- Ότι, προς το παρόν, θα προσπαθήσει να καθυστερήσει σημαντικά την πρόοδο της Κίνας, κυρίως στις νέες τεχνολογίες, και ακόμη.
- Ότι θα καταφέρει να προσεταιριστεί έναν όσο γίνεται μεγαλύτερο αριθμό μελών των BRICS, με τη Ρωσία πρώτη στον επιθυμητό αυτό κατάλογο.
Ας επανέλθουμε στο τι θα μπορούσε να κάνει η ΕΕ, για να βελτιώσει τη θέση της. Η πρώτη, δυστυχώς, διαπίστωση, σχετικά, είναι ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει αξεπέραστες δυσκολίες, προκειμένου να αποφασίσει και να δράσει ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ. Ιδίως και επειδή αισθάνεται προδομένη, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπου επιδόθηκε σε επιπόλαιες, όσο και επικίνδυνες υπερβολές, και τώρα αδυνατεί να κατανοήσει τις φιλικές διαθέσεις του Τραμπ, απέναντι στη Ρωσία, και τις εχθρικές και χωρίς υπομονή διαθέσεις του απέναντι στον Ζελένσκι, τον οποίον η ίδια η ΕΕ είχε σχεδόν ηρωοποιήσει.
Η βασική, και μάλλον μοναδική προς το παρόν επιλογή νέων κινήσεων της ΕΕ, στον τομέα του διεθνούς εμπορίου, είναι να αναβαθμίσει τις επαφές της με την Κίνα, που μέχρι τώρα ήταν περιορισμένες και συμπιεσμένες, από φόβο μήπως δυσαρεστηθούν οι ΗΠΑ, και να προσεγγίσει και την Ινδία. Ακόμη, και γενικότερα, και φυσικά στο μέτρο του εφικτού, σοφή θα ήταν και η προσπάθεια κάποιας μορφής προσέγγισης της Ρωσίας, τουλάχιστον σε ότι αφορά την άρση κινήσεων και αποφάσεων που χαρακτηρίζονται από παροξυσμό εναντίον της. Επιβάλλεται, ακόμη και η άρση των αναποτελεσματικών κυρώσεων, που ούτως ή άλλως στρέφονται εναντίον της Ευρώπης και που, δυστυχώς, δημιούργησαν ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσά τους.
Οι δασμοί του Τραμπ, στην ΕΕ, την εκλαμβάνουν ως ενότητα, προκειμένου να αποφευχθούν έριδες μεταξύ των μελών, που ωστόσο μερικές δεν απεφεύχθησαν, κυρίως λόγω των διαφοροποιημένων επιδόσεων και αναγκών μεταξύ τους.
Το καθεστώς δασμών, μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί, δεδομένου και του ότι ο Τραμπ τους χρησιμοποιεί, κατά στάδια, για τη δημιουργία, αρχικά, εκφοβισμού, και επανέρχεται στη συνέχεια με λογικότερες προτάσεις. Ειδικά, για την Ελλάδα, είμαι πεπεισμένη ότι η επάνοδος του προστατευτισμού αντιπροσωπεύει, για την περίπτωσή της, μια εξαιρετική ευκαιρία για εκβιομηχάνιση, που διακόπηκε βιαιως, όταν ανέτοιμη ακόμη έγινε πρόωρα μέλος της ΕΟΚ, και όταν στη συνέχεια η καταστροφή ολοκληρώθηκε με ορισμένους εγκληματικής υφής όρους των Μνημονίων.
Υποστηρίζω, εδώ, αυτό που κάθε μακρό οικονομολόγος με σοβαρές σπουδές και γνώσεις, θα όφειλε ήδη να έχει διαπιστώσει. Το γεγονός, δηλαδή, ότι ο προστατευτισμός ανοίγει μια νέα σελίδα για την πατρίδα μας, με περιεχόμενο που θα μπορούσε να αποδειχθεί ελπιδοφόρο. Με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι θα αδράξουμε αδίστακτα, αυτή την θεόπεμπτη ευκαιρία και θα αναγάγουμε την αξιοποίησή της σε πρωταρχικό μας μέλημα. Αλλά, και στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να απομακρύνουμε, με νύχια και δόντια, τα πολυάριθμα εμπόδια που θα συναντούσαμε καθοδόν. Ανατρέχω, αναγκαστικά, στο παρελθόν, για να επαναφέρω στο προσκήνιο θεωρίες, πεποιθήσεις και επιδιώξεις περασμένων αιώνων, που επικαιροποιούνται χάρη στον Τραμπ, αλλά με κάποια δειλία, και χάρη στην ΕΕ, που δεν διαφοροποιείται από τα εκάστοτε σχέδια των ΗΠΑ. Αναφέρομαι στη θεωρία του Friedrich List (γύρω στα 1830), που όπως είναι γνωστό εκφράζει εθνικιστική άποψη για την οικονομία ( απολύτως, άλλωστε, του συρμού τώρα).
Πρόκειται για την ανάγκη επιβολής προστατευτικών δασμών, προκειμένου να «ξαναγίνουν μεγάλες», προκειμένου να « ανακάμψουν από την παρακμή», προκειμένου να «προχωρήσουν σε δεύτερη εκβιομηχάνιση» κάποιες οικονομίες με προβλήματα. Να προστατευθούν, έτσι, με διαφορετική αναγκαστικά μορφή, ανάλογα με τα ειδικότερα προβλήματα της κάθε οικονομίας, επιλέγοντας το είδος, το ύψος και το μίγμα των προστατευτικών δασμών, που θα κριθεί το καταλληλότερο για την κάθε μια από αυτές. Και, φυσικά, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι με βάση αυτή τη θεωρία του Friedrich List αναπτύχθηκαν και εκβιομηχανίστηκαν, στο παρελθόν, όλες σχεδόν οι οικονομίες της Δύσης (και όχι μόνο). Εξυπακούεται ότι, ως Ελλάδα, επιβάλλεται να αποκτήσουμε το δικαίωμα εθνικής και όχι συνολικά ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης του ύψους και του είδους των δασμών, όπως φαίνεται να έχει επιτύχει ήδη, σε κάποιο βαθμό, η Πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζώρτζια Μελονι.
Δεν είναι του παρόντος η συζήτηση, που άλλωστε προοιωνίζεται μακρά, για το κατά πόσο το σχέδιο Τραμπ, που φαίνεται να ασπάζεται και η ΕΕ, έχει πιθανότητες επιτυχίας. Για τη ρημαγμένη, ωστόσο, από κάθε πλευρά, και χωρίς ελπίδες βελτίωσης κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, αυτή η επαναφορά του παρελθόντος στο σήμερα, προσφέρει μια εξ ουρανού ευκαιρία. Και θα αποτελούσε ένα επιπλέον θανάσιμο αμάρτημα, ανάμεσα στα πολυάριθμα του παρελθόντος, εναντίον της χώρας μας, η μη άμεση αξιοποίησή του[3].
Η ΕΕ ΠΑΝΙΚΟΒΛΗΤΗ ΣΠΕΥΔΕΙ ΝΑ ΟΧΥΡΩΘΕΙ
Παρότι ο πόλεμος στην Ουκρανία βαίνει προς το τέλος του, όπως ελπίζεται. Παρότι ο Τραμπ δείχνει περίπου συμφιλιωμένος με τον Πούτιν. Και παρότι οι προθέσεις του πλανητάρχη κάθε άλλο παρά παραπέμπουν σε μελλοντικές πολεμικές δραστηριότητες, ωστόσο η ΕΕ εμφανίζεται πανικόβλητη, με τη βεβαιότητα ότι επίκειται ρωσική επίθεση εναντίον της. Γι’ αυτό, και προκειμένου να προστατεύσει τα σύνορά της, από τον υποτιθέμενο ρωσικό επεκτατισμό, εγκαταλείπει πλήρως τα προηγούμενα σχέδιά της όπως, ανάμεσα και σε άλλα την πράσινη ανάπτυξη, την προσπάθεια επανεκβιομηχάνισης, τη βελτίωση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και έρευνας κ.ο.κ. και επικεντρώνεται στην ανάγκη κατεπείγουσας στρατικοποίησης της. Πράγματι, η ΕΕ, θεωρεί περίπου σίγουρο ότι η Ρωσία, με το πέρας του πολέμου στην Ουκρανία, θα επιδοθεί σε συντονισμένες προετοιμασίες, προκειμένου να επιτεθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι, προς τούτο, χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου Μακρόν, ο οποίος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου υποστηρίζοντας ότι [4] « Η Γαλλία δεν είναι νησί. Το Στρασβούργο-Ουκρανία, περίπου 1500 χιλιόμετρα, δεν είναι μακριά». Συνεχίζοντας ο Γάλλος πρόεδρος προβλέπει ότι[5]: «Σε περίπτωση παύσης του πολέμου στην Ουκρανία, η Μόσχα σίγουρα θα επιτεθεί στη Μολδαβία και στη Ρουμανία». Και συνοψίζοντας την κατάσταση ο κ. Μακρόν δηλώνει[6]: «Είναι άραγε απαραίτητο να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου στους συμπατριώτες μας, διαπιστώνοντας ότι η ύψιστη απειλή στα σύνορά μας είναι η Ρωσία»;
Η κατεπείγουσας μορφής απόφαση της ΕΕ, να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην άμυνά της, φαίνεται πράγματι ακατανόητη, με βάση το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και με βάση, κυρίως, την πολύ ειδικής μορφής αξία, που εκπροσωπεί η Ουκρανία, για τη Ρωσία, και που είναι παράλογο να γενικευθεί, όπως φαίνεται να φοβάται η ΕΕ. Πράγματι, η Ουκρανία αποτελεί την «εθνική» σλαβική και ορθόδοξη καρδιά της παλιάς τσαρικής αυτοκρατορίας, που δεν συγκρίνεται για τη Ρωσία, με καμιά άλλη περιοχή της υφηλίου[7].
Χωρίς τίποτα να αποκλείεται, σχετικά με το πως είναι δυνατόν να αρχίσει ένας πόλεμος, και τίποτα ωστόσο δεν προδικάζει πιθανή απόφαση της Ρωσίας, να καταλάβει την Ευρώπη. Αντιθέτως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ότι η υποτιμητική και εχθρική συμπεριφορά της ΕΕ απέναντί της δημιουργεί αναίτιες εντάσεις.
Επανέρχομαι στην απόφαση της ΕΕ για άμεση αντιμετώπιση της άμυνάς της, για να παρατηρήσω ότι αυτή η απόφαση όφειλε να υλοποιηθεί από την αρχή της σύστασής της. Ενώ, η τρέχουσα συγκυρία είναι η λιγότερη κατάλληλη, καθώς βρίσκει την ΕΕ, σε οικονομική στασιμότητα, χρεωμένη, διαιρεμένη και με την προοπτική ότι θα αναλάβει η ίδια τη δαπάνη της ανασυγκρότησης της Ουκρανίας.
Ωστόσο, η απειλή της επίθεσης από τη Ρωσία, που οπωσδήποτε δεν αντέχει σε σοβαρή ανάλυση, φαίνεται να υποκρύπτει μια πιο σοβαροφανή αιτία της απόφασης άμυνας της ΕΕ που, παραδόξως, αναφέρεται ελάχιστα. Πρόκειται, συγκεκριμένα για την απαίτηση του νέου πλανητάρχη, που ενισχύεται και από σωρεία αξιωματούχων, σχετικά με την ανάγκη της ΕΕ να διαθέτει εφεξής, για άμυνα, αντί 2% του ΑΕΠ της, όπως μέχρι σήμερα, 5%. Η διαφορά της επιβάρυνσης για την ΕΕ υπολογίζεται σε 516 δισεκατομμύρια Ε, τα οποία δεν υπάρχουν, αλλά αναζητούνται[8]. Η, χωρίς, αντίρρηση αποδοχή της απαίτησης αυτής του Τραμπ, από την Ευρώπη, και η προσπάθεια δικαιολόγησης της κάτω από τη δήθεν άμεση απειλή ρωσικής επίθεσης, εναντίον της, μαρτυρεί την αδυναμία ανεξαρτητοποίησης της ΕΕ, από την κηδεμονία των ΗΠΑ, παρά την πρόσφατη απαξιωτική τους συμπεριφορά προς αυτήν.
Οπωσδήποτε, αναλύοντας την πρόταση αυτή του Τραμπ, που φαινομενικά επιδιώκει μια ανεξάρτητη, σε άμυνα, Ευρώπη, αναπόφευκτα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι και τόσο ανιδιοτελής. Και τούτο, διότι με το 2% του ΑΕΠ για άμυνα η Ευρώπη προμηθευόταν το 55% των παραγγελιών της πολεμικού υλικού, από τις ΗΠΑ[9], ποσοστό που δεν αναμένεται να περιοριστεί, 6.8% από τη Γερμανία και 5.3% από τη Γαλλία. Η πάνω από διπλάσια αύξηση της δαπάνης, για την ευρωπαϊκή άμυνα, τώρα, θα συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια του Τραμπ, να ξαναγίνει η Αμερική μεγάλη. Από πλευράς ΕΕ, όμως, η άμυνα που καθίσταται ήδη πρωταρχικός της στόχος, και με τη βεβαιότητα ότι το απαιτούμενο τεράστιο ποσό των 516 δισεκατομμυρίων δεν είναι διαθέσιμο και θα πρέπει να αναζητηθεί, παραπέμπει σε εξαιρετικά δυσμενές σενάριο, για την ΕΕ, τα επόμενα χρόνια. Θα απαιτηθεί, προφανώς, υψηλό δάνειο, που αναπόφευκτα θα συνοδευτεί από σκληρή λιτότητα στα κράτη-μέλη, από επιβολή ειδικών φόρων και από ανερχόμενη δυσαρέσκεια των κρατών-μελών, που ουδόλως αποκλείεται να την οδηγήσει σε διάλυση.
Γενικό Συμπέρασμα
Η εξαγωγή συμπερασμάτων, που αναφέρονται στη μελλοντική τύχη και θέση της ΕΕ, μέσα στο νέο διεθνές περιβάλλον προσκρούει στην αβεβαιότητα, που ακόμη περιβάλλει αυτό το νέο σχήμα.
Η συνέχεια της ΕΕ εμφανίζεται αρκετά αβέβαιη, και διότι η νέα διεθνής κατάσταση δεν ευνοεί συνασπισμούς κρατών, αλλά αντιθέτως ενισχύει τα κράτη-έθνη. Η απόφασή της να προχωρήσει άμεσα στην εξασφάλιση της άμυνάς της εξασθενεί ακόμη περισσότερο την επιβίωσή της, εξαιτίας των ανυπέρβλητων δυσχερειών, που σίγουρα θα δυσαρεστήσουν τα μέλη της.
Θα υπήρχαν ελπίδες βελτίωσης της θέσης της, αν αποφάσιζε να λειτουργήσει ως ανεξάρτητη οντότητα, και όχι πια στη σκιά των ΗΠΑ, και επιχειρούσε να επιλέξει από την αρχή τους συμμάχους της. Οπωσδήποτε, η κατάστασή της είναι εξαιρετικά δύσκολη, γιατί δεν μπορεί να επιλέξει πολιτικές και σχέδια που θα βελτίωναν τις οικονομικές της προοπτικές, εφόσον θα έχει δεθεί με το σκληρό και άκρως απαιτητικό σχέδιο της άμυνάς της. Που, επιπλέον, δεν είναι διόλου σίγουρο ότι το σχέδιο αυτό θα τύχει της γενικότερης έγκρισης των κρατών-μελών της, η αν αντιθέτως εξαιτίας των συνεπειών του, αποστασιοποιηθούν από αυτήν.
Σχετικά με την Ελλάδα υπάρχουν πολλές πικρές αλήθειες, ως συνέπειες της συμπεριφοράς της ΕΕ προς αυτήν. Και η πιο πρόσφατη, και η πιο επικίνδυνη για την εθνική μας υπόσταση, η αποδοχή του προέδρου Ερδογκάν στην ασφάλεια της ΕΕ, παρότι δεν είναι μέλος της. Να μην αναφερθώ και σε άλλες περιπτώσεις. Οπωσδήποτε, αν η ΕΕ καταφέρει να ακολουθήσει ανεξάρτητη πολιτική και προσπαθήσει να υλοποιήσει τις αρχικές της υποσχέσεις, που μέχρι σήμερα δεν το κατόρθωσε, μακάρι να βοηθηθεί από τη νέα διεθνή τάξη του Τράμπ.
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.