19 Οκτωβρίου 2025

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης: Ἀποκαλύψεις δαιμονισμένων καί μαγεμένων

Ἀποκαλύψεις δαιμονισμένων καί μαγεμένων
 
O δαί­μο­νας μέ τό στό­μα μιᾶς δαι­μο­νι­σμέ­νης, μοῦ εἶ­πε: “Δέν φταῖ­με ἐ­μεῖς. Αὐ­τοί φταῖ­νε, δι­ό­τι ὅ­ταν πᾶ­νε καί κά­νουν μά­για στούς τά­φους τήν νύ­χτα στίς 12.00΄, ὅ­ταν δέν πι­στεύ­ου­νε, βλα­σφη­μοῦν τά Θεῖ­α, ὅ­ταν κά­νουν πρά­ξεις πού δέν λέ­γον­ται, λοι­πόν, ἐ­μεῖς τί φταῖ­με; Μᾶς κα­λοῦν καί πηγαίνου­με”. Τόν ἐ­ξόρ­κι­ζα νά φύ­γη.  
 
— Ὄ­χι, τρα­γό­πα­πα, ὄ­χι, κοκ­κα­λιά­ρη, πα­λι­ό­γερε, νά ψο­φή­σης, νά μήν ὑ­πάρ­χης ἐ­δῶ μέ­σα. Μα­ζεύ­εις τόν κό­σμο… Καί θέ­λω νά δι­α­λύ­σω αὐ­τό τό Μο­να­στή­ρι, ἀλ­λά δέν μπο­ρῶ δι­ό­τι ἔ­χει αὐ­τόν τόν με­γάλο (τόν ἅ­γιο Δαυ­ΐδ)». 
 
Μέ τό στό­μα ἄλ­λης δαι­μο­νι­σμέ­νης, ἔ­λε­γε ὁ δι­ά­βο­λος πρός τόν π. Ἰ­ά­κω­βο: 
«Μέ λέ­νε Βε­λί­αρ. Ἐ­γώ ὠ­θῶ τόν κό­σμο στίς πα­ρα­λί­ες τά κα­λο­καί­ρια. Ἔ­βα­λα τά ὄρ­γα­νά μου καί βά­λα­νε φω­τι­ές στά δά­ση, γιά νά κά­ψουν τό Μο­να­στή­ρι τοῦ Ὁ­σί­ου Πα­τα­πί­ου (Ἀ­θή­να πε­ρί­που 1985). 
»Οἱ αἱ­ρέ­σεις ὅ­λες εἶ­ναι δι­κές μου. Οἱ Πεν­τη­κο­στια­νοί, οἱ Μασ­σό­νοι, οἱ Χι­λια­στές κ.τ.λ. 
»Ρέ, Ἰ­ά­κω­βε, μέ ἔ­χεις δέ­σει μπρο­στά σέ αὐ­τόν τόν Δαυ­ΐδ καί σοῦ τά λέ­ω αὐ­τά. 
»Τί κά­νουν καί αὐ­τοί οἱ κα­λό­γε­ροι στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος καί γυ­ρί­ζουν τό κομ­πο­σχοί­νι καί ψι­θυ­ρί­ζουν! Ἀλ­λά ὅ­ποι­ος θέ­λει νά πά­η ἐ­κεῖ γιά κα­λό­γε­ρος, ἐ­γώ τόν γυ­ρί­ζω πί­σω, προ­σπα­θῶ. Τοῦ βά­ζω ἄ­σχη­μες σκέ­ψεις. Εἶ­μαι τό δαι­μό­νιο τῆς πορ­νεί­ας. 
 
»Τί νά σέ κά­νω, ρέ Ἰ­ά­κω­βε! Δέν μπο­ρῶ νά σέ ρί­ξω. Μέ καί­ει ἡ τα­πεί­νω­σή σου καί μέ καί­ει ὁ Χρι­στός πού ἔ­χεις μέ­σα σου. Ἀλ­λοι­ῶς… ἀ­πό παι­δί σέ πο­λε­μοῦ­σα νά σέ ρί­ξω. 
»Ἐ­γώ δέν θά ἔμ­παι­να σ᾽ αὐ­τήν, ἀλ­λά αὐ­τή ἔ­κα­νε τήν ἁ­μαρ­τί­α». 
 
«Προχθές πέ­ρα­σε μί­α δαι­μο­νι­σμέ­νη, κρυ­βό­ταν ἐ­κεῖ στήν κο­λό­να καί σή­κω­νε τό χέ­ρι της καί μέ μούντζω­νε “νά, νά”. Ἔ­βγα­ζε καί τό κε­φά­λι της ἀ­πό πί­σω ἀ­πό τήν κολόνα καί “φτού, φτού” μέ ἔ­φτυ­νε. Ἐ­γώ τήν ἔ­βλε­πα. Καί ἔ­λε­γε, “Ἰ­ά­κω­βε νά ψοφήσης, νά σκο­τω­θῆς, σέ ἔ­δω­σα καρ­κί­νο ἔ­γι­νες κα­λά, ἔ­χεις καρ­διά”. Λοι­πόν, με­τά ἔ­βγα­ζε καί τήν γλῶσ­σα, ἀ­φοῦ τήν ἔ­βγα­λε κά­να δυ­ό φο­ρές, τήν πιά­νω καί ἐγώ τήν γλῶσ­σα. Λέ­ει τό δαι­μό­νιο: 
— Εἶ­δες; μᾶς κο­ρο­ϊ­δεύ­ει ὁ Ἰ­ά­κω­βος. 
— Τό­σο γε­λοῖ­οι πού εἶ­στε, τοῦ λέ­ω, σᾶς κο­ρο­ϊ­δεύ­ου­με. Ἐ­σεῖς κά­νε­τε τά δι­κά σας, πα­λεύ­ε­τε μα­ζί μας, ἐ­μεῖς ὅ­μως πα­λεύ­ου­με μέ τήν προ­σευ­χή. Ἔ­κα­να τό ση­μεῖ­ον τοῦ σταυ­ροῦ. Ἄχ! ἔ­κα­νε αὐ­τή, χτυ­πι­ό­ταν, γύ­ρι­σε τό κε­φά­λι σάν τήν σβού­ρα, ση­κώθηκαν τά μαλ­λιά της. Ξα­να­βγά­ζει τήν γλῶσ­σα, κά­νε λί­γο ἔ­τσι, τῆς λέ­ω, κά­νε λί­γο ἔ­τσι. 
 
— Μᾶς κο­ρο­ϊ­δεύ­ει ὁ Ἰ­ά­κω­βος, λέ­ει, παί­γνια γίνα­με μέ τούς πα­πᾶ­δες, λέ­ει, αὐ­τοί οἱ πα­πᾶ­δες αὐ­τοί οἱ πα­πᾶ­δες! Εἶ­πε καί μιά ἄλ­λη λέ­ξη. Τό πρῶ­το πού ἔ­κα­μα, λέ­ει, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἐ­κού­ρε­ψα τούς πα­πᾶδες. 
— Κα­λά, δέν εἶ­ναι ὅ­λοι κου­ρε­μέ­νοι οἱ πα­πᾶ­δες, λέ­ω, μπο­ρεῖ νά εἶ­ναι ἄλ­λοι νέ­οι, διάκο­νοι. 
— Ἄχ! βρέ Ἰ­ά­κω­βε, πῶς τά τα­κτο­ποι­εῖς, ὡ­ραῖ­α τά τα­κτο­ποι­εῖς, δέν θές νά κα­τα­κρί­νης. 
— Ἄχ! ρέ Ἰ­ά­κω­βε, σέ πο­λε­μά­ω πο­λύ νά σέ ρί­ξω, (ἀλλά) δέν μπο­ρῶ. Σέ πο­λε­μῶ ὅ­μως νά σέ ρί­ξω γιά νά σέ κο­λά­σω. Τρέ­χεις ὅ­μως στήν Μα­ρί­α, (στήν Πανα­γί­α), καί σέ αὐ­τόν τόν γέ­ρο, (τόν ὅ­σιο Δαυ­ΐδ). Ὕστερα συνέχισε: 
 
— Ρέ, κοκ­κα­λιά­ρη Ἰ­ά­κω­βε νά ψο­φή­σης, νά μήν ὑ­πάρ­χης, ξέ­ρεις πῶς εἰ­σέρ­χο­μαι; Εἰ­σέρ­χο­μαι σάν κα­πνός καί μπαί­νω στόν ἄν­θρω­πο, δέν μέ κα­τα­λα­βαί­νει καί σάν κα­πνός ἐ­ξέρ­χο­μαι, ἀλ­λά ὅ­ταν προ­φτά­σουν καί κά­νουν τόν σταυ­ρό τους, τούς λέ­ω, ἐ­γώ φεύ­γω, δι­ώ­κο­μαι, δέν ἀν­τέ­χω. 
— Γι᾽ αὐ­τό καί ἐ­μεῖς, λέ­ω, ὅ­ταν χα­σμου­ρι­ώ­μαστε κά­νου­με τόν σταυ­ρό μας. 
— Ναί, λέ­ει, ὅ­πως οἱ χα­σμο­γρι­ές, ὅ­ταν κά­νουν τά μα­γι­κά καί τά δι­α­βο­λι­κά ξόρ­κια τους καί χα­σμου­ρι­οῦν­ται». 
 
«Τίς προ­άλ­λες πού πα­ρέ­βγα­ζα τόν “Ἅ­γιο Σά­μου” πού ἦρ­θε γιά κά­ποι­α πνευ­μα­τι­κά ζη­τή­μα­τα, ἔμ­παι­νε στό μο­να­στή­ρι μιά γυ­ναῖ­κα μέ δυ­ό παλ­λη­κά­ρια, κα­λά παι­διά, τά βλέ­πεις σάν ἀγ­γέ­λους τά παι­διά. Καί λέ­ει ἡ γυ­ναῖ­κα: “Ὁ π. Ἰ­ά­κω­βος εἶ­ναι ἅ­γιος, ἀλ­λά δέν τό πι­στεύ­ουν αὐ­τοί οἱ μο­να­χοί πού εἶ­ναι ἐ­δῶ μέ­σα. Πάρ­τε το εἴ­δη­ση, ὁ π. Ἰ­ά­κω­βος εἶ­ναι ἅ­γιος καί κά­νει θαύ­μα­τα, ἀλ­λά εἶ­ναι τα­πει­νός καί κρύ­βε­ται”. Τό ἔ­λε­γε αὐ­τό τό δαι­μό­νιο πού εἶ­χε μέ­σα της. 
 
»”Δέ­σπο­τά μου, λέ­γω, ξέ­ρε­τε αὐ­τή ἔ­χει σα­τα­νᾶ, γιά νά μέ πλα­νή­ση τά λέ­γει αὐ­τά. Ἐ­γώ εἶ­μαι χο­ϊ­κός ἄν­θρω­πος καί ὅ­ταν πε­θά­νω στήν γῆ θά μέ βά­λουν, μέ­σα ὅ­μως σ᾽ αὐ­τό τό σαρ­κί­ο κα­τοι­κεῖ ψυ­χή ἀ­θά­να­τη, γι᾽ αὐ­τήν τήν ψυ­χή ζῶ 70 χρό­νια τώ­ρα καί ἀ­γω­νί­ζο­μαι”. 
 
»Μοῦ λέ­νε τά παι­διά της, “ἡ μη­τέ­ρα μας εἶ­ναι ἀλ­λά ἔ­χει δαι­μό­νιο. Σᾶς εἴ­χα­με στεί­λει γράμ­μα καί μᾶς ἀ­παν­τή­σα­τε, ἡ μη­τέ­ρα μας τό ἔ­χει στό εἰ­κο­νο­στά­σι⋅ αὐ­τό τό ἔ­πα­θε τήν Κα­θα­ρά Δευ­τέ­ρα”. Λέ­ει, ξα­νά αὐτή: 
— Πά­τερ Ἰ­ά­κω­βε, εἶ­στε ἅ­γιος. 
— Δέν τό πι­στεύ­ω, λέ­ω. 
— Δέ­σπο­τά μου, λέ­ει στόν Δε­σπό­τη, εἶ­σαι Δεσπό­της ἐ­σύ. 
— Βλέ­πεις, τί λέ­ει τό δαι­μό­νιο; τά ξέ­ρει ὅ­λα τό δαι­μό­νιο, λέ­γω. 
— Εἶ­σαι ἅ­γιος, π. Ἰ­ά­κω­βε, ὁ κό­σμος σέ τι­μᾶ γιά ἅ­γιο καί ἐ­δῶ οἱ μο­να­χοί δέν σέ τιμοῦνε γιά ἅ­γιο. 
»Ἔ­κα­να τόν σταυ­ρό μου ἐ­γώ. 
»Τήν ἄλ­λη ἡ­μέ­ρα στε­κό­ταν στήν ἐκ­κλη­σί­α πιό­ ἤ­ρε­μη, τήν εἶ­χε σταυ­ρώ­σει ὁ π. Κύριλ­λος μέ τήν Κάρα τοῦ Ὁ­σί­ου καί φαί­νε­ται τήν βο­ή­θη­σε ὁ Ἅ­γιος. Ὅταν ἔ­φευ­γε ὁ κό­σμος, ἄρ­χι­σε πά­λι. “Πά­τερ Ἰ­ά­κω­βε, εἶ­σαι ἅ­γιος. Ἅ­γι­ε τοῦ Θε­οῦ, πρέ­σβευ­ε ὑ­πέρ ἡ­μῶν”. 
 
— Πά­τερ μου, λέ­ει τό παιδί της, ἔ­χει ἁ­μαρ­τί­α ἡ μη­τέ­ρα μου, νά πῆ τήν ἁ­μαρ­τί­α της (ἐ­ξο­μο­λο­γη­θῆ) γιά νά γί­νη κα­λά. 
— Βρέ, παι­δί μου, τοῦ λέ­ω, κα­λό εἶ­ναι νά πῆ τήν ἁ­μαρ­τί­α της, ἀλ­λά ἐ­γώ βλέ­πω ὅ­τι ἔχει πά­νω της δαι­μό­νιο ἀ­σω­τί­ας. 
 
»Τέ­λος πάν­των ἦρ­θε νά ᾽ξο­μο­λο­γη­θῆ καί μοῦ ἐ­πι­τέ­θη­κε νά μέ δαγ­κώ­ση στό πρό­σω­πο. Τῆς ξέ­φυ­γα τε­λι­κά καί πά­ω νά ἀ­νοί­ξω τήν πόρ­τα. “Ποῦ πᾶς; μοῦ λέ­ει, νό­μι­σες γιά νά ἐ­ξο­μο­λο­γη­θῶ ἦρ­θα;”. Λέ­ω στό παι­δί της, “πάρ­την τήν μη­τέ­ρα σου, ἔ­χει δαιμό­νιο πορ­νεί­ας καί ἀ­σω­τί­ας”. Φεύ­γον­τας, λέ­ει: 
— Νά ξα­νάρ­θου­με, νά σᾶς φέ­ρου­με καί (πράγματα καί τρό­φι­μα). 
— Ὄ­χι, δέν χρει­α­ζό­μα­στε τί­πο­τα, τῆς λέ­ω. 
 
»Εἶ­χε ἀ­φή­σει καί μιά τσάν­τα μέ κά­τι σο­κο­λά­τες καί μπι­σκό­τα καί λέ­γει, “φά­ε καί ᾽σύ νά δῆς τί ὡ­ραῖ­α πού θά πε­ρά­σης!”. Λέ­ω στούς πα­τέ­ρες, “πε­τάξ­τε τα αὐ­τά στό πο­τά­μι, μήν δώ­σε­τε σέ κα­νέ­ναν ἄν­θρω­πο νά φά­η. Εἶ­ναι δι­α­βο­λι­κά πράγ­μα­τα”. 
 
»Πάν­τως τό δαι­μό­νιο πολ­λά κά­νει, μᾶς λέ­ει ἁ­γί­ους, μᾶς λέ­νε πολ­λά γιά νά μᾶς πλανή­σουν, μᾶς ση­κώ­νουν τόν ἐ­γω­ϊ­σμό καί τήν ὑ­πε­ρη­φά­νεια. Καί μοῦ εἶ­πε τό παι­δί της ὅ­τι “Πά­τερ, ἀ­πό τήν εὐ­χή πού ἔ­λε­γε ἡ μη­τέ­ρα μου νυ­χθη­με­ρόν, “Κύ­ρι­ε Ἰ­η­σοῦ Χρι­στέ ἐ­λέ­η­σόν μας” ἀ­πό αὐ­τό τό ἔ­πα­θε”. “Ἀ­πό τήν εὐ­χή τοῦ λέ­ω, δέν πα­θαί­νου­με τί­πο­τα, μή­πως ὑ­πε­ρη­φά­νεια ἔ­βα­λε μέ­σα της; ἤ μή­πως ἔ­πε­σε σέ κα­νέ­να σοβα­ρό ἁμάρ­τη­μα;”». 
 
«Ἦρ­θε (ἄλλη φορά) ἕ­νας νε­α­ρός μέ μί­α κο­πέλ­λα, συ­ζοῦ­σαν καί εἶ­χαν ἐμ­πό­δι­σμα ἀπό τόν σα­τα­νᾶ (μᾶλλον γιά νά τεκνοποιήσουν). Τούς εἶ­πα: “Νά πᾶ­τε στούς πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, μήν πᾶ­τε στούς μά­γους, νά πᾶ­τε στούς πα­πᾶ­δες. Τί ἀ­ξί­α ἔ­χουν οἱ παπᾶ­δες καί ἡ Ἐκ­κλη­σί­α!… Ὅ,­τι καί νά θέ­λω­με, στήν Ἐκ­κλη­σί­α νά κα­τα­φεύ­γω­με”. Ἐ­ξο­μο­λο­γή­θη­καν μέ εἰλι­κρί­νεια, κά­να­με μιά Πα­ρά­κλη­ση, τούς σταύ­ρω­σα μέ τήν ἁγί­α Κά­ρα καί τό πρωΐ κά­να­με Λει­τουρ­γί­α καί τούς λέ­ω, “νά πᾶ­τε στόν πα­πά τοῦ χω­ριοῦ σας ἐ­κεῖ, νά νη­στέ­ψε­τε τρεῖς ἡ­μέ­ρες ἀ­πό ὅ­λα, τά πάν­τα, νά κα­λέ­σε­τε τόν παπά νά κά­νε­τε ἕ­να Εὐ­χέ­λαι­ο στό σπί­τι σας καί νά ἀ­νοί­ξε­τε τρεῖς Ἐκ­κλη­σί­ες, τόν Ἅγιο Γε­ώρ­γιο, τόν Ἅ­γιο Δη­μή­τριο, τήν Ἁ­γί­α Πα­ρα­σκευ­ή, ἄν δέν μπορ­ῆτε τρεῖς, νά ἀ­νοί­ξε­τε μί­α. Νά τίς λει­τουρ­γή­σε­τε καί θά λυ­θοῦν αὐ­τά, μό­νον μήν πᾶ­τε στούς μάγους. “Δέν πᾶ­με, πα­πα Ἰ­ά­κω­βε”. Τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη δί­ναν 3.000 δραχ­μές (στούς μά­γους), πολλά λε­φτά τό­τε. Μό­νο τόν λό­γο πού τούς εἶ­πα, με­τα­νόησαν τά παι­διά, μέ­χρι νά πᾶ­νε στό χωριό λύ­θη­κε αὐ­τός ὁ δε­σμός πού εἶ­χαν, αὐ­τό τό ἐμ­πό­δισμα πού εἶ­χαν ἀ­πό τόν σα­τα­νᾶ καί ζοῦ­νε ζω­ή εὐ­λο­γη­μέ­νη. Κά­ναν 5–6 παιδά­κια, φτω­χοί ἄνθρω­ποι εἶ­ναι καί εἶ­ναι (τώρα) κον­τά στόν Θε­ό». 
 
«Ὑ­πάρ­χουν πά­ρα πολ­λές ἀρ­ρώ­στι­ες στόν κό­σμο καί μέ δαι­μό­νια καί μέ σα­τα­νι­κά πράγ­μα­τα, μέ μα­γεῖ­ες… ἀ­φή­νουν οἱ ἄν­θρω­ποι τόν Θε­ό καί πᾶ­νε στούς μά­γους, στούς σα­τα­νᾶ­δες. Πρίν ἕ­να μῆ­να, μιά κο­πέλ­λα πού ἦρ­θε ἐ­δῶ, μοῦ λέ­ει: “Πά­τερ, ξέ­ρε­τε ἐ­πει­δή δέν παν­τρευ­ό­μουν ἤ­μου­να 20 χρο­νῶν, μία σε­μνή κο­πέλ­λα καί ὁ ἀδελφός πά­λι ἤ­τα­νε 20 χρο­νῶν, μᾶς πή­ρα­νε οἱ γο­νεῖς μου καί μᾶς πή­γα­νε στούς μάγους”. Πή­γα­νε στόν μά­γο καί δώ­σα­νε ἀ­πό 100.000 δραχ­μές. 
— Τί σοῦ ἔ­κα­νε, παι­δί μου, ὁ μά­γος; Για­τί ἀ­φή­σα­τε τόν Θε­ό καί πή­γα­τε στόν μά­γο; 
— Πά­τερ, μέ πῆ­ρε ὁ μά­γος καί μοῦ λέ­ει, σέ θέ­λω μό­νος μου στό δω­μά­τιο, νά σέ διαβά­σω ἐ­κεῖ. 
 
»Λοι­πόν, ἀ­φοῦ κλεί­δω­σε ὁ μά­γος τήν πόρ­τα, τῆς λέ­ει, “ἄ­νοι­ξε τό στό­μα σου” καί ἄνοι­ξε τό στό­μα της ἡ κο­πέλ­λα καί κόλ­λη­σε τό στό­μα του στό στό­μα τῆς κο­πέλ­λας καί τῆς ψι­θύ­ρι­ζε λό­για καί ἔ­βα­ζε μέ­σα στό στό­μα τῆς κο­πέλ­λας, ἔ­βα­ζε τόν δι­ά­βο­λο, τούς σα­τα­νᾶ­δες καί –σᾶς ζη­τῶ συγ­γνώ­μη–, καί πρήστη­κε ἡ κοι­λιά τοῦ κο­ριτσιοῦ καί ἔ­γι­νε σάν βο­δι­νή κοι­λιά καί τό κο­ρί­τσι νά ἀ­νοί­γη τό στό­μα νά χα­σμου­ρι­έ­ται, σατανικά πράγ­μα­τα καί τῆς ζή­τη­σε νά κά­νη πράγ­μα­τα πού δέν λέ­γε­ται. Λοι­πόν, μετά, τί κά­νει; ἀ­φοῦ ἔ­δω­σαν τίς 100.000, ἡ κο­πέλ­λα ἀν­τί γιά κα­λό, (χει­ρο­τέ­ρε­ψε). Λοι­πόν, πά­ει καί τό παλ­λη­κά­ρι τώ­ρα, τό παλ­λη­κά­ρι τό ἔ­κα­νε ἄ­χρη­στο καί ἀ­νί­κα­νο καί αὐ­τό μέ τά μά­για. Πό­σο λυ­πη­ρό (εἶναι) αὐ­τό; Νά ἀ­φή­νου­με τόν Θε­ό καί νά πηγαί­νου­με στοῦ σα­τα­νᾶ τίς πόρ­τες. Στήν ἐκ­κλη­σί­α βρί­σκου­με τήν πα­ρη­γο­ριά, τήν σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς μας καί τήν ἐλ­πί­δα. Λοι­πόν, λέ­ει, τώ­ρα ἡ κο­πέλ­λα: “Πά­τερ, θές νά σοῦ κά­νω, ὅ­σα μέ ἔ­κα­νε αὐ­τός ὁ μά­γος πού μέ φύ­σα­γε;”. Ἤ­μα­σταν ἐ­κεῖ στό παγκά­ρι καί μέ εἶ­χε πιά­σει καρ­δι­ο­χτύ­πι, δέν φο­βᾶ­μαι ἀλ­λά τα­λαι­πω­ροῦ­μαι πού βλέπω τά πλά­σμα­τα τοῦ Θε­οῦ καί παιδεύ­ον­ται. Ξαφ­νι­κά, ἀ­νοί­γει τό στό­μα της ἡ κο­πέλ­λα καί πρή­στη­κε, σᾶς ζη­τῶ συγ­γνώ­μη καί πά­λι, ἡ κοι­λιά τοῦ κο­ρι­τσιοῦ σάν βοδινή (ἔγινε) ἡ κοι­λιά της, ἔ­κα­νε “χά, χά, χά” καί πρη­ζό­ταν ἡ κοι­λιά της. 
— Τί νά κά­νου­με, πά­τερ; λέ­ει. 
— Λοι­πόν, μέ τήν μάν­να σας, παι­δί μου, πή­γα­τε στοῦ σα­τα­νᾶ τήν πόρ­τα, ἔ­πρε­πε νά πᾶ­τε στήν ἐκ­κλη­σί­α. 
— Τώ­ρα, λέ­ει, πᾶ­με (Ἐκ­κλη­σί­α). 
— Δέν εἶ­ναι ἀρ­γά καί τώ­ρα πού πᾶ­τε, ἀλ­λά ἔπρε­πε πιό μπρο­στά. Πρῶ­τα πή­γα­τε στόν δι­ά­βο­λο, δέν ρω­τή­σα­τε, ἔ­κα­νε ὁ μά­γος τά κα­τορ­θώ­μα­τά του καί τούς ἄ­θλους του καί πῆ­ρε καί 200.000 δραχ­μές. 
 
»Νά προ­σέ­χου­με πάν­το­τε, νά ἀ­πο­φεύ­γω­με τίς μα­γεῖ­ες, τά σα­ραν­τί­σμα­τα, τά δι­α­βο­λι­κά πράγ­ματα. Μό­νον εἰς τήν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ μας νά πηγαί­νω­με». 
 
κε΄. ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ 4 
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 69-76
 



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.