8 Σεπτεμβρίου 2018

Ορθοδοξία και φανατισμός (μέρος 2ο)

συνέχεια από το 1ο μέρος

Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, 
Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών 

4. Τί γίνεται, όμως, με την «καθ’ ημάς Ανατολήν» και την Ορθοδοξία; Δεν είναι η πρώτη φορά, που η πολιτική προσπαθεί, μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να κι­νητοποιήσει και την (ιδρυματική) Ορθοδοξία σε μια «σταυροφορία» —χρησιμοποιήθηκε ήδη ο όρος— για την καταπολέμηση της τρομο­κρατίας, στη «ρέμπελη» μορφή της φυσικά, σε συνεργασία με τα θρησκεύματα του κόσμου, και κυρίως με τη δυτική χριστιανοσύνη. Βέ­βαια, αυτή η σχεδιαζόμενη διαθρησκειακή συνεργασία εντάσσεται στα όρια της «εν εξελίξει» νεοεποχικής κίνησης προς την «πανθρησκεία» και θέτει το πρόβλημα της δυνατότητας σύμπτωσης, για να μπορεί να υπάρξει αποτελεσμα­τική συνεργασία.

Φοβούμαι, ότι η Ορθοδοξία βρίσκεται και πάλι με­ταξύ δύο κατέναντι, του δυτικού και του ανατολικού, τα όποια συμπίπτουν τελικά, στην ιδεολο­γικοποίηση, δηλαδή πολιτικοποίη­ση της θρησκευτικής πίστεως. Η ισλαμική «τζιχάντ», όποιες ερμη­νευτικές αποχρώσεις και αν λάβει, δεν παύει, όταν αναθερμανθεί ο θρησκευτικός φανατισμός, να προσλαμβάνει την έννοια του «ιε­ρού πολέμου» κατά των απίστων (αυτή ήταν η ιδεολογία των Ταλιμπάν), συμπίπτοντας έτσι με την «ιερά εκδίκηση», όχι ως απόδοση δικαιοσύνης, αλλ’ ως «ιερό πόλε­μο», της άλλης πλευράς, που καθα­γιάζει τα τυφλά – γενικευμένα αντί­ποινα με θύματα αμάχους. Το κοι­νό, η νομιμοποίηση της βίας για την επιβολή της πολιτικοποιημένης θρησκείας ή της θρησκειοποιημένης πολιτικής, όπως ελέχθη. Το αποτέλεσμα, όμως, είναι το ίδιο.

Η Ορθοδοξία, όταν και όπου βιώνεται και λειτουργεί ως αποστολικότητα και πατερικότητα (και αυτό είναι, έστω και ελλιπώς, το φρόνημα της πλατειάς βάσης του ορθοδόξου πληρώματος), είναι υ­πέρβαση της ιδεολογίας, της θρη­σκείας και της ηθικής. Της ιδεολο­γίας, διότι βιώνεται ως εμπειρία· της θρησκείας, διότι είναι τρόπος υπάρ­ξεως και «οδός» (Πράξ. 9, 2) προς τη θέωση και της ηθικής, διότι είναι ήθος αγιοπνευματικό και όχι εξωτε­ρική ηθική μίμηση. Οι ησυχαστικές —αυθεντικά δηλαδή ορθόδοξες— πρακτικές της «νήψεως» (καθάρσεως της καρδιάς), έστω και ανεπίγνωστα, κυριαρχούν στην ορθόδοξη λαϊκή πνευματικότητα (νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές κ.τ.λ.) και δημιουργούν φρόνημα αγαπητικό, καταλλακτικό, ουσιαστικό και όχι εκδικητικό και φανατικό. Η δυτική χριστιανοσύνη, κυρίως στην καλβινίζουσα εκδοχή της, που είναι η βά­ση του αμερικανικού χριστιανισμού, μένει εγκλωβισμένη στον εκδικη­τικό και ανταποδοτικό Θεό της Π. Διαθήκης («οφθαλμόν αντί οφθαλ­μού»), που επεκτείνεται στο δόγμα «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων» (Κριτ. 16, 30), που είναι το κίνητρο των τρομοκρατών – «κα­μικάζι» της άλλης πλευράς.

H δύναμη που κινεί τη συνείδη­ση του Ορθοδόξου, είναι η δικαιο­σύνη, αλλά εν αγάπη. Αγάπη δε όχι «προς το ομοεθνές μόνον, αλλά προς παν το ομογενές (σε κάθε άνθρωπο)», που ταυτίζεται με την (ανιδιοτελή) αγάπη του Θεού (Κύριλλος Αλεξ. ΡG. 72,686). Ακό­μη και ο αφορισμός (η φρικτή πρά­γματι αυτή εκκλησιαστική πράξη) δεν συνιστά εκδίκηση ή ποινή, επι­βαλλόμενη από την Εκκλησία στην πλάνη και τον πλανώμενο, αλλά επιβεβαιώνει «τον αυτοαποκλεισμό του ανθρώπου από την σωτη­ρία και υπαρκτική γνησιότητα» και στοχεύει στην μετάνοια και την επιστροφή του (πρβλ. Α’ Κορ. 5, 1 ε.). Αυτό το φρόνημα είναι διάχυτο και κυριαρχικό και γι’ αυτό δεν ευδοκίμησαν στην Ορθοδοξία θεσμοί, όπως η Ιερά Εξέταση ή οι σταυροφορίες. Δεν απουσιάζουν, βέβαια, περιπτώσεις βίαιης συμπε­ριφοράς και επιθετικότητας, κρα­τικής και εκκλησιαστικής, η διαφο­ρά, όμως, με την δυτική «χριστια­νική νοοτροπία» είναι, ότι παρόμοι­ες συμπεριφορές στην Ορθοδοξία καταδικάζονται ως αντιχριστιανι­κές, ενώ στη δυτική κοινωνία έ­χουν έμμεσα θεσμοθετηθεί, αν όχι οι ίδιες οι συμπεριφορές, τουλά­χιστον τα γενεσιουργά τους αίτια (ολοκληρωτικό πνεύμα). Είναι α­νάγκη, όμως, εδώ να επανέλθουμε στην δυτική χριστιανική σκέψη.

O δυτικός χριστιανισμός έχει βαθειές θεολογικές προϋποθέσεις στον καθαγιασμό της βίας, ήδη από τον 11ο αιώνα. Η «θεολογία» του Ανσέλμου Κανταβρυγίας (|1100) «περί ικανοποιήσεως (satisfactio) της θείας δικαιοσύνης» διαποτίζει το εκεί χριστιανικό φρόνημα και δια­μορφώνει νοοτροπίες φανατισμού, που προσδιορίζουν και τις συλλο­γικές και ατομικές συμπεριφορές. Η ουσία της διδασκαλίας αυτής είναι, ότι ο Θεός στέλνει τον Υιό Του —Ιησού Χριστό στον κόσμο όχι από αγάπη προς τον άνθρωπο και τον κόσμο («ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν» (θυσίασε)— μαρτυρεί ο Ιωάννης, 3. 17 και ο Παύλος: «συνίστησι (αποδεικνύει) την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χρι­στός υπέρ ημών απέθανε», Ρωμ. 5, 8, που είναι η κρηπίδα της χριστια­νικής σωτηριολογίας), αλλά για να «ικανοποιηθεί» για την προσβολή(!) που δέχθηκε από την ανθρώπινη αμαρτία. Το δυτικό φεουδαρχικό-ιπποτικό δίκαιο προβλήθηκε στο Θεό, μεταβάλλοντας τον χριστιανι­σμό σε είδος ειδωλολατρίας, αφού κατασκευάσθηκε Θεός, που δεν υπάρχει.

Ο Θεός, έτσι, νοείται όχι ως Πατέρας, «πλήρης οικτιρμών και φιλανθρωπίας», αλλά ως φεουδάρ­χης – τύραννος και τιμωρός, που ζη­τεί συνεχώς εκδίκηση. Αυτή η περί Θεού αντίληψη διαποτίζει όλη τη δυτική —κυρίως την καλβινική— νοοτροπία. Τα έργα του Ίγκμαρ Μπέργκμαν βεβαιώνουν μία διάχυ­τη τάση «θεοδικίας», αποστροφής προς τον Θεό – τύραννο και εκδικη­τή, που κινεί και τον πιστό του σε εκδίκηση, και συνεπώς φανατική ανταπόδοση και όχι δικαιοσύνη. Είναι μάλλον μια άλλη κατανόηση της δικαιοσύνης.

Η Ορθοδοξία, και στις ατελέστε­ρες βιώσεις της, δεν μπορεί να φθά­σει σε μια τέτοια λογική. Γι’ αυτό και απωθεί μόνιμα την έννοια του «ιε­ρού πολέμου». Κανείς πόλεμος δεν μπορεί να ιεροποιηθεί στην Ορθό­δοξη συνείδηση, διότι ο πόλεμος είναι σατανική κατάσταση. Δεν μπο­ρεί να γίνει, ορθόδοξα, διάκριση δι­καίου και αδίκου πολέμου, ιερού και ανίερου. Ούτε να γίνει δεκτό το δόγμα «πόλεμος κατά του πολέ­μου», με την συντριβή των άλλων (πρβλ. το αρχαίο «πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται»). Ο πόλεμος, ορθόδοξα, συνιστά αλλοτρίωση από τον Θεό και την εν Χριστώ αγάπη και προς τους εχθρούς ακόμη (Ματθ. 5, 44).

Αυτό είναι ένα από τα «παράδο­ξα» της πίστεώς μας. Ο Χριστός διευκρίνησε: «πάντες οι λαβόντες μάχαιραν εν μαχαίρα αποθανούνται» (Ματθ. 26,52). Αυτό είναι το αυθεν­τικό κήρυγμα «μη βίας». Η στράτευ­ση των Χριστιανών στην αυτοκρατο­ρία της Νέας Ρώμης υπήρξε «έκπλη­ξη» για τους Αγίους, τους αυθεντικούς ενσαρκωτές και εκφραστές της Ορθοδοξίας, που γρήγορα (4ο αι.) έδωσε την απάντησή της. Ο Μέ­γας Αθανάσιος (Επ. προς Αμμούν, ΡG. 26,1173 β) και ο Μέγας Βασίλει­ος (κανόνας 13 λέγουν, ότι τιμώνται οι μετέχοντες και φονεύοντες σε αμυντικό (ή απελευθερωτικό) πό­λεμο (όταν είναι άμυνα «υπέρ σω­φροσύνης και ευσεβείας» κατά τον Μ. Βασίλειο, που το τονίζει: «αμυνομένοις»!). Είναι η μόνη κατ’ οικονομίαν» εξαίρεση στον κανόνα, ως πραγμάτωση του Κυριακού λόγου: «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις θη (να θυσιάσει) την ψυχήν (ζωήν) αυτού υπέρ των φίλων αυτού» (των συνανθρώπων του) (Ιωάνν. 15.13). Είναι δηλαδή αυτοθυσία και όχι εκδικητικότητα.

Όταν, όμως, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς (963-969), λόγω των πολλών αμυν­τικών πολέμων της αυτοκρατορίας, ζήτησε από την Εκκλησία οι φονευόμενοι στον πόλεμο να ανακη­ρύσσονται μάρτυρες, ο Πατριάρχης Πολύευκτος και η Σύνοδος απέρρι­ψαν την πρόταση ως μη χριστιανική. (Για το θέμα βλ. πρόχειρα: π. Γ. Δ. Μεταλληνού, Αγιότης μαρτυρουμένη, στο: Λόγος ως αντίλογος, Αθήναι 19982, σ. 49 ε.ε. κάθε αγιο­ποίηση είναι παπισμός…). Καταλα­βαίνουμε, συνεπώς, πόσο απομακρυνόμεθα από το πνεύμα αυτό στα νεώτερα χρόνια… Έχω διακηρύξει πολλές φορές ότι το προτεινόμενο «τόξο» των Ορθοδόξων δεν μπορεί να λάβει πολιτικό – κοσμικό χαρα­κτήρα, αλλά συγκροτείται γύρω από την αγία Τράπεζα και λειτουργεί με ένα διαφορετικό, όπως θα δούμε στη συνέχεια, τρόπο.

Και η Ορθοδοξία γνωρίζει την βία, αλλά διαφορετικά. Και όχι μόνο την γνωρίζει, αλλά και την εφαρμό­ζει στη σκληρότερη μορφή της. Η βία της, όμως, δεν στρέφεται προς τα έξω, προς τον συνάνθρωπο, αλλά προς τα μέσα, το εσωτερικό μας. «Η βασιλεία (=η άκτιστη Χάρη) του Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11,12). Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και ο περίεργος για πολλούς λόγος του Χριστού: «Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω, ει ήδη ανήφθη» (Λουκ. 12, 49).

Ο Χριστός γίνεται αφορμή να χωρίζονται οι άνθρωποι όχι, όμως, επιθετικά), ανάλογα με τη στάση τους απέναντί του (12, 51 ε.). Η «βία» του Χριστού ασκείται στην επαναστατημένη και διε­στραμμένη φύση μας, στην τυραν­νική δεσποτεία των παραμορφω­μένων ενστίκτων μας. Αυτό απο­δεικνύει όλη η ασκητικονηπτική πράξη της Ορθοδοξίας. Με τον αυτοβιασμό του ο χριστιανός ελευ­θερώνεται και ανοίγεται στη Θεία Χάρη. Διότι, όταν γίνει «ναός —κατοικητήριο—του Θεού», τότε γίνε­ται και συν-άνθρωπoς, «πλησίον» (Λουκ. 10,36 ε.). Αυτή είναι η υπέρ­βαση της θρησκείας και η μόνη δυνατότητα κατανίκησης του φα­νατισμού και της τρομοκρατίας.

Γι’ αυτό η αυθεντική χριστιανικότητα (αγιοπατερική Ορθοδοξία) δεν πα­ράγει τρομοκράτες, κάθε είδους, άλλα Μάρτυρες και Ομολογητές. Ο τρομοκράτης, κάθε είδους, βιά­ζει τους άλλους και τους εξολο­θρεύει, είτε με μέσα καλυπτόμενα ακόμη και από την κρατική και διε­θνή νομιμότητα, ή αυτοκτονώντας μαζί τους («καμικάζι»). Ο Μάρτυ­ρας νικά την ανομία των αρχόντων του κόσμου με την αυτοθυσία του, που προσφέρεται υπέρ των άλλων! Έχω ονομάσει τους (Νεο)μάρτυρές μας στην Οθωμανική αυτο­κρατορία, «τους δυναμικότερους και αποτελεσματικότερους αντι­στασιακούς, όχι με τα όπλα, αλλά με τον σταυρό». Ο Μάρτυρας και Ομολογητής της Ορθοδοξίας α­ποδεικνύει με τη θυσία του, ότι οι τύραννοι του κόσμου δεν είναι ακαταγώνιστοι, εμψυχώνοντας συνάμα τους άλλους στην πα­ρόμοια αντιμετώπισή τους.

Η Ορθοδοξία δεν μπορεί από την φύση της να συγκαλύψει οποι­αδήποτε αδικία και απανθρωπιά, από όπου και αν προέρχεται. Δεν συντάσσεται με τους ισχυρούς, αλλά με τους αδικουμένους. Είναι ξένη προς κάθε μορφή τρομοκρα­τίας, που την θεωρεί έγκλημα φρικτό και απάνθρωπο. Όταν δεν γίνεται αυτό, ας μη μιλούμε για Ορθοδοξία, αλλά για μια ακόμη παραχάραξή της. Διακηρύσσει, όμως, και την εμπειρία της η Ορθοδοξία, ότι η τρομοκρατία, ο φανατισμός και η βία, δεν πολεμούνται με μανι­φέστα, διακηρύξεις, ή με αντι-βία, και μάλιστα «τυφλή», αλλά μέσα μας. Όχι με εξωτερικές συμφωνίες —έστω και διαθρησκειακές—αλλά με την ένταξη στον τρόπο ζωής και το ήθος των Αγίων μας, που νικά όλες τις εκτροπές της πτώσης και πτωτικότητάς μας. Διαφορετικά, αλλοτριώνεται και η Ορθοδοξία σε μια κοσμική δύναμη και εξουσία. Και υπάρχει πάντα αυτός ο κίν­δυνος για την Ορθοδοξία, όχι των αγίων, αλλά τη δική μας.

Στο εκκλησιαστικό μας σώμα, όταν λειτουργεί παραδοσιακά – πατερικά, ενεργοποιείται μια ιδιό­τυπη εξουσία, διαμορφούμενη στα όρια της ευχαριστιακής συνάξεως και ασκούμενη μέσω του μυστηρί­ου της ιερωσύνης. Η «ιεραρχημέ­νη πολλαπλότητα» της εν Χριστώ κοινωνίας αποτρέπει την απολυτοποίησή της, αφού όλων των δομών του εκκλησιαστικού σώματος υπέρκειται η σύνοδος, ο δημοκρατι­κότερος θεσμός (Η. Gregoire), που συνδέει την αποκέντρωση με τη συλλογική έκφραση. Όταν, λοι­πόν, σώζεται η πατερικότητα, η εκκλησιαστική εξουσία παραμένει πνευματική, με ρόλο όχι τιμωρητικό, αλλά φιλάνθρωπο και διακονι­κό. Βέβαια, πάντα ελλοχεύει ο κίν­δυνος τάσεων για την απόκτηση υπερ-εξουσιών και αντιγραφή της κοσμικής εξουσίας. Η εμφανής, μάλιστα, σήμερα κίνηση για ανα­γνώριση και επιβολή του «αλαθή­του» κάθε συνόδου (όχι μόνο των Οικουμενικών) προδίδει αντιγρα­φή του παπικού προτύπου και, όπως λέγω συχνά, κατά κανόνα στην εποχή μας οι κληρικοί «παπίζουμε», ενώ οι λαϊκοί «προτεσταντίζουν»!

Έτσι και η Ορθοδοξία στα πρόσωπα κάποιων φορέων της ιδεολογικοποιείται και εκκοσμικεύεται, με όλες τις αυτονόητες συνέ­πειες, και κυρίως την απώλεια του σκοπού της υπάρξεως της (πνευ­ματικής) εξουσίας της. Και πάλι όμως, στις περιπτώσεις αυτές ενεργούν ανασχετικά οι χώροι ε­κείνοι, που διασώζουν κατά κανόνα την ορθόδοξη αυθεντικότητα, π.χ. οι μονές. Ο μοναχισμός από τον 4ο αι. παραμένει στην Ανατολή η δυ­ναμικότερη – έμπρακτη διαμαρ­τυρία στην εκκοσμίκευση και συν­εχής αγώνας για την συνέχεια της διακονικής και θυσιαστικής μαρ­τυρίας της Εκκλησίας στον κόσμο. Οι ιεροί κανόνες, επίσης, που δεν έχουν διαβρωθεί όπως στη Δύση, αναδιαγράφουν συνεχώς την ποι­ότητα του χριστιανικού ήθους και της μαρτυρίας, ώστε κάθε παρέκ­κλιση να κρίνεται αυτόματα ως αντιεκκλησιαστική και απορριπτέα.

Αυτές οι τάσεις, που δεν απου­σιάζουν και από την εμπερίστατη και πολύ κοσμικά συμπεριφερόμενη συχνά «Ορθοδοξία» μας, εντάσ­σεται στο κλίμα του ορθοδοξισμού, όπως προσφυώς ονομάσθηκε κάθε κίνηση για θρησκειοποίηση, ιδεο­λογικοποίηση και εκκοσμίκευση της Ορθοδοξίας. Μια μορφή αυτής της παρέκκλισης είναι ο υπερβο­λικός τονισμός της ιστορικής διά­στασης του Έθνους (ιδίως από τον Κλήρο), η υπέρβαση του υγιούς πα­τριωτισμού και η έξαψη του εθνικι­στικού φυλετικού πνεύματος, πού μπορεί να οδηγήσει σε εκφράσεις φανατισμού και βιαιοτήτων. Η διά­σωση, όμως, της συνέχειας της πατερικότητας, όπως ελέχθη, αυ­τόματα ελέγχει αυτές τις συμπερι­φορές και την απορρίπτει ως παρα­ποίηση της Ορθοδοξίας.

Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, έτσι κωδικοποιεί όλη την ορθόδοξη πατερική παράδοση στο θέμα της φιλοπατρίας, έξω από κάθε τάση για απολυτοποίηση της πατρίδας: «Η πατρίδα μου —γράφει— η ψεύτικη, η γήινη και ματαία (=ως ιστορική και παροδική), είναι από του Αγίου Άρτης και από την επαρχίαν Αποκούρου… Ημείς Χρι­στιανοί μου δεν έχομεν εδώ πατρί­δα. Δια τούτο και ο Θεός μας έβαλεν τον νουν εις το επάνω μέρος, δια να στοχαζώμεθα πάντοτε την ουράνιον βασιλείαν, την αληθινήν πατρίδα μας». Δεν καταργείται μεν ο εθνισμός και η πατρίδα, αλλά ιεραρχείται στο «πραγματικό», που είναι το αιώνιο. Στην ίδια αυτή λο­γική καταδικάσθηκε ο «εθνοφυλετισμός» (ρατσιστικός εθνικι­σμός) συνοδικά το 1872 στην Κων­σταντινούπολη, με αφορμή το ελ­λαδικό πραξικοπηματικό αυτοκέ­φαλο του 1833 και την βουλγαρική Εξαρχία (1870).

Όσοι μένουν άγευστοι της ελλη­νορθόδοξης παράδοσης και του πατερικού φρονήματος εύκολα θεω­ρούν το πρόβλημα «της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότη­τες» ως χαρακτηριστική έκφραση φανατισμού και μισαλλοδοξίας, που εξυπηρετεί τους «πολιτικούς» μη­χανισμούς του εκκλησιαστικού χώ­ρου. Για τον ορθόδοξο, όμως, πιστό το θέμα εντάσσεται στην περιοχή της ομολογίας και της ορθόδοξης μαρτυρίας. Ο κακός χειρισμός της Πολιτείας, με τα υπεύθυνα όργανά της, δημιούργησε το πρόβλημα εντελώς απολιτικά (διότι δεν προ­βλέφθηκαν οι αντιδράσεις αυτής της έκτασης), ενώ κάποιες υπερ­βολές στους χειρισμούς από την άλλη πλευρά όξυναν το ζήτημα, που για τον μέσο πιστό είναι υπαρκτό και σημαντικότατο. Το ερώτημα είναι, λοιπόν, γιατί προκλήθηκε το ζήτημα με τις δηλώσεις του τ. υπουργού Δι­καιοσύνης (8.5.2000), ενώ οι (ενερ­γοί) ορθόδοξοι μιλούσαν, ως τότε, για «χριστιανούς της ταυτότητας» περιπαικτικά! Από εκείνη, όμως, τη στιγμή το θέμα έγινε πρόκληση για την ελληνορθόδοξη συνείδηση, και η εναντίωση στην «απάλειψη», ομο­λογία πίστεως.

Η εκκλησιαστική Ηγεσία όφειλε να μείνει πιστή στην ευθύνη της για την διατήρηση της εθνικής και πο­λιτιστικής κληρονομιάς του λαού της (η επιλογή των μέσων δεν βα­ρύνει εδώ), όταν μάλιστα ευτελιζόνταν, με το θόρυβο της δια­γραφής, τα δύο βασικά συστατικά της πολιτισμικής ταυτότητας του παραδοσιακού Έλληνα, η εθνι­κότητα και το θρήσκευμά του. Το αίτημα, εξ άλλου, για δημοψήφι­σμα, δείχνει την πιστότητα στο δη­μοκρατικότερο μέσο, που διασώζει το πνεύμα της αυθεντικής Ελλη­νικής Δημοκρατίας. Φανατικοί, συνεπώς, μπορούν να χαρακτηρι­σθούν όσοι πολιτικοί και πολιτεια­κοί παράγοντες εμμένουν στην αδιαλλαξία τους και όχι τα τρία εκα­τομμύρια των Ελλήνων, που με την υπογραφή τους πρότειναν τη δη­μοκρατική λύση του δημοψηφίσμα­τος. Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι η μη αναγραφή, αλλά ο τρό­πος της μεθοδεύσεώς της, που πρόδιδε άλλους βαθύτερους στό­χους, στο πλαίσιο της εσωτερικής και εξωτερικής κινήσεως για την εθνική μας αλλοίωση. Γιατί δεν είναι (και) αυτό φανατισμός; Αλλ’ αυτά δεν μπορούν να αναπτυχθούν στο ήδη μακρό αυτό κείμενο.

Πέρα από κάθε δυνατή πολιτικοκομματική εκμετάλλευση του θέ­ματος (γιατί δεν το σκέφθηκαν αυτό οι «αρξάμενοι χειρών αδί­κων»;) οι πιστοί στην Ορθοδοξία, πού επιμένουν «στην προαιρετική αναγραφή» δεν μπορούν να χαρα­κτηρισθούν φανατικοί, διότι δεν απειλούν τους άλλους, αλλά δη­λώνουν την διάθεσή τους να μαρ­τυρήσουν για την πίστη τους. Πόσο μάλλον, όταν σ’ αυτή την Πίστη το Έθνος μας οφείλει την ιστορική επιβίωση του και έχει ταυτισθεί ιστορικά μαζί της.

(Πηγή: ‘Ορθόδοξος Τύπος’) 
Πηγή: Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ
το είδαμε ΕΔΩ



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.