Έχω πάψει προ πολλού να ενδιαφέρομαι για το για εσωτερική κατανάλωση "πολιτικό κουτσομπολιό" που τους τελευταίους μήνες έχει ιδιαζόντως αναπτυχθεί με αφορμή τις ενδεχόμενες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Έζησα από κοντά το πολιτικό παρασκήνιο ως δημοσιογράφος επί τουλάχιστον 20 χρόνια. Ζω από κοντά ΚΑΙ το πολιτικό προσκήνιο ως βουλευτής ή εκλεγμένος αυτοδιοικητικός σύμβουλος για άλλα 9 χρόνια. Ένα έχω να πώ: Τίποτε δεν είναι αυτό που φαίνεται.
Όλα αυτά που είδαν το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό όμως για τις «σχέσεις διαπλοκής
Και εξηγούμαι : Όταν τον Αύγουστο του 1964 επέστρεφα στην Ελλάδα, απόφοιτος πλέον – και μάλιστα αριστούχος- Αμερικανικού Γυμνασίου (Wilson High School – Easton- Pennsylvania) «κουβαλούσα» τόση πολλή αμερικάνικη κουλτούρα - και υποκουλτούρα- που το περιβάλλον μου απόρησε. Μου άρεσε στην Αμερική. Ήταν όλα τακτοποιημένα και καθαρά, υπήρχε πρόγραμμα, υπήρχε σύστημα, τα πάντα κυλούσαν οργανωμένα, το σχολείο ήταν υπέροχο, τα Πανεπιστήμια που είχα επισκεφθεί ήταν θαυμάσια, ο αθλητισμός ανθούσε, η μουσική «έσκιζε», η τηλεόραση μου είχε «ανοίξει τα μάτια» σε άλλους κόσμους , ζούσα σε μια πολιτεία όπου δεν υπήρχαν φυλετικές διακρίσεις (προφανώς γιατί δεν υπήρχαν αρκετοί μαύροι) και ναι μεν είχε δολοφονηθεί μπροστά στα μάτια μου τηλεοπτικά, ένας πρόεδρος αλλά κανείς δεν έδειχνε να αμφισβητεί, να μάχεται, να υπονομεύει το κοινωνικό σύστημα, την Παιδεία, την Υγεία, τον Πολιτισμό.
Δεν ήξερα. Δεν είχα προλάβει να μάθω. Δεν είχα την ικανότητα της ανάλυσης. Ήμουνα 16,17 χρονών. Τα χρόνια που πέρασα στη συνέχεια στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, στο Στρατό, στη Δικτατορία, στην εργασία μου είχαν επιβεβαιώσει τα συναισθήματά μου και συνηγορούσαν στο ότι «όλα είναι καλύτερα εκεί».
Άργησα αρκετά να συνειδητοποιηθώ .Και μπορεί να μην έγινα ποτέ αντιαμερικανός ή αριστερός αλλά «κάτι» μέσα μου μού έλεγε ότι ο αμερικάνικος παράδεισος είχε αρκετές…πύλες εξόδου.
Η συνειδητοποίηση της αμφισβήτησης ενισχύθηκε τη δεκαετία του ’80 και του ’90. Αλλά είχαν πλέον περάσει 25 χρόνια. Τότε πλέον αμφισβητούσα όχι μόνο το «αμερικάνικο μοντέλο» αλλά και το Ελληνικό και το Διεθνές. Αλλά μήπως όλοι μας κάποια στιγμή της ζωής μας δεν γινόμαστε αμφισβητίες και αντιρρησίες;
Διαβάζοντας για τα τρία απόρρητα τηλεγραφήματα της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα προς την Ουάσιγκτον, το 2006, το 2008 και το 2010, όπου γινόταν αναφορά στην ελληνική δημοσιογραφία εν γένει, στο δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά ειδικότερα, στους τηλεοπτικούς σταθμούς MEGA και ΣΚΑΪ, στα free press έντυπα, ακόμα και... στις σχολές δημοσιογραφίας, άλλαξε για μιαν ακόμη φορά η «προβολή» της πραγματικότητας . Κι έφτασα στο σημείο να πω στον εαυτό μου: «Δεν με ενδιαφέρει πλέον ΤΙΠΟΤΑ». Αλλά την έχω αυτή την πολυτέλεια;
Από την άλλη πλευρά, πώς να αντιμετωπίσω αυτό το εκπληκτικό «Πώς να διαβάσετε τον ελληνικό Τύπο: Ένας οδηγός για τους αμύητους» που ισχυρίζεται πως τα ελληνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν ενδιαφέρονται για την κερδοφορία τους, αλλά πρωτίστως για την άσκηση πολιτικής και οικονομικής πίεσης; Πώς να δεχτώ να εισχωρήσει στο δικό μου σύστημα το ενδεχόμενο να αληθεύει πώς «υπάρχουν Έλληνες δημοσιογράφοι που διατηρούν θέση σε πολιτικά γραφεία Τύπου, τα οποία, ταυτόχρονα, καλύπτουν δημοσιογραφικά, λαμβάνοντας από αυτά δώρα και χρήματα» ; Τι να πω για την καταγγελία ότι «Η ελληνική βιομηχανία ΜΜΕ, ελέγχεται από μεγιστάνες των επιχειρήσεων, των οποίων οι άλλες επιτυχημένες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες επιτρέπουν να επιδοτούν τις ζημιογόνες επιχειρήσεις ΜΜΕ»;
Ειλικρινά το λέω: Τι σχέση έχω εγώ μ΄ όλα αυτά; Κι αν ισχύουν, πως δεν το είχα αντιληφθεί; Διότι ανόητος δεν είμαι και «γράμματα γνωρίζω».
Φυσικά το έχω δει να εξελίσσεται στα μάτια μου τον τελευταίο χρόνο, ίσως και από παλαιότερα ότι «Τα ΜΜΕ συχνά προβάλλουν μια σχεδόν κοινή εικόνα για τα εθνικά και διεθνή γεγονότα, εκτός από τις μεταξύ τους κομματικές διαφορές»;. Αλλά άλλο αυτό και άλλο ο ισχυρισμός ότι «Ένας Έλληνας πολιτικός αρθρογράφος περιέγραψε την κατάσταση σαν ένα... μουσακά με πολλές στρώσεις υλικών που έχουν ψηθεί μαζί» ή ότι «όσον αφορά στους ίδιους τους δημοσιογράφους, είναι ένα μάτσο κακοπληρωμένων, που συνήθως έχουν πολλές δουλειές προκειμένου να πληρώνουν τους λογαριασμούς τους» Και το χειρότερο; Ότι «ο συντάκτης αναφέρεται στην προσπάθεια των Αμερικανών να επιτύχουν μεγαλύτερο έλεγχο στις σχολές δημοσιογραφίας, ώστε να καταπολεμήσουν τον αντι-αμερικανισμό. Οι συνομιλητές μας στις σχολές δημοσιογραφίας φοβούνται ότι οι αλλαγές στη βιομηχανία των ΜΜΕ σημαίνει πως οι σπουδαστές τους δεν θα μπορούν να βρουν και πολλές θέσεις στη δημοσιογραφία όταν αποφοιτήσουν».
Δεν με απασχολεί ότι οι έγγραφο που υπογράφει ο Αμερικανός διπλωμάτης Σπέκχαρντ χαρακτηρίζει τον Αλέξη Παπαχελά ως «τον πιο γνωστό Έλληνα δημοσιογράφο» και λέει ότι «η εκπομπή του πέτυχε να περάσει το μήνυμα των Αμερικανών στην Ελλάδα». Μπορεί νάναι κι έτσι. Ο καθένας είναι υπεύθυνος και για τα λόγια και για τις πράξεις του.
Μόνο που εγώ, απλώς… δε γουστάρω πλέον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου