Του ΠΑΝΙΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Σε ένα μεταβαλλόμενο και συγκρουσιακό διεθνές περιβάλλον, όπου τα ποικιλόμορφα συμφέροντα και η ισχύς των κανονιοφόρων λειτουργούν με πολλαπλούς τρόπους εις βάρος του διεθνούς δικαίου, οι λαοί και τα έθνη -ειδικότερα τα μικρά ανυπεράσπιστα κράτη- θα έπρεπε να είχαν ως καταφύγιο ελπίδας και πηγή δύναμης τούς διεθνείς οργανισμούς και τα διεθνή δικαστήρια.
Το βασικό ερώτημα όμως που τίθεται είναι αν αυτοί οι οργανισμοί και αυτά τα δικαστήρια υπηρετούν τη Δικαιοσύνη με αμεροληψία, αντικειμενικότητα και με βάση τους διεθνείς κανόνες και τις διεθνείς συμβάσεις.
Τον τελευταίο καιρό, λόγω των προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και στα ελληνικά χωρικά ύδατα, γίνεται μεγάλη συζήτηση για την πιθανότητα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο είναι το ανώτερο δικαιοδοτικό όργανο του ΟΗΕ.
Θεωρούμε ότι αρκετοί αξιόλογοι εμπειρογνώμονες και υπηρεσιακοί παράγοντες, καθώς και κορυφαίοι ακαδημαϊκοί και νομικοί του Ελληνισμού είναι σε θέση να απαντήσουν πειστικά σε σωρεία ερωτημάτων για αυτό το ζήτημα, πέρα από όποιες πολιτικές σκοπιμότητες ή στοχεύσεις, που, συνήθως δεν στηρίζονται σε συγκροτημένη εθνική στρατηγική.
Εμείς θα περιοριστούμε σε πτυχές που έχουν να κάνουν με την αποστολή της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών και η οποία σε μεγάλο βαθμό επηρεάζει το σκεπτικό των αποφάσεων και δράσης στο Κυπριακό από πλευράς του διεθνούς Οργανισμού. Επίσης, η στάση της έχει συμβολική και ίσως ουσιαστική διάσταση σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, επειδή αποφεύγει να καταδικάσει την τουρκική παραβατικότητα και εμφανίζεται συνεχώς απρόθυμη να λάβει ξεκάθαρη θέση όσον αφορά τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).
Για το Κυπριακό υπάρχει σοβαρό θέμα με τον ρόλο της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών. Και δεν είναι τωρινό, είναι διαχρονικό.
Ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας δεν έχει αρμοδιότητα να καθορίζει πολιτική, αλλά είναι υποχρεωμένος να δραστηριοποιείται και να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση κρίσεων και την επίλυση περιφερειακών και διεθνών προβλημάτων με βάση τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η προβληματική στάση της Γραμματείας συνέβαλε όλα αυτά τα χρόνια και στη σταδιακή απενοχοποίηση της Τουρκίας.
Τώρα, ακολουθεί την ίδια τακτική για τις τουρκικές παρανομίες στην κυπριακή ΑΟΖ και στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας.
Ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του ΓΓ, Φερχάν Χακ, απαντώντας πριν λίγες μέρες σε ερώτημα του συναδέλφου μας Μιχάλη Ιγνατίου, αφού είχε επιβεβαιώσει τη λήψη επιστολής της ελληνικής Κυβέρνησης, με την οποία καταγγελλόταν ως παράνομο το «Μνημόνιο Κατανόησης» Λιβύης – Τουρκίας, υποστήριξε ότι «η Γραμματεία δεν λαμβάνει θέση ούτε σχολιάζει ζητήματα που αφορούν στην κυριαρχία, τα κυριαρχικά δικαιώματα ή τη δικαιοδοσία των κρατών-μελών για τους θαλάσσιους χώρους τους. Παρόλα αυτά, σε συγκεκριμένες περιοχές όμως, περίκλειστες ή ημίκλειστες θάλασσες, ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στα συμφέροντα τρίτων μερών».
Δηλαδή, ο εκπρόσωπος του Αντόνιο Γκουτέρες, εμμέσως πλην σαφώς, υιοθέτησε τη θέση της Τουρκίας με τον ισχυρισμό ότι «απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στα συμφέροντα τρίτων μερών».
Την προηγούμενη μέρα, η Ολομέλεια της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ υιοθέτησε ψήφισμα επαναβεβαίωσης του καθολικού χαρακτήρα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) του 1982 και, όπως κάθε χρόνο, η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα-μέλος του ΟΗΕ που ψήφισε εναντίον κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας για τους Ωκεανούς και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Τι ρόλο τελικά διαδραματίζει η Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών στις τουρκικές παρανομίες και γιατί σιωπούν η Αθήνα και η Λευκωσία;
Μήπως ο τρόπος αντιμετώπισης από μέρους της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών του τουρκικού επεκτατισμού και της τουρκικής παραβατικότητας αποτελεί αντικείμενο μελέτης και προβληματισμού για το πώς η Αθήνα και η Λευκωσία θα πρέπει να χειριστούν την υπόθεση για πιθανή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου