Ο πολιτικός βίος του Ελευθερίου Βενιζέλου συμπυκνώνει και φωτίζει την εξωτερική πολιτική του νεοελληνικού εθνικού κράτους(1). Στις συνθήκες της δομικής σύγκρουσης και της αναδιάταξης του διεθνούς συστήματος των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, ο Κρητικός ηγέτης, κατόρθωσε να αναδείξει την κομβική στρατηγική σημασία της Ελλάδας και να μετασχηματίσει τη χώρα σε σημαντική βαλκανική και μεσογειακή δύναμη(2). Η δράση του Βενιζέλου είναι ένα αυτόνομο και χρονικά μεγάλο ιστορικό μέγεθος και ως εκ τούτου, θα μπορούσε να αποτελέσει μία πολύ χρήσιμη μελέτη περιπτώσεων (case study) για την εμπειρική θεμελίωση του προτύπου του ορθολογικού δρώντος (Ι), όπως αυτό διατυπώθηκε από το Graham Allison, στο εμβληματικό έργο του Η Κρίση της Κούβας. Λόγω της πληθώρας πολιτικών επιλογών του προαναφερθέντος προσώπου, η παρούσα ανάλυση θα εστιαστεί αποκλειστικά και μόνο στη χρονική περίοδο που προηγήθηκε της εισόδου της χώρας μας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ.
Σύμφωνα με το πρότυπο Ι οι κυβερνήσεις επιλέγουν τις ενέργειές τους ως μονολιθικές οντότητες που έχουν ως κυρίαρχο σκοπό τους την ενδυνάμωση της ισχύος τους. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται θα πρέπει να κατανοούνται ως αντιδράσεις των κυβερνήσεων στις προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος. Τα κίνητρα των ενεργειών των διαμορφωτών αποφάσεων διέπονται από την επιθυμία να εξυπηρετήσουν τους στόχους που η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει, οι σπουδαιότεροι των οποίων είναι η εθνική ασφάλεια και η προώθηση του εθνικού συμφέροντος. Για τη λήψη μίας απόφασης, σύμφωνα με το πρότυπο του ορθολογικού δρώντος, συνήθως διανύονται τα παρακάτω στάδια:
- Αποσαφήνιση σκοπών.
- Εξαντλητική εκτίμηση της κατάστασης που θα διαμορφωθεί.
- Επιλογή της καταλληλότερης από τις εναλλακτικές λύσεις.
- Χρήση των καλύτερων δυνατών μέσων για την υλοποίηση της ενέργειας που έχει επιλεγεί.
- Εκτίμηση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων(3).
Επιστρέφοντας στη μελέτη της επιλογής εισόδου της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, κρίνεται απαραίτητη μία σύντομη ανάλυση του Ανατολικού Ζητήματος. Με τον όρο «Ανατολικό Ζήτημα», δηλώνονται οι διεθνείς συγκρούσεις γύρω από τη θέση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις σχέσεις της με τις δυνάμεις της Ευρώπης. Αναφέρεται στη χρονική περίοδο των δυόμισι αιώνων από την έναρξη της οθωμανικής παρακμής τον 17ο αιώνα έως και τη διάλυση της αυτοκρατορίας το 1923: συμβατικά από την απόκρουση της τελευταίας οθωμανικής επίθεσης κατά της Βιέννης το 1683, έως τη σύναψη της Συνθήκης της Λωζάνης, της τελευταίας από μία σειρά συνθηκών, με τις οποίες τερματίστηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος(5).
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος είχε ήδη δώσει τα πρώτα δείγματα των ανακατατάξεων που έμελλαν να συγκλονίσουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Σταδιακά από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά το βρετανικό, κατά βάση, δόγμα της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άρχισε να ξεθωριάζει(6). Η εγκαινίαση της διώρυγας του Σουέζ το 1869, είχε σημαδέψει τη Μεσόγειο και το Αιγαίο ως νέο πεδίο ανταγωνισμού, ενώ η παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, -ιδιαιτέρως από τη Μικρά Ασία έως την Ανατολή-, αποτελούσε την εναλλακτική οδό προς τις Ινδίες. Ο οικονομικός ανταγωνισμός, ιδιαίτερα Γερμανίας και Γαλλίας, για επενδύσεις στην σιδηροδρομική γραμμή σύνδεσης Ανατολής-Δύσης, είχε νέα επίπτωση στο Ανατολικό Ζήτημα(7).
Αυτό σήμανε κάποια εξέλιξη στο ρομαντικό εθνικισμό της Μεγάλης Ιδέας(8), ωστόσο δεν μπορούσε να αφήσει αδιάφορους και τους άλλους βαλκανικούς λαούς, που ήλπιζαν και αυτοί στη συγκρότηση της δικής τους Μεγάλης Πατρίδας. Η βαλκανική κρίση του 1875, που κατέληξε στην περίφημη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και στο σπουδαίο για τις μετέπειτα διεθνείς εξελίξεις Συνέδριο του Βερολίνου (1878), ανέδειξε το τοπίο της δυναμικής και ενίοτε βίαιης ζύμωσης που συντελούνταν στα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ελλάδα μπορεί να βγήκε ωφελημένη από αυτή τη νέα ευρωπαϊκή κρίση, εφόσον τρία χρόνια αργότερα, το 1881, προσαρτήθηκε στην ελληνική επικράτεια η Θεσσαλία, ωστόσο ο δρόμος έμοιαζε δύσκολος για την έστω και εν μέρει εκπλήρωση των φιλόδοξων προσδοκιών της Μεγάλης Ιδέας.
Η άνοδος του γερμανικού ηγεμονισμού και αναθεωρητισμού μετά το 1870 και η αναβάθμιση της ταπεινωμένης Γαλλίας έδωσαν μία καινούρια δυναμική στο ούτως ή άλλως άκρως περιπεπλεγμένο Ανατολικό Ζήτημα(9). Έτσι, η Γερμανία και η Αυστροουγγαρία εμποδίζονταν από τη Σερβία και τη Βουλγαρία προκειμένου να πλησιάσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Ρωσία ήλεγχε τη Μαύρη θάλασσα, αλλά όχι πλήρως τα Δαρδανέλια και φυσικά δεν είχε πρόσβαση στο Αιγαίο. Η Γαλλία κατείχε σημαντικά τμήματα της Βορείου Αφρικής και επομένως μερίδιο ελέγχου στη Μεσόγειο μαζί με την Αγγλία, που κυριαρχούσε στην περιοχή με τον έλεγχο τόσο της Αιγύπτου, όσο και του συνόλου της Μέσης Ανατολής(10). Η -πρόσκαιρη- λύση επί του Ανατολικού Ζητήματος, δόθηκε με πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου συγκρούστηκαν η Αντάντ (Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία), με την Τριπλή Συμμαχία, τον αμυντικό δηλαδή συνασπισμό της Γερμανίας, της Αυστροουγγαρίας και της Ιταλίας.
Όταν ταχύτατα ο ευρωπαϊκός πόλεμος γενικεύθηκε, ο πρωθυπουργός της Ελλάδος, Ελευθέριος Βενιζέλος, κλήθηκε να πάρει μία κρίσιμη απόφαση: να εισέλθει η χώρα στον πόλεμο, συμμαχώντας με εκείνον που εξυπηρετούσε καλύτερα τα ελληνικά συμφέροντα ή να τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα, θέση που υποστήριζε το Παλάτι; Για τον Κρητικό ηγέτη, ήταν προφανές ότι τα συμφέροντα της χώρας, ήταν συνδεδεμένα με τις Δυτικές Δυνάμεις και κατ’ εξοχήν τη Βρετανία, η οποία, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου στην Κεντρική Ευρώπη, θα παρέμενε, σύμφωνα με την εκτίμησή του, κυρίαρχη στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου(11). Ιδιαίτερη βαρύτητα στην προτίμησή του, είχε και η ισχυρή προσωπική του σχέση με το Βρετανό Φιλελεύθερο πολιτικό Lloyd George, γεγονός, που θα αύξανε τη διαπραγματευτική του ισχύ σε πιθανή μελλοντική διανομή(12) των κερδών(13).
Αλλά και στον καθαρά εσωτερικό πολιτικό τομέα, οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Το νέο φιλελεύθερο Σύνταγμα του 1911, η νέα συντριπτική εκλογική νίκη που κατήγαγε ο Βενιζέλος και το Κόμμα των Φιλελευθέρων το Μάρτιο του 1912 και ο Α’ και ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος που έθεσαν τα γεωγραφικά-δημογραφικά θεμέλια της σύγχρονης Ελλάδας και τερμάτισαν για τον ελλαδικό Ελληνισμό μία περίοδο οθωμανικής κατοχής περίπου πέντε αιώνων, διαμόρφωσαν μία πρωτόγνωρη πολιτική και εθνική ανάταση στον τόπο(14).
Λίγες μόνο ημέρες μετά την έκρηξη των εχθροπραξιών, ο Βενιζέλος προσφέρθηκε να διαθέσει ελληνικό στρατό για να πολεμήσει στο πλευρό της Αντάντ. Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών, Edward Gray, δε φάνηκε διατεθειμένος να αποδεχθεί αυτή την προσφορά, διότι στο στάδιο αυτό του πολέμου, η βασική ανησυχία στα Βαλκάνια ήταν να εμποδισθεί η ευθυγράμμιση με τις Κεντρικές Δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βουλγαρίας(15). Ωστόσο, η πολιτική του Gray, απέτυχε όταν η εξαρτώμενη οικονομικά και στρατιωτικά από τη Γερμανία Οθωμανική Αυτοκρατορία, εισήλθε στον πόλεμο κατά της Αντάντ, ανοίγοντας μέτωπα τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Ανατολή με την Αγγλία(16).
Παραπομπές (του 1ου μέρους)
1. Σπύρος Μακρής, Πολιτική Ηγεσία και Άσκηση Εξωτερικής Πολιτικής: Το Δημοκρατικό Μοντέλο Διακυβέρνησης (Αθήνα: Παπαζήσης 2007), 114.
3. Χαράλαμπος Τσαρδανίδης, Το σύστημα Λήψης Αποφάσεων στην Εξωτερική Πολιτική: Θεωρητικές Προσεγγίσεις για το Εσωτερικό και το Διεθνές Περιβάλλον (Αθήνα: Παπαζήσης 2006), 69.
4. Δρ. Βικτωρία Πιστικού, «Λήψη Αποφάσεων Εξωτερικής Πολιτικής: Προσεγγίσεις και Πρότυπα Ανάλυσης». Εξωτερική Πολιτική: 6, Ανάλυση Εξωτερικής Πολιτικής (Διάλεξη, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, 2017), 25.
5. Κατερίνα Γαρδίκα, «Η Ελλάδα και το Ανατολικό Ζήτημα έως το 1856». Ελληνική Ιστορία:5, Νεότερη Ελληνική Ιστορία Α’ (Διάλεξη, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2013), 1.
6. Μακρής, Πολιτική Ηγεσία και Εξωτερική Πολιτική, 118-119.
7. Δημήτριος Διαμαντάκης, «Το Ανατολικό Ζήτημα ως Διεθνολογικός και Γεωπολιτικός Προσδιορισμός και ο Ελληνικός Χώρος», Σχολή Εθνικής Αμύνης, Μάρτιος 2012, 16.
8. Η Μεγάλη Ιδέα υπήρξε ένα από τα πιο μεγαλόπνοα προγράμματα εθνικής ολοκληρώσεως και αναπτύξεως στη Νότια Βαλκανική: προέβλεπε την απελευθέρωση και την ενσωμάτωση όλων των ιστορικών ελληνικών χωρών, δηλαδή της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Θράκης, των Επτανήσων, των Δωδεκανήσων, της Κρήτης, της Κύπρου, της Μικράς Ασίας και του Πόντου σε μια «Ελληνική Αυτοκρατορία». Για περισσότερα βλ. Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, «Η Μεγάλη Ιδέα της Εθνικής Ολοκλήρωσης», Η Καθημερινή, 12 Ιουνίου 2011, https://goo.gl/GXZanw.
9. Μακρής, Πολιτική Ηγεσία και Εξωτερική Πολιτική, 119.
10. Διαμαντάκης, «Το Ανατολικό Ζήτημα», 16.
11. Χριστίνα Κουλούρη, «Ευρωπαϊκός Πόλεμος και Εθνικός Διχασμός», Το Βήμα, 12 Ιανουαρίου 2014, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=556115.
12. Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται από την αναφορά του Lloyd George για την Ελλάδα: «Οι Έλληνες είναι ο λαός του μέλλοντος στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι καλοί ναυτικοί, θα αναπτύξουν ναυτική δύναμη, θα κατέχουν τα σημαντικότερα νησιά της Ανατολικής Μεσογείου. Καλύπτουν τα πλευρά των συγκοινωνιών μας μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Έχουν έντονο το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης και αν εμείς είμαστε σταθεροί φίλοι της Ελλάδας κατά την περίοδο της εθνικής της επέκτασης, η Ελλάδα θα αποτελέσει μια από τις διασφαλίσεις χάρη στις οποίες μπορούν να διατηρηθούν οι βασικές εσωτερικές γραμμές συγκοινωνίας της Βρετανικής Αυτοκρατορίας». Για περισσότερα βλ. Διαμαντάκης, «Το Ανατολικό Ζήτημα», 15-16.
13. Richard Clogg, Σύντομη Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας (Αθήνα: Καρδαμίτσας 1999), 157-158.
14. Μακρής, Πολιτική Ηγεσία και Εξωτερική Πολιτική, 142.
15. Clogg, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, 158.
16. Διαμαντάκης, «Το Ανατολικό Ζήτημα», 17.
συνέχεια στο 2ο μέρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου