Οι Διεθνείς Κανονισμοί Υγείας (IHR) του 2005, που έχουν τις ρίζες τους στη Διεθνή Υγειονομική Διάσκεψη του 1851, είναι μια νομική πράξη που επικυρώθηκε από 196 χώρες μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), και επιδιώκει: “Πρόληψη, προστασία, έλεγχο και παροχή μιας απάντησης στη δημόσια υγεία ενάντια στη διεθνή εξάπλωση μιας νόσου.” Αν και ο κύριος στόχος τους είναι αξιέπαινος, προκύπτουν ανησυχίες σχετικά με την πιθανή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας και των ελευθεριών κατά την εφαρμογή τους. Αυτό το άρθρο παρέχει μια κριτική σχετικά με αυτές τις ανησυχίες, εστιάζοντας στην ικανότητα δυνητικής λογοκρισίας στην πληροφόρηση, η οποία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις θεμελιώδεις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας και των ίσων ευκαιριών. Σε καμία περίπτωση αυτή η κριτική δεν έχει σκοπό να είναι μια καταληκτική ή/και εξαντλητική συζήτηση για την ιδεολογική βάση της κοινωνικής κατασκευής μιας διαρκούς παγκόσμιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης, αλλά σκιαγραφεί την απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια και την πρόσβαση στην έγκαιρη υγειονομική περίθαλψη χωρίς να παρεμβαίνουν μη εκλεγμένοι διεθνείς γραφειοκράτες, και με ελάχιστη έως καθόλου ευθύνη των χωρών-κρατών.
Οι IHR του 2005 προτείνουν να παραχωρηθούν σημαντικές εξουσίες στον ΠΟΥ, οι οποίες θα μπορούσαν, ανάλογα με την έκδοση που θα εφαρμοστεί, να επιτρέψουν στον οργανισμό να λάβει δραστικά μέτρα για τον έλεγχο έκτακτων περιστατικών δημόσιας υγείας διεθνούς ενδιαφέροντος (PHEIC). Θα πρέπει να επικυρωθούν από την κυβέρνηση. Εάν προχωρήσουν, αυτά τα μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν περιορισμούς στα ταξίδια και το εμπόριο, την παρακολούθηση ατόμων ή την επιβολή καραντίνας. Τέτοιες ενέργειες, αν και προορίζονται για την προστασία της δημόσιας υγείας, ενδέχεται να παραβιάζουν ακούσια τα ανθρώπινα δικαιώματα των ατόμων και των κοινοτήτων. Εκ πρώτης όψεως, μπορεί κανείς πράγματι να δει θετικά μια ιδεαλιστική και κυβερνητικά ελεγχόμενη φροντίδα υγείας, όπως είχαμε δει κατά τη διάρκεια του Covid. Αλλά πιο εντυπωσιακή ήταν η έλλειψη προστασίας που παρέχεται στους πολίτες από θεσμούς και ομάδες, όπως οι υποστηρικτές για τα ανθρώπινα/πολιτικά δικαιώματα, που επέλεξαν να ακολουθήσουν τη γραμμή της κυβέρνησης. Δεν είναι πρόθεσή μας εδώ να αναδείξουμε τίποτα περισσότερο από την αποτυχία των θεσμών να προστατεύσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών σε όλο τον κόσμο.
Λάθη που επέτρεψαν σε μη εκλεγμένους γραφειοκράτες της υγείας να ασκήσουν τις εξουσίες τους έκτακτης ανάγκης παραβιάζοντας θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως:
- της εργασίας για τα προς το ζην
- της ελεύθερης μετακίνησης
- του συνεταιρίζεσθαι
- της συμμετοχής στην κοινωνία
- του γάμου
- της θρησκευτικής λατρείας
- της εκπαίδευσης
και ούτω καθεξής. Αυτά τα “λάθη” συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα -για τρία χρόνια, στην πραγματικότητα. Παρόλο που τα δρακόντεια μέτρα καταδεικνύονται με έμφαση από μερικούς θαρραλέους δικηγόρους, το ιατρικό κατεστημένο, ορισμένες προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης, μέλη της κοινότητας, εργαζόμενοι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και πρώην πολιτικοί ηγέτες, τα βασικά θεσμικά όργανα και οι μη εκλεγμένοι γραφειοκράτες φαίνεται να επιδιώκουν με μανία την επέκταση αυτού που γνωρίζουμε ότι είναι μια αμφιλεγόμενη πολιτική -που υπερβαίνει κατά πολύ τις πολιτικές που βιώθηκαν κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Αυστραλία.
Αν και ορισμένοι σχολιαστές υποστηρίζουν ότι ο Covid έχει τελειώσει σε μεγάλο βαθμό, αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια, καθώς πολλοί εργαζόμενοι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, υπάλληλοι αεροπορικών εταιρειών, υπάλληλοι τοπικών συμβουλίων και εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δρακόντειες πολιτικές υγείας και ασφάλειας στην εργασία εάν δεν “επιλέξουν” να κάνουν το εμβόλιο που έχει αποδεδειγμένα αποτύχει να ανταποκριθεί στον πολυδιαφημισμένο σκοπό του. Ναι, ήρθε η ώρα να παραδεχτούν την αποτυχία. Αλλά τώρα αντιμετωπίζουμε έναν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο από την ίδια την πανδημία: μια παγκόσμια απειλή υπό το πρόσχημα της διεθνούς συνεργασίας και της αποτελεσματικής κοινής προσπάθειας σε μελλοντικές κρίσεις.
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στους IHR εγείρουν σοβαρά ερωτήματα όσον αφορά την εθνική κυριαρχία και το μέλλον της διακυβέρνησης. Ενισχύουν επίσης την αποτροπή παρεκκλίσεων από την επίσημη γραμμή, καθώς και την ευρύτερη καθολική παρακολούθηση μέσω μιας σειράς μέτρων: (ψηφιακά) πιστοποιητικά, κάμερες κλειστού κυκλώματος, αναγνώριση προσώπου, ψηφιακό νόμισμα, ηλεκτρονική παρακολούθηση και λογοκρισία, αμφιλεγόμενα ζητήματα που έγιναν όλα αποδεκτά από οργανώσεις για τις πολιτικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που είναι παραδοσιακά οι φύλακες και οι προστάτες αυτών των δικαιωμάτων. Χιλιάδες νομικές μάχες σε όλο τον κόσμο ήταν ανεπιτυχείς, αλλά ο ασφυκτικός τρόπος επιβολής των μέτρων φαίνεται να συνδυάζεται με τις ίδιες τις ανησυχίες που θίγουμε σε αυτό το άρθρο, ότι δηλαδή κανείς δεν φέρει καμία ευθύνη σε κανένα επίπεδο.
Επιπλέον, οι IHR πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με τη συνθήκη του ΠΟΥ για την πανδημία. Η Συνθήκη για την Πανδημία του ΠΟΥ (Σχέδιο Συμφωνίας Μηδέν) είναι μια ξεχωριστή και συμπληρωματική -και νομικά δεσμευτική- συνθήκη η οποία, εάν εγκριθεί, θα:
- Εκχωρήσει αδικαιολόγητες εξουσίες για την παγκόσμια δημόσια υγεία στον ΠΟΥ
- Δημιουργήσει μια νέα δαπανηρή, αντιδημοκρατική υπερεθνική γραφειοκρατία
- Επιβάλει ένα ιδεολογικό πλαίσιο που ονομάζεται «Μία Υγεία» για θέματα παγκόσμιας υγείας, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης για έρευνες εργαστηριακής τροποποίησης σε (πιθανώς πανδημικά) παθογόνα (άρθρο 9.8) και ενθαρρύνοντας επίσης μια παγκόσμια συντονισμένη προσπάθεια για την αντιμετώπιση των διαφωνούντων (άρθρο 17).
- Δημιουργήσει “πλατφόρμες που προωθούν εντοπίσιμα, προσβάσιμα, διαλειτουργικά και επαναχρησιμοποιήσιμα δεδομένα [για επικίνδυνα παθογόνα] διαθέσιμα σε όλα τα μέρη” -που θα περιλαμβάνουν δικτατορίες και κρατικούς χορηγούς της τρομοκρατίας, εγείροντας ανησυχίες για την ασφάλεια.
Οι IHR στην πραγματικότητα παρακάμπτουν την εσωτερική νομοθεσία μιας χώρας (μετά την επικύρωση) και ενώ όσοι πιέζουν για τις τροποποιήσεις μπορεί να προσπαθήσουν να πείσουν για το αντίθετο, πάντως είναι απίθανο να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης αφού εγκριθούν (άρα περνάμε σε νέα φάση). Η άγνοια [σημ. του κοινού] και ο έλεγχος θα απλωθούν παντού, χωρίς [σημ. την δυνατότητα για] δίκαιη ή αντικειμενική προσφυγή. Αυτό σημαίνει ότι εάν η αυστραλιανή κυβέρνηση συμφωνήσει με τις τροποποιήσεις που προτείνει ο ΠΟΥ, οι Αυστραλοί και άλλα έθνη θα μπορούσαν να βρίσκονται υπό τον έλεγχο του γενικού διευθυντή του ΠΟΥ σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για την υγεία. Έτσι, οποιεσδήποτε νομικές διαμάχες διατρέχουν τον κίνδυνο εκχώρησης εξουσιών σε διεθνείς οντότητες, ώστε καθίσταται αναγκαία η περαιτέρω εξέταση της υποχρέωσης της Αυστραλίας για την ίδια την προστασία του Συντάγματός της.
Όπως πολλοί θυμούνται, η Νέα Νότια Ουαλία της Αυστραλίας δεν βρέθηκε ποτέ σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αλλά εφάρμοσε εγκλεισμό, εισήγαγε σκληρά μέτρα, εμπόδισε τους πολίτες να έχουν πρόσβαση στην έγκαιρη υγειονομική περίθαλψη, οι γυναίκες στερήθηκαν την πρόσβαση σε μαστογραφίες, τα παιδιά δεν είχαν πρόσβαση στην εκπαίδευση, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταστράφηκαν, και τα ανεμβολίαστα άτομα δεν μπορούσαν να δουν αυτοπροσώπως γιατρούς.
Η ανακύπτουσα αντιπαράθεση σημαίνει ότι εάν ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ (έχοντας παγκόσμιες εξουσίες έκτακτης ανάγκης) διατάξει υποχρεωτικό εμβολιασμό, εγκλεισμό, ψηφιακά διαβατήρια κ.λπ., η αυστραλιανή κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να συμμορφωθεί, όπως είδαμε με τον πρώην πρωθυπουργό Σκοτ Μόρισον που έκλεισε τα σύνορα και αποφάσισε (φαινομενικά) υποχρεωτικότητες για όλους τους ομοσπονδιακούς εργαζόμενους.
Όμως, όπως γνωρίζουμε, με τον όρο “επιλογή” εννοούμε ένα άτομο που επιλέγει αν θέλει να φάει ένα χάμπουργκερ ή μία σαλάτα, και όχι ”θα συμμετάσχεις σε μια παγκόσμια κλινική δοκιμή και αν δεν συμφωνήσεις, θα χάσεις τη δουλειά σου, δεν θα μπορείς να φύγεις από το σπίτι σου ή να ταξιδεύσεις διεθνώς, θα στιγματιστείς, θα υποστείς διακρίσεις και θα γελοιοποιηθείς δημόσια επειδή έκανες αυτή την επιλογή”. Ας το παραδεχτούμε, αυτό δεν ήταν μια επιλογή, αυτό βγήκε κατευθείαν από το εγχειρίδιο των καταπιεστικών δικτατοριών όπου όσοι δεν συμφωνούσαν απομακρύνονταν από τις υπηρεσίες τους, όπως οι πολιτειακοί και ομοσπονδιακοί αστυνομικοί, οι διασώστες, οι νοσοκόμοι, οι πυροσβέστες και άλλοι. Για παράδειγμα, αστυνομικοί απολύθηκαν για ανάρμοστη συμπεριφορά, μια κατηγορία που συνήθως αφορά σε περιπτώσεις διαφθοράς και σε σοβαρά αδικήματα, και όχι επειδή ένα άτομο “επέλεξε” να ασκήσει το δικαίωμά του στη σωματική αυτονομία. Γνωρίζαμε τότε, όπως ξέρουμε τώρα, ότι ο ιός Covid δεν ήταν ποτέ τόσο θανατηφόρος όσο εθεωρείτο, και ενώ κάποιοι άνθρωποι υπέκυψαν δυστυχώς σε αυτή την παραλλαγή της γρίπης, πέθαναν με Covid, και όχι εξαιτίας του Covid.
Πρώτον, ας εξετάσουμε τη γλώσσα των IHR του 2005, καθώς φαίνεται να τονίζουν αδικαιολόγητα την κρατική ασφάλεια έναντι της ανθρώπινης ασφάλειας. Ενώ το άρθρο 3 απαιτεί ρητά τον σεβασμό της “αξιοπρέπειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των προσώπων”, η κρατοκεντρική προσέγγιση δημιουργεί συχνά μια προβληματική ανισομέρεια μεταξύ της ασφάλειας της υγείας και των ατομικών δικαιωμάτων. Η επιβολή καραντίνας ή ταξιδιωτικών περιορισμών, όπως είδαμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid, μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση, στιγματισμό και παραβίαση της ελεύθερης μετακίνησης, υπονομεύοντας έτσι την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το δικαίωμα στην έγκαιρη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
Δεύτερον, οι IHR του 2005 παραβλέπουν την ανάγκη για ατομική συναίνεση σε πολλές περιπτώσεις, έναν ακρογωνιαίο λίθο της ιατρικής δεοντολογίας, που αγνοείται από ιατρικούς συλλόγους, γιατρούς και γραφειοκράτες που υποτίθεται ότι όλοι ενεργούν ως “πιστά στρατιωτάκια”. Υπό συνθήκες έκτακτης ανάγκης, υπάρχει ο κίνδυνος οι άνθρωποι να υποβληθούν σε ιατρική εξέταση, εμβολιασμό ή θεραπεία χωρίς την ενημερωμένη συγκατάθεσή τους, εγείροντας σοβαρές ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για θέματα ηθικής, δηλαδή για θέματα που αγνοήθηκαν κατά την περίοδο του Covid.
Επιπλέον, οι IHR δεν παρέχουν επαρκείς διασφαλίσεις για την εξασφάλιση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και την προστασία των προσωπικών δεδομένων, ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η συλλογή δεδομένων για την επίβλεψη των ασθενειών, αν και είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης μιας νόσου, συχνά συνεπάγεται την επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, που ενδεχομένως οδηγεί σε παραβιάσεις της ιδιωτικής ζωής. Οι κανόνες σχετικά με τη συλλογή, την επεξεργασία και την κοινή χρήση δεδομένων βάσει των IHR του 2005 δεν είναι αρκετά σαφείς για να αποτρέψουν πιθανή κακή χρήση. Όλες αυτές οι ανησυχίες αγνοήθηκαν από τους υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και από τους θεσμούς που παραδοσιακά υποχρεούνται να προστατεύουν [σημ. αυτά τα δικαιώματα].
Όσον αφορά τη δυνατότητα λογοκρισίας πληροφοριών, το άρθρο 11 των IHR του 2005 επιτρέπει στον ΠΟΥ να εξετάζει ανεπίσημες αναφορές κινδύνων για τη δημόσια υγεία. Ενώ αυτός ο μηχανισμός μπορεί να διευκολύνει την έγκαιρη προειδοποίηση και την ταχεία ανταπόκριση, εγείρει ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών. Η διακριτική ευχέρεια του ΠΟΥ να διαχειρίζεται και να αποκαλύπτει πληροφορίες ενδέχεται να οδηγήσει ακούσια σε απόκρυψη ή αλλαγή πληροφοριών.
Αν και προβλήθηκε ευρέως από τους εμφανιζόμενους ως αντιπροσώπους των φαρμακευτικών εταιρειών -όπως υπουργούς της κυβέρνησης, ΜΜΕ, αστέρες του αθλητισμού, γραφειοκράτες, ιδρύματα και εργοδότες- ως αποτυχία, η αλλαγή στο αφήγημα που ενορχηστρώθηκε από την πρώην κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην κατεύθυνση της πρόληψης της “σοβαρής ασθένειας”. Έτσι, το άρθρο 11 μπορεί να είναι ένα μέσο για περαιτέρω αυταρχικότητα, όπου οι ανεπίσημες αναφορές γίνονται η ραχοκοκαλιά της θεσμοθετημένης επιστήμης που χρησιμοποιείται [σημ. ως πρόσχημα] για τον εγκλεισμό των πολιτών. Είναι κατανοητό εάν κανείς πίστευε ότι αυτό ήταν μύθος, αλλά είναι πλέον ξεκάθαρο, και όλοι το έχουν ζήσει τα τελευταία τρία χρόνια. Το αν το πιστεύετε αυτό ή όχι είναι δική σας απόφαση.
Οι IHR του 2005 στερούνται ρητών διατάξεων που προστατεύουν τους πληροφοριοδότες και τους επαγγελματίες υγείας που ενδέχεται να αποτελούν την πηγή αυτών των ανεπίσημων πληροφοριών, ιδιαίτερα εάν οι πληροφορίες είναι απατηλές ή παραπλανητικές. Αυτή η αδυναμία υπονομεύει την αρχή της διαφάνειας και θα μπορούσε να δημιουργήσει ανατριχιαστικό αποτέλεσμα στην ελευθερία του λόγου, περιορίζοντας τις ανοιχτές συζητήσεις για έκτακτες ανάγκες δημόσιας υγείας και θέτοντας τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς γραφειοκράτες ως τον κυρίαρχο πάροχο θεραπείας σε θέματα ατομικής υγείας.
Επιπλέον, οι IHR του 2005 δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς το θέμα της ισότητας. Υποτιμούν τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις των μέτρων για την υγεία, τα οποία συχνά επηρεάζουν δυσανάλογα τους ευάλωτους πληθυσμούς -και πάλι, τα ίδια άτομα που αγνοήθηκαν καλούνται τώρα να εμπιστευτούν ένα σύστημα που εξανάγκασε τη συμμόρφωσή τους μέσω μιας εκστρατείας μάρκετινγκ που τους έλεγε ότι είχαν “επιλογή”. Οι πολιτικές δεν θα πρέπει να επιδεινώνουν περαιτέρω τις υπάρχουσες ανισότητες και τα έκτακτα μέτρα υγείας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο και να διασφαλίζουν ότι καλύπτονται τα δικαιώματα και οι ανάγκες των περιθωριοποιημένων και ευάλωτων ομάδων. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η διατύπωση παραπέμπει στη γλώσσα που συναντάμε συνήθως σε κείμενα που σχετίζονται με τον μαρξισμό, τον κομμουνισμό και τον σοσιαλισμό. “Δεν θα έχεις τίποτα και θα είσαι ευτυχισμένος”.
Η εξουσία του ΠΟΥ να κηρύττει έκτακτα περιστατικά δημόσιας υγείας διεθνούς ενδιαφέροντος, όπως ορίζεται στους IHR του 2005, δημιουργεί μια κεντρική διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία θα μπορούσε να υπονομεύσει τις δημοκρατικές αρχές της συμπερίληψης και της συμμετοχής. Είναι σημαντικό να έχουν λόγο οι πληγείσες κοινότητες και να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις τους στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία.
Συμπερασματικά, ενώ οι IHR του 2005 διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διαχείριση της παγκόσμιας ασφάλειας υγείας, εγείρουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την πιθανή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας και των ελευθεριών. Η εξουσία λογοκρισίας των πληροφοριών θα μπορούσε να υπονομεύσει τη διαφάνεια και την ελευθερία του λόγου, ενώ η κρατοκεντρική προσέγγιση των κανονισμών και η έλλειψη έμφασης και κατεύθυνσης συγκλίνουν σε έναν ολοκληρωτικό συγκεντρωτικό έλεγχο που μπορεί να συγκριθεί μόνο με μια δυστοπική κατάσταση συνεχούς επιτήρησης και κοινωνικού ελέγχου. Αλλιώς, όπου οι παραδοσιακοί θεσμοί εξουσίας έχουν εγκαταλείψει τους πολίτες και τα δικαιώματά τους, πρέπει να αναρωτηθούμε: “όταν κάτι πάει στραβά, κάνουμε παράπονα στον Καίσαρα, σχετικά με τον Καίσαρα, και ελπίζουμε ότι ο Καίσαρας θα πάρει το μέρος μας;”. Δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτό, αλλά εάν τα τελευταία τρία χρόνια μπορούν να οδηγήσουν σε μια απάντηση, μπορούμε μόνο να υποθέσουμε ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί.
«Μπορούμε εύκολα να συγχωρήσουμε ένα παιδί που φοβάται το σκοτάδι. Η πραγματική τραγωδία της ζωής είναι όταν οι άνθρωποι φοβούνται το φως» (Πλάτων)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.