με θέμα:
Σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, γιορτάζει την θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου μας εις τα Ιεροσόλυμα. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης ως εξής μας το περιγράφει: «Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς, ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ».
Ο Κύριός μας, αγαπητοί μου, έζησε τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο βίο Του, πολύ απλά και πολύ ταπεινά. Γενόμενος υπόδειγμα απλότητος και ταπεινώσεως εις τους ανθρώπους. Όμως τώρα, μετά από το άκουσμα της αναστάσεως του Λαζάρου, που έγινε εις την Βηθανίαν, όχλος πολύς, μας σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, έρχεται να Τον προϋπαντήσει, όταν έμαθε ότι ο Ιησούς έρχεται εις τα Ιεροσόλυμα. Και ήταν μία υποδοχή άνευ προηγουμένου! Μια υποδοχή θριαμβευτική. Αλλά αυτή η θριαμβευτική είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα είναι τύπος. Τύπος της θριαμβευτικής εισόδου Του, τόσο εις τους ουρανούς την τεσσαρακοστή ημέρα από την Ανάστασή Του, δηλαδή κατά την Ανάληψη, όσο και κατά την ημέρα της Κρίσεως, όταν μαζί με τους δικαίους θα εισέλθει εις την Βασιλείαν του Θεού.
Έτσι, λοιπόν, ο Κύριος εισέρχεται εις τα Ιεροσόλυμα, μόνο τυπικά. Δηλαδή να εκπληρώσει έναν τύπον, όπως εξάλλου το λέγει και ο προφήτης Ζαχαρίας, ότι, «Να», λέγει, «Ιερουσαλήμ, ο βασιλιάς σου έρχεται πραΰς, ήρεμος, ήσυχος, όχι με εκείνες τις πολεμικές ιαχές που μπορούσαν να έχουν οι θριαμβευταί πολεμικών επιχειρήσεων. Έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου». Όχι επί αλόγου, όχι επί αμαξών, όχι επί αρμάτων. Επί πώλου όνου. Πάνω σε ένα μικρό γαϊδουράκι. Ήτο, λοιπόν, ένας τύπος· ιστορικός τύπος· που θα εγίνετο πραγμάτωσις άλλων, μεγάλων εισόδων. Όπως, σας είπα, εις τον ουρανόν.
Αλλά τι έψαλλε ο λαός, όταν εισήρχετο ο Ιησούς εις τα Ιεροσόλυμα; «Ὡσαννά!». Και τι σημαίνει «ὡσαννά»; Δεν είναι ελληνική λέξις. Θα πει: ««Σῶσον δή». Δηλαδή, «Σώσε λοιπόν». «Σε παρακαλούμε, σώσε». Αλλά από τι να σώσει; Βέβαια, σε ένα πρώτο φόντο, ο λαός, βρισκόμενος κάτω από την ρωμαϊκή κατοχήν και κυριαρχίαν, όπως κάθε λαός που θέλει την εθνική του απελευθέρωση, θα μπορούσαμε να ειπούμε ότι ζητούσε την ελευθερία της πατρίδος του. Αυτά, όμως, σε ένα πρώτο φόντο. Στο βάθος, αυτό που ζητούσε ο λαός, ήτο και θα ήτο εφεξής, η απελευθέρωσις, η σωτηρία από την αμαρτία και τον θάνατο. Κι Αυτός που σώζει από τον θάνατο, σίγουρα σώζει και από την αμαρτία. Διότι, πώς μπορεί να σώσει κάποιος από την αμαρτία, όταν δεν σώζει από τον θάνατο; Γιατί ο θάνατος είναι καρπός της αμαρτίας. Έτσι όταν ο Κύριος, κόψει το αίτιον, κόβει και το αιτιατόν.
Και ο όχλος αυτό το αντελήφθη, γιατί ήδη είχε δει την ανάσταση του Λαζάρου. Συνεπώς, εκείνος ο οποίος μπορούσε να λέγει σε ένα νεκρόν τετραήμερον και, υποτίθεται, όζοντα, να μυρίζει από την σήψην, μπορούσε να λέγει με μόνο ένα λόγο: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω», «Λάζαρε, βγες έξω», από τον τάφο εννοείται, και ο Λάζαρος να ανασηκώνεται εις τον τάφον του -ήταν θολωτοί οι τάφοι, όχι στη γη, όπως σήμερα είναι οι δικοί μας οι τάφοι- τότε σίγουρα μπορούσε Αυτός να είναι και νικητής της αμαρτίας. Γιατί, επαναλαμβάνω, η αμαρτία είναι εκείνη η οποία έφερε τον θάνατον.
Αλλά, από τον θάνατον και από την αμαρτία, μόνον ο Ιησούς σώζει. Κανείς άλλος. Θα το επαναλάβω. Από την αμαρτία και τον θάνατον, κανείς, μα κανείς δεν σώζει. Ούτε αν βρίσκεται στον Ουρανό, ούτε αν βρίσκεται εις τον Άδη, ούτε αν βρίσκεται πάνω εις την γην. Κανείς, μα κανείς δεν σώζει, πλην του Ιησού Χριστού.
Αυτό, λοιπόν, σημαίνει «ὡσαννά». «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»· που θα πει: «Συ, που έρχεσαι εις το όνομα του Κυρίου, να είσαι ευλογημένος». Δηλαδή, «να είσαι δοξασμένος». Το «εὐλογῶ», το «ἁγιάζω» κατά το «ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου», δεν σημαίνει τι άλλο παρά το «δοξασθήτω». «Να είναι δοξασμένο το όνομά Σου». Και εν προκειμένω, «Εσύ που έρχεσαι εν ονόματι του Κυρίου» -εννοείται, του Γιαχβέ, αλλά ο κόσμος, ο λαός ακόμη δεν εγνώριζε, αγαπητοί μου, ότι Αυτόν που είχε μπροστά του ήταν ο Γιαχβέ, δηλαδή ο Κύριος, ο άγιος του Ισραήλ. Αυτός ήταν. Ακόμη δεν το μάθαινε αυτό. Και λέγει: «ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου». «Ευλογημένος, δοξασμένος, Συ που έρχεσαι». Κι αυτό αντιστοιχεί με το «Μεσσία».
Συνεπώς, εάν ο λαός αναφωνεί τον Ιησούν «εὐλογημένον καὶ ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου», άρα δεν αναμένεται κανένας άλλος. Αυτός ο κάποιος άλλος που αναμένεται, δεν θα είναι παρά ο Αντίχριστος. Και οι Εβραίοι μέχρι σήμερα, θα το δούμε λίγο πιο κάτω, αναμένουν, γιατί τελικά δεν απεδέχθησαν τον Ιησούν, θα αποδεχθούν τον Αντίχριστον.
Για τον Ιησούν, Αυτόν που τώρα ο λαός μεγαλύνει και αναφωνεί «εὐλογημένον», γι’ Αυτόν ελάλησαν όλοι οι προφήται. Και όλες οι προφητείες συγκλίνουν στο δικό Του πρόσωπο. Όταν άκουσα για μία φορά ακόμη εχθές, εις τον Εσπερινόν, την προφητεία του Ζαχαρίου «Να, ο βασιλιάς σου έρχεται πραΰς, ήρεμος, καθήμενος επί πώλου όνου», τι ρεαλισμός, συγκλονίστηκα. Και συγκλονίζομαι. Διότι τέτοια ενάργεια, τέτοια δηλαδή καθαρότητα, διαύγεια, διαφάνεια στην προφητεία, δεν έχουμε πουθενά αλλού. Ώστε πράγματι, όλες οι προφητείες συγκλίνουν εις το θεανθρώπινον πρόσωπον του Ιησού Χριστού.
Ακόμη, ο ύμνος αυτός, τον οποίον έψαλλε ο λαός εις τον Ιησούν και που τόσο είχαν δυσαρεστηθεί οι άρχοντες και που τόσο αγανάκτησαν δήθεν, και που επέπληξαν τους ανθρώπους και που είπαν εις τον Κύριον να πει εις τον κόσμον να σιωπήσει και ο Κύριος τούς είπε «Αν σιωπήσουν αυτοί, οι πέτρες θα κράξουν»… Οι πέτρες θα κράξουν! Δεν είναι της ώρας να σας πω, τι θα πει «Οι πέτρες θα κράξουν». Το λέγει άλλος ευαγγελιστής αυτό. Εδώ ο Ιωάννης μάς παραθέτει κάτι γραμμένο. «Δεν είναι γραμμένο ότι από το στόμα νηπίων και θηλαζόντων θα βγάλω αίνον;». Και ποια είναι «τα νήπια και τα θηλάζοντα»; Στο πρώτο φόντο, είναι βεβαίως τα νήπια και τα θηλάζοντα. Πιο μέσα, είναι τα κατά κόσμον νήπια. Οι απλοί άνθρωποι. Εκείνοι που επίστευσαν εις τον Ιησούν και αυθορμήτως υμνούν και δοξάζουν τον Κύριον.
Έτσι, ο λαός εκείνος, αγαπητοί μου, υποδέχεται τον Μεσσία του. Αλλά ο λαός εκείνος, με την διαδρομή της Ιστορίας, απεδέχθη τον Μεσσία του; Εκείνος ο τότε λαός, στον τότε συγκεκριμένο τόπο, Τον απεδέχθη. Παρακάτω ο λαός αυτός, Τον απεδέχθη; Οι άρχοντες, που εσταύρωσαν τον Ιησούν και διεκήρυξαν ότι δεν είναι δυνατόν ποτέ εκείνος που μπορεί να πεθαίνει να είναι ο Μεσσίας και δεν είναι δυνατόν ποτέ, σαν τελευταίος ληστής επί του Σταυρού, να είναι αυτός Υιός του Θεού. Και εφόσον οι άρχοντες παρεσιώπησαν το μη σιωπούμενον θαύμα, το κραυγαλέο θαύμα της Αναστάσεώς Του και είπαν ότι «ἐν καιρῷ νυκτός», είπαν να πουν οι φύλακες, «όταν εμείς κοιμόμαστε- κοιμωμένων ἡμῶν- ήλθαν οι μαθηταί και έκλεψαν το σώμα και διεκήρυξαν οι μαθηταί Του ότι ανεστήθη από τους νεκρούς». Ο λαός αυτός επείσθη εις τους άρχοντάς του… Αυτό ήταν ένα τραγικό λάθος του τότε Ισραήλ· ότι επείσθησαν εις τους άρχοντάς τους.
Αγαπητοί μου, ο λαός αυτός, μια γενεά μετά, 30 χρόνια, πληρώνει το μεγάλο του έγκλημα, με την κατασκαφή της πόλεως Ιερουσαλήμ και την κατασφαγή του λαού της από τους Ρωμαίους. Ναι. Γιατί; Γιατί απέσυρε ο Μεσσίας το ευμενές πρόσωπό Του από τον λαόν αυτόν τον χριστοκτόνο. Ο Κύριος ήδη τους είπε, το καταχωρεί ο Ματθαίος, 23,39: «Λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ᾿ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». «Σας λέγω, δεν θα δείτε πλέον το ευμενές μου πρόσωπον, μέσα στην Ιστορία, έως ότου πείτε: ‘’Ευλογημένος Αυτός που έρχεται εν ονόματι του Κυρίου’’». Δηλαδή «με αποδεχθείτε ως Μεσσία σας».
Αλλά τίθεται ένα ερώτημα που μας ενδιαφέρει άμεσα. Εμείς επιστεύσαμε και απεδέχθημεν τον Χριστόν. Αλλά η σημερινή Ορθόδοξος Ελλάδα μας, μήπως, προ πολλού, έχει αρνηθεί το θεανθρώπινο πρόσωπον του Ιησού Χριστού και με λόγια και με έργα; Ο τρόπος με τον οποίον ζουν σήμερα οι συμπατριώται μας, οι Έλληνες, μήπως είναι μια άρνησις του προσώπου Του; Μήπως, ακόμα, με λόγια, με συγγραφές, με οτιδήποτε, αρνούμεθα το δικό Του το πρόσωπο; Και για τον παλαιό Ισραήλ, σας είπα, ήταν η καταστροφή του 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους. Στον νέον Ισραήλ, στον Ισραήλ της χάριτος, τον οποίον, τον τελευταίο καιρό, διαρκώς αρνείται η πατρίδα μας, τι πρόκειται να συμβεί;
Και ο Ιησούς έρχεται διαρκώς μέσα στην Ιστορία. Έρχεται είτε σαν Σωτήρας, είτε σαν Κριτής. Διαρκώς μέσα στην Ιστορία. Αν διαβάσετε, καθ’ όλο το μήκος του βιβλίου της Αποκαλύψεως, θα δείτε να έρχεται διαρκώς ο Χριστός και λέγει κανείς: «Τώρα δεν το βλέπω. Πού ήλθε;». Έρχεται ως Σωτήρας όσοι θέλουν να Τον δεχθούν. Έρχεται ως Κριτής, διαμέσου των πληγών. Διότι αυτό βλέπομε. Διαμέσου των πληγών έρχεται ο Κριτής Μεσσίας μέσα στην Ιστορία. Και είναι Εκείνος που έρχεται, διότι, όπως σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, είναι «ὁ ὤν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος». «Αυτός που υπάρχει και πάντοτε υπήρχε και Αυτός που έρχεται». Δεν λέγει: «Αυτός που ήλθε». Δεν λέγει: «Αυτός που θα έλθει». Αλλά λέγει: «ὁ ἐρχόμενος »· που δείχνει ότι διαρκώς έρχεται μέσα στην Ιστορία. Και έρχεται τόσο για τους λαούς, όσο και για τα πρόσωπα.
«Ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ». «Συ που είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ», λέγει, στη συνέχεια, ο ύμνος του λαού προς τον Ιησούν. Πράγματι, είναι ο βασιλιάς του παλαιού Ισραήλ εκείνη την στιγμή. Αλλά εφόσον ο λαός αυτός Τον εσταύρωσε και έγραψε ειρωνικά επί του Σταυρού «ο βασιλιάς των Ιουδαίων», εφεξής είναι ο βασιλιάς του νέου Ισραήλ. Δηλαδή της Εκκλησίας. Και αυτή η Βασιλεία είναι ανωτέρα από κάθε άλλη βασιλεία που υπάρχει στον κόσμον αυτόν. Είναι οι ανθρώπινες καρδιές, που με την προαίρεσή τους αποδέχονται τον Ιησούν ως Βασιλιά. Ας υποθέσομε ότι έχομε το πολίτευμα της βασιλείας. Πόσοι είναι εκείνοι οι πολίται που δεν θα ήθελαν να είναι κάτω από αυτό το πολίτευμα; Θα ήσαν πολλοί. Θέλουν δεν θέλουν, αναγκαστικά, είναι το πολίτευμα της βασιλείας. Ο Ιησούς δεν έρχεται έτσι. Ο Ιησούς έρχεται και βασιλεύει στις καρδιές που Τον θέλουν. Δεν βασιλεύει στις καρδιές που δεν Τον θέλουν. Δεν ασκεί εξαναγκασμό και βία. Γι'αυτό, η Βασιλεία του Χριστού, επειδή είναι ελευθέρα, είναι ανωτέρα πάσης γηίνης βασιλείας. Και η αποδοκιμασία αυτής της Βασιλείας σφραγίζει την καταστροφή. Την καταστροφή προσώπων και λαών. Αντίθετα, η επιδοκιμασία αυτής της Βασιλείας έχει καταπληκτικούς καρπούς.
Και σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψή του: «Καὶ ἐποίησας αὐτούς (:Ποιους ἐποίησας; Αυτούς. Συ, ο δοξασμένος Ιησούς, Συ ἐποίησας αὐτούς · ποιους; Αυτούς που είναι πολίται της δικής Σου βασιλείας) τῷ Θεῷ ἡμῶν, βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς». Γι'αυτό και λέγεται η Βασιλεία αυτή του Θεού «βασίλειον ἱεράτευμα», βασιλείς και ιερείς. Σε ποια γηίνη βασιλεία είδατε να είναι ένας βασιλιάς και όλοι οι πολίται να είναι βασιλιάδες; Σε ποια περίπτωση είδατε αρχιερέα και όλοι να είναι ιερείς; Εδώ είναι αυτό το προνόμιο που δίδει σε εκείνους που απεδέχθησαν τον Ιησούν και Του είπαν ό,τι ακριβώς ο ύμνος ειπώθηκε τότε, καθιστά τον λαό Του βασιλείς και ιερείς.
Το πλήθος, στην υποδοχή του Ιησού, εβάσταζε, αγαπητοί μου, «βαΐα φοινίκων». Η λέξις «βαΐα» που σημειώνει ο Ιωάννης, θα πει «κλαδιά». Ο Ματθαίος το λέγει «κλάδους». Το λέγει ελληνικά. Κλάδους. Ώστε λοιπόν «βαΐα» θα πει κλαδιά. Κλαδιά φοινίκων. Ο φοίνικας είναι σύμβολον δόξης. Όπως σε εμάς τους Έλληνες σύμβολον δόξης είναι η δάφνη. Δάφνινο στεφάνι. Στεφάνι δόξης. Δάφνη δίνουν στους νικητάς των αγώνων. Σύμβολον δόξης. Αλλά εδώ αυτά τα σύμβολα της δόξης, που τα κρατούσε ο λαός την ημέρα της Σκηνοπηγίας, κάθε χρόνο, στην εορτή της Σκηνοπηγίας, δεν ήταν τίποτε άλλο, όπως μας το λέγει αυτό το «Λευιτικόν» στο 23ο κεφάλαιο, 40 στίχος, παρά μία προτύπωσις αυτού του περιστατικού, που ο λαός, στην πλειοψηφία του, κρατούσε κλαδιά. Και ρίχναν και τα ρούχα τους χάμω, για να περάσει ο τροπαιούχος Ιησούς. Ο τροπαιούχος του θανάτου και της αμαρτίας.
Έτσι, και οι μάρτυρες, που είναι στο βιβλίο της «Αποκαλύψεως» 7,9 και δεν είναι παρά «οἱ πεπελεκυμένοι», «οἱ ἐσφαγμένοι» δια την αγάπην του Ιησού, παρακαλούν και λέγουν: «Κύριε, πότε θα εκδικηθείς το αίμα μας, που χύθηκε άδικα στη γη;». Που σημαίνει: «Κύριε, εχάσαμε βίαια το σώμα μας. Δεν προλάβαμε να ζήσομε με το σώμα μας όσο θα όριζε η αγάπη Σου. Θέλομε να πάρομε πίσω το σώμα μας. Δηλαδή, πότε θα αναστηθούμε;». Και τότε λέγει εκεί το ιερόν κείμενον: Τους εδόθη λευκός χιτών, σύμβολον καθαρότητος, και στον καθένα από ένα κλαδί φοίνικος. Σύμβολον δόξης, σύμβολον τροπαίου. Είναι τροπαιούχοι οι μάρτυρες και οι άγιοι.
Έτσι βλέπει κανένας τα βαΐα των φοινίκων, γι'αυτό και η Εκκλησία μας δίδει αυτές τις δάφνες, δεν δίδομε εμείς, βλέπετε, φοίνικες, διότι εδώ δεν φύεται ο φοίνικας. Σε μας το σύμβολον της δόξης είναι, όπως σας είπα, η δάφνη. Και ο καθένας φεύγει με το κλαδί της δάφνης, σύμβολον της νίκης ότι ο Χριστός ενίκησε τον θάνατον, ενίκησε την αμαρτία και συνεπώς «θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος»· που θα πούμε ευθύς, μόλις την πρώτη Κυριακή που μας έρχεται.
Εκείνο το ονάριον, το γαϊδουράκι; Ο «πῶλος ὄνου», θα πει «μικρό γαϊδουράκι». Ω, εκείνο το γαϊδουράκι, αγαπητοί μου, που σημειώνει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, στο οποίο, λέγει, ποτέ κανείς δεν είχε καθίσει. Όπως και ο τάφος που μπήκε ο Χριστός, ετάφη, κανείς ποτέ δεν είχε ταφεί. Κρατάει ο Μεσσίας κάποια προνόμια δικά Του. Ώστε κάποια στοιχεία που θα χρησιμοποιήσει, να μην έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ από ανθρώπους· που δείχνει αυτό το εξαιρετικόν, το υπερέχον. Αλλά σε τόσο απλές περιπτώσεις.
Βέβαια, το γαϊδουράκι είναι ένα ταπεινόν όχημα που μας μεταφέρει· υποζύγιον. Πολύ ταπεινό. Ενώ το άλογο είναι έτσι υπερήφανο και ένδοξο. Ακόμη ήταν τότε, στον παλαιό νόμο, το γαϊδουράκι ήταν ζώον ακάθαρτον. Δεν μπορούσες να το φας το κρέας του. Ήτο ακάθαρτον. Σύμβολον των «Εθνών»· που ήσαν ακάθαρτοι. Και τώρα έρχεται ο Ιησούς και κάθεται επάνω εις το γαϊδουράκι, σύμβολον ότι θα καθίσει επί των εθνών. Και τους ακαθάρτους, τα ακάθαρτα έθνη από την ακαθαρσία της ειδωλολατρίας, θα επαναφέρει εις την επιστροφή, στον ίσιο δρόμο προς τον Πατέρα.
Ακόμη είναι σύμβολον, όταν εγώ ο Έλληνας ο ακάθαρτος, που ήμουν ειδωλολάτρης και κάθισε ο Ιησούς επάνω μου για να με καθαρίσει, θα μπορούσα να λέγω ότι έπρεπε να βαστάσω τον Κύριον. Είναι εκείνο που λέγει ο Ψαλμωδός: «Ὑπέμεινά Σέ, Κύριε…». Δηλαδή, «Σε υπέμεινα», δηλαδή «Σε φορτώθηκα», δηλαδή «Σε κράτησα, δεν Σε πέταξα». Είναι ο ζυγός του Χριστού που θα δεχθούμε να καθίσει επί των ώμων μας ο Ιησούς Χριστός· που είναι η πιο ένδοξη, ο πιο ένδοξος ζυγός που θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει. Ο Βασιλιάς της Δόξης, ο Κύριος Ιησούς, να καθίσει επάνω μου. Όπως ο άγιος Χριστοφόρος: «Παιδάκι μου», λέγει -ζήτησε να τον περάσει από το ποτάμι- « Παιδάκι μου, δεν είδα τόσο βαρύ άνθρωπο, σαν κι εσένα». «Ναι», του λέγει, «γιατί είμαι Εκείνος που κρατώ τα σύμπαντα!». Αυτόν κρατούμε. Και δεν πρέπει να Τον πετάξομε. Ναι!
«Ταῦτα οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταί», λέγει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, «τὸ πρῶτον· τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα εἶναι ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα». Όταν αυτά εγίνοντο, δεν αντελήφθησαν οι μαθηταί την σημασία και την αξία των όσων σήμερα λέμε. Όταν, όμως, ο Χριστός ανεστήθη και ήλθε η Πεντηκοστή, τότε κατάλαβαν το μεγάλο μυστήριο. Ότι όλα αυτά ήσαν γραμμένα για τον Ιησούν. Και ευτυχισμένος εκείνος, αγαπητοί μου, που βαστάζει τον Κύριον, που κρατά τον Κύριον της δόξης και μπορεί να λέγει: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου