συνέχεια από το Γ μέρος
Οι Βυζαντινοί υπέστησαν αλλεπάλληλες ήττες στην προσπάθειά τους να ελέγξουν το κράτος της Ηπείρου και τον ηγεμόνα της Θεσσαλίας Ιωάννη Α ́. Οι στρατοί των ηγεμονιών της Ηπείρου στηρίζονταν κυρίως στη στρατηγική της αποφυγής οποιασδήποτε ανοικτής σύγκρουσης και εφάρμοζαν, όπως οι Βυζαντινοί, πόλεμο φθοράς. Το 1277 ένα βυζαντινό στράτευμα παγιδεύεται στα Φάρσαλα και καταστρέφεται από τον Ιωάννη Α ́, ηγεμόνα της Θεσσαλίας (σ.52).
Αντιμέτωπος με κρίσιμη κατάσταση στη Μικρά Ασία λόγω των επιδρομών των Τουρκομάνων, ο Μιχαήλ Η ́ ανέθεσε στον συναυτοκράτορα υιό του Ανδρόνικο Β ́ Παλαιολόγο να εκστρατεύσει στην περιοχή του Μαιάνδρου (1280). O αυτοκρατορικός στρατός απώθησε προσωρινά τους Τουρκομάνους και έφτασε στην πόλη των Τράλλεων, όπου ο μέγας δομέστικος Μιχαήλ Ταρχανειώτης ανέλαβε το έργο της ανοικοδόμησης και της οχύρωσής της (σ.53).
Η εκστρατεία του 1280 του Ανδρόνικου Β ́ εξυμνείται σε σειρά εγκωμίων της εποχής. Σε εγκώμιο του Γρηγορίου του Κυπρίου αναφέρεται η επιτυχημένη εκστρατεία, η ανοικοδόμηση των συνοριακών οχυρών και των Τράλλεων, ενώ δίδεται η πληροφορία ότι ο πόλεμος περιελάμβανε ἐνέδρας, λόχους, ἐπιθέσεις, τὰς μὲν ἐκ τοῦ ἀφανοῦς, τὰς δ’ ἐκ τοῦ προφανοῦς … (σ.54).
Το 1284 πραγματοποιήθηκε επιδρομή στη Μακεδονία και τη Θράκη 10.000 «Σκυθών» –πιθανόν Κουμάνων και Πετσενέγων– προερχόμενων από την περιοχή του Δούναβη. Ο κουροπαλάτης Ουμπερτόπουλος είχε διοριστεί στρατιωτικός διοικητής στη Μεσημβρία και παρά την αριθμητική υπεροχή των επιδρομέων, τους αιφνιδίασε και πέτυχε να τους απωθήσει στα ορεινά. Πολλοί νομάδες πνίγηκαν σε παρακείμενο ποταμό. Ο αυτοκράτορας τίμησε με πολλά δώρα και το αξίωμα του μεγάλου παπία τον Ουμπερτόπουλο (σ.55).
Ο αιφνιδιασμός σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των τοπογραφικών χαρακτηριστικών φαίνεται ότι έκαναν εφικτή την επικράτηση των υποδεεστέρων αριθμητικά Βυζαντινών.Άλλη μία περίπτωση νικηφόρου επιχείρησης με παρόμοιες τακτικές έλαβε χώρα κατά την εκστρατεία του Αλεξίου Φιλανθρωπηνού στη Μικρά Ασία, όπου ο σπουδαίος στρατηγός εφάρμοσε την αρχή του αιφνιδιασμού και οργάνωσε ενέδρα εναντίον δύναμης Τουρκομάνων, τη στιγμή που εκείνη διέσχιζε έναν ποταμό (σ.56).
Το 1302 ο συναυτοκράτορας και υιός του Ανδρόνικου B ́, Μιχαήλ Θ ́ Παλαιολόγος, τέθηκε επικεφαλής στρατού αποτελούμενου κυρίως από Αλανούς, με σκοπό την αντιμετώπιση των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Ο Μιχαήλ Θ ́ στρατοπέδευσε στην περιοχή της Μαγνησίας στον ποταμό Έρμο (όρος Σίπυλο) και οι Τούρκοι αποσύρθηκαν στα ορεινά και δύσβατα εδάφη από όπου με ασφάλεια επόπτευαν τους Βυζαντινούς.
Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα γνώρισαν ορισμένες επιτυχίες σε ενέδρες εναντίον των Τούρκων, δεν μπορούσαν όμως να προκαλέσουν αποφασιστική σύγκρουση μαζί τους και ουσιαστικά παρέμεναν άπρακτα. Η παρατεινόμενη αδράνεια και η ενίσχυση των Τούρκων, οδήγησε σε πτώση του ηθικού του βυζαντινού στρατεύματος και σε υποχώρηση (σ.57).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η βυζαντινή στρατιωτική στρατηγική κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, αλλά κυρίως τον 13ο, χαρακτηρίζεται από τον πόλεμο φθοράς, κατά τον οποίο γίνεται ευρύτατη εφαρμογή τακτικών αιφνιδιασμού και εξαπάτησης. Προσδιορίζοντας τον όρο πόλεμος φθοράς για τους Βυζαντινούς διαπιστώνουμε ότι ως στρατιωτική στρατηγική στέκεται στον αντίποδα της απευθείας κατά μέτωπο σύγκρουσης, δηλαδή της εκ του συστάδην κατά παράταξη μάχης και έχει δύο διακριτές διαστάσεις.
Η μία διάσταση είναι η συνεχής παρενόχληση του αντιπάλου και κυρίως η πρόκληση φθοράς ή διακοπής του ανεφοδιασμού του, ώστε να τον καταπονήσει και να τον υποχρεώσει σε υποχώρηση ή να τον κάνει ευάλωτο σε επίθεση.
Η δεύτερη διάσταση είναι η εξαπάτηση και ο αιφνιδιασμός του αντιπάλου, συνήθως με τη χρήση ενέδρας ή νυχτερινής επίθεσης, προκειμένου τμήμα ή ολόκληρο το στράτευμά του να υποστεί αποφασιστικό πλήγμα.
Στη δεύτερη περίπτωση ο αιφνιδιασμός μπορεί να εφαρμόζεται –με σύγχρονους όρους– ως «αρχή πολέμου», κατά την έναρξη ή κατά τη διάρκεια της μάχης. Ο αιφνιδιασμός μέσω μίας ενέδρας συνδυάζεται με σύγκρουση εκ του συστάδην, όπως για παράδειγμα συνέβη το 1078 στη σύγκρουση Αλεξίου Κομνηνού – Νικηφόρου Βρυεννίου ή στο Βεράτιο (1281).
Η εφαρμογή του αιφνιδιασμού αποτελεί την αρχική φάση ή ένα στάδιο της σύγκρουσης που θα οδηγήσει στην κυρίως μάχη υπό νέες συνθήκες και ισορροπία δυνάμεων.Είναι γεγονός ότι η γεωγραφική διαμόρφωση και η μορφολογία του εδάφους, τόσο της βαλκανικής χερσονήσου, όσο και της Μικράς Ασίας, ευνοούσε την εφαρμογή των εν λόγω τακτικών, οι οποίες περιλάμβαναν κίνηση από δύσβατα εδάφη και αιφνιδιασμό του αντιπάλου, εικονική υποχώρηση και ενέδρες, παρενόχληση των γραμμών επικοινωνιών και ανεφοδιασμού του, αιφνιδιαστικές νυκτερινές επιθέσεις στο στρατόπεδό του, μέθοδοι οι οποίες από το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα συνδυάζονται και επεκτείνονται με την τακτική των Κουμάνων και Τούρκων ιπποτοξοτών, η παρουσία των οποίων –ιδιαίτερα των δεύτερων– γίνεται σχεδόν σταθερή στα στρατεύματα της αυτοκρατορίας.
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους αποτέλεσε ισχυρό πλήγμα στο ηθικό των Βυζαντινών. Ο ψυχολογικός αυτός παράγοντας σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τόσο σύντομα μετά την άλωση δεν ήταν δυνατόν να οργανωθεί και να εκπαιδευτεί αξιόμαχο στράτευμα, ερμηνεύει τις διαδοχικές βυζαντινές ήττες κατά την αντιμετώπιση των Φράγκων σε ανοικτό πεδίο.
Πολύ σύντομα όμως οι Βυζαντινοί προσάρμοσαν την τακτική τους, όπως έπραξε στο παρελθόν και ο Αλέξιος Α ́ Κομνηνός, στις δυνατότητές τους και εκμεταλλεύτηκαν προς όφελός τους την αδυναμία των φραγκικών στρατευμάτων, των οποίων το ιππικό ήταν δυσκίνητο και αποτελεσματικό μόνο υπό προϋποθέσεις, δηλαδή όταν επετίθετο συντεταγμένα σε αναπεπταμένο πεδίο.
Επεδίωκαν λοιπόν οι Βυζαντινοί να προκαλέσουν διάσπαση της συνοχής του και να το παρασύρουν σε έδαφος όπου ο βαρύς οπλισμός των ιππέων θα αποτελούσε μειονέκτημα και θα τους καθιστούσε ευπρόσβλητους έναντι ελαφρύτερα οπλισμένων στρατευμάτων (σ.58).
Ειδικά στην περίπτωση της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως, οι Βυζαντινοί γνώριζαν ότι οι Φράγκοι δεν είχαν τη δυνατότητα να εκστρατεύσουν επί μεγάλο χρονικό διάστημα και να εισχωρήσουν στη Μικρά Ασία σε βάθος. Τα στρατεύματά τους ήταν μικρά αριθμητικά, δεν ήταν σε θέση να διαφυλάξουν τις περιοχές που καταλάμβαναν και το κυριότερο, τόσο οι γραμμές ανεφοδιασμού τους από την Κωνσταντινούπολη, όσο και η ύπαιθρος, η λεηλασία της οποίας αποτελούσε πηγή εφοδίων, ήταν εκτεθειμένες στις βυζαντινές επιθέσεις.
Ο πόλεμος φθοράς και κυρίως οι ενέδρες, δεν εφαρμόζονται μόνο για την αντιμετώπιση των δυτικών στρατευμάτων, αλλά κατά την περίοδο των Κομνηνών εφαρμόζονται εναντίον των Σελτζούκων και στα τέλη του 13ου αιώνα εφαρμόζονται –αν και σε μικρότερη κλίμακα– εναντίον των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Ταυτόχρονα δεν απουσιάζουν από τις εμφύλιες διαμάχες των Βυζαντινών.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο πόλεμος φθοράς, η παραπλάνηση και ο αιφνιδιασμός αποτελούν ένα αρχέγονο πλην όμως απαιτητικό είδος πολέμου, το οποίο για να επιφέρει θετικό αποτέλεσμα προϋποθέτει συνοχή, πειθαρχία, συντονισμό και ακρίβεια στην κίνηση του στρατεύματος ώστε να εκτελεστούν με επιτυχία οι απαιτούμενοι ελιγμοί.
Απαιτεί, πολύ περισσότερο, ικανή και αποτελεσματική διοίκηση. Κατά βάση, ήταν ιδανικές μέθοδοι για εφαρμογή σε αμυντικές επιχειρήσεις, δηλαδή για την απόκρουση κάποιας εισβολής ή επιδρομής και λιγότερο για επιθετικές επιχειρήσεις, όπου ειδικά, αν ο επιτιθέμενος ήταν ισχυρότερος, επιζητούνταν το συντομότερο δυνατό μία αποφασιστική σύγκρουση με τον αντίπαλο.
Αν ο αντίπαλος ήταν εξίσου ικανός και προσεκτικός, μπορούσε να ανατρέψει τον αιφνιδιασμό και εν τέλει να προκαλέσει εκείνος αιφνιδιασμό.
Παράλληλα, καθώς ο πόλεμος φθοράς δεν οδηγούσε άμεσα και σύντομα σε αποφασιστικό αποτέλεσμα και συνήθως απαιτούνταν χρόνος για να καταβληθεί ή να υποχωρήσει ο αντίπαλος, υπήρχε πάντα το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί έντονη δυσαρέσκεια και αμφισβήτηση στο πρόσωπο του στρατιωτικού ηγέτη ή του ηγεμόνα, διότι δινόταν η εντύπωση ότι ήταν ανίκανος να πολεμήσει αποφασιστικά και για τον λόγο αυτόν απέφευγε την αντιπαράθεση. Συνοψίζοντας, ο πόλεμος φθοράς, που περιλαμβάνει την παραπλάνηση και τον αιφνιδιασμό, αποτέλεσε θεμελιακή στρατηγική των Βυζαντινών, γεγονός που επιβεβαιώνει η θεωρία (στρατιωτικά εγχειρίδια), αλλά κυρίως η πολεμική πράξη (σ.59).
Διατρέχει ως χαρακτηριστικός τρόπος πολέμου όλη την περίοδο που εξετάσαμε (11ος-13ος αιώνας) με κορύφωση κατά τον 13ο αιώνα, οπότε και διαπιστώνουμε ότι αποτελεί την κυρίαρχη και βασική στρατιωτική στρατηγική των Βυζαντινών. Δεν εφαρμόζεται μόνο για να αποκρουστεί μία εχθρική εισβολή, αλλά εφαρμόζεται ευρύτερα σε μεγάλες αμυντικές ή επιθετικές επιχειρήσεις.
Παράλληλα αποδεικνύεται ότι, τουλάχιστον μέχρι και τον 13ο αιώνα, οι Βυζαντινοί διατηρούσαν αδιαλείπτως ορισμένα ιδιαίτερα γνωρίσματα πολεμικής τέχνης. Ο πόλεμος φθοράς αποτελούσε ενδεχόμενη λύση και καταφυγή όταν μία κατά παράταξη αντιπαράθεση ήταν πολύ ριψοκίνδυνη, λόγω της ισχύος του αντιπάλου και του αριθμητικού συσχετισμού των στρατευμάτων.
Για τον λόγο αυτόν χρησιμοποιείται έναντι ισχυρών αντιπάλων σε περιόδους κατά τις οποίες οι πόροι και οι στρατιωτικές δυνατότητες του Βυζαντίου φθίνουν και δεν επαρκούν. Το γεγονός αυτό συναντούσε την θυμηδία των Δυτικών, οι οποίοι θεωρούσαν την τακτική των Βυζαντινών «άνανδρη» και πονηρή (σ.60).
Παρά ταύτα, αν και κατά βάση οι Φράγκοι που εγκαταστάθηκαν στα βυζαντινά εδάφη μετά το 1204 δεν εγκατέλειψαν την παραδοσιακή τακτική τους, διαθέτουμε ισχυρές ενδείξεις ότι προσαρμόστηκαν στον βυζαντινό τρόπο πολέμου, εφαρμόζοντας ως ένα βαθμό ανάλογες τακτικές (σ.61).
Η εξαπάτηση και ο αιφνιδιασμός αναδεικνύονται σε μία από τις αποτελεσματικότερες πολεμικές τακτικές των Βυζαντινών, αφού συνήθως όταν τις εφάρμοζαν αντιμετώπιζαν με επιτυχία τον αντίπαλό τους. Δύο στοιχεία ευνοούσαν αυτές τις πολεμικές μεθόδους: η γεωγραφική διαμόρφωση της βαλκανικής χερσονήσου και της δυτικής Μ. Ασίας και η ύπαρξη καταλλήλων στρατιωτικών σωμάτων.
Η στρατολόγηση στρατιωτικών τμημάτων ανατολικών – νομαδικών λαών, που συνήθως πολεμούσαν έφιπποι με κύριο όπλο το τόξο τους, άρα διέθεταν αυξημένη ευελιξία και αύξαναν την απόσταση από την οποία έπλητταν τον αντίπαλο, ενίσχυσε τις δυνατότητες διεξαγωγής αυτού του είδους των επιχειρήσεων.
Παράλληλα, η στρατηγική και η τακτική που εφάρμοζαν οι Βυζαντινοί επέτρεπαν στον πεζό πολεμιστή να διαδραματίζει περισσότερο καίριο ρόλο, καθώς υπό προϋποθέσεις είχε την δυνατότητα να αιφνιδιάσει και να κατανικήσει τον αντίπαλό του, ακόμα και όταν αυτός ήταν έφιππος (σ.62), ώστε κατά τον 13ο αιώνα να αμφισβητείται έμπρακτα στον βυζαντινό χώρο η κυρίαρχη θέση του δυτικού ιππέα στο πεδίο της μάχης.
Σημειώσεις – Παραπομπές
52. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, V. 26, τ. 2, 527 και 526 υποσ. 2 (για τη χρονολόγηση). Bλ. και Geanakoplos, Εmperor Michael VIII, 297 [ ελλην. μετ. 221] και Koder, Hellas und Thessalia, 238-239 (s.v. Pharsalos).
53. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, VI. 20, τ. 2, 591-595. Νικηφόρος Γρηγοράς, Ἱστορία Ῥωμαϊκὴ, 141-142.
54. Anecdota Graeca e codicibus regiis, εκδ. J. FR. boissonADe, τ. 1, Paris 1830, 376-380. Η εκστρατεία μνημονεύεται και σε εγκώμιο του Νικόλαου Λαμπηνού, Ι. Δ. Πολεμης, Ὁ λόγιος Νικόλαος Λαμπηνὸς καὶ τὸ Ἐγκώμιον αὐτοῦ εἰς Ἀνδρόνικον Β ́ Παλαιολόγον, Αθήνα 1992, 43-47 και σχετικά σχόλια 8-10.
55. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, VII.29, τ. 3, 93.
56. Μάξιμος Πλανούδης, Ἐπιστολαί, εκδ. p.A. m. leone, Maximi Monachi Planudis Epistulae, Amsterdam 1991, 208-209. Πβλ. h. v. beye R, Die Chronologie der Briefe des Maximos Planoudes an Alexios Dukas Philanthropenos und dessen Umgebung, REB 51 (1993), 133-135, όπου τα γεγονότα που περιγράφονται στη συγκεκριμένη επιστολή (αρ. 120) χρονολογούνται μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου 1295, και η. Ταξιδησ, Μάξιμος Πλανούδης. Συμβολή στη μελέτη του corpus των επιστολών του, Θεσσαλονίκη 2012, 115-116.
57. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, Χ. 18, τ. 4, 341-345. Νικηφόρος Γρηγοράς, Ἱστορία Ῥωμαϊκή, 205-206.
58. Για την αντιμετώπιση στο πεδίο της μάχης των Λατίνων από τους Βυζαντινούς, βλέπε S. Kyriakidis, Warfare in Late Byzantium, 1204–1453, Leiden – Boston 2011, 198-203. Για την περίπτωση του Αλέξιου Κομνηνού, βλέπε την ανάλυση του TheoToKis, The Norman campaigns, 218-220.
59. Βλέπε σχετικά και Theotokis, The Norman campaigns, 220. Για τα χαρακτηριστικά του πολέμου φθοράς στον δυτικό ελλαδικό χώρο κατά την ύστερη περίοδο, βλ. συγκελλου, Ο πόλεμος στον δυτικό ελλαδικό χώρο, 270-274.
60. Αποτελεί κοινό τόπο σε αρκετά κείμενα δυτικών η άποψη ότι οι Έλληνες είναι ανεπαρκείς στρατιώτες και δεν πολεμούν σε παράταξη με χρήση έντιμων μεθόδων. Sanudo, Istoria di Romania, 169. Βλέπε σχετικά και T. SHA WCROSS, The Chronicle of Morea. Historiography in Crusader Greece, Oxford 2009, 196-197.
61. Για παράδειγμα οι Βυζαντινοί στην Πελοπόννησο απειλούνταν στα ορεινά περάσματα από τις ενέδρες οπλισμένων με βαλλιστρίδα Φράγκων (μάχη Σεργιανών 1263): Χρονικὸν Μορέως, στίχ. 5015-5097.
62. Για τον αυξανόμενο ρόλο και σημασία του πεζικού από τα τέλη του 13ου αιώνα, βλέπε K. DevRies, Infantry Warfare in the Early Fourteenth Century. Discipline, Tactics and Technology. Woodbridge 1996, 1-8. c. J. RoGeRs, Soldiers’ Lives through History. The Middle Ages. Westport, Connecticut 2007, xxvi-xxvii και 92-93.Επίσης σχετική ανάλυση και παραδείγματα συγκρούσεων στο b. T. CAREY, Warfare in the Medieval World, South Yorkshire 2006, 4-9 και 139-201. Για το βυζαντινό πεζικό κατά την ύστερη περίοδο, βλέπε KyRiAKiDis, Warfare in Late Byzantium, 216-220.
53. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, VI. 20, τ. 2, 591-595. Νικηφόρος Γρηγοράς, Ἱστορία Ῥωμαϊκὴ, 141-142.
54. Anecdota Graeca e codicibus regiis, εκδ. J. FR. boissonADe, τ. 1, Paris 1830, 376-380. Η εκστρατεία μνημονεύεται και σε εγκώμιο του Νικόλαου Λαμπηνού, Ι. Δ. Πολεμης, Ὁ λόγιος Νικόλαος Λαμπηνὸς καὶ τὸ Ἐγκώμιον αὐτοῦ εἰς Ἀνδρόνικον Β ́ Παλαιολόγον, Αθήνα 1992, 43-47 και σχετικά σχόλια 8-10.
55. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, VII.29, τ. 3, 93.
56. Μάξιμος Πλανούδης, Ἐπιστολαί, εκδ. p.A. m. leone, Maximi Monachi Planudis Epistulae, Amsterdam 1991, 208-209. Πβλ. h. v. beye R, Die Chronologie der Briefe des Maximos Planoudes an Alexios Dukas Philanthropenos und dessen Umgebung, REB 51 (1993), 133-135, όπου τα γεγονότα που περιγράφονται στη συγκεκριμένη επιστολή (αρ. 120) χρονολογούνται μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου 1295, και η. Ταξιδησ, Μάξιμος Πλανούδης. Συμβολή στη μελέτη του corpus των επιστολών του, Θεσσαλονίκη 2012, 115-116.
57. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι, Χ. 18, τ. 4, 341-345. Νικηφόρος Γρηγοράς, Ἱστορία Ῥωμαϊκή, 205-206.
58. Για την αντιμετώπιση στο πεδίο της μάχης των Λατίνων από τους Βυζαντινούς, βλέπε S. Kyriakidis, Warfare in Late Byzantium, 1204–1453, Leiden – Boston 2011, 198-203. Για την περίπτωση του Αλέξιου Κομνηνού, βλέπε την ανάλυση του TheoToKis, The Norman campaigns, 218-220.
59. Βλέπε σχετικά και Theotokis, The Norman campaigns, 220. Για τα χαρακτηριστικά του πολέμου φθοράς στον δυτικό ελλαδικό χώρο κατά την ύστερη περίοδο, βλ. συγκελλου, Ο πόλεμος στον δυτικό ελλαδικό χώρο, 270-274.
60. Αποτελεί κοινό τόπο σε αρκετά κείμενα δυτικών η άποψη ότι οι Έλληνες είναι ανεπαρκείς στρατιώτες και δεν πολεμούν σε παράταξη με χρήση έντιμων μεθόδων. Sanudo, Istoria di Romania, 169. Βλέπε σχετικά και T. SHA WCROSS, The Chronicle of Morea. Historiography in Crusader Greece, Oxford 2009, 196-197.
61. Για παράδειγμα οι Βυζαντινοί στην Πελοπόννησο απειλούνταν στα ορεινά περάσματα από τις ενέδρες οπλισμένων με βαλλιστρίδα Φράγκων (μάχη Σεργιανών 1263): Χρονικὸν Μορέως, στίχ. 5015-5097.
62. Για τον αυξανόμενο ρόλο και σημασία του πεζικού από τα τέλη του 13ου αιώνα, βλέπε K. DevRies, Infantry Warfare in the Early Fourteenth Century. Discipline, Tactics and Technology. Woodbridge 1996, 1-8. c. J. RoGeRs, Soldiers’ Lives through History. The Middle Ages. Westport, Connecticut 2007, xxvi-xxvii και 92-93.Επίσης σχετική ανάλυση και παραδείγματα συγκρούσεων στο b. T. CAREY, Warfare in the Medieval World, South Yorkshire 2006, 4-9 και 139-201. Για το βυζαντινό πεζικό κατά την ύστερη περίοδο, βλέπε KyRiAKiDis, Warfare in Late Byzantium, 216-220.
Πηγή: Βυζαντινά Σύμμεικτα (αρχείο σε μορφή .pdf)
Εικόνα: Νίκη των Βυζαντινών επί των Βουλγάρων, μικρογραφία στη «Σύνοψη Ιστοριών» του Ιωάννη Σκυλίτζη, από το Wikimedia Commons
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.