(Αναβρασμός στον καζά Λαγκαδά την τετραετία 1908-1912)
Η επικράτηση του Νεοτουρκικού Κινήματος ανέτρεψε εντελώς την κατάσταση που επικρατούσε στη Μακεδονία. Η αμνήστευση των ανταρτών είχε ως αποτέλεσμα την αθρόα κάθοδό τους στις πόλεις και την τυπική διάλυση των βουλγαρικών και ελληνικών σωμάτων. Την ώρα που τα ελληνικά σώματα εμφανίζονταν και αποχωρούσαν εν μέσω δοξολογιών και πολυάνθρωπων εκδηλώσεων ήδη εδρομολογείτο ο επόμενος γύρος.
Ο ελληνοβουλγαρικός ανταγωνισμός (στο εκπαιδευτικό και εκκλησιαστικό πεδίο) δεν είχε φέρει τα ποθητά αποτελέσματα για την βουλγαρική Οργάνωση στη Μακεδονία, γεγονός που την εξανάγκασε να εγκαινιάσει νέες μεθόδους με την συμπαράσταση των βουλγαρικών αντάρτικων σωμάτων και την εφαρμογή βίαιων μέτρων σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών. Έτσι η χρονική περίοδος 1904-1908, παρά τα θετικότατα αποτελέσματα της για την ελληνική πλευρά, δεν οδήγησε την ένοπλη φάση στην τελική έκβαση
Βούλγαροι κομμιτατζήδες |
Από τα ανήκουστα όργια των Βουλγάρων κομιτατζήδων δεν εξαιρέθησαν ούτε και οι αρχιερείς όπως ο Χρυσόστομος Δράμας μετέπειτα Σμύρνης, ο οποίος σε επιστολή του προς ένα φιλικό του πρόσωπο έγραφε:
«Πλήθος κυνών και σπείρα κακών ζητεί την κεφαλήν μου... Να πέσω τουλάχιστον ως αετός και ουχί να αποθάνω ως όρνις... Μη έχων έτερον τι να δώσω προς σωτηρίαν της ημετέρας λατρευτής Πατρίδος, ας δώσω το αίμα μου».
Όλα αυτά τα γεγονότα των ωμοτήτων, που διαπράχθηκαν σ’ όλο τον καζά Λαγκαδά και ιδιαίτερα στη Λιγκοβάνη (Ξυλόπολη), τόσο φρικαλέα, τόσο πρωτάκουστα για ευρωπαϊκή χώρα, προκάλεσαν των έντονη διαμαρτυρία του ειδικού απεσταλμένου των «ΤΑΪΜΣ», ο οποίος έγραφε:
«Τα μεγαλύτερα τερατουργήματα τότε εγίνοντο εις την Λιγκοβάνην, όπου ητιμάσθησαν παρθένοι, εφιμώθησαν και εληστεύθησαν πρόκριτοι, προεπηλακίσθησαν ιερείς και διεπράχθησαν εν γένει πράξεις αφαντάστου βδελυρότητος κατά του ελληνικού στοιχείου»[1].
Το δε Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέφρασε με επιστολή του προς τον Βούλγαρο Έξαρχο την αγωνία του για την τύχη των δύσμοιρων κατοίκων του καζά Λαγκαδά.
«Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ρηγνύει κραυγήν οδύνης δια τα φρικτά ταύτα δεινοπαθήματα των τέκνων του, ών τα δίκαια και την εθνικήν υπόστασιν καθήκον έχει να υπερασπίση ….»[2]
Στη Μακεδονία η πάλη των χριστιανικών εθνοτήτων κατά των Τούρκων, αλλά και οι εθνικοί ανταγωνισμοί μεταξύ τους, υπήρξαν τόσο βαθιά ριζωμένοι ώστε ήταν αδύνατο να εκλείψουν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Οι τόσο πολυδιαφημισμένες έννοιες της ισότητας, της αδελφότητας και της ελευθερίας, σύμφωνα με τα γαλλικά πρότυπα, δεν ήταν παρά ψεύτικα συνθήματα, τα οποία είχαν γνωρίσει την πραγματική σημασία τους μόνο κατά τις πρώτες μέρες που ακολούθησαν το Νεοτουρκικό κίνημα. Η παροδική διακοπή των εθνικών ανταγωνισμών των χριστιανικών εθνοτήτων στη Μακεδονία αμέσως μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης των Νεότουρκων, έδειξε ανάγλυφα και μια άλλη πλευρά του μακεδονικού ζητήματος ίσως τη σπουδαιότερη: την κοινωνική και οικονομική εξαθλίωση του χριστιανικού στοιχείου.[3]
Το πτώμα Ελληνα δασκάλου |
Στην περιοχή μας συνέχιζε τη δράση του ο καπετάν Γιάννης Ράμναλης. Είχε καταστεί ο φόβος και ο τρόμος όλων των εξαρχικών.
«Το σώμα του (καπετάν Γιάννη) εφόνευσε εις το χωρίον Αρακλή (Λαγκαδά) τον οθωμανόν φύλακα Χασάν και ετραυμάτισεν έτερον ένα εκ λόγων τιμής, έξωθι του χωρίου Γραδοβορίου εφονεύθη ο Βούλγαρος Πετρος Σταύρου υπό ανδρών του σώματος Λαγκαδά[4].
Γι’ αυτό διέδιδαν φήμες ότι δολοφονήθηκε σε ενέδρα Βούλγαρων κομιτατζήδων μέχρι που το γεγονός διέψευσε η εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 20/8/1908.
Από τις αρχές του 1909 είχε εγκατασταθεί στη Μακεδονία η «προτέρα τρομοκρατική αναρχία την οποίαν εδημιούργησαν τα Βουλγαρικά κομιτάτα και αι συμμορίαι αυτών». ΕΜΠΡΟΣ 5/1/1909
Η επαναφορά της τάξης που επικαλούνταν οι Νεότουρκοι ήταν προσωρινή. Οι Τουρκικές αρχές αδυνατούσαν να λάβουν προληπτικά μέτρα και έτσι η θέση το Ελληνισμού στη Μακεδονία καθίστατο πλέον «επισφαλεστέρα».
Οι τουρκικοί πληθυσμοί φανατίζονταν κατά των Ελλήνων και τους απειλούσαν με σφαγές. Οι βιαιότητες και οι αυθαιρεσίες που υφίσταντο οι Έλληνες δεν συνέβαιναν ούτε και με το προηγούμενο απολυταρχικό καθεστώς γιατί τώρα ο τουρκικός πληθυσμός: «ίσταται ήδη πάνοπλος και διωργανωμένος υπό των Νεοτούρκων εις ενωμοτίας και λόχους επί κεφαλής των οποίων ετέθησαν αιμοχαρείς και φανατικοί Μουσουλμάνοι».
ΕΜΠΡΟΣ 5/1/1909
Ενώ ο Μουτεσαρίφης Σερρών δήλωνε: «Πρέπει οι Έλληνες να λησμονήσουν τα παρελθόντα, και να αποβάλλωσι τας γνωστάς εθνικάς ιδέας των, διότι εν εναντία περιπτώσει υπάρχει κίνδυνος να τα καταπνίξωσι δια του αίματός των». ΕΜΠΡΟΣ 5/1/1909
Αναμφισβήτητα όμως το πιο επίμαχο ζήτημα, το οποίο προκάλεσε γενικό αναβρασμό ανάμεσα στις χριστιανικές εθνότητες της Μακεδονίας και οδήγησε στην αναβίωση της εθνικής διαπάλης, υπήρξε η επίλυση του εκκλησιαστικού θέματος.
Οι Βούλγαροι επωφελούμενοι από το μένος των Νεοτούρκων κατά των Ελλήνων επανέφεραν εντονότερα πλέον το θέμα της κατοχής των εκκλησιών. Ο Σαντάνσκυ διαπίστωνε: «…τοσούτον εξήφθησαν επικινδύνως τα πνεύματα των Βουλγάρων, ώστε ουδέ αυτός ο ίδιος να μη δύναται δια της επιρροής του να κατευνάση αυτά». ΕΜΠΡΟΣ 15/2/1909
Στις 28 Φεβρουαρίου 1908 η «ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΙΣ» της Βιέννης ανέγραψε ότι η Τουρκία απεφάσισε 82 εκκλησίες της Μακεδονίας να, «… αποδώση εις τους αληθείς αυτών δικαιούχους». Η διαδοθείσα φήμη ήταν η αιτία ώστε Σαντάνσκυ να δηλώσει: «…εν ή περιπτώσει αποδοθώσιν αύται εις τους Έλληνας οι Βούλγαροι δεν θα επιτρέψωσιν τούτο, αλλά θα προκαλέσωσι ταραχάς….» ΕΜΠΡΟΣ 28/2/1908
Τελικά οι εκκλησίες αποδόθηκαν στους Έλληνες. Η απόδοση των αμφισβητούμενων εκκλησιών στους Έλληνες προκάλεσε την οργή του κομιτάτου και μεγάλη ανησυχία στους χωρικούς, ενώ η κοινή γνώμη αδιαφορούσε. ΕΜΠΡΟΣ 12/3/1909
συνεχίζεται
[1] ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ – «ΑΙ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑΙ ΘΗΡΙΩΔΙΑΙ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ» - ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1914
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου