Tα Μνημόνια λεηλάτησαν την οικονομία και τον ελληνικό λαό! Μείωσαν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν κατά 61,6 δισ. ευρώ ή κατά 26%, στέρησαν από τα κρατικά ταμεία 5 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να γίνουν περικοπές κατά 19,13 δισ. ευρώ στους μισθούς του Δημοσίου, στις συντάξεις και στις κοινωνικές παροχές. Και παρά τις θυσίες του ελληνικού λαού το δημόσιο χρέος παραμένει στο μη βιώσιμο επίπεδο του 179% του ΑΕΠ! Το μόνο θετικό αποτέλεσμα από την εφαρμογή των Μνημονίων ήταν η πλήρης εξαφάνιση του δημοσιονομικού ελλείμματος-μαμούθ του 15,1% του ΑΕΠ, το οποίο καταγράφηκε για το έτος 2009, και η μετατροπή του λογιστικά... σε πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016.
Τα αποκαλυπτικά συμπεράσματα προκύπτουν από την έκθεση αναλυτικών στατιστικών δεδομένων με τίτλο «H ελληνική οικονομία», που συνέταξε η Ελληνική Στατιστική Αρχή, από την οποία προκύπτουν τα εξής:
■ Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ): Το 2009 το ΑΕΠ της Ελλάδας σε τρέχουσες τιμές ανερχόταν σε 237,534 δισ. ευρώ. Μέσα στα επόμενα επτά έτη, κατά τη διάρκεια των οποίων εφαρμόστηκαν τρία Μνημόνια, το ΑΕΠ της χώρας συρρικνώθηκε κατά 61,646 δισ. ευρώ ή κατά 25,9% και περιορίστηκε στα 175,888 δισ. ευρώ (τέλος του 2016). Αιτία, τα υφεσιακά δημοσιονομικά μέτρα που εφαρμόστηκαν με τα Μνημόνια, περιορίζοντας σημαντικά τα εισοδήματα και την κατανάλωση. Η μεγαλύτερη ετήσια μείωση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές σημειώθηκε το 2011, κατά τον δεύτερο χρόνο εφαρμογής του πρώτου Μνημονίου. Τη χρονιά εκείνη το ΑΕΠ της χώρας συρρικνώθηκε κατά 19 δισ. ευρώ ή κατά 8,4%: Από 226,031 δισ. ευρώ που είχε διαμορφωθεί στο τέλος Δεκεμβρίου του 2010 περιορίστηκε στα 207,029 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2011.
Σε σταθερές τιμές έτους 2010, το ΑΕΠ της χώρας σημείωσε μείωση 5,5% το 2010, 9,1% το 2011, 7,3% το 2012 και 3,2% το 2013. Το 2014 σημείωσε άνοδο 0,4%, το 2015 υπέστη μείωση 0,2% και το 2016 κατέγραψε μηδενική μεταβολή.
■ Ισοζύγιο (έλλειμμα ή πλεόνασμα) γενικής κυβέρνησης: Για το έτος 2009 η ΕΛ.ΣΤΑΤ. οριστικοποίησε το έλλειμμα του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης στο 15,1% του ΑΕΠ, λίγο χαμηλότερα από το 15,7% του ΑΕΠ, όπου το είχε προσδιορίσει τον Οκτώβριο του 2010 ο τότε επικεφαλής της Αρχής Ανδρέας Γεωργίου. Ακολούθησαν τα πρώτα τρία χρόνια των Μνημονίων, όπου το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης άρχισε να μειώνεται με αργούς ρυθμούς.
Το 2010 το έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 11,2% του ΑΕΠ.
Το 2011 το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης υποχώρησε λιγότερο από 1% του ΑΕΠ, στο 10,3%, παρά την πρωτοφανή φοροκαταιγίδα που ξέσπασε (και στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω).
Το 2012 το έλλειμμα έπεσε για πρώτη φορά επί Μνημονίων σε μονοψήφιο ποσοστό, και συγκεκριμένα στο 8,9% του ΑΕΠ. Ακολούθησε το 2013 μια πρόσκαιρη «επιστροφή» του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης στο πολύ υψηλό επίπεδο του 13,1% του ΑΕΠ. Την περίοδο 2014-2016 τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δείχνουν ότι η αποκλιμάκωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης επιταχύνθηκε σημαντικά.
Αυτό συνέβη εξαιτίας της εφαρμογής νέων «πακέτων» μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, στο πλαίσιο των προσπαθειών υλοποίησης του δεύτερου και του τρίτου Μνημονίου, αλλά και επειδή έπαψαν να επιδρούν αρνητικά στο ύψος του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης τα μέτρα στήριξης του τραπεζικού συστήματος.
Εκτινάχθηκε το δημόσιο χρέος, που θα μειωνόταν!
Χρέος γενικής κυβέρνησης: Τα Μνημόνια επιβλήθηκαν για να επιλύσουν το πρόβλημα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους που αντιμετώπισε το Ελληνικό Δημόσιο την άνοιξη του 2010 με τον αποκλεισμό του από τις διεθνείς αγορές για την άντληση κεφαλαίων μέσω δημοπρασιών μεσομακροπρόθεσμων τίτλων. Παρ' όλα αυτά, την περίοδο των Μνημονίων το δημόσιο χρέος της χώρας αυξήθηκε ως απόλυτο μέγεθος και εκτινάχθηκε στα ύψη ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
Παρότι μεσολάβησε η αναδιάρθρωση του 2012 με τη διαδικασία του PSI, η οποία προέβλεπε το «κούρεμα» της αξίας ελληνικών ομολόγων συνολικού ύψους άνω των 200 δισ. ευρώ κατά 53,5%, εν τούτοις οι πρόσθετες ανάγκες που προέκυψαν, κυρίως για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, περιόρισαν σημαντικά την τελική μείωση του ονομαστικού χρέους.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τα υψηλά ελλείμματα των ετών 2010-2013 και τη σημαντική συρρίκνωση του ΑΕΠ την περίοδο 2010-2016 οδήγησε τελικά στην αύξηση αντί στη μείωση του χρέους τόσο σε απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστού επί του ΑΕΠ: Από 301,062 δισ. ευρώ ή 126,7% του ΑΕΠ στο τέλος του 2009 το χρέος της γενικής κυβέρνησης αυξήθηκε στα 314,897 δισ. ευρώ ή στο 179% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016. Διογκώθηκε, δηλαδή, κατά 14,835 δισ. ευρώ σε απόλυτο μέγεθος και κατά 52,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Λιγότερα τα έσοδα παρά τα χαράτσια!
■ Εσοδα γενικής κυβέρνησης: Το 2009 τα συνολικά έσοδα της γενικής κυβέρνησης ανέρχονταν σε 92,488 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 27,826 δισ. ευρώ προέρχονταν από φόρους στην παραγωγή και στις εισαγωγές (έμμεσοι φόροι), τα 20,292 δισ. ευρώ ήταν εισπράξεις από φόρους στα εισοδήματα φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, και τα 29,344 δισ. ευρώ ήταν έσοδα από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.
Το 2016, έπειτα από επτά χρόνια εφαρμογής τριών μνημονίων και επιβολής του πλήθους φοροεισπρακτικών μέτρων που αναφέραμε παραπάνω, τα συνολικά έσοδα της γενικής κυβέρνησης περιορίστηκαν στα 87,473 δισ. ευρώ. Δηλαδή, αντί να αυξηθούν τα έσοδα με τόσα μέτρα που επιβλήθηκαν, μειώθηκαν σωρευτικά κατά 5 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, τα έσοδα από τους φόρους στα εισοδήματα μειώθηκαν κατά 2,14 δισ. ευρώ, από 20,292 δισ. ευρώ στο τέλος του 2009 σε 18,147 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016, ενώ τα έσοδα από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης συρρικνώθηκαν κατά 4,412 δισ. ευρώ, από 29,344 δισ. ευρώ στο τέλος του 2009 στα 24,932 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016.
Αυτές οι μειώσεις είναι ενδεικτικές των επιπτώσεων που είχαν στα εισοδήματα φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων τα υφεσιακά δημοσιονομικά μέτρα όλης της περιόδου 2010-2016. Τα μόνα έσοδα που αυξήθηκαν την περίοδο 2010-2016 ήταν οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές. Η αύξησή τους, από το τέλος του 2009 έως το τέλος του 2016, έφτασε τα 2,178 δισ. ευρώ. Οφείλεται, όμως, κυρίως στη μεγάλη αύξηση των εσόδων από έμμεσους φόρος που σημειώθηκε το 2016.
■ Δαπάνες γενικής κυβέρνησης: Η εφαρμογή των Μνημονίων συνέβαλε στη σημαντική μείωση των δημόσιων δαπανών. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., την περίοδο από το τέλος του 2009 έως το τέλος του 2016 οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης περιορίστηκαν κατά 42,269 δισ. ευρώ ή κατά 32,9%, από τα 128,454 δισ. ευρώ που είχαν ανέλθει το 2009 υποχώρησαν στα 86,185 δισ. ευρώ το 2016.
Τη μεγαλύτερη μείωση υπέστησαν οι δαπάνες για μισθούς στο Δημόσιο, για συντάξεις και για κοινωνικές παροχές. Οι δαπάνες για μισθοδοσία στο Δημόσιο περικόπηκαν κατά 9,447 δισ. ευρώ ή κατά 30,41%, από 31,06 δισ. ευρώ στο τέλος του 2009 σε 21,613 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016, ενώ οι δαπάνες για συντάξεις και κοινωνικές παροχές συρρικνώθηκαν κατά 9,683 δισ. ευρώ ή κατά 19,79%, από 48,928 δισ. ευρώ στο τέλος του 2009 σε 39,245 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016. Στην εξέλιξη αυτή έπαιξαν ρόλο οι περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών επιδομάτων που επιβλήθηκαν το 2010, το 2013 και το 2014 και τις περιγράψαμε παραπάνω.
«Βούλιαξε» το εισόδημα των 6.194.233 φορολογουμένων
Εισοδήματα 18,54 δισ. ευρώ χάθηκαν κατά τη διάρκεια της «μαύρης» επταετίας 2010-2016 των Μνημονίων. Τα συγκριτικά στοιχεία από τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν το 2010 και το 2016, για να δηλωθούν εισοδήματα των ετών 2009 και 2015 αντίστοιχα, δείχνουν ειδικότερα:
1. Το συνολικό φορολογούμενο εισόδημα των φυσικών προσώπων μειώθηκε κατά 18,54 δισ. ευρώ ή κατά 18,43%, από τα 100,64 δισ. ευρώ το 2010 (για το 2009) στα 82,1 δισ. ευρώ το 2016 (για το 2015). Κι αυτό παρότι ο αριθμός των φορολογουμένων (οικογένειες και άγαμα φυσικά πρόσωπα) αυξήθηκε από 5.694.978 το 2010 σε 6.194.233 το 2016.
2. Ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ δήλωσε το 2010 (για το έτος 2009) το 40,2% του συνόλου των φορολογούμενων νοικοκυριών, δηλαδή 2.289.395 οικογένειες και απλοί (άγαμοι) φορολογούμενοι. Το 2016, ο αριθμός των νοικοκυριών που δήλωσαν ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ (για το 2015) κάλυπτε το 57,73% του συνόλου, καθώς ανήλθαν σε 3.575.990. Δηλαδή, ο αριθμός των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ αυξήθηκε κατά 1.286.595 ή κατά 56,2% την επταετία 2009-2015!
3. Οι μισθωτοί υπέστησαν τις μεγαλύτερες εισοδηματικές απώλειες την περίοδο 2009-2015. Το μέσο ετήσιο δηλωθέν και φορολογούμενο εισόδημα κάθε νοικοκυριού μισθωτών υποχώρησε κατά 23,51%, από 19.862,76 ευρώ το 2009 σε 15.192.84 ευρώ το 2015. Δεύτεροι σε εισοδηματικές απώλειες έρχονται οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι εμφανίζονται με μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα 24.592,72 ευρώ το 2009 και 19.695,85 ευρώ το 2015. Η μείωση του μέσου ετήσιου φορολογούμενου εισοδήματος αυτών των φορολογουμένων ανήλθε σε ποσοστό 19,91% μεταξύ του 2009 και του 2015. Στην τρίτη θέση όσον αφορά τις εισοδηματικές απώλειες βρίσκονται οι συνταξιούχοι, των οποίων το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα μειώθηκε από 16.555,44 ευρώ το 2009 σε 13.502,87 ευρώ το 2015. Η μείωση του ετησίου εισοδήματος των συνταξιούχων ήταν της τάξεως του 18,44% μεταξύ των ετών 2009 και 2015.
4. Η μείωση του φορολογούμενου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων κατά ποσοστά 23,51% και 18,44% αντίστοιχα την περίοδο 2009-2015 είχε ως φυσική συνέπεια να μειωθούν σε απόλυτα μεγέθη και οι φορολογικές επιβαρύνσεις τους. Συγκεκριμένα, για τα έτη 2009-2015 η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνση, όπως αποτυπώθηκε στις φορολογικές δηλώσεις των ετών 2010-2016, μειώθηκε κατά 4,5% για τους μισθωτούς και κατά 24,66% για τους συνταξιούχους. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη, όμως, στις περιπτώσεις των φορολογουμένων που άσκησαν ατομικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα και των αγροτών.
Γι’ αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων, η μείωση των φορολογητέων εισοδημάτων δεν οδήγησε και σε μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων.
Συγκεκριμένα, την περίοδο 2009-2015, ενώ το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και των ελευθέρων επαγγελματιών μειώθηκε, όπως προαναφέραμε, κατά 19,91%, από 24.592,72 σε 19.695,85 ευρώ, η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνσή τους αυξήθηκε κατά 51,28%, από 2.785,79 σε 4.214,33 ευρώ! Επίσης, την ίδια περίοδο, ενώ το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα των αγροτών μειώθηκε κατά 9,19%, η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνσή τους αυξήθηκε κατά 66% (!), από 741,65 σε 1.231,20 ευρώ.
Η εξέλιξη αυτή εξηγείται εν μέρει από το ότι γι’ αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων ελήφθησαν την περίοδο 2009-2015 τα πλέον αυστηρά φοροεισπρακτικά μέτρα, όπως η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου και η επιβολή φόρου από το πρώτο ευρώ του ετησίου εισοδήματος (με συντελεστή 26% για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες-ελεύθερους επαγγελματίες και 13% για τους αγρότες).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έννοια «φορολογική επιβάρυνση» συμπεριλαμβάνονται για το έτος 2016 (εισοδήματα 2015) και τα στοιχεία για τα ποσά της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, του τέλους επιτηδεύματος και του φόρου πολυτελούς διαβίωσης, με τα οποία χρεώθηκαν τα νοικοκυριά. Αντιθέτως, το 2010, όταν φορολογήθηκαν τα εισοδήματα του 2009, δεν είχαν ακόμη επιβληθεί αυτοί οι τρεις φόροι.
Πηγή "Δημοκρατία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου