Ο
συγγραφέας Χένρυ Μίλλερ* ταξίδεψε στην Ευρώπη το 1930.
Την εποχή που διέμενε στο
Παρίσι και παρ΄ ότι ήταν βέβαιο ότι θα ξεκινούσε ο πόλεμος αποφασίζει να έρθει
στην Ελλάδα το 1939 και συγκεκριμμένα στην Κέρκυρα φιλοξενούμενος από τον Άγγλο
συγγραφέα Λόρενς Ντάρελ. Σε αυτή την περίοδο (έξι μήνες περίπου) επισκέφτηκε
την Αθήνα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και γνωρίστηκε με τον Γιώργο Σεφέρη, τον
Γιώργο Κατσίμπαλη, από τον οποίο εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα και είναι
εμπνευσμένος ο τίτλος του βιβλίου του Κολοσσός του Μαρουσιού. Θα εντυπωσιαστεί
επίσης και από τις συναντήσεις του με τον Αντωνίου, τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον
Τσάτσο και χάρις σε αυτούς θα παρατείνει τη διαμονή του. Τελικά θα φύγει από
την Ελλάδα καθώς δεχόταν πιέσεις από την αμερικάνικη πρεσβεία ως αμερικανός
υπήκοος αφού ο πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει. Οι εντυπώσεις του από το ταξίδι θα
πάρουν τον τίτλο «Ο κολοσσός του Μαρουσιού» που δημοσιεύτηκε το 1941 και στον
οποίο προβάλλει τις σκέψεις του για την ευρύτερη σημασία της Ελλάδας.
Οι
εμπειρίες του από την Ελλάδα του τότε μετουσιώνονται σε σκέψεις και
προβληματισμούς όπως π.χ ότι "ο καθένας από εμάς πρέπει να επαναστατήσει σε έναν τρόπο ζωής που
δεν είναι δικός του". Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο δεν μπορεί παρά
να νιώσει το κύτταρό του να μιλάει και να νοσταλγήσει μια Ελλάδα
γοητευτική-πνευματική μες στη φτώχεια της, μοναδική, ανθρώπινη, που προσωπικά
πιστεύω ότι δεν έχει χαθεί ολότελα. Στους καιρούς που ζούμε είναι μια υπέροχη
ευκαιρία να την αισθανθούμε βαθύτερα ξανά.
Μερικά
αποσπάσματα από τον «Κολοσσό του Μαρουσιού».
Για
τους Έλληνες:
Ο Γάλλος είναι ρεαλιστής γιατί είναι συνετός και πρακτικός, βάζει όρια παντού,
για να νιώθει σαν το σπίτι του. Κατά βάθος δεν έχει εμπιστοσύνη στους ομοίους
του. Ο Έλληνας, πάλι, αγαπάει τις περιπέτειες. Είναι τολμηρός και προσαρμόζεται
εύκολα. Δε δυσκολεύται να πιάσει φιλίες. Τα τείχη που βλέπουμε στην Ελλάδα,
όταν δεν είναι τούρκικα ή βενετσιάνικα, ανήκουν στην εποχή των Κυκλώπων. Η
προσωπική μου πείρα λέει πως δεν υπάρχει πιο ευκολοπλησίαστος άνθρωπος από τον
Έλληνα.
Γίνεται
αμέσως φίλος σου: ανοίγεται να σε δεχτεί. Με τον Γάλλο η φιλία είναι μια
μακρόχρονη κι επίμονη διεργασία: μπορεί να σου πάρει μια ολόκληρη ζωή να
κερδίσεις τη φιλία του. Είναι καλύτερος στις απλές γνωριμίες όπου λίγα
ριψοκινδυνεύει κι όπου δεν υπάρχουν επακόλουθα. Η ίδια η λέξη "αmi"
δεν περιέχει σχεδόν τίποτα από τη λέξη "friend", όπως τη νιώθουμε στα
αγγλικά.
Δεν θα
ξεχάσω τις Ελληνίδες που γνώρισα... είχαν όλες πάνω τους κάτι το ηγεμονικό,
άλλη μια αρετή που δε συναντάς σχεδόν ποτέ σε μοντέρνα γυναίκα. Όπως η θερμή φιλία των ανδρών, έτσι κι αυτή
η αρετή, που έχουν σε διάφορους βαθμούς οι Ελληνίδες, είναι το αντίστοιχο, η
ανθρώπινη ποιότητα που πάει ταίρι με τον ουράνιο χαρακτήρα του φωτός...
Όπου κι
αν πας στην Ελλάδα οι άνθρωποι ανοίγουν σαν λουλούδια. Οι κυνικοί θα πουν πως
αυτό συμβαίνει γιατί η Ελλάδα είναι χώρα μικρή και οι Έλληνες καλλιεργούν τις
σχέσεις τους με τους επισκέπτες κτλ. Δεν το πιστεύω καθόλου. Έχω επισκεφτεί κι
άλλες μικρές χώρες και μου άφησαν εντύπωση τελείως αντίθετη. Κι όπως το έχω ήδη
ξαναπεί, η Ελλάδα δεν είναι χώρα μικρή. Έχει μια εντυπωσιακή απεραντοσύνη. Τα
όρια ενός τόπου δεν μετριούνται αναγκαστικά με τα χιλιόμετρα. Για πρώτη φορά
στη ζωή μου άλλωστε είχα συναντήσει ανθρώπους που ήταν όπως πρέπει να είναι οι άνθρωποι -δηλαδή ανοιχτόκαρδοι, ειλικρινείς,
φυσικοί, αυθόρμητοι, θερμοί. Τέτοιους τύπους περίμενα να συναντήσω στην πατρίδα
μου καθώς μεγάλωνα. Από
όποια άποψη κι αν την έβλεπα, η Ελλάδα μου παρουσιαζόταν σαν το ίδιο το κέντρο
του σύμπαντος, τον ιδανικό τόπο συνάντησης του ανθρώπου με τον άνθρωπο, ενώπιον
του Θεού.
Η
Ελλάδα με είχε κάνει ελεύθερο και ολοκληρωμένο. Εφευγα έτοιμος να συναντήσω το
δράκο και να τον σκοτώσω, γιατί στην καρδιά μου τον είχα ήδη σκοτώσει. Τους
αγαπούσα αυτούς τους ανθρώπους (τους Έλληνες φίλους του), γιατί μου είχαν
αποκαλύψει τις αληθινές διαστάσεις του ανθρώπινου όντος. Αγαπώ το χώμα στο
οποίο μεγάλωσαν, το δέντρο από το οποίο ξεπήδησαν, το φως που τους έθρεψε, την
καλοσύνη, την ακεραιότητα, την ανθρωπιά που ακτινοβολούσαν.
Μ΄ έφεραν
πρόσωπο με πρόσωπο με τον εαυτό μου, με εξάγνισαν από τα μίση μου, τις ζήλειες
και τα πάθη μου. Και, πρώτα απ΄ όλα, μου απέδειξαν με το παράδειγμά τους ότι η
ζωή μπορεί να κυλά σε οποιαδήποτε κλίμακα, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.
Σε εκείνους
που σκέφτονται πως η Ελλάδα σήμερα δεν έχει καμία σημασία ας μου επιτραπεί να
πω ότι δε θα μπορούσαν να κάνουν μεγαλύτερο λάθος. Η σημερινή, όπως και η παλιά Ελλάδα, έχει ύψιστη σημασία για οποιονδήποτε
ψάχνει τον εαυτό του. Η
εμπειρία μου δεν είναι μοναδική. Κι ίσως θα έπρεπε να προσθέσω πως ίσως κανείς
άλλος λαός στον κόσμο δεν έχει ανάγκη απ΄ αυτό που έχει να προσφέρει η Ελλάδα,
από τους Αμερικάνους. Η Ελλάδα δεν είναι απλώς το αντίθετο της Αμερικής, αλλά
κάτι περισσότερο. Είναι
η λύση για όλα όσα μας βασανίζουν. Οικονομικά ίσως να φαίνεται ασήμαντη, πνευματικά όμως η Ελλάδα
είναι ακόμη η μητέρα των εθνών, η κεφαλόβρυση της ιστορίας και την έμπνευσης.
Η
Ελλάδα είναι η πατρίδα των θεών, που
ίσως έχουν πεθάνει, αλλά
την παρουσία τους τη νιώθεις ακόμη. Οι θεοί είχαν ανθρώπινες διαστάσεις: δημιουργήθηκαν από το
ανθρώπινο πνεύμα. Αν πάψουν οι άνθρωποι να πιστεύουν πως κάποια μέρα θα γίνουν
θεοί, τότε σίγουρα θα γίνουν σκουλήκια.
Η
τραγωδία της Ελλάδας δε βρίσκεται στην καταστροφή ενός μεγάλου πολιτισμού, αλλά
στην απώλεια ενός μεγάλου οράματος. Λέμε λαθεμένα ότι οι Έλληνες εξανθρώπισαν τους θεούς. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Οι θεοί
εξανθρώπισαν τους Έλληνες.
πηγή
*Βιογραφικό
Ο Χένρυ Μίλλερ (Henry Miller) γεννήθηκε στης 26 Δεκεμβρίου του
1891 ήταν Αμερικανός συγγραφέας του οποίου το έργο άσκησε σημαντική
επιρροή στη λογοτεχνία την περίοδο του μεσοπολέμου, ενώ εκτιμήθηκε
ιδιαίτερα από τους συγγραφείς της γενιάς μπητ. Ως πεζογράφος διακρίνεται
για το άμεσο, ελεύθερο και έντονα αυτοβιογραφικό ύφος του.
Έζησε τα
παιδικά του χρόνια στο Μπρούκλιν. Το 1909 αποφοίτησε από το γυμνάσιο και
συνέχισε τις σπουδές του στο κολέγιο City College της Νέα Υόρκης, όπου
εγκατέλειψε δύο μήνες αργότερα για να εργαστεί για ένα μεγάλο διάστημα
σε πολλές διάφορες δουλειές. Το 1924 εγκαταλείπει τη δουλειά του και
έρχεται στην Ευρώπη μαζί με την δεύτερη σύζυγό του Τζουν Μάνσφιλντ, η
οποία και τον συντηρούσε οικονομικά. Τον επόμενο χρόνο, εγκαταστάθηκε
μόνος στο Παρίσι, όπου έζησε περίπου μέχρι την έναρξη του Β' Παγκοσμίου
Πολέμου, συντηρούμενος κυρίως χάρη στη συνδρομή φίλων του. Το 1934
δημοσιεύτηκε στη Γαλλία το μυθιστόρημά του Τροπικός του Καρκίνου,
χρηματοδοτούμενο από την Αναίς Νιν (το χειρόγραφο ήταν έτοιμο δυο χρόνια
πριν), καταγράφοντας περισσότερες από δύο εκατομμύρια πωλήσεις τα δύο
πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του. Ο Μίλλερ εγκατέλειψε το Παρίσι το
1939. Σημαντικό έργο του και ο"Κλιματιζόμενος εφιάλτης" (Air-conditioned
Nightmare), έργο ταξιδιωτικό αλλά και κριτικό απέναντι στα ήθη της
αμερικανικής κοινωνίας. (Ο Τροπικός του Καρκίνου, Μαύρη άνοιξη, Ο
Τροπικός του Αιγόκερω) απαγορεύτηκαν ως πορνογραφία στις ΗΠΑ. Το 1961
εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Αμερική o "Τροπικός του Καρκίνου"
προκαλώντας δικαστικές διαμάχες περί λογοκρισίας του έργου που κατέληξαν
οριστικά στην μη απαγόρευση του το 1964. Πέθανε στις 7 Ιουνίου του
1980.
(ευχαριστώ τον φίλο Διόνυσο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου