Γράφει ο Πρεσβύτερος (+) Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος
O ἄνθρωπος εἶναι τὸ «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ καὶ ἑπομένως ἡ ζωή του, γιὰ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὴν ἀληθινή του φύση, πρέπει νὰ εἶναι μικρογραφία τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶναι Τριαδικός, καὶ ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νὰ γίνει «Τριαδικός», ζῶντας «Τριαδικά», δηλαδὴ τὴ ζωὴ τῆς πλήρους ἑνότητας καὶ τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀγάπης. Σὲ μιὰ τέτοια ζωὴ καλεῖ τὸν ἄνθρωπο ὁ Τριαδικὸς Θεὸς ποὺ εἶναι τὸ ἀρχέτυπο τοῦ ἄνθρωπου. Ἡ ζωὴ τῆς ἀγάπης δὲν ἀνταποκρίνεται μόνο στὴν ἀληθινὴ φύση του ἀνθρωπου, ἀλλα ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ στὴν ἀληθινὴ Θεογνωσία.
«Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ, δὲν ἐγνώρισε τὸν Θεό, διότι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Μὲ τοῦτο ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σ’ ἐμᾶς: ὅτι τὸν Υἱόν Του τὸν μονογενῆ ἔστειλε ὁ Θεὸς εἰς τὸν κόσμο, διὰ νὰ ζήσωμε δι’ αὐτοῦ. Εἰς τοῦτο συνίσταται ἡ ἀγάπη, ὄχι εἰς τὸ ὅτι ἐμεῖς ἀγαπήσαμε τὸν Θεόν, ἀλλ’ ὅτι αὐτός μᾶς ἀγάπησε καὶ ἔστειλε τὸν Υἱόν Του ὡς ἱλασμὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Μὲ τοῦτο ξέρομεν ὅτι μένομεν ἐν αὐτῷ καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, διότι μᾶς ἔδωκε ἀπὸ τὸ Πνεῦμα Του» (Α’ Ἰω. δ’ 813).
Ἡ μεγάλη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου, τὸ νόημα τῆς ζωῆς του, εἶναι ἡ κοινωνία τῆς ἀγάπης, ποὺ δὲν περιλαμβάνει μόνο τοὺς συνανθρώπους, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἑνότητα καὶ ἁρμονία μὲ τὸν ἴδιο τόν ἑαυτό μας καὶ μὲ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ἡ ζωή! Αὐτὴ ἡ Θεοκοινωνία (Β’ Πέτρ. α’ 4), κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος «μένει ἐν τῷ Θεῷ καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α Ιω. δ’ 16 Πρβλ. Ιω. ἰζ’ 2026) ἐξασφαλίζεται μὲ τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ (Α’ ἼΙω. δ’ 13), μὲ τὸ χρῖσμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α’ Ιω. β’ 2027), ποὺ εἶναι ἡ σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ (Αποκ. Θ’ 4).
Ἐὰν ὁ Υἱός, ποὺ ἐστάλη ἀπὸ τὸν Πατέρα, «διὰ νὰ ζήσωμεν δι’ αὐτοῦ» ἢ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἦσαν κτίσματα, τότε δὲν θὰ μπορούσαμε δι’ αὐτῶν νὰ ἔχουμε καμμία κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ «θὰ ἡνωνόμεθα ἁπλῶς μὲ κάποιο κτίσμα καὶ θὰ ἤμεθα ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὴ θεία φύση, ἀφοῦ τίποτα δὲν θὰ μᾶς ἥνωνε μὲ αὐτήν. Τώρα δέ, ποὺ λεγόμεθα μέτοχοι Χριστοῦ καὶ μέτοχοι τοῦ Θεοῦ, φαίνεται ὅτι τὸ ἐν ἡμῖν χρῖσμα καὶ ἡ σφραγὶς δὲν εἶναι ἐκ τῆς φύσεως τῶν δημιουργημάτων, ἀλλὰ ἐκ τῆς φύσεως τοῦ Υἱοῦ, ὁ ὁποῖος συνάπτει ἡμᾶς μὲ τὸν Πατέρα διὰ τοῦ ἐν αὐτῷ Ἁγίου Πνεύματος» (Μ. Αθαν. Πρβλ. Εβρ. γ’ 14, Ρώμ. ἡ’ 1417, Β’ Πέτρ. α’ 4).
Ἡ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἄνθρωπο πραγματικὴ ἐλπίδα. Ἂν ὁ ἄνθρωπος γνωρίσει ποιό εἶναι τὸ ἀρχέτυπό του, πῶς εἶναι δηλαδὴ εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τότε θὰ πιστέψει πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ ζήσει καὶ αὐτὸς τὴ ζωὴ τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἀγάπης. Τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ μπορέσει νὰ βρει τὴ σωτηρία.
Τοῦτο δὲν εἶναι δύσκολο νὰ τὸ ἐννοήσουμε, ὅταν σκεφθοῦμε πῶς ὁ ἄνθρωπος, ἰδιαίτερα σήμερα, ζεῖ ἐσωτερικὰ διεσπασμένος καὶ ἐξωτερικὰ ἀπομονωμένος. Αἰσθάνεται πὼς ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλαπλᾶ στοιχεῖα ἔχει σῶμα, πνεῦμα, βούληση, συναίσθημα κ. α. Ἕνας ἄνθρωπος διηρημένος ἐσωτερικὰ δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι εἶναι λυτρωμένος• τὸ ἴδιο καὶ ὅταν αἰσθάνεται ὅτι ζεῖ σὲ πλήρη ἀποξένωση καὶ μοναξιὰ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν διαθέτει τὴ δύναμη νὰ ἀγαπήσει, δὲν μπορεῖ νὰ βρει τὴν ἐσωτερική του ἰσορροπία.
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ γνωρίσει πὼς δὲν ἀνήκει στὴ φύση του ἡ ἐσωτερικὴ διάσπαση καὶ ἡ ἐξωτερικὴ ἀποξένωση, ἀλλὰ ἡ ἁρμονία καὶ οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ γνωρίσει τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ νὰ πιστέψει πὼς δημιουργήθηκε «κατ’ εἰκόνα» Του! Νὰ βεβαιωθεῖ πὼς ὁ Θεὸς ζεῖ στὴν πληρότητα, τὴν ἑνότητα καὶ τὴν ἀγάπη καὶ νὰ πιστέψει πὼς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο βρίσκεται καὶ ὁ δικός του τελικὸς προορισμός, τὸ νόημα τῆς δικῆς του ζωῆς (Β’ Κόρ. ε’ 1721, Α’ Ιω. γ’ 23).
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δεχθεῖ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ ἀνακαλύψει τὴν προσωπική του ταυτότητα στὴν εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τότε μόνο μπορεῖ νὰ βεβαιωθεῖ πὼς καὶ ὁ ἴδιος, ἀπὸ τὴν φύση του, εἶναι δυνατὸν νὰ φθάσει στὴν πληρότητα τῆς ἁρμονίας, τῆς ἀγάπης, τῆς κοινωνίας τότε ἀποκτᾶ νόημα ὄχι μόνο ἡ ζωή του, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀγῶνας του. Ἰδοὺ γιατί εἴπαμε πὼς ἡ ἀλήθεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ πίστη στὴν Ἁγία Τριάδα, εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου. Μακριὰ ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὸ τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, δὲν μποροῦμε νὰ θέσουμε ὡς νόημα τῆς ὕπαρξής μας τὴν κοινωνία καὶ τὴ βίωση τῆς ἀγάπης• ἀναγκαστικὰ θὰ πέσουμε σὲ ἄκοπους ὑλοκρατικοὺς καὶ ὑλιστικοὺς ἢ θὰ κινηθοῦμε σὲ ἐπίπεδα πανθεϊστικὴς τάξης. Σὲ τέτοιους δρόμους ὁδηγοῦν ἐπὶ παραδείγματι ὅλες οἱ ἰνδουιστικῆς προέλευσης ὁμάδες, ποὺ κηρύττουν πὼς ὁ Θεὸς δὲν εἶναι προσωπικὸς καὶ πὼς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐπλάσθη «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν θεοῦ», ἀλλὰ εἶναι μέρος τῆς θείας οὐσίας. Κάτω ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρίσμα, τὸ νόημα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι πλέον ἡ ἀνάπτυξη σχέσεων κοινωνίας καὶ ἀγάπης, ἀλλὰ ἀντίθετα ἡ ἀποδέσμευση ἀπὸ ὁποιεσδήποτε «προσκολλήσεις» καὶ ἡ διάλυση τῆς προσωπικότητας τοῦ ἄνθρωπου στὴ λεγόμενη «παγκόσμια συνειδητότητα».
Αὐτὸ ἀποδεικνύει πόσο ἐπιπόλαιο θὰ ἦταν νὰ θελήσουμε νὰ συμβιβάσουμε τὴ χριστιανική μας ὑπόσταση μὲ ὁποιαδήποτε συμμετοχὴ σὲ τεχνικές της γιόγκα, τοῦ διαλογισμοῦ καὶ σὲ παρόμοιες «πρακτικές», ποὺ βασίζονται σὲ ἐξωχριστιανικὲς θεολογικὲς καὶ ἀνθρωπολογικὲς προϋποθέσεις.
Ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες ἀποβλέπουν στὸν ἴδιο σκοπὸ ἢ ὅτι μὲ τὶς «τεχνικὲς» αὐτὲς μπορεῖ κανεὶς νὰ γίνει καλύτερος χριστιανός, ἂν δὲν ὀφείλεται σὲ ἄγνοια τῶν βασικῶν χριστιανικῶν θέσεων ἢ σὲ ἀποκρυφιστικὴ ἑρμηνεία τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, ἀποτελεῖ σκόπιμη διαστρέβλωση τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ ἐλπίδας, ἐπικίνδυνη ἀλλοίωση τῆς ἔννοιας τοῦ χριστιανικοῦ νοήματος τῆς ζωῆς, ἐπιβουλὴ τῆς σωτηρίας τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ.
Ὑπογραμμίζουμε πὼς ἡ θεία ἀποκάλυψη, δηλαδὴ ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, πραγματοποιήθηκε βαθμιαῖα, προσαρμοζόμενη στὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἄνθρωπου τῆς πτώσης.
Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ ὁλοκληρώθηκε μὲ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ἀναφέρεται στὸν Ἕνα καὶ Τριαδικὸ Θεό. Ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἀποκάλυψε τὰ πάντα γιὰ τὸν Ἑαυτό Του, ἀλλὰ ὅσα ἦσαν ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία μας. Οἱ δογματικοὶ ὅροι τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀποδίδουν αὐτὸ ποὺ στὴν οὐσία Του εἶναι ὁ Θεός, ἀλλὰ «ὁριοθετοῦν» τὴν πίστη καὶ περιφρουροῦν τὸ περιεχόμενο τῆς ἔναντι τῆς αἱρετικῆς ἀπειλῆς.
Πιστεύουμε σὲ Ἕνα Θεό, ποὺ εἶναι Τριαδικός, δηλαδὴ κοινωνία προσώπων. Ὑπάρχει μόνο μία Θεία οὐσία, γι’ αὐτὸ κάνουμε λόγο γιὰ ἕνα Θεό. Ὅμως αὐτῆς τῆς Θείας οὐσίας μετέχουν ὄχι μόνο ὁ Πατήρ, ἀλλὰ καὶ ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἕνας Θεὸς εἶναι ταυτόχρονα καὶ Τριαδικός. Ὁ Πατήρ, ὡς μοναδικὴ Ἀρχὴ καὶ Πηγή, μεταδίδει τὴ Θεία ὕπαρξη στὸν Υἱὸ μὲ προαιώνια γέννηση καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ προαιώνια ἐκπόρευση.
Ἀλλὰ μέσα στὸ χρόνο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, τὰ πάντα συντελοῦνται «Τριαδικά», ἀπὸ τὸν Πατέρα διὰ τοῦ Υἱοῦ «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι». Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναφέρεται ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «πέμπεται» διὰ τοῦ Υἱοῦ. Καὶ τὰ τρία Θεῖα πρόσωπα ἔχουν μία θέληση καὶ μία ἐνέργεια, εἶναι μεταξύ τους ἑνωμένα ἀδιαιρέτως.
Ὁ ἄνθρωπος, ἔχοντας σὰν ἀρχέτυπό του τὸν Τριαδικὸ Θεό, εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του («κατ’ εἰκόνα») ἑνότητα, ἁρμονία, ἀγάπη. Ἂν ὅμως ἀπορρίψουμε τὴν πίστη στὴν Ἁγία Τριάδα, ἐκλάβουμε τὸν Υἱὸ ἢ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὡς κτίσμα, ἐὰν εἰσαγάγουμε «σύγχυση» στὶς σχέσεις τῶν θείων προσώπων, τότε καὶ ὁ ἄνθρωπος ὡς τὸ «κατ’ εἰκόνα» αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴ φύση του δὲ θὰ εἶναι ἑνότητα καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ διάσπαση, δυσαρμονία ἢ σύγχυση. Γι’ αὐτὸ λέμε πὼς ἡ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου.
* Γεννήθηκε στην Καζάρμα (Χαραυγή) Μεσσηνίας, το έτος 1931. Υπήρξε ο ενδέκατος και τελευταίος γιός πολύτεκνης οικογένειας, μεταξύ εννέα γιών και δύο θυγατέρων.
Ελαβε την στοιχειώδη εκπαίδευση στην Καζάρμα και τη Γυμνασιακή στην Καλαμάτα. Απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1957 και απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα στη Φιλοσοφική στην Μαγεντία. Υπηρέτησε ως βοηθός στο Πανεπιστήμιο του Μύνστερ. Απέκτησε το διδακτορικό δίπλωμα στη Θεολογική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Νυμφεύθηκε την Αντωνία Λέντς με την οποία απέκτησε τρείς γιούς. Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Αθηναγόρα, το έτος 1962, στην Στουτγάρδη και υπηρέτησε ως εφημέριος στο Αννόβερο και Κολωνία. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1968 και διορίστηκε εφημέριος στον Ι.Ν. Αγ. Τριάδος Αμπελοκήπων και στη συνέχεια στην Αγ. Παρασκευή Αττικής, όπου υπηρέτησε ως την κοίμησή του.
Συγχρόνως διορίσθηκε Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής Αποδήμου Ελληνισμού και το 1980 Γραμματεύς της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων. Διοργάνωσε τους εξής τομείς δραστηριότητος: «Φροντιστήριο Στελεχών Εκκλησιαστικής Προνοίας» 1968, «Σχολή Εθελοντών Διακονίας» 1971, «Φροντιστήριο Αντιμετωπίσεως Αιρέσεων» 1976 και εξής.
Διατέλεσε:
Διευθυντής του Γραφείου Ποιμαντικής Αντιμετωπίσεως των Αιρέσεων στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, Διευθυντής της Υπηρεσίας Ενημερώσεως Διαλόγου και Πολιτισμού της Αρχιεπισκοπής, Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου της «Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων για την Προστασία του Ελληνορθοδόξου Πολιτισμού της Οικογενείας και του Ατόμου», Πρώτος Αντιπρόεδρος του «Ορθόδοξου Επιμορφωτικού Κέντρου Ενημερώσεως και Διαλόγου», Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου του Πνευματικού Κέντρου Αγίας Παρασκευής, Α΄ Αντιπρόεδρος του «Διορθοδόξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων».
Ως Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής διοργάνωσε πληθώρα Κληρικολαϊκών Συνάξεων, Συνεδρίων, Σεμιναρίων. Ημερίδων, Πανελλαδικών και Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων, το «Σεμινάριο Πίστεως», το «Σεμινάριο Οικοδομής στην Ορθοδοξία», το «Σεμινάριο Ορθοδόξου Πίστεως», το «Θεολογικόν Σεμινάριον».
Συνέγραψε 40 βιβλία ποικίλου ποιμαντικού περιεχομένου, που καλύπτουν τους τομείς της ενοριακής δραστηριότητας, την οριοθέτηση της Ορθοδόξου Πίστεως και της ποιμαντικής στρατηγικής της Εκκλησίας έναντι των ποικίλων αιρέσεων.
Συνέτασσε με συνεργάτες τα Δελτία: «Μαρτυρία», «Πληροφορείν», «Δελτίον Ενημερώσεως», «Δελτίον Επικοινωνίας». Πολλά άρθρα του δημοσιεύθηκαν στις καθημερινές εφημερίδες και περιοδικά. Μίλησε σε πλείστες πόλεις της Ελλάδας και σε Γυμνάσια και Λύκεια. Είχε δύο τακτικές εκπομπές στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Συμμετέσχε σε πλείστα Διεθνή Συνέδρια Πρωτοβουλιών Γονέων στο Εξωτερικό, σε συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και Συνεδρίων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε συνέδρια αντιαιρετικού χαρακτήρα στη Ρωσία, Βουλγαρία και Κύπρο.
Εξεδήμησε προς Κύριον την 2α Μαΐου 1996 έχοντας αφιερώσει τη ζωή του στην Εκκλησία και έχοντας προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στη στήριξη της Αλήθειας της Πίστεως και στο Ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Ένα περίπου έτος αργότερα τον ακολούθησε στην εκδημία και η πρεσβυτέρα Αντωνία. Η πρεσβυτέρα υπήρξε γι’ αυτόν πολύτιμη σύζυγος, αξία μητέρα και αναντικατάστατη βοηθός στη ζωή, καλύπτοντάς τον σε όλους τους τομείς, ώστε απερίσπαστος να μπορεί να επιδοθεί στο πράγματι μεγάλο και ουσιαστικό Εκκλησιαστικό έργο του.
Μια τεράστια μορφή στον χώρο της Εκκλησίας μας που άφησε πίσω του ένα πολύ σημαντικό αντιαιρετικό ειδικά, έργο.
Την ευχή του να έχουμε. Ύψιστη η θεολογία της παναγίας και προσκυνητής Τριάδος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρέπει πάντως να γνωρίζουμε ότι η πίστη στην Αγία Τριάδα θεωρείται "ειδωλολατρία" από τους εχθρούς της Αληθείας και σύμφωνα με το πρόγραμμά τους, αν επιτρέψει ο Θεός, όταν από την παγκόσμια κυβέρνηση επιβληθούν οι λεγόμενοι νόμοι του Νώε (Noahide Laws) που αφορούν τους μη "περιούσιους", η κατ' αυτούς ειδωλολατρία θα τιμωρείται με θάνατο.
Η πίστη στην Αγία Τριάδα θα είναι αιτία θανάτου.
Τα γνωρίζουν αυτά οι οικουμενιστές που συναγελάζονται μαζί τους;