(Ευχαριστώ τον φίλο Δημήτρη Τ. για την ενημέρωση)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Την 3η Ιουνίου 2005 φονεύθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα η αγαπητή μας Στέλλα, που είχε στοιχεία «κατά Χριστόν σαλότητος», με μια εσωτερική ζωή του πνεύματος.
Ήταν με την θέλησή της άστεγη, ζούσε στους δρόμους, κοιμόταν τα βράδυα, χειμώνα-καλοκαίρι, στα παγκάκια, στα υπόστεγα και τα σαλόνια των Νοσοκομείων, αλλά ήταν γεμάτη αγάπη προς τον Θεό, τους αγίους και τους δυστυχισμένους ανθρώπους. Τα ρούχα της ήταν πάντα καθαρά. Τις οικονομίες της τις διέθετε για αγαθοεργούς σκοπούς. Δεν ήθελε να την επαινή κανείς, και όταν την επαινούσαν, έκανε την «χαζή».
Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη, είχε λάβει μια καλή παιδεία, χειριζόταν πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, καθώς επίσης εγνώριζε την γαλλική γλώσσα και τελευταία προσπαθούσε να μάθη και ιταλικά.
Ο τρόπος εξόδου της από την ζωή αυτή έγινε όπως το ήθελε. Με μαρτυρικό θάνατο, άγνωστη εν μέσω αγνώστων. Κανείς δεν την ανεγνώρισε. Την ενταφίασαν χωρίς εξόδιο ακολουθία, γιατί δεν γνώριζαν τα στοιχεία της. Όλα αυτά με θαυμαστό τρόπο έγιναν γνωστά μετά από έναν χρόνο. Τότε έγινε και η κηδεία της. Αξιώθηκα να της κάνω και το μνημόσυνό της. Μετά το μνημόσυνό της, στο αρχονταρίκι της Ιεράς Μονής Πελαγίας, η κ. Μηλίτσα Πισιμίση-Λουκίδου, νομικός, και η κ. Χρυσούλα Μαντά, οδοντίατρος, μας διηγήθηκαν τα σχετικά με την Στέλλα που ήταν πράγματι άνθρωπος του Θεού.
Στο τεύχος αυτό δημοσιεύουμε ένα κείμενο της κ. Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, που γράφηκε με την συνεργασία και της κ. Χρυσούλας Μαντά και παρουσιάζει ένα τμήμα της ευλογημένης ζωής της, και στο επόμενο τεύχος θα δημοσιεύσουμε τις αναμνήσεις των Μοναχών της Ιεράς Μονής Πελαγίας για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι του Θεού», την άγνωστη στον κόσμο, αλλά γνωστή στον Θεό, που έζησε «μόνη μόνω Θεώ». Νομίζω ότι η διήγηση αυτή θα βοηθήση τους ανθρώπους που ζουν με τον άκρατο ευδαιμονισμό, με αγχώδη νοοτροπία και διαρκώς παραπονούνται για πράγματα τα οποία θα ήθελαν να έχουν.
Στην περίπτωσή της ισχύει ο λόγος του Χριστού: «εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά· ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών;» (Ματθ. ς, 26).
Τελικά, ο άνθρωπος δεν «είναι» αυτό που «έχει», αλλά «έχει» αυτό που «είναι».
Η αείμνηστη Στέλλα, που είχα την εξαιρετική ευλογία να γνωρίσω, είναι μια θετική διαμαρτυρία για κάθε «ασφαλισμένο».
+ Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
«Το σπουργιτάκι του Θεού»της Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, Νομικού-Υπαλλήλου Υπ. Εργασίας
Με την Στέλλα γνωριστήκαμε το καλοκαίρι του 1979 στην Σοκολατοποιΐα. Ήταν εργάτρια, εργαζόταν πολύ σκληρά, υπερέβαινε τις 9 ώρες καθημερινά. Όλοι την εκμεταλλευόντουσαν, όλοι την διέταζαν και αυτή υπήκουε άμεσα και με χαμόγελο. Στέλλα, εδώ, Στέλλα, εκεί. Ο ιδιοκτήτης-εργοδότης την αγαπούσε για την υπακοή της και την εργατικότητά της.
Για τους πιο πολλούς εργαζομένους ήταν «η Στέλλα η χαζή». Το πρόσωπό της έλαμπε, τα χείλη της ψέλλιζαν. Όταν την αφουγκραζόσουν άκουγες το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Πολύ συχνά ο προϊστάμενος μας ανέθετε να διεκπεραιώσουμε από κοινού κάποια εργασία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να δεχθώ την καλωσύνη της, την αγάπη της. Θυμάμαι ότι μονίμως έλεγε την ευχή, ξαφνικά γέλαγε, σήκωνε το κεφαλάκι της προς τους ουρανούς. Τότε έλαμπε.
«Δόξα σοι, ο Θεός» άκουγες συχνά από το στόμα της.Η Σοκολατοποιΐα αυτή έκανε διάφορα είδη σοκολατάκια. Τα δεύτερης κατηγορίας τα εξήγαγε σε χώρες της Αφρικής. Αυτό στενοχωρούσε την Στέλλα πάρα πολύ. Κάποτε που εργαζόμασταν στην συσκευασία μαζί, θυμάμαι την Στέλλα πάνω από τα κουτιά συγκεντρωμένη να εύχεται «για τα αραπάκια που θα έτρωγαν τα σοκολατάκια».
Σε οποιαδήποτε αδικία που συνέβαινε στο χώρο της εργασίας –μας «τρώγανε» μεροκάματα– δεν απαντούσε, δεν κατέκρινε, δεν αντιδρούσε. Εκείνη την περίοδο η Στέλλα ήταν για μένα ένα λιμανάκι θαλπωρής, εγώ αντιδρούσα σε κάθε αδικία. Εκείνη στα σχόλιά μου απαντούσε με ένα γέλιο, με μια λέξη «Α! Μηλίτσα». Δεν την θυμάμαι ποτέ να έβαλε ένα σοκολατάκι στο στόμα της (υπενθυμίζω ότι εργαζόμασταν σε εργοστάσιο σοκολατοποιΐας!). Αν και οι πιο πολλοί εργαζόμενοι την θεωρούσαν «χαζή», εντούτοις την σέβονταν και διερωτώντο πως κατόρθωνε να εργάζεται τόσο αποτελεσματικά.
Η Στέλλα δεν συμμετείχε σε συζητήσεις που κάναμε· ήταν μαζί μας, αλλά συγχρόνως μακριά από σχόλια, μακριά από περιττές κουβέντες. Πολλές φορές, όταν την ρωτούσαν να πη τη γνώμη της, έκανε την παλαβή. Το είχα προσέξει ότι το έκανε επίτηδες. Για όλα τα του κόσμου ήταν τρελή, παλαβή, όταν όμως της ζητούσες βοήθεια στην εργασία, τα χεράκια της κινιόντουσαν με στοργή να βοηθήσουν, ει δυνατόν και να δουλέψουν για σένα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον γνωριστήκαμε. Την σεβόμουν τόσο που ποτέ δεν την ρώτησα για την προσωπική της ζωή. Από μόνη της μου είπε ότι καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι την γνώριζαν την χαρακτήριζαν λίαν επιεικώς «τρελή», ενώ εγώ ένιωθα ότι κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς κατάλαβα ότι η Στελλίτσα ήθελε να την θεωρούν «τρελή». Κάποιες φορές τύχαινε να είμαστε οι δυό μας και να μιλάμε φυσιολογικά και όταν πλησίαζε κάποιος άρχιζε και έλεγε άλλα αντί άλλων. Εμένα μου δημιουργούσε αίσθημα γαλήνης και με άφηναν αδιάφορη οι κρίσεις των άλλων.
συνεχίζεται......
(διαβάστε το 2ο μέρος ΕΔΩ)
1 σχόλιο:
Μου είχε μιλήσει γι αυτήν την ευλογημένη ψυχή μια εξαδέλφη μου.
Νομίζω είχε διαβάσει τα σχετικά σε κοσμική εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας!
Ό Κύριος, μέσα από σώματα απλών ανθρώπων σκορπίζει μεγάλη παρηγοριά στις ψυχές τις καλοπροαίρετες...
Δημοσίευση σχολίου