσκει τον Χρύσανθο στην Αρχιεπισκοπή. Από το γραφείο του παρακολουθεί την υποστολή της Ελληνικής Σημαίας από την Ακρόπολη, και την έπαρση της γερμανικής σβάστικας.
Δέχεται τρία μηνύματα. Το ένα είναι να συμμετάσχει μαζί με τους άλλους προύχοντες στην επιτροπή παραδόσεως της πόλεως των Αθηνών. Η απάντησή του είναι μοναδική. “Οι Έλληνες Ιεράρχες δεν παραδίδουν τας πόλεις εις τον εχθρόν, αλλά καθήκον των είναι να εργασθούν δια την απελευθέρωσιν αυτών”.
Το δεύτερο μήνυμα λέει ότι θα πρέπει να μεταβεί στον Ναό για να τελέσει Δοξολογία. Και πάλι η απάντηση του Χρυσάνθου δείχνει την λεβέντικη και Ρωμαίϊκη ψυχή του: “Δοξολογία δεν έχει θέσιν επί τη υποδουλώσει της Πατρίδος μας. Η ώρα της Δοξολογίας θα είναι άλλη”.
Το τρίτο μήνυμα είναι ότι ο Ανώτατος Γερμανός Στρατιωτικός Διοικητής θέλει να τον επισκεφτεί. Η απάντηση μονολεκτική. “Να έρθει”.
Ο Γερμανός Διοικητής βρίσκεται στο Γραφείου του Χρυσάνθου. Η συζήτηση έγινε στα Γερμανικά. Ο διάλογος είναι συγκλονιστικός.
- Χρύσανθος: “Κύριε Στρατάρχα, πρωτίστως ο στρατός σας εισέβαλεν εις ένα τόπον του οποίου ο λαός ηγωνίσθη δια την ελευθερίαν του και εξακολουθεί να πιστεύει εις τα ιδανικά του. Και έχω καθήκον, ως Αρχηγός της Εκκλησίας της Ελλάδος να σας συστήσω να σεβαστή η Γερμανική Διοίκησις τον ηρωϊκόν λαόν της χώρας αυτής δια να αποφευχθούν τα δυσάρεστα”.
- Φόν Στούμε: “Είμεθα βέβαιοι ότι, η Ελληνική Εκκλησία θα συνεργαστή αρμονικά και εγκάρδια με τας στρατιωτικάς αρχάς κατοχής, ακριβώς για να αποφευχθούν τα δυσάρεστα”.
- Χρύσανθος: “Να είστε βέβαιος ότι η Ελληνική Εκκλησία θα κάνει το καθήκον της και κατά την κρίσιμον αυτήν περίοδον”.
- Φόν Στούμε: “Κατερχόμενοι είδομεν τας καταστροφάς που επροξένησαν εις την χώραν σας οι Άγγλοι. Ποιός θα πληρώσει δια τας ζημίας αυτάς;”
- Χρύσανθος: “Θα πληρώσει εκείνος, ο οποίος θα χάσει τον πόλεμον”, είπε με νόημα.
Πολύ γρήγορα όμως πέρασε ο Χρύσανθος από τα λόγια στην πράξη. Όσο ο Ελληνικός λαός αγωνιζόταν στα βουνά της Ηπείρου, αυτός στα μετόπισθεν έδινε την δική του πολύτιμη μάχη. Όλες οι ώρες , οι σκέψεις και οι ενέργειές του, από την πρώτη ημέρα αφιερώθηκαν στον κοινό αγώνα. Επιστράτευσε μεγάλον αριθμό εθελοντών κληρικών-εξομολόγων, που διακρίνονταν για τον ενθουσιασμό και την γενναιοψυχία τους και τους έστειλε στην πρώτη γραμμή, για να ενθαρρύνουν και να χαλυβδώνουν το φρόνημα των μαχητών με τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας, με τον φλογερό τους λόγο και με το παράδειγμά τους.
Οργάνωσε αστραπιαία την Πρόνοια των στρατευμένων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών όπου, υπό την καθοδήγησή του, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους δύο χιλιάδες εθελοντές, άνδρες και γυναίκες, και επιτέλεσαν αξιοθαύμαστο φιλανθρωπικό έργο.
Χωρίς να οργανώσει εράνους και να ζητάει δωρεές, διέθεσε πολλά εκατομμύρια δραχμών, υπέρ των ασθενών, των τραυματιών πολέμου και των οικογενειών των στρατευμένων.
Διέθεσε ιερείς για τις θρησκευτικές ανάγκες τους και συγκρότησε ομάδα «προνοίας» για πατριωτική αλληλογραφία με το μέτωπο και αποστολή δεμάτων και εντύπων προς τους μαχομένους για τόνωση του φρονήματός τους.
Τῃ 16η Νοεμβρίου 1940, ο Χρύσανθος και η Εκκλησία της Ελλάδος, απευθύνουν έκκληση προς τις απανταχού της οικουμένης χριστιανικές Εκκλησίες. Καταγγέλει την απρόκλητη επίθεση της φασιστικής Ιταλίας [ανήμερα μάλιστα στην εορτή της Παναγίας], απαριθμεί τις βαρβαρότητες των επιτιθεμένων και τους καλεί «να αναλάβητε ζήλον Χριστού και να διαμαρτυρηθήτε και κινηθήτε και να κινήσητε τους λαούς υμών αξίως του αδικήματος, ίνα μάθωσι πάντες ως κοινόν εχθρόν να νομίζωσι τον άρπαγα…».
Με την είσοδο της Γερμανίας στον πόλεμο τον Απρίλιο του 1941, ο ελληνικός λαός βρίσκεται αντιμέτωπος και με δεύτερη σιδηρόφρακτη αυτοκρατορία ταυτοχρόνως και όμως δεν παραλείπει να κάνει το καθήκον του και να αγωνισθεί έως εσχάτων. Η Εκκλησία βρίσκεται δίπλα του στον αγώνα του αυτόν.
Στις 6 Απριλίου 1941, η Ιερά Σύνοδος με πρόεδρο τον Χρύσανθο, απευθύνει διάγγελμα προς τον ηρωικώς μαχόμενο φιλόχριστο Ελληνικό Στρατό. Μεταξύ άλλων το διάγγελμα ανέφερε:
«Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά, από της σήμερον ημέρας και έτερος εχθρός, η Χιτλερική Γερμανία, αδίκως και ανάνδρως επιτίθεται κατά της ιεράς ημών Χώρας…Αι δυνάμεις της ύλης και του σκότους συνώμοσαν κατά της δυνάμεως του πνεύματος και του φωτός.
Αλλ’ο μέγας Θεός όστις είναι Πνεύμα, Φώς και Ζωή, δεν θα επιτρέψη την Βασιλείαν του σκότους….θα συντριψει και τον εκ Γερμανίας Εκατόχειρα Τυφυέα και θα ανατείλη και πάλιν…τον ήλιον της Δικαιοσύνης και Αληθείας…»
Είναι φανερή η ταύτιση των Γερμανών με τις δυνάμεις του σκότους και διάχυτη η αίσθηση της κατάφωρης αδικίας και ανανδρίας, ακόμη και με την ηθική του πολέμου, αφού δεν διστάζουν να επιτεθούν πισώπλατα εναντίον ενός μικρού λαού που ήδη αγωνίζεται υπέρ βωμών και εστιών εναντίον μιας μεγάλης και ισχυρής αυτοκρατορίας όπως ήταν η Ιταλία της εποχής αυτής.
Τα αισθήματα του Χρύσανθου προφανών ταυτίζονται με τα αισθήματα ολόκληρου του ελληνικού λαού, έκφραση των οποίων αποτελούν και τα δύο μνημειώδη διαγγέλματα του Χρύσανθου που εκδόθηκαν αμέσως με την εισβολή των Ιταλών και Γερμανών αντίστοιχα. Την περαιτέρω όμως στάση του Χρύσανθου έναντι των Γερμανών κατακτητών, θα παρακολουθήσουμε στην συνέχεια.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο : www.e-istoria.com
το είδαμε στο Αντέχουμε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου