Διάλεξις δοθείσα εντός τού Πανεπιστημιακού χώρου εις φοιτητικήν ευκαιρίαν(Απρίλιος 1978)
Αγαπητοί μου φίλοι,
Είναι πραγματικά ένα μεγάλο προνόμιο το ότι δίνεται η ευκαιρία να συναντηθούμε σ΄ ένα αμφιθέατρο Πανεπιστημιακό, όχι μ΄ εκείνο το στεγνό και στενό, αν και απαραίτητο περιεχόμενο της μεταδόσεως ορισμένων επιστημονικών γνώσεων, αλλά σ΄ εκείνη την ατμόσφαιρα και το επίπεδο τής στενής και χωρίς περιορισμούς, ως προς το βάθος και το πλάτος τής γνωριμίας, σε επίπεδο πού έχουν σχέση με την ψυχική ζωή τόσον των ταγμένων για να σας διδάσκουν μερικές γνώσεις όσον και των φοιτητών πού έρχονται εδώ για να αποκτήσουν, για νά οικοδομήσουν τον ψυχικό τους κόσμο και γι΄ αυτό πρέπει νά δώσω και στην ανώνυμη αυτή ομάδα των συναδέλφων σας, πού σκέφθηκαν νά πάρουν αυτήν την πρωτοβουλία, όσο και σ΄ όλους εσάς πού είχατε την καλοσύνη νά έλθετε απόψε, νά δώσω την έκφραση τής μεγάλης μου ευχαριστίας πού σκέφθηκαν και μένα και με κάλεσαν εδώ για νά σας μιλήσω.
Θα πρέπει να σας πω ότι, ό,τι θα ακούσετε από εδώ και εμπρός δεν είναι τίποτε άλλο από προσωπικά μου βιώματα. δεν είναι τίποτε άλλο από εκείνα πού σε ώρες, είτε πού απέχουν πολύ από το σήμερα, είτε και πρόσφατες παίδεψαν την ψυχή μου, πράγματα πού αποτελούν το τέρμα πορείας πνευματικής, πράγματα πού μπορώ νά βεβαιώσω γι΄ αυτά με την σφραγίδα τής απολύτου εσωτερικής πληροφορίας, με την σφραγίδα ότι επιβεβαιώνονται από την βίωση και απ΄ την παρατήρηση αρκετών δεκαετιών από τον καιρό πού επέστρεψα στον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν. Και νομίζω ότι είναι επίκαιρη η εκλογή τού θέματος πού έχει σχέση με την Σταύρωση και την Ανάσταση τού Χριστού μας, όχι μονάχα γιατί ευρισκόμαστε στην εποχή εκείνη πού έχει τάξει η Εκκλησία μας για τις ψυχές όλων των Χριστιανών νά στρέφονται και νά προετοιμάζονται και νά συμμετέχουν στα Πάθη τού Χριστού μας, αλλά και γιατί ακριβώς η Σταύρωση και η Ανάσταση είναι το επίκεντρο, είναι ο πυρήνας τής καταφάσεως τού Χριστιανισμού και τού αντιλόγου εις τον Χριστιανισμό.
Γιατί αν η Σταύρωση και η Ανάσταση τού Χριστού μας είναι αλήθεια, τότε όλα εκείνα τα οποία πιστεύαμε, όλα εκείνα στα οποία έχουμε προσκολληθεί, όλα εκείνα τα οποία ακολουθούμε και πού είναι ξένα ή αντίθετα προς τον Χριστό και προς το Ευαγγέλιό Του είναι είδωλα πού πρέπει να γκρεμισθούν. Γι΄ αυτό και με τόση μανία και με τέτοιο πείσμα έχουν εγερθεί τόσες πολλές αντιρρήσεις, έχουν παρουσιασθεί τόσο πολλά επιχειρήματα για να πείσουν τον καθένα ότι η Ανάσταση τού Χριστού δεν έγινε. Γιατί αν η Ανάσταση τού Χριστού, έγινε, τότε ο Χριστός είναι: ο Θεός, τότε όλα όσα λέει: ο Χριστός, όλα όσα λέει το Ευαγγέλιο είναι αλήθεια και θα πρέπει να πεθάνουμε για όλα όσα έχουμε ζήσει: που είναι αντίθετα και ξένα προς τον Χριστό και να ξαναζήσουμε μια νέα ζωή σύμφωνη με όλα όσα είπε ο Χριστός και εξακολουθεί να πρεσβεύει και να βιώνει η Εκκλησία.
Τα επιχειρήματα τα οποία υψώνονται για να αμφισβητήσουν την Ανάσταση τού Χριστού μπορούμε να τα κατατάξουμε σε τρείς μεγάλες κατηγορίες:
- Η μιά είναι ότι ο Κύριος δεν απέθανε επάνω στον Σταυρό και συνεπώς αφού δεν απέθανε και δεν ανεστήθη.
- Η δεύτερη κατηγορία επιχειρημάτων κατά της Αναστάσεως, είναι η αμφισβήτηση για τις εμφανίσεις που ρητά περιγράφουν τα Ευαγγέλια ότι συνέβησαν μετά την ανάσταση τού Χριστού.
- Και η Τρίτη, περιστρέφεται γύρω από το γεγονός ότι ευρέθηκε κενός ο Τάφος Του.
Το εάν ο Χριστός απέθανε πάνω στον Σταυρό ασφαλώς είναι θέμα πού έχει απόλυτη συνάφεια με την επιστήμη τής Ιατρικής γιατί αυτή είναι εκείνη η οποία μελετάει τη φύση και τις συνέπειες όλων των σωματικών κακώσεων και η οποία μελετάει όλες τις εκδηλώσεις οι οποίες σχετίζονται με την βαθμιαία κατάρρευση των ζωτικών λειτουργιών τού σώματος και με την διαπίστωση ότι οι συνθήκες πλέον για την επιβίωση τού οργανισμού είναι εξαντλημένες και ότι ο θάνατος έχει επέλθει. Αξίζει λοιπόν την προσοχή μας ότι αυτή η αμφισβήτηση - ότι ο Χριστός δεν απέθανε πάνω στον Σταυρό - δεν παρουσιάσθηκε ποτέ κατά το διάστημα τής γενεάς των ανθρώπων πού έζησαν όταν συνέβη η Σταύρωσις τού Χριστού, δεν παρουσιάσθηκε ούτε και κατά την εποχή των διωγμών, δεν παρουσιάσθηκε κατά την εποχή των μεγάλων αιρέσεων, οι οποίες αμφισβήτησαν και την θεότητα τού Χριστού και την Ανάστασή Του, δεν παρουσιάσθηκε παρά μόνον στον 17ον αιώνα. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό γιατί απλούστατα τότε μονάχα είχαν τελείως εκλείψει οι άνθρωποι πού είτε οι ίδιοι είχαν παρακολουθήσει, είτε είχε φθάσει μέχρις αυτούς μιά ζωντανή περιγραφή τού μαρτυρίου τής Σταυρώσεως. Εάν και σήμερα είχαμε ανθρώπους, και ευτυχώς πού δεν έχουμε, πού είχαν παρακολουθήσει την Σταύρωση δεν θα είχε - όπως θα δούμε σε λίγο - παρουσιασθεί μιά τέτοια αμφισβήτηση με αξιώσεις λογικής ισορροπίας.
Αυτόν πού επρόκειτο νά υποστεί το φραγγέλιο τον έδεναν σε μιά κολώνα και ο ειδικός δήμιος πού εκτελούσε την φραγγέλωση έπαιρνε ένα μαστίγιο βαρύ το οποίο είχε πολλές λουρίδες στην άκρη του, πάνω στις λουρίδες ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι ή μικρά οστάρια, κότσια από αρνί και τις έφερνε με όση δύναμη είχε πάνω στην ράχη δεμένου ανθρώπου. Πολύ σύντομα, απ΄ τα πρώτα κτυπήματα εξεσχίζετο το δέρμα τού ανθρώπου πού εδέχετο την φραγγέλωση και ύστερα από μερικά κτυπήματα ακόμη έφευγαν και κατεξεσχίζοντο τελείως οι σάρκες του και απεγυμνώνοντο τα κόκαλα τής ράχης. Αναφέρονται στην ιστορία αρκετές περιπτώσεις από ανθρώπους, πού απέθαναν την ώρα τής φραγγελώσεως. Σ΄ αυτήν τώρα την καταξεσχισμένη, καταματωμένη και καταπονεμένη ράχη, κουβάλησε ο Χριστός μας τον Σταυρό του, πού ήταν ξύλο βαρύτατο, έτσι ώστε νά μπορεί νά σηκώσει επάνω του το βάρος ενός ανθρώπου χωρίς νά λυγίσει. Και είναι γνωστό αλλά και πάρα πολύ φυσικό νά το περιμένει κανείς ότι λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού, ήδη εξαντλημένος και με αιμορραγία πού τού είχε στοιχίσει απώλεια δυνάμεων, λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού αυτού και έπεσε, όπως λένε οι παραδόσεις, με το πρόσωπο πάνω στη γη, με το πρόσωπο, χωρίς καν νά μπορεί νά προστατεύσει το σώμα του απ΄ τις συνέπειες τής πτώσεως χάρις στο Σταυρό, τον οποίο ήταν αναγκασμένος νά κρατάει και πού έπεσε σαν βάρος από πάνω του. Και ξέρουμε ότι για νά μην πεθάνει πριν φθάσει καν στο ύψος τού Γολγοθά, ανέθεσαν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο νά κουβαλήσει αυτός για τον υπόλοιπο δρόμο τον Σταυρό.
Ας προσθέσουμε ακόμη και για τα αγκάθια πού είχε ο στέφανος εκείνος που σε πολλά σημεία είχε τρυπήσει το κεφάλι Του και όλοι όσοι έχουν μιά πείρα από θάλαμο ατυχημάτων τού Νοσοκομείου, ξέρουνε πόσο ιδιαίτερη τάση έχουν νά αιμορραγούν τα τραύματα στο τριχωτό τής κεφαλής. Αυτό λοιπόν το έξαιμο σώμα, το καταπονημένο σώμα, καρφώθηκε επάνω στον Σταυρό.
συνεχίζεται.
πηγή
από το ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου