Μέχρι το 2005 δεν συμφωνούσαμε καν ως προς το τι ακριβώς χάσαμε συνεπεία της τουρκικής εισβολής και οι (κατά προσέγγιση) αναφορές επεκτείνονταν και στις κρατικές υπηρεσίες.
Αυτό προκύπτει και από επιστολή του υπουργείου Εξωτερικών προς κρατικές υπηρεσίες και θεσμούς, που περιλαμβάνεται σε μελέτη που εκπόνησε ο κ. Λουκάς Παρτασίδης υπό τον τίτλο, «Ο κόσμος, τα σπίτια και η γη της Κύπρου 1881-1973».
Τελικά, πόση έκταση γης και πόση ακτογραμμή ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία, πόση οι Τούρκοι, πόση εμπίπτει στις Βρετανικές Βάσεις και πόση στη νεκρή ζώνη; Σύμφωνα με την επιστολή που παραθέτει ο κ. Παρτασίδης, με ημερομηνία 1/6/2005, δηλαδή περίπου 30 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή το ποσοστό ιδιοκτησίας γης των Ελληνοκυπρίων είναι 84,37% και των Τουρκοκυπρίων 15,63%.
Στην ίδια επιστολή ξεκαθαρίζεται, πως το ποσοστό της κατεχόμενης γης είναι 36,20% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αναφέρεται εξάλλου, πως το ποσοστό της ακτογραμμής στις κατεχόμενες περιοχές είναι 409 χιλιόμετρα ή 51,3% των ακτογραμμών της Κύπρου, ενώ υπό τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας βρίσκονται 307 χιλιόμετρα ή ποσοστό 38,5%. Στη νεκρή ζώνη εμπίπτουν 3,6 χιλιόμετρα ακτογραμμής (0,4%) ενώ οι Βρετανικές Βάσεις ελέγχουν 76,3 χιλιόμετρα ή ποσοστό 9,6% της ακτογραμμής του νησιού.
Η επιστολή απευθύνεται ακόμη και στον προϊστάμενο διοίκησης της προεδρίας της Δημοκρατίας καθώς και στη γραμματεία του Υπουργικού Συμβουλίου. Στην επιστολή, αφού γίνεται λόγος για «ανομοιομορφία» στα στοιχεία που χρησιμοποιούν κυβερνητικές υπηρεσίες, παρατίθενται τα πιο πάνω στοιχεία και αριθμοί.
Σχετικά με την ιδιοκτησία των Τουρκοκυπρίων, στην επιστολή αναφέρεται πως καλύπτει 15,63% παγκυπρίως. Στα κατεχόμενα οι Τουρκοκύπριοι διαθέτουν το 16,93% των ακινήτων και στις ελεύθερες περιοχές το 14,33%.
Στη μελέτη του κ. Παρτασίδη καταγράφεται ο πληθυσμός 633 χωριών, περιοχών και έξι πόλεων και αποτυπώνονται οι διαφοροποιήσεις που επήλθαν σε δέκα διαφορετικές απογραφές την περίοδο 1881-1973.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, η μετάβαση από την Οθωμανική στη Βρετανική κυριαρχία βρίσκει τα χωριά της Κύπρου κατανεμημένα σε 16 διοικητικά διαμερίσματα (συμπλέγματα χωριών) όπως τα είχαν διαχωρίσει οι Οθωμανοί για σκοπούς είσπραξης των φόρων. Οι Βρετανοί αφαίρεσαν το διαμέρισμα της Επισκοπής ενώ κατάργησαν και το διαμέρισμα Κουκλιών (31.3.1880) δημιουργώντας το διαμέρισμα Κελοκεδάρων που αποτελείται από 27 χωριά.
Σε 170 χωριά/περιοχές ο πληθυσμός ήταν μεικτός (Ελληνοκύπριοι/Τουρκοκύπριοι). Όπως αναφέρει ο κ. Παρτασίδης, το 1891 ποσοστό 25% του πληθυσμού (δηλαδή ένας στους τέσσερις κατοίκους) ζούσε σε μεικτά χωριά. Το 1960 το ποσοστό μειώθηκε στο 19% του πληθυσμού και το 1973 έπεσε στο 16%.
Στο κεφάλαιο «Ο Πληθυσμός της Κύπρου Παγκύπρια – Σε αριθμούς» καταγράφεται ότι:
- Στην Επαρχία Λευκωσίας παρατηρείται συνεχής αυξητική τάση του πληθυσμού και από το 29,10% το 1881, ανέρχεται στο 36,80% το 1973.
- Στην Επαρχία Λάρνακας σημειώνεται συνεχής πτωτική τάση και από ποσοστό 13,22% το 1881, μειώνεται στο 9,61% το 1973.
- Στην Επαρχία Λεμεσού παρουσιάζεται συνεχής αυξητική τάση και από το 16,48% το 1881, ανεβαίνει στο 19,77%.
- Στην Επαρχία Πάφου παρατηρείται συνεχής πτωτική τάση και από το 15,27% το 1881, μειώνεται στο 9,04% του παγκύπριου πληθυσμού.
- Η Επαρχία Αμμοχώστου παρουσιάζει σταθερή τάση και ο πληθυσμός μεταξύ 1881-1973 κυμαίνεται στο 20%.
- Η Επαρχία Κερύνειας, επίσης παρουσιάζει συνεχή πτωτική τάση και από το 7,10% το 1881, μειώνεται στο 5,16%.
Όπως διαπιστώνει ο κ. Παρτασίδης, σε επαρχιακό επίπεδο, κατά Διαμέρισμα (σε σχέση με το σύνολο της κάθε Επαρχίας) η μεγαλύτερη παγκύπρια συγκέντρωση Πληθυσμού κατεγράφη:
Για την Επαρχία Λευκωσίας – στο διαμέρισμα και πόλη Λευκωσίας με 42,70% το 1881 και 46,33% το 1973 (μεγίστη συγκέντρωση το 1946 με 49,32%). Για την Επαρχία Λεμεσού – στο διαμέρισμα και πόλη Λεμεσού με 46,38% το 1881 και 73,13% το 1973 (μεγίστη συγκέντρωση το 1973 με 73,13%). Για την Επαρχία Αμμοχώστου – στο διαμέρισμα και πόλη Αμμοχώστου με 31,25% το 1881 και 59,84% το 1973 (μεγίστη συγκέντρωση το 1973 με 59,84%). Για την Επαρχία Πάφου – στο διαμέρισμα και πόλη Πάφου με 36,39% το 1881 και 47,87% το 1973 (μεγίστη συγκέντρωση το 1946 με 49,32%).
Όπως υποδεικνύει ο κ. Παρτασίδης, από τα στοιχεία προκύπτει συνεχής ροή πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα.
Διαχρονικά, οι περισσότεροι Ελληνοκύπριοι καταγράφονται στη Λευκωσία όπου το 1881 ήταν 43.065 για να αυξηθούν σε 184.007 το 1973. Στην Αμμόχωστο από 28.693 ανέρχονται σε 102.005, στη Λεμεσό από 22.293 αυξάνονται σε 97.392, στην Πάφο από 18.934 αυξάνονται σε 42.003, στη Λάρνακα από 14.624 αυξάνονται σε 46.020 και στην Κερύνεια από 9.843 ανέρχονται σε 27.084.
Αν στις υπόλοιπες περιοχές της Κύπρου υπάρχει κάποια πληθυσμιακή ισορροπία, με σχετικά σταθερά τα ποσοστά ανθρώπων από την κάθε κοινότητα, στην περίπτωση της Μόρφου τα δεδομένα διαφοροποιούνται. Συγκεκριμένα, στο διαμέρισμα Μόρφου, ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων ένα χρόνο πριν την τουρκική εισβολή ήταν συντριπτικά μεγαλύτερος συγκριτικά με τον αριθμό των Τουρκοκυπρίων. Όπως προκύπτει, οι Τουρκοκύπριοι ήταν 1.152 και οι Ελληνοκύπριοι 32.232.
Από τα 47 χωριά/περιοχές που περιελάμβανε το Διαμέρισμα Μόρφου, μόνο στα πέντε διέμεναν Τουρκοκύπριοι. Συγκεκριμένα διέμεναν στον Αγκολέμι, Δύο Ποταμούς, Άγιους Ηλιοφώτηδες, Καζιβερά και Πάνω Κουτραφά.
Το 1973 στον Αγκολέμι διέμεναν 281 Τουρκοκύπριοι, 52 στους Δύο Ποταμούς, 117 στους Άγιους Ηλιοφώτηδες και 592 στα Καζιβερά. Το 1973 ο Πάνω Κουτραφάς φαίνεται να είχε εγκαταλειφθεί από τους Τουρκοκύπριους.
Από τα μεγαλύτερα χωριά Ελληνοκυπρίων στη Μόρφου ήταν η Κάτω Ζώδια με 2.894 και Πάνω Ζώδια με 1.630 (το έτος 1973).
Άλλο μεγάλο χωριό ήταν η Κατωκοπιά με 1.578 κατοίκους, το Αργάκι με 1.541, το Ακάκι με 1.568 και η Φιλιά με 1.042. Η ίδια η Μόρφου το 1973 είχε 7.465 κατοίκους.
Αριθμητικά, οι λιγότεροι Τουρκοκύπριοι καταγράφονται διαχρονικά στην επαρχία Κερύνειας. Όπως προκύπτει από τις απογραφές, το 1881 ο αριθμός τους ήταν 2.672 και τελικά το 1973 ανήλθαν στις 5.000.
Στην Κερύνεια οι Ελληνοκύπριοι το 1881 ήταν 9.843 και το 1973 έφτασαν στις 27.084.
Οι πιο πολλοί Τουρκοκύπριοι στην επαρχία Λευκωσίας
Το 1881 οι Τουρκοκύπριοι αριθμούσαν 45.638 παγκυπρίως, που αντιστοιχούσε με 24,5% του πληθυσμού (το ψηλότερο που καταγράφηκε ποτέ) ενώ το 1973 ήταν 115.703 που αντιστοιχούν με ποσοστό 18,32%.
Οι Ελληνοκύπριοι το 1881 ήταν 137.452 ή ποσοστό 73,83% ενώ το 1973 ήταν 498.511 ή ποσοστό 78,94%.
Πέραν των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, το 1881 υπήρχαν άλλοι 3.083 κάτοικοι (1,7%) ενώ το 1973 ήταν 17.267 (2,73%). Το ψηλότερο ποσοστό Ελληνοκυπρίων είχε καταγραφεί το 1931 (81,54%).
Αριθμητικά, οι πιο πολλοί Τουρκοκύπριοι, διαχρονικά καταγράφονται στην επαρχία Λευκωσίας με 12.662 το 1881 και 46.703 το 1973.
Ακολουθεί η Πάφος στην οποία το 1881 διέμεναν 9.454 σε σχέση με 15.000 το 1973.
Στην Αμμόχωστο διέμεναν 9.449 αυξάνονται σε 20.000 το 1973.
Στη Λεμεσό από 6.084 αυξάνονται στις 15.000.
Στη Λάρνακα από 5.137 το 1881, αυξάνονται στις 14.000.
Στην Κερύνεια από 2.672 το 1881 αυξάνονται σε 5.000 το 1973.
Φιλελεύθερος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.