«Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρις», τον γνωστό ομηρικό στίχο άφησε ο έφεδρος Λοχαγός Μιχάλης Μυριδάκης, γραμμένο σ’ ένα κομμάτι χαρτί, στα ερείπια της γέφυρας του Γοργοποτάμου, τη νύχτα της ανατίναξής της, 25 προς 26 Νοεμβρίου 1942. Ο ίδιος ανήκε στον Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο και ήταν υπασπιστής του Στρατηγού Ζέρβα.
Στην επιχείρηση ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, είχε αναλάβει τη διοίκηση της ομάδας που θα χτυπούσε την κύρια δύναμη της φρουράς της γέφυρας στο νότιο βάθρο: 41 άντρες του ΕΛΑΣ μαζί με τη δύναμη του Καραλίβανου (5 άντρες) και 18 του ΕΔΕΣ αποτελούσαν τη δύναμη που του ανέθεσαν ο αρχηγός της επιχείρησης Ναπολέων Ζέρβας και ο συναρχηγός Άρης Βελουχιώτης.
Ήταν η πρώτη και τελευταία ενωμένη επιχείρηση των δύο μεγαλύτερων αντιστασιακών οργανώσεων της χώρας, του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Η καταστροφή της γέφυρας αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ο Μυριδάκης παρασημοφορήθηκε από τους Βρετανούς με το παράσημο του Στρατιωτικού Σταυρού (M.C.) και ο Ζέρβας με το παράσημο του Αξιωματικού της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (O.B.E.), τον Μάρτιο του 1944, στην τελετή επίδοσης των τιμητικών παρασημών, στα Πλαίσια Ιωαννίνων.
Ο Κρητικός έφεδρος αξιωματικός γεννήθηκε το 1910. Υπηρέτησε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο στο Β΄ Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, του Β΄ Σώματος Στρατού στο μέτωπο της Αλβανίας (Βόρεια Ήπειρος), ως έφεδρος Υπολοχαγός Πυροβολικού. Κατά την υποχώρηση του Β΄ Σώματος Στρατού στο Μέτσοβο εκδόθηκε εντολή να διαλυθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες. Όταν βρέθηκε απέναντι στο χωριό Ανήλιο είδε ένα Σύνταγμα της 1ης Μεραρχίας να εφαρμόζει αυτή τη διαταγή και να πετά τον όπλισμό του. Ο ίδιος κράτησε το οπλοπολυβόλο του και ουσιαστικά παρακούοντας τη διαταγή ζήτησε από τους ντόπιους να μαζέψουν όσα όπλα μπορούσαν, να τα κρύψουν σε σπηλιές της περιοχής γιατί κάποια στιγμή θα ξαναχρειαστούν. Φτάνοντας στη Λαμία παρέδωσε το όπλο του στον χωρικό Νίκο Κοτζαμάνη και το παρέλαβε το καλοκαίρι του 1943, όταν ήταν ήδη στο βουνό για αντίσταση κατά των κατακτητών.
Από την υποχώρηση γεννήθηκε μέσα του η ιδέα για ένοπλο αντάρτικο αγώνα εναντίον των Ιταλογερμανών και των συνεργατών τους. Το θέρος του 1941 αποφάσισε να αρχίσει τις ετοιμασίες μαζί με τον Λοχαγό Πεζικού Μανούσο Ζακυνθινάκη, τον Λοχαγό Πεζικού Γεώργιο Σαριδάκη και τον Αντισυνταγματάρχη Πεζικού Ανδρέα Νάθενα. Ο τελευταίος ήταν από τα πρώτα μυημένα στελέχη στον ΕΔΕΣ που ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Συμμετείχε στην Κεντρική Επιτροπή της οργάνωσης, έχοντας λάβει κατά τη μύησή του τον αριθμό 14. Ο Νάθενας πρότεινε στον Ζέρβα να γνωρίσει τον Μυριδάκη. Η πρώτη συνάντηση έγινε στο σαλόνι της Λέσχης των Επιστημόνων, στην οδό Φιλελλήνων 7, στις αρχές Οκτωβρίου 1941.
Ο Ζέρβας ξεχώρισε τον Μυριδάκη και από τότε αποτέλεσε έναν εκ των στενών συνεργατών του. Γράφει ο Μυριδάκης χαρακτηριστικά (Αρχείο ΔΙΣ, Φ908Α/Δ/19, σελ. 6): «Συμφωνούμε σ’ όλα κ. Συν/χα του λέγω στο τέλος. Δεν έχετε παρά να διατάξετε και σε κάθε διαταγή σας, έχετε την διαβεβαίωσίν μου, ότι θα καταβάλω όλη μου την δύναμη κι’ ελπίζω να φανώ αντάξιος των προσδοκιών σας και του σκοπού τον οποίο επιδιώκομε. Ωρκίσθηκα τότε μπροστά του στον όρκο του αγώνα δηλ. ωρκίσθηκα εις την τιμήν και την συνείδησίν μου ότι θα αγωνισθώ με όλες μου τις δυνάμεις και διά παντός τρόπου και μέσου και μέχρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός μου διά την εκδίωξη των βαρβάρων κατακτητών από τα άγια χώματα της Πατρίδας μας. Από τότε αρχίσαμε να εργαζώμεθα μαζύ».
Όλο τον χειμώνα του 1941 τα πρώτα στελέχη του ΕΔΕΣ έκαναν επαφές και ενέτασαν επιλεγμένα άτομα στην οργάνωση. Αρχές του 1942 η οργάνωση πατούσε στα πόδια της και τον Μάιο ο Ζέρβας ανακοίνωσε στον Μυριδάκη τις επαφές του με το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής για έξοδο στο βουνό και δημιουργία ένοπλων αντάρτικων ομάδων. Οι συναντήσεις τους αραιώνουν λόγω του ότι Γκεστάπο, Ιταλοί καραμπινιέροι αλλά και «χαφίεδες του Τσολάκογλου» καταζητούν τον Ζέρβα. Τον Ιούλιο, λίγες μέρες πριν την έξοδο στο βουνό, συναντώνται και ο Ζέρβας του ζητά να βρει 2-3 άτομα εμπιστοσύνης που θα τους συνόδευαν στο βουνό. Ο Μυριδάκης φεύγοντας έρχεται σε επαφή με τον αστυνομικό Ιωάννη Παπαδάκη και τον ράφτη Παντελή Κωτσάκη. Τους εξηγεί το σχέδιο και συμφωνούν. Οι τρεις τους στα χρόνια του αντάρτικου θα αποτελούσαν την έμπιστη φρουρά του Στρατηγού, που τον ακολοθούσε όπου και αν πήγαινε. Λίγες μέρες αργότερα, το πρωί της 23ης Ιουλίου 1942, εγκαταλείπουν την Αθήνα για τον Βάλτο Αιτωλοακαρνανίας, όπου θα αποτελούσε το πρώτο λημέρι των ανταρτών του Ζέρβα. Μαζί με τους Ζέρβα, Μυριδάκη, Παπαδάκη, Κωτσάκη και ο καθηγητής Γαλλικών Κομνηνός Πυρομάγλου, ο υπάρχηγός του ΕΔΕΣ.
Ο Μυριδάκης μέχρι την απελευθέρωση ήταν ο άνθρωπος ειδικών αποστολών του Ζέρβα. Πέρα από τον Γοργοπόταμο, συμμετείχε σε πολλές μάχες κατά των Ιταλογερμανών αλλά και στις εμφύλιες συγκρούσεις με τον ΕΛΑΣ. Ιδιαίτερα στη μάχη της Νεράιδας στα τέλη Οκτωβρίου του 1943, όπου την καταγράφει λεπτομερώς στα βιβλία του. Στα χρόνια του εμφυλίου, ο Μυριδάκης έχοντας βαθύ το αίσθημα της φιλοπατρίας, στρατεύθηκε ως έφεδρος Λοχαγός και υπηρέτησε στο 87ο Τάγμα Εθνοφρουράς. Τον Μάιο του 1948 μάλιστα ως διοικητής διλοχίας του ίδιου Τάγματος, πολέμησε κατά Ταξιαρχίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, στα γνώριμα σ’ αυτόν μέρη της Λάκκας Σουλίου. Το ίδιο έτος ο Μυριδάκης θα εκδώσει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Αγώνες της Φυλής». Η πρώτη έκδοση ήταν συνοπτική. Μάλιστα το έστειλε στον Ζέρβα που τότε ήταν ήδη πολιτικός. Ο πρώην αρχηγός του, τού απάντησε στις 27 Απριλίου 1948 (Αρχείο ΔΙΣ, Φ908Α/Α/15α): «[…] Πήρα το βιβλίον, σχεδόν το διάβασα όλον. Έχει βέβαια ελλείψεις και παραλείψεις. Είναι όμως ένα στρατιωτικό βιβλίο του αγώνος μας. Είναι τέλος κάτι. Και μόνον ως πρωτοβουλίαν αν το πάρει κανένας είναι πολύ περισσότερο από καλό. Εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένος. Σου εύχομαι καλό Πάσχα». Το έργο αυτό κυκλοφόρησε εμπλουτισμένο, σε δύο τόμους το 1977 και αποτέλεσε μια πρώτη καταγραφή της ιστορίας της οργάνωσης από σημαντικό στέλεχός της. Ο ίδιος ήταν πολυγραφότατος έγραψε συνολικά τρία βιβλία και αρθρογραφούσε ακατάπαυστα προς υπεράσπιση της οργάνωσης. Το αδημοσίευτο ημερολόγιό του υπάρχει στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία των εκδόσεων Γκοβόστη (τεύχος 320, Απρίλιος 2024, σ.σ. 86-87).
Πηγή: Ιστορικά Χρονικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.