Σελίδες

21 Μαρτίου 2022

Κώστας Μόντης

Γράφει ο Χρήστος Μπολώσης
 
Ο Κώστας Μόντης γεννήθηκε το 1914 (πέθανε το 2004) στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο και στα 18 του έφυγε για την Αθήνα για να σπουδάσει στη Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επέστρεψε στην Κύπρο το 1937.
 
Συνέβαλε στον Κυπριακό Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59) συμμετέχοντας ως πολιτικός καθοδηγητής της ΕΟΚΑ. Ο Κώστας Μόντης ήταν αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. 
 
Ποιητής, μυθιστοριογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Ελληνες συγγραφείς του 20ού αιώνα και συγκεκριμένα της μεταπολεμικής περιόδου. 
 
Αυτός ο μεγάλος Ελληνας, είπε: «Δεν είναι ιστορία, παιδί μου. Αγριόγατος είναι, οχιά είναι, που μην τολμήσεις να της πατήσεις την ουρά». 
 
Δυστυχώς στις μέρες μας σχεδόν όλοι, με πρωτοστάτες τους κρατούντες, πατάνε την ουρά της Ιστορίας. Και την πατάνε με μίσος, αλλά και αφέλεια, χωρίς να ζυγιάζουν τα πράγματα. 
 
Γίνονται βασιλικότεροι του βασιλέως, χωρίς να θυμούνται ότι και στο παρελθόν το δοκίμασαν αυτό και η Ιστορία γίνηκε αγριόγατος και οχιά και έφαγε τους αθώους, γιατί οι πραγματικοί φταίχτες δεν παθαίνουν τίποτα, αφού έχουν καβάτζα τα Παρίσια και τα Λονδίνα. Όπως συμβαίνει πάντοτε…
 

1 σχόλιο:

  1. ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΕΛΛΗΝΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ.
    Επαναλαμβάνω από προηγούμενα μου άρθρα, ένα μικρό απόσπασμα του Εθνικού ποιητή της Κύπρου Ελληνολάτρη Κώστα Μόντη. Είναι επίσης συμβολικό και διδακτικό, για αυτούς, που ακόμη και σήμερα δείχνουν ασέβεια, στους ιερούς ματοβαμμένους αγώνες αντίστασης των Ελλήνων της Κύπρου ….. ΦΕΥ!

    «Την περιμέναμε μέσ’ απ’ τους καπνούς/και τις φλόγες της κοιλάδας των Κέδρων,/Την περιμέναμε απ’ το ξάγναντο του Τρίπυλου,/την περιμέναμε βουτηγμένοι ως το λαιμό/ στη θάλασσα της Κερύνειας,/συγκρατούσαμε το ξεψύχισμά μας να μας προφτάξει./ Φυλλομετρούσαμε την Ιστορία της./ Φυλλομετρούσαμε σαν ευαγγέλιο την Ιστορία της/ -«να εδώ κ’ εδώ κ’ εδώ»-/ και την περιμέναμε,/ κι «όχι, δεν μπορεί να μην έρθει», λέγαμε κι «όχι, δεν γίνεται να μην έρθει», λέγαμε/ κι όπου να’ ναι άκου την με τους Σπαρτιάτες της/ και τα «Υπό σκιάν» και τα «Μολών λαβέ» και τον «Αέρα»,/ κι όπου να’ ναι άκου την!/ Και πραγματικά μια νύχτα έφτασε το μήνυμα πως η Ελλάδα ήρθε./ Τι νύχτα ήταν εκείνη, μητέρα,/τι αντίλαλος ήταν εκείνος,/ τι βουητό ήταν εκείνο που σάρωσε το νησί!/ Αγκαλιαστήκαμε κλαίγοντας και πηδούσαμε/ και φιλιόμαστε και νοιώθαμε ρίγη να μας περιλούουν/ και τα στήθια μας φούσκωναν να διαρραγούν/ κ’ η καρδιά μας χτυπούσε να της ανοίξουμε να βγει./

    Οι χαροκαμένοι ξέχασαν τα παιδιά τους/ και τους αδελφούς και τους πατέρες/ κ’ έκλαιγαν για την Ελλάδα πια,/ κ’ έχασκαν μ’ ένα γελόκλαμα./ Κ’ έλεγαν οι δάσκαλοι «Είδατε;»/ Και λέγαμε όλοι «Είδατε;»/ Ώσπου την άλλη μέρα πέσαμε ως το βυθό/ ώσπου την άλλη μέρα πέσαμε πέρα απ’ το βυθό,/ ώσπου την άλλη μέρα βούλιαξε το Τρίπυλο,/ ώσπου την άλλη μέρα πισωπάτησε/ σιωπηλό το Τρόοδος να βρει βράχο να καθίσει,/ ώσπου την άλλη μέρα γούρλωσε τα μάτια η Αίπεια,/ ώσπου την άλλη μέρα γούρλωσαν τα μάτια οι Σόλοι και το Κούριο/ κ’ οι αγχόνες της Λευκωσίας/ γιατί η Ελλάδα δεν ήρθε,/ γιατί ήταν ψεύτικο το μήνυμα,/ ψέμα η Ελληνική μεραρχία στην Πάφο,/ γιατί μας είπαν ψέμα οι ουρανοί και ψέμα οι θάλασσες/ και ψέμα τα χελιδόνια και ψέμα η καρδιά/ και ψέμα οι Ιστορίες μας,/ ψέμα, όλα ψέμα./ Είχε λέει, άλλη δουλειά η Ελλάδα,/ κάτι πανηγυρισμούς,/ κ ήμαστε και μακριά και δεν μπορούσε, λέει,/ λυπόταν, δεν το περίμενε,/ ειλικρινά λυπόταν,/ ειλικρινά λυπόταν πάρα πολύ./ Κ’ οι δάσκαλοί μας έσκυψαν ντροπιασμένοι,/ και τα «Εγχειρίδια» έσκυψαν ντροπιασμένα/ κ’ οι δάσκαλοί μας τρέμουν τώρα πια,/ και τα «Εγχειρίδια» τρέμουν τώρα πια/ όσο πλησιάζουν τα περί Θερμοπυλών και τα περί Σαλαμίνος…/ Δεν κάνω ποίηση, μητέρα, έχω αντίγραφα.

    Και τι θα γίνει τώρα,/ θα σχίσουμε τα παλιά μας τετράδια/ που ‘ταν γεμάτα χρωματιστή «Ένωση»,/ θα σχίσουμε τα παλιά μας σχολικά τετράδια/ που ‘ταν γεμάτα «Ένωση»/ διακοσμημένη με γιασεμιά και/ λεμονανθούς και μαργαρίτες,/ θα σχίσουμε τα παλιά αναγνωστικά των παιδιών μας/ με τις ελληνικές σημαίες,/θα πετάξουμε τ’ αγαπημένο αναμνηστικό σκουφί του Γυμνασίου/ με την «Ένωση» στο γείσο,/ θα πετάξουμε το χάρακά τους/ και την τσάντα και τη μπάλα και το ποδήλατο/ που ‘γραφαν «Ένωση»;/ Αλήθεια, πέστε μου, τι θα γίνει τώρα;»

    Κώστας Μόντης. (Κύπρος, 1974-1976, Β, 605)
    ΑΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).

Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.

Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.