(Ο πολιτισμός το έσχατο όπλο) |
υποψήφιου Δημοτικού Συμβούλου με τον Συνδυασμό Αθήνα για την Ελλάδα
Όταν ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός επέλεγε τον τίτλο «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» για ένα από τα κορυφαία έργα του, και της νεοελληνικής ποίησης γενικότερα, ήθελε να τονίσει ότι οι Έλληνες, αν και πολιορκημένοι στο Μεσολόγγι, δηλαδή στερημένοι της σωματικής τους ελευθερίας, διατηρούσαν ακέραιη την ελευθερία στο νου και την ψυχή τους.Επέλεξε έτσι μια χτυπητή και με νόημα αντίθεση που σημάδεψε δραματικά την ιστορική μας πορεία μέχρι σήμερα, αλλά που πολύ φοβάμαι ότι σε λίγο μπορεί να μην ισχύει.
Οι σύγχρονοι Έλληνες, ο υπαρκτός Ελληνισμός, κινδυνεύουν να γίνουν σκλάβοι πολιορκημένοι, αν όχι φυλακισμένοι, μέσα στον ίδιο τον μεταμοντέρνο και παγκοσμιοποιημένο κόσμο τους, που τους επιβλήθηκε σαν μονόδρομος χωρίς επιλογές, γιατί άργησαν να το κατανοήσουν και να αντιδράσουν.
Τόσο η πορεία της χώρας μας και της Ευρώπης, όσο και οι τύχες της παγκόσμιας κοινότητας βρίσκονται στα χέρια ενός αλαζονικού παγκόσμιου καθεστώτος που στήνει μεθοδικά ένα παγιδευτικό ιστό για τα έθνη, τους πολίτες και τις κοινωνικές τάξεις.
Αυτή η σαρωτική επίθεση του μεταμοντερνισμού σε όλα τα πεδία της γνώσης, της παιδείας και του πολιτισμού είναι η βασική αιτία που ο λαός μας, αλλοτριωμένος την κρίσιμη ώρα, δεν μπόρεσε μετά τις 23 Απριλίου 2010, που ξεκίνησε η νέα οικονομική κατοχή, να ενστερνισθεί τα υψηλότερα διδάγματα της ιστορίας του, να αντισταθεί αποτελεσματικά και να γεννήσει τους νέους ηγέτες από τους κόλπους του. Έναν Καραϊσκάκη, έναν Παύλο Μελά, μια Λέλα Καραγιάννη, μια Ηλέκτρα Αποστόλου, έναν Γρηγόρη Αυξεντίου, έναν Λαμπράκη, έναν Παναγούλη, έναν Σολωμού που θάπρεπε να υπάρχει για να κατεβάσει την σημαία του τοκογλύφων-δανειστών από τον ιστό.
Τώρα είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να σταθούμε απέναντι στο ωστικό κύμα, στο χαοτικό πολιτικο-πολιτισμικό τσουνάμι, και να μείνουμε όρθιοι. Δεν μπορούν να μας τα πάρουν όλα γιατί τα πιο πολύτιμα είναι μέσα μας αλλά πρέπει να τα ξαναβρούμε, να τα ξαναθυμηθούμε.
Η Ελλάδα σαν να πάσχει από αλτσχάϊμερ, παραδομένη στην μεταπρατική μακαριότητα και στα κελεύσματα του εθνομηδενισμού και του νεοφιλελευθερισμού, αναζητά απεγνωσμένα «λύσεις»... που ενυπάρχουν στον ελληνικό πολιτισμό, αλλά ο ντόπιος εξανδραποδισμός τις έχει θάψει.
Η αντίσταση και η ανατροπή δεν μπορεί να έρθει αν δεν υπάρξει μια συμπαγής λαϊκή βάση πάνω στην οποία να πατά και από την οποία να εφορμά, αν δεν βρεθεί κοινή ομολογία και ομοψυχία, ένα κοινό σημείο πνευματικής αναφοράς που να δονείται απαράλλακτα μέσα στον καθένα μας, όπως τότε που κερδίζαμε την ελευθερία μόνοι μας. Χωρίς αυτές τις πνευματικές προϋποθέσεις δεν θα υπάρξει σοβαρή προοπτική πέρα από ασπασμωδικές κινήσεις, όπως το Σύνταγμα, και αναγκαστικές «επιλογές» όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που επιτείνουν την απογοήτευση.
Η εμπειρία απέδειξε ότι, πέρα από την απόλυτη αδράνεια του παλιού πολιτικού κατεστημένου, η «προοδευτική» διανόηση και η αριστερά, άνευρη, ανιστόρητη και κοσμοπολίτικη, δεν μπόρεσε να αρθρώσει λόγο απέναντι στην ιστορία. Παγιδευμένοι σε μια ξεπερασμένη ανάγνωση της ιστορίας, που θεωρούσε ότι τα έθνη σχηματίζονται στην φάση της συσσώρευσης του κεφαλαίου (επειδή αυτό συνέβη στις δυτικές χώρες της Ευρώπης, π.χ.), έβαλαν την ουρά στα σκέλια μπροστά στην επέλαση των μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων της παγκοσμιοποίησης.
Ένα σημαντικό κομμάτι της διανόησης εξαπάτησε μαζικά την κοινωνία για τις προθέσεις της παγκοσμιοποίησης και προπαγάνδιζε ότι για να ενσωματωθούμε στην υποσχόμενη «σωτηρία» μας πρέπει να χάσουμε τα ίχνη της ιδιοπροσωπίας μας.
Για χρόνια, η αριστερή διανόηση και καθοδήγηση πρόκρινε τον οικουμενισμό και την "ταξική" οπτική κατά του έθνους-κράτους και θεωρούσε «πατρίδα» της την αφηρημένη έννοια των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων»... Ένα φληνάφημα που, όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, χρησιμοποίησε κατά κόρον ο νεοφιλελεύθερος ιμπεριαλισμός για να διαλύσει μια σειρά κρατών του «άξονα του κακού».
Με όλα αυτά, η ελληνική αριστερά, ξεκομμένη από την κοινωνία, την οποία όρισε σαν «ξενοδοχείο» διαφορετικοτήτων, στάθηκε ανίκανη να οργανώσει την εθνική αντίσταση ή την κοινωνική αλληλεγγύη.
Έτσι, η εγχώρια διανόηση, αντί να θυμηθεί τα λόγια του Άρη στην Λαμία, ότι «εμείς έχουμε τις πεζούλες μας»...οι απέναντι απ’ τον λαό είναι χωρίς σύνορα και πατρίδα, υπηρέτησε πιστά τα ιδεολογήματα της νέας τάξης και έδειξε όλη την μαγκιά της μόνο κόντρα στα ράκη του εθνικοφρονισμού (επιτρέποντάς τους έτσι να πολλαπλασιαστούν).
Στην άλλη πλευρά, η ακροδεξιά και οι νέο-ναζί απέδειξαν για άλλη μια φορά ότι ο «υπερ-πατριωτισμός» δεν προέρχεται από καμμιά αγαθή προαίρεση, παρά μόνο από το ίδιο το Κεφάλαιο. Με λίγα λόγια, ανάμεσά τους ευδοκιμούν από στημένοι προδότες μέχρι ευκολόπιστοι και απελπισμένοι λαϊκοί άνθρωποι που αισθάνονται πατριώτες.
Εν κατακλείδι, όλοι αυτοί, δεξιοί κι αριστεροί, καθώς και οι χιλιάδες νεολαίοι, κυρίως, που σουλατσάρουν για καφέ ή για shopping στους πεζόδρομους, στα καφέ ή στα τουριστικά νησιά, αποδείχθηκαν λίγοι απέναντι στην Ιστορία.
Γιατί χρειάζεται η επανάσταση της συνείδησης
Ο Έλληνας υπήρξε απών, και συνάμα ενοχλητικά παρών, από την ευρωπαϊκή πορεία από τον Μεσαίωνα και μετά. Παρακολουθούσε τις πολυτάραχες κοινωνικές καταστάσεις της Δύσης πιστεύοντας κατά βάθος πως για την αλλαγή του κόσμου δεν έφθανε κάποια «ρεφορμιστική» μεγα-ιδεολογία, αλλά χρειάζονταν άνθρωποι με βαθειά συνείδηση του «γνώθι σαυτόν» του Σωκράτους και πίστη στο «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» του Πρωταγόρα. Αυτό το μέτρο, που υπόβοσκε πάντα στην εσωτερική φιλοσοφία του Έλληνα ανθρώπου, ήταν προϊόν μιας διαλεκτικής σύγκρουσης αντίθετων καταστάσεων ζωής και πολιτείας του ατόμου.
Η ελληνική στάση ζωής δεν περιορίστηκε ποτέ στην ομφαλοσκόπηση και τον παθητικό διαλογισμό γιατί καταλάβαινε ότι η ελευθερία δεν δωρίζεται από αδράνεια της φύσης αλλά καταχτιέται με δράση και δοκιμή.
Έτσι, ένα άλλο χαρακτηριστικό του ελληνικού κώδικα ζωής είναι η ηρωϊκή δράση κάποιου ή κάποιων για να έρθει η κάθαρση.
Από την ώρα που βρεθήκαμε μέσα στο χωνευτήρι της Ενωμένης Ευρώπης και αναγκαστήκαμε να δούμε τον εαυτό μας όπως οι άλλοι, κατέρρευσαν μια σειρά ιδεολογήματα που ήταν κάποτε αυθεντικά, αλλά επιζούσαν κυρίως για εσωτερική κατανάλωση.
Η αγωνία γύρω από την ιδιοπροσωπία και την ταυτότητά μας οδήγησε στην συνέχεια πολλούς διανοούμενους να λένε θεωρητικά ποια πρέπει να είναι η βάση για την ελληνικότητα, λειτουργώντας όμως σαν ιστορικοί-εθνογράφοι που εξέταζαν τον ελληνισμό από μακριά.
Η εξήγηση γι’ αυτό είναι γιατί ο καταναλωτισμός και πολλές εκδοχές της νεωτερικότητας συν την εισβολή των μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων μάς έχουν απογυμνώσει από το αυτονόητο της ύπαρξής μας και τον ανόθευτο πατριωτισμό, που παληότερα ήταν δεδομένα για τον λαό.
Οι Έλληνες, σαν τα αυτιστικά παιδιά που φεύγουν από την μαμά τους και δέχονται χτυπήματα στην αυτοεκτίμησή τους, δεν μπορέσαμε μέχρι σήμερα να συγκροτήσουμε έναν λόγο σαν βάση διαλόγου με τους υπόλοιπους παίκτες του «παγκόσμιου χωριού», και κυρίως να συνδιαλεχθούμε επί ίσοις όροις με την Δύση.
Βασιστήκαμε επανειλημμένα σε μια υποτιθέμενη ύπαρξη ενός γενικευμένου εξωτερικού φιλελληνισμού, όντας έτσι πρόθυμοι να «ανήκομεν εις την Δύση» ή να ζητούμε εξασφάλιση των εθνικών μας δικαίων από την Ε.Ε.
Έχουμε, λοιπόν, να αντιμετωπίσουμε την αδυναμία μιας «παρωχημένης αντίληψης» μεγαλοϊδεατισμού (προ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) να λειτουργήσει μαζί με την έλλειψη αυτοεκτίμησης απέναντι στην Δύση, όπως φάνηκε και από την καλλιέργεια της αυτο-ενοχοποίησης με τα Μνημόνια.
Όπως και στο Βυζάντιο την ώρα της Άλωσης τα τείχη ήταν άδεια και οι Τούρκοι βρέθηκαν από μέσα, έτσι και τώρα η Τρόϊκα, χάρη στα φερέφωνα του εθνομηδενισμού, βρήκε τα κάστρα του πολιτισμού εγκαταλελειμμένα και τις πνευματικές κερκόπορτες ανοιχτές.
Δεν χρειάζονται άλλες ψευδαισθήσεις. Για να μπορέσουμε να βγούμε από τον νεο-γενιτσαρισμό, να λυτρωθούμε από το αρρωστημένο βορειο-ευρωπαϊκό λάϊφ-στάϊλ του Γραικύλου, πρέπει να κατανοήσουμε βαθειά ότι είμαστε σε πόλεμο με ένα αδίστακτο και μαφιόζικο μπλοκ υπερεθνικών δυνάμεων και ντόπιων δωσίλογων, που μας οδηγεί σε ολοκληρωτική εθνική καταστροφή.
Για να αντισταθεί αποτελεσματικά η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από μια επανάσταση της συνείδησης, ένα μεγάλο και γενναίο βήμα... «προς τα πίσω», προς «χωράφια» γνωστά και καταστάσεις καθαρές, τότε που ήταν λίγα τα λεφτά και λίγες –αλλά σαφείς- οι ευχές: «να μην τουρκέψεις και να μην φραγκέψεις»!
Σε τέτοιες στιγμές, όταν κάποιος έχει να διεκδικήσει ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ δίνοντας μάχη ζωής και θανάτου, πρέπει να ζει σαν μειονότητα σε άμυνα.
Μια νέα ελληνική συνειδητότητα πάνω στο τρίπτυχο πολιτισμός-πολιτική-μεταφυσική θα περιλαμβάνει την αρχαιότητα, το Βυζάντιο, μαζί με την δημοτική παράδοση και τον λόγιο διαφωτισμό του νέου Ελληνισμού, και θάχει βασικές συνιστώσες την Σεισάχθεια και την πραγματική Δημοκρατία (όχι την «έμμεση» ρεπούμπλικα).
Το τοκογλυφικό σύστημα, που μας αρπάζει την ζωή και μας σκλαβώνει το μέλλον, δεν είναι ανίκητο. Εμείς θα γίνουμε ανίκητοι αν αφυπνισθούμε συλλογικά και βρούμε τον κοινό μελλοντικό μας προορισμό με την «αφοβία σαν σημαία», όπως λέει ο Ελύτης στο «Το Άξιον Εστί».
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΡΗΞΗ, αρ. φύλλου 152, 15/5/2019
**Έργα του ζωγράφου Θέμη Τσιρώνη και του Θεόφιλου
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου