συνέχεια από το Α μέρος
Γράφει ο Εὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.
Ε΄. Οἱ ἱεροί κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας
Χριστιανοί
ἤ μή, δέν ἔπαυαν οἱ αὐτοκράτορες Κωνστάντιος καί Κώνστας νά
ἐπιβάλλονται αὐτοκρατορικῶς, ὅμως ἡ Ἐκκλησία οὐδέποτε ἐπιβάλλεται, καί
οὐδέποτε ἐπιβλήθηκε, δι΄ “ἐκδικητικοῦ ξίφους”. Ἡ παράβαση δύναται, κατά
τήν ἀποστολική διδασκαλία, τήν ὁποία ἤδη εἴδαμε, νά ἰαθεῖ διά τῆς
δυνάμεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ κάθαρση ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἡ συγχώρηση ἀπό τήν θεία χάρη μέλλει νά
ἐπέλθει ἐφ΄ ὅσον ὁ ἄνθρωπος ἔμπρακτα μετανοήσει. Τοῦτο θά συμβεῖ
ἀδιαφόρως τοῦ ἄν ἡ πολιτεία, ὅποια καί ἄν εἶναι αὐτή, ἀποφασίσει ἤ ὄχι
νά ἐπανεισαγάγει τά ἤθη τῆς εἰδωλολατρικῆς αὐτοκρατορικῆς Ρώμης καί
μάλιστα νά τά ἐνισχύσει δίνοντάς τους καί κύρος καί ἰσχύ νόμου.
Γιά
τό Δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό ὀνομαζόμενο
“Κανονικό Δίκαιο”, τό ὁριζόμενο ἀπό τούς κανόνες της, τούς ἐμπνεόμενους
ἀπό τήν ἐν Χριστῷ Ἀποκάλυψη τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ, οὐδέποτε ὑπῆρξε κάποια
ἀσάφεια ἤ κάποια ἀμφιταλάντευση ἐπί τοῦ ἐν λόγῳ θέματος. Παρατηρεῖ
σχετικῶς ὁ Π. Ε. Χριστινάκης:
“Oἴκοθεν
βεβαίως νοεῖται ὅτι κατά τό Κανονικόν τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν Δίκαιον εἶναι
ἀξιόποινος πᾶσα τοιαύτη σχέσις καί δή σωρευτικῶς κατά τε τάς περί
ἀρσενοκοιτίας, παιδοφθορίας κ.λπ. εἰδικάς διατάξεις καί τάς τοιαύτας
περί “ἀκαθαρσίας”, “σκανδάλου” καί μοιχείας.[56]“
Στοιχοῦσα
πρός τήν ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί
Ἀποστολική Ἐκκλησία θέσπισε, ἐπινεύσει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τούς ἱερούς
της κανόνες. Σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς σχετικούς κανόνες ἀποσαφηνίζεται,
ὅτι ἡ συμπεριφορά αὐτή εἶναι ἐφάμαρτη, χρήζει δέ ματανοίας καί
ἐπιτιμίου.
Γιά
τό θέμα, τό ὁποῖο ἐδῶ μᾶς ἀπασχολεῖ, διαλαμβάνουν οἱ κανόνες, τῶν ἁγίων
αὐταδέλφων Βασιλείου Καισαρείας τοῦ Μεγάλου καί Γρηγορίου Νύσσης, οἱ
ὁποῖοι, ὡς γνωστόν ἔζησαν κατά τόν 4ο αἰώνα, καί τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ
Νηστευτοῦ, ἁγίου τοῦ 6ου αἰῶνος. Οἱ κανόνες τῶν ἁγίων Βασιλείου καί
Γρηγορίου ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπό τόν Β΄ κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς
Συνόδου (692 μ.Χ.). Γι΄ αὐτό καί ἔχουν οἰκουμενική καί αἰωνία ἰσχύ.
Ἐπιπροσθέτως, ὁ αὐτός κανόνας τῆς αὐτῆς συνόδου ἀπαγορεύει τήν ἀνατροπή
αὐτῶν, ἀλλά καί ὅλων τῶν κανόνων τούς ὁποίους ἐπικυρώνει: “Εἰ δέ τις ἁλῶ
Κανόνα τινά τῶν εἰρημένων καινοτομεῖν, ἤ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν,
ὑπεύθυνος ἔσται κατά τόν τοιοῦτον Κανόνα ὡς αὐτός διαγορεύει τήν
ἐπιτιμίαν δεχόμενος, καί δι΄ αὐτοῦ ἐν ᾧπερ πταίει θεραπευόμενος.”
Σέ
δύο κανόνες του ὁ ἅγιος Βασίλειος Καισαρείας ὁ Μέγας ἀσχολεῖται μέ τό
συγκεκριμένο ζήτημα, στόν 7ο καί στόν 62ο. Τό ἐπιτίμιο τῆς συμπεριφορᾶς
αὐτῆς τοποθετεῖ, εἰς ἀμφοτέρους τούς κανόνες του, στά δεκαπέντε ἔτη
ἀκοινωνησίας[57].
Ἐδῶ ὀφείλουμε νά τονίσουμε, ὅτι ὁρίζει τό ἐπιτίμιο τῆς ἐν λόγῳ πράξεως
τέσσαρα ἤ πέντε ἔτη περισσότερα ἀπό τόν ἀκούσιο φόνο, τοῦ ὁποίου τό
ἐπιτίμιο ὁρίζει δι΄ ἄλλων κανόνων του στά δέκα ἤ ἕνδεκα ἔτη[58], καί πέντε ἔτη ὀλιγότερα ἀπό τόν ἐκούσιο, τοῦ ὁποίου τό ἐπιτίμιο ὁρίζει στά εἴκοσι[59].
Δηλαδή, ὡς πρός τή βαρύτητα τοῦ ἐγκλήματος, τοποθετεῖ τό συγκεκριμένο
ἁμάρτημα κατά πενήντα τοῖς ἑκατό σέ ὑψηλότερο βαθμό ἀπό τόν ἀκούσιο φόνο
καί μόλις κατά εἰκοσιπέντε τοῖς ἑκατό ὀλιγότερο ἀπό τόν ἐκούσιο.
Πλήν
ὅμως, ὅπως εἶναι εὑρύτερα γνωστό, ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική ποιμαντική
θέτει τά ἐπιτίμια σέ δεύτερη μοίρα, δέν εἶναι ἄτεγκτη, καί ἀποσκοπεῖ
στήν εἰλικρινή μετάνοια καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι στήν ἐξουθένωσή
του. Κατά ταῦτα, ὅπως θά δοῦμε καί ἀμέσως κατωτέρω στούς κανόνες τοῦ
ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ἡ εἰλικρινής μετάνοια δύναται νά σημάνει
δραστική μείωση τοῦ χρόνου ἐφαρμογῆς τοῦ ἐπιτιμίου.
Περί
τό θέμα διαλαμβάνει καί ὁ Δ΄ κανών τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου
Νύσσης. Στό κανόνα αὐτό ὁ ἱερός πατήρ ὁρίζει τό ἐπιτίμιο γιά τήν ἐν λόγῳ
πράξη στά δεκαοκτώ ἔτη. Τό αὐτό ἐπιτίμιο ὁρίζει καί γιά τήν μοιχεία καί
τήν κτηνοβασία. Ἐπισημαίνει, ὅτι “μία ἐστίν ἡ νόμιμος συζυγία, καί
γυναικός πρός ἄνδρα, καί ἀνδρός πρός γυναίκα”. Τήν δέ ζωοφθορία, ὅπως
καί τήν παιδεραστία χαρακτηρίζει “φύσεως μοιχεία”, διότι ὅπως ὁ ἴδιος
ἐξηγεῖ, “εἰς γάρ τό ἀλλότριον τε καί παρά φύσιν γίνεται ἡ ἀδικία”, τοῦτο
σημαίνει ὅτι οἱ πράξεις αὐτές παραβιάζουν τή φύση. Τά χαρακτηρίζει
“ἀπαγορευμένα κακά” καί μάλιστα χρησιμοποιεῖ καί τόν αὐστηρό
χαρακτηρισμό “τῇ κατά τοῦ ἄρρενος λύσσῃ”, ὥστε νά καταδείξει ὅτι
πρόκειται γιά κάτι ἀφύσικο:
“Ἐπεί
δέ τῶν ἐν πορνείᾳ μολυνθέντων ἀδικία τις τῇ ἁμαρτίᾳ ταύτῃ οὐ
καταμέμεικται, διά τῶν διπλασίων ὡρίσθη τῆς ἐπιστροφῆς ὁ χρόνος τοῖς ἐν
μοιχείᾳ μιανθεῖσι, καί ἐν τοῖς ἄλλοις τοῖς ἀπαγορευμένοις κακοῖς,
ζωοφθορίᾳ καί τῇ τοῦ ἄῤῥενος λύσσῃ· διπλασιάζεται γάρ, ὡς εἶπον, ἐπί τῶν
τοιούτων ἡ ἁμαρτία, μία μέν ἡ κατά τήν ἄθεσμον ἡδονήν, ἑτέρα δέ ἡ
κατά τήν ἀλλοτρίαν ἀδικίαν συνισταμένη.”[60]
Εἶναι,
κατά τά ἀνωτέρω, διπλό τό παράπτωμα, δηλαδή κατ΄ ἀρχήν ἡ “ἄθεσμη ἡδονή”
καί ἔπειτα ἡ εἰς βάρος ἄλλου ἀδικία, γι΄ αὐτό καί ἐπιτιμᾶται διπλάσια
ἀπό τήν πορνεία.
Τό
ἐδῶ ὁριζόμενο ἐπιτίμιο εἶναι διπλάσιο ἀπό τό ὁριζόμενο ὑπό τοῦ αὐτοῦ
ἁγίου πατρός καί διδασκάλου στόν Ε΄ κανόνα του γιά τόν ἀκούσιο φόνο, ὁ
ὁποῖος ἐπιτιμᾶται μέ ἑννέα ἔτη ἀκοινωνησίας, καί κατά τό ἑνα τρίτο
ἐλαφρύτερο ἀπό τό ὁριζόμενο γιά τόν ἐκούσιο, ὁ ὁποῖος ἐπιτιμᾶται μέ
εἰκοσιεπτά ἔτη[61].
Ὅπως εἴδαμε, καί ὁ αὐτάδελφός του Βασίλειος ὁ Μέγας ὁρίζει γιά τό ἐν
λόγῳ ἁμάρτημα ἐπιτίμιο αὐστηρότερο τοῦ ἀκουσίου καί ἐπιεικέστερο τοῦ
ἐκουσίου φόνου.
Ὅμως, ὀφείλουμε νά τονίσουμε ὅτι, ὁ ἅγιος πατήρ καί διδάσκαλος δέν στερεῖται φιλανθρωπίας, διότι δηλώνει, κατ΄ ἀρχήν, ὅτι:
“ὁ
μέν γάρ ἀφ΄ ἑαυτοῦ πρός τήν ἐξαγόρευσιν τῶν ἁμαρτιῶν ὁρμήσας, αὐτῷ τῷ
καταδέξασθαι δι΄ οἰκείας ὁρμῆς γενέσθαι τῶν κρυφίων κατήγορος, ὡς ἤδη
τῆς θεραπείας τοῦ πάθους ἀρξάμενος, καί σημεῖον τῆς πρός τό κρεῖττον
μεταβολῆς ἐπιδειξάμενος, ἐν φιλανθρωποτέροις γίνεται τοῖς ἐπιτιμίοις.”[62]
Τό
ἐπιτίμιο εἶναι, ἑπομένως, κατά τόν ἱερό πατέρα, φιλανθρωπότερο, ἐάν
ὅποιος τή διέπραξε κρυφίως, αὐτοβούλως ὁμολογήσει τήν πράξη αὐτή.
Ἀντιθέτως,
ἐάν κάποιος συλληφθεῖ νά διαπράττει τήν ἐν λόγῳ πράξη, ἤ ὁμολογήσει
κατόπιν βάσιμης ὑποψίας καί ἐλέγχου, ἀπαιτεῖται παρατεταμένο διάστημα
μετανοίας, ἕως ὅτου γίνει δεκτός στή θεία κοινωνία: “φωραθείς ἐπί τῷ
κακῷ, ἤ διά τινος ὑποψίας, ἤ κατηγορίας ἀκουσίως ἀπελεγχθείς, ἐν
ἐπιτεταμένῃ γίνεται τῇ ἐπιστροφῇ· ὥστε καθαρισθέντα δι΄ ἀκριβείας αὐτόν,
οὕτως ἐπί τήν τῶν Ἁγιασμάτων κοινωνίαν παραδεχθῆναι.”[63]
Δίδεται,
ἄρα, ἡ δυνατότητα συγχωρήσεως καί καθαρισμοῦ ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀφοῦ,
ἄλλωστε, γι΄ αὐτό ἔπαθε καί ἀνέστη ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Γι΄
αὐτό καί τονίζει ὁ ἱερός πατήρ:
“Ὥσπερ
γάρ τό τοῖς χοίροις ῥίπτειν τόν μαργαρίτην ἀπείρηται, οὕτω τό
ἀποστερεῖν τοῦ τιμίου Μαργαρίτου τόν ἤδη ἄνθρωπον, διά τῆς ἀπαθείας τε
καί καθαρότητος γενόμενον, τῶν ἀτόπων ἐστίν.”[64]
Εἶναι,
κατά τά ἀνωτέρω, ἄτοπο, νά ἀποστερεῖται τῆς Θείας Κοινωνίας ὅποιος ἔχει
ἤδη διά τῆς πίστεως καί τοῦ ἀγῶνος του ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά πάθη. Συνεπῶς
εἶναι θεμιτή ἡ σύντμηση τοῦ χρόνου ἐπιτιμίου, ἐφ΄ ὅσον ὁ πταίσας ἔχει
ἤδη μετανοήσει.
Μέ
τό ἐν λόγῳ ζήτημα ἀσχολεῖται καί ὁ Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ὁποῖος εἶναι ἅγιος τοῦ 6ου αἰῶνος καί ὁμοίως
Καππαδόκης, ὅπως καί οἱ δύο προηγούμενοι ἅγιοι πατέρες καί διδάσκαλοι.
Οἱ κανόνες του, ὀφείλουμε νά ἐπισημάνουμε ὅτι, δέν ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπό
Οἰκουμενική Σύνοδο, τ.ἔ. δέν ἔχουν οἰκουμενική ἰσχύ. Τοῦτο συνέβη,
μᾶλλον ἐπειδή θεωρήθηκαν ἀρκετά αὐστηροί. Ὅμως, ὡς ἔργα ἑνός ἁγίου
πατρός τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι δυνατόν, ἀφ΄ ἑνός νά χρησιμεύσουν στούς
πνευματικούς, ὅσο καί στόν ὁποιονδήποτε χριστιανό θά ἤθελε νά τούς
συμβουλευθεῖ, ὡς δείκτης ὀρθῆς πορείας στή διακονία καί στή ζωή του. Ἀφ΄
ἑτέρου, ἐπειδή ὡς πρός τό τί εἶναι δίκαιο καί τί δέν εἶναι, δέν
ἀντιτίθενται στόν ὁποιονδήποτε κανόνα συντεταγμένο ἤ ἐπικυρωμένο ἀπό
οἰκουμενική ἤ τοπική σύνοδο, ἀποτελοῦν δέ μία ἀκόμη μαρτυρία ἐπί τοῦ
ζητήματος τῆς συμφωνίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας γιά ζητήματα
χριστιανικῆς πίστεως καί ζωῆς.
Ὁρίζει, λοιπόν, ὁ ΙΗ΄ κανών τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τά ἑξῆς:
“Tόν
ἀῤῥενομανήσαντα τρία ἔτη τῆς Κοινωνίας εἴργεσθαι ἔδοξε, κλαίοντα καί
νηστεύοντα, καί πρός τήν ἑσπέραν ξηροφαγοῦντα, καί μετανοίας διακοσίας
ποιοῦντα· περί πλείονος δέ τήν ῥαστῴνην ποιούμενος, τά ιε΄ ἔτη
πληρούτω.”[65]
Ὁ
χαρακτηρισμός τῆς πράξεως παραμένει καί ἐδῶ, παρά τήν πάροδο δύο αἰώνων
ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ὁμοίως αὐστηρός[66].
Τήν πράξη, εἴδαμε ὅτι, χαρακτηρίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος “λύσσα”, ὁ δέ
ἅγιος Ἰωάννης “μανία”, δηλώνοντας, ἀμφότεροι οἱ ἅγιοι, ὅτι πρόκειται
περί πράξεως ἔξω τοῦ φυσικοῦ, ἡ ὁποία κατά κανόνα δέν ἔχει τό
χαρακτηριστικό τοῦ στιγμιαίου, ἀλλά τείνει νά καταστεῖ πάθος. Σέ αὐτῆς
τῆς ἐντάσεως τήν ἀξιολόγηση ἀκολουθοῦν οἱ ἅγιοι πατέρες τήν Ἁγία Γραφή,
ὅπου, ὅπως εἴδαμε, ἡ πράξη οὐδέποτε χαρακτηρίζεται ἀποδεκτή.
Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ἐπιβάλλει ἐπιτίμιο ἀπαγορεύσεως τῆς μετοχῆς στή Θεία
Κοινωνία τρία ἔτη, κατά τά ὁποῖα ὁ πταίσας ὀφείλει νά κλαίει, νά
νηστεύει καί νά καταναλώνει ξηρά τροφή ἑκάστη ἑσπέρα, καί νά
πραγματοποιεῖ διακόσιες μετάνοιες. Ὅμως δύναται νά ἐκταθεῖ ἡ περίοδος
τοῦ ἐπιτιμίου ἕως καί στά δεκαπέντε ἔτη, ἐάν καί ἐφ΄ ὅσον ὁ ἁμαρτήσας
δέν δείχνει τήν κατάλληλη προθυμία. Τοῦτο ταυτίζεται μέ τό ἐπιτίμιο, τό
ὁποῖο, ὅπως ἀνωτέρω εἴδαμε, ὁ μέγας Βασίλειος ἐπιβάλλει στό ἐν λόγῳ
ἁμάρτημα.
Ὁ
αὐτός πατήρ ἐπιτιμᾶ τόν ἀκούσιο φόνο μέ τριετή ἀκοινωνησία, τόν δέ
ἐκούσιο μέ πενταετή. Aὐτή συνοδεύεται ἀπό νηστεία μέχρι τήν ἑσπέρα,
κατόπιν ξηροφαγία, καί καθημερινά τριακόσιες μετάνοιες[67].
Ὅπως παρατηροῦμε, τό ἐπιτίμιο τῆς ὑπό ἐξέταση πράξεως εὑρίσκεται σέ
ἐπιεικέστερη θέση ἀμφοτέρων τῶν περιπτώσεων φόνου. Πλήν ὅμως, καί σέ
αὐτή τήν περίπτωση, ἐφ΄ ὅσον ὁ πταίσας ραθυμήσει, τ.ἔ. δέν τηρήσει τά
περί ξηροφαγίας καί μετανοιῶν ὑπό τοῦ Ἰωάννου ὁριζόμενα, προβλέπει ὁ
κανών: “τόν ὅρον τῶν Πατέρων πληρούτω”, δηλαδή νά ἀκολουθεῖ ὅσα οἱ πρό
αὐτοῦ πατέρες, εἴδαμε ὅτι, ἔχουν ὁρίσει.
Στ΄. Τό ἰσχύον Σύνταγμα τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας
Τό
Σύνταγμα τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας εἶναι χριστιανικό, διότι ἡ πολιτεία,
στήν ὁποία αὐτό ἀνήκει, εἶναι χριστιανική, ἱδρυμένη ἀπό χριστιανούς,
τούς προγόνους μας, οἱ ὁποῖοι ἐπανεστάτησαν “ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος”,
πρῶτα μετελάμβαναν τῶν ἀχράντων μυστηρίων καί ἔπειτα πήγαιναν νά
πολεμήσουν, καί ἔτσι μᾶς χάρισαν τήν ἐλευθερία. Ἤδη στό πρῶτο Ἑλληνικό
Σύνταγμα τῆς Ἐπιδαύρου, δημοσιευμένο τήν 1η/1ου/1822, ὅρισαν ὅτι: “Ὅσοι
αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν,
εἰσίν Ἕλληνες καί ἀπολαμβάνουσιν ἄνευ τινός διαφορᾶς ὅλων τῶν πολιτικῶν
δικαιωμάτων.”[68]
Τό ἄρθρο αὐτό εἶναι ἡ πλέον περίτρανη ἀπόδειξη, ὅτι οἱ ἀγωνιστές
ἐπαναστάτες πρόγονοί μας θεωροῦσαν ἑαυτούς Ἕλληνες, ἀκριβῶς ἐπειδή ἦταν
χριστιανοί.
Ἀλλά
καί ἡ ἐπίκληση στήν Ἁγία Τριάδα, ἡ ὁποία προηγεῖται τοῦ πρώτου
ἑλληνικοῦ Συντάγματος, ἀποδεικνύει κατά τόν πλέον ἀδιαμφισβήτητο τρόπο,
ὅτι τό κράτος στό ὁποῖο ἐμεῖς σήμερα ζοῦμε καί εὐημεροῦμε, καί ἐλπίζουμε
ὅτι τό αὐτό θά συνεχίσουν νά πράττουν οἱ ἀπόγονοί μας καί οἱ ἀπόγονοι
τῶν ἀπογόνων μας, εἶναι χριστιανικό, διότι τό ἵδρυσαν μέ τούς ἀγῶνες
τους καί τό θεμελίωσαν μέ τίς θυσίες καί τό αἷμα τους οἱ ἀγωνιστές
πρόγονοί μας. Λέγει λοιπόν σαφῶς ἡ εἰσαγωγική ἐπίκληση τοῦ Συντάγματος
τῆς Ἐπιδαύρου: “Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος.”
Τό
ἰσχύον σήμερα Σύνταγμα τῶν ἐτῶν 1975/1986/2001/2008/2019, εἶναι ἐπίσης
συντεταγμένο “Εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου
Τριάδος”. Τό γεγονός αὐτό ἀνέκαθεν προκαλεῖ τή μήνι ὁρισμένων
ἀντιχριστιανικῶν κύκλων, οἱ ὁποῖοι ἐξανίστανται καί ἀπαιτοῦν τήν
ἀπαγόρευσή του[69].
Ἡ εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος σύνταξη δέν εἶναι τυχαῖο καί ἄνευ
σημασίας γεγονός. Δηλώνει ὅτι ἡ πολιτεία, τήν ὁποία συντάσσει, εἶναι
χριστιανική. Δέν τήν μετατρέπει αὐτό τό ἴδιο σέ χριστιανική, ἀλλά
ἀποτυπώνει τήν ἀπό αἰώνων διαμορφωμένη πραγματικότητα[70]. Κατά συνέπεια εἶναι, καί αὐτό τό ἴδιο τό Σύνταγμα, χριστιανικό.
Καί,
προχωρώντας στό ἄρθρο 3, διαβάζουμε στήν 1η παράγραφό του: “Ἐπικρατούσα
θρησκεία στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας, πού γνωρίζει
κεφαλή της τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ὑπάρχει ἀναπόσπαστα ἑνωμένη
δογματικά μέ τή Μεγάλη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τῆς Κωνσταντινούπολης καί μέ
κάθε ἄλλη ὁμόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τηρεῖ ἀπαρασάλευτα, ὅπως
ἐκεῖνες, τούς ἱερούς ἀποστολικούς κανόνες καί τίς ἱερές παραδόσεις.”
Τηρεῖ,
λοιπόν, “ἀπαρασάλευτα τούς ἱερούς κανόνες καί τίς ἱερές παραδόσεις”,
ἄλλως, ἐάν, τυχόν, τούς ἀψηφήσει, παρεκκλίνει τῆς ὀρθοδόξου εἰς Χριστόν
πίστεως. Ἡ ἐπί τοῦ ὑπό ἐξέταση θέματος διδασκαλία τῶν ἱερῶν κανόνων καί
τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας εἴδαμε ἐπακριβῶς ποία εἶναι. Αὐτήν ὀφείλει ἡ
Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νά τηρεῖ ἀπαρασάλευτα. Ἡ δέ Ἐκκλησία δέν
ἀποτελεῖται μόνον ἀπό τούς ἐπισκόπους καί τούς ἱερεῖς της, ἀλλ΄ ἔχει ὡς
μέλη της ὅλους τούς πιστούς βεβαπτισμένους εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί
Ὁμοουσίου Τριάδος. Ὅλοι οἱ πιστοί, κληρικοί καί λαϊκοί, ἐφαρμόζουν τούς
ἱερούς κανόνες στή ζωή τους ἐν γένει, ὅσο καί στό ἐν λόγῳ ζήτημα.
Σύμφωνα
δέ μέ τό αὐτό ἄρθρο, παράγραφος 3: “Τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς
τηρεῖται ἀναλλοίωτο.” Τό ρῆμα “τηρεῖται”, ὅπως ἀκριβῶς ἰσχύει καί στήν
1η παράγραφο τοῦ αὐτοῦ ἄρθρου γιά τούς ἱερούς ἀποστολικούς κανόνες καί
τίς ἱερές παραδόσεις, δέν θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά σημαίνει γιά τήν
Ἐκκλησία ἁπλῶς καί μόνον “δέν ἀλλοιώνεται ὡς κείμενο”. Διότι ἡ πράξη
αὐτή, εἶναι μέν σημαντική, ἀλλά δέν ἀναφέρεται σέ ὁλόκληρη τή ζωή τῆς
Ἐκκλησίας καί τῶν μελῶν αὐτῆς χριστιανῶν, οὔτε εἶναι δυνατόν νά ἐξαντλεῖ
ὅλες τίς λειτουργίες τίς ὁποῖες ἐπιτελεῖ τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Τό
κείμενο δέν ὑπάρχει ἁπλῶς καί μόνον γιά νά ὑπάρχει, ἀλλά καί γιά νά
ἐφαρμόζεται, διότι βοηθεῖ τόν πιστό νά πιστεύει καί νά μετέχει στά
μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας του διά τῶν ὁποίων δέχεται τήν θεία χάρη. Γι΄
αὐτό καί, ταυτοχρόνως καί ἀπαραιτήτως, σημαίνει “ἐφαρμόζεται δίχως νά
στρεβλώνεται”. Ἄλλως, ἡ διατήρησή της ἁπλῶς καί μόνον ὡς κειμένου
ἀναλλοίωτου, πλήν ὅμως ἀνεφάρμοστου, θά ἐξέτρεπε τήν Ἐκκλησία τοῦ σκοποῦ
αὐτῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία.
Γιά
τό θέμα, τό ὁποῖο ἐδῶ ἐξετάζουμε, ἔχουμε ἤδη ἐπισημάνει καί ἀναλύσει,
ποῖες εἶναι οἱ ἐπιταγές τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τίς ὁποῖες ὀφείλει, ἡ
Ἐκκλησία, τόσο οἱ κληρικοί, ὅσο καί οἱ λαϊκοί, νά τήν τηροῦν δίχως νά
τήν ἀλλοιώνουν.
Δέν
θά ἦταν, ἑπομένως, δυνατόν γιά τό ἐπίμαχο θέμα νά ἐπιβληθεῖ στούς
ὀρθοδόξους χριστιανούς καί στά τέκνα τους κατά τόν ὁποιοδήποτε τρόπο,
διά τῆς σωματικῆς βίας ἤ διά μέτρων τά ὁποῖα περιορίζουν τήν προσωπική
ἐλευθερία, τήν περιουσία, τήν τιμή, ἤ διά ποικίλων μέτρων τά ὁποῖα θά
ἔθεταν σέ κίνδυνο τή ζωή τους, ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτός ὅσων ὁρίζει ἡ Ἁγία
Γραφή, οἱ ἱεροί κανόνες καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅλα δηλαδή ὅσα
συνιστοῦν τήν παράδοση καί ζωή τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Οὔτε θά ἦταν
ποτέ, κατά τά ἀνωτέρω, θεμιτό, νά δοθεῖ τέκνο ἐκλιπόντων χριστιανῶν πρός
υἱοθεσία σέ μή χριστιανούς καί νά ἀνατραφεῖ κατ΄ ἄλλο τρόπο,
διαφορετικό ἀπό τόν χριστιανικό.
Ζ΄. Συμπεράσματα
Συνοψίζοντας
τήν ὅλη ὑπόθεση, ὥστε νά μή ὑπάρξει ἡ παραμικρή παρεξήγηση ἐπί τοῦ
θέματος, δυνάμεθα νά διατυπώσουμε τά ἑξῆς: Σαρκική συνάφεια μεταξύ
ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου εἶναι, κατά τήν ἐν Χριστῷ θεία ἀποκάλυψη καί
πίστη, ἀπαράδεκτη καί χαρακτηρίζεται ἐφάμαρτη ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί
τούς Κανόνες τῶν ἁγίων πατέρων, τόσο ἀπό ὅσους ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπό τίς
ἁγίες Οἰκουμενικές συνόδους, ὅσο καί ἀπό ὅσους δέν ἔχουν.
Γάμος
μεταξύ ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου δέν ὑφίσταται κατά τήν ἐν Χριστῷ θεία
ἀποκάλυψη καί πίστη, ἡ ὁποία καί ὁρίζει τά χριστιανικά ἤθη.
Ὁ
ὑποτιθέμενος “γάμος” αὐτοῦ τοῦ εἴδους δέν θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά
ὁδηγήσει σέ τεκνογονία. Γι΄ αὐτό, ἀφοῦ δύο ἄνθρωποι τοῦ αὐτοῦ φύλου δέν
θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά γίνουν φύσει γονεῖς, δέν θά ἦταν καί ποτέ θεμιτό
νά γίνουν θέσει γονεῖς.
Τό
ὁποιοδήποτε παιδί, διαχρονικῶς καί παγκοσμίως ἀναγνωρίζει “πατέρα” καί
“μητέρα”. Γι΄ αὐτό εἶναι ὅλως ἀφύσικο, νά ἐπιχειροῦμε νά ἐπιβάλλουμε στό
ὁποιοδήποτε παιδί νά ἔχει καί νά ἀποκαλεῖ δύο θέσει “πατέρες” ἤ δύο
θέσει “μητέρες”.
Ὁ
γάμος μεταξύ ἀνδρός καί γυναικός εἶναι δυνατόν νά ἀποφέρει τέκνα. Ἐάν,
τυχόν, δέν ἀποφέρει, αὐτό δέν ὀφείλεται στό ὅτι τάχα αὐτός καθ΄ αὐτός
εἶναι ἀφύσικος, δηλαδή συνημμένος μεταξύ ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου, ἀλλ΄
ὀφείλεται σέ, προσωρινή ἥ μόνιμη, ὀργανική ἀνεπάρκεια, σέ τυχόν
συγκυρίες οἱ ὁποῖες δέν ἐπέτρεψαν στή φύση νά λειτουργήσει[71], ἤ ἀκόμη καί ἄρνηση, τοῦ ἑνός ἤ καί τῶν δύο συζύγων νά τεκνοποιήσουν.
Κατά
τόν χριστιανικό γάμο τά παιδιά βαπτίζονται καί ἀνατρέφονται
χριστιανικά. Πρός τοῦτο εἶναι ὑπεύθυνη ἡ χριστιανική οἰκογένεια στήν
ὁποία ἀνήκουν, ἀκόμη καί ἄν στερεῖται, λόγῳ θανάτου, κάποιο ἀπό τά μέλη
της.
Ἄνθρωπος,
ὁ ὁποῖος ἔχει ὑποπέσει στό ἐν λόγῳ ἁμάρτημα, εὑρίσκεται, κατά τούς
ἱερούς κανόνες, ἐκτός θείας κοινωνίας ἐπί δεκαπέντε ἕως δεκαοκτώ ἔτη,
ἐκτός ἐάν ὁ πταίσας ἐπιδείξει εἰλικρινή ἔμπρακτη μετάνοια. Ὅμως, ὅλως
ἀντιθέτως, ἡ τυχόν ἀμετανοησία, ὅπως καί ἡ τυχόν ἐμμονή στή θεώρηση τῆς
συγκεκριμένης πράξεως ὡς ἀπολύτως φυσικῆς, εἶναι δυνατόν νά τούς θέτει
μονίμως ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς, λοιπόν, θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά
ἀναθρέψουν παιδί χριστιανικά, ἀφοῦ τό βαπτίσουν, δύο ἄνθρωποι
ἐμφορούμενοι ἀπό αὐτοῦ τοῦ εἴδους τή νοοτροπία καί μονίμως πράττοντες
τοιουτοτρόπως;
Γι΄
αὐτό, ἐνῷ ὅπως ἤδη τονίσαμε, τό ὁποιοδήποτε παιδί θά ἦταν ἀπολύτως
ἀθέμιτο νά υἱοθετηθεῖ ἀπό δύο ἀνθρώπους τοῦ αὐτοῦ φύλου ἰσχυριζόμενους
ὅτι ἀποτελοῦν οἰκογένεια, κατά μείζονα λόγο παιδί ὀρφανό γεννημένο ἀπό
ὀρθοδόξους χριστιανούς γονεῖς καί ἤδη ἐκλιπόντες, θά ἦταν ἀπολύτως
ἀθέμιτο νά υἱοθετηθεῖ κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο.
Ὅλα
τά ἀνωτέρω, θά ἦταν καλό, νά μελετηθοῦν καί νά ληφθοῦν σοβαρά ὑπ΄ ὄψη
ἀπό τούς κρατοῦντες. Ἀλλιῶς ἡ ὁποιαδήποτε ἐπιφανειακή θεώρηση καί
ἐσπευσμένη θεσμοθέτηση δύναται νά ἐπιφέρει σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.
Παραπομπές (Β μέρους)
[56] Π. Χριστινάκης, ἔνθ΄ ἀνωτέρω.
[57]
Ἀγαπίου, Νικοδήμου, Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός τῆς Μιᾶς Ἁγίας,
Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, ἤτοι ἅπαντες οἱ Ἱεροί
καί Θεῖοι Κανόνες, (ἀρχική ἔκδοση: Λειψία 1800), ἀνατύπωση: ἐκδ. Ἀστήρ
Ἀ. & Ε. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1982, σ. 593, σ. 622.
[58] Κανόνες ια΄, νζ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 598, 621,
[59] Κανών νστ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 620.
[60] Κανών Δ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 655.
[61] Κανών Ε΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 657.
[62] Κανών Δ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 655.
[63] Κανών Δ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω.
[64] Κανών Δ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 656.
[65] ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 709.
[66]
Ὁμοίως αὐστηροί ἦταν καί οἱ χαρακτηρισμοί της κατά τήν κλασική
ἑλληνική ἀρχαιότητα. Στόν πλατωνικό Γοργία ὁ Σωκράτης δηλώνει τά ἑξῆς,
καί ὁ Πλάτων, παραθέτοντας τά λόγια τοῦ διδασκάλου του, προφανῶς τά
ἐγκρίνει: “κιναίδων βίος δεινός, αἰσχρός καί ἄθλιος” (Πλάτωνος Γοργίας
494e).
[67] Κανών Κ΄, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σελ. 710.
[68] Τμῆμα Β΄, β΄.
[69]
Οἱ ἰσχυρισμοί τῶν ἐν λόγῳ ἀτόμων δύνανται νά συνοψισθοῦν στά ἑξῆς
σημεῖα: 1. Ἐφ΄ ὅσον εἶναι χριστιανικό τό σύνταγμα καί τό κράτος τό ὁποῖο
συντάσσει, ἄρα εἶναι καί ἄδικα γιά τούς μή χριστιανούς. 2. Ἐφ΄ ὅσον
ἐντός τοῦ χριστιανικοῦ κράτους διαβιοῦν καί μή χριστιανοί, ἔχουν κάθε
δικαίωμα νά ὁρίζουν αὐτοί τά πρακτέα. 3. Ἀπαγορεύεται παγκοσμίως νά
ὑπάρχουν χριστιανικά κράτη.
Τά
ὡς ἄνω σημεῖα ἰσχυρισμῶν εὔκολα ἀνασκευάζονται: 1. Ἐάν ὑπάρχει
δικαιοσύνη στά χριστιανικά κράτη, τόσο γιά χριστιανούς, ὅσο καί γιά μή
χριστιανούς, ὀφείλεται καθαρά στίς χριστιανικές ἀρχές δικαίου, οἱ ὁποῖες
τά διέπουν. 2. Τήν ταυτότητα κάθε κράτους ὁρίζει ἡ ἱστορία του, οἱ
ἀγῶνες, καί ἡ πίστη τοῦ λαοῦ του, δέν τήν ὁρίζουν ὅσοι θέλουν νά
ἐξαιροῦνται ἀπό αὐτά, οὔτε οἱ τυχόν φιλοξενούμενοι. 3. Ἐφ΄ ὅσον ὑπάρχουν
πολλά καί διάφορα κράτη μέ ταυτότητα ὁριζόμενη ἀπό συγκεκριμένα
θρησκεύματα συνυφασμένα μέ τήν ἱστορία τους, δέν εἶναι δυνατόν νά
ἀπαγορευθεῖ ἡ χριστιανική ταυτότητα σέ ὅποια κράτη ὑπάρχει ἐπειδή εἶναι
ἄμεσα συνυφασμένη μέ τήν ἱστορία τους καί μάλιστα μέ αὐτή τήν ἴδια τήν
ὕπαρξή τους.
[70]
Κι ἐπειδή εἶχε ἀποτολμηθεῖ ἡ διατύπωση τοῦ ἰσχυρισμοῦ ὅτι:
“Δέν μπορεῖ νά δημιουργεῖται δεύτερο συμβολικό θεμέλιο δίπλα στή λαϊκή
κυριαρχία. Τό Σύνταγμα θεμελιώνεται στή λαϊκή κυριαρχία, στό ὄνομα τοῦ
λαοῦ, δέν χρειάζεται τό “Eἰς τό ὄνoμα τῆς Ἁγίας καί Ὁμooυσίoυ καί
Ἀδιαιρέτoυ Tριάδoς”. Ὀφείλουμε νά ἐπισημάνουμε, γιά μία φορά ἀκόμη, ὅτι
αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ δηλώσεις ἅμα καί ἀπαιτήσεις, ἀποκρύπτουν τό πῶς
προέκυψε ἡ ἑλληνική λαϊκή κυριαρχία. Προέκυψε αὐτή, λοιπόν, ἀπό τήν
ὀρθόδοξη χριστιανική ταυτότητα τῶν ἐπαναστατῶν προγόνων μας, χωρίς τήν
ὁποία θά εἶχαν ἐξισλαμισθεῖ καί ἐκτουρκισθεῖ καί ὁδήγησε στήν ἀγωνιστική
ἀρχή “μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος”, ἡ ὁποία διεῖπε τήν Ἐπανάσταση
ἀπό τήν ἀρχή ἕως καί τό τέλος της, δίχως τή χριστιανική ταυτότητα δέν θά
ὑπῆρχε ἑλληνική ἐπανάσταση, διότι θά εἶχαν ὅλοι οἱ πρόγονοί μας
ἐκτουρκισθεῖ, ἄς τό χωνεύσουν πλέον ὅσοι δυσκολεύονται!
[71]
Ὑπῆρξαν π.χ. περιπτώσεις ὅπου δύο σύζυγοι, ἀκουσίως χωρίσθηκαν λόγῳ
πολεμικῶν συγκρούσεων, ἐκτοπίσεων καί ἀπελάσεων, καί ἐπανενώθηκαν μετά
πάροδο πολλῶν ἐτῶν, καί, μολονότι εἶχαν διαφυλάξει τήν πίστη καί τήν
ἀγάπη πρός ἀλλήλους, εἶχε πλέον παρέλθει γι΄ αὐτούς ἡ φυσικῶς γόνιμη
περίοδος καί τούς ἦταν ἀδύνατον νά ἀποκτήσουν τέκνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.