Σελίδες

4 Ιουλίου 2018

Γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να υποχωρήσει στο Μακεδονικό (μέρος 1ο)

Τα ακλόνητα γεωπολιτικά και ιστορικά επιχειρήματα

Του Ιωάννη Κωτούλα

Η αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδος και ΠΓΔΜ για την ονομασία του γειτονικού κράτους δεν αποτελεί μια απλή διακρατική διαμάχη σε επίπεδο συμβολισμών, αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο γεωστρατηγικών και γεωπολιτισμικών αντιθέσεων μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων με μακραίωνο ιστορικό υπόβαθρο. Η αναγνώριση μακεδονικής εθνοτικής ταυτότητας ως συνέπεια μιας σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό αναιρεί 120 έτη ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, από την περίοδο του διεθνοτικού ανταγωνισμού Ελλήνων και Σλάβων στον χώρο της Μακεδονίας τον ύστερο 19ο και τον πρώιμο 20ό αιώνα έως σήμερα. Η εξωτερική πολιτική απαιτεί ψυχρή ρεαλιστική οπτική σε βάθος δεκαετιών και λαμβάνοντας υπ’ όψιν την εξέλιξη και τα ιστορικά γεγονότα αιώνων.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ

Από γεωπολιτικής απόψεως και βάσει μιας μακροϊστορικής οπτικής, το Μακεδονικό Ζήτημα αποτελεί τμήμα της απόπειρας των σλαβικών πληθυσμών της Βαλκανικής Χερσονήσου να αποκτήσουν διέξοδο στις θερμές θάλασσες του Αιγαίου Πελάγους και να θραύσουν τον αποκλεισμό της Rimland (ο ανασχετικός Δακτύλιος, δια του οποίου οι Δυτικές θαλάσσιες δυνάμεις περιορίζουν την ηπειρωτική Ρωσία). Οι Έλληνες είναι μη σλαβικοί πληθυσμοί προσανατολισμένοι προς την Δύση, οι οποίοι έχουν ανασχετική λειτουργία έναντι των εξαρτώμενων πολιτισμικώς από την Ρωσία, Σλάβων.

Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, και ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, χειρονομούν πριν από την υπογραφή της συμφωνίας για την επίλυση της μακράς διένεξης για το όνομα της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας, στο χωριό Ψαράδες, στις Πρέσπες, στις 17 Ιουνίου 2018. REUTERS/Alkis Konstantinidis
--------------------------------------------

Το Μακεδονικό Ζήτημα διαμορφώθηκε τον ύστερο 19ο αιώνα ως συνέπεια του πανσλαβιστικού ιδεολογήματος με την ενεργή στήριξη της Ρωσίας και αργότερα της ΕΣΣΔ. Σκοπός της Ρωσίας/ΕΣΣΔ ήταν η διαμόρφωση προσβάσεως κυριαρχικού ελέγχου στον χώρο του Αιγαίου Πελάγους και δη στον λιμένα της Θεσσαλονίκης είτε μέσω της Βουλγαρίας είτε μέσω και της Σερβίας/Γιουγκοσλαβίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρακαμπτόταν ο έλεγχος των Στενών του Βοσπόρου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία έως τον πρώιμο 20ό αιώνα και αργότερα από την προσδεδεμένη στην Δύση Τουρκία.

Σε υπόμνημά του (26 Δεκεμβρίου 1944) προς τις διπλωματικές υπηρεσίες, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Edward Stettinius, προσδιόρισε την γεωστρατηγική λειτουργία της χρήσης του όρου Μακεδονία από τα σλαβικά κράτη αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Η παρούσα Κυβέρνηση θεωρεί τις αναφορές για “μακεδονικό έθνος”, “μακεδονική πατρίδα” ή για “μακεδονική εθνική συνείδηση” αδικαιολόγητες δημαγωγικές διατυπώσεις, οι οποίες δεν αντιπροσωπεύουν οποιαδήποτε εθνοτική ή πολιτική πραγματικότητα και θεωρεί την αναβίωση αυτών των αναφορών ως δυνητικό μανδύα για την διατύπωση επιθετικών προθέσεων σε βάρος της Ελλάδος» [1].

Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (1945-1991) η Ελλάδα δεν μπορούσε να ασκήσει αποτελεσματική πίεση στην Γιουγκοσλαβία και να αναιρέσει την ονομασία Μακεδονία στην εσωτερική ομόσπονδη διοίκησή της, λόγω των διεθνών ισορροπιών στο πλαίσιο του ψυχροπολεμικού κόσμου. Η απόσπαση της Γιουγκοσλαβίας από το Ανατολικό Μπλοκ αποτελούσε θεμελιώδη προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, καθώς συνέβαλε στην ανάσχεση της σοβιετικής επιρροής σε μια ευρεία ζώνη από την Αδριατική Θάλασσα και την Κεντρική Ευρώπη έως το Αιγαίο Πέλαγος.

Ο στρατηγικός εφιάλτης της Ελλάδος κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ήταν η ενδεχόμενη αμυντική και διπλωματική συμμαχία των δύο σλαβικών κρατών στα βόρεια σύνορά της, της αναθεωρητικής Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας. Μάλιστα το 1960-1961 και υπό την επίνευση της ΕΣΣΔ εξετάσθηκε ακόμη και το ενδεχόμενο υπαγωγής της Αλβανίας στην κρατική δομή της Γιουγκοσλαβίας, προοπτική, η οποία θα διαμόρφωνε έναν ισχυρό κρατικό δρώντα στην Βαλκανική Χερσόνησο. Η Ελλάδα απέτρεπε την αρνητική αυτή εξέλιξη κατά κανόνα με τον μερικό προσεταιρισμό της Γιουγκοσλαβίας, καθώς η Βουλγαρία αποτελούσε τον κύριο αναθεωρητικό και εχθρικό δρώντα έως την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων το 1964 και ιδίως το 1974-1975. Η Βουλγαρία εκείνη την περίοδο ήταν επικίνδυνη κυρίως διότι αποτελούσε τον πλέον πιστό σύμμαχο της ΕΣΣΔ, η οποία επεδίωκε την προβολή ισχύος μέσω της Βουλγαρίας στα Στενά του Βοσπόρου και στο Αιγαίο Πέλαγος. Η Βουλγαρία αποτελούσε τον κύριο εκφραστή του πανσλαβισμού από τον ύστερο 19ο αιώνα έως τα μέσα του 20ού αιώνος.

Η Γιουγκοσλαβία προέβαλε με αυξανόμενη ένταση από το 1960 την θέση για μακεδονική ταυτότητα και για μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα. Η Γιουγκοσλαβία επεδίωκε την παράταση της μακεδονικής εθνοτικής ταυτότητας για τον σλαβόφωνο πληθυσμό της ΠΓΔΜ, ώστε να αποσπά αυτόν από την επιρροή της Βουλγαρίας, του άλλου σλαβικού κράτους στην περιοχή. Για την γιουγκοσλαβική/σερβική πλευρά, οι «Μακεδόνες» αποτελούν αυτόνομη σλαβόφωνη εθνοτική ομάδα, ενώ οι Βούλγαροι τους αντιμετώπιζαν ως περιφερειακούς ομοεθνείς. Επίσης η Γιουγκοσλαβία προέβαινε σε προβολή ισχύος προς το Αιγαίο Πέλαγος με την απόπειρα χρήσης των σλαβόφωνων της Ελλάδος ως στρατηγική μειονότητα. Χαρακτηριστικό είναι ότι η αναβίωση του σερβικού εθνικισμού τα έτη 1980-1991 συνδυάστηκε με την ενθάρρυνση του ιδεολογήματος του μακεδονισμού για την Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας.

Η Βουλγαρία διαχρονικώς προσοικειωνόταν την μακεδονική ταυτότητα των σλαβοφώνων όχι ως διακριτή εθνοτική ομάδα, αλλά ως νοητή υποδιαίρεση του βουλγαρικού πληθυσμού. Στο προπαγανδιστικό αυτό εθνικιστικό σχήμα της Βουλγαρίας, Μακεδόνες ήταν οι Βούλγαροι, οι οποίοι κατοικούσαν στην Μακεδονία, περιοχή, η οποία αντιστοιχούσε στην σημερινή ΠΓΔΜ και την περιφέρεια της Μακεδονίας (Ελλάδα). Η στήριξη στο προπαγανδιστικό εγχείρημα μιας ανεξάρτητης και ενιαίας Μακεδονίας και Θράκης, την οποία είχε ασπαστεί και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα τα έτη 1924-1949 υπαγόμενο στις βουλγαρικές εθνικιστικές θέσεις, αποσκοπούσε στην δημιουργία δεύτερου βουλγαρικού κράτους στα Βαλκάνια υπό τον μανδύα του μακεδονισμού.

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι σε μεγάλο βαθμό δέσμια μιας χαρτογραφικής και ιστορικής παρανόησης. Η ελληνική πλευρά εξακολουθεί να επαναλαμβάνει την μη εδραζόμενη σε μακροϊστορικά δεδομένα θέση περί τριμερούς γεωγραφικής Μακεδονίας, η οποία υποτίθεται ότι είναι διηρημένη μεταξύ επιμέρους κρατών, παρά την εγνωσμένη ιδεοληπτική χρήση της αντίληψης περί τριμερούς γεωγραφικής Μακεδονίας και παρά την αξιοποίησή της στο παρελθόν για την ένοπλη αμφισβήτηση της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας στον χώρο της Μακεδονίας. Στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών, στην ενότητα με τίτλο «Το ζήτημα του ονόματος της ΠΓΔΜ», αναφέρεται: «Γεωγραφικά, ο όρος αυτός αναφέρεται σε μια ευρύτερη περιοχή που εκτείνεται στο σημερινό έδαφος διαφόρων βαλκανικών χωρών, με το μεγαλύτερο τμήμα της να βρίσκεται στην Ελλάδα και άλλα μικρότερα τμήματά της στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Βουλγαρία και την Αλβανία» [2].

Η έννοια της «γεωγραφικής Μακεδονίας», όμως, δεν ερείδεται σε αμιγή γεωφυσικά δεδομένα, καθώς ο χώρος της Μακεδονίας δεν διαθέτει χωρική αυτονομία, όπως άλλοι. Η γεωγραφική Μακεδονία ως αντίληψη αποτελεί σε μεγάλο βαθμό κατασκευή Ρώσων, Γερμανών και Βουλγάρων χαρτογράφων, στο πλαίσιο των εντεινόμενων γεωστρατηγικών ανταγωνισμών στον χώρο της νοτίου Βαλκανικής Χερσονήσου τον ύστερο 19ο αιώνα [3].
Σε όλους σχεδόν τους ευρωπαϊκούς χάρτες οι οποίοι βασίζονται στο έργο Γεωγραφική Υφήγησις (150 μ.Χ.) του αρχαίου γεωγράφου Κλαύδιου Πτολεμαίου (περ. 100-170 μ.Χ.) και εκδόθηκαν από τον 13ο έως και τον 19ο αιώνα, τα βόρεια όρια της Μακεδονίας προσδιορίζονται συνεχώς νοτίως της πόλεως των Σκοπίων [4]. Σημειωτέον ότι η ιστορική Μακεδονία της αρχαιότητας αντιστοιχεί σχεδόν πλήρως στο τμήμα της ελληνικής επικράτειας στην βόρειο Ελλάδα.


Σε χάρτες του πρώιμου 19ου αιώνα, όπως στον χάρτη (1826) του Pierre Lapie και τον Εθνογραφικό Χάρτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1847) του Αυστριακού χαρτογράφου Ami Boué (1794-1881), η γεωφυσική ενότητα της Μακεδονίας δεν περιλαμβάνει τα Σκόπια, αλλά μόνο το όριο Μοναστηρίου-Αχρίδας και, φυσικά ,την γνωστή μας Μακεδονία στην ελληνική επικράτεια. Τα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας, τα οποία στην γενική χαρτογραφική αντίληψη ταυτίζονταν έως τον ύστερο 19ο αιώνα εν πολλοίς με την ιστορική Μακεδονία, διευρύνθηκαν κατά τρόπο αυθαίρετο στο πλαίσιο της γεωστρατηγικής αντιπαραθέσεως για τον έλεγχο εδαφών της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας [5].

Εθνογραφικός χάρτης της ευρωπαϊκής Ανατολής (1876) του Γερμανού γεωγράφου Heinrich Kiepert, ο οποίος υπερέβαλε την εθνοτική παρουσία του βουλγαρικού στοιχείου.
----------------------------------------------- 

Κατά την οθωμανική περίοδο, η Μακεδονία δεν υφίστατο ως διοικητική ή γεωγραφική ενότητα, καθώς οι οθωμανικές αρχές δεν χρησιμοποίησαν τον όρο «Μακεδονία». Σε χάρτες του ύστερου 19ου αιώνα δημιουργείται η «γεωγραφική Μακεδονία», η οποία σύμφωνα με μια διαστρεβλωτική αντίληψη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους των ετών 1912-1913, μοιράστηκε μεταξύ Ελλάδος, Σερβίας και Βουλγαρίας [6]. Επίσης, εθνογραφικοί χάρτες όπως o εθνογραφικός χάρτης της ευρωπαϊκής Ανατολής (1876) του Γερμανού γεωγράφου Heinrich Kiepert (1818-1899), οι οποίοι έδειχναν υψηλά ποσοστά σλαβοφώνων, αποτελούσαν παραγγελία του βουλγαρικού εξαρχάτου στην Κωνσταντινούπολη [7]. Οι εν λόγω χάρτες χρησιμοποιήθηκαν από την ρωσική πλευρά στην Συνδιάσκεψη της Κωνσταντινουπόλεως (23 Δεκεμβρίου 1876 - 20 Ιανουαρίου 1877) για την θεμελίωση της Μεγάλης Βουλγαρίας [8].

Η αντίληψη της γεωγραφικής Μακεδονίας αποτελεί επινόηση κυρίως Γερμανών και Ρώσων χαρτογράφων, οι οποίοι ευνοούσαν την βουλγαρική πλευρά στην Βαλκανική Χερσόνησο.

Κατά τον 20ό αιώνα, η έννοια της γεωγραφικής Μακεδονίας χρησιμοποιήθηκε σε προπαγανδιστικό επίπεδο για την υπονόμευση της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας καθ’ όλον τον 20ό αιώνα, με κορύφωση τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο. Ο ΣΝΟΦ, τμήμα των δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδος, προέβαλε την κατασκευή της τριμερούς γεωγραφικής Μακεδονίας (Μακεδονία του Αιγαίου, Μακεδονία του Βαρδάρη και Μακεδονία του Πιρίν). Η συμμετοχή των σλαβόφωνων στις τάξεις του ΔΣΕ έφθασε το 50% το 1949, μετατρέποντας μια ενδοκρατική πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση σε εθνοτική. Χαρακτηριστική είναι η χρήση της έννοιας της γεωγραφικής Μακεδονίας σε εκδόσεις οι οποίες στρέφονται κατά της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας, όπως η μελέτη «Οι αγώνες του σλαβομακεδονικού λαού για απελευθέρωση» (1952), η οποία εκδόθηκε σε συνεργασία με κομμουνιστικά καθεστώτα του Ανατολικού Στρατοπέδου.

Η μόνη αντίληψη η οποία ενέχει ιστορικό νόημα, είναι η ταύτιση της γεωγραφικής Μακεδονίας με την ιστορική Μακεδονία, η οποία εντοπίζεται σχεδόν πλήρως εντός των ορίων της ελληνικής επικρατείας. Ο όρος Μακεδονία διαθέτει ιστορικό νόημα μόνον για τον ελληνικό πληθυσμό, καθώς η μακεδονική ταυτότητα αποτελούσε ως υποεθνοτικός προσδιορισμός τμήμα της ιστορικής ελληνικής ταυτότητας. Η Μακεδονία δεν είχε αποτελέσει αυτόνομη γεωγραφική, διοικητική ή άλλη οντότητα σε συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο τον 19ο αιώνα, ώστε να θεωρηθεί ότι έχει διασπασθεί σε πολιτικό επίπεδο μεταξύ επιμέρους κρατών.

Η ελληνική πλευρά, επαναλαμβάνοντας την θέση περί γεωγραφικής Μακεδονίας η οποία έχει κατανεμηθεί μεταξύ τριών ή τεσσάρων κρατών, υπονομεύει την διαπραγματευτική της απόπειρα να αποτρέψει την αμφισβήτηση της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας, και επιτρέπει την σύνδεση γεωγραφίας και εθνοτικής ταυτότητας εκ μέρους των σλαβικών πληθυσμών. Η μακεδονική σλαβική ταυτότητα έχει λειτουργήσει σε βάρος της Ελλάδος σε πολυάριθμες περιπτώσεις: Το 1912-1913, το 1941-44 με την βουλγαρική κατοχή και το 1946-1949, όταν το 30-50% των ανταρτών του ΔΣΕ ήταν σλαβόφωνοι που ήθελαν ενιαία Μακεδονία με έξοδο στο Αιγαίο, στηριζόμενοι από τα σλαβικά κράτη: Την Γιουγκοσλαβία (έως το 1948) και την Βουλγαρία και την ΕΣΣΔ ως υπερσυστημικό δρώντα συνεχώς.

Η Ελλάδα μπορεί να προβάλλει μια νέα θέση, βάσει της οποίας η γεωγραφική Μακεδονία αντιστοιχεί στην ιστορική Μακεδονία και στο εθνολογικό όριο Ελλήνων προς Σλάβους. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, ο όρος Μακεδονία χάνει το νόημά του. Συνοψίζοντας, γεωγραφική ευρεία Μακεδονία ως αυτόνομη οντότητα δεν υπήρξε ποτέ, μόνο ιστορική Μακεδονία, η οποία είναι πλήρως ταυτισμένη με την ελληνική επικράτεια.

συνεχίζεται στο 2ο μέρος

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ (του 1ου μέρους)

*Το δοκίμιο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος Απριλίου – Μαΐου 2018 (αρ.51) του Foreign Affairs The Hellenic Edition, δηλαδή πριν την υπογραφή της συμφωνίας του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον ομόλογό του της πΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, με την οποία οι δύο πλευρές συμφωνούν στην ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» και με την οποία ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο υπ. Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, αποδίδουν «μακεδονική» εθνότητα και γλώσσα στην πΓΔΜ, διάφορη της ελληνικής.

[1] U.S. State Department, Foreign Relations vol. vii, Washington, D.C. Circular Airgram (868.014/26 Dec. 1944).
[2] https://www.mfa.gr/to-zitima-tou-onomatos-tis-pgdm/
[3] R.M. Wilkinson, Maps and Politics: A Review of the Ethnographic Character of Macedonia, Liverpool University Press, Liverpool 1951.
[4] Ευ. Λιβιεράτος, «Η χαρτογραφική τοποθέτηση του τοπωνυμίου Μακεδονία», στο Γ. Στεφανίδης, Β. Βλασίδης & Ευ. Κωφός (επιμ.), Μακεδονικές ταυτότητες στο χρόνο: Διεπιστημονικές προσεγγίσεις, Πατάκης, Αθήνα 2008, 17-47.
[5] Ευ. Λιβιεράτος, «Εθνογραφικές απεικονίσεις της Μακεδονίας του 19ου αι.: θύματα ή θύτες της χαρτογραφίας;», στο Ι. Μιχαηλίδης (επιμ.) Χαρτογραφώντας τη Μακεδονία 1870-1930, Δημοτική Πινακοθήκη - Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα - Εθνική Χαρτοθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, 91-106.
[6] Ευ. Κωφός, «Όρια και διοικητική διαίρεση Μακεδονίας», στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΓ΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977, 378-9.
[7] B. Opfer, Im Schatten des Krieges: Besatzung oder Anschluss - Befreiung oder Unterdrückung? ; Eine komparative Untersuchung über die bulgarische Herrschaft in Vardar-Makedonien 1915-1918 und 1941-1944, LIT Verlag, Münster 2005, 16-17.
[8] Conference de Constantinople. Reunions Préliminaires. Compte rendu No. 8. Scéance du 21 décembre 1876. Annexe III Bulgare. Règlement organique.


πηγή

2 σχόλια:

  1. Ἡ ἀνάλυσις ἀναφορικὰ μὲ τὸ γιατί ἐποφθαλμιοῦν ἀπὸ αἰώνων ἕως σήμερον τὴν Μακεδονίαν (καὶ τὴν Θρᾴκην) Ρῶσσοι, Βούλγαροι καὶ κατὰ καιροὺς Σλάβοι (= Σέρβοι) εἶναι σωστή.

    Ἡ ἀμερικανικὴ ἀνάμιξις ὑπὲρ τοῦ πλαστογράφου Τίτο (ποὺ ἐπεῖγε ν' ἀποσπασθῇ δῆθεν ἀπὸ τὴν σοβιετικὴ ἐπιρροή, θαρρεῖς καὶ δὲν ἐτηρήθη ἀπαρεγκλίτως καὶ ὑπὸ τῶν 2 «ἀντιπάλων» καθ' ὅλην τὴν διάρκειαν τοῦ ψυχροῦ πολέμου ἡ συμφωνία τῆς Γιάλτας, ἥτις προέβλεπε 50-50% ἐπιρροῆς ἐπὶ τῆς Γιουγκοσλαβίας) δὲν πείθει. Πρὸ πάντων, δὲν πείθει ἡ σημερινὴ ἐπίκλησις ἀμερικανικοῦ συμφέροντος ἥτις ὁδηγεῖ εἰς θυσίαν τῆς συμμάχου Ἑλλάδος, προκειμένου νὰ κερδηθῇ ἡ ἔνταξις τῶν βουλγαρο-Σκοπιανῶν εἰς τὸ ΝΑΤΟ. Ἐδῶ ὑπάρχει ἑβραϊκὸς δάκτυλος. Ὁ Σόρος δὲν κρύβεται - ἐμεῖς κάνουμε πὼς δὲν τὸν βλέπουμε._

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).

Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.

Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.