Σελίδες

24 Σεπτεμβρίου 2021

Ὁ ἀποδομητικός χαρακτήρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ γιά τήν ἑνότητα καί τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. (μέρος 2ο)

Του Ἀθανασίου Ἀναστασίου 
Προηγουμένου Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου
 
συνέχεια από 1ο μέρος
 
3ον.  
Περί συνοδικότητας καί πρωτείου ἐξουσίας.  
 
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, κατά τόν Καθηγητή τῆς Δογματικῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, εἶναι ἱεραρχικά δομημένη καί λειτουργεῖ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Συνοδικῶς. Σέ καμμία, δηλαδή, περίπτωση δέν λειτουργεῖ ἱεροκρατικῶς, ἐπειδή ἡ ἱεροκρατία ἀκυρώνει τήν Συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας (τόν τρόπο διοικήσεώς της), τῆς ὁποίας ἡ φερεγγυότητα διασφαλίζεται ἀπό τήν διαχρονική συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων (consensus patrum) [ἐντελῶς ἀπαραίτητης] καί ἀπό τήν δογματική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας (λαϊκῶν καί κληρικῶν)[15].  
 
Ὁ μακαριστός πλέον Ἐπίσκοπος πρώην Ἐρζεγοβίνης Ἀθανάσιος, ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων θεολόγων τῆς ἐποχῆς μας, σέ συνέντευξή του τονίζει: «ὅτι δέν ὑπάρχει ἐξουσία στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ὑπάρχουν Συνοδικότητα καί συμφωνία· …ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία καί ἐμεῖς ἀναπνέουμε τό Ἅγιον Πνεῦμα…»[16].  
 
Ὅσο γιά τήν συμμετοχή τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν στά τῆς Ἐκκλησίας, ὁ π. Γεώργιος Καψάνης σημειώνει συμπερασματικά τά κάτωθι: «Ὅ­σον ἀ­φο­ρᾷ δέ εἰς τήν δι­οί­κη­σιν καί τήν δι­δα­σκα­λί­αν, ἡ συμ­με­το­χή τοῦ λα­οῦ εἶ­ναι θε­με­λι­ώ­δης, ἐ­φ’ ὅ­σον οὗ­τος, χα­ρι­σμα­τοῦ­χος ὤν καί δι­δα­κτός Θε­οῦ, ἀ­πο­τε­λεῖ με­τά τοῦ κλή­ρου τήν ἀ­γρυ­πνοῦ­σαν συ­νεί­δη­σιν τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἥ­τις μαρ­τυ­ρεῖ (κρί­νει, δι­α­κρί­νει, ἐγ­κρί­νει καί ἀ­πο­δέ­χε­ται, ἤ κα­τα­κρί­νει καί ἀ­πορ­ρί­πτει) τήν δι­δα­σκα­λί­αν καί τάς πρά­ξεις τῆς ἱ­ε­ραρ­χί­ας, ὡς ἀ­πε­φάν­θη­σαν καί οἱ Πα­τριά­ρχαι τῆς Ἀ­να­το­λῆς ἐν τῇ Ἐγ­κυ­κλί­ῳ αὐ­τῶν τῆς 6ης Μα­ΐ­ου 1848»[17].  
 
Ὁ δέ π. Γε­ώρ­γιος Φλω­ρόφ­σκυ, σχολιάζοντας τήν ἐγ­κύ­κλιο αὐ­τή, ἐ­ξη­γεῖ πώς: «Τὸ ὅ­λο σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἔ­χει τὸ δι­καί­ω­μα νὰ ἐ­πα­λη­θεύ­η, ἤ, γιὰ νὰ εἴ­μα­στε πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­κρι­βεῖς, τὸ δι­καί­ω­μα, καὶ ὄ­χι μό­νο τό δι­καί­ω­μα, ἀλ­λὰ τὸ κα­θῆ­κον τῆς «ἐ­πι­βε­βαι­ώ­σε­ως»­. Μ’ αὐ­τὴν τὴν ἔν­νοι­α οἱ Πα­τριά­ρχες τῆς Ἀ­να­το­λῆς ἔ­γρα­φαν στὴ γνω­στὴ Ἐγ­κύ­κλιο ἐ­πι­στο­λὴ τοῦ 1848 ὅ­τι «ὁ λα­ὸς ὁ ἴ­διος ἀ­πὸ μό­νος του ὑ­πῆρ­ξεν ὁ ὑ­πε­ρα­σπι­στὴς τῆς θρη­σκεί­ας»[18].  
 
Ἐκτός ἀπό τό «Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, πού ἐπιδιώχθηκε νά ἐπισημοποιηθεῖ στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε παρακάτω, ἐμφανίζεται ἕνα νέο εἶδος (νέο μοντέλο) Συνόδου, ἡ Σύνοδος τῶν Προκαθημένων. Σ’ αὐτό συμμετέχουν ἐκτός τῶν Προκαθημένων καί ὀλιγομελεῖς ἀντιπροσωπεῖες Ἀρχιερέων τῆς κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι αὐτοί οἱ Ἀρχιερεῖς, πλήν τῶν Προκαθημένων, ἀποκλείονται ὅλως παραδόξως καί παρανόμως ἀπό τό δικαίωμα τῆς ψήφου, τό ἱερό, μοναδικό, ἀναφαίρετο δικαίωμά τους, πού ἀποτελεῖ καί ἀδήριτη δέσμευση καί ὑποχρεωτικότητα ἐπιτακτική. Ἀντιθέτως, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί οἱ Προκαθήμενοι τό διατηροῦν. Εἶναι νά ἀπορεῖ κανείς πῶς Ἐπίσκοποι ὁμοιόβαθμοι τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Ἀρχιεπισκόπων καταδέχθηκαν τέτοια προσβολή, σύρθηκαν ἀδιαμαρτύρητα σ’ αὐτήν τήν ψευδοσύνοδο καί ἐπέτρεψαν εἰς ἑαυτούς τήν ὑποβάθμισή τους σέ ρόλο ἁπλοῦ συμβούλου καί παρατηρητοῦ γιά τόσο σοβαρές ἀποφάσεις σέ τόσο σπουδαῖα δογματικά καί ἐκκλησιολογικά θέματα.  
 
Εὐτυχῶς, ὅμως, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἀντιστάθηκε γιά ἄλλη μιά φορά σέ ὅλες αὐτές τίς μεθοδεύσεις καί μηχανορραφίες καί δέν ἐνέδωσε στήν προδοσία πού γιά πρώτη φορά στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία συνέβη, δηλαδή νά παραχωρηθεῖ ἐκκλησιαστικότητα σέ ὅλες τίς αἱρέσεις.  
 
Ἐν τέλει, στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης ἐπιδιώχθηκε νά ἐπισημοποιηθεῖ «τό Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν καί Ἀρχιεπισκόπων τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν!  
 
Βέβαια τό ἐν λόγῳ «Πρωτεῖο» εἶχε προετοιμαστεῖ καί προβληθεῖ καί μέσω τῆς ἀντορθόδοξης διδασκαλίας «περί προσώπου» τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου, ἀπό τήν ὁποία ἐμφορεῖται τό Κείμενο «Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό σύγχρονο κόσμο»[19], καθώς καί ἀπό ἄλλα ἐπιφανῆ στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ὄχι μόνο. Καί μετά ἀπό προσπάθειες 100 χρόνων, σ’ αὐτή τήν ψευδοσύνοδο ἔγινε ἀγωνιώδης προσπάθεια γιά νά παγιωθεῖ θεσμικά τό ἀνύπαρκτο καί ἀνεπίτρεπτο Πρωτεῖο ἄνευ ἴσων.  
 
Ἑπομένως, ἡ ἐπιβολή τῆς κυριαρχίας ἑνός «Πρώτου ἄνευ ἴσων» καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ βάση τά παπικά πρότυπα, δηλαδή ὄχι ὡς πρωτεῖο τιμῆς μεταξύ ἴσων, ἀλλά ὡς πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων, δημιουργεῖ ἕναν νέο Πάπα, τόν Πάπα τῆς Ἀνατολῆς! Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης δηλώνει προφορικῶς καί γραπτῶς πρός πᾶσα κατεύθυνση ὅτι «ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο»[20]! Ἀλλοῦ δέ, πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος δέν ἀπεδέχθη τό αὐτοκέφαλο τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας γιά πολύ σοβαρούς ἐκκλησιαστικούς λόγους, σέ ἀπαντητική ἐπιστολή του στίς 20 Φεβρουαρίου 2019, ἀντιτείνει τά ἑξῆς παράδοξα καί ἀνυπόστατα: «…Ὡς ἐκ τούτου, οὐ μόνον ἔνθα περί Δογμάτων καί ἱερῶν Παραδόσεων καί Κανονικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων ἤ περί γενικῶν ζητημάτων ἀφορώντων εἰς ὁλόκληρον τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί ἐν πᾶσι τοῖς σχετικῶς σπουδαίοις ἐπί μέρους ζητήμασι τοῖς ἐνδιαφέρουσι ταύτην ἤ ἐκείνην τήν Τοπικήν Ἐκκλησίαν, ἡ κηδεμονική πρόνοια καί ἀντίληψις τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας παρεμβαινούσης -ποῖ μέν [=ἄλλοτε μέν], αὐτεπαγγέλτως καί ὡς ἐκ καθήκοντος, ποῖ δέ [=ἄλλοτε δέ], κατ᾿ ἐπίκλησιν τῶν ἐνδιαφερομένων- καί παρεχούσης τήν ἀποτελεσματικήν αὐτῆς συμβολήν, πρός διαίτησιν καί ἐπίλυσιν διαφορῶν ἀναφυεισῶν μεταξύ τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, πρός διευθέτησιν διαφωνιῶν μεταξύ ποιμένων καί ποιμνίου…»[21]!!!  
 
Ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης, τό 2009 διαπίστωνε:  
 
«Ἡ παραδοχή πρωτείου δικαιοδοσίας [ἐξουσίας] ἐπί τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, δηλαδή τό νά εἶναι ἕνας ἐπίσκοπος κεφαλή καί ἀρχή ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἔστω ἐπιφορτισμένος μέ ἕνα ρόλο διακονίας, εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ὡς μοναδικῆς Κεφαλῆς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Τό πρωτεῖο δικαιοδοσίας [ἐξουσίας] συνιστᾶ ἀνατροπή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὑπεράνω πάντων τῶν ἐπισκόπων εἶναι ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος. Σέ αὐτήν προεκάθητο μέν ἐν ἀγάπῃ ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης ὡς ἴσος τῶν συνεπισκόπων του, ἐν τῷ μέσῳ ὅμως τῶν ἐπισκόπων ἐτοποθετεῖτο τό ἱερό Εὐαγγέλιο ὡς σύμβολο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς μοναδικῆς Κεφαλῆς τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Τό μοναδικό προνόμιο τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης (ὅταν σημειωτέον ἦταν Ὀρθόδοξος), [καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὡς πρώτου μεταξύ ἴσων μετά τό σχίσμα τῆς Ρώμης ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία] πού εἶναι ἀποδεκτό ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως, εἶναι ἡ ἐν συνόδοις πρωτοκαθεδρία (πρεσβεῖα τιμῆς) μεταξύ τῶν πέντε ὀρθοδόξων πατριαρχῶν καί ἡ συνεπείᾳ αὐτῆς μνημόνευσις τοῦ πρώτου μεταξύ τῶν λοιπῶν πατριαρχῶν στά Δίπτυχα. Αὐτό βεβαιώνεται ἀπό τό γράμμα καί τό πνεῦμα τοῦ 28ου κανόνος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου»[22] [(«τά ἴσα πρεσβεῖα ἀπένειμαν [οἱ Πατέρες] τῷ τῆς Νέας Ρώμης ἁγιωτάτῳ θρόνῳ»). Ἐπίσης, τά πρεσβεῖα τιμῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔχουν κατοχυρωθῆ καί ἀπό τόν 3ο Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου («Τόν μέν τοι Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοπον ἔχειν τά πρεσβεῖα τῆς τιμῆς μετά τόν τῆς Ρώμης Ἐπίσκοπον, διά τό εἶναι αὐτήν Νέαν Ρώμην») καί τόν 36ο Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς λεγομένης Πενθέκτης («Ἀνανεούμενοι τά παρά τῶν ἑκατόν πεντήκοντα ἁγίων Πατέρων, τῶν ἐν τῇ θεοφυλάκτῳ ταύτῃ καί βασιλίδι πόλει συνελθόντων, καί τῶν ἑξακοσίων τριάκοντα, τῶν ἐν Χαλκηδόνι συναθροισθέντων νομοθετηθέντα, ὁρίζομεν, ὥστε τόν Κωνσταντινουπόλεως θρόνον τῶν ἴσων ἀπολαύειν πρεσβείων τοῦ τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης θρόνου, καί ἐν τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς, ὡς ἐκεῖνον, μεγαλύνεσθαι πράγμασι»)]. 
 
Θά λέγαμε λοιπόν, ὅτι «Τό Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» ἀποτελεῖ:  
  • Αὐθαίρετη Πρωτοκαθεδρία,  
  • Ἰσοπεδωτική Κυριαρχία,  
  • Ἐκκοσμικευμένη Διακονία,  
  • Ἐχθρό τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος καί εἰρήνης,  
  • Προκλητική καταπάτηση καί στέρηση τῆς ἐλευθερίας κλήρου καί λαοῦ,  
  • Ἀπίστευτη ὑπερηφανεία καί ἀλαζονεία, πού προσβάλλει Θεό καί ἀνθρώπους. 
Ἡ πρώτη ἔμπρακτη ἐφαρμογή τοῦ «Πρωτείου ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» μετά τήν «Σύνοδο» στήν Κρήτη ὑπῆρξε ἡ παραχώρηση Αὐτοκεφαλίας στήν Οὐκρανική Ἐκκλησία. Μέ τήν ἀναφορά μας αὐτή, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ κ. Λάμπρος Σκόντζος «δέν ἔχουμε καμμία πρόθεση νά συνταχθοῦμε μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία δυστυχῶς βαρύνεται μέ τήν νοοτροπία τοῦ πανσλαβισμοῦ, τοῦ συνδρόμου τῆς ‘‘Τρίτης Ρώμης’’ καί τήν τάση της στόν οἰκουμενιστικό συγκρητισμό»[23].
 
Λόγῳ τῆς ἀπουσίας τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν δορυφόρων της ἀπ’ τήν «Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου Κρήτης (2016), ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης τήν «τιμωρεῖ» ἐπιβάλλοντας, μέ ἱστορικο-κανονικές ἀλχημεῖες, τήν Αὐτοκεφαλία τῆς Οὐκρανίας, χωρίζοντας τήν τοπική Ἐκκλησία σέ δύο ἐπιμέρους Ἐκκλησίες!  
 
Δυστυχῶς, ἀπ’ τήν ἐποχή τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου οἱ δυτικές δυνάμεις ὑπό τήν κηδεμονία τῶν Η.Π.Α καί τοῦ ΝΑΤΟ παρεῖχαν τήν θερμή ὑποστήριξή τους στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στηρίζοντας τήν πάγια ἀξίωσή του γιά τήν ἐγκαθίδρυση τοῦ «πρωτείου ἐξουσίας του» σέ ὁλόκληρη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπεδίωκαν – καί ἐπιδιώκουν καί σήμερα – τήν ἐξουδετέρωση τοῦ ρωσικοῦ παράγοντα ἐπιρροῆς στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή καί ὄχι μόνο.  
 
Ἀπευχόμαστε τέτοιες ἐξουσιαστικές κινήσεις ἐπιβολῆς Αὐτοκεφαλιῶν στήν στενότερη περιοχή τῶν Βαλκανίων, χωρίς τήν συνοδική συναίνεση ὄχι μόνο τῶν τοπικῶν, ἀλλά καί ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.  
 
Ἀπ’ ὅσα ἕως τώρα ἀκούστηκαν στή σημερινή ἡμερίδα, προκύπτει ἀβίαστα τό συμπέρασμα ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι: 
  1. Στέρηση τῆς ἀκτίστου Θείας Χάριτος.  
  2. Ἀποπνιγμός τῆς Ἀληθείας.  
  3. Καθαιρέτης τῶν Ὅρων καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.  
  4. Ἀποδομητής τῆς Ἁγιοπατερικῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως (Consensus Patrum – συμφωνία Πατέρων).  
  5. Λερναία Ὕδρα πού γεννᾶ συνεχῶς νέες κεφαλές πλάνης.  
  6. Νέα πνευματική πανδημία πού κατατρώγει ἐκ τῶν ἔσω τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.  
  7. Ἀμφισβήτηση τῆς μοναδικότητος καί ἀποκλειστικότητος τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτῆρος τοῦ κόσμου.  
  8. Ἰσοπέδωση καί ἀναίρεση τοῦ Παναγίου Προσώπου τοῦ Χριστοῦ μας, συμφυρόμενον μέ ὅλες τίς «κατασκευασμένες θεότητες» τοῦ κόσμου τῆς πτώσεως.  
  9. Ἡ εἴσοδος τῆς ἀνθρωπότητος στήν παραφροσύνη τῆς «Νέας Τάξεως» καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς».  
  10. Ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά «μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν… εἶναι ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ»[24].
Ἄς γνωρίζουν καλά οἱ Οἰκουμενιστές ὅτι «Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἰδιότητα τοῦ ἑνός σώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀπολύτως καί ἀμετακλήτως διασφαλισμένη ἀπό τήν Κεφαλή της, τόν Χριστό, διά τῆς συνεχοῦς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ’ αὐτήν ἤδη ἀπό τήν Πεντηκοστή»[25]. Μή λοιπόν αἰσιοδοξοῦν καί ἐλπίζουν ὅτι θά διασπάσουν τήν «ἑνότητα» τῆς Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ματαιοπονοῦν. 
 
Θά κλείσουμε μέ τά λόγια καί τήν ἀποφασιστική διακήρυξη τοῦ μακαριστοῦ παπα-Γιώργη, τήν μνήμη καί τούς ἀγῶνες τοῦ ὁποίου τιμοῦμε ἀπόψε: «Ἐμεῖς μένουμε πάντοτε πιστοί στήν Ἐκκλησία. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν οἰκουμενιστική κατηφορική πορεία θέτουν οὐσιαστικῶς ἑαυτούς ἐκτός Ἐκκλησίας»[26].  
 
*** Καθώς ὁλοκληρώθηκε ἤδη ὁ χρόνος τῆς εἰσηγήσεώς μας, θά παραλείψουμε τήν ἀνάγνωση τοῦ τελευταίου (τέταρτου) Κεφαλαίου «Ἡ κατάλυσις τῆς Συνοδικότητος ἐν μιᾷ νυκτί», τό ὁποῖο θά συμπεριληφθεῖ στά πρακτικά τῆς ἀποψινῆς ἡμερίδος.  
 
4ον.  
Ἡ κατάλυσις τῆς Συνοδικότητος ἐν μιᾷ νυκτί.  
 
Σ’ αὐτό τό σημεῖο τῆς εἰσηγήσεως νιώθουμε τήν ὑποχρέωση νά καταδείξουμε τόν ἀντιφατικό καί ἀντικανονικό τρόπο μέ τόν ὁποῖο σκέπτεται, ἀποφασίζει καί ἐνεργεῖ τά τελευταῖα χρόνια ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.  
 
Στό παρελθόν, ἀπό τήν ἀρχή ἀκόμα τῆς λεγόμενης Οἰκουμενικῆς Κίνησης, ἡ διοίκηση τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε πάντοτε προσεκτική στήν ἀνοχή πού ὁδηγεῖ στή συνενοχή, φειδωλή στά ἀνοίγματα πρός τούς ἑτεροδόξους καί ἐπικριτική στίς παρεκτροπές τοῦ Φαναρίου.  
 
Ἡ παραδοσιακή αὐτή στάση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἄρχισε σταδιακά νά μεταβάλεται καί νά διολισθαίνει σέ οἰκουμενιστικές πρακτικές μέ ἀποκορύφωμα τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, τόν Ἰούνιο τοῦ 2016.  
 
Σ’ αὐτή συνέβησαν «σημεῖα καί τέρατα»! Ἀνετράπη πλήρως τόσο ἡ οὐσία ὅσο καί τό συνολικό πνεῦμα τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας τόν Μάιο τοῦ 2016. Καί αὐτό γιατί ἡ ὅλη ὑπόθεση πού ἀπασχόλησε κυρίως τήν Ἱεραρχία ἦταν τό ἄν θεωροῦνται ἤ ὄχι Ἐκκλησίες οἱ ἑτερόδοξοι. Στήν πολύωρη καί γεμάτη ἀντεγκλήσεις συζήτηση πού πραγματοποιήθηκε ἀποφασίστηκε νά γίνει ἡ πρόταση «νά ἀντικατασταθοῦν ὅλες οἱ φράσεις πού χαρακτηρίζουν ὡς “Ἐκκλησίες” τούς ἑτεροδόξους καί ἀναφέρονται στίς σχέσεις μέ τούς ρωμαιοκαθολικούς καί τούς προτεστάντες». Ἔτσι, σύμφωνα μέ τήν ἀπόφαση – πρόταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στά πρός ἐπικύρωση κείμενα τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶχε λάβει σαφῆ ἐντολή: «ὅπου ὑπάρχει ἡ λέξη “Ἐκκλησία” καί ἀναφέρεται στούς ρωμαιοκαθολικούς καί στούς προτεστάντες, θά πρέπει νά ἀντικατασταθεῖ μέ τούς ὅρους “ὁμολογία” ἤ “χριστιανική κοινότητα”». Τήν πρόταση αὐτή μάλιστα ἡ Ἱεραρχία ἀποφάσισε νά τήν ὑποστηρίξει σθεναρά καί χωρίς ὑποχωρήσεις. «Ἄς μείνουμε μόνοι. Μοναδικοί κήρυκες τῆς Ὀρθοδοξίας. Γνήσιοι ἐκφραστές», διεκήρυσσε ὁ Μητροπολίτης Ἠλείας, κύριος εἰσηγητής τοῦ θέματος στήν Ἱεραρχία, δίνοντας τό στίγμα αὐτῆς τῆς ἀπόφασης. Ὁ στόχος, λοιπόν, καί ἡ δέσμευση πού ἔθεσε ἡ Ἱεραρχία μέ τήν ἀπόφασή της στόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Ἀρχιερεῖς, πού συναποτελοῦσαν τήν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού τόν συνόδευε, ἦταν σαφής: νά μήν γίνεται ἀναφορά τοῦ ὅρου «Ἐκκλησία» σέ σχέση μέ τούς ἑτεροδόξους.  
 
Ἀπό κεῖ καί πέρα Κύριος οἶδε τί ἀκολούθησε. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού ἐλήφθη στίς 25 Μαΐου 2016 ἄλλαξε σκανδαλωδῶς ἐν μιᾷ νυκτί. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ Ἀρχιερεῖς πού μετεῖχαν στήν ἀντιπροσωπεία, πλήν τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, προχώρησαν σέ μία ὠμή παραβίαση τῆς ἐντολῆς πού εἶχαν λάβει. Ἀποφάσισαν νά κατατεθεῖ μία νέα πρόταση, ἤτοι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνοµασίαν ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁµολογιῶν». Λειτούργησαν δηλαδή μέ ἀπόλυτα ἀντισυνοδικό τρόπο, ὑπερβαίνοντας τήν ἐξουσιοδότηση πού εἶχαν λάβει ἀπό τό ἀνώτατο ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἡ Ἱεραρχία.  
 
Ἀδιαφάνεια, μεθοδεύσεις, ἐκδουλεύσεις, ἀπειλές, ἐκτροπές, πονηρίες, ψεύδη.  
 
Αὐτές εἶναι οἱ βάσεις πάνω στίς ὁποῖες στηρίχτηκε ὁ ἐν λόγω διάλογος. Αὐτές εἶναι οἱ ἀρχές πάνω στίς ὁποῖες οἰκοδομήθηκαν οἱ ἀγαπητικές σχέσεις. Ὅλα ἐπιτρέπονται κι ὅλα καταλύονται στό ὄνομα τῆς ἀγάπης! «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν» τοῖς παροῦσι νά μή μείνει τίποτε ὀρθό ἤ ὄρθιο! Οἱ παρόντες, λοιπόν, στήν σύνοδο ἔκριναν σωστό νά μετέλθουν ὅλων τῶν νεοεποχίτικων ὅπλων πού διαθέτει τό ὁπλοστάσιο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Προκειμένου δέ νά πραγματοποιήσουν τό σχέδιό τους γιά μιά ἑνότητα στό ὄνομα τῆς ἀγάπης, ὄχι ὅμως καί στό ὄνομα τῆς Ἀληθείας, ἀλλά τοῦ ψεύδους, ἔφτασαν στό σημεῖο νά ἀποδειχθοῦν «ἀχθοφόροι» τοῦ λειτουργήματος καί ἀξιώματός τους, ὅπως εὔστοχα ἔλεγε ὁ παπα-Γιώργης ὁ Μεταλληνός γιά ὅσους προτιμοῦσαν νά προδώσουν τήν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως ἐν ὀνόματι μιᾶς ἀθεόφοβης φιλαδελφίας. Ἐξ ἄλλου συχνά μᾶς θύμιζε ἀπό τόν ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό ὅτι:  
 
Ἀλήθεια + ψεῦδος = ψεῦδος!  
 
Ἐκτός αὐτοῦ, παραβίασαν κάθε δεοντολογία, διέσυραν κάθε ἀρχή δημοκρατικῆς ἐκπροσώπησης καί κατέλυσαν ἐν τέλει τόν ἱερό θεσμό τῆς Συνοδικότητας. ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΑ. Δέν ντράπηκαν, δέν φοβήθηκαν, δέν δίστασαν νά ἀνατρέψουν αὐθαίρετα καί προκλητικά ἀτιμώρητα τόν Κανονισμό Λειτουργίας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Καί δυστυχῶς στό ἴδιο πραξικόπημα καταστρατήγησης τῆς Ἀληθείας συμμετεῖχαν διά τῶν προκαθημένων τους καί οἱ ὑπόλοιπες τοπικές ἐκκλησίες πού ἔλαβαν μέρος στήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης.  
 
Καί διερωτώμεθα: μέ τί πρόσωπο, μέ ποιά συνείδηση, μέ ποιό ἀνδρῶο φρόνημα, μέ ποιό πνευματικό ἔρεισμα, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος -καί ὄχι ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας (Ι.Σ.Ι.)-, σέ πρόσφατη συνεδρίασή της παρέπεμψε στό Πρωτοβάθμιο διά Ἀρχιερεῖς Συνοδικό Δικαστήριο τούς Μητροπολίτες Κυθήρων κ. Σεραφείμ καί Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κ. Κοσμᾶ, διότι οἱ ἐν λόγω Ἀρχιερεῖς ἐξεδήλωσαν ἀπειθαρχία καί ἔλλειψη σεβασμοῦ πρός τήν ὁμόφωνη ἀπόφαση τοῦ συλλογικοῦ ὀργάνου διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀναφορικά μέ τά ὑγειονομικά μέτρα, πού εἶχαν ἀποφασιστεῖ κατά τήν περίοδο τοῦ Πάσχα.  
 
Ἡ Ἐπιτροπή μάλιστα εἰσηγήθηκε, μεταξύ ἄλλων, τήν παραπομπή τους γιά: 
  • Καταφρόνηση τῆς προϊσταμένης ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς,   
  • Ἀπειθαρχία   
  • Θεολογική πλάνη   
  • Ἠθική αὐτουργία γιά ἀπειθαρχία τῶν πιστῶν σέ σχέση πρός τίς ὑποδείξεις τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας σέ θέματα ὑγείας. 
Καί ρωτᾶμε εὐθέως: ποιοί ἐγκαλοῦν, κρίνουν καί καταδικάζουν ποιούς;  
 
Οἱ ἐκκλησιαστικοί ἐνάγοντες καί ἀνακριτές οἱ ὁποῖοι παραβίασαν, διέσυραν, νόθευσαν, ἀτίμωσαν καί κατέλυσαν κάθε ἔννοια ἰσηγορίας, ἐλευθερίας, δημοκρατίας, ἔννομης ἐκκλησιαστικῆς τάξης καί ὀρθοδοξίας;  
 
Αὐτοί δέν εἶναι πού ἀσέλγησαν ἀπροκάλυπτα εἰς βάρος τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας τους, τήν ὁποία εἶχαν προσυπογράψει οἱ ἴδιοι λίγες μέρες πρίν καί μάλιστα γιά ἕνα μεῖζον δογματικό θέμα, ὅπως εἶναι ἡ ἀπόδοση ἐκκλησιαστικότητας στίς αἱρέσεις;  
 
Οἱ ἴδιοι δέν εἶναι πού τό βράδυ τῆς Παρασκευῆς ἀποφάσιζαν ὁμοφώνως ὄχι, ἐνῶ τό πρωί τοῦ Σαββάτου ἔλεγαν ναί;  
 
Ναί, αὐτοί εἶναι οἱ ἴδιοι, πού σάν προσκυνημένοι καί βιαστικοί ὑπηρετοῦν τά ἀντίχριστα σχέδια τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς παναίρεσης τοῦ τέρατος πού ἀκούει στό ὄνομα Οἰκουμενισμός.  
Ναί, Αὐτοί εἶναι!!! Αὐτούς ποιός θά τούς δικάσει;  
 
Παραπομπές (2ου μέρους)
 
[15] Συνέντευξη στό περιοδικό «Φώτης Κόντογλου», 20-7-2021  
[16] Romfea.gr 30/10/2020  
[17] Ἀρ­χιμ. Γε­ωρ­γί­ου Κα­ψά­νη, Ἡ ποι­μαν­τι­κή δι­α­κο­νί­α κα­τά τούς ἱ­ε­ρούς Κα­νό­νας, Πει­ραι­εύς 1976, σ. 110-112  
[18] π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1989, σελ. 207  
[19] Κείμενο 1 Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, 16-25 Ἰουνίου 2016  
[20] Ὁμιλία Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, Κων/πολη, 1 Σεπτεμβρίου 2018  
[21] Ἀπαντητικό Γράμμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου στήν ἀπό 14.01.2019 ἐπιστολή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας, 20 Φεβρουαρίου 2019  
[22] Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Τό κείμενο τῆς Ραβένας καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα, «Ἐν Συνειδήσει», ἔκδ. Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἰούνιος 2009, σελ. 97  
[23] Λάμπρου Σκόντζου, Τό οὐκρανικό ζήτημα ὡς μεῖζον ἐκκλησιαστικό καί ἐκκλησιολογικό πρόβλημα – Προτάσεις, Εἰσήγηση στήν Ἡμερίδα μέ θέμα: «Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΝΗΣΗ», Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας,18-5-2019  
[24] Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, Ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 224  
[25] Καθηγ. Δημ. Τσελεγγίδη, «Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης: Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος», ἐκδ. Συνάξεως Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «Φώτης Κόντογλου», Σεπτέμβριος 2016, σελ. 52  
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).

Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.

Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.