Σελίδες

22 Σεπτεμβρίου 2019

ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (απὸ οικουμενιστὴ καθηγητή) (μέρος Α)

Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

1. Ἁγιομαχικὰ πυρά. Μετὰ τὸν προφήτη Ἠλία ἡ σειρὰ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. 

Δὲν ἔχει περάσει πολὺς καιρὸς ποὺ ἐκυκλοφορήθη στὸ Διαδίκτυο ἄρθρο μας μὲ τίτλο «Ἁγιομάχος οἰκουμενιστὴς προσβάλλει τὴν μνήμη τοῦ προφήτη Ἠλία». Εἰς αὐτὸ ἐπικρίναμε ἄρθρο ποὺ συνέγραψε ὁ καθηγητὴς Μιλτ. Κωνσταντίνου στὸ περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας «Ἐφημέριος» μὲ τίτλο: «20 Ἰουλίου: Μνήμη προφήτη Ἠλία. Σχόλιο στὸ Β´ Ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ: Γ´ Βα ιη´ 1- ιθ´ 16. Ἡ εἰδωλολατρία στὸν βιβλικὸ Ἰσραήλ.»

Διαπιστώναμε ὅτι στὸ ἀρχιεπισκοπικὸ καὶ συνοδικὸ περιβάλλον ἔχει δημιουργηθῆ οἰκουμενιστικό – συγκρητιστικὸ κλῖμα, τὸ ὁποῖο εὐνοεῖ τὶς ἁγιομαχικὲς καὶ μεταπατερικὲς θέσεις, οἱ ὁποῖες περνοῦν πλέον καὶ στὰ ἐπίσημα μέσα ἐπικοινωνίας τῆς Ἐκκλησίας, στὰ περιοδικά της καὶ στὸν Ραδιοφωνικό της Σταθμό. Στὸ ἄρθρο αὐτὸ τοῦ καθηγητῆ Κωνσταντίνου γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ζηλωτὴς προφήτης Ἠλίας, ἀγωνιζόμενος κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἐγκωμιαζόμενος ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, τὴν Πατερικὴ Παράδοση καὶ τὴν Ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας, ἐπικρίνεται ἀπό τόν ἀρθρογράφο, διότι μὲ τὴν σφαγὴ τῶν ἱερέων τῆς αἰσχύνης διέπραξε ἀποτροπιαστικὴ πράξη, ἡ ὁποία δῆθεν ἀποδοκιμάσθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Δὲν θὰ ἐπαναλάβουμε ἐδῶ ὅσα ἀναιρετικὰ αὐτῶν τῶν ἀθεμελίωτων ἰσχυρισμῶν γράψαμε στὸ δικό μας ἄρθρο.

Ἡ εἰσαγωγικὴ αὐτὴ ἀναφορά μας ἁπλῶς ἐπιδιώκει νὰ συνδέσει τὴν ἁγιομαχικὴ αὐτὴ στάση τοῦ ἐν λόγῳ καθηγητῆ μὲ νέα συνέχισή της πολὺ χειρότερη, ἡ ὁποία πλήττει τὴν πρώτη μεταξὺ τῶν Ἁγίων, τὴν ὑπερτέρα καὶ μείζονα σὲ Ἁγιότητα καὶ τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Συγκεκριμένα φυλλομετρώντας τὸ τεῦχος τοῦ «Ἐφημερίου», τῶν μηνῶν Σεπτεμβρίου-Ὀκτωβρίου τοῦ 2019 καὶ ἔχοντας κατὰ νοῦν τὸ κακὸ προηγούμενο τοῦ προηγουμένου τεύχους, ὅπου ὑπῆρχε ἡ ἀπαξιωτικὴ γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία ἐκτίμηση, ἐπρόσεξα ὅτι ὁ ἴδιος συγγραφεὺς ἐδημοσίευε καὶ πάλι σχόλιο σὲ ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, μὲ τίτλο: «8 Σεπτεμβρίου: Τὸ γενέθλιον τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας. Σχόλιο στὸ Α´ Ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ: Γεν. 28:10-17. Ἡ κλῖμαξ δι᾽ ἧς κατέβη ὁ Θεός». 

Ἴσως εἶναι καὶ πάλι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ σὲ ὀρθόδοξο περιοδικό, καὶ μάλιστα ἐπίσημο ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ποὺ προορίζεται γιὰ τοὺς ἱερεῖς της, δημοσιεύονται ἀπαξιωτικὲς κρίσεις γιὰ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τὴν ἀσυγκρίτως ἁγιωτέραν ὅλων τῶν Ἁγίων, τιμιωτέραν καὶ ἐνδοξοτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ τῶν Σεραφείμ. Αὐτὸ μάλιστα γίνεται μὲ ἕνα ἐπιστημονικοφανῆ τρόπο, γιὰ νὰ ἐντυπωσιάσει τοὺς μὴ εἰδότας, καὶ μὲ ἕνα ὁλοφάνερο ἅλμα ἀπὸ τὴν κλίμακα τοῦ Ἰακώβ, ποὺ συμβολίζει τὴν Θεοτόκο, στὸ ἄσχετο μὲ τὸ βιβλικὸ ἀνάγνωσμα θέμα τῶν κριτηρίων μὲ τὰ ὁποῖα ἐπιλέγει ὁ Θεὸς τὰ πρόσωπα ποὺ διακονοῦν στὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Τολμᾶ ὁ μικρὸς καὶ μηδαμινὸς «καθηγητής» νὰ βρεῖ καὶ νὰ καθορίσει τὸ πῶς κινεῖται ὁ θεῖος νοῦς στὶς ἐπιλογές του, λησμονώντας ὅτι ἀκόμη καὶ ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος Παῦλος ἐκφράζει τὴν ἀδυναμία του νὰ κατανοήσει καὶ νὰ ἑρμηνεύσει τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων: «Ὤ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ! Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; Ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο»[1]; 

Στὴ συνάφεια λοιπὸν αὐτὴ ποὺ ἐρευνῶνται τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα ἐπιλέγει ὁ Θεὸς τοὺς συνεργούς του στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὸ τί ἐκίνησε τὸν Θεὸ νὰ ἐπιλέξει τὴν Παναγία, ὥστε νὰ γίνει Μητέρα Του, νὰ γίνει Θεομήτωρ καὶ Θεοτόκος. Καὶ ἐνῶ ἡ ἀπάντηση εἶναι προφανής, μὲ βάση ὅσα διδάσκουν ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ ἡ Ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας, στὰ ὁποῖα σύντομα θὰ ἀναφερθοῦμε, ὁ καθηγητὴς Κωνσταντίνου προτεσταντίζων προτιμᾶ νὰ ἀκολουθήσει τὸν δικό του ἐπισφαλῆ καὶ σκολιὸ δρόμο. Ἂς παρακολουθήσουμε ὅμως τὸν εἱρμὸ τοῦ Σχολίου του στὸ Α´ Ανάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου. 

2. Προτεσταντικὲς καὶ οἰκουμενιστικὲς προσεγγίσεις

Ξεκινάει μὲ τὴν ὀρθὴ διαπίστωση ὅτι ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους σηματοδοτοῦνται ἀπὸ δύο ἑορτὲς τῆς Παναγίας· ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Γενεθλίου Της (8 Σεπτεμβρίου) καὶ ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως (15 Αὐγούστου). Λανθασμένη ὅμως εἶναι ἡ «διαπίστωση ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη ἐλάχιστους μόνο στίχους ἀφιερώνει γιὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ προσώπου καὶ τοῦ ἔργου τῆς Παναγίας». Ἂν συγκεντρωθοῦν ὅλα ὅσα λέγει ἡ Καινὴ Διαθήκη γιὰ τὴν Παναγία μας, εἶναι πολὺ περισσότερα ἀπὸ ἐλάχιστους στίχους, καὶ τόσο μάλιστα ἐπαινετικὰ καὶ μεγαλυντικά, ὥστε νὰ ἀποστομώνουν τοὺς Προτεστάντες ποὺ δὲν τιμοῦν, ἀλλὰ ὑποτιμοῦν τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.

Δὲν χρειάζεται νὰ ἐνισχύουμε τὴν προτεσταντικὴ αἵρεση, προβάλλοντας καὶ ἐμεῖς τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη λέγει ὀλίγα γιὰ τὴν Θεοτόκο. Καὶ μόνον ὁ χαιρετισμὸς τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ὁ ὁποῖος μεταφέρει τὴν γνώμη καὶ τὴν ἐκτίμηση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, «Χαῖρε κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί»[2], μαζὶ μὲ ὅσα ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος εἶπε στὴν γνωστή Της ὠδὴ κατὰ τὴν ἐπίσκεψή Της στὴν Ἐλισάβετ, «ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός» καί «ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί»[3], εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ θεμελιώσουν τὸ μεγαλεῖο τῆς Παναγίας καὶ τὴν διὰ τῶν αἰώνων τιμὴ πρὸς τὸ πάντιμον πρόσωπόν Της, τὰ ὁποῖα μόνον οἱ δῆθεν «εὐαγγελικοί» Προτεστάντες παραγνωρίζουν καὶ οἱ ἐξ ἡμῶν προτεσταντίζοντες. 

Στὰ ὅσα ὑπεραρκετὰ γιὰ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο λέγει ἡ Καινὴ Διαθήκη ἔχει προσθέσει περισσότερα ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχει διασώσει πληροφορίες γιὰ γεγονότα τῆς ζωῆς της ποὺ δὲν ἀναφέρονται στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν Γέννηση τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὰ Εἰσόδιά Της στὸ Ναὸ καὶ γιὰ τὴν Κοίμησή Της. Οἱ Προτεστάντες ἀπορρίπτουν τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, στηριζόμενοι μόνο στὴν Ἁγία Γραφή (Sola Scriptura) γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀποξενώθηκαν ἀπὸ ὅσα ἡ Ἐκκλησία πιστεύει συνολικὰ γιὰ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τῆς Θεοτόκου.

Εἶναι πάντως ἐνδεικτικὸ τὸ ὅτι ὁ ἀρθρογράφος καθηγητής, ἐνῶ γράφει σχόλιο γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου, δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὸ γεγονὸς αὐτὸ καὶ στὸ θαῦμα τῆς Γεννήσεώς Της ἀπὸ τοὺς ἡλικιωμένους γονεῖς Της, τὸν Γέροντα Ἰωακεὶμ καὶ τὴν στείρα γυναίκα του Ἄννα, προφανῶς γιατὶ στὰ ἐλάχιστα δῆθεν ποὺ γράφει ἡ Καινὴ Διαθήκη γιὰ τὴν Παναγία δὲν περιλαμβάνεται καὶ ἡ Γέννησή Της, ὅπως θὰ ἔπραττε κάθε γνήσιος Προτεστάντης.

Ἐσφαλμένη εἶναι καὶ ἡ γνώμη ὅτι, ἐπειδὴ ἡ Καινὴ Διαθήκη ἐλάχιστους μόνον στίχους ἀφιερώνει γιὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ προσώπου καὶ τοῦ ἔργου τῆς Παναγίας, αὐτὸ ἔχει σὰν ἀποτέλεσμα «σὲ κάθε σχεδὸν γιορτὴ πρὸς τιμήν της νὰ διαβάζονται τὰ ἴδια ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον (10:38-42· 11:27-28), ποὺ φαινομενικὰ τουλάχιστον, ἐλάχιστη σχέση ἔχουν μὲ τὸ ἑορταζόμενο γεγονός». Θὰ πρέπει ὁ ἀρθρογράφος νὰ ἀνανεώσει ἤ νὰ συμπληρώσει τὶς λειτουργικές του γνώσεις.


Τὸ ἀληθὲς ἐν προκειμένῳ εἶναι ὅτι ὅσες θεομητορικὲς ἑορτὲς ἀναφέρονται σὲ γεγονότα γιὰ τὰ ὁποῖα ἔχομε διήγηση στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπως ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου, διαβάζεται ἡ σχετικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη (Λουκᾶ 1, 24-38), ὅπως καὶ κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Συνάξεως τῆς Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου) κατὰ τὴν ὁποία διαβάζεται ἡ περικοπὴ τῆς σφαγῆς τῶν νηπίων, καὶ τῆς φυγῆς στὴν Αἴγυπτο (Ματθ. 2, 13-23).

Τὰ ἴδια ἰσχύουν καὶ γιὰ τὶς ἑορτὲς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ (25 Δεκεμβρίου), τῆς Περιτομῆς (1η Ἰανουαρίου) καὶ τῆς Ὑπαπαντῆς (2 Φεβρουαρίου), ποὺ εἶναι Δεσποτικὲς Ἑορτές, ἔχουν ὅμως καὶ Θεομητορικὸ χαρακτήρα, διότι εἶναι ἔντονη ἡ παρουσία τῆς Θεοτόκου. Καὶ εἰς αὐτὲς λοιπὸν διαβάζονται οἱ σχετικὲς περικοπὲς ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ποὺ ἀναφέρονται στὰ γεγονότα.

Σὲ ὅποιες ὅμως ἑορτὲς δὲν ἔχουμε διήγηση ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπως οἱ ἑορτὲς τοῦ Γενεθλίου, τῶν Εἰσοδίων καὶ τῆς Κοιμήσεως, ἄριστα σκεπτόμενοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐπέλεξαν νὰ διαβάζονται δύο περικοπὲς ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸ ἑορταζόμενο γεγονός, ἀλλὰ ἀναφέρονται γενικὰ στὸ μεγαλεῖο τῆς Θεοτόκου καὶ στὴν ἐπάξια τιμή της, καὶ ἑπομένως καὶ φαινομενικὰ καὶ οὐσιαστικὰ ἔχουν σχέση μὲ τὸ ἑορταζόμενο γεγονός.

Εἶναι ὡς νὰ λέγουν οἱ δύο αὐτὲς περικοπὲς ὅτι καλὰ κάνετε καὶ τιμᾶτε καὶ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς Παναγίας. Τῆς ἀξίζει· Ἄξιόν ἐστι. Σημειώνουμε ὅτι οἱ δύο αὐτὲς «περικοπές», ὅπως τὶς χαρακτηρίζει ἡ λειτουργικὴ γλώσσα, καὶ ὄχι «ἀποσπάσματα», ὅπως τὶς ὀνομάζει ὁ ἐλλιπῆ λειτουργικὴ παιδεία διαθέτων ἀρθρογράφος, διαβάζονται ἡ μὲν μία στὸν Ὄρθρο τῶν Θεομητορικῶν Ἑορτῶν, «Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀναστᾶσα Μαριάμ…» (Λουκᾶ 1, 39-49.56), ἡ δὲ ἄλλη κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία, «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς κώμην τινά» (Λουκᾶ 10, 38-42· 11,27-28). Οἱ ἐπαναλαμβανόμενες περικοπὲς εἶναι δύο, μία στὸν Ὄρθρο, καὶ μία στὴν Θ. Λειτουργία καὶ ὄχι μία, ὅπως νομίζει ὁ ἀρθρογράφος.

Μετὰ τὴν ἐκτίμηση ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη ἐλάχιστους μόνον στίχους ἀφιερώνει στὴν Θεοτόκο ἐνθυμεῖται ὁ ἀρθρογράφος ὅτι ἡ χριστιανικὴ ἑρμηνευτικὴ παράδοση ποὺ παρέλαβε τὰ κείμενα τῆς Π. Διαθήκης ἀπὸ τὴν Συναγωγή, ἀκολούθησε διαφορετικὴ ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση, καὶ τὰ εἶδε ὅπως τὰ βλέπουν οἱ συγγραφεῖς τῆς Κ. Διαθήκης, ὅτι δηλαδὴ καὶ στὰ γεγονότα τῆς Π. Διαθήκης ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος Λόγος τοῦ Θεοῦ στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται καὶ ἡ Κ. Διαθήκη.

Ἀπέναντι στὴν Συναγωγὴ καὶ στὴν Ἐκκλησία μένει οὐδέτερος ὁ ἀρθρογράφος· δὲν παίρνει τὸ μέρος τῆς Κ. Διαθήκης καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ πεῖ ὅτι ἡ Π. Διαθήκη ἀποκτᾶ νόημα, μόνον ὅταν ὁδηγεῖ στὴν Κ. Διαθήκη, μὲ τὴν ὁποία ὁλοκληρώνεται τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἡ μόνη ἀληθινὴ ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ἡ χριστιανική.

Χωρισμένη ἀπὸ τὴν Κ. Διαθήκη ἡ Π. Διαθήκη παραμένει ἕνα ἑβραϊκὸ μόνο βιβλίο, ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ, χάνει τὸν οἰκουμενικὸ σωτηριολογικό της χαρακτήρα, ἕνα βιβλίο τῆς Συναγωγῆς. Φαίνεται ὅτι ἔτσι τὴν βλέπει περισσότερο ὁ ἀρθρογράφος, ὁ ὁποῖος ὡς γνήσιος Οἰκουμενιστὴς ἐξισώνει τὶς θρησκεῖες καὶ τὶς ὁμολογίες ὡς διαφορετικοὺς ἀλλὰ νόμιμους δρόμους προσέγγισης τοῦ Θεοῦ καὶ σωτηρίας. Καὶ στὴν Συναγωγὴ καὶ στὴν Ἐκκλησία σώζονται οἱ ἄνθρωποι.

3. Σύμβουλος τοῦ Θεοῦ ὁ Μιλτ. Κωνσταντίνου. Ὁ Θεὸς ἐπιλέγει βλάκες καὶ ἀνήθικους;

Στὰ πλαίσια λοιπὸν αὐτῆς τῆς νέας χριστιανικῆς ἀντιμετώπισης τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ δὲν τὴν βλέπει πάντως ὡς τὴν μόνη ἀληθινή, συνδέει ὁ ἀρθρογράφος τὴν κλίμακα ποὺ εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ στὸ ὄνειρό του, ὅπως περιγράφεται στὸ Α´ Ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Γεν. 28, 10-17), μὲ τὴν Θεοτόκο ποὺ ἔγινε ἡ κλίμακα γιὰ νὰ κατέβει ὁ Θεός στὴν γῆ.

Αὐτὸς εἶναι ἄλλωστε καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ Πατέρες ὅρισαν νὰ διαβάζεται αὐτὸ τὸ ἀνάγνωσμα, διότι ἡ κλίμακα τοῦ Ἰακὼβ εἶναι μία προτύπωση τῆς Θεοτόκου ὡς κλίμακας ποὺ ἕνωσε τὸν οὐρανὸ μὲ τὴν γῆ, μέσῳ τῆς ὁποίας κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴν γῆ, ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία στὸν πρῶτο οἶκο τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας: «Χαῖρε κλῖμαξ ἐπουράνιε δι᾽ ἧς κατέβη ὁ Θεός», καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα πατερικὰ καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα.

Δὲν τὸν ἀναπαύει ὅμως πολὺ αὐτὴ ἡ ἀξιολογικῶς ἐπάξια θεώρηση τῆς Θεοτόκου ὡς κλίμακας, ἡ ὁποία καὶ ἀποτελεῖ τὸν αἰτιώδη λόγο τῆς τοποθετήσεως τοῦ παλαιοδιαθηκικοῦ ἀναγνώσματος στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, καὶ γι᾽ αὐτὸ εἰς αὐτὴν τὴν σωτηριώδη λειτουργία Της ἔπρεπε νὰ ἐπικεντρώσει τὸν σχολιασμό του. Ἀφήνει λοιπὸν τὴν κλίμακα τοῦ Ἰακὼβ καὶ τὴν Θεοτόκο ὡς κλίμακα καὶ μὲ ἕνα ἀπροσδόκητο καὶ ἐκτὸς συναφείας ἐννοιολογικὸ ἅλμα ἀφιερώνει τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἄρθρου το στὸ νὰ ἀπαντήσει ὑπερήφανα καὶ αὐθαδέστατα ὅτι αὐτὸς γνωρίζει «ποιά εἶναι τὰ κριτήρια ἐπιλογῶν τοῦ Θεοῦ», ὅταν ἐκλέγει πρόσωπα γιὰ νὰ διακονήσουν τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, καὶ ἂς λέγει ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὅλη ἡ Ἁγιογραφικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση ὅτι εἶναι ἀνεξερεύνητες οἱ βουλὲς καὶ τὰ κριτήρια τοῦ Θεοῦ, ὅπως προείπαμε.

Μὲ κάποια παραδείγματα λοιπὸν ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη, ὅπως τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰακώβ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Μωϋσῆ, τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ Δαβὶδ καὶ ἄλλα καταλήγει στὴν ἀπροσδόκητη ἐκτίμηση ὅτι «ὁ Θεὸς ἐπεμβαίνει πάντοτε τὴν κατάλληλη στιγμὴ γιὰ νὰ δώσει λύσεις στὰ ἀδιέξοδα, ἐκλέγοντας γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸν τὰ πρόσωπα ἐκεῖνα ποὺ αὐτὸς θεωρεῖ κάθε φορὰ κατάλληλα. Αὐτὸ ποὺ καθιστᾶ ἕνα πρόσωπο ἄξιο τῆς θείας ἐκλογῆς δὲν εἶναι κάποιες ἰδιαίτερες σωματκὲς ἤ διανοητικὲς ἱκανότητές του, οὔτε κἂν ἡ ἠθική του, ἀλλὰ ἡ ἑτοιμότητά του γιὰ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».

Ἦσαν λοιπὸν διανοητικὰ καθυστερημένοι καὶ ἀνόητοι ὅσοι ἐπιλέχθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς ἡγέτες τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ καὶ σωματικὰ ἀνάπηροι καὶ ἀσθενεῖς; Μὰ ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ποὺ δίνει σοφία καὶ σύνεση στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ ἀντιλαμβάνονται τὴν πανσοφία Του, τὴν δύναμη καὶ τὴν πρόνοιά Του καὶ νὰ τηροῦν τὸ θέλημά Του; Δὲν ὑπάρχουν τόσοι ὕμνοι τῆς σοφίας στὴν Π. Διαθήκη, δὲν ἐγκωμιάζεται ὁ σοφὸς Σολομών, καὶ δὲν ἐξυμνεῖται ἡ σοφία στὸ βιβλίο «Σοφία Σολομῶντος» ὅπως καὶ στὸ βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν»;

Δὲν ἐδιάβασε ἤ δὲν ἐπρόσεξε ὁ ἄσοφος καθηγητὴς ὅτι σὲ πολλοὺς Ἑσπερινοὺς Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας διαβάζονται ἀναγνώσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν» καὶ τὸ βιβλίο τῆς «Σοφίας Σολομῶντος», στὰ ὁποῖα ἐξυμνεῖται καὶ ἐγκωμιάζεται ἡ σοφία[4]; Θὰ βασανίσθηκε πολὺ ὁ ἀρθρογράφος, γιὰ νὰ γράψει ὅτι ἀκόμη καὶ ἀνηθίκους ἐπιλέγει ὁ Θεὸς ὡς ὄργανα τοῦ θείου σχεδίου. Γνωρίζει κανέναν Σοδομίτη ὁμοφυλόφιλο, κανένα μοιχὸ ἤ πόρνο, ποὺ νὰ ἐξέλεξε ὁ Θεὸς ὡς ἡγέτη τοῦ λαοῦ του;

Ὁ Δαβίδ, ὅταν ἐπελέγη, δὲν ἦταν μοιχός· ἁμάρτησε μετὰ τὴν ἐπιλογή του, καὶ ἔκλαυσε γι᾽ αὐτὸ καὶ μετενόησε πικρά, δὲν ἐκαυχᾶτο γιὰ τὴν μοιχεία του, ὅπως πράττουν σήμερα μὲ τὶς «παρελάσεις ὑπερηφανείας» (Gay Pride). Ὁ Ἰακὼβ ἐπελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ συνεχίσει καὶ νὰ ἀνανεώσει μὲ αὐτὸν τὴν Διαθήκη ποὺ εἶχε συνάψει μὲ τὸν Ἀβραάμ, διότι ἀσφαλῶς ἔκρινε ὁ Θεὸς ὅτι ἦταν καταλληλότερος καὶ ἠθικώτερος τοῦ ἀδελφοῦ του Ἠσαῦ, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔκλεψε τὰ πρωτοτόκια μὲ ἀπάτη.

Ὁ Θεὸς γνωρίζει καλύτερα νὰ μᾶς κρίνει καὶ νὰ μᾶς ζυγίζει συνολικὰ καὶ ὡς πρὸς τὴν νοημοσύνη μας καὶ ὡς πρὸς τὴν ἠθική μας, γιατὶ αὐτὸς μόνον «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφρούς»[5]. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι, ἐπειδὴ ὁ Ἰακὼβ «ἐξηπάτησε τὸν ἀδελφό του καὶ τὸν πατέρα του», ὅπως γράφει ὁ ἀρθρογράφος, ἦταν συνολικὰ ἀνήθικος, ὥστε νὰ συμπεραίνει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν του οὔτε κἄν τὴν ἠθικὴ κατάσταση αὐτῶν ποὺ ἐπιλέγει ὡς ἡγέτες. 

συνεχίζεται 

Σημειώσεις (του Α μέρους) 

[1]. Ρωμ. 11, 33-34.  
[2]. Λουκᾶ 1, 23.  
[3]. Αὐτόθι, 1, 48-49.  
[4]. Βλ. π.χ. τὸν Ἑσπερινὸ τῆς 27ης Ἰανουαρίου, ἑορτῆς τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὅπου διαβάζονται περικοπὲς ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν καὶ τῆς Σοφίας Σολομῶντος, ὅπου λέγονται τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν σοφία: «Μακάριος ἄνθρωπος ὃς εὗρε σοφίαν καὶ θνητὸς ὃς εἶδε φρόνησιν. Κρεῖττον γὰρ αὐτὴν ἐμπορεύεσθαι ἤ χρυσίου καὶ ἀργυρίου θησαυρούς… Ὅτι ἐγὼ ἡ σοφία κατεσκεύασα βουλὴν καὶ γνῶσιν καὶ ἔννοιαν ἐγὼ ἐπεκαλεσάμην (Παροιμίες, κεφ. 10, 6-7. 3, 13-16)». «Ἐπιθυμήσατε τοιγαροῦν, ὦ ἄνδρες, σοφίαν καὶ ποθήσατε καὶ παιδευθήσεσθε. Ἀρχὴ γὰρ αὐτῆς ἀγάπη καὶ τήρησις νόμων. Τιμήσατε σοφίαν, ἵνα εἰς τὸν αἰῶνα βασιλεύσητε (Σοφία Σολομῶντος, ἐκλογή)»  
[5]. Ψαλμ. 7, 10. 

ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).

Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.

Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.