31 Μαΐου 2020

Η Δ’ Σταυροφορία και το Βυζάντιο

Στα τέλη του Ιουνίου του 1203, στόλος των Σταυροφόρων παρουσιάστηκε στην Κωνσταντινούπολη, που την εποχή αυτή υπενθύμιζε στη Δυτική Ευρώπη, όπως λέει ο Νικήτας Χωνιάτης, «τη Σύβαρη, [σημ.1] που ήταν πολύ γνωστή για τη θηλυπρέπειά της».
Ο Γάλλος συγγραφέας Βιλεαρδουίνος (που συμμετείχε στη Σταυροφορία) περιγράφει τη βαθειά εντύπωση που έκανε στους Σταυροφόρους η θέα της πρωτεύουσας του Βυζαντίου:


«Μπορείτε να φανταστείτε», γράφει ο Γάλλος ιστορικός, «ότι αυτοί που δεν είχαν δει ποτέ την Κωνσταντινούπολη την κοίταζαν με μεγάλο θαυμασμό, επειδή δεν είχαν ποτέ φανταστεί ότι ήταν δυνατόν να υπάρχει σε όλο τον κόσμο μια τόσο πλούσια πόλη, με ψηλά τείχη και μεγαλοπρεπείς πύργους ολόγυρά της, με πλούσια παλάτια και επιβλητικές εκκλησιές, που ο αριθμός τους θα ήταν απίστευτος για όσους δεν τις έβλεπαν με τα ίδια τους τα μάτια και γενικά με μια τέτοια έκταση σαν κι αυτήν, που είχε η Κωνσταντινούπολη, που βασιλεύει πάνω απ’ όλες τις πόλεις». 

Φαινόταν πιθανόν ότι η οχυρωμένη πρωτεύουσα θα μπορούσε να αντισταθεί με επιτυχία στους Σταυροφόρους, που ο αριθμός τους δεν ήταν μεγάλος. Αυτοί όμως, έχοντας αποβιβαστεί στην ευρωπαϊκή ακτή, κατέλαβαν τον Γαλατά, έσπασαν την αλυσίδα που έκλεινε τον Κεράτιο κόλπο και, αφού εισχώρησαν σ’ αυτόν, έκαψαν τα πλοία που βρίσκονταν εκεί. Συγχρόνως, οι ιππότες επιτέθηκαν κατά της πόλης, που, παρά την απελπιστική αντίσταση των μισθοφόρων Βαράγγων, καταλήφθηκε τον Ιούλιο από τους Σταυροφόρους. Ο Αλέξιος Γ’, μη διαθέτοντας ούτε θέληση ούτε δύναμη, εγκατέλειψε την πρωτεύουσα και διέφυγε παίρνοντας μαζί του το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. Ο Ισαάκιος Β’ αποφυλακίστηκε κι επανήλθε στο θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος, που είχε έρθει με τους Σταυροφόρους, ανακηρύχθηκε συν-αυτοκράτορας (Αλέξιος Δ’). Αυτή η πρώτη πολιορκία και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους έγινε με σκοπό την αποκατάσταση του Ισαάκιου Β’ στο θρόνο.

Αφού αποκατέστησαν τον Ισαάκιο στο θρόνο, οι Σταυροφόροι, με αρχηγό τον Δάνδολο, ζήτησαν από τον γιο του αυτοκράτορα την εκπλήρωση των υποσχέσεων που είχε δώσει, δηλαδή την πληρωμή ενός μεγάλου χρηματικού ποσού και τη συμμετοχή του στη Σταυροφορία. Ο Αλέξιος Δ’ προέτρεπε τους Σταυροφόρους να μη μείνουν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά να στρατοπεδεύσουν έξω από αυτήν και μη μπορώντας να πληρώσει όλα τα χρήματα ζητούσε αναβολή της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών του, με αποτέλεσμα να ενταθούν οι σχέσεις μεταξύ Βυζαντινών και Λατίνων. Στο μεταξύ, στην πρωτεύουσα, ο πληθυσμός της οποίας ήταν δυσαρεστημένος με τους αυτοκράτορες που βαρύνονταν με την κατηγορία ότι πρόδωσαν την πόλη στους Σταυροφόρους, ξέσπασε μια επανάσταση και στις αρχές του 1204, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας ο Αλέξιος Δούκας Μούρτζουφλος, ενώ ο Ισαάκιος Β’ και ο Αλέξιος εκθρονίστηκαν. Ο Ισαάκιος πέθανε πολύ γρήγορα στη φυλακή και ο Αλέξιος Δ’ δολοφονήθηκε, ύστερα από διαταγή του Μούρτζουφλου.

Ο Μούρτζουφλος, γνωστός ως Αλέξιος Ε’, ήταν οπαδός του Εθνικού κόμματος, που είχε εχθρική στάση απέναντι τους Σταυροφόρους. Οι Σταυροφόροι δεν είχαν καμιά σχέση μαζί του και μετά το θάνατο του Ισαάκιου και του Αλέξιου θεώρησαν τους εαυτούς τους ελεύθερους από την υποχρέωση που είχαν αναλάβει απέναντι στο Βυζάντιο. Η συμπλοκή Βυζαντινών και Σταυροφόρων γινόταν αναπόφευκτη και οι δεύτεροι άρχισαν να σχεδιάζουν για λογαριασμό τους την κατάκτηση της πόλης. Το Μάρτιο του 1204, έγινε μεταξύ Βενετίας και Σταυροφόρων μια συνθήκη σχετική με τη διαίρεση της αυτοκρατορίας, μετά την κατάκτησή της, της οποίας τα πρώτα λόγια είναι πολύ εντυπωσιακά: «Εν ονόματι του Χριστού», αρχίζει, «πρέπει να καταλάβουμε δια των όπλων την πόλη».

Τα κύρια σημεία της συνθήκης ήταν τα εξής: Στην πόλη θα εγκαθίστατο κυβέρνηση Λατίνων, οι σύμμαχοι θα συμμετείχαν στην κατανομή των λαφύρων. Μια επιτροπή από 6 Ενετούς και 6 Γάλλους θα εξέλεγε ως αυτοκράτορα αυτόν που κατά τη γνώμη τους θα κυβερνούσε καλύτερα τη χώρα «προς δόξα Θεού, της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και της αυτοκρατορίας». Ο αυτοκράτορας θα είχε στη διάθεσή του το 1/4 της πρωτεύουσας και της περιοχής έξω από αυτήν, καθώς και δύο ανάκτορα μες στην πόλη, ενώ τα άλλα 3/4 της κατεχόμενης περιοχής θα δίνονταν το μισό στη Βενετία και το υπόλοιπο στους άλλους Σταυροφόρους. Η Αγία Σοφία και το δικαίωμα εκλογής Πατριάρχη θα ανήκαν στην πλευρά εκείνη από την οποία θα προερχόταν ο αυτοκράτορας και όλοι οι Σταυροφόροι που θα αποκτούσαν μικρές ή μεγάλες κτήσεις (πλην του Δάνδολου) έπρεπε να ορκιστούν πίστη στον αυτοκράτορα. Αυτές ήταν οι βάσεις πάνω στις οποίες επρόκειτο να ιδρυθεί η Λατινική αυτοκρατορία του μέλλοντος.

Αφού οι Σταυροφόροι δέχτηκαν τους όρους αυτούς, άρχισαν να επιδίδονται στην προσπάθειά τους να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη, κτυπώντας την από την ξηρά και τη θάλασσα. Για μερικές μέρες η πόλη αντιστάθηκε επίμονα, αλλά τελικά έφτασε η μοιραία μέρα της 13ης Απριλίου του 1204, όταν οι Σταυροφόροι πέτυχαν να καταλάβουν την πρωτεύουσα. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος, φοβούμενος μήπως συλληφθεί και πέσει «στα δόντια των Λατίνων σαν μεζές ή επιδόρπιο», διέφυγε, ενώ η πόλη έπεσε στα χέρια των Σταυροφόρων. Η πρωτεύουσα του Βυζαντίου «έπεσε αφού υπέστη την επίθεση αυτής της εγκληματικής και πειρατικής εκστρατείας, που λέγεται Δ’ Σταυροφορία» (Baynes).

Περιγράφοντας τα γεγονότα της εποχής αυτής ο Νικήτας Χωνιάτης, γράφει: «Ποια πρέπει να είναι η κατάσταση του πνεύματος εκείνου που θα διηγηθεί τις συμφορές που υπέστη η βασίλισσα των πόλεων (Κωνσταντινούπολη) κατά τη διάρκεια της βασιλείας των επίγειων αγγέλων (Άγγελοι)!» 

Μετά την κατάληψη της πόλης, επί τρεις μέρες, οι Λατίνοι απειλούσαν την πρωτεύουσα με τη σκληρότητά τους, λεηλατώντας κάθε τι που είχε συγκεντρωθεί, μέσα από τους αιώνες, στην Κωνσταντινούπολη. Τίποτα δεν έγινε σεβαστό, ούτε οι εκκλησίες, ούτε τα λείψανα, ούτε τα μνημεία τέχνης, ούτε η ατομική ιδιοκτησία. Οι ιππότες της Δύσης και οι στρατιώτες τους καθώς και οι Λατίνοι μοναχοί και ηγούμενοι, έλαβαν και αυτοί μέρος στη λεηλασία. 

Ο Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης, δίνει μια εντυπωσιακή εικόνα της λεηλασίας, της βίας, της ιεροσυλίας και της ερήμωσης που επέφεραν οι Σταυροφόροι στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Και οι Μουσουλμάνοι ακόμα υπήρξαν πιο εύσπλαχνοι, απέναντι στους Χριστιανούς, μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ, από αυτούς τους ανθρώπους που πίστευαν ότι ήταν στρατιώτες του Χριστού.

Μια άλλη εντυπωσιακή περιγραφή της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους δόθηκε από έναν ακόμα αυτόπτη μάρτυρα, το Νικόλαο Μεσαρίτη, Μητροπολίτη της Εφέσου, κατά τον επικήδειο που εκφώνησε με την ευκαιρία του θανάτου του μεγαλύτερου αδελφού του.

Στη διάρκεια των τριών ημερών της λεηλασίας της πόλης, εξαφανίστηκαν πολλά πολύτιμα μνημεία τέχνης, πολλές βιβλιοθήκες λαφυραγωγήθηκαν και πολλά χειρόγραφα καταστράφηκαν, ενώ η Αγία Σοφία λεηλατήθηκε ανελέητα. 

Ο Βιλεαρδουίνος παρατηρεί ότι «από την εποχή της δημιουργίας του κόσμου, ποτέ σε καμιά πόλη δεν κατακτήθηκαν τόσα λάφυρα». Το ρωσικό χρονικό του Novgorod περιγράφει με ιδιαίτερες λεπτομέρειες τις σκηνές της λεηλασίας των εκκλησιών και των μοναστηριών. Η καταστροφή του 1204 αναφέρεται και στα ρωσικά χρονογραφήματα. 

Τα λάφυρα συγκεντρώθηκαν και διατέθηκαν στους Λατίνους λαϊκούς και κληρικούς. Μετά από αυτήν τη Σταυροφορία, όλη η Δυτική Ευρώπη πλουτίσθηκε με τους θησαυρούς της Κωνσταντινούπολης, ενώ πολλές από τις εκκλησίες των Δυτικών απέκτησαν τα «ιερά λείψανα» της Κωνσταντινούπολης. Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων, που ήταν στα μοναστήρια της Γαλλίας, καταστράφηκαν στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Τα 4 ορειχάλκινα άλογα που αποτελούσαν ένα από τα καλύτερα στολίδια του Ιπποδρομίου της πρωτεύουσας, ο Δάνδολος τα μετάφερε στη Βενετία, όπου διακοσμούν σήμερα την εξώθυρα του καθεδρικού ναού του Αγίου Μάρκου. 

Ο Νικήτας Χωνιάτης, σ’ ένα εύγλωττο θρήνο του, περιγράφει και θρηνεί την καταστροφή της πόλης, μιμούμενος τους θρήνους του προφήτη Ιερεμία και των Ψαλμών. Ο θρήνος του Χωνιάτη αρχίζει ως εξής: «Ω πόλη, πόλη πασών οφθαλμέ, άκουσμα παγκόσμιο, θέαμα υπερκόσμιο…». 

Στο μεταξύ προέκυψε το δύσκολο για τους κατακτητές πρόβλημα της οργάνωσης της κατακτημένης περιοχής. Τελικά αποφασίστηκε η ίδρυση μιας αυτοκρατορίας όμοιας με αυτήν που προϋπήρχε και τέθηκε αμέσως το ζήτημα της εκλογής αυτοκράτορα. Ένας άνθρωπος φαινόταν προορισμένος να καταλάβει το θρόνο, ο αρχηγός της Σταυροφορίας Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. 

Ο Δάνδολος όμως φαίνεται ότι απέκρουε την υποψηφιότητα του Βονιφάτιου, θεωρώντας τον πολύ ισχυρό και φοβούμενος το γεγονός ότι οι κτήσεις του ήταν πολύ κοντά στη Βενετία. Έτσι ο Βονιφάτιος παραμερίστηκε. Ο Δάνδολος βέβαια δεν μπορούσε, ως δόγης της Βενετίας, να γίνει αυτοκράτορας και γι’ αυτό εκλέχτηκε (με την επιρροή ασφαλώς του Δάνδολου) αυτοκράτορας ο Βαλδουίνος, κόμης της Φλάνδρας, που απείχε περισσότερο από τη Βενετία, ενώ συγχρόνως ήταν λιγότερο δυναμικός από το Βονιφάτιο. Ο Βαλδουίνος, αφού εκλέχτηκε αυτοκράτορας, στέφθηκε με μεγάλη πομπή στην Αγία Σοφία. 

Όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Βαλδουίνος ζούσαν ακόμα τρεις Έλληνες άρχοντες: οι αυτοκράτορες Αλέξιος Γ’ Άγγελος και Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος και ο Θεόδωρος Λάσκαρης, ο οποίος ήταν ακόμα τότε κύριος της Νίκαιας. Ο Βαλδουίνος πέτυχε να καταβάλει τους οπαδούς των δύο αυτοκρατόρων. 

Μετά την εκλογή του αυτοκράτορα προέκυψε το ζήτημα της διανομής της κατακτημένης περιοχής στους Σταυροφόρους. Η «διανομή της Ρωμανίας», όπως οι Λατίνοι και οι Βυζαντινοί συχνά ονομάζουν την Ανατολική αυτοκρατορία, έγινε με βάση τη συμφωνία του Μαρτίου του 1202. 

Η Κωνσταντινούπολη διαμοιράστηκε μεταξύ του Βαλδουίνου και του Δάνδολου, με αποτέλεσμα ο μεν Βαλδουίνος να λάβει τα 5/8 της πόλης, και ο δόγης τα υπόλοιπα 3/8 και την Αγία Σοφία. Εκτός από τα 5/8 της πρωτεύουσας, ο Βαλδουίνος έλαβε την περιοχή της Ν. Θράκης, τα τμήματα και από τις δυο ακτές της Προποντίδας, καθώς και μερικά από τα μεγαλύτερα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, δηλαδή τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και μερικά άλλα. 

Στον Βονιφάτιο Μομφερατικό υποσχέθηκαν ως αποζημίωση για τη μη εκλογή του ως αυτοκράτορα, μερικές κτήσεις της Μικράς Ασίας, αλλά τελικά του δόθηκε η Θεσσαλονίκη με τη γύρω περιοχή της Μακεδονίας και της Β. Θεσσαλίας, που αποτέλεσαν το βασίλειο της Θεσσαλονίκης, το οποίο διατηρούσε ο Βονιφάτιος ως υποτελής του Βαλδουίνου. 

Η Βενετία κατά τη διανομή της Ρωμανίας, εξασφάλισε τη μερίδα του λέοντος. Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου έλαβε μερικά σημεία στις ακτές της Αδριατικής, όπως για παράδειγμα το Δυρράχιο, τα νησιά του Ιονίου, το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, μερικά μέρη της Πελοποννήσου (Μεθώνη, Κορώνη), την Κρήτη, μερικά λιμάνια της Θράκης, καθώς και κάποια περιοχή στο εσωτερικό της Θράκης (Καλλίπολη, Ηράκλεια, Ροδεστό). 

Ο Δάνδολος απέκτησε τον βυζαντινό τίτλο του «Δεσπότη», απαλλάχθηκε από τις χρηματικές του υποχρεώσεις απέναντι στον αυτοκράτορα και ονομαζόταν «κύριος του τέταρτου και μισού του κράτους της Ρωμανίας», δηλαδή των 3/8 (quartae partis et dimidiae totius imperii Romanie dominator). Ο τίτλος αυτός χρησιμοποιείτο από το δόγη της Βενετίας μέχρι τα μέσα του 14ου αιώνα. Με βάση τη συμφωνία, η Αγία Σοφία περιήλθε στα χέρια του κλήρου της Βενετίας κι ο Ενετός Θωμάς Μοροζίνης έγινε Πατριάρχης και αρχηγός της Καθολικής Εκκλησίας της νέας αυτοκρατορίας. Ο Νικήτας Χωνιάτης, σταθερός οπαδός της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, παρουσιάζει στην ιστορία του μια πολύ δυσάρεστη εικόνα του Θωμά Μοροζίνη.

Είναι φανερό ότι χάρη στις παραχωρήσεις που έγιναν στη Βενετία, η Λατινική αυτοκρατορία ήταν πολύ αδύνατη σε σύγκριση με τη δυναμική Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου, που η θέση της στην Ανατολή έγινε επιβλητική. Το καλύτερο μέρος των κτήσεων του Βυζαντίου περιήλθε στα χέρια της Βενετίας και τα καλύτερα λιμάνια, τα πιο σημαντικά στρατηγικά σημεία, πολλές εύφορες περιοχές, αλλά κι ο ναυτικός δρόμος που οδηγούσε από τη Βενετία στην Κωνσταντινούπολη, ήταν στην εξουσία της Δημοκρατίας. Η Δ’ Σταυροφορία έδωσε στη Δημοκρατία της Βενετίας αναρίθμητα εμπορικά προνόμια ανορθώνοντάς την στο κατακόρυφο της πολιτικής και οικονομικής της δύναμης. Υπήρξε μια πλήρης νίκη της ικανής, με περίσκεψη ζυγισμένης και μέχρι εγωισμού πατριωτικής πολιτικής του Δάνδολου.

Η Λατινική αυτοκρατορία ιδρύθηκε με βάση το φεουδαλικό σύστημα. Η κατακτημένη περιοχή διαιρέθηκε από τον αυτοκράτορα σ’ ένα μεγάλο αριθμό μεγάλων ή μικρών τιμαρίων, για την απόκτηση των οποίων προϋποτίθετο η από τη μεριά των ιπποτών της Δύσης παροχή όρκου υποτελείας στον Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης.

Ο βασιλιάς της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιος Μομφερατικός διέσχισε τη Θεσσαλία και κατέλαβε την Αθήνα. Τον Μεσαίωνα η Αθήνα ήταν μια μισοξεχασμένη επαρχιακή πόλη, όπου στην Ακρόπολη, στον αρχαίο Παρθενώνα, βρισκόταν ένας Ορθόδοξος καθεδρικός ναός, αφιερωμένος στην Παρθένο Μαρία. Την εποχή της κυριαρχίας των Λατίνων, στις αρχές του 13ου αιώνα, Αρχιεπίσκοπος στην Αθήνα (για περίπου 30 χρόνια) ήταν ο Μιχαήλ Ακομινάτος (Χωνιάτης).

Ο Μιχαήλ άφησε μια πλούσια φιλολογική κληρονομιά σε μορφή ομιλιών, ποιημάτων και επιστολών, που δίνουν καλές πληροφορίες σχετικές με την εσωτερική ιστορία της αυτοκρατορίας της εποχής των Κομνηνών και των Αγγέλων, καθώς και της κατάστασης της Αττικής και της Αθήνας του Μεσαίωνα. Οι επαρχίες αυτές παρουσιάζονται στα έργα του Μιχαήλ με πολύ σκοτεινά χρώματα, με βάρβαρο πληθυσμό (ίσως εν μέρει Σλαβικό) και με βάρβαρη γλώσσα. Η Αττική εμφανίζεται εγκαταλελειμμένη και κατοικούμενη από φτωχούς ανθρώπους. «Έχοντας παραμείνει αρκετό διάστημα στην Αθήνα έγινα βάρβαρος», γράφει ο Μιχαήλ και παρομοιάζει την πόλη του Περικλή με τα Τάρταρα. Σαν υπερασπιστής της μεσαιωνικής Αθήνας, που για τον φτωχό της πληθυσμό είχε αφιερώσει πολύ χρόνο και εργασία, ο Μιχαήλ μη μπορώντας να αντισταθεί στο στρατό του Βονιφάτιου, εγκατέλειψε την έδρα του και πέρασε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του μόνος σ’ ένα νησί, κοντά στις ακτές της Αττικής. Οι Λατίνοι κατέλαβαν την Αθήνα που, μαζί με τη Θήβα, δόθηκε από τον Βονιφάτιο στον Γάλλο de la Roche, που πήρε τον τίτλο του δούκα της Αθήνας και της Θήβας (dux Athenarum atque Thebarum). Ο Καθεδρικός ναός της Ακρόπολης περιήλθε στα χέρια των Λατίνων. 

Ενώ στην Κεντρική Ελλάδα ιδρυόταν το Δουκάτο της Αθήνας και της Θήβας, στη Νότια Ελλάδα, δηλαδή στην αρχαία Πελοπόννησο, που την εποχή εκείνη συχνά λεγόταν Μορέας, οι Γάλλοι σχημάτιζαν και οργάνωναν το Πριγκιπάτο της Αχαΐας. Το Πριγκιπάτο διατηρήθηκε μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα, με πρωτεύουσα την Ανδραβίδα. Διαιρείτο σε 12 βαρονίες που διοικούνταν από τους βαρόνους, με επικεφαλής τον πρίγκιπα. Οι σπουδαιότερες βαρονίες ήταν η Πάτρα, η Καλαμάτα, η Καρύταινα. 

Ο Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος, ανεψιός του ιστορικού, βρισκόταν μακριά από τη Συρία όταν έμαθε την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους. Έσπευσε προς τα εκεί, αλλά λόγω του καιρού παρασύρθηκε στις νότιες ακτές της Πελοποννήσου, της οποίας κατέλαβε ένα τμήμα. Όταν όμως αντιλήφθηκε ότι δεν μπορούσε να συγκρατηθεί με τις δυνάμεις του, ζήτησε βοήθεια από τον βασιλιά της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο, που τότε βρισκόταν στην Αττική. Ο Βονιφάτιος έδωσε το δικαίωμα της κατάκτησης του Μορέως σ’ έναν από τους ιππότες του, τον Γουλιέλμο Σαμπλίτ (Champlitte), ο οποίος κατόρθωσε, μαζί με τον Βιλεαρδουίνο, μέσα σε δύο χρόνια, να κατακτήσει όλη τη χώρα. 

Έτσι στις αρχές του 13ου αιώνα, η Πελοπόννησος μεταβλήθηκε στο Γαλλικό Πριγκιπάτο της Αχαΐας, με αρχηγό τον πρίγκιπα Γουλιέλμο και με οργάνωση φεουδαλική. Μετά τον Γουλιέλμο (πέθανε το 1209) η εξουσία περιήλθε στον οίκο του Βιλεαρδουίνου. [σημ.2] Την αυλή του πρίγκιπα της Αχαΐας την χαρακτήριζε η λαμπρότητα και «φαινόταν καλύτερη από την αυλή οποιουδήποτε μεγάλου βασιλιά. Εκεί μιλούσαν τα γαλλικά τόσο καλά όσο και στο Παρίσι». Είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία των Λατινικών φεουδαλικών κρατών της Ανατολής, ο Πάπας Ονώριος Γ’, απευθυνόμενος στον βασιλιά της Γαλλίας, μιλάει για τη δημιουργία στην Ανατολή «ενός είδους νέας Γαλλίας».

Οι Φεουδάρχες της Πελοποννήσου έχτισαν οχυρωμένα κάστρα με πύργους και τείχη (Μονεμβασιά, Μάνη), με βάση δυτικά πρότυπα, από τα οποία το πιο γνωστό είναι ο Μιστράς, που βρίσκεται στην αρχαία Λακωνία, κοντά στη Σπάρτη. Αυτό το επιβλητικό μεσαιωνικό κέντρο έγινε το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα, πρωτεύουσα των «δεσποτάτων» της Πελοποννήσου, όταν οι Παλαιολόγοι ξαναπήραν τον Μιστρά, από τους Φράγκους. Ακόμα και σήμερα ο Μιστράς κάνει εντύπωση στους επιστήμονες και τους επισκέπτες με τα επιβλητικά μισο-κατεστραμμένα κτίρια του, σαν ένα από τα πιο σπάνια θεάματα της Ευρώπης και διατηρεί άθικτες, στις εκκλησίες του, τις πολύτιμες τοιχογραφίες του 14ου και 15ου αιώνα, που είναι εξαιρετικά σημαντικές για τη μελέτη της νεώτερης Βυζαντινής τέχνης. Στη δυτική πλευρά της Χερσονήσου υπήρχε το καλά οχυρωμένο κάστρο του Κλερμόν, που διατηρήθηκε σχεδόν άθικτο μέχρι την τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα, οπότε καταστράφηκε από τους Τούρκους. Ένας Έλληνας χρονογράφος, αναφερόμενος στο οχυρό αυτό, γράφει ότι αν οι Φράγκοι έχαναν τον Μορέα, η κατοχή από αυτούς του Κλερμόν θα ήταν αρκετή για την επανάκτηση όλης της Χερσονήσου. Οι Φράγκοι έκτισαν μερικά ακόμα οχυρά. 

Στην Πελοπόννησο οι Φράγκοι πέτυχαν να εγκατασταθούν σταθερά σε δύο από τις τρεις νότιες χερσονήσους. Στην κεντρική όμως χερσόνησο, παρά το ότι έχτισαν δύο καλά οχυρωμένα κάστρα ποτέ δεν υπερνίκησαν την επίμονη αντίσταση των Σλάβων που ζούσαν στα βουνά. Είναι πιθανόν, οι πιο πολλοί Έλληνες του Μορέως να είδαν στη διοίκηση των Φράγκων μια ευχάριστη απαλλαγή από την οικονομική καταπίεση της κυβέρνησης του Βυζαντίου. 

Στα νότια της Πελοποννήσου η Βενετία κατείχε δύο σπουδαία λιμάνια τη Μεθώνη και την Κορώνη, που αποτελούσαν εξαιρετικούς σταθμούς για τα πλοία της που κατευθύνονταν στην Ανατολή, καθώς και πολύ καλά σημεία ελέγχου του εμπορίου της Ανατολής μέσω θαλάσσης. Τα λιμάνια αυτά αποτελούσαν δύο «κύριους οφθαλμούς». 

Σχετικά με την εποχή της επικράτησης των Λατίνων στην Πελοπόννησο υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες, σε διάφορες πηγές, κυρίως στο χρονικό του Μορέως (14ος αιώνας), που διασώθηκε σε διάφορες μεταφράσεις, ελληνικά, γαλλικά, ιταλικά και ισπανικά. Έστω και αν, από την άποψη της ακριβούς έκθεσης των γεγονότων, το χρονικό του Μορέως δεν μπορεί να καταλάβει την κεντρική θέση ανάμεσα στις άλλες πηγές, παρόλα αυτά αποτελεί πλούσια πηγή πολύτιμου πληροφοριακού υλικού, που αναφέρεται στις εσωτερικές συνθήκες ζωής της επικράτησης των Φράγκων στην Πελοπόννησο, στη δημόσια και ιδιωτική ζωή, και τελικά στη γεωγραφία του Μορέως, αυτής της εποχής. 

Το χρονικό αξίζει να το προσέξουμε ιδιαίτερα σαν μια πηγή που δίνει εξαιρετικά πλούσιες πληροφορίες για την εσωτερική και πολιτιστική ιστορία αυτής της εποχής, όταν βυζαντινοί και δυτικοί φεουδαλικοί παράγοντες ενώθηκαν για να δημιουργήσουν εξαιρετικού ενδιαφέροντος συνθήκες ζωής. 

Μερικοί επιστήμονες υποθέτουν ότι ασφαλώς η διοίκηση των Φράγκων στον Μορέα και πιθανόν το ίδιο το χρονικό του Μορέως επηρέασαν τον Γκαίτε, ο οποίος στην 3η πράξη του δεύτερου μέρους της τραγωδίας του «Φάουστ» τοποθετεί τη σκηνή στην Ελλάδα (στη Σπάρτη) όπου εκτυλίσσεται η ερωτική ιστορία του Φάουστ και της Ελένης. Ο ίδιος ο Φάουστ παρουσιάζεται εκεί σαν πρίγκιπας της κατεχόμενης Πελοποννήσου, περικυκλωμένος από φεουδάρχες, ενώ ο χαρακτήρας της διοίκησής του μας υπενθυμίζει κάτι από τους Βιλεαρδουίνους, όπως αυτοί παρουσιάζονται στο χρονικό του Μορέως. Σε μια συζήτηση του Μεφιστοφελή και της Ελένης ο Schmitt πιστεύει ότι μπορούμε να διακρίνουμε, χωρίς αμφιβολία, την περιγραφή του Μιστρά. 

Μετά εμφανίζεται μια περιγραφή του κάστρου αυτού, που έχει τετράπλευρες στήλες, στύλους, αψίδες, μπαλκόνια, στοές, θυρεούς, κλπ., όπως κάθε μεσαιωνικό κάστρο. Όλο αυτό το μέρος της τραγωδίας φαίνεται ότι γράφτηκε υπό την επιρροή του χρονικού του Μορέως και συνεπώς ο «Φάουστ» περιέχει υλικό που προέρχεται από την κατάκτηση του Μορέως από τους Φράγκους. 

Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους και η δημιουργία της Λατινικής αυτοκρατορίας έφεραν τον Πάπα σε δύσκολη θέση. Ο Ιννοκέντιος Γ’ ήταν αντίθετος στο να παρεκκλίνει η Σταυροφορία, αφορίζοντας μετά τη κατάληψη της Ζάρας, τους Σταυροφόρους και τους Ενετούς. Μετά όμως την πτώση της Κωνσταντινούπολης, βρέθηκε αντιμέτωπος με το τετελεσμένο πια γεγονός. 

Ο αυτοκράτορας Βαλδουίνος, που γράφοντας προς τον Πάπα αποκαλεί τον εαυτό του «θεία χάριτι αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και… Αύγουστο» καθώς και «υποτελή του Πάπα» αναγγέλλει στον Ιννοκέντιο την κατάληψη της πρωτεύουσας του Βυζαντίου και την εκλογή του ως αυτοκράτορα. Απαντώντας ο Πάπας παραβλέπει τελείως την παλαιά του τακτική και συγχαίρει για το θαύμα που έγινε προς δόξα του ονόματος του Κυρίου, προς τιμή και για το καλό του αποστολικού θρόνου καθώς και για την πρόοδο των Χριστιανών. Ο Πάπας καλεί όλους τους κληρικούς, τους βασιλείς και το λαό να υποστηρίξουν την προσπάθεια του Βαλδουίνου εκφράζοντας την ελπίδα ότι με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης θα διευκολυνόταν η απόσπαση των Αγίων Τόπων από τα χέρια των απίστων.

Τελικά ο Ιννοκέντιος προτρέπει τον Βαλδουίνο να είναι πιστό και υπάκουο τέκνο της Καθολικής Εκκλησίας. Σε ένα άλλο γράμμα ο Πάπας γράφει: «Φυσικά, αν και είμαστε ευχαριστημένοι από το γεγονός ότι η Κωνσταντινούπολη επανήλθε στη μητέρα της, την Αγία Καθολική Εκκλησία, θα ήμασταν όμως ακόμα πιο ευχαριστημένοι αν η Ιερουσαλήμ είχε επανέλθει στην εξουσία των Χριστιανών». 

Οι διαθέσεις όμως του Πάπα άλλαξαν όταν έμαθε με περισσότερες λεπτομέρειες όλη τη φρίκη της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης καθώς και το κείμενο της συνθήκης, σχετικά με τη διαίρεση της αυτοκρατορίας, που είχε έναν καθαρά «κοσμικό» χαρακτήρα με μια έκδηλη τάση περιορισμού της επέμβασης της Εκκλησίας. Ο Βαλδουίνος δε ζήτησε από τον Πάπα την επικύρωση του αυτοκρατορικού του τίτλου και τόσο αυτός όσο και ο Δάνδολος αποφάσισαν αυθαίρετα για την Αγία Σοφία, την εκλογή Πατριάρχη, την εκκλησιαστική περιουσία και άλλες εκκλησιαστικές υποθέσεις. 

Στη διάρκεια της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης πολλές εκκλησίες και μοναστήρια και πολλά εκκλησιαστικά κειμήλια βεβηλώθηκαν και όλα αυτά προκάλεσαν στον Πάπα ανησυχίες και δυσαρέσκειες κατά των Σταυροφόρων. Ο Ιννοκέντιος γράφοντας στον Μομφερατικό τονίζει τα εξής: «Μη έχοντας ούτε το δικαίωμα ούτε την εξουσία επί των Ελλήνων φαίνεται ότι παρεκκλίνατε, χωρίς σύνεση, από τον όρκο σας, όταν αντί να βαδίσετε κατά των Σαρακηνών κατευθυνθήκατε εναντίον των Χριστιανών με σκοπό όχι την επανάκτηση της Ιερουσαλήμ, αλλά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, προτιμώντας δηλαδή τα γήινα αντί τα πνευματικά αγαθά. Ακόμα πιο σπουδαίο όμως είναι το γεγονός ότι μερικοί (από τους Σταυροφόρους) δε σεβάστηκαν ούτε τη θρησκεία ούτε την ηλικία ούτε το φύλο…». 

Έτσι η Λατινική αυτοκρατορία, με βάσεις φεουδαλικές, δε διέθετε ισχυρή πολιτική δύναμη, ενώ επιπλέον στα εκκλησιαστικά ζητήματα δεν μπορούσε να δημιουργήσει απολύτως ικανοποιητικές σχέσεις με τη Ρώμη. 

Ο σκοπός των ιπποτών της Δύσης και των εμπόρων δεν πέτυχε ολοκληρωτικά, επειδή δεν ελέγχονταν όλες οι περιοχές του Βυζαντίου από τους Λατίνους. Μετά το 1204 υπήρχαν 3 ανεξάρτητα κράτη: α) η αυτοκρατορία της Νίκαιας υπό τη δυναστεία των Λασκαριδών (στη δυτική πλευρά της Μ. Ασίας, μεταξύ των λατινικών κτήσεων της Μ. Ασίας και των περιοχών του Σουλτάνου του Ικονίου) που κατείχε ένα μεγάλο τμήμα της ακτής του Αιγαίου αποτελώντας το μεγαλύτερο ανεξάρτητο ελληνικό κέντρο, καθώς και τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο της Λατινικής αυτοκρατορίας, β) Το Δεσποτάτο της Ηπείρου υπό τη δυναστεία των Κομνηνών, το οποίο ιδρύθηκε στη δυτική πλευρά των Βαλκανίων και γ) η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, που ιδρύθηκε το 1204 στις ακτές της Μαύρης θάλασσας από τη δυναστεία των «Μεγάλων Κομνηνών». 

Εκτός από την έλλειψη πολικής ενότητας οι Λατίνοι αντιμετώπιζαν και την έλλειψη θρησκευτικής ενότητας, επειδή τα 3 αυτά ελληνικά κράτη παρέμεναν πιστά στο δόγμα και τις συνήθειες της Ελληνικής Ανατολικής Εκκλησίας και γι’ αυτό ο Πάπας τα θεωρούσε σχισματικά. Η Νίκαια δυσαρεστούσε ιδιαίτερα τον Πάπα, επειδή ο Επίσκοπος της πόλης αυτής αδιαφορώντας για την ύπαρξη του Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, ονομαζόταν Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης. Επιπλέον οι Έλληνες της Λατινικής αυτοκρατορίας, παρά την πολιτική τους υπαγωγή στους Λατίνους, δε δέχθηκαν τον Καθολικισμό. Η στρατιωτική κατοχή της χώρας δεν είχε ως αποτέλεσμα της εκκλησιαστική ενότητα.

Τα αποτελέσματα της Δ’ Σταυροφορίας υπήρξαν μοιραία τόσο για τη Βυζαντινή αυτοκρατορία όσο και για το μέλλον των Σταυροφοριών. Η αυτοκρατορία δεν μπορούσε πια να αναλάβει από το κτύπημα που δέχτηκε το 1204, χάνοντας τη σημασία που είχε σαν διεθνής πολιτική δύναμη. 

Πολιτικά, η Ανατολική αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει σαν σύνολο. Στη θέση της ήρθαν μερικά φεουδαλικά δυτικά κράτη, ενώ η ίδια ποτέ πια, ούτε και μετά την αποκατάσταση της αυτοκρατορίας από τους Παλαιολόγους, δεν επανέκτησε την παλιά της λαμπρότητα και επιρροή.

Όσον αφορά τη σημασία της Δ’ Σταυροφορίας για το γενικό πρόβλημα της κίνησης των Σταυροφόρων, μπορεί να ειπωθεί ότι αποδείχθηκε καθαρά ότι η ιδέα της κίνησης είχε γίνει απολύτως «κοσμική», ενώ συγχρόνως διασπάστηκε το ενιαίο κίνητρο που αρχικά οδήγησε τους λαούς της Δύσης στην Ανατολή. 

Μετά το 1204, οι Δυτικοί δεν ήταν αναγκασμένοι απλά να κατευθύνουν τις δυνάμεις τους κατά των Μουσουλμάνων, στην Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, αλλά έπρεπε να τις χρησιμοποιούν συγχρόνως σε μεγάλη έκταση, στις νέες τους κτήσεις, στην περιοχή της Ανατολικής αυτοκρατορίας, για τη σταθεροποίηση της δύναμής τους εκεί. Αποτέλεσμα, φυσικά, αυτού του γεγονότος υπήρξε η αναβολή του αγώνα κατά των Μουσουλμάνων στους Αγίους Τόπους. 

Υποσημειώσεις:

[1] Αρχαία ελληνική πόλη της Κάτω Ιταλίας, αποικία Αχαιών και Τροιζήνιων. Οι κάτοικοι της πόλης αυτής επιδίδονταν στις απολαύσεις με τόση υπερβολή, ώστε από αυτούς προήλθε ο όρος «συβαριτισμός». Η Σύβαρη καταλήφθηκε το 510 π.Χ. από τους Κροτωνιάτες και καταστράφηκε εντελώς.
[2] Ο γιος του Γοδεφρείδου Α’ Βιλεαρδουίνου ήταν ο Γοδεφρείδος Β’ (1218-1246), ένας ειρηνικός ηγεμόνας. Ο αδελφός του όμως ο Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος (1246-1278) ήταν πολεμικός άρχοντας. Γεννήθηκε στην Καλαμάτα, μιλούσε ελληνικά, παντρεύτηκε την Άννα, κόρη του Μιχαήλ Β’, Δεσπότη της Ηπείρου (το 1259).  


Σελίδα Πηγής 
(απόσπασμα από ΕΔΩ)



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.