Το βράδυ της Κυριακής προβλήθηκε το πρώτο επεισόδιο της νέας σειράς του Μανούσου Μανουσάκη με τίτλο «Το Κόκκινο Ποτάμι». Η ιστορία που διηγείται η σειρά είναι βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Χάρη Τσιρκινίδη και ξεκινά στην κωμόπολη Ακ Νταγ Ματέν του νομού Αγκύρας το Μάιο του 1895, για να μεταφερθεί 11 χρόνια αργότερα, το 1908, στην Κωνσταντινούπολη. Στη σειρά συμμετέχει ένα πολυπληθές καστ καταξιωμένων ηθοποιών, ενώ η τηλεοπτική παραγωγή είναι κινηματογραφικών προδιαγραφών με γυρίσματα σε περισσότερες από 15 πόλεις σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Είναι σημαντικό, με βάση όσα είδαμε στο πρώτο επεισόδιο, να αναφέρουμε κάποια ιστορικά στοιχεία, τα οποία καταδεικνύουν την άνοδο στην εξουσία του κινήματος των νεότουρκων που διέπραξε τις γενοκτονίες των Ποντίων και των Αρμενίων στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έδιωξε από τις εστίες τους τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ανατολής.
Το εξώφυλλο του Οθωμανικού Συντάγματος του 1876 |
Τον Αύγουστο του 1876, ανήλθε στο θρόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ ή Αβδούλ Χαμίτ Β΄, ο 35ος σουλτάνος, ο οποίος έφερε και τον τίτλο του χαλίφη*. Ήταν ένας σουλτάνος με φιλελεύθερες απόψεις καθώς έκανε πολλές μεταρρυθμίσεις. Ήδη, στην αποδυναμωμένη Οθωμανική Αυτοκρατία, από το 1839 είχε ξεκινήσει η εποχή του εκσυγχρονισμού της, η οποία έχει επικρατήσει να ονομάζεται «Tanzimat« από τη γαλλική λέξη «Le Tanzimat», καθώς τα γαλλικά ήταν μια από τις γλώσσες που μιλούσαν αρκετοί μορφωμένοι Οθωμανοί.
Η περίοδος του «Tanzimat» ξεκίνησε με σκοπό όχι τη ριζική μεταμόρφωση, αλλά τον εκσυγχρονισμό, επιθυμώντας να εδραιώσει τα κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηρίστηκε από διάφορες προσπάθειες εκσυγχρονισμού της και εξασφάλισης της εδαφικής της ακεραιότητας έναντι εσωτερικών εθνικιστικών κινημάτων και εξωτερικών επιθετικών δυνάμεων. Οι μεταρρυθμίσεις ενθάρρυναν τον οθωμανισμό μεταξύ των διαφόρων εθνοτικών ομάδων της αυτοκρατορίας και προσπάθησαν να σταματήσουν την παλίρροια των εθνικιστικών κινημάτων. Οι ελίτ του κράτους και του Τανζιμάτ υποστήριζαν τον Οθωμανισμό, δηλαδή τη διατήρηση της πολυεθνικής αυτοκρατορίας, και απέκλειαν κινήματα υπέρ του Ισλάμ ή τουρκικών και άλλων εθνικισμών. Μάλιστα, σημαντικό μέρος των πόρων του κράτους ξοδεύονταν για να ανασταλούν τα εθνικά κινήματα των μη-μουσουλμάνων στα Βαλκάνια στην προσπάθεια στήριξης του Οθωμανισμού, με την πεποίθηση ότι διαφορετικά θα καταρρεύσει η αυτοκρατορία.
Ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β |
Ακριβώς επειδή η περίοδος του Συντάγματος ήταν βραχύβια, ο Σουλτάνος ανέστειλε τη λειτουργία του Συντάγματος δυο χρόνια αργότερα, το 1878, η επιρροή των Νεο-Οθωμανών οδήγησε στη δημιουργία του κινήματος των Νεότουρκων το 1908.
Η Διακήρυξη των επαναστατών Νεότουρκων του 1908 |
Αυτό, φυσικά, με βάση τις ριζοσπαστικά φιλελεύθερες διακηρύξεις τους και προτού προχωρήσουν στα φρικιαστικά τους εγκλήματα. Όταν, όμως, ανέλαβαν την διακυβέρνηση και, μετά τις συντριπτικές ήττες τους κατά τον Α’ Βαλκανικό (1912-1913), ξεκίνησαν την πολιτική της γενοκτονίας, συνεπικουρούμενοι από τους Γερμανούς, οι οποίοι ήδη είχαν εκτοπίσει τους Άγγλους και την επιρροή τους στο Οθωμανικό κράτος από τα τέλη του 19ου.
Τον Ιανουάριο του 1913, ο Enver Paşa Bey (Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς) καταλαμβάνει την εξουσία και μαζί με τους Mehmet Tâlât (Μεχμέτ Ταλαάτ) και Сemal Paşa (Τζεμάλ Πασάς) σχημάτισαν μία τριανδρία με σαφώς φιλογερμανική κατεύθυνση. Προς επισφράγιση της τουρκογερμανικής προσέγγισης ήρθαν στην Τουρκία οι Otto Viktor Karl Liman (Λίμαν Φον Σάντερς), Wilhelm Leopold Colmar Freiherr von der Goltz (Κόλμαρ Φράιχερ φον ντερ Γκολτς) και Friedrich Freiherr Kres von Kresenstein (Φρίντριχ Φράιχερ Κρες φον Κρέσενσταιν), ενώ ταυτόχρονα η Γερμανία εφοδίασε με στρατιωτικό υλικό τον οθωμανικό στρατό. Ήταν οι Γερμανοί απεσταλμένοι που παρότρυναν την τριανδρία των Νεοτούρκων να προχωρήσουν σε εκτοπίσεις και γενοκτονίες. Η 1η ήταν το 1915 των Αρμενίων, η 2η το 1919 των Ποντίων.»
Ο Ισμαήλ Εμβέρ πασάς, Τούρκος αξιωματικός, ηγετική μορφή του νεοτουρκικού κινήματος. |
Οι λόγοι που οδήγησαν στην επικράτηση του κινήματος των Νεοτούρκων σχετίζονται άμεσα με την οικονομική κρίση της αυτοκρατορίας στις αρχές του 20ού αιώνα, καθώς και με την ιδιαίτερη θέση του στρατού στην οθωμανική κοινωνία. Η οικονομική κρίση της χώρας -έλλειψη ρευστότητας, επενδυτικών κεφαλαίων, και χρόνια ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού- η επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και οι άσχημες κλιματολογικές συνθήκες του 1907, με τις συναφείς επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα και τη μείωση των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων προκάλεσαν επιδείνωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο της αυτοκρατορίας. Αδυνατώντας το κράτος να πληρώσει τους μισθούς των στρατιωτικών, όξυνε την ήδη υπάρχουσα δυσαρέσκεια προς το καθεστώς του Σουλτάνου. Τέλος, οι εξελίξεις στη Μακεδονία με τα αντιμαχόμενα κινήματα Ελλήνων, Σέρβων και Βουλγάρων,όπου οι Έλληνες έδωσαν αγώνα για να αντικρούσουν την αγριότητα των Βούλγαων, θεωρήθηκαν ως ακόμα μια ένδειξη έλλειψης υποστήριξης του στρατού από την κυβέρνηση του Σουλτάνου, που οδήγησαν στην ενίσχυση των επαναστατικών του τάσεων.
Αξιοσημείωτο είναι πως οι Νεότουρκοι επιχείρησαν να εκτουρκίσουν όλους τους πληθυσμούς του ευρωπαϊκού τμήματος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αρχικά, σε αρκετές περιπτώσεις οι Νεότουρκοι προσπάθησαν να προσεταιριστούν τους βαλκανικούς λαούς και ιδίως τους Έλληνες, τις αντάρτικες ομάδες των οποίων χρησιμοποίησαν συχνά, ώστε να διασχίζουν με ασφάλεια τη Μακεδονία. Οι διαβαλκανικές προστριβές της περιόδου, ήταν επίσης η κατάλληλη ευκαιρία για την εφαρμογή μιας πολύπλοκης εξωτερικής πολιτικής, στόχος της οποίας υπήρξε η ενίσχυση της βαλκανικής έριδας, μέσω μιας υποθετικής προστασίας σε περίπτωση επικείμενης εισβολής κατά βαλκανικής χώρας από μία άλλη. Στη συνέχεια όμως, βλέποντας ότι η ολοκληρωτική επικράτηση του Ελληνισμού στη Μακεδονία απειλούσε ακόμη και την τουρκική παρουσία, οι Νεότουρκοι επέδειξαν ιδιαίτερα ευνοϊκή στάση απέναντι στο βουλγαρικό Κομιτάτο, επιτρέποντας βιαιότητες κατά των Ελληνικών πληθυσμών, που προκάλεσαν την εκ νέου Ελληνική αντάρτικη δράση.
Στις μέρες πλέον καθώς η ιστορία επαναλαμβάνεται, να σημειώσουμε ότι ο πρώην πρωθυπουργός και διπλωμάτης, Αχμέτ Νταβούτογλου, είναι από τους πολιτικούς που διαμόρφωσε ουσιαστικά και εισήγαγε στην κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ρ.Ταγίπ Ερντογάν το δόγμα του Νεο-οθωμανισμού, το οποίο φαίνεται να ξεπηδάει από το παρελθόν και να αποτελεί μια «μοντέρνα» εκδοχή του παν-τουρκικού δόγματος αλλά και μια επικαιροποίηση της περιόδου του Tanzimat του οθωμανικού παρελθόντος. Ενώ ο σημερινός πρόεδρος της χώρας Ρ.Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει κρύψει τον θαυμασμό του προς τον Αμπντούλ Χαμίτ B’, τον σουλτάνο χαλίφη, τη φωτογραφία του οποίου χρησιμοποιεί συχνά σε προπαγανδιτικά βίντεο του ένδοξου οθωμανικού παρελθόντος.
Σημείωση: *Ο χαλίφης προέρχεται από το αραβικό χαλίφα που σημαίνει κυριολεκτικά ο διάδοχος του Μωάμεθ. Πρόκειται για ηγεμονικό μουσουλμανικό κληρονομικό τίτλο, θρησκευτικό και πολιτικό. Προέρχεται από τον Αμπού Μπακρ, σύντροφο (σαχάμπι) και πεθερό του προφήτη του Ισλάμ, Μωάμεθ, ο οποίος πήρε τον τίτλο χαλίφα ρασούλ Αλά(χ) δηλαδή διάδοχος αγγέλου (αγγελιαφόρου) του Θεού. Τον τίτλο έλαβαν οι απόγονοι του Αμπού Μπακρ και αρκετοί μουσουλμάνοι ηγεμόνες οι οποίοι χαρακτηρίζονταν και ως υπηρέτες των δυο ιερών προσκυνημάτων (τα δυο ιερά τζαμιά στη Μέκκα και τη Μεδίνα) μέχρι ο τίτλος να καταργηθεί με την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923. Οι σιίτες μουσουλμάνοι αποκαλώντας τον ανώτατο θρησκευτικό τους ηγέτη ιμάμη, θεωρούν ότι ο Χαλίφης μπορεί να είναι μόνο απευθείας απόγονος του Μωάμεθ, ενώ οι σουνίτες (όπως ο Ερντογάν) υποστηρίζουν ότι το αξίωμα αυτό μπορούν να φέρουν μόνο οι απόγονοι των Κουραϊσιτών, φυλή από την οποία καταγόταν ο Μωάμεθ.
Γιώτα Χουλιάρα για το Geopolitics and Daily News
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου