Ο
Αλέξανδρος νικάει στους Ολυμπιακούς Αγώνες τον γιο του Δαρείου Νικόλαο.
Μικρογραφία από αρμενικό χειρόγραφο του «μυθιστορήματος», του 1544
συνέχεια από το 1ο μέρος
Τελευταίες παρατηρήσεις: η κληρονομιά των αρχαίων Μακεδόνων
Φυσικά,
δεν επηρεάστηκαν όλοι οι σύγχρονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου Έλληνες από
τις συνεχείς εκκλήσεις του για πανελλήνια ενότητα. Το αντιμακεδονικό
αίσθημα ήταν απτό σε πολλά μέρη της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της
εκστρατείας του στην Ασία, με αποτέλεσμα την εκδήλωση του Λαμιακού
Πολέμου σχεδόν αμέσως μετά το θάνατό του, το 323 π.Χ. Παρ’ όλα αυτά, το
τι μπορεί να σκέφτονταν οι άλλοι Έλληνες για τον Αλέξανδρο δεν αποκλείει
με κανένα τρόπο το γεγονός ότι ο ίδιος είχε μια σαφώς ελληνική εθνοτική
ταυτότητα και πραγματικά θεωρούσε τις κατακτήσεις του κατά βάση
ελληνικές. Είναι περισσότερο ο ίδιος ο μακεδονικός λαός που κρατάει έναν
πιο ενδιαφέροντα ρόλο προς αναδίφηση μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των
πολιτιστικών επιπτώσεων των κατακτήσεων του Αλέξανδρου. Η αξιολόγηση της
πολιτιστικής κληρονομιάς των αρχαίων Μακεδόνων απαιτεί τελικά να
ξεπεράσουμε τις υπάρχουσες γραπτές πηγές μας. Πέρα από την επίπονη
δουλειά της λεπτομερούς εξέτασης των έργων διαφόρων συγγραφέων, υπάρχουν
κάποια βασικά, λογικά συμπεράσματα που μπορεί κανείς να συναγάγει
σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι Μακεδόνες μπορεί να είχαν μια ελληνική
εθνοτική συνείδηση.
Μερικές
φορές, οι μελετητές δεν έχουν λάβει υπόψη τους μερικές αξιοσημείωτα
προφανείς συνέπειες του γεγονότος ότι οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου
οδήγησαν στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού σε όλη την Αίγυπτο και την
Εγγύς Ανατολή, ακόμα και στην Ινδική υποήπειρο. Αν υποθέσουμε ότι ο
μακεδονικός λαός στερούνταν μιας πραγματικής και ουσιαστικής εμβάπτισης
στον ελληνικό πολιτισμό, τότε με ποιο όχημα εξαπλώθηκε ο ελληνισμός;
Σίγουρα αυτό δε θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν μόνο οι Αργεάδες και οι
άλλες ελίτ της μακεδονικής κοινωνίας ταυτίζονταν με τον ελληνικό
πολιτισμό. Υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που πρέπει να εξεταστούν εδώ.
Στο
παρελθόν, μερικοί μελετητές υποστήριξαν ότι η ανάδειξη της Μακεδονίας
στον ελληνικό κόσμο κατά τον 4ο αιώνα οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στη
διαδικασία του εξελληνισμού που επέβαλαν οι Αργεάδες, κάτι που
σηματοδότησε η ευρεία υιοθέτηση της ελληνικής κοινής. Αυτό που
υπονοείται είναι ότι οι Μακεδόνες ήταν αρχικά ξένοι προς τον ελληνικό
πολιτισμό, οπότε εγκατέλειψαν τις ιθαγενικές πρακτικές τους για τις
ελληνικές. Η ιστορία έχει δείξει με έμφαση ότι οι λαοί τείνουν να χάνουν
τη γλωσσική και πολιτισμική τους ταυτότητα (είτε αποκτώντας σταδιακά
μια άλλη, είτε παύοντας εξ ολοκλήρου να υπάρχουν) μέσω της κατάκτησης
από μια εξωτερική ομάδα.
Ωστόσο,
καμία ομάδα, από την περσική κατοχή του 5ου αιώνα ως την άφιξη των
Ρωμαίων, δεν κατέκτησε ποτέ τη Μακεδονία. Γιατί, λοιπόν, τόσο οι
Αργεάδες, όσο και ο κοινός λαός τους, αποδέχονται τόσο εύκολα τον
ελληνικό πολιτισμό παρότι δεν αντιμετώπιζαν εξωτερική πίεση από μια
ελληνική ομάδα; Εδώ, θα μπορούσαμε, ίσως, λογικά να συμπεράνουμε ότι οι
Μακεδόνες αισθάνονταν κάποια φυσική προτίμηση για τον ελληνικό
πολιτισμό. Ο απλός άνθρωπος δε θα τον ασπαζόταν τόσο βαθιά απλά και μόνο
μέσα από τις προσπάθειες «εξελληνισμού» των βασιλιάδων του. Αντίθετα,
φαίνεται ότι οι Αργεάδες είχαν συναίσθηση της εγγενούς, προϋπάρχουσας
προσκόλλησης του λαού τους στον ελληνικό πολιτισμό κι έτσι έκαναν το
καλύτερο που μπορούσαν για να τον καλλιεργήσουν, εκθέτοντάς τον στις πιο
προχωρημένες εξελίξεις του νότιου ελληνικού πολιτισμού από τον 5ο αιώνα
και μετά. Έχουμε δει ότι ο λαός της Μακεδονίας διέθετε μια κάπως
πρωτόγονη, «στοιχειώδη» μορφή ελληνικού πολιτισμού, λόγω της χρήσης μιας
ελληνικής διαλέκτου και των θρησκευτικών τους εθίμων. Ουσιαστικά, αυτή
είναι η βασική, αλλά θεμελιώδης σύνδεση με τον ελληνικό πολιτισμό, που
έδωσε στους Μακεδόνες μια αρχική βάση για να αφομοιώσουν τελικά τόσες
πτυχές του νότιου ελληνικού πολιτισμού.
Αυτή
η συλλογιστική μάς φέρνει πίσω στο ερώτημα του πώς οι Μακεδόνες
σχετίζονταν με τον πανελλήνιο χαρακτήρα των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου.
(…) Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις στις σωζόμενες αναφορές των ιστορικών
του Αλεξάνδρου, στις οποίες βλέπουμε τόσο τους Έλληνες, όσο και τους
Μακεδόνες, να ευθυγραμμίζονται σε μια ενιαία εθνοπολιτισμική ομάδα.
Πράγματι, συγγραφείς όπως ο Αρριανός και ο Πλούταρχος παρέκκλιναν από
τους κλασικούς προκατόχους τους παρέχοντας περιστασιακές, αλλά άμεσες
αποδείξεις για την πολιτιστική ταύτιση του μακεδονικού λαού (όπως
εκπροσωπούνται από τους στρατιώτες του στρατού του Αλεξάνδρου), με τους
Έλληνες.
Επιπλέον,
στις αντίστοιχες αφηγήσεις τους, οι Έλληνες και οι Μακεδόνες φαίνεται
να σχηματίζουν μια συλλογικότητα στο ένα άκρο της δυαδικότητας «Έλληνας»
και «βάρβαρος», σαφώς ενωμένοι εθνοπολιτιστικά απέναντι στους Πέρσες.
‘Όντως, τόσο οι Έλληνες, όσο και οι Μακεδόνες, προσβάλλονταν από τη
γοητεία που ασκούσε στον Αλέξανδρο ο ανατολικός πολιτισμός (ιδιαίτερα η
πράξη του προσκυνήματος) και από τις προσπάθειές του αργότερα να
«εξανατολίσει» τον στρατό.
Ὁ Ἀλέξανδρος ἐμβαίνει εἰς τήν Τρωάδα
(…) Ἔφεράν
του καί Βιβλίον τοῦ Ὁμήρου, ὁπού εἶχε γραμμένους ἀπό τήν ἀρχήν τούς
πολέμους καί τόν χαλασμόν τῆς Τροίας ἕως εἰς τό τέλος. Ἄρχισεν ὁ
Ἀλέξανδρος νά ἀναγνώθῃ τούς πολέμους τῶν ἀνδρειωμένων, καί ἐλυπήθη, καί
πάλιν ἐχάρη καί εἶπεν. ὧ, πόσοι ἀνδρειωμένοι ἐχάθηκαν διά μίαν μιαράν
γυναῖκα! Τότε ἐρώτησε τούς ἄρχοντας, λέγωντας.ποῦ εἶναι τά μνήματα τῶν
ἀνδρειωμένων; Ἐπῆγαν οἱ ἄρχοντες καί ἔδειξάν του τα, ὁ δέ Ἀλέξανδρος
ἐπέζευσε καί ἐθύμιασέ τα μέ Σμύρναν καί Λίβανον, λέγωντας μέ πολήν
λύπην.ὧ ἀνδρειωμένοι μου, Ἀχιλλεῦ καί Ἕκτορ, ἄμποτες νά σᾶς ἤθελα εὕρῃ
ζωντανούς, ἤθελα σᾶς τιμήσῃ μέ δῶρα πολλά, καί ἤθελα χαρῇ τόν Κόσμον
μετ’ ἐσᾶς, τώρα δέ ὁποῦ σᾶς ηὗρα ἀποθαμένους, τί νά σᾶς δωρήσω, καί νά
σᾶς τιμήσω; Δέν εἶναι ἄλλη τιμή τῶν ἀποθαμένων παρά Σμύρνα καί Λίβανον.
οἱ θεοί νά σᾶς ἀνταμείψουν διά τάς ἀνδραγαθίας ὁποῦ ἐκάμετε, καθώς
γράφει ὁ Ὅμηρος.
Ἱστορία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος, 1699
Αξίζει
να σημειωθεί ότι δεν έχουμε απολύτως καμία ένδειξη στις υπάρχουσες
πηγές ότι οι Μακεδόνες διαφωνούσαν με την πανελλήνια πολιτική του
Αλεξάνδρου. Κατά ειρωνικό τρόπο, μόνο κάποιοι Έλληνες ήταν αμφίθυμοι ως
προς τα ελληνικά διαπιστευτήρια και τη δικαιοδοσία του Αλέξανδρου ως
ηγέτη στο όνομα όλης της Ελλάδας. Θα περίμενε σίγουρα κάποιος ότι, εάν
οι Μακεδόνες διατηρούσαν μια αυστηρά και περήφανα «μακεδονική» ταυτότητα
χωρίς καμιά επιθυμία να ευθυγραμμιστούν με τους Έλληνες, οι ιστορικοί
του Αλεξάνδρου θα είχαν κάτι να πουν γι’ αυτό. Όντως, δε θα μας παρείχαν
κάποια βασικά αποσπάσματα όπου οι Μακεδόνες θα έδειχναν να
προσβάλλονται επειδή των κατακτήσεών τους ηγείται ένας αυτοαποκαλούμενος
Έλληνας, που αγωνίζεται για όλους τους Έλληνες; Επιπλέον, πώς θα ήταν
δυνατόν ο Αλέξανδρος να έχει τον απόλυτο σεβασμό και την τυφλή αφοσίωση
των μακεδονικών του στρατευμάτων αν υπήρχε αμοιβαίο συναίσθημα σοβαρής
εθνοτικής διαφοράς μεταξύ τους; Καθώς οι Μακεδόνες έδειχναν ακλόνητη
αφοσίωση όχι μόνο στον Αλέξανδρο, αλλά σε όλους τους Αργεάδες, μπορούμε
λογικά να συμπεράνουμε ότι σέβονταν αλλά και ασπάζονταν την μετοχή των
ηγεμόνων τους στην ελληνική ταυτότητα.
Κλείνοντας,
θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η εθνική ταυτότητα είναι κοινωνικό
οικοδόμημα, αλλά και ρευστή και συχνά διαμορφώνεται μέσα από τις
παραδοχές των ίδιων των μελών της ομάδας. Μια ομάδα χρειάζεται να
αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως διακριτή οντότητα για να αποτελέσει
τελικά μια αυτούσια εθνική ομάδα. Επομένως, μέχρις ότου αποκτήσουμε
άμεση μαρτυρία του μακεδονικού λαού, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με
περίσκεψη τον ισχυρισμό ότι δεν είχαν αίσθηση εθνικής ή πολιτιστικής
συνείδησης ως Έλληνες.
Η
αντίληψη αυτή ουσιαστικά υποστηρίζει ότι όλα τα διαθέσιμα στοιχεία μάς
επιτρέπουν να δούμε τους Μακεδόνες ως μια εθνοτική ομάδα που μοιραζόταν
μια προγονική σχέση αίματος με τους Έλληνες, αλλά που γενικά θεωρούνταν
από εκείνους ως μη ελληνική, κυρίως λόγω της φύσης της
κοινωνικο-πολιτικής τους οργάνωσης. Έτσι, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι
η συνήθης έκφραση «Έλληνες» και «Μακεδόνες» είναι απολύτως αποδεκτή,
αλλά μόνο στο βαθμό που αντικατοπτρίζει με ακρίβεια μια στάση της
κλασικής ελληνικής αρχαιότητας έναντι της Μακεδονίας. Δε συμπίπτει κατ’
ανάγκη με το πώς οι Μακεδόνες έβλεπαν τον εαυτό τους, ούτε τον τρόπο με
τον οποίο τους έβλεπαν οι Αργεάδες βασιλιάδες τους. Σε κάθε περίπτωση,
είναι αδιαμφισβήτητο ότι, μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα, οι Μακεδόνες
είχαν επιτυχώς «προβάλει τους εαυτούς τους ως τους κυριότερους
εκπροσώπους του ελληνικού πολιτισμού, τόσο στην πατρίδα τους, όσο και
στις κατακτητικές εκστρατείες τους στην Ανατολή»13.
Κατά
την ελληνιστική περίοδο, η διαφορά Ελλήνων και Μακεδόνων άρχισε να
γίνεται δυσδιάκριτη και σχημάτισαν μια ενιαία εθνική ομάδα σε σχέση με
τους λαούς της Αιγύπτου, της Εγγύς Ανατολής και της Ρώμης. Μέχρι τότε,
πολλοί Έλληνες της νότιας Ελλάδας είχαν φτάσει να θεωρούν ότι οι
Μακεδόνες είχαν μια ουσιώδη συγγένεια με τους υπόλοιπους Έλληνες. Αυτό
αποδεικνύεται σαφώς στην ιστορική αφήγηση του Πολύβιου, Έλληνα συγγραφέα
που έδρασε κατά την ταχεία άνοδο στην εξουσία της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας
στη Μεσόγειο του 2ου αιώνα. Ο Πολύβιος θυμάται πως, το 210 π.Χ., ένας
πρεσβευτής της Ακαρνανίας, ονομαζόμενος Λυκίσκος, στάλθηκε στη Σπάρτη εξ
ονόματος των Μακεδόνων, μετά από τη συμμαχία που συνήψαν οι νότιοι
Έλληνες – το Κοινό των Αιτωλών – με τη Ρώμη ενάντια στο βασιλιά Φίλιππο
Ε’ της Μακεδονίας. Ο Λυκίσκος είχε την εντολή να αποτρέψει τους
Σπαρτιάτες από το να ενταχθούν στην Αιτωλική Συμπολιτεία, σε μια
αντιπαράθεση που ήταν η πρώτη στρατιωτική σύγκρουση της Μακεδονίας με τη
Ρώμη. Πράγματι, η υπεράσπιση των Μακεδόνων από τον Λυκίσκο έχει
επαινεθεί ως «ο υψηλότερος φόρος τιμής που έχει αποδοθεί καθ’ όλη την
ελληνική αρχαιότητα στη σημασία του μακεδονικού ελληνισμού»14.
Ο Πολύβιος καταγράφει την ομιλία του Λυκίσκου στη Σπάρτη:
καὶ
πρὸς οὐδὲν τούτων ἀπολογηθῆναι δυνάμενοι σεμνύνεσθε, διότι τὴν ἐπὶ
Δελφοὺς ἔφοδον τῶν βαρβάρων ὑπέστητε, καὶ φατὲ δεῖν διὰ ταῦτα χάριν
ἔχειν ὑμῖν τοὺς Ἕλληνας. ἀλλ᾽εἰ διὰ μίαν ταύτην χρείαν Αἰτωλοῖς χάρις
ὀφείλεται, τίνος καὶ πηλίκης δεῖ τιμῆς ἀξιοῦσθαι Μακεδόνας, οἳ τὸν πλείω
τοῦ βίου χρόνον οὐ παύονται διαγωνιζόμενοι πρὸς τοὺς βαρβάρους ὑπὲρ τῆς
τῶν Ἑλλήνων ἀσφαλείας; ὅτι γὰρ αἰεί ποτ᾽ ἂν ἐν μεγάλοις ἦν κινδύνοις τὰ
κατὰ τοὺς Ἕλληνας, εἰ μὴ Μακεδόνας εἴχομεν πρόφραγμα καὶ τὰς τῶν παρὰ
τούτοις βασιλέων φιλοτιμίας, τίς οὐ γινώσκει (15).
Εδώ,
ο Λυκίσκος δίνει έμφαση στην αντικειμενική ιστορική πραγματικότητα για
το ότι οι Μακεδόνες ήταν, για αιώνες, άμεσα υπεύθυνοι για την προστασία
του ελληνικού πολιτισμού από τις βαρβαρικές επιδρομές, με αποτέλεσμα την
ευημερία και την ανάπτυξή του. Αλλά συνεχίζει λέγοντας ακόμη
περισσότερα. Μπροστά στους Σπαρτιάτες, ο Λυκίσκος δηλώνει με πάθος:
Τότε
μὲν γὰρ ὑπὲρ ἡγεμονίας καὶ δόξης ἐφιλοτιμεῖσθε πρὸς Ἀχαιοὺς καὶ
Μακεδόνας ὁμοφύλους καὶ τὸν τούτων ἡγεμόνα Φίλιππον: νῦν δὲ περὶ
δουλείας ἐνίσταται πόλεμος τοῖς Ἕλλησι πρὸς ἀλλοφύλους ἀνθρώπους, οὓς
ὑμεῖς δοκεῖτε μὲν ἐπισπᾶσθαι κατὰ Φιλίππου, λελήθατε δὲ κατὰ σφῶν αὐτῶν
ἐπεσπασμένοι καὶ κατὰ πάσης Ἑλλάδος (16).
Πράγματι,
ο Λυκίσκος δεν έχει καμιά επιφύλαξη να συσχετίσει εθνοτικά τους
Μακεδόνες με τους Έλληνες, υπογραμμίζοντας ότι οι Αχαιοί, οι Σπαρτιάτες
και οι Μακεδόνες είναι όλοι «ομόφυλοι», από συγγενικό αίμα και διακριτοί
από τους άσχετους, «αλλόφυλλους» Ρωμαίους. Το νόημα είναι διάφανο: με
την έλευση της ρωμαϊκής κυριαρχίας, πολλοί Έλληνες είχαν τελικά
συνηθίσει να θεωρούν τους Μακεδόνες ως αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής
οικογένειας. Όπως και στην εποχή του Αλεξάνδρου, όταν οι Έλληνες και οι
Μακεδόνες ευθυγραμμίστηκαν πολιτιστικά απέναντι στους βάρβαρους Πέρσες,
οι δύο αυτές ομάδες ενώθηκαν ενάντια σε μια νέα ομάδα «βαρβάρων» – τους
Ρωμαίους.
Είναι
προφανές ότι η κληρονομιά των Μακεδόνων ως υπερασπιστών της Ελλάδας και
διαμεσολαβητών του ελληνικού πολιτισμού είχε ήδη ριζώσει μόλις έναν
αιώνα μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου. Παρά την ανυπαρξία της φωνής των
αρχαίων Μακεδόνων στις βιβλιογραφικές πηγές, η άρρηκτη και βαθιά
προσήλωσή τους στο μετασχηματισμό του ελληνικού πολιτισμού από ένα
περιφερειακό σε ένα παγκόσμιο αγαθό μιλάει πιο δυνατά από τα λόγια.
Παρόλο που ίσως χρειαστούμε περαιτέρω στοιχεία για να επιβεβαιώσουμε την
αίσθηση της εθνοτικής αυτο-αντίληψης των αρχαίων Μακεδόνων, δεν
χρειάζεται καμιά άλλη απόδειξη για να θεωρήσουμε ότι ο λαός αυτός έπαιξε
ίσως τον σημαντικότερο ρόλο στην εξασφάλιση της επιβίωσης του ελληνικού
πολιτισμού σε όλη την αρχαιότητα και στους επόμενους αιώνες.
Μετάφραση-επιμέλεια: Δ. Παπαμιχαήλ,
Γ. Ρακκάς, Μαριάννα Δεσύπρη
Ηροδότου Ιστορία, V 22
Ο Αλέξανδρος Α΄ ο Μακεδών στην Ολυμπία
«Έλληνες
είναι αυτοί οι απόγονοι του Περδίκκα, όπως λένε και οι ίδιοι. τούτο κι
εγώ προσωπικά είμαι σε θέση να το ξέρω, αλλά και στη συνέχεια της
ιστορίας μου θ’ αποδείξω ότι είναι Έλληνες. κι επιπλέον και οι οργανωτές
των αγώνων των Ελλήνων που γίνονται στην Ολυμπία αυτή την απόφαση
έβγαλαν. Δηλαδή, όταν ο Αλέξανδρος πήρε την απόφαση να πάρει μέρος στους
αγώνες και κατέβηκε γι’ αυτό το σκοπό, οι Έλληνες που ήταν αντίπαλοι
του στον αγώνα δρόμου ήθελαν να τον αποκλείσουν, με τον ισχυρισμό ότι ο
αγώνας δεν ήταν για βαρβάρους αθλητές, αλλά για Έλληνες. Κι ο
Αλέξανδρος, επειδή απέδειξε πως η καταγωγή του ήταν από το Άργος -κι οι
κριτές παραδέχτηκαν πως είναι Έλληνας- πήρε μέρος στον αγώνα δρόμου ενός
σταδίου και τερμάτισε στον ίδιο χρόνο με τον πρώτο.»
μετάφραση Ηλία Σ. Σπυρόπουλου
Ηλία Σ. Σπυρόπουλου, Μακεδονία και Μακεδόνες στον Ηρόδοτο, εκδ. Γκοβόστη, 1993
Παραπομπές (2ου μέρους)
13.
Hatzopoulos, (2011). «Macedonia and Macedonians» στο Brill’s Companion
to Ancient Macedon: Studies in the History and Archaeology of Macedon,
650 B.C. – 300 A.D. επιμέλεια Robin J. Lane Fox., Λάντεν/Βοστόνη, σ. 73.
14. Daskalakis A.P., The Hellenism of the Ancient Macedonians, Θεσσαλονίκη, 1965, σ. 73.
14. Daskalakis A.P., The Hellenism of the Ancient Macedonians, Θεσσαλονίκη, 1965, σ. 73.
15. Πολύβιος, Ιστορίες, Θ’, 35.
16. Πολύβιος, Θ’, 37
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.