Αν και δεν θα είναι η πρώτη φορά που το δημοσιοποιώ, το κάνω ξανά προς χάριν των ενδιαφερομένων που προφανώς δεν έτυχε να διαβάσουν παλαιότερα σχετικά άρθρα μου, ότι εξελέγην στις αυτοδιοικητικές εκλογές της 18ης Μαΐου του 2014, και παραμένω έκτοτε, δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων με την παράταξη της «Ελληνικής Αυγής» η οποία με επικεφαλής τον Ηλία Κασιδιάρη, και με συγκεκριμένο εθνικιστικό αλλά αυστηρά αυτοδιοικητικό πρόγραμμα, έλαβε στον Δήμο της Αθήνας το 16% των ψήφων, την στιγμή που η δική του κομματική παράταξη, η «Χρυσή Αυγή», στις ευρωεκλογές που διενεργήθηκαν αμέσως μετά (την επομένη Κυριακή, 25 Μαΐου 2014) έλαβε στην ίδια ακριβώς περιοχή το μισό του προαναφερθέντος ποσοστό.
Η εθνικιστική μου ιδεολογία, η οποία όμως δεν συναρτάται με συγκεκριμένο οικονομικό σύστημα, δεν είναι προφανώς αρεστή στην «Χρυσή Αυγή», καθότι ουδέποτε μου έγινε η οποιαδήποτε πρόταση ή νύξη περί συμμετοχής μου σε αυτήν. Οι απόψεις μου ήταν και είναι σαφείς ως προς τον εθνικισμό. Τον θεωρώ καθαρά ελληνική υπόθεση η οποία αρχίζει και τελειώνει με την προάσπιση του ελληνικού έθνους και μόνον αυτού, και ουδεμία απολύτως σχέση έχει με τα ευρωπαϊκά εθνικο-κοινωνικά πρότυπα του μεσοπολέμου τα εκπορευθέντα αρχικώς από την Ιταλία (φασισμός) και την Γερμανία (εθνικοσοσιαλισμός ή ναζισμός).
Σε μία καθαρώς ιστορικού περιεχομένου συζήτηση θα μπορούσα πολλά να πω για την διαστρέβλωση των κοινωνικών αυτών θεωριών και των ηγετικών τους προσωπικοτήτων (Μουσολίνι, Χίτλερ), ίσως μάλιστα και πολύ περισσότερα από πολλούς θιασώτες αυτών των καθεστώτων, όπως το ίδιο πολλά θα μπορούσα να πω και για την αντίρροπη αλλά συγγενή προς αυτά κοσμοθεωρία του κομμουνισμού και των ηγετών του, με έμφαση στην μεγάλη προσωπικότητα του Στάλιν, για θεωρίες και προσωπικότητες που στοχοποιήθηκαν από την καπιταλιστική προπαγάνδα των νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως όλα αυτά δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρουν την ελληνική πολιτική σκηνή, τη στιγμή μάλιστα που οι Ιταλοί και οι Γερμανοί εισέβαλαν στρατιωτικά στην χώρα μας, καθιστώντας εαυτούς εχθρούς της πατρίδας μας κατά την περίοδο του μεγάλου εκείνου πολέμου.
Επίσης σαφής είναι και η πολιτική τακτική μου της ευγενούς, αν και ενίοτε σαρκαστικής, αλλά στιβαρής επιχειρηματολογίας η οποία αποτελεί conditio sine qua non (προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ) για την αμφίδρομη επικοινωνία με τους πολιτικούς αντιπάλους, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η προβολή των όποιων απόψεων επί συγκριτικής βάσεως, η οποία σε τελευταία ανάλυση είναι εκείνη που κρίνει την αποδοχή τους ή μη από τους πολίτες.
Έχοντας πει όσα είπα, θα εστιάσω τώρα στα ουσιώδη θέματα που μας απασχολούν κατά μήνα Ιούλιο του 2016, την επαπειλούμενη δηλαδή «φίμωση» της ελευθερίας έκφρασης μέσω του περιορισμού του αριθμού των τηλεοπτικών σταθμών πανελλήνιας εμβέλειας αλλά και την επαπειλούμενη μελλοντική ακυβερνησία της χώρας μέσα από την υπερψήφιση της απλής αναλογικής, θέματα που άπτονται της ποιότητας της δημοκρατίας μας και δι’ αυτής και της εθνικής μας πορείας.
Στην πρώτη περίπτωση, των τηλεοπτικών αδειών, παριστάμεθα μάρτυρες μιας δημοσιογραφικής αγανάκτησης εκπορευόμενης από τους υπάρχοντες τηλεοπτικούς σταθμούς, οι οποίοι ταυτίζουν την ελευθερία έκφρασης, όχι με αυτήν των πολιτών, αλλά με την δική τους «ελευθερία» όπως αυτή διαμορφώνεται από τις επιταγές των ιδιοκτητών τους. Αλήθεια τι είδους δημοκρατική παιδεία έχουν και υπηρετούν όλοι αυτοί που όλως αναιδώς και αναισχύντως διεκήρυσσαν εις το παρελθόν και διακηρύσσουν ακόμη και σήμερα, με περισσή υπερηφάνεια μάλιστα, ότι αγνοούν παντελώς την «Χρυσή Αυγή», το καλώς ή κακώς τρίτο κόμμα του ελληνικού κοινοβουλίου, ενώ στην πληθώρα των πολιτικών εκπομπών τους παρέχουν απλόχερα στασίδι ακόμη και σε πολιτικά σούργελα κατωτάτης ποιότητος;
Φασίστες ξεφασίστες, ναζιστές ξεναζιστές οι της «Χρυσής Αυγής» θα έπρεπε να τους δίδεται ο λόγος και να αντιμετωπίζονται με πολιτικά επιχειρήματα και μόνον με αυτά. Τα περί «εγκληματικής οργάνωσης», εφόσον δεν τα ασπάζεται η ελληνική δικαιοσύνη και θεωρεί την «Χρυσή Αυγή» καθόλα νόμιμο κόμμα, το οποίο του επιτρέπεται να κατέρχεται στις εκλογές και να έχει μάλιστα την μαζική απήχηση που έχει, δεν είναι παρά φθηνά ψευτοδημοσιογραφικά τεχνάσματα μιας τηλεοπτικής ψευτοδημοκρατίας. Είναι μία παγίδα που έστησαν άφρονες και ημιμαθείς «τηλεπερσόνες» για να πέσουν οι ίδιοι μέσα, καθότι οι συριζαίοι επικυρίαρχοι του παιχνιδιού χρησιμοποιούν τώρα το ίδιο με το δικό τους σκεπτικό, χρήζοντας όλους αυτούς τους τηλεοπτικούς ψευτοδημοκράτες (κατά τον ίδιο με αυτούς αυθαίρετο τρόπο) ως «εχθρούς του λαού» οι οποίοι δεν δικαιούνται δια να ομιλούν. «Ήθελές τα κι έπαθές τα» παιδιά. Είναι αργά για δάκρυα Στέλλα…
Στην δεύτερη περίπτωση, αυτή του εκλογικού νόμου, τα πράγματα και οι πραματευτάδες είναι πάντα οι ίδιοι. Οι γυρολόγοι της πολιτικής προσπαθούν να διασωθούν λίγο πριν από τις εκάστοτε εκλογές θεσπίζοντας έναν κατά περίπτωση καλπονοθευτικό νόμο (όλοι οι νόμοι είναι καλπονοθευτικοί) που νομίζουν ότι τους εξυπηρετεί. Η ιστορία απέδειξε ότι τελικά ουδείς εξ αυτών διασώθηκε από την λαϊκή οργή, η οποία σήμερα ιδίως βαίνει ολοένα ογκούμενη, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που δεν είναι γνωστό αν το πολιτικό μας σύστημα στο σύνολό του θα καταφέρει να την απορροφήσει.
Το μόνο πολιτικά ενδιαφέρον σημείο στο καθ’ ημάς παζάρι της δημοκρατίας είναι η στάση της «Χρυσής Αυγής». Γιατί αυτή είναι που θα προσδιορίσει, δεδομένης μάλιστα και της βίαιης φυσικής επίθεσης που δέχτηκαν προ ημερών τα γραφεία και οι άνθρωποί της μεταξύ άλλων και από γιο διακεκριμένου νυν υπουργού των συριζαίων, το εάν, όπως πολλοί ψιθυρίζουν, είναι δεκανίκι της για πρώτη φορά αριστερής διακυβέρνησης, παρόμοιο με αυτό των ανέλων (από τις τελευταίες οπές της – πολιτικής – φλογέρας δηλαδή) ή εάν όντως την συκοφαντούν καθότι βρίσκεται σε ουσιαστική αντιπαράθεση με όλους αυτούς που άνοιξαν άκριτα και άκρατα τις πύλες της μεταναστευτικής κόλασης που απειλεί να αλλοιώσει το ελληνικό έθνος, φυλετικά, θρησκευτικά, ιστορικά και πολιτισμικά.
Χρίστος Γούδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου