Αντί ιστορικής αναδρομής, που είναι τοις πάσι γνωστή, καταγράφουμε ένα συμβολικό συγκινητικό λυρικό αφιέρωμα. Ομάδας Εργασίας και Έρευνας του συγγραφέα Αντώνη Αντωνά, από ημικατεχόμενη ΕΛΛΗΝΙΚΗ Κύπρο.
Αποσπάσματα.
Λαογραφικά – Δημοτικά. Αποσπάσματα.
Τίς εἶδεν ἢ τίς ἤκουσεν ποτέ του τέτοιον πρᾶμα,
οἱ ἀσεβεῖς νὰ πάρουσι τὸ σπίτι τῶν ἁγίων,
νὰ σ΄ ατιμάζουν, Κύριε, οἱ Τοῦρκοι σοδομῖτες;
Θεέ μου, πῶς ἀπόμεινες τὴν τόσην ἀνομίαν
καὶ πῶς τὸ καταδέχθηκε, η δύναμις τῶν ἀγγέλων;
Ἐχάθησαν οἱ χριστιανοί· Θεὲ πῶς τὸ ἀπομένεις;
Ἅλωσις Κωνσταντινουπόλεως
Ἔνι τοῦ κόσμου χαλασμὸς καὶ συντελειὰ μεγάλη,
συντελεσμὸς τῶν Χριστιανῶν, τῶν ταπεινῶν Ρωμαίων· ὅμως ἂς τὸ θλίβουν
πολλὰ καὶ τὰ γένη Λατίνων διὰ τοῦτο ποὺ συνέβηκε βασιλείαν Ρωμαίων,
διότ᾿ ἦτον σπίτιν ὀλωνῶν, Ρωμαίων καὶ Λατίνων
ἡ πόλις ἡ κακότυχος καὶ ὁ βασιλεὺς ὁμάδιν.
Ποὖναι λοιπὸν τὰ λείψανα, ποῦ οἱ ἁγίαι εἰκόνες,
ἡ ὁδηγήτρια ἡ κυρά, ἡ δέσποινα τοῦ κόσμου;
Λέγουσιν ἀναλήφθησαν στὸν οὐρανὸ ἀπάνω
τὰ λείψανα τὰ ἅγια καὶ τοῦ Χριστοῦ τὰ πάθη,
οἱ ἄγγελοι τὰ πήρασιν ἐμπρὸς εἰς τὸν δεσπότην…
Ποῦ εἶν᾿ τὰ μοναστήρια, ποῦ ἡ ὀρθοδοξία;
ἀφῆκες, ἐξαπόλυκες, πανύμνητε, τὸν κόσμον;
Μηδὲ κατηγορήσετε τὸν βασιλέαν, αὐθέντες,
οὐδὲ τοὺς ἄρχοντας αὐτοῦ, οὐδὲ τοὺς στρατιώτας,
μικροὺς μεγάλους ἢ πτωχούς, πλουσίους, ἀνδρειωμένους.
Τὸ θάρρος ὁποῦ ἤλπιζαν οἱ χριστιανοὶ στὴν πόλιν ἦτον
στὸν ἁγιώτατον πάπαν τε τῆς Ρώμης καὶ εἰς τοὺς ῥηγάδες
τῆς φραγκιᾶς τῶν αὐθεντῶν τῶν ὅλων, δουκᾶδες, κούντους, πρίγκιπες
καὶ τὰ κουμούνια ὅλα μετὰ τοῦ βασιλέως τε τοῦ τῆς Ἀλαμανίας…
Ἐκείν᾿ ἡ μέρα σκοτεινή, ἀστραποκαϊμένη,
τῆς Τρίτης της ἀσβολερῆς, τῆς μαυρογελασμένης,
τῆς θεοκαρβουνόκαυτης, πουμπαρδοχαλασμένης,
ἔχασε ἡ μάννα τὸ παιδὶν καὶ τὸ παιδὶν τὴν μάνναν,
καὶ τῶν κυρούδων τὰ παιδιὰ ὑπᾶν ἀσβολωμένα,
δεμέν᾿ ἀπὸ τὸν τράχηλον καὶ τὸ οὐαὶ φωνάζουν
μὲ τὴν τρομάραν τὴν πολλήν, μὲ θρήνισμον καρδίας.
Τρέμουν ὡς φυλλοκάλαμον ἐξετραχηλισμένα,
γυμνά, χωρὶς πουκάμισον, ἐξάγκωνα δεμένα,
βλέπουν ἐπρὸς καὶ πίσω των, μὴ νὰ δοῦν τοὺς γονεῖς των,
καὶ βλέπουν τοὺς πατέρες των ἐξάγκωνα δεμένους.
Ὁ κύρης βλέπει τὸ παιδὶν καὶ τὸ παιδὶν τὸν κύρην,
ἄφωνοι, δίχως ὁμιλίαν, διαβαίνουν τὸ μαγκούριν.
Οἱ μάνες οἱ ταλαίπωρες ὑπᾶν ξεγυμνωμένες,
τῆς πόλης οἱ πολίτισσες ἐξανασκεπασμένες,
πλούσιες πτωχὲς ἀνάκατα, μὲ τὸ σκοινὶ δεμένες,
τῆς πόλης οἱ εὐγενικές, οἱ ἀστραποκαϊμένες.
Ὁ ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸν βλέπει σιδηρωμένον,
θωροῦν καὶ τὸν πατέρα των μὲ ἅλυσον δεμένον,
καὶ δυ᾿ ἀδερφάδες εὔμορφες, πολλὰ ὡραιωμένες,
ἐντροπιασμένα ἐπήγαιναν μὲ τὸ σχοινὶν δεμένες.
Κυπριακό λαογραφικό.
Τὸ ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινουπόλεως (Κυπριακό Δημοτικό, ἀπόσπασμα)
Θρῆνος κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς καὶ στεναγμὸς καὶ λύπη,
Θλῖψις ἀπαραμύθητος ἔπεσεν τοῖς Ρωμαίοις.
Ἐχάσασιν τὸ σπίτιν τους, τὴν Πόλιν τὴν ἁγία,
τὸ θάρρος καὶ τὸ καύχημα καὶ τὴν ἀπαντοχήν τους.
Τὶς τό ῾πεν; Τὶς τὸ μήνυσε; Πότε ῾λθεν τὸ μαντάτο;
Καράβιν ἐκατέβαινε στὰ μέρη τῆς Τενέδου καὶ κάτεργον τὸ ὑπάντησε, στέκει καὶ ἀναρωτᾶ το: – Καράβιν, πόθεν ἔρκεσαι καὶ πόθεν κατεβαίνεις;
– Ἔρκομαι ἂκ τὰ᾿ ἀνάθεμα κι ἐκ τὸ βαρὺν τὸ σκότος,
ἂκ τὴν ἀστραποχάλαζην, ἂκ τὴν ἀνεμοζάλην·
ἀπὲ τὴν Πόλην ἔρχομαι τὴν ἀστραποκαμένην.
Ἐγὼ γομάριν δὲ βαστῶ, ἀμὲ μαντάτα φέρνω
κακὰ διὰ τοὺς χριστιανούς, πικρὰ καὶ δολωμένα.
Σημ. Για το ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης, όπως και το Άλωσις της Πόλης κ.ά.. «Η γλώσσα του ποιημάτων δεν είναι καθαυτό ιδιωματική. Είναι η κοινή απλή γλώσσα, που γράφεται την εποχή αυτή, χωρίς μεγάλη γλωσσική ομοιομορφία. Μία γλώσσα όμως που στους ποικίλους συγγραφείς, που τη χρησιμοποιούν περισώζει ενδιαφέροντα πού και πού ιδιωματικά στοιχεία. Τέτοια ιδιωματικά στοιχεία υπάρχουν και στο ποίημα του θρήνου. Που μας οδηγούν λοιπόν; Κυρίως σε ποιο Ελληνικό νησί; Η απάντηση είναι ότι μάς οδηγούν τα στοιχεία αυτά σε ένα Ελληνικό ακριτικό νησί. «Πρόκειται για την Ελληνική Κύπρο με την πλούσια λαογραφική παράδοση και την μικτή διάλεκτο εμπλουτισμένη με αρχαιοελληνικές λέξεις και φράσεις, που εξ αίματος και με ισχυρό ομφάλιο λώρο ήταν συνδε-δεμμένη με το ένδοξο Ελληνικό Βυζάντιο..»
Τῆς Ἁγιά-Σοφιᾶς. (Δημοτικό)
Τὸ δημοτικὸ αὐτὸ τραγούδι εἶναι ὁ παλαιότερος θρῆνος γιὰ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης. Πιθανὸν νὰ προέρχεται και πάλι από την Κύπρο.. Βρέθηκε σὲ χειρόγραφό του 15ου αἰῶνα· ὁ τίτλος ἦταν: «Ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινούπολης». Ἀνήκει στὴ δεύτερη περίοδο (1453-1821) τῆςΝεοελληνικῆς Λογοτεχνίας καὶ στὸ ἱστορικὸ εἶδος. Στὴν παρακάτω μορφὴ τοῦ δημοσιεύτηκε τὸ 1914 ἀπὸ τὸ Ν. Πολίτη στὴν συλλογή του «Ἐκλογαὶ ἀπὸ τὰ τραγούδια τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ». Γιὰ τὴν σύνθεσή του ὁ Ν. Πολίτης χρησιμοποίησε τὴν παραλλαγὴ ποὺ δημοσίευσε ὁ Φωρὲλ καὶ ἄλλοι εἴκοσι τέσσερις. Ὅμως, μόνο ὁ 4ος καὶ 18ος στίχος ἔχουν παρθεῖ αὐτούσιοι ἀπὸ τὴν ἐργασία τοῦ Φωριέλ.
Σημαίνει ὁ Θεός, σημαίνει ἡ γῆς, σημαίνουν τὰ ἐπουράνια, σημαίνει κι ἡ Ἁγιά-Σοφιά, τὸ μέγα μοναστήρι, μὲ τετρακόσια σήμαντρα κι ἑξήντα δυὸ καμπάνες, κάθε καμπάνα καὶ παπᾶς, κάθε παπᾶς καὶ διάκος. Ψάλλει ζερβὰ ὁ βασιλιάς, δεξιὰ ὁ πατριάρχης, κι ἀπ᾿ τὴν πολλὴ τὴν ψαλμουδιὰ ἐσειόντανε οἱ κολόνες. Νὰ μποῦνε στὸ χερουβικὸ καὶ νά ῾βγει ὁ βασιλέας, φωνὴ τοὺς ἦρθε ἐξ οὐρανοῦ κι ἀπ᾿ ἀρχαγγέλου στόμα: «Πάψετε τὸ χερουβικὸ κι ἂς χαμηλώσουν τ᾿ Ἅγια, παπάδες πᾶρτε τὰ ἱερὰ καὶ σεῖς κεριὰ σβηστῆτε, γιατί ῾ναι θέλημα Θεοῦ ἡ Πόλη νὰ τουρκέψει. Μόν᾿ στεῖλτε λόγο στὴ Φραγκιά, νὰ ῾ρθοῦν τρία καράβια, τό ῾να νὰ πάρει τὸ σταυρὸ καὶ τ᾿ ἄλλο τὸ βαγγέλιο, τὸ τρίτο τὸ καλύτερο, τὴν ἅγια Τράπεζά μας, μὴ μᾶς τὴν πάρουν τὰ σκυλιὰ καὶ μᾶς τὴ μαγαρίσουν». Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καὶ δάκρυσαν οἱ εἰκόνες. «Σώπασε κυρὰ Δέσποινα, καὶ μὴ πολυδακρύζῃς, πάλι μὲ χρόνους, μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ῾ναι».
Πάρθεν ἡ Ρωμανία. (Δημοτικὸ τοῦ Πόντου)
Ἕναν πουλίν, καλὸν πουλὶν ἐβγαίν᾿ ἀπὸ τὴν Πόλιν, οὐδὲ στ᾿ ἀμπέλια κόνεψεν οὐδὲ στὰ περιβόλιαν, ἐπῆγεν καί-ν ἐκόνεψεν ἅ σου Ἠλί᾿ τὸν κάστρον. Ἐσεῖξεν τ᾿ ἕναν τὸ φτερὸν σὸ αἷμα βουτεμένον, ἐσεῖξεν τ᾿ ἄλλο τὸ φτερόν, χαρτὶν ἔχει γραμμένον, Ἀτὸ κανεὶς κι ἀνέγνωσεν, οὐδ᾿ ὁ μητροπολίτης ἕναν παιδίν, καλὸν παιδίν, ἔρχεται κι ἀναγνώθει. Σίτ᾿ ἀναγνῶθ᾿ σίτε κλαίγει, σίτε κρούει τὴν καρδίαν. «Ἀλὶ ἐμᾶς καὶ βάι ἐμᾶς, πάρθεν ἡ Ρωμανία!» Μοιρολογοῦν τὰ ἐκκλησιάς, κλαῖγνε τὰ μοναστήρια κι ὁ Γιάννες ὁ Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται, -Μὴ κλαῖς, μὴ κλαῖς Ἅϊ-Γιάννε μου, καὶ δερνοκοπισκᾶσαι -Ἡ Ρωμανία πέρασε, ἡ Ρωμανία ῾πάρθεν. -Ἡ Ρωμανία κι ἂν πέρασεν, ἀνθεῖ καὶ φέρει κι ἄλλον.
Ἑτέρα ἐκδοχή. (Πρόλογος, χωρίς ρυθμό)
Ἕναν πουλίν, καλὸν πουλὶν ἐβγαίν᾿ ἀπὸ τὴν Πόλιν, οὐδὲ στ᾿ ἀμπέλια κόνεψεν οὐδὲ στὰ περιβόλιαν, ἐπῆγεν καὶ ἐκόνεψεν, σ᾿ Ἁγιά-Σοφιᾶς τὴν πόρταν. Ἔδειξεν τ᾿ ἕναν τὸ φτερόν, στὸ αἷμα βουτεμένον, καὶ σ᾿ ἄλλον τὸ φτερὸν μαθέ, χαρτὶν βαστᾷ γραμμένον, ἀτό, κανεὶς κι ἀναγνῶθ᾿, κανεὶς καὶ ξέρ᾿ντὸ λέγει, μηδὲ κι ὁ Πατριάρχης μου, μ᾿ ὅλους τοὺς πουπᾶδες. Κ᾿ ἕνα παιδίν, καλὸν παιδίν, πάει κι ἀναγνώθει, σίντα ἀναγνώθει, σίντα κλαίει, σίντα κλούει τὴν καρδίαν: – Νὰ ἠλὶ ἐμᾶς, νὰ βάι ἐμᾶς, πᾶρθεν ἡ Ρωμανίαν,
(ἀρχίζει ὁ ρυθμός) νὰ ἠλὶ ἐμᾶς, νὰ βάι ἐμᾶς, οἱ Τοῦρκοι τὴ Πόλη ἐπέραν, (δίς) ἐπέραν τὸ βασιλοσκᾶν καὶ ἕνα, ἕνα παιδία (δίς) μοιρολογοῦν τὰ ἐγκλησίας, κλαῖγνε τὰ μοναστήρια, (δίς) κι ἀ᾿ γιὰ δὲς τὸ Χρυσόστομον, κλαίγνει δε᾿γνὸ μὴ ῾σκᾶτε (δίς) μὴν κλαὶς Ἅη-Γιάννε μου, καὶ δε᾿γνὸ μὴ ῾σκάσε (δίς) ἡ Ρωμανίαν ἐπέρασεν, ἡ Ρωμανίαν ἐπάρθεν. (δίς)
(συνεχὴς ἀλλαγὴ τοῦ ρυθμοῦ) Ἡ Ρωμανία κι ἂν πέρασεν ἀνθεῖ καὶ φέρει κι ἄλλο.
Τὸ Πάρσιμο τῆς Πόλης.
Ἀπ᾿ οὐρανοῦ κλειδὶν ἔρθεν᾿ς σ᾿ Ἁγι᾿ Σοφιᾶς τὴν πόρταν. Χρόνους ἔρθαν κ’ ἐπέρασαν, καιροὶ ἔρθαν κ’ ἐδέβαν, ’νεσπάλθεν τὸ κλειδὶν ἀθές, κ’ ἐπέμ’νεν κλειδωμένον. Θελ’ ἀπ’ οὐρανοῦ μάστοραν κι ἀπὸ τὴν γῆν ἀργάτεν. (ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη ἐγκυκλοπαίδεια, ἔκδ. 1982, τόμ. 1ος, σελ. 95)
[καὶ σὲ ἔκδοση: Ἐμμ. Κριαρᾶς, Θεσσαλονίκη 1965, σ. 31] – Καράβιν πόθεν ἔρκεσαι καὶ πόθεν κατεβαίνεις; – Ἔρκομαι ἂκ τ᾿ ἀνάθεμα κ᾿ ἐκ τὸ βαρὺν τὸ σκότος, ἂκ τὴν ἀστραποχάλαζην, ἂκ τὴν ἀνεμοζάλην· ἀπὸ τὴν Πόλην ἔρχομαι τὴν ἀστραποκαμένην. Ἐγὼ γομάρι δὲ βαστῶ, ἀμὲ μαντάτα φέρνω κακὰ διὰ τοὺς χριστιανούς, πικρὰ καὶ δολωμένα: Οἱ Τοῦρκοι ὅτε ἤρθασιν, ἐπήρασιν τὴν Πόλην ἀπώλεσαν τοὺς χριστιανοὺς ἐκεῖ καὶ πανταχόθεν.
Θρῆνος τῆς Κωνσταντινουπόλεως. (Δημοτικό, Κυπριακό με λέξεις και ιδιωματισμούς Κυπριακής ποιητικής διαλέκτου)
Ἐκείνη ἡ μέρα ἡ σκοτεινή, ἀστραποκαϊμένη τῆς τρίτης τῆς ἀσβολερῆς, τῆς μαυρογελασμένης, τῆς θεοκαρβουνόκαυστης, πουμπαρδοχαλασμένης, ἔχασε μάνα τὸ παιδὶ καὶ τὸ παιδὶν τὴ μάναν, καὶ τῶν κυρούδων τὰ παιδιὰ ὑπᾶν ἀσβολωμένα, δεμένα ἀπὸ τὸ σφόνδυλα ὅλα ἁλυσοδεμένα δεμένα ἀπὸ τὸν τράχηλον καὶ τὸ οὐαὶ φωνάζουν. μὲ τὴν τρομάραν τὴν πολλήν, μὲ θρηνισμὸν καρδίας· […] νὰ πᾶτε ὅλοι κατ᾿ ἐχθρῶν, κατὰ τῶν Μουσουλμάνων, καὶ δεῦτε εἰς ἐκδίκησιν, τρέχετε μὴ σταθῆτε, τὸν Μαχουμέτην σφάξετε, μηδὲν ἀναμελεῖτε, τὴν πίστιν των τὴν σκυλικὴν νὰ τὴν λακτοπατῆτε. […] ὤ, Κωνσταντῖνε Δράγαζη, κακὴν τύχην ὁποῦ ῾χες, καὶ τί νὰ λέγω, οὐκ ἠμπορῶ, καὶ τί νὰ γράφω οὐκ οἶδα, σκοτίζει μου τὸ λογισμὸν ὁ χαλασμὸς τῆς πόλης.
Τὰ Εὐζωνάκια (Δημοτικό)
Στὴν Ἅγια-Σοφιὰ ἀγνάντια βλέπω τὰ εὐζωνάκια. (δίς)
Τὰ εὐζωνάκια τὰ καημένα στοὺς πολέμους μαυρισμένα.
Κλέφτικο χορὸ χορεύουν καὶ ἀντίπερα ἀγναντεύουν. (δίς)
Κι ἀγναντεύοντας τὴν Πόλη τραγουδοῦν καὶ λένε:
-Τοῦτοι εἶναι οἱ χρυσοὶ οἱ θόλοι, ἄχ! κατακαημένη Πόλη, (δίς)
νὰ ἡ μεγάλη Ἐκκλησιά μας, πάλι θὰ γενεῖ δικιά μας.
Στὴν κυρὰ τὴ Δέσποινά μας, πὲς νὰ μὴ λυπᾶται. (δίς)
Στὶς εἰκόνες νὰ μὴν κλαῖνε, τὰ εὐζωνάκια μας τὸ λένε.
Κι ὁ παπὰς ποὺ εἶναι κρυμμένος μέσα στὸ ἅγιο βῆμα, (δίς)
τὰ εὐζωνάκια δὲ θ᾿ ἀργήσει νὰ βγεῖ νὰ τὰ κοινωνήσει.
Καὶ σὲ λίγο βγαίνουν τ᾿ ἅγια μέσα ἀπὸ μυρτιὲς καὶ βάγια.
Γεώργιος Βιζυηνός – Ὁ τελευταῖος Παλαιολόγος (1882)
Στοὺς συμβολισμοὺς τῆς παραδόσεως, γιαγιὰ εἶναι οἱ παλαιὲς γενεὲς καὶ ἐγγονὸς ἡ νέα γενιά, ἡ ὁποία πρέπει νὰ κάνει τὸ καθῆκον της….
– Τὸν εἶδες μὲ τὰ μάτια σου, γιαγιὰ τὸν Βασιλέα
ἢ μήπως καὶ σοῦ φάνηκε, σὰν ὄνειρο νὰ ποῦμε, σὰν παραμύθι τάχα;
– Τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου, ὡσὰν καὶ σένα νέα,
Πὰ νὰ γενῶ ἑκατὸ χρονῶν, κι ἀκόμα τὸ θυμοῦμαι σὰν νἄταν χθὲς μονάχα.
– Ἀπέθανε, γιαγιά; – Ποτέ, παιδάκι μου, κοιμᾶται.
– Καὶ τώρα πιὰ δὲν ἠμπορεῖ γιαγιάκα νὰ ξυπνήση;
– Ὤ, βέβαια! Καιροὺς καιρούς, σηκώνει τὸ κεφάλι,
καὶ βλεπ᾿ ἂν ἦρθεν ἡ στιγμή, πὄχει ὁ Θεὸς ὁρίσει.
– Πότε, γιαγιά μου, πότε;
– Ὅταν τρανέψῃς, γιόκα μου, νὰ ἀρματωθῇς,
καὶ κάμῃς, τὸν ὅρκο στὴν Ἐλευθεριά,
σὺ κι ὅλη ἡ νεολαία, θὰ σώσετε τὴν χώρα.
Κι ὁ βασιλιὰς θὰ σηκωθεῖ τὸν Τοῦρκο νὰ χτυπήσῃ.
Καὶ χτύπα-χτύπα, θὰ τὸν πά πίσω στὴν κόκκινη μηλιά,
καὶ πίσω ἀπὸ τὸν ἥλιο, ποὺ πιὰ νὰ μὴ γυρίσῃ!
Κωνσταντῖνος Π. Καβάφης – Θεόφιλος Παλαιολόγος
Ὁ τελευταῖος χρόνος εἶν᾿ αὐτός.
Ὁ τελευταῖος τῶν Γραικῶν αὐτοκρατόρων εἶν᾿ αὐτός.
Κι᾿ ἀλλοίμονον τί θλιβερὰ ποὺ ὁμιλοῦν πλησίον του.
Ἐν τῇ ἀπογνώσει του, ἐν τῇ ὀδύνῃ
ὁ Κὺρ Θεόφιλος Παλαιολόγος λέγει «Θέλω θανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν».
Ἂ Κὺρ Θεόφιλε Παλαιολόγο πόσον καϋμὸ τοῦ γένους μας, καὶ πόση ἐξάντλησι
(πόσην ἀπηύδησιν ἀπὸ ἀδικίες καὶ κατατρεγμό)
ἡ τραγικές σου πέντε λέξεις περιεῖχαν.
Πάρθεν Αὐτὲς τὲς μέρες διάβαζα δημοτικὰ τραγούδια, γιὰ τ᾿ ἄθλα τῶν κλεφτῶν καὶ τοὺς πολέμους, πράγματα συμπαθητικά· δικά μας, Γραικικά. Διάβαζα καὶ τὰ πένθιμα γιὰ τὸν χαμὸ τῆς Πόλης «Πῆραν τὴν Πόλη, πῆραν την· πῆραν τὴν Σαλονίκη». Καὶ τὴν Φωνὴ ποὺ ἐκεῖ ποὺ οἱ δυὸ ἐψέλναν, «ζερβὰ ὁ βασιληᾶς, δεξιὰ ὁ πατριάρχης», ἀκούσθηκε κ᾿ εἶπε νὰ πάψουν πιὰ «πάψτε παπάδες τὰ χαρτιὰ καὶ κλεῖστε τὰ βαγγέλια» πῆραν τὴν Πόλη, πῆραν την· πῆραν τὴν Σαλονίκη. Ὅμως ἀπ᾿ τ᾿ ἄλλα πιὸ πολὺ μὲ ἄγγιξε τὸ ᾄσμα τὸ Τραπεζούντιον μὲ τὴν παράξενή του γλώσσα καὶ μὲ τὴν λύπη τῶν Γραικῶν τῶν μακρυνῶν ἐκείνων ποὺ ἴσως ὅλο πίστευαν ποὺ θὰ σωθοῦμε ἀκόμη. Μὰ ἀλοίμονον μοιραῖον πουλὶ «ἀπαὶ τὴν Πόλην ἔρται» μὲ στὸ «φτερούλιν ἀθε χαρτὶν περιγραμμένον κι οὐδὲ στὴν ἄμπελον κονεύ᾿ μηδὲ στὸ περιβόλι ἐπῆγεν καὶ ἐκόνεψεν στοῦ κυπαρίσ᾿ τὴν ρίζαν». Οἱ ἀρχιερεῖς δὲν δύνανται (ἢ δὲν θέλουν) νὰ διαβάσουν «Χέρας υἱὸς Γιανίκας ἕν» αὐτὸς τὸ παίρνει τὸ χαρτί, καὶ τὸ διαβάζει κι ὀλοφύρεται. «Σίτ᾿ ἀναγνῶθ᾿ σίτ᾿ ἀνακλαῖγ᾿ σίτ᾿ ἀνακροῦγ᾿ τὴν κάρδιαν. Ν᾿ ἀοιλλὴ ἐμᾶς νὰ βάϊ ἐμᾶς ἡ Ρωμανία πάρθεν».
Κωνσταντῖνος Καρυωτάκης – Μαρμαρωμένε Βασιλιᾶ
Καὶ ρίχτηκε μὲ τ᾿ ἄτι του μὲς στῶν ἐχθρῶν τὰ πλήθια,
τὸ πύρινο τὸ βλέμμα του σκορποῦσε τὴν τρομάρα,
καὶ τὸ σπαθί του τὴ θανή.
Στὰ χάλκινά του στήθια,
ἐξέσπασε ἡ ὄργητα σὲ βροντερὴ κατάρα.
Ἐθόλωσαν τὰ μάτια του.
Τ᾿ ἁγνὸ τὸ μέτωπό του, θαρρεῖς
ὁ φωτοστέφανος τῆς Δόξας τ᾿ ἀγκαλιάζει.
Κι ἔπεσε χάμου ὁ Τρανός! Θρηνῆστε τὸ χαμό του.
Μά, μή! Σὲ τέτοιο θάνατο ὁ θρῆνος δὲν ταιριάζει.
Κι ἔπεσε χάμου ὁ Τρανός! Κυλίστηκε στὸ χῶμα,
ἕνας Τιτᾶν π᾿ ἀκόμα χτὲς ἐστόλιζ᾿ ἕνα θρόνο,
κι ἐσφάλισε – ὀϊμένανε! – γιὰ πάντ᾿ αὐτὸ τὸ στόμα,
ποὺ κάθε πίκρα ρούφαγε κι ἔχυν᾿ ἐλπίδες μόνο,
Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολὺ δὲ θὰ προσμένεις.
Ἕνα πρωὶ ἀπ᾿ τὰ νερὰ τοῦ Βόσπορου
κεῖ πέρα θὲ νὰ προβάλει λαμπερός, μιᾶς Λευτεριᾶς χαμένης,
ὁ ἀσημένιος ἥλιος. Ὤ, δοξασμένη μέρα!
Ὀδυσσέας Ἐλύτης – Θάνατος καὶ Ἀνάστασις τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου (1969)
Ἔτσι καθὼς ἐστέκονταν ὀρθὸς μπροστὰ στὴν Πύλη κι ἄπαρτος μὲς στὴ λύπη του Μακριὰ τοῦ κόσμου ποὺ ἡ ψυχή του γύρευε νὰ λογαριάσει στὸ φάρ- δος Παραδείσου Καὶ σκληρὸς πιὸ κι ἀπ᾿ τὴν πέτρα ποὺ δὲν τὸν εἴχανε κοιτάξει τρυφερὰ ποτὲ – κάποτε τὰ στραβὰ δόντια του ἄσπρι- ζαν παράξενα Κι ὅπως περνοῦσε μὲ τὸ βλέμμα του λίγο πιὸ πάνω ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώ- πους κι ἔβγανε ἀπ᾿ ὅλους Ἔναν ποὺ τοῦ χαμογελούσε τὸν Ἀληθινόν ποὺ ὁ χάρος δὲν τὸν ἔπιανε Πρόσεχε νὰ προφέρει καθαρὰ τὴ λέξη θάλασσα ἔτσι ποὺ νὰ γυαλί- σοῦν μέσα της ὅλα τὰ δελφίνια Κι ἡ ἐρημιὰ πολλὴ ποὺ νὰ χωρᾶ ὁ Θεός κι ἡ κάθε μιὰ σταγόνα σταθερὴ στὸν ἥλιο ν᾿ ἀνεβαίνει Νέος ἀκόμα εἶχε δεῖ στοὺς ὤμους τῶν μεγάλων τὰ χρυσὰ νὰ λάμπουν καὶ νὰ φεύγουν Καὶ μιὰ νύχτα θυμᾶται σ᾿ ὥρα μεγάλης τρικυ- μῖας βόγκηξε ὁ λαιμός του πόντου τόσο ποὺ θολώθη μὰ δὲν ἔστερ- ξὲ νὰ τοῦ σταθεῖ Βαρὺς ὁ κόσμος νὰ τὸν ζήσεις ὅμως γιὰ λίγη περηφάνια τὸ ἄξιζε. Θεέ μου καὶ τώρα τι Πού ῾χε μὲ χίλιους νὰ παλέψει χώρια μὲ τὴ μοναξιά του ποιός αὐτὸς πού ῾ξερε μ᾿ ἕνα λόγο του νὰ δώσει ὁλά- κερης τῆς γῆς νὰ ξεδιψάσει τί Ποὺ ὅλα του τά ῾χαν πάρει Καὶ τὰ πέδιλά του τὰ σταυροδετὰ καὶ τὸ τρικράνι του τὸ μυτερὸ καὶ τὸ τοιχίο ποὺ καβαλοῦσε κάθε ἀπομεσή- μερο νὰ κρατάει τὰ γκέμια ἐνάντια στὸν καιρὸ σὰν ζόρικο καὶ πηδη- χτὸ βαρκάκι Καὶ μία φούχτα λουίζα ποὺ τὴν εἶχε τρίψει στὰ μάγουλα ἑνὸς κορι- τσιοῦ μεσάνυχτα νὰ τὸ φιλήσει (πῶς κουρναλίζαν τὰ νερά τοῦ φεγγαριοῦ στὰ πέτρινα τὰ σκαλοπάτια τρεῖς γκρεμοὺς πάνω ἀπ᾿ τὴ θάλασσα…) Μεσημέρι ἀπὸ νύχτα Καὶ μήτ᾿ ἕνας πλάι του Μονάχα οἱ λέξεις του οἱ πιστὲς πού ῾σμιγαν ὅλα τους τὰ χρώματα ν᾿ ἀφήσουν μὲς στὸ χέρι του μιὰ λόγχη ἀπὸ ἄσπρο φῶς Καὶ ἀντίκρυ σ᾿ ὅλο τῶν τειχῶν τὸ μάκρος μυρμηκιὰ οἱ χυμένες μὲς στὸ γύψο κεφαλὲς ὅσο ἔπαιρνε τὸ μάτι του «Μεσημέρι ἀπὸ νύχτα – ὅλ᾿ ἡ ζωὴ μία λάμψη!» φώναξε κι ὅρμησε μὲς στὸ σωρό σύρνοντας πίσω του χρυσὴ γραμμὴ ἀτελεύτητη Καὶ ἀμέσως ἔνιωσε ξεκινημένη ἀπὸ μακριά ἡ στερνὴ χλωμάδα νὰ τὸν κυριεύει. Τώρα καθὼς τοῦ ἥλιου ἡ φτερωτὴ ὁλοένα γυρνοῦσε καὶ πιὸ γρήγο- ρα οἱ αὐλὲς βουτοῦσαν μέσα στὸ χειμώνα κι ἔβγαιναν πάλι κατά- κόκκινες ἀπ᾿ τὰ γεράνια Κι οἱ μικροὶ δροσεροὶ τροῦλοι ὅμοια μέδουσες γαλάζιες ἔφταναν κά- θε φορὰ καὶ πιὸ ψηλὰ στ᾿ ἀσήμια ποὺ τὰ ψιλοδούλευε ὁ ἀγέρας γι᾿ ἄλλων καιρών πιὸ μακρινῶν τὸ εἰκόνισμα Κόρες παρθένες φέγγοντας ἡ ἀγκαλιὰ τοὺς ἕνα θερινὸ ξημέρωμα φρέσκα βαγιόφυλλα καὶ τῆς μυρσίνης τῆς ξεριζωμένης τῶν βυθῶν σταλάζοντας ἰώδιο τὰ κλωνάρια Τοῦ ῾φερναν Ἐνῶ κάτω ἀπ᾿ τὰ πόδια του ἄκουγε στὴ μεγάλη κά- ταβόθρα νὰ καταποντίζονται πλῶρες μαύρων καραβιών τ᾿ ἀρχαῖα καὶ καπνισμένα ξύλα ὄθε μὲ στυλωμένο μάτι ὀρθὲς ἀκόμη Θεό- μήτορες ἐπιτιμούσανε Ἀναποδογυρισμένα στὶς χωματερὲς ἀλόγατα σωρὸς τὰ χτίσματα μικρὰ μεγάλα θρουβαλιασμὸς καὶ σκόνης ἄναμμα μὲς στὸν ἀέρα Πάντοτε μὲ μιὰ λέξη μὲς στὰ δόντια του ἄσπαστη κειτάμενος Αὐτὸς ὁ τελευταῖος Ἕλληνας!
Ὁ μαρμαρωμένος Βασιλιᾶς, (νεότερο τραγούδι)
Ἔστειλα δυὸ πουλιὰ στὴν κόκκινη μηλιὰ
ποὺ λένε τὰ γραμμένα
τὅνα σκοτώθηκε, τ᾿ ἄλλο λαβώθηκε
δὲ γύρισε κανένα.
Γιὰ τὸ μαρμαρωμένο βασιλιὰ
οὔτε φωνή, οὔτε λαλιά,
τὸν τραγουδάει τώρα στὰ παιδιά,
σὰν παραμύθι ἡ γιαγιά.
Ἔστειλα δυὸ πουλιὰ στὴν κόκκινη μηλιὰ
δυὸ πετροχελιδόνια, μὰ κεῖ ἐμμείνανε
κι ὄνειρο γίνανε σὲ δακρυσμένα χρόνια.
Γιὰ τὸ μαρμαρωμένο βασιλιὰ
οὔτε φωνή, οὔτε λαλιά,
τὸν τραγουδάει τώρα στὰ παιδιά,
σὰν παραμύθι ἡ γιαγιά.
Τζιαι Εσύ Βυζαντινέ μας Διγενή Ακρίτα της Κύπρου ο προστάτης, έλα στην ζωή μας πίσω τζιαι, που την Κύπρο την Βυζαντινή, απόδιωξέ τους Tουρκομογγόλους βαρβάρους …
Του Αντώνη Αντωνά.
Αφιέρωμα πιο κάτω και στην σκλαβωμένη Ελληνική Κύπρο, που μετά την Άλωση της Πόλης το 1453 ήρθε και η δική της μοιραία σειρά το *1571 … και το 1974 οι βάρβαροι την άλωσαν ξανά….
* Το 1489,, οι Τούρκοι επιτέθηκαν στη χερσόνησο της Καρπασίας, λεηλατώντας και αιχμαλωτίζοντας με σκοπό το δουλεμπόριο. Το 1539 ο τουρκικός στόλος επιτέθηκε και κατέστρεψε τη Λεμεσό. Φοβούμενοι την ολοένα διευρυνόμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Βενετοί και Κύπριοι είχαν οχυρώσει την Αμμόχωστο, τη Λευκωσία και την Κερύνεια, αλλά οι περισσότερες άλλες πόλεις ήταν εύκολη λεία.
Το καλοκαίρι του 1570, οι Τούρκοι χτύπησαν ξανά, αλλά αυτή τη φορά με μια πλήρη εισβολή και όχι με επιδρομή. Περίπου +160.000 στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου του ιππικού και του πυροβολικού και των εφεδρειών μισθοφόρων μουσουλμάνων, υπό τη διοίκηση της Λαλά Μουσταφά Πασά, έκαναν απόβαση κοντά στη Λεμεσό και την Λάρνακα στις 2 Ιουλίου 1570 και μετά πολιόρκησαν τη Λευκωσία. Η πόλη έπεσε στις 9 Σεπτεμβρίου 1570. 40.000 Λευκωσιανοί δολοφονήθηκαν και κάθε εκκλησία, δημόσιο κτίριο και παλάτι λεηλατήθηκε. Μόνο οι γυναίκες και τα αγόρια που συνελήφθησαν για να πωληθούν ως δούλοι, σώθηκαν. Η σφαγή εξαπλώθηκε και λίγες μέρες αργότερα ο Μουσταφά πήρε την Κερύνεια. Ωστόσο, υπήρξε ηρωική αντίσταση μεγαλείου και τόλμης κατά την Πολιορκία της Αμμοχώστου και η υπεράσπιση της πόλης κράτησε από το Σεπτέμβριο του 1570 έως τον Αύγουστο του 1571. Η πτώση της Αμμοχώστου σηματοδότησε την έναρξη της οθωμανικής περιόδου στην Κύπρο. Σχεδόν όλοι οι μαχητές και κάτοικοι της Αμμοχώστου μετά την άλωση σφαγιάστηκαν ή μεταφέρθηκαν στην Τουρκία ως δούλοι, παρά τις υποσχέσεις του Λαλά Μουσταφά ότι αν του παρέδιδαν την πόλη δεν θα τιμωρούσε κανένα.
Σημ. 9000 μαχητές υπερασπίστηκαν την Κωνσταντινούπολη το 1453. 9000 μαχητές υπερασπίστηκαν και την Αμμόχωστο το 1571 και προκάλεσαν βαριές απώλειες στους μυρίους βαρβάρους. Οι θρασύδειλοι Τούρκοι αν δεν έχουν υπέρτερο 30πλάσιο στρατό ποτέ δεν επιτίθενται σε αντιπάλους. Οι απώλειες των Τούρκων κατά την διάρκεια της εισβολής υπολογίσθηκαν σε δεκάδες χιλιάδες. Και αυτή την φορά η Κύπρος καμία στρατιωτική βοήθεια δεν έλαβε από κανένα δόλιο σύμμαχο …όπως και το 1974….
Ας λάβουν υπ΄ όψιν σήμερα οι επίδοξοι ολετήρες του Ελληνισμού ότι: Ανά τους αιώνες η ανδρειωμένη Ελληνική ψυχή κοίταζε στα μάτια τον εχθρό και αντιστεκόταν, πάλευε και στο τέλος νικούσε πάντα!». Όπως έγραψε και λάλησε ο Κωστή Παλαμάς: «Η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα». Γνωρίζετε πως πολεμούν οι ΕΛΛΗΝΕΣ, τώρα θα μάθετε και πως πεθαίνουν. (Γρ. Αυξεντίου)
Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα». Θεόδωρος Κολοκοτρώνη
Και στην Κωνσταντινούπολη και στην Ελληνική Μικρά Ασία, οι ΕΛΛΗΝΕΣ, δεν ηττήθηκαν, αλλά προδόθηκαν ….
Συνέχεια…
Κάτω απ΄ την Πέτρα του Διγενή Ρωμιού, τον μυθικό δυσθεόρατο βράχο, εκεί που αναδύθηκε η Αφροδίτη Κύπριδα, θαμμένη είν΄ των βαρβάρων η ναυαρχίδα, π΄ ο Διγενής Βυζαντινός Ακρίτας, εβύθισε μαζί με τους βαρβάρους. Την Κύπρο την αγαπημένη του δεν ήθελε, ποτέ να αγγίξουν, ούτε και να μολύνουν. Χρυσός, σμαράγδια ρουμπίνια και ζαφείρια, που λεηλάτησε ο πειρατής φοβερός, βυθίστηκαν, κλαίει, οδύρεται… Τα βογγητά του υπόκωφα ακούγονται, τις άγριες νύχτες του χειμώνα… Μόν΄ εσύ θρυλικέ ακρίτα Διγενή μπορείς, για να σηκώσεις, τον βράχο τον ασήκωτο. Μόν΄η δική σου θεϊκή δύναμη, τα δικά σου θεόρατα χέρια… Όχι, τον κρυμμένο θησαυρό για να βρεις, αλλά πίσω στη Βασιλεύουσα και τον Πενταδάκτυλο, να τον τινάξεις, τους Τούρκους, ν΄ αποτάξεις, ν΄ αντινάξεις, ν΄ αποδιώξεις. Της Κύπρου το θρυλικό βουνό, απ τα δεσμά τα τουρκικά να το λυτρώσεις και την Κωνσταντινούπολη στην Ελληνική Μικρασία να λευτερώσεις. Ατόφιο νησί Χρυσό, και η Κύπρος είναι. Ρουμπίνι η Κερύνεια, ο Καραβάς, η Λάπηθος, Ροδοχρωσίτης η Μόρφου. Σμαράγδια, ειν΄ η Μεσαρκά, τα Καρπάσια. Από χρυσού ψείγματα, οι αμμουδιές, της Σαλαμίνιας Αμμοχώστου, Κωνσταντίας, το πανέμορφο διαμάντι. Είν΄ η δική μας η κληρονομιά, οι πρόγονοι μας οι ένδοξοι, τα κτίσαν, τα γεννήσαν, σε εμάς κληροδοτήσαν… Εσαεί εις τους αιώνες των αιώνων.
Και τέλος αν υπάρχει τέλος για τα ανείπωτα εγκλήματα των βαρβάρων κατά του ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ και της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.
ΕΛΛΗΝΕΣ, νὰ πᾶτε ὅλοι κατ᾿ ἐχθρῶν, κατὰ τῶν Μουσουλμάνων,
καὶ δεῦτε εἰς ἐκδίκησιν, τρέχετε μὴ σταθῆτε,
τὸν Μαχουμέτην σφάξετε, μηδὲν ἀναμελεῖτε,
τὴν πίστιν των τὴν σκυλικὴν νὰ τὴν λακτοπατῆτε.
[...]
ὤ, Κωνσταντῖνε Δράγαζη, κακὴν τύχην ὁποῦ ῾χες,
καὶ τί νὰ λέγω, οὐκ ἠμπορῶ, καὶ τί νὰ γράφω οὐκ οἶδα,
σκοτίζει μου τὸ λογισμὸν ὁ χαλασμὸς τῆς πόλης.
Τιμητική Επιμέλεια από Ομάδα Εργασίας και Έρευνας του συγγραφέα Αντώνη Αντωνά.
Υ.Γ. Ακούστε ένα από τα ωραιότερα εμβατήρια, που γράφτηκαν για τον χαμό της Πόλης. Μας δίνει κουράγιο, για να προσδοκούμε την απελευθέρωση και της Κωνσταντινούπολης και της Ελληνικής μας Κύπρου. Είναι του μεγάλου Έλληνα Σταμάτη Σπανουδάκη.
Eξαιρετικό αφιέρωμα. Κάτι διαφορετικό, που αποδεικνύει ότι και η λαογραφία μας άφησε ιστορικές παρακαταθήκες, που πρέπει να μας διδάσκουν και νουθετούν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝτίνα.
Το αφιέρωμα πραγματικά αγγίζει τις ευαίσθητες πατριωτικές χορδές των πραγματικών ΕΛΛΗΝΩΝ, αλλά δυστυχώς σήμερα αφήνει αδιάφορους τους ηγέτες μας τόσον της Ελλάδας όσον και της Κύπρου. Τίποτα δεν διδάσκονται και τίποτα εθνικό δεν πράττουν οι σκόπιμα επιλήσμονες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜίνως
ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ. ΜΕ ΤΑ ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΑ ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΣΑΣ ΤΙΜΑΤΕ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ.
ΑπάντησηΔιαγραφήDr Κ.Κ.
Ένα αξιοσημείωτο γεγoνός άγνωστο για πολλούς είναι ότι μεταξύ των ολίγων υπερασπιστών της Πόλης … ήταν και ένας Τούρκος πρίγκηπας πρώτος ξάδελφος του Μωάμεθ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Οθωμανός πρίγκηπας Ορχαν, ξάδελφος του Μωάμεθ, που μίσησαν ακόμη και οι στενώτεροι του συγγενείς για τα απεχθή εγκλήματα του, υπερασπίσθηκε μαζι με την φρουρά του, την πολιορκούμενη από βαρβάρους Κωνσταντινούπολη (29η Μαΐου 1453)
Μεταξύ των ολίγων ηρωϊκών εθελοντών υπερασπιστών της Πόλης, ήταν και η περίπτωση του Οθωμανού πρίγκηπα Ορχάν ή Ουρχάν, ο οποίος με άλλους Οθωμανούς αντίθετους και πολέμιους του Μωάμεθ φιλοξενούντο στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ορχάν έλαβε ελληνική παιδεία και μιλούσε άπταιστα τα Ελληνικά. Είχε άριστες σχέσεις με τον αυτοκράτορα και έχαιρε εκτίμησης από του Έλληνες Βυζαντινούς….
Ήταν ξάδελφος του Μωάμεθ και εγγονός του Σουλεϊμάν Τσελεμπί, αδελφού του σουλτάνου Μωάμεθ Α ( 1413 – 1421)
Λέγεται ότι στην επίλεκτη του πριγκιπική φρουρά είχε επιλέξει και αρκετούς Έλληνες σκληροτράχηλους στρατιώτες, οι οποίοι όλοι έπεσαν μαχόμενοι Μωαμεθανοί και Χριστιανοί για την υπεράσπιση της Πόλης και του πρίγκηπα. Κατά την έναρξη της πολιορκίας, ο πρίγκιπας Ορχάν προθυμοποιήθηκε να αναλάβει με τους άνδρες του την άμυνα ενός τομέα των τειχών, γεγονός ιδιαίτερα τιμητικό. Έτσι, του ανατέθηκε η φύλαξη ενός σημαντικού τμήματος των τειχών της Προποντίδας στα οποία περιλαμβανόταν και το λιμάνι του Κοντοσκαλίου (Επτασκαλίου.)
Κατά την είσοδο των εισβολέων στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική διατύπωση του Ράνσιμαν, «ο πρίγκιπας Ορχάν τον τομέα αυτό υπερασπίστηκε με γενναιότητα στις λίγες περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οθωμανικός στόλος προσπάθησε να δημιουργήσει αντιπερισπασμούς στους αμυνόμενους από την πλευρά της Προποντίδας. Κατά την είσοδο των εισβολέων στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική διατύπωση του Ράνσιμαν, «ο πρίγκιπας Ορχάν και η πριγκιπική του φρουρά, συνέχισαν να μάχονται, γνωρίζοντας την τύχη, που τους περίμενε εάν έπεφταν στα χέρια του σουλτάνου» Η πριγκιπική φρουρά του Ορχάν με υψωμένο το φλάμπουρο τους πριγκιπικό έμβλημα, αφού επέφεραν σημαντικές απώλειες στους εισβολείς βαρβάρους ομοεθνείς τους έπεσαν όλοι μαχόμενοι……
Η άλωση σφράγισε και τη τραγική τύχη του πρίγκηπα Ορχάν. Αν και όλες οι πηγές αναφέρουν ότι σκοτώθηκε, δεν συμφωνούν ως προς τον ακριβή τρόπο. Κατά τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη (βιβλίο Η΄), αυτοκτόνησε πηδώντας από έναν πύργο για να μη συλληφθεί, αφού προηγουμένως είχε μεταμφιεστεί σε καλόγερο. Κατά τον Κριτόβουλο (βιβλίο Α΄, κεφ. 64, παρ. 1-2), μεταμφιέστηκε σε απλό στρατιώτη και προσπάθησε να διαφύγει αξιοποιώντας την γνώση του των Τουρκικών, αλλά αναγνωρίστηκε και αυτοκτόνησε πηδώντας από το τείχος. Στη συνέχεια, οι Τούρκοι στρατιώτες έκοψαν το κεφάλι του και το μετέφεραν στον Μωάμεθ.
Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι είχε συλληφθεί ημιθανής στον πύργο «των Φράγκων» που υπερασπίστηκε. Στη συνέχεια, αποκεφαλίστηκε αφού υπέστη απεχθή βασανιστήρια και κατά πάσα πιθανότα «παλλούκωμα». Το κεφάλι του και η καρδιά του στήθηκαν σε πάσσαλο έξω από την σκηνή του Μωάμεθ….το δε σώμα του κάηκε ….και την στάχτη του σκόρπισε ο πορθητής ….στα πέρατα και στους τέσσερεις ανέμους …….
Λέγεται πως ο Μωάμεθ…. τοποθέτησε ισχυρή φρουρά φύλαξης του χώρου, που είχε τοποθετήαει σαν λάφυρο το κεφάλι του άτυχου πρίγκηπα, από φόβο μήπως κάποιοι οπαδοί του το κλέψουν ….Την επομένη μέρα …. το κεφάλι έλειπε από τον πάσσαλο….. Οι στρατιώτες είπαν ότι ….το πήρε μαζί με την καρδιά…. με την ανατολή του ήλιου….. ένας γιγάντιος χρυσόφτερος δικέφαλος αετός…..
Αποσπασμα του Α. Αντωνά.
Ίδετε google.
Ο Οθωμανός πρίγκηπας Ορχαν, ξάδελφος του Μωάμεθ, υπερασπίζεται την πολιορκούμενη από βαρβάρους Κωνσταντινούπολη (29η Μαΐου 1453)
.........Και στην Κωνσταντινούπολη και στην Ελληνική Μικρά Ασία, οι ΕΛΛΗΝΕΣ, δεν ηττήθηκαν, αλλά προδόθηκαν …...............
ΑπάντησηΔιαγραφήΔΙΟΤΙ Ο ΦΑΝΕΡΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΣΕ ΠΟΛΕΜΑΕΙ ΣΤΑ ΙΣΙΑ ΕΝΩ Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΣΕΝΑ ...!!!
Εκείνη την κρίσιμη στιγμή, ο άνθρωπος, πού πρωταγωνιστούσε στην τελευταία πράξη του δράματος, ήταν ένας Ηγέτης, ένας Αυτοκράτορας, ένας άνθρωπος πού σφράγισε με την ομιλία του και το αίμα του την Αυτοκρατορία της Ρωμηοσύνης. Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος – Δραγάσης στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, ωσάν άλλος Λεωνίδας των θερμοπυλών (480 π.Χ.), χωρίς να σκεφτεί ούτε μία στιγμή να εγκαταλείψει την Πόλη και τους υπηκόους του. «Το δε την Πόλις σοι δούναι ούτ’ εμον εστί, ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν αυτή. Κοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ού φεισώμεθα της ζωής ημών». Αυτή ήταν η απάντηση του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου – Δραγάση πρός τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β’.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς διαβάσουμε τα τελευταία λόγια του μεγάλου ηγέτη άνδρα προς τους συνεργάτες του Ρωμηούς και Ενετούς, κατά την διάρκεια του τελευταίου πολεμικού συμβουλίου πού έγινε την Δευτέρα 28 Μαΐου 1453 όπως μας την διασώζει ο τελευταίος Πρωτοβεστιάριος και συνεργάτης του Αυτοκράτορος, Γεώργιος Φραντζής.
Κωνσταντῖνος ΙΑ’ Παλαιολόγος
Ἡ τελευταία ὁμιλία πρὸς τὸν λαόν
(ὀλίγον πρὸ τῆς Ἁλώσεως 29 05 1453)
Ἀπὸ τὸ Χρονικὸν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτου
Γεωργίου Σφραντζῆ ἢ Φραντζῆ
Ἐκδοθὲν ἐν Κερκύρᾳ ἔτει 1477
Ὑμεῖς μέν, εὐγενέστατοι ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλῶς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῖν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἱὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν.
Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερα τινὰ ὀφείλεται κοινῶς ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὑπὲρ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὑπὲρ πατρίδος, τρίτον ὑπὲρ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσται ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλῷ μᾶλλον ὑπὲρ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι.
Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὑπὲρ τῆς πίστεως ἡμῶν τῆς ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὃ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὄλον κερδίσῃ τις καὶ τὴν ψυχὴν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα.
Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχύος καθ᾿ ἡμέραν τὲ καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκὼν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνης ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἑλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό.
Ἡμεῖς πάσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλαιότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις....
Απόσπασμα...
Π.Β. Συγγραφέας - Μικρασιάτισα
Όπως πάντα συγκίνηση κα αφύπνιση προκαλείτε στον Ελληνισμό, με τα ξεχωριστά εξαίρετα αφιερώματα σας. Το δε koukfamily πραγματικά επέλεξε και τα άλλα αξιόλογα eενδιαφέροντα άρθρα τιμώντας την θλιβερή επέτειο. Πολλές άγνωστες πτυχές γνωρίσαμε σήμερα. Συγχαρητήρια σε όλους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚ.Α. Φιλόλογος – Ιστορικός.
Πύρρεια δάκρυα έχυσε και χύνει ο Ελληνισμός για τον χαμό της Πόλης το 1453, αλλά λησμονεί ποια ήταν η αρχή του τέλους για το Ελληνικό Βυζάντιο. Κάποιοι επιλήσμονες προσπαθούν χάριν της επαναπροσέγγισης Καθολικής και Ορθόδοξης εκκλησίας να τα καταχωνιάσουν. Ούτε λησμονιούνται, ούτε διαγράφονται οι μέρες και πράξεις των παπικών κατά του Ελληνισμού οι οποίες και μέχρι σήμερα συνεχίζονται….
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην πρώτη εβδομάδα του Απριλίου οι Σταυροφόροι, είχαν αρχίσει την πολιορκία της Πόλης και από το στρατόπεδό τους στον Γαλατά.
Στις 9 Απριλίου 1204, οι δυνάμεις των Σταυροφόρων και των Ενετών ξεκίνησαν επίθεση στις οχυρώσεις του Κερατίου, διασχίζοντας την πλωτή οδό προς το βορειοδυτικό τείχος της πόλης, αλλά, εξαιτίας του κακού καιρού, οι επιτιθέμενοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν όταν τα στρατεύματα που πάτησαν ξηρά δέχθηκαν πυκνά βέλη στον χώρο μεταξύ των τειχών της Πόλης και της ακτής.
Οι Σταυροφόροι, με επικεφαλής τον Ερρίκο Δάνδολο, τον Βονιφάτιο τον Μομφερρατικό και τον Βαλδουίνο της Φλάνδρας, τελικά κατέλαβαν, λεηλάτησαν και την Κωνσταντινούπολης, την πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την Άλωση της Πόλης ιδρύθηκε η Λατινική Αυτοκρατορία (γνωστή στους Βυζαντινούς ως Φραγκοκρατία ή Λατινική Κατοχή) και ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας στέφθηκε Αυτοκράτορας ως Βαλδουίνος Α΄ της Κωνσταντινούπολης στην Αγία Σοφία. Οι σταυροφορίες ξεκινούσαν με απόφαση του εκάστοτε πάπα της Ρώμης. Συνήθως η κήρυξη μιας Σταυροφορίας συνοδευόταν και από εγκλήματα και διώξεις, υποκινούμενες κυρίως από την Καθολική εκκλησία, με σκοπό να επεκτείνει την εξουσία της στην Ανατολή και να καταφέρει να υποτάξει την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης.
Η Δ΄ Σταυροφορία δεν έπληξε μόνο τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αλλά και την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η βίαια υποταγή της στη Ρώμη και οι διωγμοί των ορθόδοξων ιερέων και του Ορθόδοξου λαού, στην κυρίως Ελλάδα και την Κύπρο από τους σταυροφόρους έμειναν χαραγμένα στη ιστορική Παγκόσμια μνήμη και Ιστορία…..
Μετά την λεηλασία της πόλης, τα περισσότερα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μοιράστηκαν μεταξύ των Σταυροφόρων.
Κάποιοι Βυζαντινοί αριστοκράτες ίδρυσαν επίσης μια σειρά από μικρά ανεξάρτητα κράτη, μεταξύ των οποίων η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, η οποία και ανακατέλαβε τελικά την Κωνσταντινούπολη το 1261 και ανακήρυξε την αποκατάσταση της Αυτοκρατορίας. Ωστόσο, η αποκατασταθείσα Αυτοκρατορία δεν κατόρθωσε ποτέ να ανακτήσει την παλαιότερη εδαφική ή οικονομική της ισχύ και τελικά υπέκυψε στο ανερχόμενο Οθωμανικό Σουλτανάτο στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης του 1453.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης του 1204 συνιστά σημαντική καμπή στη μεσαιωνική ιστορία. Η απόφαση των Σταυροφόρων να επιτεθούν στην μεγαλύτερη χριστιανική πόλη στον κόσμο ήταν πρωτοφανής και αμφιλεγόμενη. Οι αναφορές των λεηλασιών και της βαρβαρότητας των Σταυροφόρων σκανδάλισαν και τρομοκράτησαν τον Ορθόδοξο κόσμο. Οι σχέσεις μεταξύ Καθολικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας επλήγησαν καταστροφικά για πολλούς αιώνες και δεν αποκαταστάθηκαν ουσιαστικά ως την σύγχρονη εποχή. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έμεινε πολύ φτωχότερη, μικρότερη και τελικά λιγότερο ικανή να ανατρέψει τον εκτουρκισμό της Μικρασιατικής ενδοχώρας. Οι ενέργειες των Σταυροφόρων επιτάχυναν άμεσα την κατάρρευση της χριστιανοσύνης στα ανατολικά και μακροπρόθεσμα διευκόλυναν την επέκταση του Ισλάμ στην Ευρώπη το 1453....
Α.Α.
Και το 1204 ….Μετά από τις σφαγές των αμάχων, λεηλατήθηκαν και όλα τα θρησκευτικά κειμήλια.
ΑπάντησηΔιαγραφή«…Eβλεπε κανείς όχι μόνον τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίπτονται στο χώμα και τα στολίδια τους να αποσπώνται χωρίς φειδώ και προσοχή και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλός άργυρος και χρυσός».
Από τότε και μετά, το ένδοξο Ελληνικό Βυζάντιοη, ποτέ δεν μπόρεσε να ξανασταθεί στα πόδια του. Η καταστροφή, που υπέστη στα 1204 από τους Φράγκους σταυροφόρους, ήταν τόσο μεγάλη, που, στην κυριολεξία, το παρέλυσε εντελώς και το 1453 Εάλω η Κωνσταντινούπολη …Έτσι λοιπόν μετά την ολική καταστροφή της Πόλης από τους «Χριστιανούς Σταυροφόρους», το ολέθριο μετέπειτα αποτέλεσμα ήταν ….όταν οι Τούρκοι το 1453 φτάνουν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως και την πολιορκούν, δεν βρίσκονται πλέον απέναντι σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία, αλλά μπροστά σε μια Πόλη αδύναμη και απομονωμένη.
Τον Απρίλιο του 2004, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος Α΄ αποδέχθηκε επίσημα τη συγγνώμη σε ομιλία του για την 800ή επέτειο από την Άλωση της Πόλης. «Το πνεύμα της συμφιλίωσης είναι ισχυρότερο από το μίσος», είπε κατά τη διάρκεια λειτουργίας που παρακολούθησε ο Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Philippe Barbarin της Λυών της Γαλλίας. «Δεχόμαστε με ευγνωμοσύνη και σεβασμό την εγκάρδια χειρονομία σας για τα τραγικά γεγονότα της Τέταρτης Σταυροφορίας. Είναι γεγονός ότι εδώ και 800 χρόνια διαπράχθηκε ένα έγκλημα σε αυτήν την πόλη». Ο Βαρθολομαίος είπε ότι η αποδοχή του ήρθε με το πνεύμα του Πάσχα. «Το πνεύμα της συμφιλίωσης της Ανάστασης… μας υποκινεί προς τη συμφιλίωση των Εκκλησιών μας.». ΦΕΥ!!!!!
Μ.Ρ.
Οι κύριοι ένοχοι για την συρρίκνωση του Ελληνισμού αναμφισβήτητα είναι οι Βάρβαροι της Ανατολίας, που υπόγεια και ανώγεια βοηθήθηκαν από τους δόλιους συμμάχους μας να μολύνουν πάτρια μας εδάφη με κύριο συνένοχο και συναυτουργό την Παπική Καθολική εκκλησία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτριβαν αλλά και ένιπταν τας χείρας τους και στην Άλωση της Πόλης και στην Μικρασιατική καταστροφή ( Ο Πάπας τότε σημαντική βοήθεια απέστειλε στον σφαγέα Αττατούρκ και οι συμμαχικές μας δήθεν δυνάμεις υποκινήσει του και μας εγκατέλειψαν και μας πρόδωσαν) και μην ξεχνάμε και την εισβολή στην Κύπρο το 1974….. Η παπική εκκλησία ουδεμία ανθρωπιστική τουλάχιστον βοήθεια προσέφερε… μόνο λόγια …
Η Δυτική Καθολική εκκλησία πάντοτε επεδίωκε με αθέμιτα μέσα να έχει τον πλήρη έλεγχο της Ορθόδοξης Χριστιανικής εκκλησίας και επικροτούσε και ενίσχυε εχθρικές πράξεις των Τούρκων….
Ποτέ η Καθολική εκκλησία δεν αποδέχτηκε, ούτε αφομοίωσε, ότι ο Ελληνισμός, το Ελληνικό Πνεύμα, η Φιλοσοφία και Ορθοδοξία είναι πολύ ανώτερα από τα δόγματα τους και έπρεπε παντί τρόπο να καταστραφούν έστω και από τους προαιώνιους εχθρούς του Χριστιανισμού Τούρκους.. Ο αθέμιτος σκοπός για αυτούς, αγίαζε πάντα τους αλλότριους σκοπούς τους … μέχρι και σήμερα….
Αυτά τα λίγα για να θυμόμαστε και διδασκόμαστε και άλλα μύρια, που χρειάζονται εκατοντάδες τόμους να καταγραφούν και αποκαλυφθούν, διότι και εδώ η ιστορία είναι ημιτελής και διαστρεβλωμένη σκόπιμα, για να αποκρύψει τα εγκλήματα της τότε Παπικής εκκλησίας, κατά της Ορθοδοξίας, τα οποία ούτε ποτέ δεν συνέτισαν, ούτε ποτέ δίδαξαν τους Έλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς, με επακόλουθο σήμερα να ξεχνάμε ότι η αρχή του τέλους του Ελληνικού Ορθόδοξου Βυζαντίου, προκλήθηκε εσκεμμένα και κακόβουλα από την Καθολική Εκκλησία….που συνεχίζει και σήμερα να υποσκάπτει τον Ελληνισμό και Ορθοδοξια,μαζί με τους δόλιους άσπονδους μας συμμάχους….Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ και αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε. Σολωμός.
Μίνα.
Η αφήγηση, του απείρου άδικου ιστορία, γραμμένη με το θείο αίμα των εθνομαρτύρων της Βασιλεύουσας, που σφαγιάστηκαν, από τις ορδές βαρβάρων τουρκομογγόλων κατακτητών. Σε συμφραστική μικτή γλώσσα (Κυπριακής διαλέκτου) λυρικό πόνημα-αφήγηση. Απόσπασμα από παλαιότερο αφιέρωμα του Α. Αντωνά. Η ΑΛΩΣΗ. Η Άλωση όπως την είδαν απού ψηλά, τα τρία ματόβρεκτα περιστέρια της Πόλης. Πρωί πρωί, που το πουρνόν ξημέρωμα,/ τζιείν΄ την Τρίτη μέραν στις 29 του Μάη του μαύρου 1453, την ασβολερήν, την μαυροκαημένην,/ όταν οι Τούρτζιοι βάρβαροι, που απ΄ τ΄ανάθεμαν,/ ήρτασιν τζιαί σ’ άλωσαν, βυζαντινή Πόλη μας αγαπημένη/ τζιαί κατάσφαζαν γέρημα γυναικόπεδα,/ γριές μανάδες, γέροντες πατεράδες τζιαί αδέρφκια,/ τρία ασπροπούλια, καλά πουλιά, τρι΄ άσπρα περιστέρκα,/ που πισσομαυρισμένα εγίνασιν,/ που τους καπνούς και τα αχνίζοντα αίματα./ Ασβολωμένα ήταν, απού θρηνισμό καρκιάς/ τζι΄ οδύνης, απού την ματοχυσία…./ Τα ΄δασιν ούλλα τα κακά που τ΄άψη,/ της Πόλης της πομπαρτοκαμένης,/ τζι΄ ακόμη εθωρούσασιν, μαραζωμένα,/ εδερνοπίσκασιν πετώντας γοερά,/ στους θλιμμένους Βυζαντινούς ουρανούς,/ που βροσιήν μαύρων πικρών δακρύων,/ με οδυρμούς, καταρράκτες ερίχνασιν…/Τζιαί νεκαλιούνταν τα περιστέρκα μας,/ μαζί με τ΄ απροστάτευτα ορφανά,/ τις μάνες τζιαί πατέρες τους χαροκαμένους,/ τους μαυροπικραμένους τζιαί πενθοκτυπημένους./ Γαλάζιοι τζιαί ξάστεροι οι ουρανοί ήταν…/, πριν έρτουν, να τους μολύνουσιν,/ που τα πέρατα της βάρβαρης ανατολής,/ ορδές μυριάδες γιουρούκηδες,/ που για γαίμαν Χριστιανικόν διψούσαν οι γαιματοβαμμένοι βάρβαροι …
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαυροπικραμμένα, εσμίασιν τα πυρωμένα γαίματα/ τα πύρρεια τα δάκρυα, πικρά την Πόλη,/ εποτίζαν τζιαί μ΄ορμή εχύνουνταν./ στην θάλασσα του Ευξείνου,/ Ερυθρά η θάλασσα βάφτηκε, Νεκρά θάλασσα εγίνει,/ μαύρη τζιαί η γη η δακρυοποτισμένη γέρημη τζιαί στείρα πια./ Αλοί τζιαί τρισαλοίμονο ..οϊμέ…!/ στα τρία μοιραία άσπρα περιστέρκα,/ τα έρημα, που λαβωμένα επετούσαν,/ που πάνωθκιον, της αστραποκτυπημένης,/ στο βαρύν σκότος πισσούρι τυλιγμένης,/ θαλασσοφίλητης πανώρκας Κωνσταντινούπολης/. Ας όψονται τζι΄ ας ξέρουσιν,/ οι Τούρτζιοι βαρβάροι, ότι ακόμα τζιαί μετά,/ που μια νύχτα πισσοσκότεινη ο ήλιος/, ο φωτοστεφανώμενος,/ το πουρνόν τζιαί πάλαι, θ΄ ανατείλει,/ απ τα φωτόλαμπρα, της Ελληνικής Μικράς Ασίας τα’ ‘πουράνια,/ με το κοντάρι του, το λαμπερόν, φωθκιάν τζι όλεθρον/, εις τους οχτρούς αλύπητα θα σπείρει/ τζιαι Ανάσταση τζιαι Λευτερκά, εννά φέρει….
Συνέχεια ...
Τζιαι επιθανάτιο Ύστατο ανακάλημα, μες την ανεμοζάλη τους την μαυρογέρημη/, σαν Παλαιολογου μεταμόρφωση,/ απ τα θεία ουράνια με βροντερήν ανθρώπινην λαλιά/, ανακράζουν τα πικροποτισμένα/ τζιαί αναπέμπουν ικεσία έσχατη,/ που σαν ιερή ψαλμουδκιά απόκοσμη,/ από την Αγιά Σπφιά απαντοχή στα πέρατα ακούστην,/ « Την Πόλη λευτερώστε, Ω! Θεέ, Χριστέ μας,/ τζιαί συ πανώρια Παναγιά μας/
ΑπάντησηΔιαγραφήΈλα πίσω Παναγιά μας, συγχώρεση να δώσεις,/ για τις αμαρτίες μας τζιαί τούτην μόνον την φοράν,/ τους βάρβαρους να λυγίσεις τζιαί γονατίσεις,/ στα τιμημένα χώματα του Βυζαντίου, να θεοκαρβουνιάσουν,/ Αυτοί οι βάρβαροι που αμάχους κατάκαψασιν,/ εκκλησιές λεηλάτησασιν, ιερά και όσια καταπατήσασιν…/
Τζιαί επί τέλους, ούλλoς,/ ο Ελληνισμός αυτός ο μαρτυρικός λαός να πνάσει…,/τζιαι απ αύτην του κόσμου την μαυροσκότεινη/ μαυρογέρημη των Τούρκων παρουσία ν΄ απαλλαγούσιν και να ησυχάσουσιν…. …… Τζιαί άφησαν τον τελευταίο στεναγμό,/ τα τρία ματοβαμμένο περιστέρκα….,/ στον τρούλλο, της του Θεού Αγίας Σοφίας/ στην Άγια υπόδουλη εκκλησιά μας/ποτίζοντας τζιαι τούτα, τα πικροχολωμένα/ με το αίμα τους το Άγιο Αθάνατο Δέντρο της Λευτεριάς…./ τζιαι προσδοκώντας την υστάτη, ένας νέος ζωοδόχος ήλιος, / να λάμψει πάνω από την Μικρά Ασία και Ελληνική Κύπρο/ και Λευτεριά και αναγέννηση να φέρει … Ομάδα Εργασίας και Έρευνας από ημισκλαβωμένη Ελληνική Κύπρο
Διαλειματα κανω για να παρω βαθειες ανασες και να συνεχισω με δακρυα οταν διαβαζω τα αρθρα σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντ. Μ.
Θερμά ευχαριστούμε όλους τους φίλους αναγνώστες του KOUKFAMILY, καθώς και τους δεκάδες προσωπικούς μας αποδέκτες, για τα πολύτιμα πρόσθετα σχόλια τους, που τιμούν την σημερινή θλιβερή επέτειο της Άλωσης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌποιος δεν τιμά, δεν γνωρίζει και δεν διδάσκεται από την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να υποστεί και πάλι εθνικές καταστροφές.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας, της οποίας αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό. Η πολιορκία αυτή η οποία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη 29 Μαΐου εξασθένισε τόσο την Αυτοκρατορία που δεν μπόρεσε να αντισταθεί αποτελεσματικά στην προέλαση των Οθωμανών, οι οποίοι κατόρθωσαν μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα να φτάσουν έως την καρδιά της Ευρώπης, απειλώντας και την Βιέννη. Κάνοντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή γίνεται αντιληπτό πως το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο τους δύο τελευταίους αιώνες, καθότι είχαν προηγηθεί η άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους, πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, οικονομική αδυναμία, φυγή ανθρώπινου δυναμικού, η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς που είχε ως αποτέλεσμα την έλευση πλήθους φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη γεγονότα λοιπόν, που αυτονόητο παρουσιάζουν την άλωση ως ένα φυσικό αποτέλεσμα της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σήμερα ο νεοσουλτάνος Ερντογάν νικητής πλέον των τουρκικών εκλογών ... απειλεί όλους ότι θα επαναφέρει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Γαλάζια του πατρίδα θα συμπεριλαμβάνει όλες τις τότε κατακτήσεις της... Και όλοι κωφεύουν και τον ανέχονται ...
Ο πόνος για την πτώση και τον χαμό της Πόλης και η ελπίδα για αποτίναξη του ζυγού, πέρασε μέσα από γενιά σε γενιά μέσα από την λαϊκή ποίηση “Σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρίζεις, πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δίκιά μας θα ’ναι”.
O κ. Θάνος του koukfamily με τις καταχωρήσεις επιλεγμένων άρθρων και αφιερωμάτων, τίμησε ιδιαίτερα την θλιβερή αυτή μέρα και του αξίζουν συγχαρητήρια πατριωτικά.
Ομάδα Εργασίας και Έρευνας του συγγραφέα Α. Αντωνά.
Από ημικατεχόμενη, από τους ίδιους βαρβάρους Ελληνική Κύπρο.
Και ολοι εμεις οι γνησιοι Ελληνες σας ευχαριστουμε για τα εξαιρετικα σας αρθρα και αφιερωματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚωνσταντινα