Του Τιερί Μεϊσάν
Δίκτυο Βολταίρος 11 Σεπτεμβρίου 2016
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους τιμούν την 15η επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου. Για τον Τιερί Μεϊσάν (Thierry Meyssan) είναι μια ευκαιρία να γίνει απολογισμός της πολιτικής της Ουάσιγκτον μετά αυτή την ημερομηνία· ένας ιδιαίτερα ζοφερός απολογισμός. Δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν, είτε είναι αυθεντική η έκδοση του Λευκού Οίκου για τις επιθέσεις, και σε αυτή την περίπτωση η απάντησή στις επιθέσεις είναι ιδιαίτερα αντιπαραγωγική· είτε είναι παραπλανητική και σε αυτή την περίπτωση, κατάφεραν να λεηλατήσουν την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Πριν από 15 χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, ενεργοποιήθηκε το «σχέδιο της συνέχειας της κυβέρνησης» περίπου στις δέκα το πρωί από τον εθνικό συντονιστή για την ασφάλεια, την προστασία των υποδομών και κατά της τρομοκρατίας, Richard Clarke [1]. Σύμφωνα με τον ίδιον, έπρεπε να αντιμετωπιστεί η εξαιρετική κατάσταση λόγω δύο αεροπλάνων που είχαν χτυπήσει το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου (World Trade Center) στη Νέα Υόρκη και ενός τρίτου που φερόταν να είχε χτυπήσει το Πεντάγωνο. Ωστόσο, το σχέδιο αυτό δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί παρά μόνο σε περίπτωση καταστροφής των δημοκρατικών θεσμών, για παράδειγμα, σε περίπτωση μιας πυρηνικής επίθεσης. Δεν είχε σχεδιαστεί ποτέ να ενεργοποιηθεί όσο ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και οι πρόεδροι των Συνελεύσεων ήταν ζωντανοί και είναι σε θέση να ασκούν τα καθήκοντά τους.
Η ενεργοποίηση αυτού του σχεδίου μεταβίβασε τις ευθύνες του προέδρου των ΗΠΑ σε μια εναλλακτική στρατιωτική αρχή που βρίσκεται στο Mount Weather [2]. Αυτή η αρχή δεν αποκατάστησε τα καθήκοντά της προς τον Πρόεδρο George W. Bush, Jr., παρά μόνο αργά το απόγευμα. Μέχρι σήμερα, η σύνθεση αυτής της αρχής και οι αποφάσεις που μπορεί να έχει πάρει παρέμειναν μυστικές.
Δεδομένου ότι ο πρόεδρος είχε απαλλαχτεί των εξουσιών του για μια διάρκεια περίπου δέκα ωρών, στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, κατά παράβαση του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι τεχνικά θεμιτό να μιλήσουμε για ένα «πραξικόπημα». Φυσικά αυτή η έκφραση σοκάρει, επειδή πρόκειται για τις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή έλαβε χώρα σε εξαιρετικές περιπτώσεις, επειδή δεν το διεκδίκησαν οι στρατιωτικές αρχές ποτέ, και επειδή επέστρεψε την εξουσία χωρίς να δημιουργήσει πρόβλημα στο συνταγματικό πρόεδρο. Το γεγονός, ωστόσο, παραμένει ότι είναι , κατά κυριολεξία (stricto sensu), ένα «πραξικόπημα».
Σε ένα διάσημο βιβλίο, που εκδόθηκε το 1968, αλλά ανατυπώθηκε και έγινε το αγαπημένο βιβλίο των νεοσυντηρητικών κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2000, ο ιστορικός Edward Luttwak εξηγούσε ότι ένα πραξικόπημα είναι τόσο πιο επιτυχές όσο κανείς δεν συνειδητοποίει ότι έλαβε χώρα, και ως εκ τούτου δεν αντιστέκεται [3].
Έξι μήνες μετά από αυτά τα γεγονότα, δημοσίευσα ένα βιβλίο σχετικά με τις πολιτικές συνέπειες αυτής της ημέρας [4]. Τα μίντια δεν αναφέρθηκαν παρά μόνο στα τέσσερα πρώτα κεφάλαια στα οποία έδειχνα την αδυναμία της επίσημης εκδοχής αυτών των γεγονότων. Επικρίθηκα πολύ γιατί δεν πρότεινα τη δική μου εκδοχή για εκείνη την ημέρα, αλλά τέτοια δεν έχω, και παραμένω ακόμα και σήμερα με περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.
Εν πάση περιπτώσει, τα δεκαπέντε χρόνια που πέρασαν μας φωτίζουν για το τι συνέβη εκείνη την ημέρα.
Από τις 11 Σεπτεμβρίου, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι εκτός του Συντάγματος
Κατ 'αρχάς, αν και ορισμένες διατάξεις αναστάλθηκαν για μια στιγμή το 2015, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να ζουν κάτω από την επιρροή του USA Patriot Act. Εγκρίθηκε ως περίπτωση έκτακτης ανάγκης, 45 ημέρες μετά το πραξικόπημα, το κείμενο αυτό αποτελεί μια απάντηση στην τρομοκρατία. Λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο του, θα ήταν πιο ακριβές να μιλάμε για αντιτρομοκρατικό κώδικα παρά για απλό νόμο. Το κείμενο αυτό είχε προετοιμαστεί κατά τα δύο προηγούμενα χρόνια από την Federalist Society. Μόνο τέσσερις βουλευτές το καταψήφισαν.
Το κείμενο αυτό αναστέλλει τους συνταγματικούς περιορισμούς, που διατυπώθηκαν από την «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων» -ήτοι, οι πρώτες 10 τροπολογίες του Συντάγματος-, για όλες τις πρωτοβουλίες του Κράτους που στοχεύουν στη καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Είναι η αρχή της μόνιμης κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Το ομοσπονδιακό κράτος μπορεί έτσι να ασκεί το βασανισμό εκτός του εδάφους του και να κατασκοπεύσει μαζικά τον πληθυσμό του. Μετά από δεκαπέντε χρόνια αυτών των πρακτικών, δεν είναι πλέον τεχνικά δυνατό για τις Ηνωμένες Πολιτείες να παρουσιάζονται ως «Κράτος Δικαίου».
Για να εφαρμόσει το Patriot Act, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δημιούργησε πρώτα μια νέα εσωτερική δομή, την Ασφάλεια της Πατρίδας (Homeland Security). Ο τίτλος αυτής της διοικητικής αρχής είναι τόσο σοκαριστικός που μεταφράζεται σε όλο τον κόσμο με τον όρο «Εσωτερική Ασφάλεια», ο οποίος είναι λάθος. Στη συνέχεια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δημιούργησε μια σειρά πολιτικών αστυνομιών οι οποίες, σύμφωνα με μια εκτενή μελέτη της Washington Post το 2010, απασχολούσε τότε τουλάχιστον 850.000 νέους δημόσιους υπαλλήλους για να κατασκοπεύουν 315 εκατομμύρια κατοίκους [5].
Η μεγάλη θεσμική καινοτομία αυτής της περιόδου, είναι η επανα-ανάγνωση της διάκρισης των εξουσιών. Μέχρι τότε, θεωρούταν, σε συνέχεια του Μοντεσκιέ, ότι η τελευταία επέτρεπε να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ των Εκτελεστικής, Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσιών, απαραίτητη για την καλή λειτουργία και τη διατήρηση της δημοκρατίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να καυχηθούν ότι ήταν το μοναδικό κράτος στον κόσμο, το οποίο την έθετε αυστηρά σε εφαρμογή. Από τούδε και στο εξής, αντιθέτως, ο διαχωρισμός των εξουσιών σημαίνει ότι η Νομοθετική και Δικαστική εξουσία δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να ελέγχουν την Εκτελεστική εξουσία. Είναι, εξάλλου, στο πλαίσιο αυτής της νέας ερμηνείας, που το Κογκρέσο δεν εξουσιοδοτήθηκε να συζητήσει τις συνθήκες του πραξικοπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου.
Σε αντίθεση με ό, τι έγραφα το 2002, τα Κράτη της Δυτικής Ευρώπης αντιστάθηκαν σε αυτή την εξέλιξη. Δεν είναι παρά ενάμισι χρόνο που η Γαλλία υποχώρησε και υιοθέτησε την αρχή της μόνιμης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, με αφορμή τη δολοφονία των συντακτών του Charlie Hebdo. Αυτή η εσωτερική μεταμόρφωση συνδέεται με την ριζική αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής.
Μετά τις 11 Σεπτεμβρίου, η εκτός Συντάγματος Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση λεηλάτησε την ευρύτερη Μέση Ανατολή
Στις ημέρες που ακολούθησαν, ο George W. Bush -πάλι πρόεδρος των ΗΠΑ- μετά το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου- δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Αυτή η σταυροφορία, αυτός ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας θα πάρει χρόνο» [6]. Ακόμα κι αν ζήτησε συγγνώμη επειδή εκφράστηκε με αυτό το τρόπο, η επιλογή των λέξεων από τον πρόεδρο έδειχνε σαφώς ότι ο εχθρός ήταν από τη πλευρά του Ισλάμ και ότι ο πόλεμος αυτός θα ήταν μακρύς.
Πράγματι, για πρώτη φορά στην ιστορία τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε αδιάκοπτο πόλεμο για 15 χρόνια. Προσδιόρισαν τη στρατηγική τους κατά της τρομοκρατίας [7] την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έσπευσε να αντιγράψει [8].
Αν και οι διαδοχικές αμερικανικές διοικήσεις παρουσίασαν αυτό το πόλεμο ως μια σκυταλοδρομία από το Αφγανιστάν στο Ιράκ, από το Ιράκ στην Αφρική, στο Πακιστάν και στις Φιλιππίνες, στη συνέχεια, στη Λιβύη και τη Συρία, ο πρώην Ανώτατος Διοικητής του ΝΑΤΟ, στρατηγός Wesley Clark, επιβεβαίωσε, αντίθετα, την ύπαρξη ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου. Στις 11 Σεπτέμβριου, οι υπαίτιοι του πραξικοπήματος αποφάσισαν να αλλάξουν όλες τις φιλικές κυβερνήσεις της «ευρύτερης Μέσης Ανατολής» και να κάνουν πόλεμο στους επτά κυβερνήσεις που τους αντιστέκονταν σε αυτή τη περιοχή. Η εντολή αυτή τέθηκε σε ισχύ επίσημα από τον πρόεδρο Μπους τέσσερις ημέρες αργότερα, σε μια συνάντηση στο Καμπ Ντέιβιντ. Είναι σαφές ότι αυτό το πρόγραμμα έχει εφαρμοστεί και δεν έχει τελειώσει.
Η αλλαγή αυτών των φίλων καθεστώτων με χρωματιστές επαναστάσεις και αυτοί οι πόλεμοι εναντίον των καθεστώτων που τους αντιστέκονταν δεν είχαν σκοπό να κατακτήσουν αυτές τις χώρες με τη κλασική αυτοκρατορική λογική -η Ουάσινγκτον ήδη έλεγχε τους συμμάχους της-, αλλά να τις λεηλατήσουν. Σε αυτή την περιοχή του κόσμου, ιδιαίτερα στο Λεβάντε, η εκμετάλλευση αυτών των χωρών δεν αντιμετώπιζε μόνο την αντίσταση των πληθυσμών, αλλά και την παρουσία, απολύτως παντού, ερείπιων των αρχαίων πολιτισμών. Δεν θα ήταν επομένως δυνατόν να λεηλατήσουν χωρίς «να σπάσουν αυγά».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο Μπους, οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου διαπράχθηκαν από την Αλ Κάιντα, γεγονός που δικαιολογούσε καλύτερα την επίθεση κατά του Αφγανιστάν παρά τη αποτυχία των πετρελαϊκών διαπραγματεύσεων με τους Ταλιμπάν τον Ιούλιο 2001. Η θεωρία του Μπους αναπτύχθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών του, στρατηγού Κόλιν Πάουελ, ο οποίος υποσχέθηκε να υποβάλει σχετική έκθεση στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρήκαν το χρόνο να συντάξουν την έκθεση στη διάρκεια των τελευταίων 15 χρόνων, αλλά στις 4 Ιουνίου φέτος, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωνε ότι ο Αμερικανός ομόλογος του, του είχε ζητήσει να μην χτυπήσουν οι Ρώσοι τους συμμάχους του της αλ Κάιντα στη Συρία· μια απίστευτη δήλωση που δεν διαψεύσθηκε.
Σε πρώτη φάση, η εκτός Συντάγματος ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνέχισε το σχέδιό της λέγοντας ξεδιάντροπα ψέματα στο υπόλοιπο του κόσμου. Μετά την υπόσχεση για μια έκθεση σχετικά με το ρόλο του Αφγανιστάν στην 11η Σεπτεμβρίου, ο ίδιος Πάουελ είπε ψέματα, πρόταση με πρόταση, σε μια μακρά ομιλία του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας για να συνδέσει την ιρακινή κυβέρνηση με τις επιθέσεις και να την κατηγορήσει ότι ήθελε να συνεχίσει με όπλα μαζικής καταστροφής [9].
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σκότωσε σε λίγες ημέρες το μεγαλύτερο μέρος του ιρακινού στρατού, λεηλάτησε τα επτά μεγάλα μουσεία του Ιράκ και έκαψε την Εθνική Βιβλιοθήκη [10]. Εγκατέστησε στην εξουσία την Προσωρινή Αρχή του Συνασπισμού, η οποία δεν ήταν θεσμός του Συνασπισμού των Κρατών κατά του προέδρου Χουσεΐν, αλλά μια ιδιωτική εταιρεία, με πλειοψηφία που ανήκε στη Kissinger Associates, κατά το πρότυπο της αλησμόνητης Company of India [11].
Για ένα χρόνο, η εταιρεία λεηλάτησε ό τι μπορούσε να λεηλατηθεί. Τέλος, παρέδωσε την εξουσία σε μια ιρακινή κυβέρνηση μαριονέτα, χωρίς βέβαια να παραλείψει να την βάλει να υπογράψει ότι ποτέ δεν θα ζητήσει αποζημιώσεις και ότι δεν θα αμφισβητήσει για έναν αιώνα τους λιονταρίσιους εμπορικούς νόμους που συνέταξε η Προσωρινή Αρχή.
Μέσα σε 15 χρόνια, οι ΗΠΑ θυσίασαν πάνω από 10.000 πολίτες τους, ενώ ο πόλεμος τους έχει στοιχίσει περισσότερους από δύο εκατομμύρια νεκρούς στην «ευρύτερη Μέση Ανατολή» [12]. Για να εξοντώσουν αυτούς που ορίζουν ως εχθρούς τους, ξόδεψαν πάνω από 350.000 δισεκατομμύρια δολάρια [13]. Και ανακοινώνουν ότι η σφαγή και το χάος θα συνεχιστούν.
Κατά περίεργο τρόπο, αυτά τα τρισεκατομμύρια δολάρια δεν αποδυνάμωσαν οικονομικά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν μια επένδυση που τους επέτρεψε να λεηλατήσουν μια ολόκληρη περιοχή του κόσμου· να ληστέψουν ακόμα πολύ υψηλότερα ποσά.
Σε αντίθεση με τη ρητορική της 11ης Σεπτεμβρίου, αυτή του πόλεμου κατά της τρομοκρατίας είναι λογική. Αλλά βασίζεται σε πληθώρα ψεμάτων που παρουσιάζονται ως γεγονότα. Για παράδειγμα, εξηγεί τη γονική σχέση μεταξύ του Ντάες/Daesh και της Αλ Κάιντα λόγω της προσωπικότητας του Αμπού Μουσάμπ Αλ Ζαρκάουι, στον οποίο ο στρατηγός Πάουελ είχε αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος της ομιλίας του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας τον Φεβρουάριο του 2003. Ωστόσο, ο ίδιος ο Πάουελ παραδέχθηκε τα ξεδιάντροπα ψέματα του σε αυτή την ομιλία και, σύμφωνα με τη CIA, είναι αδύνατο να ελεγχτεί οποιοδήποτε στοιχείο της βιογραφίας του Ζαρκάουι.
Αν υποθέσουμε ότι η Αλ Κάιντα είναι η συνέχιση της Αραβικής Λεγεώνας του Μπιν Λάντεν, ενσωματωμένη ως συμπληρωματικά στρατεύματα στο ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια των πολέμων της Γιουγκοσλαβίας [14] και της Λιβύης, πρέπει επίσης να παραδεχτούμε ότι η Αλ Κάιντα στο Ιράκ, που έγινε το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ, και έπειτα το Ντάες/Daesh είναι η συνέχιση της.
Δεδομένου ότι η λεηλασία και καταστροφή της ιστορικής κληρονομιάς είναι παράνομες πράξεις βάσει του Διεθνούς Δικαίου, η εκτός Συντάγματος ομοσπονδιακή κυβέρνηση ανάθεσε πρώτα σε υπεργολαβία τη βρώμικη δουλειά της σε ιδιωτικούς στρατούς, όπως το Blackwater. Αλλά παραήταν ορατή η ευθύνη της [15]. Και έτσι, ανάθεσε τις βρώμικες δουλειές της σε υπεργολαβία στην νέα ένοπλη πτέρυγα της, τους τζιχαντιστές. Από τούδε και στο εξής, η λεηλασία του πετρελαίου -που καταναλώνεται στη Δύση- οφείλεται σε αυτούς τους εξτρεμιστές όπως και η καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στο βωμό του θρησκευτικού φανατισμού τους.
Για να κατανοήσουμε τη συνεργασία του ΝΑΤΟ και των τζιχαντιστών, πρέπει να αναρωτηθούμε ποια θα ήταν η θέση των Ηνωμένες Πολιτειών σήμερα αν δεν υπήρχαν οι τζιχαντιστές. Ο κόσμος θα είχε γίνει πολυπολικός και η Ουάσινγκτον θα είχε κλείσει τις περισσότερες στρατιωτικές βάσεις της στον κόσμο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είχαν ξαναγίνει μια δύναμη ανάμεσα στις άλλες.
Αυτή η συνεργασία του ΝΑΤΟ με τους τζιχαντιστές σοκάρει πολλούς Αμερικανούς ανώτερους αξιωματούχους όπως τον στρατηγό Κάρτερ Χαμ, διοικητή της AFRICOM, ο οποίος αρνήθηκε το 2011 να συνεργαστεί με την Αλ Κάιντα και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την διοίκηση της επίθεσης κατά της Λιβύης· ή τον στρατηγό Michael T. Flynn, διοικητή της Defense Security Agency, ο οποίος αρνήθηκε να εγκρίνει τη δημιουργία του Ντάες/Daesh και αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 2014. Έγινε το πραγματικό αντικείμενο της προεδρικής προεκλογικής εκστρατείας: από τη μια πλευρά η Χίλαρι Κλίντον, μέλος της The Family, της σέκτας των Αρχηγών των Επιτελείων [ 16 ], από την άλλη ο Donald Trump, που συμβουλεύεται από τον Michael T. Flynn και 83 ανώτερους αξιωματικούς.
Όπως κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Ουάσιγκτον έλεγχε τους Ευρωπαίους σύμμαχους της μέσω "των μυστικών στρατών του ΝΑΤΟ", της Gladio [17], έτσι σήμερα ελέγχει την ευρύτερη Μέση Ανατολή, τον Καύκασο, την κοιλάδα Φεργκάνα και μέχρι το Xinjiang με τη «Gladio Β» [18].
15 χρόνια μετά, οι συνέπειες του πραξικοπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου δεν προέρχονται από τους μουσουλμάνους, ούτε από τον λαό των ΗΠΑ, αλλά από εκείνους που τις διέπραξαν και τους συμμάχους τους. Είναι εκείνοι που τυποποίησαν τα βασανιστήρια, γενίκευσαν τις εξωδικαστικές εκτελέσεις οπουδήποτε στον κόσμο, που αποδυνάμωσαν τον ΟΗΕ, σκότωσαν πάνω από δύο εκατομμύρια ανθρώπους, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη και την Συρία.
Thierry Meyssan
[1] Against All Enemies, Inside America’s War on Terror, Richard Clarke, Free Press, 2004, Voir le premier chapitre, «Evacuate the White House ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου