Διάβασα το άρθρο στα ΝΕΑ (Σαββατοκύριακο 21-22/12) των καθηγητών Νίκου Μαραντζίδη και Κώστα Τσιτσελίκη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, και θα ήθελα να κάνω ορισμένες επισημάνσεις.
Να διευκρινίσω ότι τους γνωρίζω και τους δύο προσωπικά, και τους εκτιμώ. Είμαι σε εντελώς διαφορετικό κλίμα και δεν θα ήθελα να πάρουν προσωπικά την διαφοροποίησή μου. Θα σχολιάσω κυρίως τάσεις στην κοινωνία και θα τους θέσω ορισμένα ερωτήματα. Άλλωστε αυτά που γράφουν στα ΝΕΑ έχουν καταχωρηθεί ως η κυρίαρχη πολιτική αντίληψη όχι στην κοινωνία αλλά στο πολιτικό και ακαδημαϊκό σύστημα. Πώς γίνεται, θα μου πείτε, αυτό;
Γίνεται όπως και στην Κύπρο. Μια συντριπτική πλειοψηφία απέρριψε το Σχέδιο Ανάν αλλά τα δύο κόμματα που το υποστήριξαν έχουν το συντριπτικό εκλογικό ποσοστό στην κυπριακή κοινωνία.
Να βάλουμε στην αρχή το πλαίσιο. Μετά από πολλά χρόνια Αθήνα και Σκόπια συμφώνησαν σε ένα πλαίσιο το οποίο αρνείτο η Αθήνα από την αρχή της έντασης μεταξύ των δύο χωρών.
Το όνομα θα ήταν σύνθετη ονομασία. Αυτό είχε τεθεί από την αρχή. Εκεί που διαφωνούσαν ήταν η εθνικότητα και η γλώσσα της γειτονικής χώρας. Η λογική λέει ότι η εθνικότητα και η γλώσσα παράγονται από την ονομασία της χώρας. Εδώ επιδιώχθηκε εξ αρχής διαφορετική ονομασία της χώρας από την εθνικότητα.
Όταν η Αθήνα υποχώρησε σε αυτό, βρέθηκε λύση. Αν η Αθήνα υποχωρούσε νωρίτερα λύση θα βρισκόταν νωρίτερα. Πήρε, λοιπόν, η Ελλάδα την ονομασία Βόρεια Μακεδονία και τα Σκόπια μακεδονική εθνικότητα και γλώσσα.
Η Ελλάδα πήρε και κάτι άλλο. Στην Συμφωνία διευκρινίζεται ότι ο Μακεδόνας της γειτονικής χώρας δεν έχει σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες και ότι η μακεδονική γλώσσα ανήκει στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών. Τα πήρε, αλλά στα χαρτιά. Το πολιτικό παιχνίδι, όμως, και οι κοινωνικές δυναμικές δεν διαμορφώνονται στα χαρτιά.
ΔΕΝ ΤΗΡΟΥΝ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ
Σε επίπεδο ονομασίας ενώ η Συμφωνία είναι σαφέστατη ότι το Βόρεια Μακεδονία θα χρησιμοποιείται για όλες τις χρήσεις (erga omnes), η ηγεσία, και όχι απλώς ο λαός, αρνείται να το τηρήσει. Η συνταγματολόγος πρόεδρος επικαλείται το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού της. Εάν τα κρατικά όργανα της χώρας με το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού καταπατούν την συμφωνία τότε προς τί η συμφωνία;
Τώρα, επί της ουσίας.
Υπάρχει ένα ακαδημαϊκό επίπεδο με το οποίο προσεγγίζεται από τους δύο καθηγητές το θέμα, ένα πολιτικό και ένα κοινωνικό. Για το ακαδημαϊκό θα μιλήσω εκτενέστερα παρακάτω.
Σε πολιτικό επίπεδο υπάρχει μια υποκρισία. Ενώ η πολιτική ουσία δεν τηρείται από τη γειτονική χώρα, η Αθήνα αδιαφορεί. Το επισημαίνουν και οι δύο καθηγητές στο άρθρο τους. Κανένας πολιτικός δεν αντέδρασε στο συνέδριο.
Ο Μητσοτάκης όταν ρωτήθηκε γιατί δεν αντέδρασε όταν ο Μίτσοσκι μίλησε για Μακεδονία στην τελευταία συνάντηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είπε ότι δεν το δήλωσε μπροστά του. Αυτό είναι το θέμα; Τι λένε επ’ αυτού ως επιστήμονες οι δύο καθηγητές; Ο ένας, μάλιστα, ο κ. Τσιτσελίκης, είναι καθηγητής διεθνούς δικαίου.
Σε κοινωνικό επίπεδο υπάρχει ένα βαρύ φορτίο σε ό,τι αφορά τις διάφορες ονομασίες της γειτονικής χώρας. Ο κ. Μαραντζίδης έχει γράψει εξαιρετικά ενδιαφέροντα βιβλία που καταδεικνύουν αδρά το πρόβλημα. Το γνωρίζει καλύτερα από όλους.
Γνωρίζει επίσης, πόσο όλο αυτό το ιστορικό ιδεολογικό φορτίο επηρεάζει ακόμη ορισμένους θύλακες στο εσωτερικό της Ελλάδας που το ασπάζονται και που επιδιώκουν την ρεβάνς. Ναι την ρεβάνς. Άλλωστε αυτά που απασχόλησαν την ημερίδα σε εκείνη την δύσκολη εμφυλιοπολεμική περίοδο αναφέρθηκαν. Θα μου πείτε, γιατί να ενδιαφέρει τους ακαδημαϊκούς αυτό; Την δουλειά τους κάνουν.
Την δουλειά τους κάνουν αλλά οι κοινωνίες δεν είναι ένα σύνολο αυτονομημένων χώρων και δεν αποτελούν το άθροισμά τους. Οι κοινωνίες είναι σύνθεση των χώρων που τις αποτελούν. Και η σύνθεση είναι διαφορετική από το άθροισμα.
Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε την δεδηλωμένη πρόθεση αυτών των ελάχιστων αριθμητικά πυρήνων να επιδιώξουν την διδασκαλία της μακεδονικής γλώσσας στα πανεπιστήμια και να αναγνωρίσει η Ελλάδα μακεδονική μειονότητα. Εάν οι καθηγητές δηλώνουν ότι δεν τα γνωρίζουν αυτά (το αποκλείω να μην τα γνωρίζουν) τότε διακατέχονται από μια επικίνδυνη άγνοια. Αν τα γνωρίζουν γιατί δεν ανησυχούν;
Ο κ. Τσιτσελίκης διδάσκει αν δεν κάνω λάθος κάτι σαν το δίκαιο των μειονοτήτων. Δεν γνωρίζω ακριβώς τον ορισμό του μαθήματος αλλά έχει να κάνει μεταξύ δικαίου και μειονοτήτων. Το ότι οι μειονότητες πρέπει να απολαμβάνουν δικαιωμάτων, σεβασμού και προστασίας είναι μια βασική ανθρωπιστική και δημοκρατική αρχή. Αυτό σε ακαδημαϊκό επίπεδο.
Σε κοινωνικό και πολιτικό, αν από την λειτουργία μιας μειονότητας επιδιώκεται η υπονόμευση της συνοχής και της ακεραιότητας μιας χώρας, τότε τι γίνεται; Νομίζω είναι ένα ερώτημα που εύλογα θα το έθετε ένας φοιτητής τους.
ΚΑΘΟΔΗΓΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ
Υπάρχουν και δύο άλλα ζητήματα: το ένα είναι η σαφής συνεργασία των πολιτικών μορφωμάτων που προσπαθούν να λάβουν οι θύλακες που προανέφερα στη Δυτική Μακεδονία και η συνεργασία τους με τα ακραία στοιχεία της μειονότητας στη Θράκη. Κινήσεις τέτοιου είδους δεν νομίζω να έχουν τη αφέλεια οι δύο καθηγητές να πιστεύουν ότι γίνονται σε κοινωνικό, απλώς, επίπεδο και ότι δεν καθοδηγούνται από την Άγκυρα. Ούτε και εδώ έχουν κάποια ανησυχία;
Αλλά υπάρχει και κάτι βαθύτερο. Είναι γνωστό ότι για να φθάσει η Ελλάδα στα σημερινά της σύνορα δόθηκαν σκληρές μάχες. Και στις αρχές του 20ου αιώνα στις περιοχές της Μακεδονίας οι μάχες αυτές ήταν και πολύ άγριες. Παραστατικά, στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο υπήρξαν τρείς ζώνες. Η νότια ζώνη ήταν ελληνόφωνη και με ελληνική συνείδηση κατά κύριο λόγο.
Στην βόρεια μιλούσαν, κυρίως, βουλγαρικά και η συνείδησή τους ήταν σλαβική κατά πλειοψηφία. Ο σκληρός αγώνας δόθηκε στην μεσαία ζώνη. Όπου οι πληθυσμοί ήταν μικτοί. Εκεί έγινε ο σκληρός αγώνας. Και δίγλωσσοι ή σλαβόφωνοι, μόνο, πληθυσμοί που ακολουθούσαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο πέρασαν με τους Έλληνες και την Ελλάδα.
Οι απόγονοι αυτών των ανθρώπων υπάρχουν στον ελληνικό χώρο, αποτελούν την πλειοψηφία των δίγλωσσων συμπατριωτών μας και νοιώθουν μια εγκατάλειψη από το ελληνικό κράτος όταν αναγνωρίζεται μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα. Το γιατί το αντιλαμβάνεστε. Ένας εξ αυτών σε σχετική ανάρτηση που έκανα στην ιστοσελίδα μου έγραψε: εμάς γιατί δεν μας ρωτάνε (οι καθηγητές και οι «μακεδόνες») πώς αισθανόμαστε;
Η ιστορία έχει γυρίσματα. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτε. Αν η Ελλάδα βρεθεί στην ανάγκη να διεκδικήσει ό,τι και στις αρχές του 20ου αιώνα, ποιός θα της έχει εμπιστοσύνη;
Ο κ. Τσιτσελίκης θα πει, εμάς δεν μας ενδιαφέρουν αυτά, εμείς είμαστε ακαδημαϊκοί δάσκαλοι. Ε, λοιπόν, για τον φερετζέ του ακαδημαϊσμού είχα γράψει το ακόλουθο σχόλιο.
Το πρώτο ερώτημα που αναδεικνύεται, από την ημερίδα, είναι αν πρόκειται για ακαδημαϊκή έρευνα, όπως δείχνουν τα εξωτερικά στοιχεία ή για κεκαλυμμένη προπαγάνδα και προσπάθεια ένταξης της διδασκαλίας της γλώσσας αυτής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Όταν πρωτοτέθηκε το θέμα της δημιουργίας σχολείων διδασκαλίας της «μακεδονικής» γλώσσας στη Φλώρινα από την φιλοσκοπιανή οργάνωση «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας», στην σχετική δήλωση υπονοήθηκε ότι θα επιδιωχθεί η διδασκαλία της γλώσσας αυτής εκτός από τα φροντιστήρια και από πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Βρήκε πρόσφορο έδαφος στο Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας αυτή η ΜΚΟ η οποία είναι η δημόσια έκφραση εθνικιστικών οργανώσεων των Σκοπίων και της διασποράς της γειτονικής χώρας; Αν ναι. Γιατί; Και πώς; Πως ήταν τόσο σίγουρη ότι το αίτημά της για διδασκαλία της γλώσσας σε πανεπιστημιακά ιδρύματα θα γινόταν δεκτό; Υπέβαλε, μάλιστα, και σχετικό αίτημα στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Άρα, υπάρχει ένας πυρήνας στο Πανεπιστήμιο αυτό που υποθάλπει την καλλιέργεια της ιδέας; Φαίνεται πως ναι.
Σημειωτέον, ότι το Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών λειτουργούσε στη Φλώρινα μέχρι την ενσωμάτωσή του στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και στόχος του είναι η μελέτη της ιστορίας, του πολιτισμού και της γλώσσας των βαλκανικών λαών. Τυπικά και επιστημονικά οι οργανωτές είναι καλυμμένοι. Ουσιαστικά είναι;
ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ
Η ουσία, όμως, είναι βαθύτερη. Χωρίς να έχει αλλάξει τους θεσμούς της και να διασφαλίσει την ασφάλεια και την ακεραιότητά της, η ελληνική κοινωνία έχει περάσει σε μετανεωτερικές αναζητήσεις.
Οι θεσμοί της, δηλαδή, είναι στην καλύτερη περίπτωση νεωτερικοί (μερικοί είναι και προνεωτερικοί) αλλά η νοοτροπία που επιχειρείται να επιβληθεί στην κοινωνία είναι μετανεωτερική.
Ποιό είναι το μέλλον της σε ένα περιβάλλον πολύ διαφορετικό από την καλή, μετανεωτερική, βούληση της ίδιας; Ένα περιβάλλον που επιδιώκει την αναδιαμόρφωση των συνόρων στα πριν της Συνθήκης του Βουκουρεστίου δεδομένα;
Η επιστημονική έρευνα είναι ξεκομμένη από τις κοινωνικές αγωνίες; Μπορεί και να τις υπονομεύει;
Σε κοινωνικό επίπεδο ανάλογες προσπάθειες σύγκλισης της κοινής γνώμης των δύο χωρών έγιναν και κατά την διάρκεια της κορύφωσης του προβλήματος της ονομασίας την δεκαετία του ‘90 τις οποίες παρακολούθησα. Η προσπάθεια της σκοπιανής πλευράς ήταν να περάσει τις θέσεις της. Η προσπάθεια της ελληνικής αντιπροσωπείας να καταγγείλει τον ελληνικό εθνικισμό. Και σήμερα αυτό επιχειρείται. Υπάρχει ένας ελληνικός εθνικισμός ο οποίος δεν επιτρέπει ούτε την έρευνα, ούτε την αναγνώριση της μακεδονικής μειονότητας, ούτε την διακίνηση χαρτών με την Μακεδονία ως τα Τέμπη και τη Χαλκιδική που είναι ο αλυτρωτικός στόχος της γειτονικής χώρας.
Είναι επιστημονική διαπίστωση την οποία συμμερίζονται οι καθηγητές ότι έχουμε να κάνουμε με έναν μακεδονικό λαό, απόγονο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο οποίος μιλά την μακεδονική γλώσσα (προφανώς των αρχαίων Μακεδόνων) τον οποίο λαό προσπαθεί να καταπνίξει και να εξαφανίσει ο ελληνικός εθνικισμός;
Ποιά θέση έχουν; Διότι οι επιστήμονες της γειτονικής χώρας, κατά πλειοψηφίαν αυτό υποστηρίζουν. Σχέση με την αρχαία Μακεδονία. Ανεξαρτήτως της Συμφωνίας των Πρεσπών. Και στα Σκόπια και στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας ακαδημαϊκοί είναι. Η Συμφωνία των Πρεσπών αφήνει αδιάφορους τους ακαδημαϊκούς στα Σκόπια. Στην Ελλάδα;
Εν τέλει, το Εργαστήριο που πραγματοποίησε την ημερίδα σε τί αποσκοπεί; Να θέσει ερωτήματα, όπως κάνει η επιστημονική έρευνα, ή να αιτιολογήσει με την ακαδημαϊκή κάλυψη ένα πολιτικό αφήγημα; Από την επιστημονική έρευνα προέκυψε κάποια αμφισβήτηση της παραδοχής περί “μακεδονικής” γλώσσας;
Πίσω από την επιστημονική κάλυψη έχουμε να κάνουμε με μια προσπάθεια ενταγμένη στο πλαίσιο μιας μετανεωτερικής αποδόμησης κάθε είδους ταυτότητας.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση επιχειρείται να αποδομηθεί η ελληνική ταυτότητα, όχι η ταυτότητα του λαού της γειτονικής χώρας στον οποίο αποδίδεται αβρόχοις ποσί ο τίτλος της μακεδονικής εθνότητας και της μακεδονικής γλώσσας. Και επισήμως, πλέον.
Όσοι έχουν παρακολουθήσει την ιστορική εξέλιξη αυτού του λαού και της γλώσσας του δεν έχουν αμφιβολία ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο αντιεπιστημονικό από τον ισχυρισμό του περί μακεδονικής καταγωγής του.
Το Εργαστήριο το οποίο είναι προσανατολισμένο σε μετανεωτερικές αποδομητικές αντιλήψεις όπως αποκαλύπτει ο τίτλος του («Σύνορα-Πολιτισμός-Φύλο») τί ακριβώς επιδιώκει;
ΤΙ ΕΞΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΟΙ ΘΕΣΜΟΙ;
Η ελληνική κοινωνία δεν είναι και δεν πρέπει να είναι μονοδιάστατη. Αλλά θέλει να γνωρίζει τι υπηρετούν και τι εξυπηρετούν οι θεσμοί που δημιουργούνται και τους στηρίζει. Την βοηθούν στην εξέλιξή της ή στην αποδόμησή της και, τελικά, στην διάλυση και την παράδοσή της;
Όλοι, ή σχεδόν όλοι, οι δημόσιοι ακαδημαϊκοί θεσμοί στην χώρα έχουν ενταχθεί, προσαρμοζόμενοι στις επιθυμίες της κυρίαρχης ιδεολογικής και πολιτικής αντίληψης, σε ένα αποδομητικό ρεύμα που δημιουργεί υπαρξιακές κοινωνικές αγωνίες.
Γι’ αυτό, το θέμα που θίγει το Εργαστήριο δεν είναι ακαδημαϊκό. Είναι προ πολλού πολιτικό. Και ως τέτοιο αντιμετωπίζεται από την κοινωνία. Οπότε ο ακαδημαϊσμός είναι απλώς ο φερετζές του.
Κατά τα άλλα στα πανεπιστήμια πρέπει να αναπτύσσονται οι κάθε είδους ιδέες, αρκεί να γνωρίζουμε τι επιδιώκουν οι φορείς τους. Αλλά όταν επιδιώχθηκε για λόγους συναισθηματικούς να παρουσιαστεί στο ΑΠΘ ένα ανώδυνο βιβλίο της κ. Δελιβάνη, η αριστερά (μπαχαλάκηδες και άλλοι) επέδραμαν και απείλησαν το πάνελ και τον κόσμο με βία αν δεν εγκατέλειπαν την αίθουσα.
Το ίδιο συνέβη όταν ένα εργαστήριο στην Πολυτεχνική Σχολή εφήρμοζε προγράμματα κατασκευής drones για να βοηθήσει την χώρα να αποκτήσει δική της παραγωγή για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που την απειλούν. Και κατά την διάρκεια της επίμαχης ημερίδας, οι αντιεξουσιαστές λειτούργησαν ως τα ΜΑΤ της.
Υπάρχει γι’ αυτούς μια αλήθεια. Η δική τους. Οι άλλες απόψεις είναι γραφικές, εθνικιστικές και εξοβελιστέες από τα πανεπιστήμια. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί περί γραφικών και ακραίων εθνικιστών όσων διαφωνούν με τις απόψεις, ήταν ατυχείς για το κύρος των δύο καθηγητών.
Εντάξει, έχετε τα πανεπιστήμια, τα Μέσα Ενημέρωσης και όποιους άλλους κυρίαρχους θεσμούς με το μέρος σας.
Απολαύστε τον κυρίαρχο μονόλογό σας. Μέχρι να πέσετε θύμα του. Δεν το εύχομαι αλλά εκεί οδηγούνται οι εξελίξεις. Μετά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.