Τότε έκανε και τις πρώτες λογοτεχνικές του απόπειρες να γράψει στα Ελληνικά. Αυτό το εγχείρημα ήταν δύσκολο, όχι μόνο επειδή δεν γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα - αφού η Παιδεία του ήταν κλασική και ιταλική - αλλά κι επειδή δεν υπήρχαν αξιόλογα ποιητικά έργα στην δημοτική γλώσσα, για να τα αξιοποιήσει ως πρότυπο. Για να διαμορφώσει το γλωσσικό του όργανο άρχισε να μελετά συστηματικά τα δημοτικά τραγούδια, δημώδη και κρητική λογοτεχνία, που ήταν τα καλύτερα ως τότε δείγματα της χρήσης της δημοτικής γλώσσας στη νεοελληνική λογοτεχνία. Τα ποιήματα που ξεχωρίζουν από τα έργα αυτής της περιόδου είναι η Ξανθούλα, η Αγνώριστη, Τα δυο αδέρφια και Η τρελή μάνα. Ο αριστοκράτης Σολωμός ξεκινώντας από την ιταλική παιδεία, «ανακάλυψε το νέο ελληνισμό σαν μια δύναμη άγνωστη, θαυμαστή και γονιμοποιό».
Σημαντική για την στροφή του προς την συγγραφή στα Ελληνικά θεωρείται η συνάντησή του το 1822 με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη. Η φήμη του στο νησί ήταν μεγάλη κι όταν Τρικούπης επισκέφτηκε την Ζάκυνθο, θέλησε να τον γνωρίσει. Στην δεύτερη συνάντησή τους ο Σολωμός τού διάβασε το ιταλικό «Ωδή για την πρώτη λειτουργία» κι ο Τρικούπης τού είπε «Η ποιητική σας ιδιοφυΐα σάς επιφυλάσσει μια διαλεχτή θέση στον ιταλικό Παρνασσό. Αλλά οι πρώτες θέσεις εκεί είναι πιασμένες. Ο ελληνικός Παρνασσός δεν έχει ακόμη τον Δάντη του». Ο ποιητής τού εξήγησε ότι δεν γνώριζε καλά τα ελληνικά κι ο Τρικούπης πρότεινε να μελετήσει τα ποιήματα του Χριστόπουλου.
Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ
Ο Σολωμός από το 1825 σχεδίαζε να ταξιδέψει στην Κέρκυρα, που ήταν σημαντικό πνευματικό κέντρο των Επτανήσων. Το 1828 το αποφάσισε τελικά εξαιτίας οικογενειακών διαφορών με τον αδελφό του Δημήτριο. Η Κέρκυρα θα του προσέφερε όχι μόνο ένα περιβάλλον πνευματικότερο, αλλά και την απομόνωση που ταίριαζε στον μονήρη και ιδιότροπο χαρακτήρα του. Απομόνωση η οποία ήταν απαραίτητη για την μελέτη και την ενασχόλησή του με την ποίηση, σύμφωνα και με τις υψηλές αντιλήψεις, που είχε για την Τέχνη. Γι’ αυτό και τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Κέρκυρα ήταν τα πιο ευτυχισμένα χρόνια. Τότε ξεκίνησε την εντατική μελέτη της γερμανικής ρομαντικής φιλοσοφίας και ποίησης Hegel, Schlegel, Schiller, Goethe. Επειδή δεν γνώριζε την γερμανική γλώσσα, τα διάβαζε από ιταλικές μεταφράσεις, που εκπονούσε ο φίλος του Ν. Λούντζης.
Στην Κέρκυρα ο Σολωμός βρέθηκε σύντομα στο επίκεντρο ενός κύκλου θαυμαστών και ποιητών, ενός πυρήνα από πνευματικούς ανθρώπους με προοδευτικές και φιλελεύθερες ιδέες. Συσχετίσθηκε με τους: Νικόλαο Μάντζαρο, Ιωάννη και Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο, Ερμάννος Λούντζης, Ανδρέα Μουστοξύδη, Ιάκωβο Πολυλά, Ιούλιο Τυπάλδο, Ανδρέα Λασκαράτο, Γεράσιμο Μαρκορά. Οι Πολυλάς, Τυπάλδος και Μαρκοράς ήταν οι «μαθητές» του Σολωμού, οι ποιητές που συγκροτούν τον κύκλο των «σολωμικών ποιητών», από τον οποίο αρχίζει η ποιητική άνοδος της ελληνικής ποίησης, πολλές δεκαετίες πριν από την Αθήνα, όπου ο Κωστής Παλαμάς επιχείρησε μια δεύτερη ποιητική ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ως αρχηγός της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ο πρώτος σημαντικός σταθμός στην ελληνόγλωσση δημιουργία του Σολωμού ήταν ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, που ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1823, ποίημα εμπνευσμένο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Το ποίημα δημοσιεύθηκε και στην Ελλάδα (το 1824 στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι) και στην Ευρώπη (1825 στο Παρίσι, σε γαλλική μετάφραση, αργότερα και σε άλλες γλώσσες) και η φήμη του ποιητή εξαπλώθηκε πέρα από τα στενά όρια του νησιού του.
Σε αυτό το έργο οφείλεται και η εκτίμηση που απολάμβανε ο Σολωμός μέχρι τον θάνατό του, αφού τα άλλα έργα του ήταν γνωστά μόνο στον στενό κύκλο των θαυμαστών του. Την περίοδο 1833-1838 κι ενώ οι σχέσεις με τον αδελφό του είχαν αποκατασταθεί, η ζωή του συνταράχθηκε από μια σειρά δίκες, με τις οποίες ο ετεροθαλής αδελφός του (από την πλευρά της μητέρας του) Ιωάννης Λεονταράκης διεκδικούσε τμήμα της πατρικής περιουσίας, με το επιχείρημα ότι ήταν κι αυτός τέκνο του κόντε Νικόλαου Σολωμού, αφού η μητέρα του ήταν έγκυος πριν από τον θάνατό του. Παρόλο που η κατάληξη της περιπέτειας ήταν ευνοϊκή για αυτόν και τον αδελφό του, η δικαστική διαμάχη οδήγησε σε αποξένωση του Σολωμού από την μητέρα του (πληγώθηκε πολύ από την στάση της, κυρίως επειδή την υπεραγαπούσε) και στην απόσυρσή του από την δημοσιότητα. Η δίκη επηρέασε πολύ τον ψυχισμό του ποιητή, μα δεν στάθηκε ικανή να αναστείλει την δημιουργία του.
Το 1833 ξεκίνησε η ωριμότερη περίοδος της ποιητικής δημιουργίας του Σολωμού, αποτέλεσμα της οποίας ήταν τα (ανολοκλήρωτα) ποιήματα «Ο Κρητικός» (1833), «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» (έως το 1845), «Ο Πόρφυρας» (1847), τα οποία αναγνωρίζονται ως τα καλύτερα έργα του. Επίσης συνέχισε να επεξεργάζεται τα έργα «Γυναίκα της Ζάκυθος» και «Λάμπρος», που είχε αρχίσει το 1826. Παράλληλα σχεδίαζε κι άλλα έργα, τα οποία όμως έμειναν είτε στο στάδιο των σχεδιασμάτων, είτε σε πολύ αποσπασματική μορφή.
Ο Σολωμός μετά το 1847 άρχισε να ξαναγράφει στα Ιταλικά. Τα έργα της περιόδου είναι ημιτελή ποιήματα και πεζά σχεδιάσματα και κάποια από αυτά ίσως σχεδίαζε να μεταφέρει στα Ελληνικά. Το 1851 εμφανίστηκαν και σοβαρά προβλήματα υγείας και ο χαρακτήρας του έγινε ακόμα πιο ιδιόρρυθμος. Αποκόπηκε από φιλικά του πρόσωπα, όπως τον Πολυλά (οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν το 1854) και μετά και την τρίτη εγκεφαλική συμφόρηση που έπαθε το 1856, δεν έβγαινε πλέον από το σπίτι. Πέθανε τελικά τον Φεβρουάριο του 1857. Ήταν τόσο γενική και στέρεη η φήμη του, ώστε όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του, όλος ο λαός πένθησε. Το θέατρο της Κέρκυρας έκλεισε, η Ιόνιος Βουλή σταμάτησε τις εργασίες της κι αποφασίστηκε να κηρυχθεί πένθος για τον ποιητή. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο το 1865.
συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου